Η ναυμαχία της Σαλαμίνας αποτελεί πολυδιάστατο γεγονός που αντηχεί στο πέρασμα των αιώνων. Κάποιος μπορεί να το θαυμάσει από καθαρά επιχειρησιακή άποψη. Άλλος γεμίζει δέος εξετάζοντας τις ηγετικές προσωπικότητες που έλαμψαν μέσα από αυτό. Μια τρίτη θεώρηση είναι η πολιτική, κ.λπ., κ.λπ., κ.λπ. Ωκεανοί μελάνης έχουν χυθεί στην εξιστόρηση του ελληνικού αυτού άθλου και, πολύ πιθανόν, θα συνεχίζουν να χύνονται. Εν προκειμένω, στόχος είναι να αναφερθούν μερικές, εν πολλοίς, άγνωστες – ανεκδοτολογικές πτυχές, για τα πρόσωπα αλλά και τα γεγονότα.
Το «Αβρότονον»
Πατέρας του Θεμιστοκλή ήταν ο Νεοκλής από το δήμο Φρεάρριο, μέλος της Λεοντίδας φυλής και μητέρα του η Ευτέρπη. Για την μητέρα του έχουν ειπωθεί διάφορα, όχι και τόσο κολακευτικά. Κάποιες πηγές την θέλουν να κατάγεται από την Καρία της Μικράς Ασίας και συγκεκριμένα την πόλη της Αλικαρνασσού. Άλλες, πάλι, ανάγουν την καταγωγής της στην Θράκη. Τόσο ο Πλούταρχος όσο και ο Αιλιανός παραθέτουν ότι οι σύγχρονοί της την αποκαλούσαν «Αβρότονον».
Στην αρχαία Αθήνα οι γυναίκες που έφεραν όνομα σε ουδέτερο γένος, μάλλον, ασκούσαν το αρχαιότερο επάγγελμα ήτοι αυτό της εταίρας. Δεν αποκλείεται, βέβαια, να πρόκειται για μεταγενέστερες συκοφαντίες και κακογλωσσιές των πολιτικών αντιπάλων του Θεμιστοκλή. Πάντως, όπως μας πληροφορούν οι προαναφερθέντες μεγάλοι βιογράφοι και ιστορικοί, στον τάφο της Ευτέρπης βρισκόταν η ακόλουθη επιγραφή: «Ἀβρότονον Θρήισσα γυνὴ γένος· ἀλλὰ τεκέσθαι τὸν μέγαν Ἕλλησίν φημί Θεμιστοκλέα.».
Παροπλισμένα Πλοία
Από νεαρή ηλικία, ο Θεμιστοκλής έδειξε έντονο ενδιαφέρον να ασχοληθεί με την πολιτική και να φτάσει στο αξίωμα του στρατηγού. Κάθε φορά, όμως, που έλεγε στον πατέρα του τί ήθελε να γίνει όταν μεγαλώσει, εκείνος τον πήγαινε στο ναύσταθμο του αθηναϊκού στόλου, που τότε βρισκόταν στο Φάληρο. Εκεί του έδειχνε τα παλιά, παροπλισμένα πλοία που κείτονταν παρατημένα στην παραλία λέγοντάς του: «Έτσι φέρεται ο αθηναϊκός λαός στους άλλοτε ένδοξους αλλά πλέον ξεχασμένους άνδρες.».
Ο «Δίκαιος»
Ο Αριστείδης ήταν ένας εξαίρετος πολιτικός της αρχαίας Αθήνας. Επικεφαλής της αριστοκρατικής παράταξης, πολέμησε σε όλες τις μεγάλες μάχες των Μηδικών και πολλές φορές διακρίθηκε για την ανδρεία του. Η Ιστορία τον τίμησε με τον τίτλο «Δίκαιος» για το ακριβοδίκαιο του χαρακτήρα του. Ωστόσο, πληροφορούμαστε πως ο ίδιος απέκτησε αυτόν τον προσδιορισμό από το εξής γεγονός. Κατά την διάρκεια μιας τραγωδίας, ο υποκριτής ανέφερε: «…ου μόνον θέλει φαίνεται δίκαιος αλλά θέλει είναι…» και τότε όλο το θέατρο στράφηκε σύσσωμο και κοίταξε τον Αριστείδη.
