Ο σουλτάνος με αφορμή την συμμετοχή των Μανιατών (θεληματικούς ή αθελήτως) στην αποτυχημένη Ορλωφική Επανάσταση στην Πελοπόννησο (1770-1774) τον Μάρτιο του 1770 στέλνει στην περιοχή της Μάνης τουρκοαλβανική δύναμη 8.000 ανδρών πεζικού υπό την διοίκησιν του Χατζή Οσμάν Πασσά, για να επιβάλει την έννομη τάξη. Αρχικώς χτύπησε την Μάνη από την δυτική της είσοδο, στην περιοχή Πόρος του Αλμυρού. Κατά μεταμεσονύκτια όμως ώρα, προσεβλήθη από αλαλάζοντες δαιμονιωδώς Μανιάτες και Μανιάτισσες και πανικόβλητος επιστρέφει στην Καλαμάτα, αφήνοντας στο πεδίο της μάχης περίπου χίλιους νεκρούς και άφθονο πολεμικό υλικό. Η αντίδραση του σε μια τέτοια ήττα του είναι άμεση: Διπλασιάζει την δύναμη του σε 16.000 πεζούς με ανάλογο ιππικό και πυροβολικό... Η δύναμη του δηλαδή υπερβαίνει τις 18.000 ανδρών!
Μετά από ένα μήνα και με ορμητήριο τον Μυστρά εισβάλλει στην Μάνη από ανατολάς κατά τας αρχάς Μαΐου. Καταλαμβάνει το μικρό Γύθειο, τα χωριά του Μαλευρίου, τον Πασσαβά και προχωρεί για να κυριεύσει όλη την Μάνη. Περνώντας απ' τα χωριά σκοτώνει, βιάζει, καίει σπίτια, αρπάζει ζώα, καταστρέφει. Οι κάτοικοι κρύβονται στ' απάτητα βουνά. Ξαφνικά όμως ένας αγγελιαφόρος του διαμηνύει, πως οι Σκουταριώτες-Καλκαντήδες προβάλλουν πεισματώδη αντίσταση στον πατρογονικό πύργο τους "ΠΑΛΙΟΠΥΡΓΟ σήμερα" στο Σκουτάρι. Δεν συλλαμβάνει την σπουδαιότητα της καταστάσεως αμέσως και στέλνει διαπραγματευτές για την παράδοση. Οι Καλκαντήδες, που δέχθηκαν την επίθεση των Τουρκοαλβανών την 1η Μαίου 1770, συζητούν μαζί με συγγενείς και άλλους συγχωριανούς τους όρους του "Οσμάν, που οι διαπραγματευτές του προσκομίζουν όχι διότι ήθελαν να παραδοθούν, αλλά διότι ήθελαν να δώσουν χρόνο στους αμάχους να απομακρυνθούν και να σωθούν και στους συναρχηγούς της Ανατολικής Μάνης καπετάν Γρηγόρη Τζωρτζάκη και καπετάν Δημητράκη Γρηγοράκη (Καβαλλιέρη αργότερα) ως και στους Δυτικομανιάτες καπεταναίους Μαυρομιχάληδες, Κουμουνδουράκηδες, Τρουπάκηδες, Κουτηφαραίους και άλλους. Αφ' ετέρου προσπαθούν να συγκροτήσουν τις διαλυμένες στην Τρίπολη απ τους Τούρκους δύο Λεγεώνες της Μάνης για μια επίθεση σωτήρια για τους ίδιους (τους Καλκαντήδες) και όλη τη Μάνη και φυσικά καταστρεπτική για την τουρκαλβανική δύναμη.
Διώχνουν με ανάρμοστο τρόπο τους διαπραγματευτές και για να τους ερεθίσουν περισσότερο, κρεμούν απ' την κορυφή του πύργου δύο "μπουζία" (γουρουνόπουλα), που οι στριγκλιές τους έχουν θρησκευτικό και ταπεινωτικό χαρακτήρα για τους εισβολείς (ο Παλιόπυργος επικοινωνούσε δια σήραγγας υπογείως με τον καστρόπυργο των Γαρδασιάνων που και αυτός κατεστράφη δι ανατινάξεως την παραμονήν της ανατινάξεως του Παλιοπύργου μάλλον). Οι πέντε αδελφοί Καλκαντή με τους συγχωριανούς τους δεν υπερβαίνουν τους εβδομήντα. Ετοιμάζονται για πολυήμερη άμυνα. Οι διαπραγματευτές αναφέρουν στον διοικητή τους Οσμάν την άρνηση και την προκλητικότητα των Μανιατών, που αποφασίζει να τους δώσει ένα μάθημα "καλής" συμπεριφοράς. Επισκέπτεται το χώρο του πύργου μέσα στο Σκουτάρι. Γύρωθι του πύργου υπάρχουν οι πατρογονικοί πύργοι των Γρηγοράκηδων των Γαϊτάναρων, των Γαρδάβιδων, των Αλτζερίδων και άλλες οικίες, που δεν επιτρέπουν τάξιμο κανονιών.
