Κάθε Έλληνας της Κύπρου πρέπει να γνωρίζει πολύ καλά τα γεγονότα του Απελευθερωτικού Αγώνα του 1955-1959, για να μπορέσει να τιμήσει όλους εκείνους, που πάνω στους τάφους τους, είναι κτισμένη η Κυπριακή Δημοκρατία. Για να μπορέσει από αυτούς τους ημίθεους και το παράδειγμά τους, να αντλήσει δύναμη, για τον τιτάνιο αγώνα που διεξάγει η μικρή Κύπρος ενάντια στον βάρβαρο, αιμοσταγή, Τούρκο Αττίλα, που καταπατεί τα Άγια χώματα του ελληνικού μας τόπου.
Προς τιμή του ήρωα αγωνιστή της Ε.Ο.Κ.Α. Ευαγόρα Παλληκαρίδη
«Θ’ ακολουθήσω με θάρρος τη μοίρα μου. Ίσως αυτό να ναι το τελευταίο μου γράμμα. Μα πάλι δεν πειράζει. Δεν λυπάμαι για τίποτα. Ας χάσω το κάθε τι. Μια φορά κανείς πεθαίνει. Θα βαδίσω χαρούμενος στην τελευταία μου κατοικία. Τι σήμερα τι αύριο; Όλοι πεθαίνουν μια μέρα. Είναι καλό πράγμα να πεθαίνει κανείς για την Ελλάδα. Ώρα 7:30. Η πιο όμορφη μέρα της ζωής μου. Η πιο όμορφη ώρα. Μη ρωτάτε γιατί».
Για τους απαγχονισθέντες
Ξεκίνησαν μ’ ένα όνειρο… Να δουν την Κύπρο λεύτερη. Τόξεραν, ο δρόμος θάταν δύσκολος, ανηφορικός, γεμάτος κακοτοπιές. Τους το είχαν πει. Δε θα γινόταν να γυρίσουν πίσω. Όλο μπροστά η πορεία. Μπροστά και ψηλά. Στην κορυφή. Εκεί που ήταν το παλάτι. Το παλάτι της βασίλισσας, της Λευτεριάς. Για να της πουν: «Κόρη πανώρια, άνοιξε τα φτερά σου και πάρε με κοντά σου μονάχα αυτό ζητώ».
Την απόφαση την πήραν. Κι έδωσαν τον όρκο. Και ξεκίνησαν. Δύσκολη η πορεία. Όπλα, βόμβες, σκοτωμοί, κρησφύγετα, κρύο, πείνα, δίψα, καταδίωξη, προδοσίες, συλλήψεις, βασανιστήρια… Στο τέρμα η αγχόνη. Νάτην εκεί στο μισοσκόταδο, ψυχρή κι αμίλητη, σκληρή. Να τους περιμένει. Για να τους δοξάσει. Για να τους κάνει αθάνατους.
Κοιτάξετέ τους με τη δύναμη της φαντασίας σας. Ανεβαίνουν. Ανεβαίνουν τώρα τα τελευταία σκαλοπάτια του παλατιού. Κι εκεί στο τελευταίο κάθεται στο λαμπερό της θρόνο η «Κόρη», η «Βασίλισσα». Τους χαμογελά. «Ελάτε», τους λέει, «σας περιμένω, με κερδίσατε, είσαστε λεύτεροι». Κι αυτοί, τι άλλο να κάνουν; Χαμογελούν κι ανεβαίνουν. Ανεβαίνουν και τραγουδούν: «Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή, σε γνωρίζω από την όψη που με βία μετράει τη γη».
- Μιχαήλ Καραολής
- Ανδρέας Δημητρίου
- Ιάκωβος Πατάτσος
- Ανδρέας Ζάκος
- Χαρίλαος Μιχαήλ
- Στέλιος Μαυρομμάτης
- Ανδρέας Παναγίδης
- Μιχαήλ Κουτσόφτας
- Ευαγόρας Παλληκαρίδης
Όλοι ήταν νέοι. 19 χρονών ο μικρότερος και 24 ο μεγαλύτερος. Τρέμουν τα χέρια, αδρανεί το μυαλό, προσπαθώντας να θυμηθεί και να περιγράψει τη θυσία τους. Ναρκώνεται η ψυχή μας μπροστά στο μεγαλείο της δικής τους ψυχής, της ψυχής που τους οδήγησε στην αγχόνη.
Στεκόμαστε μπροστά στους τάφους τους σε στάση προσοχής, μα νιώθουμε σα νάνοι μπροστά σε Γίγαντες δοξασμένους και ανίκητους. Κανένας, μα κανένας δεν θα τους ξεχάσει και πάντα θα τους ευλογεί.
Αθανασία, Δόξα και Αγχόνη γίνονται ένα και το αυτό.
Αθάνατοι και Δοξασμένοι Ήρωές μας,
Το παράδειγμά σας το μαθαίνει σήμερα κάθε Ελληνόπουλο της Κύπρου μας. Να είστε σίγουροι, πως αν χρειαστεί πολλοί θα βρεθούν να σας μοιάσουν, γιατί ο σπόρος που σπείρατε με τη θυσία σας βλάστησε και πλήθυνε και ξαπλώθηκε σε πόλεις και χωριά, σε κάμπους και βουνά, για να πνίξει κάθε ξένο που ορέγεται το όμορφο νησί μας.
Η μνήμη σας, θα είναι αιώνια!
πηγή: Το Βιβλίο «Ο αγώνας της Ε.Ο.Κ.Α. 1955-1959», Λευκωσία 1983, Γεωργίου Γιάγκου Ασσιώτη