Κατά τραγική ειρωνεία, κατά την ψηφοφορία για το αν θα εξοστρακιζόταν ή όχι, κάποιος αγράμματος Αθηναίος τον πλησίασε και, αγνοώντας το ποιος ήταν, του ζήτησε να γράψει πάνω στο όστρακο το όνομα Αριστείδης. Ο μεγάλος άνδρας τον ρώτησε τί κακό του είχε κάνει αυτό το άτομο και επιζητούσε την εξορία του, για να λάβει την αφοπλιστική απάντηση: «Με νευριάζει που όλοι τον αποκαλούν δίκαιο.». Χωρίς να σχολιάσει, ο Αριστείδης συμπλήρωσε το όνομά του πάνω στο όστρακο.
Φανταστική απεικόνιση. Η στιγμή που ο αγράμματος Αθηναίος ζητά από τον Αριστείδη να γράψει το όνομά του στο όστρακο διότι νευρίαζε που όλοι τον έλεγαν δίκαιο
Μια αντίστροφη πολιτική
Γύρω στο 485 π.Χ., ανακαλύφθηκε στα ορυχεία του Λαυρίου μια πλούσια φλέβα αργύρου η οποία παρείχε στην Αθήνα 100 τάλαντα αργύρου ετησίως. Ο Θεμιστοκλής εισηγήθηκε τα χρήματα αυτά να δαπανηθούν για την ναυπήγηση πολεμικού στόλου, και των σχετικών υποδομών, προκειμένου να θωρακιστεί η Αθήνα έναντι του «εξ Ανατολών κινδύνου». Στον αντίποδα, ο Αριστείδης πρότεινε να κατανεμηθούν, εν είδη επιδομάτων θα λέγαμε σήμερα, στους πολίτες και να αξιοποιηθούν για τον καλλωπισμό της πόλης. Παρατηρήθηκε, δηλαδή, το οξύμωρο, ο ηγέτης των αριστοκρατικών να εισηγείται ένα φιλολαϊκό μέτρο ενώ ο ηγέτης των δημοκρατικών να προτείνει κάτι το αντιλαϊκό.
Η Πυθία μηδίζει
Πριν την μεγάλη τους εισβολή το 480 π.Χ., οι Πέρσες είχαν φροντίσει να εξαγοράσουν συνειδήσεις και άτομα μεταξύ των Ελλήνων. Ολόκληρες πόλεις, δελεασμένες από τον περσικό χρυσό δεν δίστασαν να μηδίσουν. Ένας από τους αποδέκτες των περσικών δωροδοκιών, ενδεχομένως και ο κυριότερος – μεγαλύτερος, υπήρξε το Μαντείο των Δελφών. Μάλιστα, φρόντισε να δώσει στους Έλληνες καταστροφολογικούς χρησμούς ή να τους παραπέμψει να συμπράξουν με τους εισβολής. Ενδεικτικός είναι ο αρχικός χρησμός που δόθηκε στους Αθηναίους αντιπροσώπους:
«Άμοιροι, τί κάθεστε; Φύγε από το σπίτι σου και το στρογγυλό κάστρο ψηλά της πατρίδας σου και πήγαινε στην άκρη του κόσμου. Διότι, ούτε το κεφάλι σου είναι σίγουρο, ούτε το σώμα σου, ούτε των ποδιών σου οι άκρες, ούτε τα χέρια σου, ούτε ό,τι είναι στη μέση γλυτώνει, παρά είναι να τα κλαις!…».
Βέβαια, ο Θεμιστοκλής γνώριζε πολύ καλά ότι η Πυθία εδεκάζετο. Ως εκ τούτου προέβη σε μια «ευγενική χορηγία» απαιτώντας την έκδοση νέου χρησμού ο οποίος με ασάφεια ισορροπούσε μεταξύ άμυνας και ολέθρου:
«[…]Όταν κατακτηθούν όλα τα άλλα[…]τότε ο Δίας[…]δίνει[…]ένα ξύλινο τείχος να παραμείνει μόνο αυτό απόρθητο[…]Μην περιμένετε ήσυχοι το ιππικό και την πολυάριθμη πεζή στρατιά[…]αλλά γυρίστε την πλάτη και φύγετε. Μιαν άλλη ώρα θα σταθείτε επίσης πρόσωπο με πρόσωπο με αυτούς. Ω Θεία Σαλαμίς, εσύ θα καταστρέψεις τέκνα γυναικών[…]»
Τον χρησμό αυτό εκμεταλλεύτηκε στο έπακρο ο Θεμιστοκλής προκειμένου να πείσει τους συμπολίτες του ότι τα αναφερόμενα ξύλινα τείχη ήταν ο στόλος τους και η Σαλαμίνα το μέρος όπου θα έπρεπε να συγκρουστούν με τους Πέρσες.
