Κατά την άποψη του γράφοντα ο Νικόλαος Πλαστήρας υπήρξε μία από τις πλέον σημαντικές προσωπικότητες της σύγχρονης Ελλάδας. Τόσο για την μεγαλειώδη και ηγετική παρουσία του σαν στρατιωτικού κατά τα δύσκολα χρόνια της Μικρασιατικής εκστρατείας και καταστροφής όσο και σαν πολιτικού. Ωστόσο, ο ρόλος του κατά την διάρκεια της γερμανικής κατοχής υπήρξε τουλάχιστον αμφιλεγόμενος.
Αν και το όνομά του είχε εμπλακεί στην ίδρυση του ΕΔΕΣ, ο «Μαύρος Καβαλάρης» δεν συνείσφερε στον εθνικοαπελευθερωτικό αντιστασιακό αγώνα. Βρισκόταν αυτοεξόριστος στη Νίκαια της Γαλλίας. Η σχέση του Πλαστήρα με τον ΕΔΕΣ είχε τις απαρχές της ήδη από το 1937 στις συνεννοήσεις του ίδιου με τον συνταγματάρχη Ναπολέοντα Ζέρβα, συνήθως μέσω του έμπιστού του Κομνηνού Πυρομάγλου. Και αυτό γιατί οι σχέσεις Ζέρβα-Πλαστήρα δεν ήταν καλές.[1] Με την έκρηξη του Ελληνοιταλικού πολέμου και του ΟΧΙ του 1940, ο ΕΔΕΣ εγκαταλείπει την αρχική του πρόθεση να εκδιώξει το καθεστώς της 4ης Αυγούστου και επικεντρώνεται με πρωτοβουλία του Ζέρβα στη δημιουργία αντάρτικου με σκοπό την απελευθέρωση της χώρας.
Ο Πλαστήρας ωστόσο δεν συμμετείχε σε αυτές τις ενέργειες. Ο Ζέρβας και ο Πυρομάγλου παρόλα αυτά, διέσπειραν φήμες ότι πίσω από τους ίδιους υπήρχε ο ίδιος ο Πλαστήρας, για να συσπειρώσουν τον πάλαι ποτέ βενιζελικό κόσμο.[2] Ο Ζέρβας έγραψε αργότερα στα απομνημονεύματά του: «Από τον Κομνηνό και απο τα χαρτιά που είχε φέρει αυτός απο τη Γαλλία, το Σεπτέμβριο του 1941, ήξερα τις περίεργες αντιλήψεις του Πλαστήρα για τον πόλεμο. Ήξερα ότι κατεδίκαζε τότε κάθε ιδέα αντιστάσεως. Είχα όμως και την πεποίθησι ότι οι αντιλήψεις αυτές δεν μπορούσαν να είναι παρά αποτέλεσμα παροδικών επιδράσεων. Δε μου είχε ποτέ γεννηθή η παραμικρή αμφιβολία, ότι ο στρατηγός Πλαστήρας, τη στιγμή που θα μάθαινε ποιά ήταν η πραγματική κατάστασις στην Ελλάδα, θα απέβαλλε χωρίς δισταγμό τις πεταινικές θεωρίες του και θα ριχνόταν και αυτός με όλη του την ψυχή στον αγώνα. Ο πατριωτισμός και η παληκαριά ήταν δύο από τις αρετές του που κανένας δεν μπορούσε να του αμφισβητήση. Έμελλε, ωστόσο ο Πλαστήρας να έρθη στην Ελλάδα πολύ αργότερα και υπό εντελώς διαφορετικές συνθήκες. Ίσως γι΄αυτό δε θέλησε ποτέ να μου συγχωρήση που τον έκαμα, ερήμην, αρχηγό και ήρωα του εθνικού κινήματος αντιστάσεως».[3]
Ο λόγος που ο Νικόλαος Πλαστήρας δεν συγχώρεσε τον Ζέρβα, έγκειται στο ότι ο ίδιος επιθυμούσε να αναλάβει κατοχικός Πρωθυπουργός. Ο Πυρομάγλου αναφέρει ότι ο Πλαστήρας πίστευε η λύση για σχηματισμό κατοχικής κυβέρνησης θα ήταν μεταβατική ανάγκη για τον υπόδουλο ελληνικό λαό, ώστε να ετοιμαστεί για την απελευθέρωσή του μελλοντικά.