Σχης (ΜΧ) Παναγιώτης Σπυρόπουλος
Πτυχιούχος του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (Ε.Κ.Π.Α.)
Αν θα θέλαμε ν’ απομονώσουμε τα καταλυτικότερα αλλά και αντιφατικότερα όσον αφορά την μετέπειτα εθνική μας πορεία, στιγμιότυπα του 20ου αιώνα, ανεπιφύλακτα θα στεκόμασταν σε δύο μάχες στις οποίες, σημειωτέον, ο ΕΣ δεν ηττήθηκε: του Σαγγαρίου και του υψώματος 731.
Χωρίς υπερβολή από τις μετέπειτα εξελίξεις νομιμοποιούμαστε να τα εκλαμβάνουμε εθνικά ως ιστορικές τομές: η πρώτη σήμανε τον ξεριζωμό του Μικρασιατικού ελληνισμού από τις προαιώνιες εστίες του˙ η δεύτερη όπως θ’ αναλύσουμε παρακάτω την αρχή του τέλους για τον Άξονα και την συνεπακόλουθη αλλαγή του ρου της ιστορίας του Β΄ΠΠ. Δεν είναι άλλωστε διόλου τυχαία και η αποτύπωση και των δύο αυτών μαχών στο Μνημείο του Αγνώστου Στρατιώτου….
Η Πολιτικο-στρατιωτική Κατάσταση τις Παραμονές της Ιταλικής Επιθέσεως
Ως τον Οκτώβριο του1940, η Γερμανία,>είχε θέσει ήδη υπό τον έλεγχό της το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης: την Αυστρία, το Βέλγιο, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, την Τσεχοσλοβακία, την Δανία (η οποία παραδόθηκε με την απλή εμφάνιση ενός γερμανού δικυκλιστή), την Νορβηγία (η οποία παραδόθηκε «επί πίνακι» στον Άξονα από τον δοσίλογο πρωθυπουργό της Κουίσλιγκ) και την Πολωνία (η οποία είχε διαμελισθεί από τους συμμάχους τότε Σοβιετικούς και Γερμανούς σύμφωνο Ρίμπεντροπ-Μολότωφ 23/8/39)1 . Εξάλλου η Φινλανδία μετά από επική αντίσταση εναντίον των Σοβιετικών, υπέκυψε και αυτή. Η Βρετανία, η οποία είχε κατορθώσει να περισώσει μετά την καταστροφή της Δουνκέρκης το έμψυχο μόνο υλικό του εκστρατευτικού σώματος στην- επίσης καταληφθείσα από τους Ναζί- Γαλλία, ήταν υπό καθεστώς πολιορκίας. Η Luftwaffe την βομβάρδιζε ανηλεώς, και ο κίνδυνος εισβολής στο μητροπολιτικό της έδαφος, παρ’ όλη την αντίστασή της, δεν είχε πλήρως αποσοβηθεί.
Οι ΗΠΑ δεν είχαν ακόμη αναμειχθεί στη σύρραξη. Ο Πρόεδρος Ρούσβελτ είχε καθορίσει στις 12 Οκτ 1940 τις δύο βασικές αρχές της εξωτερικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών: την προάσπιση με τις αμερικανικές δυνάμεις ολοκλήρου του Δυτικού Ημισφαιρίου και την συνέχιση της παροχής κάθε είδους βοήθειας προς τη Βρετανία, εκτός από την αποστολή στρατευμάτων. Η είσοδος της Αμερικής στον πόλεμο θα είχε ως επακόλουθο την εφαρμογή του Τριμερούς Συμφώνου, που είχε υπογραφεί μεταξύ Γερμανίας, Ιταλίας και Ιαπωνίας στις 27 Σεπ 1940 στο Βερολίνο, και τη γενίκευση της συρράξεως σε ολόκληρη σχεδόν την υδρόγειο.
Παράλληλα, ο Χίτλερ κατέστρωνε το πλέον μεγαλεπήβολο από τα σχέδιά του – την εισβολή στον σύμμαχό του: την Σοβιετική Ένωση. Άλλωστε όπως κυνικότατα υποστήριζε οι συμφωνίες συνάπτονται για να καταπατώνται. Το φασιστικό καθεστώς της Ρώμης>όμως δεν είχε ανάλογες επιτυχίες να επιδείξει, και ο Μουσολίνι>χρειαζόταν επειγόντως μια γρήγορη και αποφασιστική νίκη, ώστε να ενισχύσει το κύρος του. Η Ελλάδα φάνταζε ιδανικός στόχος, καθώς θα εξυπηρετούσε τα ιταλικά επεκτατικά σχέδια για απόλυτη κυριαρχία στη Μεσόγειο.>Εξάλλου, ουδέποτε σχεδόν, κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα οι ελληνοϊταλικές σχέσεις υπήρξαν αρμονικές: από την κατάληψη των Δωδεκανήσων έως την διφορούμενη πολιτική της Ιταλίας έναντι της ελληνικής απόβασης στη Σμύρνη και από τον βομβαρδισμό της Κέρκυρας έως τη σταθερή υποστήριξη των αλβανικών θέσεων για την Βόρειο Ήπειρο, η Ρώμη δεν άφηνε καμία αμφιβολία ότι θεωρούσε την Αθήνα περιφερειακό της αντίπαλο.>Μοιραία λοιπόν μετά από σωρεία αιματηρών προκλήσεων, κήρυξε τον πόλεμο στην Ελλάδα στις 28 Οκτωβρίου 1940.
Ο Γκράτσι
Ειδικότερα η κατάσταση στα Βαλκάνια είχε ως εξής:
-Η πολιτική της Γιουγκοσλαβίας, όπως ήδη εμφανιζόταν, ήταν μάλλον φιλοαξονική.
-Η Ρουμανία είχε παραιτηθεί, από το θέρος του 1940, από την αγγλική εγγύηση και είχε εκδηλώσει την πρόθεση να συνεργαστεί πολιτικά με την Ιταλία και τη Γερμανία.
-Η Βουλγαρία ασκούσε εφελκυστική και καιροσκοπική πολιτική.
-Το Βαλκανικό Σύμφωνο δεν είχε εφαρμογή στην περίπτωση ιταλο-ελληνικής συρράξεως ενώ το διμερές Ελληνο-Τουρκικό Σύμφωνο και ιδιαίτερα αυτό της «Εγκάρδιας Συνεννοήσεως» της 14ης Σεπ 1933, είχαν σύμφωνα με τις ελληνικές αντιλήψεις πλήρη την εφαρμογή τους σε περίπτωση επεμβάσεως της Βουλγαρίας. Η στάση όμως της Τουρκίας ήταν άγνωστη.
Η συνδρομή της Βρετανίας, μετά τις εγγυήσεις της 13ης Απριλίου 1939, θεωρούνταν βέβαιη, αλλά μάλλον περιορισμένη, εξαιτίας των σοβαρών προβλημάτων που αντιμετώπιζε και η ίδια.