Η στάση των Ελλήνων
Με πρωτοβουλία Αθήνας και Σπάρτης συνεκλήθη πανελλήνιο συνέδριο στην Κόρινθο το φθινόπωρο του 481 π.Χ. Σε αυτό φάνηκε ποιοι ήταν διατεθειμένοι να πολεμήσουν, ποιοι όχι και γιατί. Οι Έλληνες της βορείου Ελλάδας υπήρξαν θύματα της γεωγραφίας. Όντας κοντά στον Ελλήσποντο οι περιοχές της Μακεδονίας και της Θράκης δεν είχαν άλλη επιλογή από τη συνθηκολόγηση. Οι Θεσσαλοί ήταν πρόθυμοι να αγωνιστούν αρκεί οι υπόλοιποι Έλληνες να έστελναν ισχυρές δυνάμεις και να έκλειναν το πέρασμα των Τεμπών. Οι πόλεις της Βοιωτίας, αρνήθηκαν να συμμετάσχουν έχοντας ήδη έλθει σε επαφή με τους Πέρσες. Μοναδικές λαμπρές εξαιρέσεις αποτέλεσαν οι Πλαταιές και οι Θεσπιές καθώς και κάποια μικρά φύλα της περιοχής που δήλωσαν πως θα πολεμούσαν κατά των βαρβάρων. Το Άργος, επικαλούμενο χρησμό των Δελφών, προφασίστηκε ουδετερότητα. Η Θήβα, προφασιζόμενη προφάσεις εν αμαρτίαις, δήλωνε απρόθυμη να συμμετάσχει. Οι Κρήτες αρνήθηκαν να συνδράμουν επικαλούμενοι διάφορες, θεολογικής φύσεως, δικαιολογίες. Οι Κερκυραίοι έδρασαν πιο καιροσκοπικά. Αν και υποσχέθηκαν να βοηθήσουν και εξόπλισαν 60 πλοία, τα διέταξαν να αγκυροβολήσουν στο Ταίναρο προκειμένου να σπεύσουν, μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας, να συγχαρούν τον όποιο νικητή προφασιζόμενοι αδυναμία πλεύσης λόγω καιρικών συνθηκών!
Άντε να τους πείσεις…
Ομολογουμένως, στάθηκε εξαιρετικά δύσκολο για τον Θεμιστοκλή να πείσει τους συμπολίτες του να εγκαταλείψουν την πόλη τους. Στην προσπάθειά του επιστράτευσε αρκετά τεχνάσματα και δεισιδαιμονίες. Ένα εξ αυτών ήταν και το ακόλουθο. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, στο υπόγειο του παλιού ναού της Αθηνάς στην Ακρόπολη, ζούσε ένα μεγάλο φίδι που θεωρούταν συνοδός της Θεάς και φύλακας του ναού. Παραδοσιακά, κάθε μήνα, η ιέρεια του ναού, άφηνε μια μελόπιτα, την οποία το φίδι καταβρόχθιζε. Εκείνη τη φορά όμως, η μελόπιτα είχε βρεθεί άθικτη, σημάδι πως μέχρι και ο φύλακας του ναού, τον είχε εγκαταλείψει. Ο Θεμιστοκλής, εκμεταλλεύτηκε το συμβάν και τόνισε πως αφού και ο αρχέγονος αυτός φρουρός εγκατέλειψε τη θέση του, κανείς δεν έπρεπε να μείνει στην Αθήνα.
Η στάση της αριστοκρατίας
Απροσδόκητος σύμμαχος του Θεμιστοκλή στάθηκε ο Κίμων, ο γιος του Μιλτιάδη. Ο νεαρός αριστοκράτης, ανέβηκε στην Ακρόπολη και αφού έδεσε το άλογό του στο περιστύλιο του ναού και αφιέρωσε τα χαλινάρια του στην Αθηνά, φόρεσε τον οπλισμό του και κατέβηκε να επιβιβαστεί στα πλοία πειθαρχώντας στα κελεύσματα του στρατηγού του. Παράλληλα, τα μέλη της αριστοκρατίας που απάρτιζαν τον Άρειο Πάγο έδωσαν 8 δραχμές σε κάθε μάχιμο πολίτη, ως οικονομική ενίσχυση. Αν υποτεθεί ότι το σύνολο των ανδρών (οπλιτών και κωπηλατών) ανερχόταν σε 36.000, τότε οι Αθηναίοι αριστοκράτες κατέβαλαν το αστρονομικό ποσό των 288.000 αττικών δραχμών και μάλιστα από τα δικά τους χρήματα!