Το κακοτράχαλο του δρόμου επίσης δεν βοηθεί στην μεταφορά κανονιών. Έτσι αποφασίζει να καταλάβει τον πύργο με εφόδους πεζικού και μηχανικού. Οι Τούρκοι έχουν χάσει κάποιους στρατιώτες απ' την πρώτη επαφή τους με τους υπερασπιστές του πύργου. Λόγω της στενότητος του χώρου δεν μπορούν ν' αναπτυχθούν σωστά. Ο Οσμάν ξεγελιέται. Πιστεύει, πως με το πρώτο χτύπημα θα παραδοθούν οι Καλκαντήδες. Την δεύτερη ημέρα, 2/5/1770, επιτίθεται. Οι Τούρκοι υποχωρούν από τα πυκνά και εύστοχα πυρά. Την τρίτη ημέρα επιτίθενται, φθάνουν ως τον πύργο. Οι λοστοφόροι αρχίζουν την εξόρυξη λίθων απ' τον πύργο, για να τοποθετήσουν, πυρίτιδα και να τον ανατινάζουν. Οι Καλκαντήδες τους ρίχνουν βροχή από φονικές πέτρες και οι Τούρκοι αναγκάζονται σε άτακτη υποχώρηση. Την τετάρτη ήμερα (4/5/1770) ξαναεπιτίθενται με μεγαλύτερη σφοδρότητα.
Οι λοστοφόροι επιχειρούν τα ίδια, μα οι Καλκαντήδες τους ρίχνουν καυτό λάδι και τους ζεματίζουν. Υποχωρούν και υποχωρώντας δέχονται τα εύστοχα και ασταμάτητα πυρά των υπερασπιστών του πύργου. Οι απώλειες των Τούρκων αυξάνονται! Ο Οσμάν αποφασίζει να ανοίξει σήραγγα, που να φθάνει ως τα θεμέλια του πύργου και να τους ανατινάξει. Ακούει όμως τους Καλκαντήδες - Σκουταριώτες να τραγουδούν και να προκαλούν τους Τούρκους. Μια φωνή πιο δυνατή ακούστηκε να λέει "Τουρκαλβανόπουλα, φύγετε να σωθήτε. Ο Χατζή Οσμάν είναι ανόητος και ξεγελιέται, θα πάθετε ό,τι πάθατε στον Πόρο τ' Αλμυρού κι' ακόμα χειρότερα. Και συ, Οσμάν, λυπήσου τους στρατιώτες σου".
Οι Καλκαντήδες είχαν δίκιο, μα ο Οσμάν δεν ήξερε ότι σε λίγο θα τον κύκλωναν χιλιάδες Μανιάτες. (Μας λέγει η προφορική παράδοση, ότι αυτός που φώναζε ήταν ο Αλέξιος Καλκαντής, ο γενάρχης των οικογενειών Αλεξάκου που ζουν στο Μαυροβούνι Γυθείου). Ακούγοντας αυτά τα υποτιμητικά λόγια ο Οσμάν φοβήθηκε, ότι ίσως αρχίσουν να λιποτακτούν οι στρατιώτες του ή να μην υπακούουν και αμέσως διατάσσει να προπαρασκευαστούν για νέα επίθεση, πιο σφοδρή από κάθε άλλη φορά, την άλλη μέρα. Την πέμπτη ημέρα, 5/5/1770, οι Τούρκοι επανέρχονται. Έχουν ρητές διαταγές: Δεν θα υποχωρήσουν, αν δεν τοποθετήσουν εκρηκτικά για την ανατίναξη του πύργου. Πέριξ του πύργου το πεζικό βάλλει με βροχή βολιών (σφαιρών) κατά του πύργου. Ο πύργος φλέγεται. Γίνεται αόρατος από τους καπνούς.