Μνημειώδης ως προς την τραγικότητα των στιγμών αλλά και απολύτως ανάγλυφη της ζοφερής πραγματικότητας που βίωνε ο ελληνισμός, αποτελεί η Ανακοίνωση του Πρωθυπουργού Ι. Μεταξά προς τους ιδιοκτήτες και αρχισυντάκτες του Αθηναϊκού Τύπου: «Ομολογώ ότι εμπρός εις την φοβεράν ευθύνην της αναμίξεως της Ελλάδος εις τέτοιον μάλιστα πόλεμον, έκρινα πώς καθήκον μου ήτο να δω εάν θα ήτο δυνατόν να προφυλάξω τοv τόπον από αυτόν έστω και διά παντός τρόπου, ο οποίος όμως θα συμβιβάζετο με τα γενικώτερα συμφέροντα του Έθνους. Εις σχετικάς βολιδοσκοπήσεις προς την κατεύθυνσιν τον Άξονος μου έδόθη να εννοήσω σαφώς ότι μόνη λύσις θα μπορουσε να είναι μία εκουσία προσχώρησιν της Ελλάδος εις την "Νέαν Τάξιν"…. Συγχρόνως όμως μου εδόθη να εννοήσω ότι η ένταξις εις την Νέαν Τάξιν προϋποθέτει προκαταρκτικήν άρσιν όλων των παλαιών διαφορών με τους γείτονάς μας, και […..] αυτό θα συνεπήγετο …. θυσίας τινάς διά την Ελλάδα, ……. Φυσικά με πάσαν περίσκεψιν και ανεπισήμως επεδίωξα δι' όλων των μέσων να κατατοπισθώ συγκεκριμένως ποίαι θα ήσαν αι θυσίαι αυταί, με τας οποίας η Ελλάς θα έπρεπε να πληρώση την ατίμωσιν της εξ ιδίας θελήσεως προσφοράς της να υπαχθή υπό την Νέαν Τάξιν.>……… Όταν επέμεινα να κατατοπισθώ, ……μάς εδόθη να καταλάβωμεν ότι τούτο συνίστατο εις μερικάς ικανοποιήσεις προς την Ιταλίαν δυτικώς μέχρι Πρεβέζης, ίσως και προς την Βουλγαρίαν ανατολικώς μέχρι Δεδεαγάτς (Αλεξανδρούπολη). Δηλαδή θα έπρεπε διά να αποφύγωμεν τov πόλεμον, να γίνωμεν εθελονταί δούλοι και να πληρώσωμεν αυτήν την τιμήν.....με το άπλωμα του δεξιού χεριού της Ελλάδος προς ακρωτηριασμόν από την Ιταλίαν και του αριστερού προς ακρωτηριασμόν από την Βουλγαρίαν.
Φυσικά δεν ήτo δύσκολον να προβλέψη κανείς ότι εις μίαν τοιαύτην περίπτωσιν οι Άγγλοι θα έκοβαν και αυτοί τα πόδια της Ελλάδος. Και με το δίκαιόν των. Κυρίαρχοι πάντοτε της θαλάσσης δεν θα παρέλειπον, υπερασπίζοντες πλέον τον εαυτόν των, έπειτα από μίαν τοιαύτην αυτοδούλωσιν της Ελλάδος εις τους εχθρούς των να καταλάβουν την Κρήτην και τας άλλας νήσους μας τουλάχιστον. Το συμπέρασμα αυτό δεν προέκυψεν μόνον από την πλέον απλήν λογικήν, άλλά και από ασφαλείς και βεβαίας πληροφορίας εξ Αιγύπτου, καθ' ας είχεν ήδη προμελετηθή και αντιμετωπισθή η ενέργεια που θα έπρεπε να γίνη ως φυσικόν επακόλουθον πάσης τυχόv εκουσίας ή ακουσίας συνεργασίας της Ελλάδος με τον Άξονα, …. Δεν δύναμαι αφ' ετέρου να μη παραδεχθώ ότι εις μίαν τοιαύτην περίπτωσιν το δίκαιον δεν θα ευρίσκετο με το μέρος της Κυβερνήσεως των Αθηνών …..….. τότε ο Ελληνικός λαός δικαίως θα ετάσσετο εναντίον της κυβερνήσεως η οποία διά vα τον προφυλάξη από τον πόλεμον θα τον κατεδίκαζε εις εθελουσίαν υποδούλωσιν μετ' εθνικού ακρωτηριασμού. Αυτή η δήθεν προφύλαξις θα ήτο διά την τύχην της εις το μέλλον Ελληνικής φυλής, πλέον ολεθρία και από τας χειροτέρας έστω συνεπείας οποιουδήποτε πολέμου. ……………... Θα εδημιουργούντο έτσι όχι δύο, όπως το 1916, άλλά τρείς αυτήν την φοράν Ελλάδες».2
Τα παραπάνω μας παραπέμπουν στην γνωστή ρήση του Δημοσθένη ο οποίος διεκήρυξε ότι «Πόλεμος δίκαιος αισχράς ειρήνης αιρετώτερος».
Η Κατάσταση των Χερσαίων Δυνάμεων των Αντιπάλων
Οι ιταλικές δυνάμεις στην Αλβανία τις παραμονές της Ιταλικής επιθέσεως κατά της Ελλάδος περιελάμβαναν μία Ανωτάτη Στρατιωτική Διοίκηση υπό τον Στρατηγό Βισκόντι Πράσκα, ο οποίος είχε στην διάθεσή του δύο ΣΣ (XXV, XXVI) και την επίλεκτη Μεραρχία Αλπινιστών “Τζούλια”, συνολικής δυνάμεως 97.000 ανδρών περίπου. Αυτή συνολικά αποτελείτο από 59 Τάγματα Πεζικού, 135 Πυροβολαρχίες, 150 άρματα μάχης και 18 ίλες ιππικού.
Στρατηγός Παπάγος
Έναντι των Ιταλών οι Έλληνες αντιπαρέταξαν την VIII Μεραρχία στην Ήπειρο υπό τον Υπτγο Κατσιμήτρο Χαράλαμπο
Χαράλαμπος Κατσιμήτρος
και το Τμήμα Στρατιάς Δ.Μ.. Αυτά περιελάμβαναν συνολικά δύο ΣΣ με 04 ΜΠ, δύο ΤΑΞ ΠΖ, 04 Τάγματα Προκαλύψεως και το Απόσπασμα Πίνδου υπό τον Σχη Δαβάκη Κωνσταντίνο το οποίο συνέδεε την VIII ΜΠ και το ΤΣΔΜ
Η ελληνοϊταλική σύγκρουση διακρίνεται σε τρεις περιόδους:
1. την απόκρουση της ιταλικής επίθεσης και την αποκατάσταση του εθνικού εδάφους (28 Οκτωβρίου – 13 Νοεμβρίου 1940),
2. την αντεπίθεση και την θριαμβευτική προέλαση του ελληνικού στρατού μέσα στο έδαφος της Βορείου Ηπείρου (14 Νοεμβρίου 1940 – 06 Ιανουαρίου 1941) και
3. τις επιθετικές επιχειρήσεις του Β΄ Σώματος Στρατού και την «εαρινή» επίθεση των Ιταλών (07 Ιανουαρίου – 26 Μαρτίου 1941), η οποία κατέληξε σε αποτυχία.
Οι Αξιωματικοί πολλές φορές θα δώσουν το πρόσταγμα «εμπρός δια της λόγχης». Οι βαθμοφόροι με τις χειροβομβίδες στο χέρι προχωρούν και ο ανώνυμος Έλληνας οπλίτης μάχεται ως ημίθεος. Πολλές φορές οι μάχες καταλήγουν σε άγρια πάλη σώμα με σώμα. Ξαναγράφονται τα έπη του Ομήρου.
Βαρύ λοιπόν το πλήγμα για τους Ιταλούς. Βαρύς όμως ήταν και ο φόρος αίματος των Ελλήνων. Οι πορείες συνεχείς. Το βάθος κατά το οποίο είχαν προχωρήσει οι Έλληνες εντός του βορειοηπειρωτικού εδάφους κυμαινόταν από 30 έως και 80 χιλιόμετρα, αναλόγως της τοποθεσίας.
Οι θερμοκρασίες πολικές με τον υδράργυρο να έχει κολλήσει στους μείον 20. Το χιόνι ξεπερνούσε τα δύο μέτρα. Οι νεκροί από τις παγοπληξίες ήταν περισσότεροι από τους νεκρούς της μάχης. Στρατιώτες κείτονταν νεκροί από το ψύχος στη σκοπιά, στα ορύγματα και οι πιο “τυχεροί” έφευγαν μέσα στον ύπνο τους. Λέγεται ότι ο χειμώνας τότε ήταν ο σφοδρότερος του 20ου αιώνα.
