Οι σκοποί της εκστρατείας των Γερμανών εναντίον της Ρωσίας (Επιχείρηση ΜΠΑΡΜΠΑΡΟΣΣΑ), παρά τις εντυπωσιακές τους επιτυχίες, δεν επιτεύχθηκαν. Επακολούθησε ο τρομερός χειμώνας 1941-42, ο οποίος βρήκε τις γερμανικές στρατιές στις απέραντες στέπες της Ρωσίας, πριν τη Μόσχα και το Λένινγκραντ. Ο Ρωσικός Στρατός, παρά τις τεράστιες απώλειές του κατά τους αμυντικούς αγώνες του 1941 και την άμετρη σπατάλη των εφεδρειών του κατά τις χειμερινές επιθέσεις των πρώτων μηνών του 1942, βρισκόταν σε καλύτερη κατάσταση. Είχε στη διάθεσή του ακόμη εφεδρείες και οπωσδήποτε δεν παρουσίαζε την εικόνα του θανάσιμα τραυματισμένου γίγαντα, όπως φανταζόταν ο Χίτλερ. Ο μεγάλος αριθμός των απωλειών αντιμετωπίσθηκε επαρκώς με τις νέες κλάσεις που κλήθηκαν στα όπλα το φθινόπωρο του 1941 ( οι πρώτες 8 κλάσεις απέδωσαν 12 εκατομμύρια εφέδρους, έναντι πληθυσμού της Ρωσίας 160 εκατομμυρίων το έτος 1939).
Η κτηνώδης συμπεριφορά των Γερμανών απέναντι στους Ρώσους, περιόρισε τον αριθμό των αιχμαλώτων, μετά τους πρώτους μήνες. Ο αγώνας των Ρώσων, στο πλευρό των ελεύθερων λαών, για τη Μητέρα Ρωσία, υπό τις ευλογίες και της Ρώσικης Ορθόδοξης Εκκλησίας, έλαβε μορφή την οποία μέχρι τότε δεν είχαν συναντήσει οι Γερμανοί.
Με την ονομασία «Μάχη Στάλινγκραντ» ή την πλέον συνηθισμένη «Στάλινγκραντ» απλά, θα αναφερθούν οι επιχειρήσεις από 28-6-1942 μέχρι 2-2-1943, κατά τις οποίες η τύχη του πολέμου, στο Ανατολικό Μέτωπο και γενικότερα, παίχθηκε και κερδήθηκε μετά από δεινούς αγώνες μέσα και γύρω από την ιστορική αυτή πόλη της Ανατολικής Ουκρανίας.
Περιγραφή του Πεδίου της Μάχης
Πεδίο μάχης αποτέλεσε ο ευρύς εδαφικός χώρος της Ανατολικής Ουκρανίας (μέχρι το Βόλγα ποταμό), ο οποίος διαρρέεται από τον ποταμό Ντον και τους παραποτάμους του. Η νότια του ποταμού Ντόνετς περιοχή της Ουκρανίας, μέχρι τη Μαύρη θάλασσα, καλύπτεται από απέραντες καλλιέργειες (μαύρη γη της Ουκρανίας). Βόρεια του Ντόνετς και ανατολικά του Ντον εκτείνεται η απέραντη στέπα. Νότια του Στάλινγκραντ και μέχρι τον ποταμό Μάνυτς εκτείνεται η λοφοσειρά Γεργκένι, η οποία περιβάλλει από δυτικά την άνυδρη και αλμυρή στέπα των Καλμούχων του Βόλγα, που έχει τα χαρακτηριστικά της ερήμου. Γενικά, το έδαφος από τα δυτικά προς τα ανατολικά εμφανίζει επίπεδη εικόνα, άδενδρη και μονότονη. Το κλίμα μπορεί να χαρακτηρισθεί ως τραχύ ηπειρωτικό.
Στάλινγκραντ.
Η πόλη κτισμένη στη δυτική ψηλή όχθη του Βόλγα, δεσπόζει απόλυτα στον ισθμό που προαναφέρθηκε. Σύγχρονη πόλη (για την αναφερόμενη περίοδο) με φαρδιές λεωφόρους και πολυάριθμους όγκους εργοστασίων από μπετόν, εξαίρετης αντοχής, με μεγάλους υπόγειους χώρους. Σημαντικό διοικητικό, οικονομικό και κυρίως συγκοινωνιακό κέντρο της Νοτιοανατολικής Ρωσίας. Εξαιτίας των αναγκών του πολέμου είχε μεταβληθεί σε ακόμα σημαντικότερο κέντρο πολεμικής βιομηχανίας.
Κατάληψή του συνεπαγόταν τη διακοπή των συγκοινωνιακών αρτηριών μεταξύ Μόσχας και Νοτιοανατολικής Ρωσίας με αποτέλεσμα την απώλεια των πετρελαίων του Καυκάσου, όπως και των εφοδίων και υλικών της παρεχόμενης συμμαχικής βοήθειας μέσω Ιράν.
Η κυριαρχία στον «ισθμό» και στο Στάλινγκραντ αποτελούσε για τους Γερμανούς προϋπόθεση για παραπέρα επιθετικές επιχειρήσεις προς τα νότια (Καύκασος) και προς τα βόρεια (Καλάν) στα μετόπισθεν των αμυνόμενων Ρωσικών στρατιών πριν τη Μόσχα.
Δυνάμεις και Διάταξη Γερμανών (και Συμμάχων τους)
Οι απώλειες των Γερμανών κατά τις επιχειρήσεις του πρώτου έτους του πολέμου στο Ανατολικό Μέτωπο ήταν πολύ σημαντικές (337.342 νεκροί 950.000 τραυματίες). Με το τέλος του Φεβρουαρίου 1942, όταν η ορμή των ρωσικών επιθέσεων άρχισε να εξασθενεί λόγω της τήξεως των πάγων, φάνηκε ότι πλησίαζε και το τέρμα των δοκιμασιών της Βέρμαχτ. Η επίδρασή τους στο ηθικό θα καθυστερούσε εξαιτίας της ιδιοσυγκρασίας των Γερμανών και της σιδερένιας πειθαρχίας της Βέρμαχτ. Τα αποτελέσματα όμως στη σύνθεση του στρατού έγιναν νωρίτερα φανερά. Ο αριθμός των ταγμάτων, στις περισσότερες μεραρχίες, μειώθηκε σε έξι ή επτά αντί εννέα τα οποία προέβλεπε η κανονική σύνθεση του 1939 και η δύναμη του λόχου περιορίσθηκε στους 80, αντί των ως τότε 180 ανδρών.
Η παρατακτή δύναμη, πριν από την έναρξη των νέων επιθετικών επιχειρήσεων, στον απαιτούμενο αριθμό Μεγάλων Μονάδων (ανερχόταν πριν από τις επιχειρήσεις αυτές στο Ανατολικό μέτωπο σε 240 μεραρχίες από τις οποίες 61 συμμαχικές), οι σύμμαχοι της Γερμανίας υποχρεώθηκαν σε μεγαλύτερη συμμετοχή δυνάμεων. Στις επιχειρήσεις προς Στάλινγκραντ και Καύκασο έλαβαν μέρος 103 μεραρχίες συνολικά, από τις οποίες 24 τεθωρακισμένες και μηχανοκίνητες. Από τις μεραρχίες όμως αυτές , οι 43 συμμαχικές ήταν πολύ μικρότερης δυναμικότητας σε σχέση με τις γερμανικές.
Γενική Διάταξη.
Ομάδα Στρατιών «Β» : Αρχικά υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη Μποκ και στη συνέχεια του Στρατάρχη Βάιξ. Η 2η και 6η Στρατιές καθώς και η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά, από Κουρσκ μέχρι Χαρκόβ.
Ομάδα Στρατιών «Α» : Υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη Λιστ και στη συνέχεια κατά τη σύμπτυξη, του Στρατάρχη Κλάιστ. Η 17η Στρατιά και η 1η Τεθωρακισμένη Στρατιά από νότια του Χαρκόβ μέχρι την Αζοφική Θάλασσα.
Κατά την εξέλιξη των επιχειρήσεων υπήχθησαν υπό την «Β» ομάδα Στρατιών οι συμμαχικές στρατιές 2η Ουγγρική, 8η Ιταλική, 3η και 4η Ρουμανικές.
11η Στρατιά : Υπό τη διοίκηση του Στρατάρχη Μανστάιν, στη χερσόνησο της Κριμαίας.
Δυνάμεις και Διάταξη Ρώσων
Δυνάμεις
Κατά το διάστημα της διακοπής των επιχειρήσεων κατά μήκος του μετώπου, διέθεταν, απέναντι στους Γερμανούς, 160 μεραρχίες. Η Ανώτατη Διοίκηση των Ρωσικών Δυνάμεων (Στάβκα) στις αρχές Μαΐου διέθετε σε εφεδρεία 30 μεραρχίες Πεζικού και 26 Ταξιαρχίες Τεθωρακισμένων. Επίσης, διέθετε ακόμη δύναμη 500.000 περίπου ανδρών, από εφέδρους που κλήθηκαν το Φθινόπωρο του 1941 και δε χρησιμοποιήθηκαν στις επιχειρήσεις. Στο Ρωσικό Στρατό σημειώθηκαν στο μεταξύ σημαντικές βελτιώσεις. Από αυτές σοβαρότερες ήταν η συγκρότηση μεραρχιών και σωμάτων πυροβολικού, η διάθεση αντιαρματικών στις μεραρχίες τους και η αντικατάσταση των παλαιού τύπου αρμάτων με τα γνωστά Τ 34 και KW1, τα οποία παράγονταν ήδη σε σειρά, σε πολύ μεγάλους αριθμούς. Θα πρέπει, επίσης, να σημειωθεί, η εντυπωσιακή εμφάνιση των εκτοξευτών πυραύλων Κατιούσα (Πολλαπλοί Εκτοξευτές Πυραύλων).