Οι λοστοφόροι της νότιας πλευράς κοντεύουν να βγάλουν μια πέτρα. Ο Οσμάν το πληροφορείται και αρχίζει γενική επίθεση. Στις άλλες πλευρές, παρά την αντίσταση των Καλκαντήδων, οι λοστοφόροι προχωρούν. Μα ξαφνικά φεύγουν σαν τρελλοί. Οι αξιωματικοί τους διατάσσουν να γυρίσουν πίσω. Στο τέλος φεύγουν και οι αξιωματικοί, δεχόμενοι την επίθεση εκατομμυρίων αγριεμένων μελισσών, που τους κεντρίζουν και τους κυνηγούν σε μεγάλες αποστάσεις. Οι Καλκαντήδες τους είχαν ρίξει κυψέλες μελισσών και ίσως είχαν παίξει το τελευταίο τους χαρτί. Τις κυψέλες έριξαν, δύο Γαλανιάνοι, ένας Πουλικόγιαννης και ένας Λεβεντζώνης. Όμως είχαν πετύχει, βραδυπορούντος τον εχθρό, να σώσουν τους αμάχους και να οργανωθούν οι Λεγεώνες. Στις δυνάμεις αυτές προσετέθησαν και πλήθος Μανιατισσών μαχητριών. Ο Οσμάν θαυμάζει τους Σκουταριώτες μα στον στρατό του δεν έχει τέτοιους ήρωες για να τους εκπορθήσει...
Ο Οσμάν έχει χάσει κατά την παράδοση 300 οπλίτες (αριθμός υπερβολικός μάλλον) και δεν σκοπεύει να χάσει άλλους. Κάτω από αυτήν την ψυχολογία ο Οσμάν αποφασίζει να σκάψει σήραγγα στην νοτιοανατολική πλευρά του πύργου και φθάνει ως τα θεμέλια. Τοποθετεί εκρηκτικά και την νύκτα της 7 προς 8/5/1770 τους ανατινάζει. Οι υπερασπιστές μέσα στα ερείπια όλοι νεκροί!
Ο Ν. Γ. Ηλιόπουλος γράφει: "Ο Οσμάν προσέκρουσε μόνον εις ένα ανεπαίσθητον δια μίαν τόσον ισχυράν δύναμιν πρόσκομμα, το οποίον ώρθωσεν εις τον δρόμον του δράξ προασπιστών του πατρίου εδάφους -ως λίθος εκτροχιάζων ολόκληρον αμαξοστοιχίαν". Οι Καλκαντήδες αναφέρονται επίσης κι' απ' τον Α.Γ. Κουτσιλιέρη στο έργο του "Ιστορία της Μάνης" και τον στρατηγό Γ. Μαραβελέα στην "Στρατιωτική Επιθεώρηση", δεν λέγουν όμως ότι ο ΠΑΛΙΟΠΥΡΓΟΣ βρίσκεται στο κέντρο, στο Σκουτάρι. Μετά την μάχη με τους Καλκαντήδες ο Οσμάν ζήτησε να δει τους αρχηγούς των Μανιατών για διαπραγμάτευση της ειρήνης. Εκείνοι έστειλαν δύο γέρους παπάδες κι ένα επίσης γέρο ιδιώτη στον Οσμάν. Οι παλουκωθέντες γέροντες ήσαν (κατά τον Δημ. Αλεξανδράκη) οι ιερεύς Τσατσούλης 80 ετών από την Αρεόπολη, ένας ακόμη υπέργηρος ιερεύς και ο ιδιώτης γέρων Πικουλάκης.
Αυτός θεώρησε δήθεν υποτιμητικό το να συζητεί με γέρους και όχι αρχηγούς και αποκεφαλίζει τους τρεις απεσταλμένους, που αρνήθηκαν τους όρους του μη σεβασθείς την ιδιότητα τους ως διαπραγματευτών ειρήνης, τα δε κεφάλια τους τα παλούκωσε και τα στέριωσε ψηλά στην Αραβίκια, για να τρομοκρατήσει προφανώς τους Μανιάτες. Από τότε η περιοχή λέγεται Τρικεφάλι. (Το Τρικεφάλι βρίσκεται στο υψηλότερο σημείο του δρόμου, τα Αραβίκια, μεταξύ των χωριών ΠΑΡΑΣΥΡΟΥ και ΧΕΙΜΑΡΡΑΣ).
