Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
«…Ἡ περιστερὰ ἡ ἀμόλυντος… ἐν σκηνώματι ἁγίῳ κατοικεῖν ᾑρετίσατο» (ᾠδὴ γ΄, β΄ καν. Εἰσοδ., δ΄ τροπ.)
Ο άγιος Edmund, ένας από τους σπουδαιότερους και ποιο γνωστούς Βρετανούς αγίους, έζησε και μαρτύρησε κατά τον 9ο αιώνα, σε μια από τις ποιο τραγικές και δύσκολες στιγμές της Βρετανικής ιστορίας, όταν οι Παγανιστές Δανοί σκότωναν και κατέστρεφαν σε ένα μεγάλο κομμάτι των Βρετανικών Νήσων.
Μορφή με παγκύπρια πνευματική ακτινοβολία είναι ο άγιος Σωζόμενος.
Την ακτινοβολία του μαρτυράνε τα πολλά θαύματα του που με ευλάβεια αναφέρονται από τον λαό μας, μα κι οι ιεροί ναοί πού είναι αφιερωμένοι στ' όνομά του.
Μια γρήγορη ματιά στη ζωή του πολλά θα έχει να πει και σ' εμάς.
Ένας κώδικας από την Αγία Τριάδα Ριζοκαρπάσου αναφέρει πως ο τρισμακάριος αυτός πατήρ καταγόταν από την Καρπασία.
Από την ακολουθία του μαθαίνουμε πως έζησε πριν από τη φράγκικη κατοχή της Κύπρου μας.
Και στο συναξάρι που έγραψε γι' αυτόν κάποιος Ακάκιος μοναχός Φιλόθεος μοναχός από την Καρπασία. Έζησε στα τέλη του 17ου και τις αρχές του 18ου αιώνα. Πέρασε το πιο μεγάλο μέρος της ζωής του στην εξορία (50 χρόνια). Το χειρόγραφο που μας αφήκε εκτός από την άλλη του αξία περιλαμβάνει και τις ακολουθίες των πέντε αγίων της Καρπασίας. Των αγίων Φίλωνος, Συνεσίου, Θύρσου, Φωτεινής και Σωζομένου. διαβάζουμε πως ο άγιος ήταν «επί της Χριστιανοσύνης».
Με τούτο πρέπει να δεχθούμε πως ο όσιος πατήρ πρέπει να έζησε γύρω στα 1100 μ.Χ., τότε πού το νησί μας ήταν ένα τμήμα και μια επαρχία της μεγάλης μας Βυζαντινής Αυτοκρατορίας.
Από τους γονείς του πού ήσαν άνθρωποι θεοσεβείς οδηγήθηκε από μικρός στη μελέτη και τη γνώση του λόγου του Θεού. Κι αγάπησε τα θεία λόγια. Με όλη την καρδιά του τ' αγάπησε. «Ως γλυκέα τω λαρύγγι μου τα λόγια σου, υπέρ μέλι τω στόματί μου» έλεγε κάθε φορά με ενθουσιασμό, όταν δακρυσμένος από συγκίνηση σήκωνε τα μάτια από τα ιερά βιβλία.
Η προσεκτική μελέτη της Γραφής και των διαφόρων θεολογικών συγγραμμάτων με τα όποια καταγινόταν καθημερινά, τον βοήθησαν με τον καιρό να αποκτήσει μια σπάνια για την εποχή του μόρφωση και γνώση. Κάτι περισσότερο. Τον βοήθησαν να εξελιχθεί σ' ένα άνθρωπο του Θεού κι ένα συνειδητό χριστιανό. Τα λόγια του μεγάλου απόστολου, του θείου Παύλου «μιμηταί μου γίνεσθε, καθώς κάγώ Χριστού» (Α' Κορ. ια',1) δεν τα γνώριζε απλώς και δεν τα απήγγελλε μονάχα. Αγωνιζόταν κι όλας κάθε μέρα να τα κάμει βίωμα του, ζωή του. Και τα κατάφερε. Με τους συνεχείς πνευματικούς αγώνες του κατώρθωσε να προχωρήσει και να πλησιάσει και να ομοιάσει κατά το μέτρο του δυνατού, το αιώνιο πρότυπο, που πρέπει να έχει κάθε άνθρωπος, τον Χριστό. Ναι! Μόρφωσε μέσα του τον Χριστό, που είναι ό μόνος τέλειος, μα κι ο μόνος αληθινός άνθρωπος. Και να πως το πέτυχε!
