Κατά τη διάρκεια των Βαλκανικών πολέμων, οι κατά τα άλλα, μη αναμεμιγμένες Ιταλία και Αυστροουγγαρία, έπεισαν τον τότε πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο (δεν φαίνεται να δυσκολεύτηκαν και πολύ, μιας και γινόμαστε για μια ακόμα φορά στο ίδιο έργο θεατές, με τον Ελευθέριο Βενιζέλο) να σταματήσει τη προέλαση του Ελληνικού στρατού στα βορειότερα μέρη της Ηπείρου, όπως και έγινε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να αφεθεί μια Ελληνικότατη από τ’ αρχαία χρόνια περιοχή, στο «έλεος» των Αλβανών και έτσι μετά να επακολουθήσει το απαίσχυντο πρωτόκολλο της Φλωρεντίας, που παραχώρησε Ελληνικά εδάφη πάνω απ’ τη Κόνιτσα στο ψευδοκράτος της Αλβανίας.
___________
«…Ὁ ἑλληνικός στρατὸς προελαύνοντας νικηφόρα ἀπελευθερώνει τὸ ἕνα μετὰ ἄλλο προαιώνια ἑλληνικὰ κέντρα καὶ ἀληθινὰ προπύργια τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Στὴν Ἤπειρο, ἐνῶ το κύριο στράτευμα προχωρεῖ πρός τὰ Ἰωάννινα, ὅπου συναντᾶ ἰσχυρὴ ἀντίσταση, τὴν 17η Δεκεμβρίου 1912 ἡ 3η ἑλληνική μεραρχία ἀπελευθερώνει τὴν Κορυτσά, τὴν 3η Μαρτίου 1913 τὸ Ἀργυρόκαστρο καὶ τὴν Κλεισοῦρα, τὴν 6η Μαρτίου 1913 τὸ Τεπελένι. Ἀλλὰ 50 μίλια ΒΑ τοῦ στομίου τῆς κερκυραϊκῆς θάλασσας πρὸ τοῦ Αὐλῶνος, πανάρχαιας ἑλληνικῆς πόλεως, τοῦ ἠπειρωτικοῦ φύλου τῶν Χαόνων, ἀνακόπτει τὴν προέλαση λόγω διαβημάτων τῆς Ἰταλίας καὶ τῆς Αὐστρο – Ουγγαρίας, ποὺ ἡ κάθε μία ἐπιφυλάσσει γιὰ τὸν ἑαυτό της τὴν κατοχὴ αὐτῆς τῆς εἰσόδου τῆς Ἀδριατικῆς…»
(Πηγή: Rene Puax, Δυστυχισμένη Βόρειος Ήπειρος, Εκδόσεις Τροχαλία, σελ 212)
«…Τὸ Τεπελένι εἶνε καὶ τὸ τελευταῖον σημεῖον μέχρι τοῦ ἐπεξετάθησαν αἱ ἐν τῇ Ἑλληνικὴ Κυβέρνησις ἐθεώρησε καλὸν ὅπως μὴ προχωρήσουν αἱ ἐχθροπραξίαι ἐπί βορειοτέρων ἐδαφῶν, ἐπί τῶν ὁποίων εἶχε προβάλει ἀξιώσεις τὸ νεοσύστατον Ἀλβανικόν Κράτος, ἀφ’ ἑτέρου δὲ ὅπως μὴ ταχθῇ ἀντιμέτωπος τῶν ἐπιθυμιῶν τῶν μεγάλων Δυνάμεων, καὶ μάλιστα τῆς Ἰταλίας…»