Μετά από αυτό οι Μανιάτες εξοργίσθηκαν και το ίδιο βράδυ του θανάτου των γερόντων και μια ή δύο ήμερες μετά, την καταστροφή του πύργου των Καλκαντήδων επιτίθενται νύχτα στους μεθυσμένους και κοιμωμένους Τούρκους στα Αγιοπήγαδα (110 μέτρα βόρεια του Σκουταριού), στον Πασσαβά, στους λόφους Πεταλέας και Μαστρολέας. Οι ανωτέρω θέσεις και κυρίως τ' Αγιοπήγαδα (με τους Σκουταριώτες Γρηγοράκηδες), θα γίνουν ο τάφος "υπερμυρίων Τουρκαλβανών", όπως γράφει ο Ν.Γ. Ηλιόπουλος. Εκεί θα σκοτωθεί και ο ίδιος ο Οσμάν.
Τα Αγιοπήγαδα μετονομάστηκαν σε Βρωμοπήγαδα, διότι τα πηγάδια αυτά γέμισαν με πτώματα και βρώμισαν. Βρωμοπήγαδα ονομάζεται η περιοχή που ορίζεται από την διασταύρωσιν Παρασυρού - Σκουτάρι μέχρι βόρεια τις Ασούλιανες, που και αυτές πήραν τ' όνομα τους από τους σκοτωμένους Ασουλιώτες Τούρκους και τους λόφους Ξυνοκαβάλας και Αγριλιωτής, δυτικά και ανατολικά αντίστοιχα. Τα εκ της νικηφόρου μάχης αποκτηθέντα λάφυρα είναι πλούσια.
Ο διαβάζων αυτές τις γραμμές θα πρέπει να προσέξει ότι:
1. Η θυσία των Σκουταριωτών - Καλκαντήδων χρονικά, αποτελεί το ΠΡΩΤΟ ΟΛΟΚΑΥΤΩΜΑ ΕΛΛΗΝΩΝ ΤΗΣ (ΤΟΥΡΚΟΚΡΑΤΙΑΣ) Ελληνικής αντιστάσεως κατά των Τούρκων.
2. Η θυσία τους, έδωσε χρόνο στα γυναικόπαιδα να κρυφτούν και στους Μανιάτες γενικώς να προετοιμάσουν τις δύο λεγεώνες τους για επίθεση και άμυνα ως και όλους τους δυναμένους να φέρουν όπλα.
3. Μια νίκη που στοιχίζει στο εχθρό "υπερμυρίους άνδρας του" δηλ. πάνω από 10000 νεκρούς, σημαίνει ότι το ηθικό όλων των Ελλήνων ανεπτερώθη σ όλο τον γεωγραφικό τους χώρο και ανοίγει την όρεξη του για πάρα πέρα αγώνες για την λευτεριά, το 1821.
4. Αυτό το γεγονός της θυσίας των Σκουταριωτών φτάνει και σ' όλες τις βασιλικές αυλές της Ευρώπης, που κάποιες από αυτές θα εκδηλωθούν φιλικά λίγο αργότερα ως και στα αυτιά φιλελλήνων που θα έλθουν στην Ελλάδα κατά την επανάσταση και θα θυσιάσουν την περιουσία τους και την ζωή τους. Ο Παλιόπουργος και οι υπερασπιστές του, είναι οι ηθικοί αυτουργοί του μακελειού των Τούρκων κ.λ.π. και θα έπρεπε ο μεν πύργος να έχει αναστηλωθεί, τα δε παλικάρια του να μνημονεύονται στις εθνικές γιορτές και να κατατίθενται στέφανοι στο μέγιστο των μνημείων, τον Παλιόπυργο.
Τα γνωστά ολοκαυτώματα έγιναν:
1. Σούλι-Κούγκι 16/12/1803. Τρεις νεκροί Έλληνες.
2. Μονή Σέκου, Μολδαβία. 9/1821. Γιωργάκης Ολύμπιος και άλλοι δώδεκα.
3. Ψαρά. Φτελιά, Παλαιόκαστρο. Και τα δύο έγιναν την 20/6/1824.
4. Μεσολόγγι, α) Χρήστος Καψάλης β) Ο ΡΩΓΩΝ ΙΩΣΗΦ και τα δύο έγιναν την 10/4/1826.
5. Αρκάδι. Στην Κρήτη-Ρέθυμνο. 9/11/1866. Νεκροί Έλληνες 946. Τούρκοι 1500.
Του Γεωργίου Δ. Κουράκου,
Συγγραφέα – Ανωτ. Αξιωματικού ε.α
Πηγή: Περί Πάτρης