(Η ΜΕΓΑΛΗ ΕΑΡΙΝΗ ΕΠΙΘΕΣΗ ΤΩΝ ΙΤΑΛΩΝ)
Ενώπιον λοιπόν του αδιεξόδου που είχε δημιουργηθεί και προς αναπτέρωση του ιταλικού ηθικού, ο Μουσολίνι διατάσσει την οργάνωση της μεγαλύτερης μέχρι τότε επιχείρησης εναντίον των Ελλήνων, με το κωδικό όνομα «PRIMAVERRA», δηλαδή «Άνοιξη», που έμελλε να μείνει στην ιστορία ως η «Μεγάλη Εαρινή Επίθεση των Ιταλών». Αποφασίζοντας μάλιστα να την διευθύνει προσωπικά συγκέντρωσε ότι διαθέσιμο είχε, στρατολογώντας ακόμα και υπουργούς του, ή και γόνους εξεχουσών οικογενειών για να πετύχει έστω και μία νίκη σε βάρος αυτών που κατεξευτέλισαν το γόητρό του και προτού επέμβουν οι σιδερόφρακτες στρατιές του Χίτλερ. Ο ΕΣ οργανώνεται αμυντικά αναστέλλοντας τις επιθετικές επιχειρήσεις του.
Η κύρια προσπάθεια της ιταλικής επιθέσεως σύμφωνα με το σχέδιο του Καβαλλέρο, θα εκδηλωνόταν στον τομέα της Ι ΜΠ από το VIII Ιταλικό ΣΣ, σε ένα περιορισμένο μέτωπο μόλις 6 χλμ που προοδευτικά συρρικνώθηκε στα 2,5 χλμ μεταξύ των ποταμών Αώου και Άψου στη γενική κατεύθυνση Αυγό - Μπούμπεσι στη ζώνη της 1ης Ελληνικής Μεραρχίας. Σκοπός η δημιουργία ρήγματος και η διάνοιξη της Κοιλάδας του Ντεσνίτσα ποταμού. Εκεί όμως δέσποζε ένα χωμάτινο ύψωμα (με υψόμετρο 731 μ. από όπου και το όνομά του) στους πρόποδες του όρους Τρεμπεσίνα, περί τα 20 χλμ. βόρεια της Κλεισούρας. Ήταν ένα από τα σημαντικότερα-αν όχι το σημαντικότερο-ερείσματα που είχε καταλάβει ο ΕΣ κατά τις χειμερινές επιχειρήσεις, και ήταν το κλειδί της όλης τοποθεσίας, στον κεντρικό τομέα της Αλβανίας. Η παραμονή σε ελληνικά χέρια του υψώματος αυτού, καταδίκαζε εκ προοιμίου κάθε μελλοντική ιταλική προσπάθεια ενώ η κατάληψή του θα είχε ολέθρια αποτελέσματα για τους αμυνόμενους. Η επίθεση επικεντρώθηκε έτσι μοιραία εκεί, όπου το υπεράσπιζαν όπως και τα γειτονικά υψώματα, οι άνδρες του 5ου Συντάγματος πού κατάγονταν κυρίως από την Καρδίτσα και τα Τρίκαλα.3 Χαρακτηριστική για την τραγικότητα των στιγμών, ήταν η ρήση του Εφέδρου τότε Υπλγού και μετέπειτα Προέδρου της Βουλής των Ελλήνων Ισαάκ Λαυρεντίδη (του 19ουΣΠ Σερρών το οποίο αντικατέστησε το 5ο ΣΠ μετά τις πρώτες ημέρες): «Ένα βήμα πίσω, ο τάφος της Ελλάδος».4 Ως άλλος Ξέρξης ο Μουσολίνι έχοντας εγκαταστήσει το παρατηρητήριό του στο Αυγό, φιλοδοξούσε να δει αυτό που δεν ευτύχησε να δει ολόκληρο το χειμώνα του 1940: την συντριβή των Ελλήνων.
Αρχές Μαρτίου όλα ήταν έτοιμα από την πλευρά των Ιταλών. Έχουν συγκροτήσει 30 Μεραρχίες εκ των οποίων τις 11 τις διέθεσαν για την εαρινή επίθεση, εναντίον μόνο μίας ελληνικής κι εκείνης μειωμένης συνθέσεως5 . Απ’ αυτές 4 αποκλειστικά για το 731.6 Η τιτανομαχία ξεκινά. Δαυίδ εναντίον Γολιάθ! Ψυχή εναντίον μετάλλου! Η ιταλική επίθεση εκδηλώθηκε στις 06:30 της 9ης Μαρτίου 1941, Μνήμης των Αγίων Σαράντα, μετά την Κυριακή της Ορθοδοξίας (αντίστοιχες & οι ημέρες και το 2014), σε όλο το μέτωπο του Β΄ΣΣ, με προπαρασκευή ΠΒ και διήρκησε 2,5 ώρες.
Ο Ταγματάρχης Πεζικού Δημήτριος Κασλάς
Η δγή του Διοικητή Τχου Δημήτριου Κασλά από το Πουρί Ζαγοράς Πηλίου, προς τους στρατιώτες του ηρωικού 2ου Τάγματος, ήταν σαφής και δραματική: «Επί των κατεχομένων θέσεων θα αμυνθώμεν μέχρις εσχάτων. Ουδείς θα κινηθεί προς τα οπίσω. Ο εχθρός θα διέλθει εκ της τοποθεσίας μας, μόνον όταν αποθάνωμεν άπαντες επί των θέσεών μας».7
Η πυκνότητα των πυρών ήταν ανάλογη των 400 πυροβόλων και των ακόμα περισσοτέρων όλμων, συνυπολογιζομένων και των ταυτόχρονων ανηλεών αεροπορικών βομβαρδισμών των ελληνικών θέσεων από 300 και πλέον αεροσκάφη. Υπολογίσθηκε ότι τις πρώτες ώρες ρίχτηκαν περίπου 100.000 βλήματα στο μικρό ύψωμα, κατά μ. ό. 11 βλήματα το δευτερόλεπτο(!!!!!!) σε αντιδιαστολή με τα μόλις 5.618 αμυντικά δικά μας.8 «Και οι πέτρες γίναν άχνη!» Φώναξε ενθουσιασμένος ο Μουσολίνι που έβλεπε με τα κιάλια του από απέναντι. Και δίνει το πράσινο φως για την επίθεση των πεζοπόρων τμημάτων. Το Ελληνικό Πυροβολικό προσπάθησε από την πλευρά του με πυρά ανάσχεσης να ανακόψει την προέλαση των τμημάτων αυτών και προξένησε σημαντικές απώλειες. Δεν επαρκούσαν όμως, οπότε και οι Ιταλοί ξεπερνούν το φραγμό των πυρών αυτών και αρχίζουν την ανάβαση στο ύψωμα. Προχωρώντας, και σε απόσταση 50 μέτρων από την κορυφή, πίστεψαν ότι δεν επέζησε κανείς από το σφοδρό βομβαρδισμό του υψώματος και περιχαρείς ανακοινώνουν μέσω ασυρμάτου την πρώτη τους νίκη, την κατάληψη του υψώματος. Ένα χαμόγελο διαγράφεται στο πρόσωπο του Μουσολίνι, ο οποίος δέχεται τα συγχαρητήρια των στρατηγών του. Η ήττα των Ελλήνων φάνταζε κοντινή. Ήταν όμως έτσι; Ας αφήσουμε όμως να μιλήσουν οι ίδιοι οι μαχητές:
Ο Τχης Κασλάς μέσα από το προσωπικό του χειρόγραφο ημερολόγιο σημειώνει:
"(Ημέρα πρώτη: Κυριακή 9η Μαρτίου 1941, «έναρξις της επιθέσεως»)
(Πρωινές ώρες): Την 06:30 ώραν ήρξατο τρομακτικόν και καταιγιστικόν πυρ του εχθρικού Πυροβολικού και όλμων. Η πρώτη ομοβροντία μιας βαρέως Πυροβολαρχίας ερρίφθη ακριβώς την 06:30 ώραν επί του υψώματος 731, όπου ο Σταθμός Διοικήσεώς μου ˙ ήτο το σύνθημα της ενάρξεως της βολής. Ο βομβαρδισμός συνεχίζεται με αυξάνουσαν έντασιν. Σμήνη αεροπλάνων ρίπτουν συνεχώς τα φορτία των επί των υψωμάτων 731 και 717. Το ύψωμα 731, όπου και το Τάγμα μου, σείεται συνεχώς, σκόνη, φωτιά και καπνός, η ατμόσφαιρα είναι βαριά, δύσκολα αναπνέει κανείς από τα αέρια των εκρήξεων, κόλασις πυρός, μας περιέβαλλαν καπνοί και φλόγες, δεν ημπορούμε να διακρίνουμε τι γίνεται εις απόστασιν 10 μέτρων.