Γενική Διάταξη
Οι Ρώσοι διέθεταν για την κάλυψη της χερσονήσου Κερτ, στην Κριμαία, απέναντι στην 11η Γερμανική Στρατιά, το Μέτωπο (που αντιστοιχεί προς την Ομάδα Στρατιών) της Υπερκαυκασίας (Στρατηγός Κοζλώφ) από τις 44η και 51η Στρατιές (17 μεραρχίες πεζικού, 3 ανεξάρτητες ταξιαρχίες πεζικού, 2 μεραρχίες ιππικού και 4 ταξιαρχίες αρμάτων).
Βορειότερα, απέναντι από το Χαρκόβ, οι Ρώσοι διέθεταν στα προγεφυρώματα δυτικά του Ντόνετς ποταμού το Νοτιοδυτικό Μέτωπο, υπό το Στρατάρχη Τιμοσένκο, με τις 6η και 9η Στρατιές (προγεφύρωμα Ιζιούμ), όπως και τις 28η και 57η Στρατιές (προγεφύρωμα Βολτσάνσκ). Σύνολο δυνάμεων του Νοτιοδυτικού Μετώπου 33 Μεραρχίες πεζικού, 9 μεραρχίες ιππικού και 16 ταξιαρχίες αρμάτων.
Σχέδια και Αποστολές Γερμανών
Σύμφωνα με τις οδηγίες επιχειρήσεων η κύρια επίθεση θα γινόταν στη νότια πτέρυγα του μετώπου και θα κλιμακωνόταν σε τέσσερις περιόδους.
1η Περίοδος: Διάσπαση της εχθρικής διατάξεως στην περιοχή Κούρσκ και κατάληψη Βορονέζ, με τις 2η Στρατιά και 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά.
2η Περίοδος: Επιδίωξη καταστροφής, των ανατολικά του Χαρκόβ, μεταξύ Ντον και Ντόνετς ρωσικών δυνάμεων με την ταυτόχρονη προσβολή τους από την 6η Στρατιά, μετωπικά, και την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά από το βόρειο πλευρό, στρεφόμενη από Βερονέζ προς Νότο.
3η Περίοδος
Προώθηση προς Στάλινγκραντ
Με τη «Β» Ομάδα Στρατιών (6η Στρατιά-4η Τεθωρακισμένη Στρατιά) να ενεργεί αρχικά μεταξύ Ντον και Ντόνετς προς τη μεγάλη καμπή του Ντον και τον ποταμό Βόλγα.
Με την «Α» Ομάδα Στρατιών (17η Στρατιά- 1η Τεθ. Στρατιά) να ενεργεί αρχικά νότια του Ντόνετς και στη συνέχεια από τη συμβολή του κατά τον ανάρρουν του Ντον προς τον ισθμό μεταξύ Βόλγα και Ντον.
Και οι δύο ομάδες των στρατιών θα συναντιόταν κοντά στην περιοχή του Στάλινγκραντ καταλαμβάνοντας ή θέτοντας την υπό τον έλεγχο των πυρών τους.
4η Περίοδος
Κατάληψη του Καυκάσου. Η κατάληψη του αριστερού πλευρού, κατά μήκος του Ντον, θα ανατιθόταν προοδευτικά στις συμμαχικές στρατιές ( κατά σειρά 2η Ουγγρική, 8η Ιταλική, 3-4η Ρουμανικές).
Πριν από την έναρξη της μεγάλης θερινής επιθέσεως προβλέπονταν δύο δευτερεύουσες υποβοηθητικές επιχειρήσεις. Η πρώτη απέβλεπε στην απάλειψη του ρωσικού προγεφυρώματος του Ιζιούμ (ανατολικά Χαρκόβ) και η δεύτερη στην κατάληψη του Κερτς στην Κριμαία, απέναντι από τη χερσόνησο Κουμπάν (υποβοηθητική κατεύθυνση προς Καύκασο).
Σχέδια και Αποστολές Ρώσων
Οι Ρώσοι επιδίωξαν από τις 12 Μαΐου να αναλάβουν την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων, προκαταλαμβάνοντας τους Γερμανούς. Βάσει των σχεδίων τους προβλεπόταν:
Επίθεση από τα προγεφυρώματα του Ιζιούμ και Βολτσάνσκ για ανακατάληψη του Χαρκόβ, από το νοτιοδυτικό Μέτωπο (4 Στρατιές) και απώθηση των Γερμανών δυτικά του Δνείπερου.
Ταυτόχρονα, θα λάμβανε χώρα επιθετική ενέργεια στη Χερσόνησο της Κριμαίας, από το Μέτωπο της Υπερκαυκασίας (2 στρατιές και η φρουρά Σεβαστουπόλεως), για την εκδίωξη των Γερμανών και τη συνένωση των στρατιών των δύο Μετώπων ανατολικά του Δνείπερου ποταμού.
Μετά την αποτυχία του παραπάνω σχεδίου τους, οι Ρώσοι, εξαναγκάσθηκαν σε ευρεία σύμπτυξη προς τα ανατολικά.Ο Στρατάρχης Τιμοσένκο διατάχθηκε να διατηρήσει τους δύο «στροφείς» στα άκρα του μετώπου υπό την κατοχή του (Βερονέζ και Ροστώβ) και να συμπτυχθεί προς τη μεγάλη καμπή του Ντον, ανταλλάσσοντας το χώρο με το χρόνο, με έσχατο όριο υποχωρήσεως τον ποταμό Βόλγα, μέχρι τη δημιουργία ευνοϊκών συνθηκών για την ανάληψη της πρωτοβουλίας των επιχειρήσεων για την καταστροφή του εχθρού.
Διεξαγωγή της Μάχης
Εξέλιξη Προκαταρτικών Επιχειρήσεων
Οι επιχειρήσεις στην Κριμαία άρχισαν στις 8 Μαΐου με την επίθεση των Γερμανών για την κατάληψη του Κερτς. Μέχρι τις 16 Μαΐου οι δυνάμεις της 11ης Στρατιάς, υποστηριζόμενες από το 8ο Αεροπορικό Σώμα (Πτέραρχος Ριχτόφεν), πέτυχαν την εκμηδένιση της 44ης και 51ης Στρατιάς του Μετώπου της Υπερκαυκασίας και απερίσπαστοι στράφηκαν για την κατάληψη της πολιορκούμενης Σεβαστουπόλεως.
Στον τομέα του Χαρκόβ, κατά το χρόνο που οι δυνάμεις της «Β» Ομάδας Στρατιών λάμβαναν την επιθετική τους διάταξη για εξάλειψη των ρωσικών προγεφυρωμάτων, ο όγκος των τεθωρακισμένων του νοτιοδυτικού Μετώπου βρισκόταν ήδη σε κίνηση.
Καταρχήν, η ρωσική επίθεση σημείωσε επιτυχία. Είχαν εισδύσει, εντός διημέρου, σε βάθος 70 χιλιομέτρων, όταν αντιλήφθηκαν ότι βρίσκονταν μεταξύ σφύρας (1η Τεθ. Στρατιάς του Στρατηγού Κλάιστ) και άκμονα (6ης Στρατιάς του Στρατηγού Πάουλους). Ο Στρατάρχης Τιμοσένκο ζήτησε από τη Στάβκα την έγκριση συμπτύξεως των δυνάμεών του, όμως ο Στάλιν επέμεινε στη συνέχιση της επιθέσεως. Ο αγώνας διήρκεσε μέχρι τις 28 Μαΐου και οι Γερμανοί ανήγγειλαν τη συντριβή 27 μεραρχιών και 12 τεθωρακισμένων ταξιαρχιών του Ρωσικού Στρατού.
Στα χέρια των νικητών περιήλθαν 240 χιλιάδες αιχμάλωτοι, 2.026 πυροβόλα και 1.246 άρματα. Μεταξύ των νεκρών αναγνωρίσθηκαν και οι διοικητές των 6ης και 57ης ρωσικών στρατιών.
Οι Ρώσοι στον παραπάνω αγώνα ηττήθηκαν, παρά την αριθμητική και ποιοτική υπεροχή τους σε άρματα, αντιμετωπίζοντας την ανωτερότητα των Γερμανών στην τακτική χρησιμοποίηση των μονάδων τεθωρακισμένων. Στη συντριβή τους συντέλεσαν επίσης, η αεροπορική υπεροχή των Γερμανών και η επέμβαση του Στάλιν. Ελάχιστος αριθμός εφεδρειών παρέμεινε στα χέρια της Στάβκα και οι Γερμανοί εκμεταλλεύθηκαν τις επιτυχίες τους, αφού δημιούργησαν ευρέα προγεφυρώματα ανατολικά του Ντόνετς ποταμού.
Οι επιχειρήσεις στην Κριμαία συνεχίσθηκαν επίσης, με επιτυχία από τους Γερμανούς και τερματίσθηκαν με την κατάληψη της Σεβαστουπόλεως (4 Ιουλίου 1942).
Η Εξόρμηση προς Στάλινγκραντ (Επιχείρηση BLU).