Ένας πιστός ακόλουθος
Κατά την εκκένωση της Αθήνας, ο Ξάνθιππος (πατέρας του Περικλή) και η οικογένειά του, επιβιβάστηκαν σε ένα πλοίο και κατευθύνθηκαν στη Σαλαμίνα, αφήνοντας πίσω τους όλα τους τα υπάρχοντα. Ο πιστός τους σκύλος, Ξούθος, όμως, μη θέλοντας να αποχωριστεί τους κυρίους του, επέλεξε να τους ακολουθήσει. Όταν αυτοί επιβιβάστηκαν στο πλοίο, ο Ξούθος βούτηξε στη θάλασσα και κολυμπούσε δίπλα τους μέχρι τη Σαλαμίνα. Εκεί, αποκαμωμένος, άφησε την τελευταία του πνοή. Εικάζεται πως το σημείο του νησιού που ονομάζεται «κυνός σήμα» είναι το μέρος όπου τάφηκε ο πιστός αυτός ακόλουθος.
Ελευσίνιοι οιωνοί
Τόσο ο Ηρόδοτος όσο και ο Πλούταρχος, μας παραθέτουν ένα ενδιαφέρον περιστατικό που σημειώθηκε στην Ελευσίνα, τη νύχτα πριν τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, δύο Έλληνες εξόριστοι, στο πλευρό του Ξέρξη, ο Αθηναίος Δικαίος και ο Σπαρτιάτης Δημάρατος, περπατούσαν στο Θριάσιο όταν ξαφνικά είδαν ένα τεράστιο σύννεφο σκόνης να σηκώνεται μπροστά τους, σαν να πορεύονταν τριάντα χιλιάδες άνδρες για μάχη. Ταυτόχρονα, άκουσαν φωνές να επαναλαμβάνουν το ίδιο όνομα: «Ίακχε! Ίακχε!». Οι δύο άνδρες θορυβήθηκαν και ο Δημάρατος, επειδή δεν καταλάβαινε τί συνέβαινε, ρώτησε τον Δικαίο. Εκείνος απάντησε: «Αυτός είναι ένας μυστικός ύμνος που ψάλλουν οι πιστοί κατά τα Ελευσίνια Μυστήρια! Να μου το θυμηθείς Δημάρατε! Κάποιος Θεός τον στέλνει, γιατί η Αττική είναι έρημη από ανθρώπους! Αυτό το σύννεφο που βλέπεις ή θα τραβήξει για την Πελοπόννησο ή για τη Σαλαμίνα. Ή ο στρατός ή ο στόλος των Περσών θα πάθει μεγάλη καταστροφή!». Εν τέλει, το σύννεφο πήγε και κάθισε πάνω από τα ελληνικά πλοία στη Σαλαμίνα. Ο Πλούταρχος πάει ένα βήμα παρακάτω. Υποστηρίζει πως οι δύο άνδρες είδαν καθαρά φαντάσματα και σκιές οπλισμένων ανδρών που έρχονταν με τα χέρια απλωμένα προς το ελληνικό στρατόπεδο στη Σαλαμίνα, απαντώντας στο κάλεσμα για βοήθεια των Ελλήνων στη μάχη κατά των βαρβάρων.
Η Ελλάς παρακινούσα
Λίγο πριν ο ελληνικός στόλος έλθει σε επαφή με τον περσικό, ξεκίνησε να υποχωρεί ασύντακτα. Έχει υποστηριχθεί πως επρόκειτο περί προμελετημένης ενέργειας με στόχο να παρασυρθεί ο αντίπαλος βαθύτερα στο στενό της Σαλαμίνας. Ο Ηρόδοτος, ωστόσο, αναφέρει ότι η κίνηση ήταν αποτέλεσμα φόβου που γεννήθηκε στις καρδιές αρκετών κυβερνητών όταν αντίκρυσαν το μέγεθος του εχθρικού στόλου, συμπαρασύροντας και τα υπόλοιπα ελληνικά σκάφη προκειμένου να μην διαρραγεί το μέτωπό τους. Την κρίσιμη στιγμή, ο μεγάλος ιστορικός υποστηρίζει ότι οι Έλληνες παρατήρησαν το φάντασμα μιας γυναίκας που με βροντερή φωνή τους έψεξε λέγοντας: «Δαιμόνιοι, έως πού τέλος θα υποχωρείτε;». Αμέσως, τα ελληνικά πλοία σταμάτησαν και εφόρμησαν κατά των Περσών.