Ο Ταγματάρχης Πεζικού Δημήτριος Κασλάς
Το ύψωμα 731 ήτο δασωμένον με δέντρα ύψους 4-5 μέτρων, εντός διώρου έμεινε γυμνόν. Τα συρματοπλέγματά μας κατεστράφησαν, τα χαρακώματα ισοπεδώθηκαν, οι στρατιώται καλύπτονται εις τας οπάς των οβίδων και αγωνίζονται απεγνωσμένα να επανορθώσουν τας ζημίας, ιδίως να προστατεύσουν τα πολυβόλα και οπλοπολυβόλα από την καταστροφήν, από τις πέτρες και χώματα που εγείροντο από τας εκρήξεις. Τα υπάρχοντα επί του υψώματος 731 δύο πυροβόλα των 6,5 και αντιαρματικός ουλαμός των 37 κατεστράφησαν ολοτελώς.
Ύψωμα 731. Οι Θερμοπύλες στην Ήπειρο που δεν έπεσαν
Περί την 07:30 ώραν κατόρθωσα να επικοινωνήσω τηλεγραφικώς δια λίγα λεπτά με τον Συνταγματάρχην Κετσέαν, επίσης μετά του Διοικητού του Συγκροτήματος Συνταγματάρχου Γεωργούλα, οι οποίοι αγωνιούσαν να πληροφορηθούν την κατάστασίν μας. Με ερώτησαν εάν οι άνδρες του Τάγματος κρατούν τας θέσεις των, τους απάντησα ότι οι Λόχοι ευρίσκονται εις τας θέσεις των. Μου διεβίβασεν την εξής Διαταγήν γραπτήν. «Επί των θέσεών σας θ' αμυνθήτε μέχρις εσχάτων, Η Πατρίς, η Ανωτάτη Διοίκησις απαιτεί να κρατήσητε ψηλά την τιμήν των όπλων». ...............Του απήντησα ότιδήποτε και αν συμβή δεν θα εγκαταλείψωμεν το 731 και έχω πεποίθησιν ότι δεν θα περάσουν οι Ιταλοί. Περί την 8ην ώραν το Πυροβολικόν του εχθρού ήρχισε να επιμηκύνη την βολήν του εις τα μετόπισθεν του Τάγματος και την 08:30 έπαυσεν την βολήν του ….....Διέταξα τους Λόχους να ετοιμάσουν τα αυτόματα και να μη βάλουν από μεγάλας αποστάσεις …Περί την 9.30’ ώραν οι Ιταλοί χρησιμοποιούντες τας δεξιά του 5ου Λόχου βαθείας γραμμάς πλησιάζουν επικινδύνως ……. Αρχίζει πλέον ο αγών διά της χειροβομβίδος. Οι Ιταλοί δοκιμάζουν με τρόμον και φωνάς τα καταστρεπτικά αποτελέσματα των αμυντικών μας χειροβομβίδων….(Μεσημέρι): Την μεσημβρίαν προσπαθούν οι Ιταλοί να επαναλάβουν την επίθεσίν των, αλλά…….διασκορπίζονται από το Πυροβολικό και τα Πολυβόλα μας. ……(Απόγευμα): Το απόγευμα ………, εκσπά και νέα επίθεσις μετά σφοδρού βομβαρδισμού, εφ’ ολοκλήρου του τομέως της Ι Μεραρχίας και ανασκάπτεται πάλιν το έδαφος από το πυροβολικόν και τας βόμβας αεροπλάνων. Οι στρατιώται περιμένουν να πλησιάσουν τα εχθρικά τμήματα πεζικού, τα παραλαμβάνουν με τα αυτόματα και τα αποδεκατίζουν με επιτυχείς ριπές και όταν ο εχθρός χρησιμοποιή τας βαθείας γραμμάς και προσεγγίζει ……., επιτίθενται διά της χειροβομβίδος και της λόγχης… Οι Ιταλοί όμως δεν παραιτούνται. Δοκιμάζουν διά μία ακόμα φοράν, προτού νυκτώση, ………Και η προσπάθεια αυτή αποκρούεται με σοβαροτάτας απωλείας…(Βράδυ): Η νύκτα μας βρίσκει όλους εξηντλημένους σωματικώς. Είμεθα όλη την ημέραν νηστικοί. Εν τούτοις κανείς δεν θέλει να φάγη. Έχουμε άφθονο κονιάκ. Οι Λόχοι δεν ζητούν ψωμί αλλά χειροβομβίδας αμυντικάς και σκαπανικά εργαλεία. Καθ' όλην την νύκτα οι ημιονηγοί του Τάγματος, οι αφανείς αυτοί ήρωες επηγαινοερχόνταν εις τον σταθμόν εφοδιασμού διά να μας φέρουν εκατοντάδας φορτίων χειροβομβίδων, πυρομαχικών και λοιπών εφοδίων.»
Ο Νικηφόρος Βρεττάκος, μαχητής τότε μας άφησε επίσης μια συγκλονιστική εικόνα:
«Είναι περασμένο το μεσημέρι. Το πυροβολικό έχει αραιώσει κάπως τις βολές του, επιτέλους. Μόνο απάνω στο 731 εξακολουθεί να τσακίζει τα δέντρα….… Κάτω στο δρόμο βλέπομε να κατεβαίνουν τα πρώτα φορεία. Τρέχομε. Μα σε λίγο, μια φωνή γνώριμη περνάει στ’ αυτιά μας. Ο Λούης!... Τρέχουμε κατά πάνω του. Έχει ρίξει ανάρριχτα τη χλαίνη του. Μ’ αγκαλιάζει, με το ένα του χέρι και με φιλάει. Αμήν! μου λέει. Γλιτώσαμε. Τώρα πηγαίνω στα Γιάννενα να μου κόψουν τ’ αριστερό χέρι. Κοίταξε, κρέμεται. Έχει φύγει από τον ώμο… Κι αμέσως το δυνατό γέλιο του πλατάγισε στον αέρα σα να μην είχε συμβεί τίποτα. Το πρόσωπό του είχε σταφιδώσει από το κρύο. Είναι γιομάτο χώματα και καπνό. Τα ρούχα του από πάνω ως κάτω είναι γεμάτα αίματα….. Η φωνή μας έχει κοπεί. Καθένας σκέφτεται πώς θα μπορούσε να τον βοηθήσει. Άμα θα πάτε στο 731 δε θα προφτάνετε να μετράτε σκοτωμένους».