Η μεγάλη θερμή επίθεση των Γερμανών άρχισε στις 28 Ιουλίου 1942. Οι στρατιές (2η-4η Τεθωρακισμένη) στο αριστερό της διατάξεως, κινήθηκαν προς τα ανατολικά (21 μεραρχίες από τις οποίες 4 αρμάτων και 3 μηχανοκίνητες).
Σε διάστημα 24 ωρών, οι απέναντι σ΄αυτές 13η και 40ή Ρωσικές Στρατιές (Μέτωπο Μπριάνσκ) σαρώθηκαν και τα υπολείμματά τους απωθήθηκαν ανατολικά του Ντον ποταμού. Στην ποτάμια γραμμή του Ντον, εγκαταστάθηκαν αμυντικά η 2η Γερμανική, όπως και η 2η Ουγγρική Στρατιά. Η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά στράφηκε προς τα νοτιοανατολικά για τη συνάντηση της 6ης Στρατιάς που ενεργούσε νοτιότερα.
Η επιτυχία υπήρξε και πάλι εντυπωσιακή. Οι ρωσικές στρατιές του Νοτιοδυτικού Μετώπου (21η, 28η και 57η) ανατράπηκαν.Τα Τεθωρακισμένα της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς (Στρατηγός Χοθ) κατόρθωσαν να καταλάβουν άθικτη γέφυρα στον ποταμό Ντον και να εισέλθουν στο Βορονέζ, ενώ άλλοι 30.000 Ρώσοι προστέθηκαν στον αριθμό των αιχμαλώτων του Γερμανικού Στρατού.
Στις 5 Ιουλίου ο πεδινός διάδρομος μεταξύ Ντον και Ντόνετς ήταν ανοιχτός για την προέλαση προς τα ανατολικά των γερμανικών στρατιών. Στις 9 Ιουλίου η «Α» Ομάδα Στρατιών (33 μεραρχίες από τις οποίες 9 συμμαχικές) μπήκε στον αγώνα. Η 1η Τεθωρακισμένη Στρατιά επιτέθηκε προς τα βορειοανατολικά, για να συναντήσει την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά που συνέκλινε προς τα νοτιοανατολικά.
Οι Ρώσοι κατέβαλλαν προσπάθειες για να αντιμετωπίσουν τη θύελλα των γερμανικών τεθωρακισμένων, μεταφέροντας δυνάμεις δυτικά της μεγάλης καμπής του Ντον και εξαπολύοντας συνεχείς επιθέσεις στην περιοχή Βορονέζ. Η συντονισμένη δράση όμως των 1ης και 4ης Τεθωρακισμένων Στρατιών και η υποστήριξη της γερμανικής αεροπορίας, ελάχιστα περιθώρια επιτυχίας άφηναν στους Ρώσους. Πολυπληθείς ρωσικοί σχηματισμοί εμπλέκονταν μεταξύ των τεθωρακισμένων γερμανικών φαλάγγων και στροβιλίζονταν πριν κατακερματισθούν και διαλυθούν. Ο αριθμός των Ρώσων αιχμαλώτων συνεχώς αυξανόταν (ανήλθε από τη θερινή επίθεση του 1942 μέχρι τις 11 Αυγούστου σε 590.485 άνδρες).
Στις 16 Ιουλίου ο Στρατηγός Χάλντερ ζήτησε από τους επιτελείς του ΟΚΗ (Ανώτατη Διοίκηση Στρατού) να μελετήσουν τη συνέχιση της προωθήσεώς της Βέρμαχτ προς το Στάλινγκραντ, χωρίς κατ΄ανάγκη να προηγηθεί η πτώση του Ροστώβ, προς την κατεύθυνση του οποίου ενεργούσε ήδη η 17η Στρατιά της Ομάδας Στρατιών «Α».
Υπολόγιζε όμως χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις εμπνεύσεις και παρορμήσεις του Χίτλερ. Αυτός σε μια αδικαιολόγητη κρίση απαισιοδοξίας, φοβούμενος επανάληψη του ατυχήματος του προηγούμενου χρόνου στο Ροστώβ, διέταξε από τις 13 Ιουλίου την υπαγωγή υπό την «Α» Ομάδα Στρατιών της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς ενισχυμένης μάλιστα και με το 40ό Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού της 6ης Στρατιάς. Κατά τον τρόπο αυτό, ολόκληρη η δύναμη τεθωρακισμένων των δύο ομάδων στρατιών στράφηκε προς το Νότο, για την κάλυψη του Ροστώβ, ενώ προς την Ανατολή, προς Στάλινγκραντ, έμεινε η 6η Στρατιά στερούμενη την ισχύ κρούσεως (του 40ού ΤΣΣ), να προχωρά με βήμα σημειωτόν, εξαιτίας της αυξανόμενης ρωσικής αντιστάσεως.
Εξαιτίας της γενικής συμπτύξεως των Ρώσων προς τα ανατολικά, στις 23 Ιουλίου, ο Χίτλερ που καταλήφθηκε από κύμα υπερβολικής αισιοδοξίας, στο νέο στρατηγείο του (στη Βίνιτσα Δυτικής Ουκρανίας), έλαβε νέες αποφάσεις. Δεν επρόκειτο πλέον να δοθούν μάχες με ενωμένες τις δυνάμεις για την καταστροφή του εχθρού. Αυτό γινόταν ήδη. Οι Ρώσοι έπαψαν ως στρατός να υφίστανται και επιβαλλόταν η καταδίωξη.
Ο Αρχηγός του Επιτελείου του ΟΚΗ Στρατηγός Χάλντερ, είχε τάση βέβαια πολύ λιγότερο προς τις υπερβολές αναγκάσθηκε όμως να διαβιβάσει προς τις δύο ομάδες στρατιών νέες οδηγίες ( με αριθμό 43 ), με τις οποίες καθοριζόταν:
Ομάδα Στρατιών «Α» (Στρατάρχης Λιστ): Να καταλάβει τις πετρελαιοπηγές του Καυκάσου.
Ομάδα Στρατιών «Β» (Στρατάρχης Βάιξ):
Να μεριμνήσει για την ασφάλεια του Ντον μεταξύ Βορονέζ και μεγάλης καμπής του.
Να καταστρέψει τις προ του Στάλινγκραντ συγκεντρωμένες δυνάμεις και να καταλάβει την πόλη Βόλγα.
Να επεκτείνει το αμυντικό μέτωπο του Ντον μέχρι το Βόλγα.
Να εκπέμψει ταχυκίνητο συγκρότημα προς Αστραχάν και να αποφράξει το Βόλγα.
Οπως φαίνεται από τις οδηγίες, ο Χίτλερ μεθυσμένος από τις επιτυχίες και πιεζόμενος από το χρόνο, παραιτείται από τη διαδοχή των προσπαθειών, η οποία καθοριζόταν με προσοχή στις προηγούμενες οδηγίες. Το τρομερό συγκρότημα των 94 μεραρχιών διασπάσθηκε και με τις ομάδες στρατιών καθορίζονταν διάφοροι ΑΝΣΚ, σε αποκλίνουσες κατευθύνσεις. Το Ροστώβ καταλήφθηκε στις 24 Ιουλίου αμαχητί σχεδόν και χωρίς να αποκτηθεί επέμβαση των δύο τεθωρακισμένων στρατιών που έφθασαν βόρεια ταυτόχρονα.
Από τις 29 Ιουλίου η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά (ανατολικά του Ντον), στράφηκε προς το Στάλινγκραντ, και πάλι με υπαγωγή στη «Β» Ομάδα Στρατιών. Η 6η Στρατιά επανέλαβε τις προσπάθειές της προς εκκαθάριση της μεγάλης καμπής του Ντον, σημειώνοντας , μεταξύ ποταμού Τσιρ και γέφυρας Καλάτς στο Ντον, εξαιρετική επιτυχία κατά των 1ης και 42ης Ρωσικών Στρατιών. Στα χέρια των Γερμανών περιήλθαν 73.101 αιχμάλωτοι, 1.099 άρματα και 1.057 πυροβόλα.
Στις 10 Αυγούστου η 6η Στρατιά του Πάουλους βρισκόταν αναπτυγμένη στη δυτική όχθη του Ντον απέναντι από το Στάλινγκραντ, ενώ η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά του Στρατηγού Χοθ αγωνιζόταν ανατολικά του ποταμού να διανοίξει την οδό Ροστόβ-Ακσάι-Στάλινγκραντ.
Το ρωσικό μέτωπο, αναπτύγματος περίπου 80 μιλίων, υπερασπιζόταν από δύο στρατιές (62η και 64η) συνολικής δυνάμεως 11 μεραρχιών, πολλές από τις οποίες ήταν μειωμένης συνθέσεως και υπολείμματα διαλυμένων τεθωρακισμένων ταξιαρχιών. Απέναντι σ’ αυτές η 6η Στρατιά υπό την οποία υπαγόταν επιχειρησιακά και η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά, διέθεσε συνολικά 18 μεραρχίες (9 πεζικού – 4 μηχανοκίνητες – 5 αρμάτων) και την υποστήριξη του 4ου Αεροπορικού Σώματος, το οποίο εξασφάλιζε στους Γερμανούς απόλυτη αεροπορική υπεροχή.
Παρά την παραπάνω υπεροχή, οι πρώτες γερμανικές επιθέσεις για διάβαση του Ντον δεν είχαν αποτέλεσμα, ενώ η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά κατά την προώθησή της προς τα βόρεια συναντούσε δυσχέρειες.
