Τις χριστιανικές αξίες έχουν αμφισβητήσει με διάφορους τρόπους μεγάλα ονόματα της ροκ σκηνής
Το ροκ πειραματίστηκε αρκετά με την εικόνα του Ιησού και σίγουρα τις περισσότερες φορές το αποτέλεσμα ήταν αιρετικό. Ακόμη και δηλώσεις που συνδυάστηκαν με τον Ιησού πολλές φορές δημιούργησαν έντονες αντιδράσεις, όταν μάλιστα αυτές προέρχονταν από τα μεγαλύτερα ονόματα του είδους, όπως συνέβη το 1966 με τους Μπιτλς. Μια χρονιά κατά την οποία τα μέλη του συγκροτήματος ενηλικιώθηκαν μουσικά - με το άλμπουμ «Revolver», το καλύτερο, σύμφωνα με τους περισσότερους κριτικούς, άλμπουμ της καριέρας τους - αλλά ταυτόχρονα μεταμορφώθηκαν από αφελή κοντοκουρεμένα αγόρια της βρετανικής σκηνής σε καλλιτέχνες με βαρύνουσα άποψη στα όσα συνέβαιναν γενικότερα. Σε αυτό το πλαίσιο και έπειτα από έναν συναυλιακό μαραθώνιο που διήρκεσε περί τα δύο χρόνια, με δεκάδες φανατικούς θαυμαστές να ουρλιάζουν σε κάθε λέξη τους, και αφού το συγκρότημα είχε φτάσει στα όρια της αντοχής του, ο Τζον Λένον στις 4 Μαρτίου 1966 έδωσε μια συνέντευξη στη Μορίν Κλιβ της «London Evening Standard», όπου μίλησε και για τον χριστιανισμό λέγοντας: «Ο χριστιανισμός θα παρέλθει. Θα συρρικνωθεί και θα εξαφανισθεί. Δεν ξέρω τι θα χαθεί πρώτο, ο χριστιανισμός ή το ροκ-εν-ρολ. Αυτή τη στιγμή είμαστε πιο δημοφιλείς από τον Χριστό. Ο Χριστός ήταν εντάξει αλλά οι οπαδοί του ήταν χοντροί και καθημερινοί τύποι». Πέντε μήνες αργότερα ένα αμερικανικό νεανικό περιοδικό, το «Datebook», αναδημοσίευσε τη δήλωσή του αυτή στο εξώφυλλο, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν σοβαρές αντιδράσεις στις νότιες και μεσοδυτικές Πολιτείες από χριστιανικές οργανώσεις, όπου έκαιγαν δημοσίως τους δίσκους αλλά και αντικείμενα σχετικά με τους Μπιτλς. Ακόμη και η Κου Κλουξ Κλαν είχε ενεργοποιηθεί ώστε σε αρκετές από τις συναυλίες τους τα μέτρα να είναι δρακόντεια. Στις 11 Αυγούστου, στο Σικάγο, ο Τζον Λένον έδωσε εξηγήσεις με το γνωστό ειρωνικό στυλ του λέγοντας: «Δεν ήταν ακριβώς όπως τα είπατε αυτά που είπα. Λυπάμαι που τα είπα ειλικρινά. Δεν ήθελα ποτέ να καταλήξει σε ένα άθλιο αντιθρησκευτικό πράγμα. Ζητώ συγγνώμη αν αυτό σας ευχαριστεί». Εναν χρόνο αργότερα προσέθεσε: «Πάντα θυμάμαι να ευχαριστώ τον Ιησού που έδωσε τέλος σε εκείνες τις περιοδείες. Αν δεν είχα πει αυτά που είπα ώστε να εκνευρίσω την πολύ χριστιανική Κου Κλουξ Κλαν, ακόμη θα βρισκόμουν να περιοδεύω. Ο Θεός να ευλογεί την Αμερική. Σε ευχαριστώ, Χριστέ».
Η Μαντόνα πάλι, εκτός από το όνομά της, μια επιλογή που ανέκαθεν αποτελούσε για την Καθολική Εκκλησία ύβρι σε σχέση με τα έργα της, ήλθε σε σύγκρουση αρκετές φορές λόγω της χρήσης συμβόλων της Εκκλησίας αλλά και του Χριστού. Το 1989 κυκλοφόρησε το «Like Α Prayer» και το ομώνυμο τραγούδι του άλμπουμ ήταν η αιτία για την πρώτη ουσιαστική σύγκρουσή της με το Βατικανό, αφού η ίδια εμφανίζεται ως άλλη Μαγδαληνή να αποπλανά έναν μαύρο Ιησού ερμηνεύοντας το ρεφρέν μπροστά από φλεγόμενους σταυρούς. Η Pepsi τότε έσπευσε να διακόψει το συμβόλαιό της, χωρίς όμως να πάρει τα χρήματά της πίσω, και η Μαντόνα, δίχως να χαριστεί στο ελάχιστο, προσέθεσε ένα ακόμη κεφάλαιο στην καλλιτεχνική ζωή της. Το 2006 ανάλογη κίνησή της έλαβε ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις καθώς βρέθηκε να δέχεται απειλές και από την Καθολική Εκκλησία και από την Ορθόδοξη, ιδιαίτερα από το ρωσικό σκέλος, αφού βρέθηκε στη Μόσχα για συναυλία, αλλά και από τους μουσουλμάνους και τους εβραίους. Αιτία στάθηκε και πάλι η χρήση του σταυρού ως συμβόλου στην περιοδεία της «Confessions Tour», όπου ερμήνευε το «Live To Tell» επάνω στον σταυρό φορώντας ακάνθινο στεφάνι, δείχνοντας παράλληλα στο κοινό προβολές από τα παιδιά που υποφέρουν από πείνα και αρρώστιες στον πλανήτη αλλά και φωτογραφίες του Πάπα και του Μουσολίνι.
Αυτός όμως που διεκδίκησε και σίγουρα στα μάτια πολλών κέρδισε τον τίτλο του Αντίχριστου δεν είναι άλλος από τον αιρετικό ροκ περφόρμερ Μπράιαν Γουόρνερ ή, αν θέλετε, Μέριλιν Μάνσον. Το άλμπουμ με το οποίο έκανε το άνοιγμά του στην παγκόσμια μουσική σκηνή δεν ήταν άλλο από το «Antichrist Superstar» του 1996, ένας τίτλος που παρέπεμπε άμεσα στο επίσης αιρετικό μιούζικαλ του Αντριου Λόιντ Γουέμπερ «Jesus Christ Superstar». Ενα μονοθεματικό άλμπουμ που χωρίζεται σε τρεις ενότητες, εμπνευσμένο κατά τον Μάνσον από τον Νίτσε, στο οποίο πραγματεύεται την εικόνα του Αντίχριστου, μια εικόνα που έστησε ακόμη καλύτερα στις περιοδείες που ακολούθησαν, με τους χριστιανούς να απαγορεύουν στα παιδιά τους να πάνε στις συναυλίες και τις πικετοφορίες να αποτελούν ρουτίνα έξω από τα στάδια όπου εμφανιζόταν. Τέσσερα χρόνια αργότερα «σόκαρε» και πάλι με το εξώφυλλο του άλμπουμ «Holy Wood», όπου ο ίδιος εμφανίζεται σε μια αρκετά θρίλερ παραλλαγή του Εσταυρωμένου.