Μια από τις χαρισματικότερες και πλέον ραδιούργες μορφές του επιτελείου του Ξέρξη, ήταν η βασίλισσα της Αλικαρνασσού, Αρτεμισία. Ενδεικτικό της σπουδαιότητάς της, ήταν το γεγονός ότι οι Αθηναίοι την είχαν επικηρύξει, προκαταβολικά, με το ποσό των 10.000 αττικών δραχμών!
Αν και φόρου υποτελής, η Αρτεμισία συμμετείχε σε όλα τα πολεμικά συμβούλια και δεν δίσταζε να εκφράζει ανοιχτά τις αντιρρήσεις της ακόμα και με τον ίδιο τον Μέγα Βασιλιά. Ήταν η μόνη που αντιτάχθηκε στη ναυμαχία στα στενά της Σαλαμίνας υποστηρίζοντας πως αντ’ αυτού έπρεπε να αφήσουν τις ελληνικές δυνάμεις να διαλυθούν μόνες τους εξαιτίας της προσωπικής αντιπάθειας και των αισθημάτων τοπικισμού που τις διακατείχαν.
Η ίδια, εν τέλει, έλαβε μέρος στη ναυμαχία, επικεφαλής μιας μικρής ναυτικής μοίρας. Όταν το πλοίο της καταδιωκόταν από την τριήρη του Αμεινία, η πανούργα βασίλισσα διέταξε να εμβολίσουν το πρώτο περσικό καράβι που βρισκόταν μπροστά της. Η κίνηση αυτή απέφερε τριπλό κέρδος. Πρώτον, στο πλοίο που βυθίστηκε επέβαινε ο βασιλιάς των Καλυνδίων, μεγάλος ανταγωνιστή της και μιας και βυθίστηκε αύτανδρο, το «μυστικό» της ήταν ασφαλές. Δεύτερον, ο Αθηναίος κυβερνήτης πίστεψε πως κυνηγούσε ελληνικό καράβι και διέκοψε την καταδίωξη στρεφόμενος κατά άλλου στόχου. Τέλος, ο Ξέρξης, θεώρησε πως η Αρτεμισία βύθισε ελληνικό πλοίο και με ανάμικτα αισθήματα είπε στους ακολούθους του: «Οι άνδρες μου έγιναν γυναίκες και οι γυναίκες άνδρες!». Πέραν αυτών όμως, η Αρτεμισία κέρδισε την εύνοια του Ξέρξη όταν λίγο αργότερα κατάφερε να εντοπίσει και να ανασύρει τη σορό του αδελφού του, Πέρση ναυάρχου Αριαμένη!
Για ένα φιλότιμο
Στο συνέδριο της Κορίνθου, οι Αθηναίοι, μεταξύ των οποίων και ο Θεμιστοκλής, κατηγόρησαν τους Αιγινήτες για μηδισμό ( συνεργασία με τους Πέρσες κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων (490 – 431 π.Χ.), η συμπαράταξη με τους Μήδους (συνεκδοχικά το περσικό κράτος), η υποστήριξή τους ή και απλώς η μίμηση του τρόπου ζωής τους, η προδοσία για οποιοδήποτε λόγο). Η κατηγορία ευσταθούσε εν μέρει. Οι Αιγινήτες στρατιωτικοί διαμαρτυρήθηκαν έντονα για αυτή την προσβολή, λέγοντας ότι οι πολιτικοί μπορεί να μηδίζουν αλλά οι στρατιωτικοί είναι πιστοί στα πάτρια. Θέλοντας να ξεπλύνουν το στίγμα του προδότη και να αποκαταστήσουν την τιμή και το πληγωμένο τους φιλότιμο, πολέμησαν με ιδιαίτερο φανατισμό στην ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ναύαρχός τους ήταν ο Πολύκριτος, άνδρας γενναίος και ικανός, ο οποίος ως τριήραρχος βύθισε τα περισσότερα εχθρικά πλοία με αποτέλεσμα να λάβει αριστείο, ως ο καλύτερος κυβερνήτης, από κοινού με τον Αθηναίο Αμεινία. Λέγεται πως κατά το τέλος της ναυμαχίας, η τριήρης του Πολύκριτου βρέθηκε να πλέει δίπλα σε αυτή του Θεμιστοκλή. Αναγνωρίζοντας το πλοίο του Αθηναίου ναυάρχου, πιθανώς από κάποιο σήμα που έφερε, και ενθυμούμενος την προσβολή, ο Αιγινήτης τριήραρχος φώναξε με όλη του τη δύναμη: «Θεμιστοκλή! Ποιος είπε ότι οι Αιγινήτες μηδίζουν;»
Ο καλύτερος ηγέτης
Μετά τη ναυμαχία, οι Έλληνες έδωσαν, κατόπιν ψηφοφορίας, αριστεία για τον καλύτερο ηγέτη. Επειδή όμως όλοι οι ναύαρχοι ψήφισαν τον εαυτό τους, κανένας δεν μπόρεσε να αναδειχθεί ως ο πρώτος καλύτερος. Στη συνέχεια, ψήφισαν για τον δεύτερο. Εκεί, όλοι παραδέχτηκαν ότι ο καλύτερος ήταν ο Θεμιστοκλής. Έτσι, ο Αθηναίος ναύαρχος εκλέχθηκε ως ο δεύτερος καλύτερος ηγέτης, με πρώτο τον «κανένα»!