Οι προσπάθειες κατά το διάστημα 20-23 Αυγούστου επαναλήφθη-καν. Το 14ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού (Στρατηγός Βιτερσχάιμ), κατόπιν δημιουργίας προγεφυρώματος στον Ντον στην περιοχή Βορτυάτι, κατόρθωσε να διασπάσει τη ρωσική άμυνα και να φθάσει κοντά στη σιδηροδρομική γέφυρα Ρύνον στο Βόλγα (στα βόρεια προάστια του Στάλινγκραντ), ενώ η 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά, αφού κατόρθωσε να αποτρέψει την αντίσταση της 64ης Ρωσικής Στρατιάς, έφθασε στην όχθη του ποταμού, νότια της πόλεως. Επακολούθησαν και νέες επιθέσεις, κατόπιν των οποίων επιτεύχθηκε η πλήρης απομόνωση της πόλης στην καμπή του Βόλγα. Τη νύκτα 23/24 Αυγούστου η γερμανική αεροπορία, με όλη τη διαθέσιμη δύναμή της ενήργησε σφοδρό βομβαρδισμό της πόλεως. Την επομένη, 25 Αυγούστου, οι αρχές της πόλεως κήρυξαν το Στάλινγκραντ σε κατάσταση πολιορκίας.
Η Ομάδα Στρατιών «Α» μετά την πτώση του Ροστώβ, συνέχισε την προέλασή της προς τον Καύκασο.
Στις 9 Αυγούστου καταλήφθηκαν στην περιοχή Μαϊκόπ οι πρώτες πετρελαιοπηγές, οι οποίες είχαν ήδη αχρηστευθεί από τους Ρώσους. Οι δυσχέρειες όμως στη συνέχεια (το ορεινό του εδάφους και η αντίσταση των κατοίκων της περιοχής που επιστρατεύθηκαν) δεν επέτρεψαν την επίτευξη του τελικού ΑΝΣΚ. Το γεγονός όμως αυτό, εξαιτίας της τρομερής εμπλοκής της 6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ, έπαψε να έχει πρωταρχική σημασία. Το κέντρο βάρους του αγώνα είχε μεταφερθεί ήδη 500 χιλιόμετρα βορειότερα, στον «ισθμό» μεταξύ Ντον και Βόλγα, όπου έμελλε να κριθεί όχι μόνο η έκβαση της εκστρατείας του 1942, αλλά και αυτή η ίδια η τύχη ολόκληρου του πολέμου.
Ο Αγώνας στο Στάλινγκραντ
Κατά την έναρξη της επιθέσεως δεν παρουσιάσθηκαν σοβαρές δυσχέρειες και η προώθηση ήταν ταχεία γιατί τα διάφορα κτίρια των προαστίων ήταν ξύλινα και είχαν πυρποληθεί. Στη συνέχεια όμως η προχώρηση στα τεράστια τετράγωνα της βιομηχανικής περιοχής επιβραδύνθηκε και τελικά ανακόπηκε.
Το «διώνυμο Στούκας-Πάντζερς», το οποίο είχε κατ’ επανάληψη θριαμβεύσει στα πεδία των μαχών, δεν μπορούσε να δώσει λύση, και το χειρότερο η κατάσταση επιφύλαξε στα τεθωρακισμένα τον άχαρο ρόλο της άμεσης υποστηρίξεως των ομάδων πεζικού, αν και τούτο αντέβαινε στις αρχές και στους κανόνες χρησιμοποιήσεως των Πάντζερς, από τη δημιουργία του όπλου των τεθωρακισμένων στο γερμανικό στρατό. Στα παραπάνω θα πρέπει να προστεθεί η ευχέρεια με την οποία οι Ρώσοι (πρηνείς πίσω από τα οδοφράγματα ή ενεδρεύοντας στα στόμια των υπονόμων ή πίσω από οπές και μικροανοίγματα των υπογείων), μπορούσαν να τα εξουδετερώσουν (τα άρματα), χρησιμοποιώντας διάφορα όπλα και μέσα (φλογοβόλα, Α/Τ, μολότωφ κτλ.), με εκπληκτική δεξιοτεχνία.
Την πρώτη επίθεση διαδέχθηκε δεύτερη και αυτήν τρίτη γενική επίθεση, χωρίς ουσιώδη αποτελέσματα. Οι Ρώσοι μάχονταν από τετράγωνο σε τετράγωνο, από όροφο σε όροφο, σε κάθε δωμάτιο, για την κυριαρχία των διαδρόμων, της εισόδου, του υπογείου και του κλιμακοστασίου. Απωθούμενοι στο τέλος ενός τετραγώνου, μετά από συνεχή πάλη όλη την ημέρα, τη νύκτα επανέρχονταν στην αρχή του μέσα από τους υπονόμους και πάλι, και η πάλη ξανάρχιζε με μεγαλύτερη ένταση.
Κατά την τρίτη επίθεση, χρησιμοποιήθηκαν από τους Γερμανούς 11 μεραρχίες από τις οποίες , οι τρεις τεθωρακισμένες. Ο αγώνας συνεχίσθηκε χωρίς ανάπαυλα μέχρι τα μέσα του Σεπτεμβρίου. Μετά από σκληρό αγώνα της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς οι Γερμανοί κατόρθωσαν να διαχωρίσουν τις δύο ρωσικές στρατιές ( 62η- 64η) και φάνηκε προς στιγμή ότι η εξασθενημένη ρωσική φρουρά θα ανατρεπόταν. Τη νύκτα όμως 14/15 Σεπτεμβρίου εισήλθε στην πόλη η 13η Μεραρχία της Φρουράς και ο αγώνας ξανάρχισε αγριότερος.
Κατά τα τέλη Σεπτεμβρίου φάνηκε ότι η επίθεση των Γερμανών προς το Βόλγα και τον Καύκασο, η οποία είχε τόσο λαμπρή έναρξη και μέσα σε λίγες εβδομάδες επιβεβαίωσε την ικανότητα της Βέρμαχτ να » κάνει τον κόσμο να τρέμει «, όπως καυχόταν ο Χίτλερ, δεν μπορούσε να συνεχισθεί. Παρότι τα όρια του Γ΄Ράιχ είχαν μεταφερθεί στο Βόλγα και η σημαία του αγκυλωτού σταυρού είχε υψωθεί στην κορυφή του Καυκάσου, η νίκη είχε εξαφανισθεί στο λαβύρινθο των υπονόμων του Στάλινγκραντ και η έκβαση του πολέμου φαινόταν πιο αβέβαιη απο πριν.
Οι μεραρχίες των γερμανικών στρατιών είχαν φθάσει στο όριο της εξαντλήσεως των επιθετικών δυνατοτήτων. Ο Χίτλερ, επειδή δεν μπορούσε να απωθήσει περισσότερο τους Ρώσους, άρχισε να απομακρύνει τους πιο ικανούς από τους στρατηγούς του, εφόσον είχαν την ατυχία να γίνονται δυσάρεστοι. Καταρχήν απομακρύνθηκαν δύο διοικητές σωμάτων τεθωρακισμένων, επειδή παραπονέθηκαν για την κακή χρησιμοποίηση των αρμάτων μέσα στο Στάλινγκραντ. Επακολούθησε η απομάκρυνση του Στρατάρχη Λιστ, διοικητή της «Α» Ομάδας Στρατιών και του Στρατηγού Χάλντερ, αρχηγού του επιτελείου του ΟΚΗ.
Ο Στρατηγός Πάουλους στις 4 Οκτωβρίου, εξαπέλυσε και νέα γενική επίθεση. Με αυτήν καταφέρθηκε σφοδρό πλήγμα κατά του ισχυρότερου σημείου άμυνας του αντιπάλου, δηλαδή των τριών μεγάλων εργοστασίων του βορείου τμήματος της πόλεως, δηλαδή «Ερυθρός Οκτώβριος», «Οδόφραγμα» και «Εργοστάσιο Τρακτέρ». Η επίθεση διήρκεσε τέσσερις εβδομάδες, χωρίς να καταστεί και πάλι δυνατή η εκδίωξη των Ρώσων. Το εργοστάσιο «Ερυθρός Οκτώβριος» καταλήφθηκε, ενώ ο αγώνας στα άλλα δύο συνεχιζόταν μέσα σε αυτά.
Οι τελευταίες αντιστάσεις των Ρώσων κοντά στην όχθη του ποταμού Βόλγα φαίνονταν ακατάβλητες αλλά και η κατάσταση για τους Γερμανούς δεν ήταν δυνατόν να παραμείνει όπως είχε. Κατόπιν ο Στρατηγός Πάουλους γύρω στα τέλη Οκτωβρίου διέταξε την προπαρασκευή νέας τελικής επιθέσεως.
Στις 18 Νοεμβρίου η ολική εξάντληση και η έλλειψη πυρομαχικών επέβαλαν τη διακοπή του αγώνα. Τη νύκτα, έπαψαν οι πυροβολισμοί και οι εκρήξεις και οι αντίπαλοι άρχισαν όπως συνήθως να αποσύρουν τους τραυματίες τους. Την επομένη δεν επαναλήφθηκε η πάλη. ΄Ενας τρομερός πάταγος κάλυψε τη βοή της μάχης του Στάλινγκραντ. ΄Ηταν ο βροντερός φραγμός των δύο χιλιάδων πυροβόλων του Ρωσικού Στρατού, ο οποίος είχε αρχίσει την αντεπίθεση.