Από τα πρώτα χρόνια της εφηβικής κι ύστερα της νεανικής του ηλικίας ό εραστής της πραγματικής χριστιανικής ζωής αγωνίστηκε ιδιαίτερα, για να κρατήσει την καρδιά του αγνή και καθαρή. Ο μακαρισμός του Κυρίου «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία ότι αυτοί τον Θεόν όψονται», πρόβαλλε πάντα με φωτεινά γράμματα μπροστά του και τον καλούσε να τον κάμει σύνθημα ζωής.
Κι ο καλός νέος πρόσεξε την πρόσκληση. Και την αγκάλιασε. Και την εφήρμοσε με προσοχή στον βίο του και νίκησε. Παρά την ηθική βρωμιά που υπήρχε γύρω του, κι υπάρχει σ' όλες τις εποχές και πολιορκεί με όλα τα μέσα τις νεανικές καρδιές και προ παντός εκείνες που φλέγονται κι αγωνίζονται να μείνουν μακρυά απ' αυτή, ό άγιος με τη σύνεση, την προσοχή και τους αγώνες του μπόρεσε να ξεπεράσει τους ποικίλους πειρασμούς της ηλικίας του. Τους ξεπέρασε και κράτησε το μυαλό του καθαρό από σκέψεις και θύμησες κι εντυπώσεις ακάθαρτες και πονηρές. Ακόμη κράτησε και την καρδιά του ελεύθερη από αισθήματα και πάθη παράνομα κι αμαρτωλά. Και τη θέληση του ανεπηρέαστη από κάθε επιθυμία και πόθο, μα και συγκατάθεση αντίθετη προς τον νόμο του Θεού.
Γνώριζε ό ταπεινός θιασώτης της αρετής, πως δεν μπορεί να 'ναι γνήσιος οπαδός της θρησκείας του Εσταυρωμένου Ιησού της «καθαρής και αμιάντου θρησκείας» της «αγίας και αμώμου» της «μη εχούσης σπίλον ή ρυτίδα ή τι των τοιούτων», εκείνος, πού δεν έχει την καρδιά του καθαρή από κάθε ανηθικότητα και βρωμιά και τα φρονήματα του άδολα, ανόθευτα κι αγνά. Τα γνώριζε ο νεαρός Σωζόμενος όλα αυτά. Και για τούτο πάλαιψε με όλες του τις δυνάμεις να μείνει ξένος από ό,τι λερώνει και καταστρέφει την ψυχή. Κι ακόμη να φυλάξει πιστά τη θεία εντολή: «άγιοι γίνεσθε, ότι εγώ άγιος ειμί». Ναι την φύλαξε! Πιστά την φύλαξε!
Εκτός απ' την προσεκτική αγρυπνία της ψυχής, η προσευχή κι η νηστεία ήταν οι δύο βακτηρίες πού κρατούσε για την επίτευξη του άγιου σκοπού του.
Η νηστεία για να του καταστέλλει τις ορμές. Κι η προσευχή για να τον βοηθά ν' απλώνει τις φτερούγες της διάνοιας του και να υψώνεται κάθε στιγμή και ώρα για να καταθέτει προ του θρόνου του Μεγάλου Πατέρα σκέψεις κι αισθήματα.