(Πηγή: Βώκου Γερασίμου, Ιστορία του Βαλκανοτουρκικού πολέμου (Εισαγωγή εις τα σύγχρονα γεγονότα), μετά εισαγωγής εις την παγκόσμιον πολιτικήν και διπλωματικήν ιστορίαν της τελευταίας δεκαετίας, Εν Αθήναις, Έκδοσις Βιβλιοπωλείου Δ. Δημητράκου,56 – Οδός Σταλλίου – 56, 1914, σελ 893)
«…Ἡ δὲ Ἰταλία ἐσταμάτησε τὰ ἑλληνικὰ στρατεύματα εἰς Τεπελένιον, δηλώσασα ὅτι ἡ προέλασις τούτων πρὸς τὴν Αὐλῶνα δὲν θὰ τὴν ἄφινεν ἀδιάφορον…»
(Πηγή: Βώκου Γερασίμου, Ιστορία του Βαλκανοτουρκικού πολέμου (Εισαγωγή εις τα σύγχρονα γεγονότα), μετά εισαγωγής εις την παγκόσμιον πολιτικήν και διπλωματικήν ιστορίαν της τελευταίας δεκαετίας, Εν Αθήναις, Έκδοσις Βιβλιοπωλείου Δ. Δημητράκου,56 – Οδός Σταλλίου – 56, 1914, σελ 1036)
«…Διαρκοῦντος ὅμως τοῦ πολέμου, ἡ Αὐστρία καὶ ἡ Ἰταλία ἠξίωσαν ὅπως ἡ Ἐλλὰς μὴ καταλάβῃ τὸν Αὐλῶνα…»
(Πηγή: Κωνσταντίνου Σκενδέρη, Ο Βορειοηπειρωτικός αγών (1914), Ιστορία περιλαμβάνουσα εν πάση δυνατή λεπτομερεία τα συμβάντα της Βορείου Ηπείρου, από της ιδρύσεως του Αλβανικού κράτους μέχρι της ανακαταλήψεώς αυτής υπό της Ελλάδος (Οκτώβριος 1914), σελ 17)
«…Οι Έλληνες στρατιωτικοί, όμως, αγνοούσαν τις παρασκηνιακές διεργασίες και στο πεδίο της μάχης, η μία μετά την άλλην οι πόλεις της Βορείου Ηπείρου ετίθεντο υπό τον έλεγχο των ημετέρων τμημάτων. Τα ελληνικά στρατεύματα ήταν έτοιμα να απελευθερώσουν και τον στρατηγικής σημασίας λιμένα του Αυλώνα. Οι Ιταλοί, όμως, αντέδρασαν με οργή, απειλώντας ακόμη και με πόλεμο. Η Ρώμη αξίωσε επιτακτικά από την ελληνική κυβέρνηση να απαγορεύσει στον Κωνσταντίνο όπως συνεχίσει την προέλασή του μέχρι τον Αυλώνα*. Η Αθήνα έδειξε πως συμμορφωνόταν με τις επιθυμίες της Ρώμης. Μεταγενέστερα, ο ίδιος ο Βενιζέλος διευκρίνισε σε άρθρο του ότι θέλησε να δώσει και απτά δείγματα της «επιθυμίας του να φανεί ευχάριστος προς την Ιταλίαν».** Άλλωστε θα επακολουθούσαν οι διπλωματικές διεργασίες για την οριστική διευθέτηση του ζητήματος και η ιταλική κυβέρνηση θα έπαιζε καθοριστικό ρόλο σε αυτές…»
* Π. Αργυρόπουλος, Αναμνήσεις, Αρσενίδης, Αθήνα [χ. χ.], 92
**Ε. Βενιζέλος, «Τα Μεσογειακά συμφέροντα της Ελλάδος και αι σχέσεις της με την Ιταλίαν», εφη. ΕΘΝΟΣ, Αθήνα, 11-4-1934, 1.