Ο λογοτέχνης και ακαδημαϊκός Άγγελος Τερζάκης, πολεμιστής και πολεμικός ανταποκριτής του 1940, γράφει:
"Ξημερώνει η 10 Μαρτίου 1941, ημέρα Δευτέρα, και το πυροβολικό του Καβαλλέρο ξαναρχίζει….. από την Τρεμπεσίνα, με πείσμα διπλό, γιατί η πρώτη μέρα χάθηκε κι αυτό είναι άσχημο για μιαν επίθεση, που πρέπει να το πετύχει στις πρώτες ώρες της. Το κανονίδι τώρα απλώνεται ανατολικά, στο 731. Είναι τέτοιο που μόνο με τους θρυλικούς βομβαρδισμούς του Βερντέν, στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, μπορεί να παραβληθεί. Τ' ακούει και ζαρώνει περίτρομη η ψυχή του ανθρώπου. Τα ελληνικά πυρά, της έκοψαν την ορμή, ως που το μεσημέρι οι Ιταλοί ενισχυμένοι με νέες δυνάμεις, ξανάρχισαν, όμως, το πεζικό κατόρθωσε με μόνα τα δικά του να σπάσει το πρώτο κύμα του εχθρού. Στις 6 τ' απόγεμα οι Ιταλοί άνοιγαν μεγάλη φωτιά κατά του 731. Χίμηξαν ύστερα με ταυτόχρονη προσπάθεια να το υπερκεράσουν από τη δημοσιά, ενώ έπιαναν και να βομβαρδίζουν την Τρεμπεσίνα. Ήταν η έβδομη επίθεσή τους για το 731. Το ύψωμα έμπαινε πια, ζωσμένο με φλόγες στο θρύλο" 9
Μνημειώδης υπήρξε επίσης η εκδοθείσα την ίδια ημέρα (10-3-41) Ημερησία Διαταγή του Υποστρατήγου Γεωργίου Μπάκου, Διοικητού του Β΄ Σώματος Στρατού, την οποία απέστειλε προς την Ι Μεραρχία, στην οποία υπαγόταν και το Τάγμα του Κασλά:
«Πολεμιστές της Ι Μεραρχίας. Προ του ακαμάτου ηρωισμού σας εθραύσθησαν από της χθες άπασαι αι απεγνωσμέναι εχθρικαί προσπάθειαι. Προ των χαλυβδίνων γραμμών σας συνετρίβησαν κατά το διήμερον διάστημα τρεις νωπαί εχθρικαί Μεραρχίαι. Είμαι υπερήφανος διότι ηγούμαι τοιούτων ηρώων. Η Πατρίς σεμνύνεται δι’ αυτούς. Η παρούσα να φθάση μέχρι του τελευταίου οπλίτου της μεραρχίας».
Τρίτη μέρα (11 Μαρτίου): Αν και οι ενισχύσεις ήταν περιορισμένες η Ελληνική πλευρά διατηρεί το ηθικό της ακμαίο. Αποκαθιστούν πρόχειρα τις αμυντικές οχυρώσεις τοποθετώντας συρματοπλέγματα, σκάβοντας λαγούμια και ορύγματα μάχης. Πολλές φορές, λόγω έλλειψης σκαπανικών, έσκαβαν ολόκληρα ορύγματα με τα χέρια, ακόμα και με κουτάλια! Ο Μουσολίνι ρώτησε το στρατηγό Καβαλλέρο ποια είναι η γνώμη του για τον απολογισμό του πρώτου τριημέρου. «Μέτρια» αποκρίθηκε ο Καβαλλέρο, «Μηδέν» έκανε ο Ντούτσε κοφτά. Το τέλος της ημέρας βρίσκει το 5° σύνταγμα Τρικάλων να έχει 586 άνδρες νεκρούς και τραυματίες, περίπου την μισή του δύναμη, ενώ οι Ιταλοί έχουν 1556 νεκρούς και αγνοουμένους, και 3.202 τραυματίες.10
14 Μαρτίου 1941: Ημέρα κομβική. Οι Ιταλοί αλλάζουν τακτική και εκμεταλλευόμενοι την πυκνή ομίχλη που επικρατούσε εκείνο το πρωινό, και χωρίς προπαρασκευή Πυροβολικού, περνούν απαρατήρητοι από τα πλάγια του υψώματος, μέσα από μια χαράδρα, ώστε να βγουν στην πλάτη των Ελληνικών γραμμών. Στέκονται όμως πάρα πολύ άτυχοι. Πρώτον, διότι από τυχαίο γεγονός γίνανε αντιληπτοί από το 3ο Τάγμα του19ου ΣΠ Σερρών με Διοικητή το Λοχαγό Κουτρίδη, το οποίο ερχόταν να αντικαταστήσει το εξαντλημένο από τον αγώνα Τάγματος των Θεσσαλών και δεύτερον διότι η ομίχλη, κατά τη διέλευσή τους μέσα από τη χαράδρα διαλύθηκε. Τότε, Θεσσαλοί και Μακεδόνες περικύκλωσαν τη μονάδα των Μελανοχιτώνων, των πιο φανατικών Ιταλών στρατιωτών. Το πυρ γενικεύτηκε και ακολούθησε πραγματική σφαγή: 250 νεκροί Ιταλοί, 501 αιχμάλωτοι! Το φάσμα μιας νέας ταπεινωτικής ήττας για τους Ιταλούς γινόταν πραγματικότητα. Οι Ιταλοί ωστόσο, καταφέρνουν με άλλες δυνάμεις να ανέλθουν στο ύψωμα 731 και όλα πλέον κρέμονται από μία κλωστή. Ο Λοχαγός Κουτρίδης τραυματίας και εμπύρετος μπαίνει επικεφαλής μια μικρής ετερόκλητης ομάδας βοηθητικών στρτων και ελαφρά τραυματιών, και επιχειρεί την ανακατάληψη του υψώματος. Η κραυγή του δονεί τον αέρα, και φαντάζει αιώνες παλιά, σαν βγαλμένη από τις Θερμοπύλες, την Σαλαμίνα, το Μανιάκι, τα Δερβενάκια: «Όσοι έχουν ελληνική καρδιά να μ’ ακολουθήσουν»!! Ακούγεται σαν εθνική επιταγή ˙ όλοι παίρνουν θάρρος και τον ακολουθούν, και χύνονται ως μαινάδες πάνω στους Ιταλούς. Πλέον, πάνω στο αιματοβαμμένο ύψωμα, Έλληνες και Ιταλοί, δεν πολεμούν συμβατικά. Παλεύουν, με γροθιές, με ξιφολόγχες, με πέτρες, μπερδεμένοι αναμεταξύ τους, σκληροί, αλύγιστοι, φονικοί. Δεν ήταν άνθρωποι, αλλά φρενιασμένα θηρία. Οι Ιταλοί ανησυχούν. Τα πράγματα θα πάνε ξανά στραβά γι’ αυτούς. Πράγματι, η κατοχή του υψώματος από μέρους τους αποδείχτηκε πρόσκαιρη. Οπλίτες κείτονταν νεκροί μπροστά από το 731, με τους Έλληνες να χρησιμοποιούν τα πτώματα αντί για γαιόσακους!!!. Αυτά κάθε άλλο παρά απαρατήρητα μπορούσαν να περάσουν, με τους Ιταλούς να έχουν απολέσει το όποιο ηθικό τους. Η κατάσταση άγγιζε τα όρια της παραφροσύνης, ενώ η δυσωδία από τα πτώματα άρχιζε να γίνεται ιδιαίτερα ενοχλητική.