Τιμές στην Ολυμπία
Το 480 π.Χ. τελέστηκαν, με κάποια καθυστέρηση, οι Ολυμπιακοί Αγώνες, λίγο μετά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας. Ο Πλούταρχος μας παραθέτει πως, κατά τη διάρκεια των αγωνισμάτων, εισήλθε στο στάδιο ο Θεμιστοκλής. Αμέσως μόλις τον αναγνώρισαν οι θεατές σταμάτησαν να παρακολουθούν τους αγώνες και όλοι, σύσσωμοι, σηκώθηκαν όρθιοι και άρχισαν να τον χειροκροτούν επί ώρα. Όλη την ημέρα τον θαύμαζαν, τον χειροκροτούσαν και τον έδειχναν σε ξένους απεσταλμένους, γεμάτοι περηφάνια!
Ένας περήφανος πατέρας
Αν υπήρξε ένας απλός άνθρωπος, η οικογένεια του οποίου δοξάστηκε ιδιαίτερα στα Μηδικά, αυτός ήταν ο Ευφορίων. Αθηναίος πολίτης, πλούσιος γαιοκτήμονας και πατέρας τριών παιδιών, αξιώθηκε να δει όλους τους γιους του να περνούν στην αθανασία.
Πρώτος του γιος, ήταν ο Κυναίγειρος, που πολέμησε και έπεσε ηρωικά στο Μαραθώνα. Κατά την υποχώρηση των Περσών στα πλοία τους, οι Αθηναίοι προέβησαν σε απηνή καταδίωξη και προσπάθησαν να εμποδίσουν τον απόπλου των εχθρικών σκαφών, αιχμαλωτίζοντας επτά από αυτά. Ο Κυναίγειρος, άρπαξε με το χέρι του ένα εχθρικό καράβι, με συνέπεια να του το κόψει ένας Πέρσης στρατιώτης. Απτόητος ο γενναίος άνδρας, άρπαξε το πλοίο με το άλλο του χέρι. Όταν του το έκοψαν και αυτό, το άρπαξε με τα δόντια οπότε και τον αποκεφάλισαν.
Δεύτερος γιος του, ήταν ο Αμεινίας. Μαχόμενος ως τριήραρχος στη ναυμαχία της Σαλαμίνας, ήταν ο πρώτος που εφόρμησε κατά του εχθρού βυθίζοντας το πρώτο εχθρικό πλοίο δίνοντας θάρρος στην ελληνική παράταξη που έσπευσε να ακολουθήσει το παράδειγμά του. Αυτός ήταν που εμβόλισε και βύθισε την περσική ναυαρχίδα, φονεύοντας τον Αριαμένη, αδελφό του Ξέρξη και ναύαρχο του εχθρικού στόλου. Με το πέρας της μάχης, τιμήθηκε με αριστεία από όλους τους Έλληνες, ως ο καλύτερος κυβερνήτης με τις περισσότερες βυθίσεις!
Τρίτος γιος του, ήταν ο Αισχύλος, ο μεγάλος τραγικός ποιητής. Ο Αισχύλος πολέμησε ως απλός στρατιώτης τόσο στο Μαραθώνα όσο και στη Σαλαμίνα. Σε αυτόν αποδίδεται και ο περίφημος παιάνας των Ελλήνων πριν από την μεγάλη ναυμαχία. Όπως μας παραθέτει και ο ίδιος:
Προτομή του μεγάλου τραγικού συγγραφέα, Αισχύλου. Πολέμησε στον Μαραθώνα όπου έχασε τον αδελφό του Κυναίγειρο και στην Σαλαμίνα όπου δοξάστηκε ο άλλος αδερφός του ο Αμεινίας.