(Πηγή: Γενικού Επιτελείου Στρατού και Διεύθυνσης Ιστορίας Στρατού, 100 χρόνια από τη διεξαγωγή των Βαλκανικών πολέμων, Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου, Αθήνα 7-8 Φεβρουαρίου 2013, Ιωάννου Παπαφλωράτου, Το Αλβανικό ζήτημα και οι βαλκανικοί πόλεμοι, σελ 356)
«…Ἐνῶ μετά τήν παράδοση τῆς ἠπειρωτικῆς πρωτεύουσας ὁ Κωνσταντίνος εἶχε δώσει ἐντολή προέλασης στό βορειοηπειρωτικό ἔδαφος, ὁ πρωθυπουργός ὑποκύπτοντας σε ἰταλική ἀξίωση διατάζει (1-3-1913) τό διάδοχο νά τήν ἀνακαλέσει καί ὁρίζει ὁ ἴδιος τή γραμμή, πέρα ἀπό τήν ὁποία ἀπαγορευόταν ἡ προώθηση τοῦ ἑλληνικοῦ στρατοῦ καί ἡ ὁποία περνοῦσε ἀπό τό Παναρέτι καί τό Δαγκλί καί κατέληγε στό Τεπελένι. Παράλληλα τόν πρόσταζε* νά μήν καταλάβει τόν Αὐλώνα, ἀποτρέποντας μέ τόν τρόπο αὐτό τό fait accompli, πού πιθανότατα θα ἔλυνε ὁριστικά τό Βορειοηπειρωτικό ζήτημα ὑπέρ τῆς Ἑλλάδας…»
*Βλέπε Ἐκδοτικῆς Ἀθηνῶν, Ἰστορία τοῦ Ἐλληνικοῦ Ἔθνους (τόμος ΙΔ’)
(Πηγή: Μπαρμπή Κώστα, Ελ. Βενιζέλος. «Εθνάρχης» ή εθνικός ολετήρας;, Εκδόσεις Πελασγός, σελ 100 – 101)
«…Ἐνώ ὁ στρατός τοῦ Κωνσταντίνου προχωροῦσε ἀκάθεκτος γιά νά καταλάβει τόν Αὐλώνα, ἐντολή τοῦ Βενιζέλου ἀνέκοψε τήν προέλαση του, ἐπειδή οἱ πρεσβευτές τῆς Ἰταλίας, τῆς Αὐστρίας καί τῆς Γερμανίας τόν ἐπισκέφθηκαν καί τοῦ τό ζήτησαν. Φυσικά, ἀποκλειστικά ἐνδιαφερόμενοι οἱ πρώτοι, πού ἐπιθυμοῦσαν νά "βάλουν χέρι" στήν ἀπέναντι ἀπό τή χώρα τους ἀκτή τῆς Ἀδριατικῆς. Ἀφοῦ ἡ Ἑλλάδα βρισκόταν τότε σέ πόλεμο μέ τήν Τουρκία, γιατί θά έπρεπε να συμμορφωθεῖ μέ τήν ἰταλική ὐπόδειξη; Το σημαντικότερο: ἄν εἶχε τότε καταληφθεῖ ὁ Αὐλώνας, τό Βορειοηπειρωτικό θέμα θά εἶχε λυθεῖ ipso facto ὁριστικά καί θά εἶχαν σωθεῖ οἱ ἑκατοντάδες χιλιάδες τῆς ἑλληνικής ὁμογενείας...»
(Πηγή: Μπαρμπή Κώστα, Ελ. Βενιζέλος. «Εθνάρχης» ή εθνικός ολετήρας;, Εκδόσεις Πελασγός, σελ 114)
«…Για να επιβάλει οριστικά την τάξη στα μουσουλμανικά χωριά, που υποκινούσαν οι Αλβανοί από τον Αυλώνα, την 1η Μαρτίου ο Σπυρομήλιος ζήτησε και πάλι από τον Βενιζέλο, επ' ευκαιρία της ελληνικής προέλασης, να βαδίσει εναντίον της πόλης αυτής, αλλά ο Έλληνας πρωθυπουργός, για μιαν ακόμα φορά του το απαγόρευσε*. Ο κίνδυνος να επιτεθούν εναντίον της Χειμάρρας οι κάτοικοι των "αλλοδαπών χωριών" παρέμεινε και μετά την άφιξη της δύναμης του τακτικού στρατού στην περιοχή της Χειμάρρας και την κατάληψη μερικών από αυτά**…»
* Α.Υ.Ε., Βενιζέλος (Υπουργός Στρατιωτικών) προς Αξιωματικόν Σπυρομήλιον, 1η Μαρτίου 1913, αρ. 183, Ανασχ. 49 (45-56).