Μετά από σχετική τριήμερη ανάπαυλα ξημερώνει η 19η Μαρτίου 1941: Από την αυγή το εχθρικό πυροβολικό και οι όλμοι εντείνουν τα πυρά τους και ο ρυθμός που ακολουθούν είναι καταιγιστικός. Προμηνύεται αποφασιστική μάχη. Το πυροβολικό σταματά, όμως ένας βόμβος ακούγεται! Άρματα! Ο Μουσολίνι παίζει και το τελευταίο του χαρτί. Τα ερπυστριοφόρα, καλυπτόμενα από το πανδαιμόνιο του βομβαρδισμού του πυροβολικού αφού πέρασαν από τη χαράδρα με τα χιλιάδες πτώματα, κονιορτοποιώντας ότι υπήρχε μπροστά τους, άρχισαν να ανεβαίνουν ανενόχλητα το ύψωμα, μιας και από Ελληνικής πλευράς απουσίαζαν τα αντιαρματικά. Τα άρματα δεν ήταν μόνα τους! Τα συνόδευαν 200 άντρες «Αρντίτι» (στρτες εφόδου) που είχαν την φήμη των παθιασμένων μαχητών. Οι Έλληνες όμως αποδεικνύονται πιο παθιασμένοι. Ξεκινούν ένα είδους πετροπόλεμο με χειροβομβίδες και μολότοφ εναντίον των αρμάτων, ενώ ορμούν εναντίον των «Αρντίτι» με τις λόγχες πάνω στα όπλα. Οι γενναίοι του Μουσολίνι καταβάλλουν απεγνωσμένη προσπάθεια για να πείσουν τους αντιπάλους τους ότι δεν πτοούνται. Αγωνίζονται να επιδείξουν περιφρόνηση ακόμα και γι’ αυτή τη ξιφολόγχη, όμως πάνω στον πανικό και στην ένταση τα πράγματα γίνονται χειρότερα γι’ αυτούς, όταν επεμβαίνουν τα άρματα μάχης που τους συνοδεύουν. Τα θεριστικά πυρά τους δεν ξεχωρίζουν Έλληνες από Ιταλούς και η κατάσταση ξεφεύγει από κάθε έλεγχο.
Και πάλι όμως ο Λοχαγός Κουτρίδης έρχεται να βγάλει τα κάστανα από τη φωτιά. Μαζί με τον Έφεδρο Ανθυπολοχαγό Ρούντο στήνουν ένα βαρύ πολυβόλο με διατρητικές σφαίρες και βάλλουν εναντίον των αρμάτων. Και η μάχη γίνεται ακόμα σκληρότερη, αφού τραυματίες και ακρωτηριασμένοι ακόμα, σέρνονται στο έδαφος για να αποτελειώσουν αντίπαλους τραυματίες. Μια τελευταία πλευρική αντέφοδος των Ελλήνων δίνει το σύνθημα για την αρχή του τέλους αυτής της φοβερής σφαγής. Τα άρματα αποχωρώντας καταστρέφονται, από το Ελληνικό Πυροβολικό και την κατρακύλα τους στις πλαγιές του 731.
Αναφορά για Ιταλούς Κήρυκες
22 Μαρτίου 1941. Όλα μοιάζουν να τελειώνουν. Ο Μουσολίνι αποχωρεί ντροπιασμένος και απογοητευμένος, ενώ Ιταλοί κήρυκες παρουσιάζονται μπροστά από τις Ελληνικές γραμμές ζητώντας ανακωχή, για να μαζέψουν τα πτώματα. «Terribile!!» αναφώνησε ο Ιταλός ιερέας που αντίκρισε αυτό το αποτρόπαιο θέαμα.
Πρωτόκολλο Συνάντησης Αντιπροσωπειών
Ο Υπολοχαγός Λαυρεντίδης Ισαάκ μεταβαίνει στο Ιταλικό στρατόπεδο, θέτοντας τους ελληνικούς όρους για την κατάπαυση του πυρός, οι οποίοι δεν γίνονται δεκτοί από την Ιταλική πλευρά. Αποχωρώντας όμως, οι Ιταλοί δεν του έδεσαν τα μάτια ως όφειλαν. Έτσι είχε την ευκαιρία να σημειώσει σημαντικές θέσεις (καταυλισμούς, αποθήκες), για τις οποίες ενημέρωσε το Ελληνικό Πυροβολικό, και το οποίο στη συνέχεια έπραξε «τα δέοντα».
Αναφορά 24ης Μαρτίου
Νύχτα 23 προς 24 Μαρτίου 1941: Τελευταία απόπειρα κατάληψης του υψώματος με διπλή επίθεση στις 01:30 και στις 03:00 τα χαράματα. Λόγω του μικρού αριθμού των αντρών και των λίγων πυρομαχικών που διέθεταν, η επίθεση αποκρούστηκε με μπουκάλια μολότωφ, τα οποία οι Έλληνες στρατιώτες τα έσκαγαν κυριολεκτικά πάνω στα πρόσωπα των Ιταλών. Οι εξαγριωμένοι Έλληνες δε σταμάτησαν εκεί, αφού μετά τόσες ημέρες μάχης, τα νεύρα τους είχαν «σμπαραλιασθεί». Τους καταδίωξαν, πέρασαν τη χαράδρα με τους νεκρούς κι έφτασαν – ω του θάρρους τους – μπροστά από τις ιταλικές γραμμές! Επικράτησε πανικός στο ιταλικό στρατόπεδο, αφού μόνο αυτό δεν περίμεναν να δουν: μια χούφτα Έλληνες να τραγουδούν σαν τρελοί μπροστά από τις ιταλικές γραμμές ειρωνικά και χλευαστικά το «Κορόιδο Μουσολίνι»! Φύγανε μετά από ώρα, στα πρώτα κροταλίσματα των Ιταλικών πολυβόλων.
Η Εορτή του Ευαγγελισμού της υπερμάχου Σγού της 25ης Μαρτίου 1941, έμελλε να είναι ορόσημο και για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο καθώς στις 26 Μαρτίου έγινε γνωστό ότι η Γιουγκοσλαβία από φιλοαξονική, εξαιτίας ενός πραξικοπήματος, εν μία νυκτί, εντάσσεται στο συμμαχικό στρατόπεδο. Εκτεθειμένοι λοιπόν οι Ιταλοί από τα ανατολικά, σταματούν τις επιθέσεις σε όλο το μέτωπο. Το «731», όπως έμεινε γνωστό, δέχθηκε ως τις 19 Μαρτίου, όχι λιγότερες από 18 επιθέσεις από πυροβολικό, αεροπορία, άρματα μάχης και επίλεκτες ιταλικές μονάδες πεζικού.
«ΓΟΛΓΟΘΑΣ»
Στην πολεμική ιστορία και των δύο αντιπάλων, υπήρξε ίσως ένα από τα πιο αιματοβαμμένα υψώματα ολόκληρου του παγκοσμίου πολέμου"11 . Σχετικές αναφορές μάλιστα υποστηρίζουν ότι σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο δεν ερίφθησαν τόσα πυρομαχικά όσα στο «Ύψωμα 731». Οι στρατιώτες το ονόμασαν «Γολγοθά» (κρανίου τόπο), γιατί ενώ με την έναρξη των εχθροπραξιών ήταν δεντροσκεπασμένο, στο τέλος θύμιζε σεληνιακό τοπίο και είχε τροποποιηθεί η γεωλογική μορφή του. Το «Ύψωμα 731», δεν είναι πια 731 μέτρα. Είναι 726! Χαμήλωσε 5 μέτρα από τους βομβαρδισμούς εκείνων των ημερών. Αυτοί όμως που πολεμούσαν επάνω του είχαν «ψηλώσει», είχαν αποδειχτεί πραγματικοί γίγαντες!
Το τίμημα; Οι συνολικές απώλειες των Ελλήνων ανήλθαν σε 1243 νεκρούς και 4016 τραυματίες ενώ των Ιταλών σε 11.800 νεκρούς και άγνωστο αριθμό τραυματιών.12 Οι Ιταλοί όμως δεν πέρασαν.
