Γράφει ὁ Κωνσταντῖνος Χασόγιας, Θεολόγος τοῦ Ε.Κ.Π.Α./ Μ.Α. Θεολογίας
18 Νοεμβρίου 2024
Μετά τη λήξη των νικηφόρων Βαλκανικών Πολέμων η Ελλάδα ζούσε μεγάλες και ευφρόσυνες στιγμές. Δυστυχώς, η έναρξη του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου μεταξύ των δυνάμεων της Αντάντ (Αγγλία, Ρωσία, Γαλλία) και των Κεντρικών Αυτοκρατοριών (Αυστροουγγαρία, Γερμανία) ανέτρεψε τα πάντα, ενώ ακολούθησε ο εθνικός διχασμός με τις ολέθριες συνέπειές του. Με βάση τους αρχικούς συσχετισμούς, (Αύγουστος 1914), με σύμφωνη γνώμη Βασιλιά Κωνσταντίνου Α΄ και Πρωθυπουργού Ελ. Βενιζέλου, προτάθηκε στις δυνάμεις της Αντάντ η συμμαχία της Ελλάδος στις 5/18 Αυγούστου 1914. Όμως το ελληνικό διάβημα απορρίφθηκε διότι η Αντάντ είχε βάλει στόχο να προσεταιριστεί τη Βουλγαρία. Η σύμπνοια Κωνσταντίνου και Βενιζέλου δεν κράτησε για πολύ καθώς οι Αγγλογάλλοι που ηττούνταν στα πεδία των μαχών, προσπάθησαν να παρασύρουν την Ελλάδα στον πόλεμο με αόριστες υποσχέσεις. Την ίδια περίοδο το Βερολίνο δεσμεύτηκε γραπτώς για τα οφέλη, τα οποία θα απεκόμιζε η Ελλάδα, εάν παρέμενε ουδέτερη.
Υπό αυτές τις συνθήκες, οι ανώτεροι στρατιωτικοί κύκλοι, αρκετοί πολιτικοί και ο Ανώτατος Άρχοντας της Χώρας, Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄ δεν δέχθηκαν να συναινέσουν στην συμμετοχή της χώρας σε μία σύρραξη, λαμβάνουσα όλο και μεγαλύτερες διαστάσεις, δίχως να υπάρχουν γραπτώς οι όροι και οι προϋποθέσεις υπό τις οποίες αυτή θα διεξαγόταν, καθώς και τα μεταπολεμικά οφέλη της Ελλάδος. Αντιθέτως, ο Βενιζέλος αξίωνε την εμπλοκή της χώρας στον πόλεμο το ταχύτερο δυνατόν, ακόμα και άνευ όρων, θεωρώντας τον μοναδική ευκαιρία πραγματώσεως των οραμάτων του ελληνισμού, καθώς εμπιστευόταν το «καλό του άστρο», όπως έλεγε χαρακτηριστικά.
Ελευθέριος Βενιζέλος και Βασιλιάς Κωνσταντίνος Α΄
Αυτή η διάσταση των απόψεων που διαπέρασε από την κορυφή μέχρι την βάση της ελληνικής κοινωνίας προκάλεσε τον «εθνικό διχασμό». Με ψυχρή ανάγνωση των γεγονότων από τις ιστορικές πηγές διαπιστώνεται ότι η εθνική κυριαρχία του Βασιλείου της Ελλάδος καταλύθηκε, το Σύνταγμα παραβιάστηκε, μεγάλα τμήματα της ελληνικής επικράτειας κατελήφθησαν από τις δυνάμεις των Αγγλογάλλων, οι οποίες συμπεριφέρθησαν στην Ελλάδα σαν να ήταν υποτελής τους χώρα. Αναλυτικότερα τα γεγονότα εξελίχθηκαν ως ακολούθως.
Στις 17/30 Αυγούστου 1916 ξέσπασε στη Θεσσαλονίκη στασιαστικό στρατιωτικό κίνημα από βενιζελικούς αξιωματικούς, (Ζυμβακάκης, Κονδύλης, Πάγκαλος), το οποίο τελούσε υπό την προστασία του Γάλλου Στρατηγού Σαράιγ που τότε ευρίσκετο με τα στρατεύματα του στο μέτωπο της Μακεδονίας, μετά την αποτυχία της επιχείρησης των Δαρδανελίων. Μετά την επικράτησή των στασιαστών στη συμπρωτεύουσα, ο Βενιζέλος εγκαθίδρυσε, επαναστατικώ δικαίω, το «κράτος» της Θεσσαλονίκης χωρίζοντας αυθαιρέτως την Ελλάδα στα δύο και κήρυξε τον πόλεμο στις κεντρικές αυτοκρατορίες. Από τη στιγμή εκείνη, με απόλυτη ευθύνη του Βενιζέλου, έπαψε να υφίσταται πλέον η Ελλάδα ως ενιαία κρατική οντότητα και χωρίσθηκε σε δύο τμήματα, το επίσημο κράτος των Αθηνών και το «κράτος» της Θεσσαλονίκης.