** Ιστορ. Αρχείο IEEE, Αρχείο Χειμάρρας, Α.Χ., Αναφορά των προκρίτων του χωρίου Μπόρσι προς το αρχηγείο Στρατού Χειμάρρας, 23 Μαρτίου 1913, αρ. 10226/3, αντίγραφο από Α.Υ.Ε., 1913, Ιστορικόν Αρχείον, Ενέργειαι συμμαχικών και εχθρικών Δυνάμεων και Μεγάλων Δυνάμεων εν τω Βορειοηπειρωτικοί) και Αλβανικώ Ζητήματι. Βλέπε επίσης, Ιστορ. Αρχείο IEEE, Αρχείο Σπυρομήλιου, Α.Χ., Σπυρομήλιος προς Πρωθυπουργόν και Υπουργείο Εξωτερικών, Έκθεση περί Χειμάρρας, 9/22 Απριλίου 1913, αρ. 2835/4 και Σπυρομήλιος προς Ρακήπ βέη Γκιολέκα και τους κατοίκους των χωρίων Κούτσι, Μπολαίνα, Καλαρράτες, Βράνιστα, αρ. 2624/3. Ο κίνδυνος για την άμυνα της Χειμάρρας ήταν ένας από τους βασικούς λόγους, για τους οποίους ο Σπυρομήλιος δεν επέμεινε να γίνει δεκτή η παραίτηση του.
(Πηγή: Χριστίνας Πιτούλη-Κίτσου, Οι Ελληνοαλβανικές σχέσεις και το Βορειοηπειρωτικό Ζήτημα κατά την περίοδο 1907-1914, Διδακτορική Διατριβή, ΟΛΚΟΣ ΑΘΗΝΑ 1997, σελ 355)
«…ὁ Σπυρομήλιος πρότεινε στὸν Ἐλευθέριο Βενιζέλο νά τοῦ ἐπιτρέψει νά κινηθεῖ πρός τήν Αὐλώνα, ὅμως, ὁ Ἕλληνας πρωθυπουργός ἀπαγόρευσε μέ τηλεγράφημα του ὁποιανδήποτε τέτοια ἐνέργεια τόσο στὸν Σπυρομήλιο ὅσο καὶ στόν Διάδοχο Κωνσταντίνο διότι δέν ἐπιθυμοῦσε ὄξυνση τῶν σχέσεων μέ τήν Ἰταλία…»
(Πηγή: Μαστέλλου – Γιαννάκενα Ελίνας, Ο Παύλος Μελάς και ο Μακεδονικός Αγώνας (1904 – 1908), Ο σκοπός του και οι ήρωες του, Εκδόσεις Πελασγός Ιωάννου Χρ. Γιαννάκενα, Αθήνα 2018, σελ 405)
«2 Μαρτίου…1913…Μετά από το «ενδιαφέρον» των Ιταλών γιά την Αυλώνα τής Βορείου Ηπείρου, ο Ελευθέριος Βενιζέλος ζητά διά τηλεγραφήματος από τον διάδοχο και αρχιστράτηγο Κωνσταντίνο, την μη κατάληψη τής πόλεως…»
(Πηγή: https://ellinoistorin.gr/?p=24756)
«…Το Μάρτιο του 1913 ο ελληνικός στρατός έφθασε στο έσχατο σημείο της προέλασής του στην Ήπειρο, αφού ο Βενιζέλος, ο οποίος δεν επιθυμούσε μία διαμάχη με την Ιταλία, διέταξε τον Κωνσταντίνο να μην επιχειρήσει την κατάληψη της Αυλώνας.*
Ο πρωθυπουργός της Ελλάδας διέταξε στις 2 Μαρτίου, με τηλεγράφημά του, τον Σπυρομήλιο να μην προελάσει το απόσπασμα της Χειμάρρας προς την πόλη της Αυλώνας. Ο Βενιζέλος με νέο τηλεγράφημά του στο διάδοχο Κωνσταντίνο, ο οποίος βρισκόταν στα Ιωάννινα, στις 5 Μαρτίου, του γνωστοποίησε τις ανησυχίες της Ιταλίας περί επικείμενης κατάκτησης της Αυλώνας από τον ελληνικό στρατό, ενώ ακολούθησε διαταγή του Έλληνα πρωθυπουργού στον Σπυρομήλιο να μην καταλάβει ο τελευταίος την Αυλώνα, πράγμα που ικανοποίησε τον Ιταλό πρέσβη.**…»
*Γ.Ε.Σ./Δ.Ι.Σ., όπ.π., σ. 67.