Σεληνιακό Τοπίο
ΕΠΙΛΟΓΟΣ
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι η μάχη του υψώματος 731 που μεταβλήθηκε σ’ ένα μεγαλόπρεπο πυροτέχνημα φωτίζοντας τον δρόμο της νίκης για τους συμμάχους, ίσως έκρινε τον Β΄ΠΠ, λαμβάνοντας υπόψη τα μετέπειτα γεγονότα. Αν οι Ιταλοί έσπαγαν τις Ελληνικές γραμμές, τότε ο Χίτλερ δε θα επενέβαινε στην Ελλάδα και δεν θα καθυστερούσε να επέμβει αργότερα στη Ρωσία, με αποτέλεσμα να τον πιάσει ο ρωσικός χειμώνας και να καθηλωθούν οι στρατιές του στα χιόνια και στις πολικές θερμοκρασίες.
Όταν αμυνόμασταν, ήμασταν σαφώς λιγότεροι.
Μα και όταν τους κυνηγήσαμε περίπου 80 χλμ. μέσα στη Βόρειο Ήπειρο, πάλι λίγοι ήμασταν. Αυτή την Ελευθερία η Ελλάδα έχει πάρει εντολή από την Ιστορία να την διδάσκει και σε μεγάλους και σε μικρούς.
Η Ελλάδα δεν μπορούσε να αντιτάξει, απέναντι στη φοβερή μηχανή μιας αυτοκρατορίας, της Ιταλίας, παρά μόνο την ευψυχία των παιδιών της, και αυτό έφτασε και περίσσεψε Η ανιδιοτελής τους θυσία ας μας ωθήσει μέσα στην τύρβη της βαριάς μας καθημερινότητας να αναλογιστούμε: τιμή σ’ όσους κρατούνε Θερμοπύλες, κι ας ξέρουν πως οι βάρβαροι στο τέλος θα διαβούνε… Ακούγοντας, κυριολεκτικά και νοερά τις μαρτυρίες των αυτοπτών μαρτύρων, αυτών που βίωσαν στο πετσί τους τα ηρωικά ιστορικά γεγονότα, συνειδητοποιούμε πως το Ύψωμα 731, χαραγμένο στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, είναι συνώνυμο της Δόξας, αριθμός – σύμβολο του ηρωισμού του απλού, καθημερινού ανθρώπου: των ηρώων που περπατούν ακόμη στα σκοτεινά όταν τους καταπίνει η λήθη της ιστορίας. Ας τους θυμόμαστε, αρνούμενοι να υποκύψουμε στη λήθη αυτή, ως φωτεινά μετέωρα στο στερέωμα της Σύγχρονης, πρόσφατης Ιστορίας μας.
Υπάρχουν λαοί, χωρίς σπουδαία συμβολή, στην δημιουργία της ιστορικής πραγματικότητας. Υπάρχουν όμως και λαοί, όπου χωρίς αυτήν, δεν είναι δυνατόν να νοηθεί η συνέχειά τους. Τους λαούς αυτούς, η ιστορία τους ονομάζει κοσμοϊστορικούς. Μεταξύ αυτών των λαών, την πρώτη θέση κατέχουν οι Έλληνες, οι αιώνιοι έφηβοι της ιστορίας, οι διαρκώς νέοι και πολυμήχανοι. Οι τελευταίοι λαοί έδωσαν διάφορες ονομασίες στις χώρες που γεννήθηκαν. Η γη της Μεσοποταμίας ονομαζόταν από τους Σουμέριους «η αγαθή χώρα». Οι Αιγύπτιοι ονόμαζαν την δική τους γη «Κεμ», Μέλαιναν, συνώνυμο της ευφορίας, σε αντίθεση με την έρημο. Και μόνο για τον Έλληνα, η χώρα του είναι τα πάντα: είναι η Γη, τα Θέσμια, τα ήθη των Πατέρων του, η σημαία του που την έχει πάντα αναπεπταμένη. Για να εκφράσει όλες αυτές τις έννοιες σε μία, δημιούργησε την κατάλληλη λέξη, την οποία και χάρισε στην ανθρωπότητα: Π Α Τ Ρ Ι Σ.
Τα άλλα κράτη, εορτάζουν την ημέρα της απελευθέρωσής τους, ή της Νίκης εναντίον του εχθρού τους, ως εθνική τους επέτειο. Εμείς, έχουμε δύο εθνικές εορτές, και οι δύο αφιερωμένες σε έναρξη αγώνων. Δηλαδή τις αφετηρίες των ΟΧΙ και των συνεπακόλουθων θυσιών τους, που συνθέτουν την αιμάτινη αλυσίδα της ελληνικής ιστορίας>
Σήμερα όλοι οι μεγάλοι και δυνατοί, που έσκυβαν το κεφάλι εκείνες τις ημέρες ντροπιασμένοι, κάτω από το μαστίγιο του φασιστικού Αρμαγεδδώνος, προσπαθούν να διαγράψουν όλα αυτά τα γεγονότα από την Ιστορία τους, ή προσποιούνται ότι δεν τα θυμούνται πλέον.
Κανείς όμως δεν μπορεί να τα σβήσει από τη δική μας Ιστορία, από τη δική μας μνήμη και από τη δική μας ζωή. Είναι η Μνήμη μας, είναι η συνέχεια της Ιστορίας μας, είναι το ‘μολών λαβέ ‘ και το ‘ ή ταν ή επί τας ’ των προγόνων μας. Δεν είναι τυχαίο, ότι οι τελευταίοι, τιμούσαν και λάτρευαν μεταξύ των θεοτήτων τους, την Μνημοσύνη. Θυγατέρες της Μνημοσύνης, ήταν οι εννέα μούσες, μεταξύ των οποίων ήταν και η Κλειώ, μούσα της Ιστορίας.
Μία από τις επικρατέστερες απόψεις και ίσως η ελκυστικότερη άλλωστε, για την ετυμολογία της λέξης «αλήθεια» είναι καταλυτική αφού σχετίζεται με την ίδια την μνήμη: σύμφωνα με αυτή το «α» προτάσσεται ως στερητικό της λήθης και ας λένε οι σύγχρονες «σειρήνες» περί των ευεργετικών επενεργειών της τελευταίας. Επιπλέον η λέξη αυτή εμπεριέχει και την έννοια της υστεροφημίας αφού η μνήμη σε τέτοιου είδους επετείους επικεντρώνεται σε ηρωικά πρότυπα.
Δεν μπορούμε να μάθουμε τίποτα για το σήμερα αν αρνούμαστε να δούμε το χθες.
Αυτό το Έθνος δεν θα χαθεί, δεν θα βυθισθεί στο σκοτάδι-όχι στην δική μας «σκοπιά»-παρά τις σημερινές δύσκολες συγκυρίες · αλλά πρέπει να έχουμε κατά νου ότι οι ορίζοντες του μέλλοντος μπορούν να ανοίξουν παρά μόνον όταν το παρελθόν δεν έχει ξεχαστεί. Ένα έθνος που χάνει την ιστορική του μνήμη, και αφήνει να παραλύσει μέσα στην ψυχή του η δύναμη της παραδόσεως, είναι ένα έθνος που βαδίζει προς την αποσύνθεση και την ανυπαρξία. Είναι ένα έθνος που έγινε πλέον ώριμο για τη δουλεία. Δεν του μένει παρά να διαλέξει τον αφέντη που θα δεχθεί να του βάλει τις χειροπέδες. Είναι καθαρά λοιπόν δική μας υπόθεση ο σεβασμός της ιστορικής μνήμης και το αν τελικά θα φερόμαστε ως απόγονοί τους ή αχθοφόροι του ονόματος του οποίου φέρουμε.