Η Κύκλωση της 11ης Στρατιάς
Ο Στρατάρχης Ζούκωφ, ανώτατος διοικητής των ρωσικών δυνάμεων στην Ουκρανία, με την ίδια ψυχραιμία που επέδειξε κατά τη μάχη της Μόσχας (αρνήθηκε να εμπλέξει τις σιβηριανές μεραρχίες μέχρι τη τελευταία στιγμή) διαφύλασε τις σχηματισμένες εφεδρείες, τηρώντας τις ενισχύσεις της αγωνιζόμενης στο Στάλινγκραντ 62ης Στρατιάς σε ένα τολμηρό κατώτατο επίπεδο. Σε όλο το κρίσιμο διάστημα 10 Σεπτεμβρίου-19 Νοεμβρίου στο Στάλινγκραντ, αποστάλησαν για ενίσχυση πέντε και μόνο μεραρχίες, οι οποίες μόλις επαρκούσαν για την κάλυψη των απωλειών, ενώ ανατολικά του Βόλγα υπήρχαν ανέπαφες και πλήρως συγκροτημένες μεγάλες δυνάμεις (500.000 άνδρες, 900 άρματα Τ-34, 320 μονάδες πυροβολικού, 115 συντάγματα κατιούσα). Στις δασωμένες εκτάσεις της περιοχής Σαράτωφ (βορειοανατολικά του Στάλινγκραντ) κατά την περίοδο αυτή συγκροτούνταν και εκπαιδεύονταν 27 νέες μεραρχίες πεζικού και 19 τεθωρακισμένες ταξιαρχίες, οι οποίες αποστέλονταν για συμπλήρωση της εκπαιδεύσεώς τους και απόκτηση πολεμικής πείρας εκ περιτροπής για βραχύ χρονικό διάστημα στον κεντρικό τομέα του μετώπου. Ταυτόχρονα, συμπληρώνονταν η οργάνωση και η συγκρότηση των μεγάλων σχηματισμών, οι οποίοι θα έπαιρναν μέρος στη μεγάλη ρωσική αντεπίθεση. Σ’ αυτήν προβλεπόταν να μετάσχουν τα εξής τέσσερα μέτωπα :
Μέτωπο Βορονέζ : Αντιστράτηγος Φ. Γκολίκωφ
Μέτωπο Νοτιοδυτικό : Αντιστράτηγος Ν. Βατούτιν
Μέτωπο Ντον : Αντιστράτηγος Κ. Ροκοσόφσκυ
Μέτωπο Στάλινγκραντ: Στρατηγός Α. Ερεμένκο
Τα παραπάνω περιλάμβαναν συνολικά 13 στρατιές και 11 ταχυκίνητα σώματα (ομάδες ταξιαρχιών και ταχυκίνητων μονάδων). Ο όγκος του προβλεπόμενου πυροβολικού ήταν πρωτοφανής και στις επιχειρήσεις θα ξαναεμφανιζόταν η ρωσική αεροπορία, που διέθετε ήδη νέους τύπους αεροσκαφών. Η απόδοση της βιομηχανίας δικαιολογούσε και τις πιο αισιόδοξες προβλέψεις. Τέλος, η χωρίς προηγούμενο δοκιμασία την οποία πέρασαν τα ρώσικα στρατεύματα είχε αυξήσει την ικανότητα και εμπειρία των στελεχών τους σε ικανοποιητικό βαθμό.
Η τεράστια γραμμή του νέου μετώπου (800 χιλιόμετρα Βορονέζ-Στάλινγκραντ και 500 χιλιόμετρα Στάλινγκραντ-Καύκασος) παρείχε την ευχέρεια της επιλογής κατάλληλου τομέα διασπάσεως. Οι διαβεβαιώσεις και αυταπάτες του Χίτλερ για ασφάλεια του αριστερού πλευρού των γερμανικών δυνάμεων που μάχονταν στο Στάλινγκραντ και στον Καύκασο βρίσκονταν ήδη στη σκληρή δοκιμασία της πραγματικότητας.
Τομείς διασπάσεως από τους Ρώσους επιλέχθηκαν και από τις δύο μεριές του Στάλινγκραντ στη γραμμή του μετώπου της 3ης (βόρεια) και της 4ης (νότια) Ρουμανικών Στρατιών.
Αυτό το πρωί της 19ης μέχρι της 22ης Νοεμβρίου, το γερμανορουμανικό μέτωπο διασπάσθηκε σε μήκος 80 χιλιομέτρων βόρεια και 50 χιλιομέτρων νότια του Στάλινγκραντ. Η πιο σοβαρή διάσπαση έλαβε χώρα στην περιοχή των λησμονημένων ρωσικών προγεφυρωμάτων στον Ντον, στις περιοχές Κλέτσκαγια και Σεραφείμοβιτς. Μέσα στα ρήγματα όρμησαν έξι ρωσικές στρατιές των Μετώπων Νοτιοδυτικού και Στάλινγκραντ, οι οποίες σάρωσαν κάθε αντίσταση και δημιούργησαν χάος στα μετόπισθεν των Γερμανών.
Η μόνη άξια λόγου εφεδρεία των Γερμανών πίσω από τη Ρουμανική Στρατιά, το 48ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού, αποδιοργανωμένο από τις οδομαχίες στο Στάλινγκραντ, δεν μπόρεσε, παρά τις απεγνωσμένες αντεπιθέσεις του να μεταβάλει την κατάσταση. Ενώ η 6η Στρατιά αγωνιζόταν στο Στάλιγκραντ να ανασυγκροτήσει τα πολύτιμα τεθωρακισμένα της και να αποσύρει από τα καπνίζοντα ερείπια και τους υπονόμους επίλεκτες μονάδες πεζικού, για την προστασία των πλευρών της, οι Ρώσοι πέτυχαν να φθάσουν πριν από τη μεγάλη γέφυρα του Κάλατς, την οποία και κατέλαβαν πριν ανατιναχθεί. Παρά την περιορισμένη ορατότητα, εξαιτίας χαμηλής νέφωσης και ομίχλης, οι ρωσικές φάλαγγες συνέχισαν την κίνησή τους και κατά τη νύκτα με αναμμένα τα φώτα των οχημάτων τους, σπέρνοντας τη σύγχυση και τον πανικό. Η συνένωση ελαφρών τμημάτων της 5ης Στρατιάς (Μέτωπο Ντον) και 51ης Στρατιάς (Μέτωπο Στάλινγκραντ) έγινε τις απογευματινές ώρες της 23ης Νοεμβρίου. Δε θα αργούσε ο σχηματισμένος λεπτός κλοιός να μεταβληθεί σε χαλύβδινο θανάσιμο βρόγχο για την 6η Στρατιά μέσα στο Στάλινγκραντ. Η αποφασιστική καμπή του πολέμου άρχιζε.
Προσπάθειες για τη Διάσπαση του Κλοιού. Το Τέλος της 6ης Στρατιάς.
Στις 21 Νοεμβρίου, η 6η Στρατιά, διατάχτηκε από το Χίτλερ να εγκατασταθεί με τη μορφή εχίνου μεταξύ Ντον και Βόλγα και να υπερασπίσει το «οχυρό Στάλινγκραντ». Την επομένη, ο Στρατηγός Πάουλους, με σήμα του, επεσήμανε τους κινδύνους τους οποίους αντιμετώπιζε ήδη και ζήτησε υπό ορισμένους όρους ελευθερία ενέργειας για την 6η Στρατιά. Η ομάδα Στρατιών «Β» συνηγόρησε στην αίτηση που υποβλήθηκε.
Σε αναμονή της σχετικής εγκρίσεως, η 6η Στραιά άρχισε να ανασυγκροτεί τις δυνάμεις της. Διέθετε πολύ ισχυρές (επίλεκτες) Μεγάλες Μονάδες, αν και αποδιοργανωμένες από τις οδομαχίες (22 μεραρχίες από τις οποίες 3 τεθωρακισμένες της 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς με 200 άρματα συνολικά).
Ο Χίτλερ, διαισθανόμενος ότι η αιτούμενη ελευθερία ενεργείας σήμαινε και εγκατάλειψη του «φρουρίου» Στάλινγκραντ, απάντησε αρνητικά. Στη λήψη της καταδικαστικής αποφάσεως για την τύχη της στρατιάς, συνέτεινε και η διαβεβαίωση του Στρατάρχου Γκαίρινγκ, ότι η αεροπορία θα μπορούσε να ανεφοδιάζει την 6η Στρατιά από τον αέρα με εφόδια 500 τόνων,από τα 700 που ζήτησε την ημέρα η στρατιά. Στο μεταξύ ο Χίτλερ είχε αναθέσει στον Στρατάρχη Μανστάιν τη διοίκηση της νέας Ομάδας Στρατιών, του Ντον, με αποστολή την απόκρουση της ρωσικής αντεπιθέσεως και αποκατάσταση της γραμμής του μετώπου.
Υπό τη διοίκησή του τέθηκαν οι 3η και 4η Ρουμανικές και 4η Τεθωρακισμένη Στρατιές, σε όποια κατάσταση τελούσαν και στις περιοχές που βρίσκονταν.
