Ο Λάμπρος Κατσώνης εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους Έλληνες θαλασσομάχους όλων των εποχών. Ήταν ο άνδρας ο οποίος αψηφώντας δύο αυτοκρατορίες της εποχής, πολέμησε μόνος εναντίον των Οθωμανών.
Ο Λάμπρος Κατσώνης γεννήθηκε το 1752 στη Λιβαδειά της Βοιωτίας. Κανείς από την οικογένεια του δεν γνώριζε καν τη θάλασσα. Παρόλα ταύτα ο Λάμπρος έμελλε να δοξαστεί σε αυτό ακριβώς το άγνωστο του υγρό στοιχείο, αποδεικνύοντας τη στενή και προαιώνια σχέση των Ελλήνων με τη θάλασσα.Ο Λάμπρος, αυτοεξόριστος από την Ελλάδα μετά τη θανάτωση ενός Τούρκου, κατέφυγε αρχικά στην Ιταλία και κατόπιν στη Ρωσία, όπου και κατατάχθηκε στις ρωσικές ένοπλες δυνάμεις με τις οποίες συμμετείχε στις επιχειρήσεις των ετών 1770-74 κατά των Τούρκων. Στις αρχές του 1788 οι σχέσεις Ρωσίας και Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ήταν και πάλι τεταμένες. Η έκρηξη και νέου πολέμου ήταν ζήτημα χρόνου και μόνο.
Η αυτοκράτειρα της Ρωσίας Αικατερίνη και ο σύμβουλος και πρώην εραστής της Ποτέμκιν αποφάσισαν να συγκροτήσουν καταδρομικούς στολίσκους στο Αιγαίο και στην Αδριατική με τους οποίους σκόπευαν να παρενοχλήσουν τις τουρκικές επικοινωνίες στις συγκεκριμένες θάλασσες.
Ο Κατσώνης τότε ζήτησε να αναλάβει τη διοίκηση ενός καταδρομικού στολίσκου. Όταν έλαβε την έγκριση της Αικατερίνης έφυγε με έξι ακόμα Έλληνες για την Τεργέστη. Εκεί έγινε δεκτός με μεγάλη χαρά από την εκεί ελληνική παροικία.
Με τα χρήματα μάλιστα που συγκέντρωσαν οι ομογενείς αγοράστηκε μια αμερικανικής ναυπήγησης κορβέτα 28 πυροβόλων, την οποία ο Λάμπρος μετονόμασε σε «Αθηνά της Άρκτου» – τιμητική επωνυμία της Αικατερίνης από τους Έλληνες.
Με την κορβέτα αυτή απέπλευσε στις αρχές της άνοιξης του 1788 ο Λάμπρος για το Αιγαίο. Σκοπός του ήταν να συγκροτήσει στόλο, είτε με πλοία των νησιών, είτε καταλαμβάνοντας εχθρικά. Ανοιχτά της Ζακύνθου ο Κατσώνης εντόπισε ένα πειρατικό σκάφος, μια κορβέτα.
Αμέσως ο Λάμπρος επιτέθηκε εναντίον της και ύστερα από άγρια μάχη την κυρίευσε, αφού εξουδετέρωσε το σύνολο του πληρώματος της. Κατόπιν, αφού κυρίευσε και άλλα δύο τουρκικά πλοία κατέπλευσε στη Ζάκυνθο για επισκευές. Στις 27 Μαΐου 1788 ο μικρός ελληνικός στολίσκος απέπλευσε για το Αιγαίο.
Η διαδρομή του Κατσώνη στο Αιγαίο έχει μείνει στην ιστορία. Σε διάστημα μικρότερο του μηνός, ο Κατσώνης κατέλαβε άλλα έξι εχθρικά πλοία, και είχε βυθίσει δύο ακόμα. Έτσι ενισχυμένος αποφάσισε να προσβάλει το τουρκικό φρούριο στο Καστελόριζο.