Συνολικά ο ΕΣ κατά τον ελληνοϊταλικό πόλεμο είχε 13.936 νεκρούς και τραυματίες. Όμως τραγική μοίρα επιφύλαξε σε 7.976 πεσόντες μας να μείνουν για πάντα εκεί, πέρα από τα σύνορά μας, διάσπαρτοι στην Αλβανία, χωρίς να γνωρίζουμε μέχρι σήμερα πού έχουν ταφεί, ξεχασμένοι στο διάβα του χρόνου, παραμένοντας άγνωστοι στρατιώτες. Και σε όλους μας γεννάται το ερώτημα: Γιατί αυτός ο εθνικός λήθαργος; Οι Ιταλοί έκαναν το χρέος τους απέναντι στους νεκρούς τους ήδη από την δεκαετία του 1960. Οι συγκρίσεις είναι μοιραίες και θλιβερές.
Το ότι αργήσαμε τόσες δεκαετίες είναι δεδομένο, και αυτό καταγράφηκε ως ύβρις και ανοσιούργημα απέναντι στους νεκρούς μας. Η συγκινησιακή φόρτιση, ως φυσικό επακόλουθο, χρησιμοποιείται πολλές φορές ως μοχλός πίεσης, καθώς κατά τον ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗ «ο πόνος ξυπνά μέσα μας τη γλυκιά νοσταλγία της δικαίωσης», δικαίωση που επιδιώκουμε φτάνει να προλάβουμε να εκπληρώσουμε το χρέος μας απέναντί τους, πριν μας προλάβει η θεία Νέμεσις.
Θα ήθελα να κλείσω σταχυολογώντας τρία τηλεγραφήματα, τελώντας με αυτόν τον τρόπο ένα ταπεινό μνημόσυνο στην μνήμη των ηρώων μας και της γενιάς τους που έφυγε, και ταυτόχρονα αποτίωντας ελάχιστο φόρο τιμής στους Έλληνες Γονείς εκείνου του καιρού˙ αυτών των αφανών ογκόλιθων, που «ανάστησαν» τέτοιους μαχητές:
Απόσπασμα της αναφοράς του Γερμανού πρέσβη στην Ελλάδα, πρίγκηπα Έρμπαχ προς τον Χίτλερ την 15η Νοεμβρίου 1940:
« […] Οι κληθέντες στα όπλα άνδρες έφθαναν το πρώτο πρωί της επιστράτευσης στα ορισθέντα κέντρα κατά πυκνές ομάδες. Μπορούσε κανείς να παρατηρήσει απερίγραπτες σκηνές ενθουσιασμού στα κέντρα αυτά, και μάλιστα ενθουσιασμού, από τον οποίον απουσίαζε κάθε θεατρινισμός και κάθε συναισθηματική επιπολαιότητα. Μεταξύ των εκατοντάδων που είχαν ενδυθεί στο χακί και τους οποίους είδα με τα μάτια μου, μόνον έναν είδα δακρυσμένο.
Αποχαιρετούσε τους γονείς του, που είχαν έρθει στον στρατώνα, και αναχωρούσε για το μέτωπο. Ο πατέρας, ένας χωρικός, του έδωσε το χέρι και τον άκουσα να λέει: ‘’Μην κλαις. Αποφάσισε ήρεμα ότι θα σκοτωθείς. Αν πεθάνεις, επειδή δεν έχω άλλο παιδί, θα πάρω εγώ την θέση σου στο μέτωπο’’ […] »13
«Ο γιός μου, Ευάγγελος Ι. Ιωαννίδης, έπεσε κατά τις επιχειρήσεις της Κλεισούρας. Παρήγγειλα εις τέσσαρας ήδη υπηρετούντας υιούς μου Χρήστον, Κώσταν, Γεώργιον και Νίκον Ι. Ιωαννίδη, να εκδικηθώσι τον θάνατον του αδελφού των κρατών εις εφεδρείαν άλλους τέσσαρας, Πάνον, Αθανάσιον, Γρηγόριον και Μενέλαον Ι. Ιωαννίδη κλάσεως 1917 και νεωτέρων. Παρακαλώ κληθώσι ονομαστικώς και ούτοι, εις πάσαν περίστασιν ανάγκης της Πατρίδος ή τυχόν απωλείας ετέρου τέκνου μου προς εκδίκησιν εχθρού. Γνωρίσατε Βασιλέα μας ότι ύστατον επιφώνημά μου θέλει είναι: «Ζήτω η Πατρίς». Ελένη Ι. Ιωαννίδη, Κυπαρισσία, 2 Φεβ 1941».14
«Εν Μαρτίνω τη 25 Νοεμβρίου 1940. Παιδί μου. Μου ζητάς την διεύθυνση του αδελφού σου. Σου την γράφω: «Πάνθεον Ηρώων». Σφίξε την καρδιά σου. Σε φιλώ, ο πατέρας σου. Νικόλαος Χαραλάμπους».15
1. ΕΜΕΙΣ, Αντγος ε.α. Γεώργιος Τζουβαλάς, Το Ύψωμα 731, Εκδ. Επτάλοφος, Αθήνα 2004, 38.
2. www.istorikathemata.com : Ανακοίνωσις του Πρωθυπουργού Ι. Μεταξά προς τους ιδιοκτήτας και αρχισυντάκτας του αθηναϊκού Τύπου εις το Γενικόν Στρατηγείον (ξενοδοχείον «Μεγάλη Βρεταννία») εις τας 30 Οκτωβρίου 1940
3. Υπήρχαν και 150 περίπου καταγόμενοι από το Β. Τμήμα του Ν. Ευρυτανίας: Αρχείο κου Παπαδοπούλου Κων/νου.
4. Η ρήση αυτή μετουσιώθηκε από τους μαχητές στις σκοπιές σε σύνθημα-Παρασύνθημα: Η Τιτανομαχία του 731 Υψώματος, Ανχης ε.α. Ζήκος Θεόδωρος, Αθήναι 1973 (Δ442-Βιλιοθήκη ΓΕΣ/ΔΙΣ)
5. Χειμερινές επιχειρήσεις, Ιταλική Επίθεση Μαρτίου, (Επιστολή Μουσολίνι προς Βασιλιά Ιταλίας) ΓΕΣ/ΔΙΣ, 215
6. Αναφέρεται το μήκος του Μετώπου και οι Μεραρχίες ήταν οι: 38η Πούλιε, 47η Μπάρι, 51η Σιέννα, 59η Κάλλιαρι, μαζί με την 26η Λεγεώνα Μελανοχιτώνων, Λόχους Αρντίτι και 4 τανκς την 19/3/41.ΕΜΕΙΣ, Αντγος ε.α. Γεώργιος Τζουβαλάς, Το Ύψωμα 731, Εκδ. Επτάλοφος, Αθήνα 2004, 65-66.
7. http://kaslas.blogspot.gr , Φεβ 2008: «ΣΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940-41 - Ο τιτάνιος αγώνας στο ύψωμα 731 μέσα από το ημερολόγιο του Ταξίαρχου Δημήτρη Κασλά» , 15-2-2008.)
8. ΕΜΕΙΣ, Αντγος ε.α. Γεώργιος Τζουβαλάς, Το Ύψωμα 731, Εκδ. Επτάλοφος, Αθήνα 2004, 91.
9. Άγγελος Τερζάκης, ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΕΠΟΠΟΙΪΑ 1940-1941, Αθήναι 1964, 177-178.
10. ΕΜΕΙΣ, Αντγος ε.α. Γεώργιος Τζουβαλάς, Το Ύψωμα 731, Εκδ. Επτάλοφος, Αθήνα 2004, 144.
11. ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΕΘΝΟΥΣ, Εκδοτική Αθηνών Α.Ε. 1978, τόμος ΙΕ, σελ.441-442
12. Χειμερινές επιχειρήσεις, Ιταλική Επίθεση Μαρτίου, ΓΕΣ/ΔΙΣ, 160.
14. Αρχείο Υπτγου ε.α. Στυλιανού Δράκου
15. Ηλίας Καρταμαλάκης, Η αεροπορία στον πόλεμο του ’40.