Από την εκτίμηση της καταστάσεως ο Στρατάρχης Μανστάιν (ο οποίος από στρατηγικούς συγγραφείς χαρακτηρίζεται ως ηγέτης που «δε θεωρούσε το εξαίρετο ως αδύνατο», «ως ο τρομερότερος αντίπαλος στρατηγός των συμμάχων»), συμπέρανε, ότι εξαιτίας της μεγάλης υπεροχής των Ρώσων σε δυνάμεις και μέσα δεν υπήρχε θέμα αποκαταστάσεως της γραμμής του μετώπου, αλλά σωτηρίας των στρατιών της δεξιάς πτέρυγας και κυρίως της 6ης της οποίας, εξαιτίας της ρευστότητας ακόμη της καταστάσεως, η τύχη ήταν μετέωρη μεταξύ της μεγάλης καμπής του Ντον και του Βόλγα ποταμού. Γνώρισε τα παραπάνω στον νέο επιτελάρχη του ΟΚΗ Στρατηγό Ζάιτσλερ και ζήτησε επειγόντως την αποστολή ισχυρών ενισχύσεων.
Τελικά, οι ενισχύσεις που στάλθηκαν υπήρξαν περιορισμένες. Παρ’ όλα αυτά αποφασίσθηκε η ενέργεια για διάσπαση του κλοιού γύρω από το Στάλινγκραντ και η απελευθέρωση της 6ης Στρατιάς.
Η επίθεση άρχισε στις 12 Δεκεμβρίου. Η 3η Τεθωρακισμένη Ρωσική Στρατιά, που προσβλήθηκε αιφνιδιαστικά, συμπτύχθηκε βόρεια του ποταμού Αξάι, με σοβαρές απώλειες (111 άρματα). Οι Ρώσοι, αφού αντιλήφθηκαν τις γερμανικές προθέσεις συγκέντρωσαν πριν την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά τον όγκο των πυρών πυροβολικού και ενήργησαν επιθέσεις κατά του πλευρού με τα 13ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού και 3ο Σώμα Στρατού της Φρουράς, οι οποίες μετά από σκληρό αγώνα αποκρούσθηκαν.
Στις 17 Δεκεμβρίου το 57ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού πέρασε βίαια τον ποταμό Μίτσκοβα, τελευταίο υδάτινο κώλυμα πριν από το Στάλινγκραντ. Διάνυσε 130 χιλιόμετρα και ήδη βρισκόταν σε απόσταση 48 χιλιομέτρων από την πόλη.
Η κατάσταση δυτικά του Ντον κατά τον παραπάνω χρόνο εξελισσόταν δυσμενώς για τους Γερμανούς και έτσι η αναμενόμενη υποβοήθηση από το 48ο Τεθωρακισμένο Σώμα Στρατού δεν ήταν δυνατή για ένα τελευταίο άλμα προς το Στάλινγκραντ.
Ο Στρατάρχης Πάουλους, διοικητής της 6ης Στρατιάς, παρά τις επίμονες παροτρύνσεις του Μανστάιν δίσταζε να διατάξει την ενέργεια εξόδου προς τα δυτικά, εφόσον ο Χίτλερ επέμενε στην απόφασή του να μην εγκαταλειφθεί το Στάλινγκραντ. Διατηρούσε άλλωστε επιφυλάξεις στη δυνατότητα επιτυχίας μιας τέτοιας ενέργειας, εξαιτίας ελαττώσεως της ευκινησίας της Στρατιάς και την απωλειών της. Τελικά, ο Στρατηγός Πάουλους ανέφερε στον Μανστάιν, ότι τα καύσιμα δεν ήταν επαρκή για την κίνηση προς συνένωση (η 6η Στρατιά διέθετε καύσιμα για 30 χιλιόμετρα), ενώ απαιτούνταν καύσιμα για 48 χιλιόμετρα.
Προσπάθεια για να μεταπεισθεί ο Χίτλερ, από τον Μανστάιν, και να εγκρίνει τη σύμπτυξη από το Στάλιγκραντ της 6ης Στρατιάς, κατέληξε σε κατηγορηματική άρνηση. Κατόπιν αυτού η καταδίκη της 6ης Στρατιάς είχε υπογραφεί από το Χίτλερ και η εκτέλεση της αποφάσεως (με μέριμνα των Ρώσων) ήταν απλά ζήτημα χρόνου.
Ο ανεφοδιασμός από τον αέρα υπήρξε ελλιπής (94,16 τόνοι την ημέρα, αντί των 500 που είχαν υποσχεθεί και 700 περίπου που είχαν αιτηθεί), παρά τις σχετικά μεγάλες απώλειες της Λουφτβάφε (488 αεροσκάφη σε διάστημα 70 ημερών-1.000 άνδρες).
Στο μεταξύ η επίθεση των Ρώσων που εκδηλώθηκε (Μέτωπα Βορονέζ και Νοτιοδυτικά) στον τομέα της 8ης Ιταλικής Στρατιάς επέφερε την πλήρη κατάρρευση του μετώπου. Γύρω στο τέλος Δεκεμβρίου διαγραφόταν ο κίνδυνος ανακαταλήψεως του Ροστώβ από τους Ρώσους και αποκοπής όλων των ανατολικά του Ντον γερμανικών δυνάμεων (4η Τεθωρακισμένη Στρατιά-Ομάδα Στρατιών «Α». Ο Στρατάρχης Μανστάιν, αναγκάσθηκε να διατάξει την επάνοδο των τμημάτων στις προηγούμενες θέσεις τους. ΄Ηδη, η παράταση του αγώνα της 6ης Στρατιάς δεν πήγαζε από την αβέβαιη έστω ελπίδα να βοηθηθεί. ΄Ηταν απλά έργο υπέρτατης θυσίας για χάρη της σωτηρίας των άλλων στρατιών.
Η 6η Στρατιά συνέχισε και μετά τη διάλυση των συμμαχικών στρατιών να απασχολεί μεγάλο αριθμό ρωσικών δυνάμεων και να απαγορεύει τον άξονα Στάλινγκραντ-Ροστώβ στις στρατιές των Μετώπων Ροκοσόφσκυ και Ερεμένκο.
Χάρη στην αντίσταση της 6ης Στρατιάς κατόρθωσε τελικά η Ομάδα Στρατιών «Α» μετά από σκληρή πάλη με το χρόνο, μέσα στην απεραντοσύνη του χώρου, να διαφύγει από τον Καύκασο πριν αποκοπεί τελείως η δίοδος του Ροστώβ. Επιτεύχθηκε επίσης η σύμπτυξη προς τα δυτικά των αποδεκατισμένων στρατιών της Ομάδας τον Ντον κατά τρόπο ικανοποιητικό, παρά τις αφόρητες συνθήκες που είχαν δημιουργηθεί για τις δυνάμεις των Γερμανών. Μετά από τα παραπάνω η απονομή της στραταρχικής ράβδου στον Διοικητή της 6ης Στρατιάς από τον Χίτλερ, υπήρξε πράξη δικαιοσύνης.
Η τελική επίθεση κατά της 6ης Στρατιάς, άρχισε στις 10 Ιανουαρίου, μετά την απόρριψη των προτάσεων συνθηκολογήσεως των Ρώσων. Της επιθέσεως προηγήθηκε έντονη προπαρασκευή πυροβολικού κατά την οποία, σε λίγες ώρες, από 34 συντάγματα πυροβολικού καταναλώθηκαν 3.400 τόνοι βλημάτων.
Στις 2 Φεβρουαρίου καθετί είχε λήξει για τους Γερμανούς στον ισθμό μεταξύ Ντον και Βόλγα. Η 6η Στρατιά είχε εκμηδενισθεί και έπαψε να υφίσταται και στο χάρτη καταστάσεως του Χίτλερ στο Ράστεμπουργκ, όπου είχε μεταφερθεί και πάλι το στρατηγείο του. ΄Ολοι οι στρατηγοί-διοικητές των μεγάλων μονάδων-με τον στρατάρχη, διοικητή της 6ης Στρατιάς, ήταν αιχμάλωτοι των Ρώσων.
Η πτώση του Στάλινγκραντ επέφερε ανατροπή της στρατηγικής στάσεως των αντιπάλων στο Ανατολικό μέτωπο. Ο Ρωσικός Στρατός από τότε ανέλαβε την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων την οποία διατήρησε βασικά μέχρι τη συνθηκολόγηση της Γερμανίας. Η καταστροφή της 6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ υπήρξε μεγάλη καμπή του πολέμου.
Αποτελέσματα
Οι Γερμανικές Απώλειες.
Οι απώλειες των Γερμανών και των Συμμάχων τους μέσα στην πόλη του Στάλινγκραντ από τις 23 Νοεμβρίου 1992 (ημέρα ενάρξεως της πολιορκίας) μέχρι τις 2 Φεβρουαρίου 1943 (ημέρα καταπαύσεως του πυρός), ήταν :
Νεκροί : 160.000, από τους οποίους 110.000 Γερμανοί.
Τραυματίες (που διακομίσθηκαν αεροπορικά) : 25.000-30.000.
Αιχμάλωτοι : 91.000, μεταξύ των οποίων 1 στρατάρχης και 23 στρατηγοί.
Η Εκμηδένιση της 6ης Στρατιάς :
Το μέγεθος της συμφοράς των Γερμανών γίνεται αμέσως αντιληπτό με απλό βλέμμα στο μακρύ κατάλογο των Μεγάλων Μονάδων που εκμηδενίσθηκαν (καταστράφηκαν ολοκληρωτικά) στο Στάλινγκραντ, και που συνοπτικά έχει ως εξής :
Το Στρατηγείο της 6ης Στρατιάς
Τα Στρατηγεία πέντε Σωμάτων Στρατού (4ο-8ο-11ο-51ο ΣΣ και 14ο Τεθωρ. ΣΣ).