Σε δύο μέρες το φρούριο είχε καταληφθεί και τα 14 βαριά πυροβόλα που διέθετε – των 18 έως 40 λιβρών – ενίσχυσαν το πυροβολικό των ελληνικών πλοίων. Μετά τη νέα νίκη ο Κατσώνης έπλευσε νότια, φτάνοντας έως την Αίγυπτο, βυθίζοντας ή αιχμαλωτίζοντας κάθε εχθρικό πλοίο.
Ο στόλος του ήδη αριθμούσε 15 σκάφη, άριστα εξοπλισμένα και στελεχωμένα με εμπειροπόλεμα πληρώματα από νησιώτες, κυρίως Ψαριανούς. Οι καταδρομές του Κατσώνη είχαν ήδη προκαλέσει πανικό στους Τούρκους και είχαν αποκλείσει τις θαλάσσιες οδούς για τις μεταφορές τους. Ο σουλτάνος τρομοκρατημένος διέταξε τον Καπουδάν πασά να επιτεθεί εναντίον του Κατσώνη.
Τον Αύγουστο του 1788 ο Κατσώνης έπλεε ανοιχτά της Καρπάθου, επικεφαλής έξι πολεμικών και δύο μεταγωγικών, τα οποία είχε κυριεύσει. Ξαφνικά ο Κατσώνης αντιλήφθηκε την παρουσία ενός ισχυρού τουρκικού στόλου. Ο επικεφαλής του, Ρεαλά μπέης, είχε υπό τις διαταγές του ένας δίκροτο των 74 πυροβόλων, μια μεγάλη φρεγάτα των 50 πυροβόλων και πέντε σεμπέκια των 28 – 30 πυροβόλων.
Ο Κατσώνης δεν δίστασε εξ αρχής να εμπλακεί με τον εχθρό, παρά την τεράστια υπεροχή των Τούρκων σε αριθμό πυροβόλων και ανδρών. Καθώς η απόσταση ανάμεσα στους δύο στόλους μειωνόταν ο Λάμπρος προσκάλεσε τον ιερέα της «Αθηνάς» να τελέσει αγιασμό. Πράγματι ο αγιασμός τελέσθηκε και όλοι οι ναύτες προσκύνησαν τον Σταυρό και αντάλλαξαν ασπασμό με τον Λάμπρο.
Αμέσως μετά ο Κατσώνης μίλησε στους άνδρες του και τους είπε: «Ιδού αδέρφια η ώρα κατά την οποία όλοι μαζί σήμερα οφείλομε σαν Έλληνες ή να νικήσωμε τον εχθρό της πίστεως ή να πεθάνομεν». Η ώρα ήταν 5 το απόγευμα και ο ήλιος άρχισε σιγά-σιγά να γέρνει, όταν από τα τουρκικά πλοία φάνηκε καπνός. Σε λίγο ακούστηκε και ο ήχος των οβίδων καθώς αυτές έπεφταν στη θάλασσα μακριά από τα ελληνικά πλοία.
Ο Κατσώνης όμως δεν βιάστηκε να δώσει τη διαταγή ανταπόδοσης των πυρών. Συνέχισε να κινείται έως ότου έφτασε στο στενό μεταξύ της Καρπάθου και της νησίδας Σαρίας. Εκεί, στο στενό, σκόπευε να ναυμαχήσει, εξουδετερώνοντας το υλικό πλεονέκτημα του εχθρού.
Οι Τούρκοι πυροβολητές αποδείχθηκαν τραγικά άστοχοι, αντίθετα με τους Έλληνες, οι οποίοι τους θέριζαν με εύστοχα πυρά. Σε κάποια στιγμή η «Αθηνά» βρέθηκε ανάμεσα στο τουρκικό δίκροτο και τη φρεγάτα. Παρόλα αυτά όχι μόνο επέζησε αλλά και προκάλεσε σοβαρές ζημιές και στα δύο βαριά εχθρικά πολεμικά.
Τελικά οι Τούρκοι, έχοντας απώλειες 500 νεκρών, έναντι επτά Ελλήνων, τράπηκαν σε φυγή, αφήνοντας στο έλεος των «Λαμπρινών» και τα μεταγωγικά τους σκάφη. Η νίκη ήταν μεγάλη, η πρώτη που επέτυχε ελληνικός στόλος από την εποχή της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Πηγή: history-point.gr