** Papadakis, όπ.π., σ. 13.
(Πηγή: Μεταπτυχιακή εργασία του Σάββα Ιακωβίδη με θέμα: ΤΟ ΑΥΤΟΝΟΜΙΣΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ ΣΤΗ ΒΟΡΕΙΑ ΗΠΕΙΡΟ (1914), ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ΤΜΗΜΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ – ΑΡΧΑΙΟΛΟΓΙΑΣ, ΤΟΜΕΑΣ ΝΕΩΤΕΡΗΣ ΚΑΙ ΣΥΓΧΡΟΝΗΣ, ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΚΑΙ ΠΑΓΚΟΣΜΙΑΣ ΙΣΤΟΡΙΑΣ, Θεσσαλονίκη 2011, σελ 23-24)
«…Ο Σπυρομήλιος στόχευε στην απελευθέρωση όλης της Βορείου Ηπείρου. Μαζί του συμπορευόταν και ο Αρχιστράτηγος του Ελληνικού Στρατού, διάδοχος Κωνσταντίνος. Ζήτησαν αμφότεροι από τον Βενιζέλο να καταλάβουν την Αυλώνα, αλλά η απάντηση του τότε πρωθυπουργού ήταν αρνητική καθότι δεν ήθελε να προκαλέσει ρήξη με τους Ιταλούς, που πάντα ενδιαφέρονταν για την περιοχή…»
(Πηγή: https://averoph.wordpress.com/2020/10/20/%cf%83%cf%80%cf%8d...)
«…Την 1η Μαρτίου 1913 ἡ Κυβέρνηση γνώρισε στό Διάδοχο Κων/νο, ὅτι ὁ Ἑλληνικός στρατός δέν ἔπρεπε νά περάσει τή γραμμή βόρεια τοῦ Τεπελένι, τό Δαγκλῆ - Νταγκ, τό Παναρέτι καί τή Μοσχόπολη. Κατ’ ἀπαίτηση τῆς Ἰταλίας καί Αὐστρίας ἀπαγορευόταν ἡ κατάληψη τῆς Αὐλώνας. Ἔτσι ἄρχισαν νά ἀποκαλύπτονται ὠμά πλέον τά μυστικά σχέδια ξένων Δυνάμεων σέ βάρος τοῦ Βορειοηπειρωτικοῦ χώρου…»
(Πηγή: Νταλαμάνγκα Αντωνίου, Αλησμόνητες πατρίδες του Ελληνισμού (Πατρίδες τῆς καρδιᾶς μας, Εκδόσεις Πελασγός, σελ 46)
«…Αργότερα ο Έλληνας πρωθυπουργός έδωσε εντολή στον Σπυρομήλιο να μην καταλάβει την Αυλώνα, πράγμα που ικανοποίησε τον Ιταλό πρέσβη*. Τελικά, η Ελλάδα αναγκάστηκε να υποχωρήσει και λόγω της θέσης του ιταλικού Επιτελείου του Πολεμικού Ναυτικού πως η κατοχή ακόμη και της Χειμάρρας ίσως θα μπορούσε να απειλήσει τα ιταλικά συμφέροντα στα Στενά του Οτράντο**…»
*Παράλληλα, στις 4 Απριλίου ο πρέσβης της Ελλάδας στο Λονδίνο, Ιωάννης Γεννάδιος, υπέβαλε στον πρόεδρο της Πρεσβευτικής Συνδιάσκεψης και στον Βρετανό υπουργό Εξωτερικών, Έντουαρντ Γκρέι (Edward Grey), την ελληνική πρόταση περί διεξαγωγής δημοψηφίσματος στην περιοχή της Κορυτσάς υπό διεθνή έλεγχο, ο οποίος θα εγγυόταν την αποφυγή κάθε νόθευσης του αποτελέσματος. Η πρόταση του Έλληνα πρέσβη στον Γκρέι απορρίφθηκε από τον Ιταλό αντιπρόσωπο, Ιμπεριάλι (Imperiali). Για τις κινήσεις του Βενιζέλου αυτήν την περίοδο βλ. Κοραντής, ό. π., σ. 157, 230.
**Πιτούλη - Κίτσου, ό. π., σ. 248 - 249.
(Πηγή: Μεταπτυχιακή εργασία της Ντερβίση Μαρία, Η αλβανική εθνική κίνηση 1908 – 1912, ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ, σελ 67)