Πρὸ ἡμερῶν θαυμαστής τοῦ Κώστα Σημίτη ἔγραψε πὼς μεταξύ των ἐπιτυχιῶν του ἐξέχουσα θέση ἔχει ἡ «νίκη» του στὸ θέμα τῶν ταυτοτήτων. Τὸ «ἐπίτευγμα» του ἦταν ὅτι μὲ τὴν πανίσχυρη ἐξουσία του καὶ τὸν παντοδύναμο προπαγανδιστικὸ μηχανισμὸ ποὺ διέθετε, «νίκησε» τρία καὶ πλέον ἑκατομμύρια ἀνίσχυρων πολιτῶν, ποὺ δήλωσαν τὴ θέλησή τους νὰ ἀναγράφεται προαιρετικά το θρήσκευμα στὶς ἀστυνομικὲς ταυτότητες, γιατί ἡ Ὀρθοδοξία γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἀποτελεῖ βασικὸ στοιχεῖο τῆς ἰδιοπροσωπίας τους. Ἡ ἐπιτυχία τοῦ κ. Σημίτη ἤταν ὅτι συσπείρωσε σὲ εἰρηνικὴ ἐκδήλωση ὑπὲρ τῆς ταυτότητάς τους τόσους Ἕλληνες. Ἦταν ἡ πολυπληθέστερη μὴ κομματικὴ ἐκδήλωση στὴν Ἱστορία τοῦ ἐλεύθερου ἑλληνικοῦ κράτους.
Ἐνέργειες κατὰ τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Ἐκκλησίας Τοῦ ὑπῆρξαν πολλὲς στὰ 2000 χρόνια ποὺ πέρασαν. Πρῶτα οἱ φαρισαῖοι ἐναντίον τοῦ Ἰδίου. Πίστεψαν πὼς μὲ τὸ νὰ Τὸν ἐξοντώσουν τέλειωσαν μαζί Του. Λάθεψαν. «Μάταια φυλάττεις τὸν τάφο κουστωδία». Ἀκολούθησαν οἱ αὐτοκράτορες – θεοί, μὲ τοὺς διωγμοὺς καὶ τὰ μαρτύρια σὲ βάρος τῶν μαθητῶν Του, οἱ Σουλτάνοι, μὲ τοὺς βίαιους ἐξισλαμισμούς, καὶ στὸν 20ό αἰώνα ὁ «πατερούλης» Στάλιν καὶ.... ὁ «ὑπεράνθρωπος» Χίτλερ. Ὅλοι τους νόμισαν ὅτι ἐξόντωσαν τὴν Ἐκκλησία. Ὅλοι τους ἡττήθηκαν καὶ ἔμειναν στὴν Ἱστορία ὡς αἱμοσταγεῖς τύραννοι.
Στὸν τρέχοντα, 21ο αιώνα, τὸ ἔργο τῶν διωκτῶν τῆς Ἐκκλησίας ἀνέλαβαν οἱ φανατικοὶ ἄθεοι, πολιτικοὶ καὶ διανοούμενοι, ὀπαδοὶ τοῦ Σὰντ καὶ τοῦ Μαμωνᾶ. Οἱ παλιοὶ καὶ οἱ σύγχρονοι διῶκτες τῆς Ἐκκλησίας βάλλουν σὲ βάρος Της ἐν ὀνόματι τοῦ «προοδευτισμοῦ». Εἶναι καλοὶ ἐκφραστὲς τῆς γλώσσας, ποὺ περιγράφει ὁ Ὄργουελ.
Ὁ Ἐρρίκος Ἴψεν, στὸ θεατρικό του ἔργο «Αὐτοκράτορας καὶ Γαλιλαῖος», περιγράφει τὴ ζωὴ τοῦ αὐτοκράτορα Ἰουλιανοῦ, τοῦ ἐπιλεγόμενου Παραβάτη. Αὐτὸς ἐπιχείρησε νὰ ἀναβιώσει τὴν εἰδωλολατρία, διώκοντας ἀμείλικτά τους χριστιανούς, καίγοντας βιβλία τους, καταστρέφοντας ναούς τους. Ὅταν διαπίστωσε πῶς οἱ χριστιανοὶ προτιμοῦσαν τὸ μαρτύριο ἀπὸ τὸν «προοδευτισμὸ» τῶν εἰδώλων διερωτήθηκε: «Μὲ δώδεκα ἀνθρώπους τιποτένιους, ψαράδες, ἀγράμματους, ἔφτιαξε ὅλο αὐτό;». Καὶ ὅταν ὁ Μάξιμος, ὁ μυστικιστὴς σύμβουλός του, τοῦ εἶπε ὅτι θὰ νικήσει τὸ Χριστό, συνέχισε νὰ διερωτᾶται: « Καὶ ποιὸ θὰ εἶναι τὸ ὄφελος γιὰ τὸν νικητή;...Οἱ Ἕλληνες καὶ οἱ Ρωμαῖοι μιλοῦν γιὰ τὶς νίκες τοὺς μ’ ἕνα ψυχρὸ θαυμασμό, τὴ στιγμὴ ποὺ ὁ ἄλλος, ὁ Γαλιλαῖος, ὁ γιὸς τοῦ ξυλουργοῦ, θρονιάστηκε μὲς στὶς φλογερὲς ψυχὲς τῶν πιστῶν σὰν βασιλιὰς τῆς Ἀγάπης!...».
Ὁ Ἰουλιανὸς πέρασε στὴν Ἱστορία ὡς ὁ ἡττημένος. Τὸ ἴδιο οἱ φαρισαῖοι καὶ ὅλοι οἱ ἄλλοι διῶκτες τοῦ Χριστοῦ. Καὶ ὡς πρὸς τοὺς χριστιανούς, ὁ Ἴψεν βάζει τὸν Μέγα Βασίλειο νὰ λέγει, στὸ τέλος τοῦ ἔργου, ὅτι οἱ διωγμοὶ εἶναι ὄχι γιὰ τὸν θάνατο, ἀλλὰ γιὰ τὴ λύτρωση καὶ τὴν ἐξύψωσή τους καὶ τὴ Μακρίνα, τὴν ἀδελφή του, νὰ τονίζει πὼς ὁ Παντοδύναμος θὰ κρίνει, κείνη τὴ μεγάλη μέρα, «τοὺς νεκροὺς ποὺ ζοῦνε καὶ τοὺς ζωντανοὺς ποὺ εἶναι πεθαμένοι».-
Πηγή: Ῥωμαίϊκο Ὁδοιπορικό