Έκτοτε άρχισε η εντονότερη πίεση από το Παρίσι για αποστράτευση των «βασιλικών στρατευμάτων» από τη Θεσσαλία, με πρόσχημα τον φόβο ενός υποτιθέμενου κτυπήματος από τον Νότο κατά των δυνάμεων του στρατηγού Σαράιγ στη Θεσσαλονίκη. Την ίδια χρονική περίοδο (13/26 Αυγούστου 1916), η Ρουμανία εξήλθε της ουδετερότητάς της τασσόμενη στο πλευρό της Αντάντ. Ωστόσο, ο στρατός της (800.000 άνδρες),υπέστη διαδοχικές ήττες και έως την 21 Νοεμβρίου 1916, σαρώθηκε από τους Γερμανούς. Το Ρουμανικό Βασίλειο περιορίσθηκε σε μια λωρίδα γης στη Μολδαβία όπου και κατέφυγε ο Βασιλικός Οίκος με την κυβέρνηση της χώρας.
Η κυβέρνηση των Αθηνών δέχθηκε την απόσυρση των δυνάμεων του Ελληνικού Στρατού, αλλά η συμφωνία Κωνσταντίνου-Μπεναζε, ναυάγησε διότι οι δυνάμεις του Σαράιγ, επιτέθηκαν αναίτια εναντίον της Κατερίνης. Οι Γάλλοι είχαν γίνει «κράτος εν κράτει» και θεώρησαν ότι με μία ναυτική απόβαση θα εξανάγκαζαν την επίσημη κυβέρνηση των Αθηνών να προσχωρήσει στην Αντάντ.
Το σχέδιο τους τέθηκε σε άμεση εφαρμογή και ο γαλλικός στόλος απέκλεισε τον Πειραιά κατόπιν διαταγής του Υπουργού Ναυτικών της Γαλλίας Λακάζ. Ο ελληνικός λαός άρχισε να υποφέρει από την έλλειψη τροφίμων. Στις 3/16 Νοεμβρίου 1916, ο Υποναύαρχος Νταρτίζ Ντυ Φουρνέ, απέστειλε ένα ιταμό υπόμνημα προς της ελληνική κυβέρνηση αξιώνοντας την παράδοση ενός μεγάλου τμήματος του Πυροβολικού (34 πυροβολαρχίες) και των πυρομαχικών αυτού, 40.000 τυφεκίων Μάνλιχερ και 140 πολυβόλων. Την 8/21η Νοεμβρίου, συγκλήθηκε Συμβούλιο Στέμματος και ο πρωθυπουργός Σπυρίδων Λάμπρος απέρριψε το γαλλικό τελεσίγραφο.
Ο Γάλλος Υποναύαρχος Νταρτύζ Ντε Φουρνέ
Εφημερίδα «ΕΜΠΡΟΣ» της 18ης Νοεμβρίου 1916
Την 18η Νοέμβριου /1η Δεκεμβρίου 1916 στις 05:00΄ έγινε αποβίβαση 3000 ανδρών της Αντάντ με σκοπό την κατάληψη των Αθηνών. Την πρωτεύουσα υπερασπιζόταν ο Διοικητή του Α΄ Σ.Σ. Στρατηγός Κωνσταντίνος Καλάρης, ενώ πλήθη εθελοντών παρουσιάζονταν στους στρατώνες προκειμένου να καταταγούν. Ο Βασιλιάς έδωσε εντολές να μην πυροβολήσουν πρώτα τα ελληνικά στρατεύματα αλλά να απαντήσουν μόνον εάν δεχθούν επίθεση. Την 11:30΄, ακούσθηκαν οι πρώτοι πυροβολισμοί στην περιοχή του Ρουφ. Κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιος έριξε πρώτος. Οι πυροβολισμοί ήταν το σύνθημα της γενικής συρράξεως της «μάχης των Αθηνών». Επίσης, σύμφωνα με τις πηγές υπήρξαν και οπαδοί του Βενιζέλου που πυροβολούσαν από τα παράθυρα των οικιών τους εναντίον όχι των εισβολέων, αλλά των ανδρών του Ελληνικού Στρατού. Το απόγευμα της ιδίας ημέρας οι αγγλογαλλικές δυνάμεις ηττήθηκαν σε όλα τα μέτωπα, με αποτέλεσμα ο Ντυ Φουρνέ να διατάξει το γαλλικό στόλο να βομβαρδίσει την Αθήνα. Οβίδες έπεσαν και στον κήπο των Ανακτόρων. Χάρη στην παρέμβαση του Ρώσου πρέσβη Ντεμίτωφ που μετέβη στα Ανάκτορα, ο Κωνσταντίνος Α΄ πείσθηκε να διατάξει το «παύσατε πυρ» και να παραδώσει μόνο έξι πυροβολαρχίες.