[4] Μάλιστα ο «Μαύρος Καβαλάρης» συναντήθηκε μυστικά τον Αύγουστο του 1941 στο Παρίσι με τον, ελληνικής καταγωγής, ναύαρχο Βίλχελμ Φον Κανάρις. Ο Δημοσθένης Κούκουνας σε σχετική έρευνά του αναφέρει: «… ο Πλαστήρας θεώρησε ότι του δινόταν η ευκαιρία να επιχειρήσει την επιβολή ενός δημοκρατικού (με τη λατινική έννοια του όρου, δηλαδή αβασίλευτου, και όχι με την έννοια των δημοκρατικών διαδικασιών) καθεστώτος υπό την ηγεσία του. Αυτό ακριβώς ήταν το περιεχόμενο των εντατικών διαπραγματεύσεων που έγιναν στη Νίκαια, όπου ζούσε τότε, με Γερμανούς ιθύνοντες και με τη συμμετοχή ενός γερμανόφιλου παράγοντα της εποχής, του Ιωάννη Βουλπιώτη […]».[5]
Οι διαπραγματεύσεις συνεχίστηκαν το καλοκαίρι του 1941: « Σύμφωνα με τα στοιχεία ιστορικής έρευνας που διεξήγαγε στη δεκαετία του 1980 ο Γάλλος ιστορικός Christofe Chiclet στα αρχεία της γαλλικής ασφάλειας, η οποία παρακολουθούσε συστηματικά τον εξόριστο στρατηγό, οι διαπραγματεύσεις έγιναν από τον Ιούνιο 1941 στη Νίκαια, ενώ τον Αύγουστο συνεχίστηκαν στο Παρίσι. Στις αρχές Ιουλίου εκπρόσωποι της κυβέρνησης Τσολάκογλου έφθασαν με γερμανικό αεροπλάνο στη Νίκαια και συζήτησαν μαζί τοπυ, ενώ στη συνέχεια ο Πλαστήρας κλήθηκε από τους Γερμανούς στο Παρίσι. Σύμφωνα με τον Βουλπιώτη, ο στρατηγός είχε συζητήσει τότε και με τον περήφιμο ναύαρχο Κανάρις στο κατεχόμενο Παρίσι».[6]
Παρόλα αυτά, ο Πλαστήρας δεν κατάφερε τότε να γίνει πρωθυπουργός. Οι άνθρωποί του ωστόσο (Παπαγεωργίου, Σταματόπουλος, Παπαθανασόπουλος κλπ) με εξαίρεση τον Πυρομάγλου, που αρχικά συμμετείχαν στον ΕΔΕΣ Αθηνών, θα προκαλέσουν ενέργειες που οδήγησαν στη διάσπαση της οργάνωσης στη πρωτεύουσα. Ο λόγος θα είναι οι επαφές με τους κατακτητές και η αποκήρυξη του Ζέρβα ως αρχηγού της οργάνωσης, από την στιγμή που εκείνος έκανε αντίσταση στα βουνά κάτι που δεν επιθυμούσε το πλαστηρικό στρατόπεδο. Βεβαίως άτυπος αρχηγός των διασπαστών υπήρξε ο Στυλιανός Γονατάς, φίλος και παλιός συμπολεμιστής του Πλαστήρα. Γράφω στο προσφάτως εκδοθέν βιβλίο μου: «[…] οι αρχηγοί των διασπαστών Παπαγεωργίου και Παπαθανασόπουλος, υπό την καθοδήγηση του Στυλιανού Γονατά, αποφάσιζαν την ενίσχυση του σχεδίου του Πάγκαλου για την δημιουργία στρατιωτικών Ταγμάτων σε απόλυτη συνεργασία με την κατοχική κυβέρνηση Ράλλη και όχι μόνο. Ο Ζέρβας, αφού ενημερώθηκε από τους πιστούς συνεργάτες του για τα όσα συνέβαιναν στην Αθήνα, στέλνει μια επιστολή που «αφορίζει» όσους συμφωνούν με τα σχέδια του Πάγκαλου, χαρακτηρίζοντας τον τελευταίο «καθαρά τρελό ή προδότη». Έτσι, στις συνελεύσεις που λαμβάνουν χώρα στα συγκροτήματα και διαμερίσματα της Αθήνας, η συντριπτική πλειοψηφία των απλών μελών του ΕΔΕΣ, τάσσεται φανερά υπέρ του Ζέρβα και της στρατηγικής του περί συνέχισης του αντάρτικου στα βουνά της δυτικής Ελλάδας.