«Της σάλπιγγας ο αχός φλόγιζε τον αέρα και από τα ελληνικά καράβια έρχεται μια βοή που όλο δυναμώνει και καθαρίζει και γίνεται τραγούδι που στυλώνει τις καρδιές και μεθά τα φρένα: Ὦ παῖδες Ἑλλήνων, ἴτε, ἐλευθεροῦτε πατρίδ’, ελευθεροῦτε δὲ παῖδας, γυναῖκας, θεῶν τε πατρῴων ἕδη, θήκας τε προγόνων· νῦν ὑπέρ πάντων ὁ αγών!»
Εκεί όμως που πραγματικά μεγαλούργησε ήταν στο θεατρικό τομέα. Οι τραγωδίες του γνώρισαν τον έπαινο, όχι μόνο των συγχρόνων του, αλλά και όλων των μελλοντικών γενεών. Κι όμως, από όλα τα υπέροχα έργα του, «Αγαμέμνων», «Πέρσες», «Ευμενίδες», «Προμηθεύς Δεσμώτης», «Επτά επί Θήβας» κ.ά., από όλη τη δόξα και όλες του τις τιμές, εκείνος ήθελε να τον θυμούνται για ένα άλλο γεγονός. Για τη στιγμή που έκανε το χρέος του προς την πατρίδα, όπως άλλωστε μαρτυρά και το επίγραμμα που ζήτησε να γραφεί στον τάφο του:
«Αἰσχύλον Εὐφορίωνος Ἀθηναῖον τόδε κεῦθει
μνῆμα καταφθίμενον πυροφόροιο Γέλας·
ἀλκὴν δ’ εὐδόκιμον Mαραθώνιον ἄλσος ἄν εἴποι
καὶ βαθυχαιτήεις Μῆδος ἐπιστάμενος.»
Το τέλος ενός ναυάρχου
Το 465 π.Χ., όταν ο γιος του Μιλτιάδη, Ναύαρχος Κίμων, συνέτριψε τον περσικό στόλο στον Ευρυμέδοντα ποταμό και ενίσχυσε μια νέα αιγυπτιακή επανάσταση, ο Αρταξέρξης πρότεινε στο Θεμιστοκλή να αναλάβει τη διοίκηση των περσικών ναυτικών δυνάμεων για να καταστείλει την εξέγερση των Αιγυπτίων. Γνωρίζοντας ότι έτσι θα στρεφόταν κατά της πατρίδας του, μιας πατρίδας που τον είχε εξορίσει από φθόνο, ο Θεμιστοκλής απάντησε: «Αν αρνηθώ, θα είμαι αχάριστος. Αν όμως δεχτώ, θα είμαι προδότης!». Έτσι, επέλεξε τη μοναδική έντιμη λύση, την αυτοκτονία! Το σώμα του, τάφηκε με βασιλικές τιμές από τους Πέρσες. Οι Αθηναίοι, όμως, με ψήφισμα απαγόρευσαν τον επαναπατρισμό των οστών του. Εν τέλει, τα οστά του Θεμιστοκλή, σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, μεταφέρθηκαν από τους οικείους του μυστικά, και τάφηκαν κοντά στην είσοδο του λιμανιού του Πειραιά.
ΠΗΓΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ελληνόγλωσση Βιβλιογραφία
Amouretti M. C., Ruze F. Πόλεμος στην αρχαία Ελλάδα. Εκδόσεις Πατάκη, Αθήνα 2001
Barell R. Οι Έλληνες. Εκδόσεις Ρώσση, Αθήνα 1994
Bury J. R., Meiggs R. Ιστορία της αρχαίας Ελλάδας. Εκδόσεις Καρδαμίτσα, Αθήνα 1992
Connolly P. Η πολεμική τέχνη των αρχαίων Ελλήνων. Εκδόσεις Σιδέρης, Αθήνα 1995
Green P. Οι ελληνοπερσικοί πόλεμοι. Εκδόσεις Τουρίκης, Αθήνα 2004
Hanson J. Οι πόλεμοι των αρχαίων Ελλήνων. Εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2005
Mosse C., Ιστορία μιας δημοκρατίας: Αθήνα, από τις αρχές ως τη μακεδονική κατάκτηση. (Μετάφραση Αγγελίδου Δ.) Μορφωτικό Ίδρυμα Εθνικής Τραπέζης, Αθήνα 1983
Tarn W. Στρατιωτικές και ναυτικές εξελίξεις κατά την ελληνιστική εποχή. Εκδόσεις Φόρμιγξ, Αθήνα 1998
Βλάχος Α. Θουκυδίδου Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, Αθήνα 1999
Γαρουφαλής Δ. Οι περσικοί πόλεμοι. Εκδόσεις Περισκόπιο, Αθήνα 2003
Διόδωρος Σικελιώτης. Ιστορική Βιβλιοθήκη. Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1992
Ηρόδοτος. Ιστορία (Βιβλία Ζ’ και Η’)
Ηρόδοτος. Ιστορίαι, Βιβλία 1 – 9. Εκδόσεις Ζαχαρόπουλος
Ηρόδοτος. Ιστορίαι, Βιβλία V – IX. Εκδόσεις Γκοβόστη, 1995
Ηρόδοτος. Ιστορίες. Εκδόσεις Γκοβόστης, Αθήνα 1995
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Εκδοτική Αθηνών, 1977
Ιστορία του Ελληνικού Έθνους. Τόμος Γ’. Εκδοτική Αθηνών, 1972
Καμπούρη Μ. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας. Εκδόσεις Επικοινωνίες Α.Ε., Αθήνα 2006
Ναυτικό Μουσείο Κρήτης, Εκδόσεις Μουσείου, Χανιά 1992
Νελλόπουλος Ε. Η ελληνική τριήρης. Εκδόσεις Φλώρος, Αθήνα
Πλούταρχος. Βίοι Παράλληλοι, (Θεμιστοκλής). Άπαντα των αρχαίων Ελλήνων συγγραφέων, Τόμος 2ος, Εκδόσεις Πάπυρος, Αθήνα 1975
Πλούταρχος. Βίοι Παράλληλοι. Εκδόσεις Κάκτος, Αθήνα 1991 – 1992
Ράδος Κ. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας. Εκδόσεις Ενάλιος, Αθήνα 2004
Στάινχαουερ Γ. Ο Πόλεμος στην Αρχαία Ελλάδα. Εκδόσεις Παπαδήμας, Αθήνα 2000
Ξενόγλωσση Βιβλιογραφία
Briant P. Histoire de l’ empire perse de Cyprus a Alexander. Παρίσι 1996
Cawkwell P. The Greek wars. The failure of Persia. Οξφόρδη 2005
Connolly P. Greece and Rome at war. Greenhill Books, 1998
Cook J. M. The Persian empire. Λονδίνο, Μελβούρνη & Τορόντο 1983
Culley G. R. The restoration of sanctuaries in Attica II. Hesperia 44, 1974, 1977
Cuyler Young T. 480/479 B.C. – A Persian perspective, Iranica Antiqua XV 1980
Cuyler Young T. The consolidation of the empire and its limits of growth under Darius and Xerxes. Cambridge, Ancient History IV (2), Cambridge 1988
Cuyler Young T. The early history of the Medes and the Persians and the Achaemenid Empire to the death of Cambyses. Cambridge, Ancient History IV (2), Cambridge 1988
Hammond N. G. L. The expedition of Xerxes. Cambridge, Ancient History IV (2), Cambridge 1988
Kuhrt A. The ancient Near East, c. 3.000 – 330 B.C., vol. II. London & New York 1995
Lazendy J. F. The defence of Greece, 490 – 479 B.C. Warminister 1993
Wallinga H. T. Xerxes’ Greek adventure. The Naval perspective. Leiden & Boston 2005
Περιοδικά
Τζάχος Ε. Η ταχεία τριήρης. Περιοδικό «Πόλεμος και Ιστορία», τεύχος 21, Εκδόσεις Επικοινωνίες, Αθήνα 1999
Τζάχος Ε. Η ταχεία τριήρης – Αμυντική και επιθετική τακτική. Περιοδικό «Πόλεμος και Ιστορία», τεύχος 69, Εκδόσεις Επικοινωνίες, Αθήνα 2003
Ψαρουλάκη Γ. Η ναυμαχία της Σαλαμίνας. Περιοδικό «Παγκόσμια Πολεμική Ιστορία», τεύχος 5, Αθήνα 2006
.
Πηγή: navalhistory.gr, Αβέρωφ