Το «Μυραμπώ» βομβαρδίζει την Αθήνα
Οι Αγγλογαλλικές απώλειες ανήλθαν στους 60 νεκρούς και 167 τραυματίες. Οι ελληνικές απώλειες ανήλθαν στους 30 νεκρούς και 52 τραυματίες. Η έκβαση της μάχης θεωρήθηκε νίκη για τον αντιβενιζελικό κόσμο. Η ελληνική κυβέρνηση ανέφερε ότι η σύγκρουση ήταν οργανωμένο σχέδιο για κατάληψη της Αρχής από την Αντάντ με σύμπραξη βενιζελικών. Πληθώρα όπλων βρέθηκαν στην οικία του Βενιζέλου και άλλων επιφανών βενιζελικών, καθώς και στα γραφεία βενιζελικών εφημερίδων όπως η Νέα Ελλάς. Επιπλέον, οι Γάλλοι παρέδωσαν στις ελληνικές Αρχές τον έλεγχο του αστυνομικού σώματος, των ταχυδρομικών και τηλεγραφικών υπηρεσιών, καθώς και το σιδηροδρομικό δίκτυο.
Ο λαός των Αθηνών που είχε υποστεί ασιτία από τον ναυτικό αποκλεισμό, αγανακτισμένος ακόμη περισσότερο με την Αντάντ μετά τη μάχη των Αθηνών, όντας πλέον ελεύθερος από τον γαλλικό ζυγό, αιτήθηκε στην Ορθόδοξη Εκκλησία να προβεί στο ανάθεμα του Βενιζέλου ως τον κύριο υπαίτιο των δεινών του. Ήδη η Ιερά Σύνοδος είχε καταγγείλει στο Υπουργείο Εκκλησιαστικών τους διωγμούς που υφίσταντο Αρχιερείς των Νέων Χωρών από το «κράτος» της Θεσσαλονίκης. Πράγματι την 12/25η Δεκεμβρίου 1916, ο ιερός κλήρος με χιλιάδες λαού, συγκεντρώθηκαν στον Πεδίον του Άρεως για την τέλεση του αναθέματος. Εκεί ο Μητροπολίτης Αθηνών Θεόκλητοςαναφώνησε: «Κατά Ελευθερίου Βενιζέλου φυλακίσαντος αρχιερείς και επιβουλευθέντος την Βασιλείαν και την πατρίδαν, ανάθεμα έστω». Ο λαός έριξε τον λίθον του αναθέματος στο Πεδίον του Άρεως και το γεγονός αυτό περιγράφηκε στα πρωτοσέλιδα ο τύπος της εποχής (Βλέπε «ΣΚΡΙΠ» και «ΕΜΠΡΟΣ»). Ακολούθησαν αναθέματα σε όλες τις πόλεις της Ελλάδος.
Εφημερίδα «ΣΚΡΙΠ»
Τα Νοεμβριανά ήταν ένα από τα πιο θλιβερά επεισόδια του «Εθνικού Διχασμού». Στη μάχη των Αθηνών φάνηκε το άσχημο πρόσωπο της Αντάντ που υποτίθεται πολεμούσε «για την ανεξαρτησία των μικρών λαών». Παρ’ όλα αυτά αναδείχθηκε για άλλη μία φορά η λεβεντιά των Ελλήνων που δεν δέχθηκαν ποτέ δυνάστη και αντιστάθηκαν όπως είχαν μάθει ανά τους αιώνες προτάσσοντας ένα νέο «Μολών Λαβέ».
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
- Ζαβιτζιάνου Κωνσταντίνου, Αι Αναμνήσεις του εκ της ιστορικής διαφωνίας Βασιλέως Κωνσταντίνου και Ελευθερίου Βενιζέλου, Αθήναι 1947.
- Κακούρη Αθηνά, Ουλάνοι στη Λάρισα. Αθήνα: Καπόν, 2018.
- Παπαφλωράτος Ιωάννης , Η ιστορία του Ελληνικού Στρατού (1833-1949), τ. Α΄. Αθήνα: Σάκκουλας, 2014
- Richter Heinz, Ελλάδα 1915-1917, Μέσα από τα Ρωσικά αρχεία. Αθήνα: Γκοβόστης,2018.
Πηγή: Βίβλος & Ιστορία