Ο Κωνσταντίνος Γραίτζας Παλαιολόγος υπήρξε μια από τις ηρωικότερες, αλλά και σχετικά άγνωστες μορφές της πρώιμης υστεροβυζαντινής περιόδου. Καταγόταν από την αυτοκρατορική οικογένεια των Παλαιολόγων και επανειλημμένα είχε δείξει το θάρρος του και τη γενναιότητά του. Το 1458 είχε τοποθετηθεί φρούραρχος στην Ακρόπολη της Αθήνας και είχε πολεμήσει με φανατισμό τους Τούρκους.
Το 1461 οι Τούρκοι, εκμεταλλευόμενοι τις ενδημικές διαμάχες μεταξύ των δεσποτών Θωμά και Δημητρίου Παλαιολόγου εισέβαλαν για μια ακόμα φορά στην Πελοπόννησο. Σφάζοντας και λεηλατώντας προέλασαν μέχρι τον Μυστρά, όπου ο δεσπότης Δημήτριος, παρέδωσε αμαχητί το κάστρο, λαμβάνοντας τα τριάντα αργύρια της προδοσίας του, (ορισμένες προσόδους) τα οποία πάντως κατόπιν του αφαιρέθηκαν και αυτά. Ο άλλος δεσπότης, ο Θωμάς εγκατέλειψε την Πελοπόννησο και κατέφυγε στην Ιταλία.
Τελευταίος υπερασπιστής της Πελοποννήσου, υπήρξε ο Γραίτζας Παλαιολόγος, ο οποίος αντιμετώπισε τους Τούρκους στο Σαλμένικο Αιγιαλείας. Το Σαλμένικο ήταν μεγάλη, για τα δεδομένα της εποχής, πόλη με 6.000 κατοίκους και διέθετε ένα ισχυρό φρούριο. Οι Τούρκοι, χιλιάδες Τούρκοι, επιτέθηκαν στην πόλη. Οι Τούρκοι διέθεταν και ισχυρό πυροβολικό. Ύστερα από ηρωική αντίσταση μιας εβδομάδας η πόλη αναγκάστηκε να παραδοθεί, αφού οι Τούρκοι κατέστρεψαν το υδραγωγείο και οι κάτοικοι υπέφεραν από τη δίψα.
Ο Γραίτζας όμως δεν απογοητεύτηκε. Μαζί με τους πιο ψυχωμένους άνδρες του κατέφυγε στο κάστρο και συνέχισε την αντίσταση. Οι Τούρκοι αμέσως επιτέθηκαν, αλλά οι γενναίοι υπερασπιστές πολέμησαν ηρωικά. Στην πρώτη επίθεση δεκάδες Τούρκοι έλιωσαν κυριολεκτικά ζωντανοί από το καυτό λάδι που τους έριξαν από τις επάλξεις οι πολεμιστές του Γραίτζα. Παρόλα αυτά οι επιθέσεις συνεχίστηκαν, αλλά και πάλι υπήρξαν άκαρπες. Έχοντας προετοιμαστεί καλά ο Γραίτζας και οι άνδρες του έκαναν θαύματα.
Για πάνω από 10 μήνες οι Τούρκοι προσπαθούσαν να καταλάβουν το κάστρο χωρίς αποτέλεσμα και υφιστάμενοι συνεχώς σοβαρές απώλειες. Σε μια περίπτωση μάλιστα πρότειναν στον Γραίτζα να παραδοθεί και να φύγει ελεύθερος με τους άνδρες του και τα υπάρχοντά του. Ο γενναίος φρούραρχος όμως κατάλαβε τον δόλο και ανοίγοντας τις πύλες έστειλε έξω από το κάστρο Τούρκους αιχμαλώτους ντυμένους με ελληνικά ρούχα και μερικά ετοιμοθάνατα υποζύγια φορτωμένα με πέτρες. Αμέσως οι Τούρκοι που όρμησαν για πλιάτσικο, αποκαλύπτοντας τις πραγματικές τους προθέσεις.
Ο Γραίτζας τους περίμενε και από τις επάλξεις άρχισαν να σφυρίζουν οι σαΐτες και οι μολυβδόμπαλες των πρώιμων τυφεκίων. Δεκάδες τούρκικα κορμιά έστρωσαν το χώμα γύρω από το ακατάβλητο κάστρο. Τελικά χρειάστηκε η ίδια η επέμβαση του Μωάμεθ Β’, ο οποίος δημόσια ορκίστηκε να επιτρέψει την εκκένωση του φρουρίου, για να πειστεί ο Γραίτζας να εγκαταλείψει το Σαλμένικο. Ο Μωάμεθ, που είχε με ευκολία κυριεύσει την Πελοπόννησο, δεν έκρυψε τον θαυμασμό του για τον Γραίτζα, τον οποία χαρακτήρισε ως «τον μόνο άνδρα που συνάντησα στον Μωριά».
Ο Γραίτζας και οι ήρωές του εγκατέλειψαν το φρούριο που με τόσο υπέροχο τρόπο είχαν με πάθος υπερασπιστεί, με τις σημαίες τους να ανεμίζουν περήφανες στον αέρα, ανάμεσα στους παρατεταγμένους και σιωπηλούς Τούρκους. Κατέφυγαν στην βενετοκρατούμενη τότε Ναύπακτο, όπου οι Βενετοί με χαρά τους ενέταξαν στην υπηρεσία τους. Ο Γραίτζας διορίστηκε μάλιστα επικεφαλής του ιππικού.
Πηγή: history-point.gr