13 γερμανικές μεραρχίες πεζικού.
3 γερμανικές μεραρχίες τεθωρακισμένων (200 άρματα).
3 γερμανικές μεραρχίες μηχανοκίνητες.
2 ρουμανικές μεραρχίες (1 πεζικού-1 ιππικού).
1 μεραρχία κυνηγών.
1 μεραρχία αντιαεροπορικού.
1 σύνταγμα Κροατών.
7 συντάγματα πυροβολικού συν μοίρα ερπυστριοφόρου πυροβολικού.
6 μοίρες Α/Α πυροβολικού, 2 συντάγματα πυραύλων (NEBELWERFER).
Τάγματα μηχανικού.
Οι Απώλειες των Υπόλοιπων Στρατιών.
Η κατάσταση, κατά τη διάρκεια της πολιορκίας, εκτός του Στάλινγκραντ, για τους Γερμανούς δεν ήταν η καλύτερη και για τους συμμάχους τους μάλιστα ήταν τραγική. Κατά τη μεγάλη αντεπίθεση των Ρώσων το πρώτο πλήγμα καταφέρθηκε κατά των δύο ρουμανικών στρατιών (3ης και 4ης) από τις δύο μεριές του Στάλινγκραντ. Το μέτωπο αρχικά διασπάσθηκε και στη συνέχεια κατά τους αγώνες που επακολούθησαν, το μισό του αριθμού των μεραρχιών τους περίπου διαλύθηκε. Πριν από το τέλος της πολιορκίας του Στάλινγκραντ και οι δύο ρουμάνικες στρατιές έπαψαν να υπάρχουν.
Στη συνέχεια, κατά σειρά, επλήγησαν η 8η Ιταλική και η 2η Ουγγρική Στρατιά. Η συμπεριφορά τους, για διάφορους λόγους (ανεπαρκής εκπαίδευση-ακαταλληλότητα οπλισμού κτλ.) υπήρξε, συγκρινόμενη με τη στάση των ρουμανικών πιο απογοητευτική. Μετά από σύντομο αγώνα και παρά την επέμβαση των γερμανικών μεραρχιών της «Β» Ομάδας Στρατιών, διαλύθηκαν τελείως.
Οι γερμανικές στρατιές εκτός του κλοιού (2η Στρατιά- 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά- Απόσπασμα Στρατιάς Χόλιντ) υπέστησαν, επίσης, σοβαρές απώλειες. Οπωσδήποτε κατόρθωσαν να συμπτυχθούν με επιτυχία προς τα δυτικά, με την Ομάδα Στρατιών «Α» χάρη στην παράταση της αντιστάσεως της πολιορκημένης στο Στάλινγκραντ 6ης Στρατιάς.
Οι Βαθύτερες Συνέπειες από την Καταστροφή.
Θα πρέπει να αναφερθούν και οι ψυχοπνευματικές (ηθικές) ζημιές, τις οποίες υπέστησαν οι Γερμανοί ως συνέπεια της ήττας τους, στο Στάλινγκραντ.
Οι υλικές γρήγορα αποκαθίστανται και καμιά φορά μέσα σ’ αυτήν τη γενιά. Οι ηθικές ζημιές αντίθετα παραμένουν ως τραύματα στη συνείδηση του έθνους για πολύ και για την εξάλειψή τους, θα πρέπει να περάσουν πολλές γενιές.
Διαπιστώσεις – Συμπεράσματα
Η Διεκδίκηση της Πρωτοβουλίας των Επιχειρήσεων: Εξαιτίας της πικρής εμπειρίας από το προηγούμενο έτος, η Ρωσική Στρατιωτική Ηγεσία επιδίωξε να έχει κατά το 1942, την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων. Γι’ αυτό, με την έναρξη της θερινής περιόδου, αφού προκατέλαβε τους Γερμανούς, επιτέθηκε πρώτη κατά τον άξονα Βορονέζ-Χαρκόβ. Η παράλογη επιμονή του Στρατάρχη Στάλιν για τη συνέχιση της επιθέσεως που απέτυχε επέφερε τη συντριβή των ρωσικών στρατιών του Τιμοσένκο, με αποτέλεσμα την ταχεία στη συνέχεια προέλαση των Γερμανών μέχρι τον Καύκασο.
Οι Ρώσοι ανέκτησαν και πάλι την πρωτοβουλία των επιχειρήσεων μόνο κατά την καταστροφή των γερμανών στο Στάλινγκραντ, ως συνέπεια των σφαλμάτων του Αδόλφου Χίτλερ.
Το Γερμανικό Σχέδιο Επιχειρήσεων : Η σύνταξη του Σχεδίου συνεχίσεως των επιθετικών επιχειρήσεων, στο Ανατολικό Μέτωπο (Σχέδιο BLU), άρχισε από το Νοέμβριο 1941, βάσει των στρατηγικών ιδεών του Χίτλερ. Επειδή όμως το επιτελείο της Ανώτατης Διοικήσεως του Στρατού (ΟΚΗ) δεν είχε μυηθεί σ’ αυτές, τελικά, ο Χίτλερ και το ΟΚΗ απέβλεπαν σε διάφορους σκοπούς. Το ΟΚΗ κατά τη μελέτη και σύνταξη του σχεδίου απέβλεπε στην κυριαρχία επί του ισθμού μεταξύ Ντον και Βόλγα και την κατάληψη του Στάλινγραντ, θέσεων μακροχρόνιας στρατηγικής σημασίας. Για το Χίτλερ όμως, η προώθηση μέχρι το Στάλινγκραντ αποτελούσε το πρώτο βήμα για την επίτευξη της αναφερόμενης «Μεγάλης Λύσεως». Στο σχέδιο που συντάχθηκε, τελικά, από το ΟΚΗ, καθοριζόταν συνέχιση προς τον Καύκασο (Τελικού Σκοπού) μετά από την κατάληψη του Στάλινγκραντ. Κατά τη διεξαγωγή όμως των επιχειρήσεων, έντονες παρορμήσεις ώθησαν το Χίτλερ στο να διατάξει ταυτόχρονη επίθεση, σε αποκλίνουσες κατευθύνσεις, για κατάληψη συγχρόνως και των δύο σκοπών που αναφέρθηκαν. Συνέπεια του βασικού αυτού σφάλματος, υπήρξε η καταστροφή.
Η Ασφάλεια Ελιγμού : Η προώθηση της δεξιάς πτέρυγας σε τεράστιο βάθος, προς κατάληψη του Καυκάσου, χωρίς ταυτόχρονη επιβοηθητική έστω προσπάθεια στο κέντρο αποτελούσε ανορθόδοξη ενέργεια και μη ανεκτό νεωτερισμό για την τόσο σεβαστή πρωσική παράδοση. Ο Χίτλερ καθησύχασε τους φόβους τους για ενδεχόμενη προσβολή της μάζας ελιγμού από το πλευρό, με τη διαβεβαίωση ότι οι στρατιές των συμμάχων, θα καταλάμβαναν θέσεις πίσω από το κώλυμα του ποταμού Ντον και ότι η 6η Στρατιά με την 4η Τεθωρακισμένη Στρατιά θα παρέμεναν στην περιοχή μεταξύ Ντον και Βόλγα για την πλήρη εξασφάλιση του αριστερού πλευρού. Οπωσδήποτε, βάσει του σχεδίου, η προώθηση προς τον Καύκασο θα γινόταν μετά την κατάληψη του Στάλινγκραντ. Δεν ελήφθησαν υπόψη, εξαιτίας ακατανόητης υποτιμήσεως του αντιπάλου :
Η ευκαιρία, η οποία δινόταν στους Ρώσους , να πλήξουν από το αριστερό πλευρό (τεράστιο ανάπτυγμα)
Οι περιορισμένες δυνατότητες των συμμάχων τους να αμυνθούν απέναντι στους Ρώσους, για τις ικανότητες των οποίων είχαν διαφορετική γνώμη από τους Γερμανούς.
Η περιορισμένη αξία του Ντον ως κώλυματος.
Κυρίως όμως, η περίπτωση αποκτήσεως της πρωτοβουλίας, όπως συνέβη μετά την εμπλοκή της 6ης Στρατιάς στο Στάλινγκραντ και την αποτελμάτωση των επιχειρήσεων στον Καύκασο.
Το Ρωσικό Σχέδιο Αντεπιθέσεως : Οι Ρώσοι επωφελήθηκαν αρκετά κατά τους υποχωρητικούς αγώνες τους από τα σφάλματα των Γερμανών. Με μεγάλη επιδεξιότητα αντάλλαξαν το χώρο με το χρόνο, ο οποίος τους ήταν πολύ απαραίτητος για τη συγκέντρωση των απαιτούμενων εφεδρειών. Κατόρθωσαν, τελικά, να προσελκύσουν τους Γερμανούς σε πολύ κατάλληλους χώρους για άμυνα απέναντι σε πιο δυνατό εχθρό (στα στενά και στις διαβάσεις του Καυκάσου και στα οικοδομικά τετράγωνα από μπετόν και τους δαιδαλώδεις υπονόμους του Στάλινγκραντ.Οσο χρόνο ο Γερμανικός Στρατός που ήταν ανώτερης ποιοτικής αξίας επιδιδόταν σε αγώνα τριβής, οι Ρώσοι συγκέντρωναν τις εφεδρείες τους για την αντεπίθεση. Το σχέδιο αντιπιθέσεως (επιχείρηση «Ουρανός») ήταν απλό και απόλυτα προσαρμοσμένο προς την υπάρχουσα κατάσταση. Θα προσβάλλονταν οι ασθενείς συμμαχικές στρατιές από τις δύο μεριές του Στάλινγκραντ, για τη δημιουργία των απαραίτητων ρηγμάτων και θα επακολουθούσε η κύκλωση της ισχυρής 6ης Στρατιάς (εμπλεγμένη σε μεγάλο βάθος στο Στάλινγκραντ), της οποίας η εκμηδένιση υπήρξε και ο σκοπός της αντεπιθέσεως. Για την εκτόξευση της αντεπιθέσεως, επιλέχθηκε όχι μόνο ο κατάλληλος χώρος, αλλά και ο χρόνος. Οι Ρώσοι εξαπέλυσαν τις στρατιές τους όταν οι γερμανικές μεραρχίες έφθασαν στο όριο εξαντλήσεως στο Στάλινγκραντ.