Το κομβικό σημείο για τα γεγονότα που σημάδεψαν την οργάνωση του ΕΔΕΣ Αθηνών, εντοπίζεται στην περίοδο του καλοκαιριού του ’43. Τα μέλη του πατριωτικού και αγωνιστικού ΕΔΕΣ, αρχίζουν το οριστικό ξεκαθάρισμα της οργάνωσης. Ο Γονατάς, αν και δεν είναι μέλος του ΕΔΕΣ, ουσιαστικά είναι αυτός που κατευθύνει τους αποστάτες. Όπως είναι γνωστό, από την ίδρυση του ΕΔΕΣ, τον Σεπτέμβριο του ’41, ο Ζέρβας και τα πρώτα ιδρυτικά στελέχη της οργανώσεως ονόμασαν αποκλειστικό αρχηγό τον αυτοεξόριστο Νικόλαο Πλαστήρα. Η λατρεία προς το πρόσωπο του μαύρου καβαλάρη οδήγησε τους φανατικούς βενιζελικούς, ως προς την ιδεολογία, σε απόλυτη ταύτιση με τις θέσεις του Γονατά, φίλου και έμπιστου του Πλαστήρα. Ακόμα περισσότερο η επιστολή του τελευταίου προς τον Γονατά, στα τέλη Σεπτεμβρίου, τον ορίζει αποκλειστικό αντιπρόσωπό του στην Ελλάδα. Μεταξύ άλλων έγραφε ο Πλαστήρας: «Εις απάντησιν προσκλήσεώς σας, ήτις μοι διεβιβάσθη δεόντως… σας παρακαλώ να δεχθήτε να με αντιπροσωπεύσετε υπ’ αυτό το πνεύμα. Έχετε την έκφρασιν της βαθείας εκτιμήσεως και αγάπης. Όλως υμέτερος. Πλαστήρας». Η επιστολή αυτή, πραγματικά ενθουσίασε τους διασπαστές, που πήραν θάρρος, νομίζοντας ότι πλέον θα τους ακολουθούσαν οι περισσότεροι εδεσίτες και θα εγκατέλειπαν τον Ζέρβα. Ο τελευταίος τους έστειλε επιστολές προσπαθώντας να τους κάνει να μετανοήσουν για την μέχρι τότε στάση τους, πιστεύοντας ότι θα κλείσει έτσι «αναίμακτα» μια υπόθεση εσωτερική. Οι στασιαστές όμως, την 20η Οκτωβρίου 1943, πραγματοποίησαν συγκέντρωση που την ονόμασαν «Γενική Συνέλευση του ΕΔΕΣ» και αποφάσισαν ομόφωνα την αποκήρυξη του Ζέρβα ως αρχηγού. Την θέση του αναλάβανε ο Απόστολος Παπαγεωργίου. Από εκείνη τη μέρα υπήρχαν και επίσημα δύο ΕΔΕΣ».[7]
Αυτό που δεν κατάφερε ο Πλαστήρας στην κατοχή, το κατάφερε το 1945 που επέστρεψε στην Ελλάδα και διαδέχθηκε τον Γεώργιο Παπανδρέου στην πρωθυπουργία. Στις συναντήσεις του με τον Ζέρβα την περίοδο εκείνη επιβεβαιώθηκε για μια ακόμη φορά η αντίθεση του με τον αντάρτικο αγώνα. Ο Ζέρβας γράφει στο ημερολόγιό του (11 Ιανουαρίου 1945): « […] 3) Την 22αν ώραν είδα τον Πλαστήραν. Συνωμίλει με τον Σιδέρη και κάποιον άλλον, παρίστατο ο Μοάτσος. Φιληθήκαμε. Μιλήσαμε λίγο, του είπα κάναμε χρήσι του ονόματός του, μου απήντησεν ότι διά πολιτικόν αγώνα καλώς, αντάρτικος νομίζει έβλαψε. Του απήντησα ότι αν δεν υπήρχε, η Ελλάδα θα ήτο από άκρον εις άκρον Τίτο και αυτός δεν θα ευρίσκετο στην Αθήνα ».[8]
Αυτή ήταν σε γενικές γραμμές η αντίληψη του στρατηγού Πλαστήρα για την αντίσταση. Η επιστολή του προς τον πρεσβευτή Πλούταρχο Μεταξά το 1941 που εξηγούσε αναλυτικά την αντίθεσή του και προς το «ΟΧΙ» του Ιωάννη Μεταξά και προς την μάχη της Κρήτης, όταν δημοσιεύθηκε, προκάλεσε την παραίτησή του από την πρωθυπουργία τρείς μόλις μήνες αφ΄ότου την είχε αναλάβει.
Παραπομπές – πηγές
[1] Μιχάλης Μυριδάκης, Οι 4 γύροι του ΚΚΕ, ο ΕΔΕΣ και οι Άγγλοι, σ.44-46.
[2] Σόλωνας Γρηγοριάδης, Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1941-1974, τόμος Α΄, σ. 122-124.
[3] Απομνημονεύματα Ναπ. Ζέρβα, σ. 190-191.
[4] Ιστορικό αρχείο Εθνικής Αντιστάσεως, τόμος Α΄, σ. 31.
[5] Δημοσθένης Κούκουνας, Ιστορία της Κατοχής, τέυχος 8ο, σ. 51.
[6] Στο ίδιο, σ. 51.
[7] Ιωάννης Αθανασόπουλος, Ο Ναπολέων Ζέρβας και το έπος της Εθνικής Αντιστάσεως του ΕΔΕΣ-ΕΟΕΑ, σ. 68-69.
[8] Ημερολόγιο στρατηγού Ναπολέοντα Ζέρβα, 1942-1945, σ. 691.
.
Σελίδα Πηγής