Εφεδρείες : Ο Χίτλερ τη διέλυσε και σκόρπισε τις μεραρχίες της για να χρησιμοποιηθούν στους διαφόρους τομείς του μετώπου. Τήρησε το Διοικητή της, Στρατάρχη Μανστάιν μαζί με το επιτελείο της στρατιάς σε εφεδρεία. Οι Ρώσοι, αντίθετα, όλο το διάστημα της υποχωρήσεώς τους προς τα ανατολικά συνέχισαν τη συγκέντρωση εφεδρείας και παρά το κρίσιμο του αγώνα στο Στάλινγκραντ, απέφυγαν την πρόωρη εμπλοκή σημαντικών τμημάτων της.
Οι Επεμβάσεις του Χίτλερ:
Η πρώτη επέμβαση σημειώθηκε κατά την επίθεση προς το Βαρονέζ, οπότε ο Στρατάρχης Μποκ θέλησε να συνεχίσει την προέλαση προς το Στάλινγκραντ με τις στρατιές των Τεθωρακισμένων και να τηρήσει πίσω την 6η Στρατιά για την αντιμετώπιση του Μετώπου του Βατούτιν. Ο Χίτλερ τον απέπεμψε, με αποτέλεσμα να αφεθούν νότια του μέσου ρου του Ντον σημαντικά ρωσικά προγεφυρώματα.
Η σοβαρότερη επέμβαση (σφάλμα) υπήρξε η υπαγωγή της ενισχυμένης 4ης Τεθωρακισμένης Στρατιάς από την «Α» Ομάδα Στρατιών, έστω και πρόσκαιρα και η στροφή της προς Ροστώβ.
Αποτελέσματα της ενέργειας αυτής ήταν:
Η επιβράδυνση της προελάσεως προς το Στάλινγκραντ.
Η απερίγραπτη συμφόρηση των δρομολόγιων προς Ροστώβ και η επιβράδυνση της προελάσεως προς τον Καύκασο.
Οι μετέπειτα επεμβάσεις του Χίτλερ υπήρξαν επίσης πολύ βλαπτικές. Από αυτές, η πιο σοβαρή αναφέρεται στην απαγόρευση της συμπτύξεως της 6ης Στρατιάς από το Στάλινγκραντ, για λόγους γοήτρου.
Διοίκηση : Πολύ σοβαρή επίδραση στην εξέλιξη των επιχειρήσεων είχε λανθασμένη οργάνωση της διοικήσεως των στρατιών της νότιας πτέρυγας. Το θέμα γενικά της διοικήσεως περιπλεκόταν ακόμη περισσότερο από τις επεμβάσεις του Χίτλερ, συνέπεια πολλών έντονων παρορμήσεών του και εκρηκτικών μεγαλοφυών του συλλήψεων. Ο Χίτλερ, μην έχοντας επαρκή εμπιστοσύνη ακόμη και στους Στρατάρχες του, φρόντιζε, όπως στην 6η Στρατιά, να βρίσκεται στο στρατηγείο τους, αξιωματικός που θα διαθέτει επαφή απευθείας μ΄αυτόν. Με αυτόν τον τρόπο πληροφορούνταν τις αποφάσεις τους και η επέμβασή τους ήταν άμεση και γρήγορη. Αντίθετα, οι Ρώσοι, στο θέμα της διοικήσεως υπήρξαν πιο εύκαμπτοι, επινοητικοί και πρωτότυποι. Έθεσαν τις μεραρχίες τους απευθείας υπό τη διοίκηση των στρατιών και με το συντονισμό των επιχειρήσεων και τη λήψη ταχείας αποφάσεως στο στρατηγικό πλαίσιο.
Συνταύτιση των Προσπαθειών : Στο Στάλινγκραντ, η συνταύτιση των προσπαθειών, κατά τις οδομαχίες αποκλειόταν. Αλλά και αργότερα, κατά την απόπειρα απελευθερώσεως της 6ης Στρατιάς, εξαιτίας συνεχούς κακοκαιρίας, δεν ήταν δυνατή η επέμβαση της αεροπορίας. Μετά από αυτό, τα πάντζερς υπό τη διοίκηση του Στρατηγού Χοθ δεν μπόρεσαν να σπάσουν τον κλοιό γύρω από την 6η Στρατιά. Αυτό ήταν προμήνυμα του επερχόμενου τέλους των θριάμβων των γερμανικών αρμάτων. Κατά τον Μπάγιερ (Bayer), «τα γερμανικά τεθωρακισμένα θα πέθαιναν την ημέρα κατά την οποία η Λουφτβάφε θα έχανε την κυριαρχία της στις ερυθρές πτέρυγες».
Αγώνες σε Κατοικημένους Τόπους : Η αξία των κατοικημένων τόπων, ως χώρου άμυνας, εναντίον υπέρτερων εχθρικών δυνάμεων, καταφάνηκε στο Στάλινγκραντ, με συνέπεια την από τότε σπουδή τους ως ιδιαίτερης μορφής αγώνων. Τα συμπεράσματα και διδάγματα από τη θανάσιμη πάλη των δυο αντιπάλων που έγινε αναφέρονται ήδη στα εγχειρίδια και τους στρατιωτικούς κανονισμούς και δεν υπάρχει ανάγκη επαναλήψεώς τους. Οι Γερμανοί παρασύρθηκαν σε πολύνεκρους αγώνες στο Στάλινγκραντ, για τους οποίους δεν ήταν προετοιμασμένοι. Εξαιτίας των μεγάλων απωλειών και της αποδιοργανώσεως των δυνάμεών τους στο Στάλινγκραντ, δεν μπόρεσε στη συνέχεια να γίνει χρήση των προσφερόμενων ευρέων δυνατοτήτων της μεγάλης καμπής του Ντον, για τη διατήρηση της πρωτοβουλίας και συντριβή του Ρωσικού Στρατού.
Το Στάλινγκραντ ως Ιστορικό Γεγονός.
Από τις πρώτες μέρες της επιθέσεως απέκτησε συμβολική σημασία, αρχικά μεν για τους αντιμαχόμενους, στη συνέχεια δε για ολόκληρο τον κόσμο. Σε αναμονή της εκβάσεως της μάχης ήταν αμφισβητίσιμη η ρώσικη θέληση για αντίσταση, αλλά και η μέχρι τότε εντύπωση που είχε δημιουργηθεί (για ορισμένους η πεποίθηση) για το αήττητο του Γερμανικού Στρατού του Γ΄ Ράιχ.
«Ο αγώνας των πολιορκουμένων Γερμανών στο Στάλινγκραντ» γράφει ο Στρατάρχης Μανστάιν «αποτελεί ιστορικό απερίγραπτων δοκιμασιών και βασάνων, τις οποίες υπέστησαν. Τερματίσθηκε μέσα σε απόγνωση και μνησικακία, δικαιολογημένη, εκείνων των οποίων η εμπιστοσύνη εξαπατήθηκε». Η ιστορία ουδέποτε δικαίωσε ηγήτορα (στην περίπτωση αυτή το Χίτλερ) που θυσίασε τους κατωτέρους του, όταν δεν ήταν πια σε θέση να πολεμήσουν.
Οι Ρώσοι απέδωσαν την περίφανη νίκη τους στο Στάλινγκραντ στους γενναίους υπερασπιστές του και κυρίως στους απλούς κατοίκους της πόλεως (εργάτες των εργοστασίων κυρίως), οι οποίοι πολέμησαν συνεχώς στις οδούς και τα εργοστάσια, αλλά και κάτω απ΄ αυτά στα υπόγεια και τους υπονόμους, εναντίον του άνθους του Γερμανικού Στρατού με αποφασιστικότητα, επιδεξιότητα και πείσμα. Με ακλόνητη θέληση να μην εγκαταλείπουν την πόλη τους, επαναλαμβάνοντας για 80 ημέρες και νύκτες συνέχεια μεταξύ τους τη φράση που είχε καταστεί σύνθημά τους: Ο Βόλγας έχει μόνο μία όχθη.
Τέλος, για τους Ρώσους το Στάλινγκραντ υπήρξε η μεγαλύτερή τους νίκη, όπως, ίσως, για τους Γερμανούς η μεγαλύτερη ήττα στην ιστορία τους. Για την παγκόσμια ιστορία υπήρξε σίγουρα μια από τις μεγαλύτερες μάχες όλων των εποχών.
Πηγή: Θέματα Στρατιωτικής Ιστορίας, Αβέρωφ