Για να είναι απερίσπαστος στον ευγενικό του αγώνα πού χάραξε μονάχος του, προτού ανδρωθεί, πήρε την απόφαση να φύγει κι από το σπίτι του και να τραβήξει στην ερημιά. Εκεί ελεύθερος από κάθε γήινη φροντίδα ένα μόνο θα σκεφτόταν και για ένα μόνο θα φρόντιζε: Πως να αρέσει στον Θεό.
Κάποια μέρα, ύστερα από ολονύκτια προσευχή σηκώθηκε και ξεκίνησε. Αφήκε ό,τι πολύτιμο κι αγαπητό είχε στον κόσμο τούτο και πήρε τον δρόμο της ερημικής ζωής. Περπάτησε πολύ. Κάποτε έφτασε σε μια σπηλιά. Βρισκόταν στην πρόσοψη ενός κρημνού, που ήταν βραχώδης κι υψηλός. Εκεί σταμάτησε. Μπήκε μέσα, έκαμε τον σταυρό του και με φωνή που έτρεμε από συγκίνηση και φόβο άρχισε να σιγοψάλλει:
› Η καρδία μου προς Σε, Λόγε, υψωθήτω, και ουδέν θέλξει με, των του κόσμου τερπνών, προς χαμαιζηλίαν. (Τρίτο αντίφωνο του Δ' ήχου).
Δηλαδή, σε Σένα Χριστέ μου, σε Σένα, Λόγε, του Θεού, ας υψωθεί η καρδιά μου. Και τότε τίποτα, Κύριε, από όλα εκείνα τα μάταια και φθαρτά του κόσμου τούτου δεν θα μπορεί να την τραβήξει μακρυά σου, ούτε και να την αποσπάσει από τη θεωρία σου.
Και στ' αλήθεια! Η καρδιά πού υψώθηκε μια φορά πραγματικά στον ουρανό, όπου βρίσκονται τα αιώνια αγαθά κι όπου βασιλεύει η ευδαιμονία κι η μακαριότητα του ανέκφραστου κάλλους του προσώπου του Κυρίου, όπως τον θειο απόστολο Παύλο, θ' αναφωνεί κι αυτή: «Ηγούμαι πάντα ζημίαν είναι δια το υπερέχον της γνώσεως Χριστού Ιησού του Κυρίου μου, δι' όν τα πάντα έζημιώθην, και ηγούμαι σκύβαλα είναι ίνα Χριστόν κερδήσω» (Φιλιπ. γ', 8). Δηλαδή όσα είναι ξένα προς τον Χριστό τα θεωρώ ζημία μου εν συγκρίσει προς την υπεροχή και το μεγαλείο της γνώσεως του Ιησού μου για χάρη του Οποίου με το κέφι μου απέρριψα και περιφρόνησα τα πάντα. Και τα θεωρώ όλα σκύβαλα κι ανάξια λόγου, για να κερδίσω τον Χριστό. Ανάξια λόγου και ζημία του και σκύβαλα θεώρησε κι ό Σωζόμενος τα αγαθά του κόσμου τούτου. Τα αγαθά πού απομακρύνουν τον άνθρωπο από τον Θεό και το άγιο θέλημα του, προ κειμένου να αρέσει στον Χριστό και να μείνει πιστός ακόλουθος του.
Μέσα στη σπηλιά πού διάλεξε για κατοικία κι ασκητήριό του ο όσιος πατήρ σπεύδει να κάμει έργο του τον σκοπό πού έταξε στη ζωή του. Κι αγωνίζεται. Σκληρά αγωνίζεται κάθε μέρα πως να κατανικήσει τη σάρκα του και πως να αποκτήσει την αρετή. Η ζωή του είναι ένας συνεχής αγώνας. Αγώνας για την υπερνίκηση του εαυτού του. Σαν καλός γεωργός γνωρίζει ο σεβάσμιος πατήρ, πως για να επιτύχει μια σπορά και μια καλλιέργεια πρέπει πρώτα να ετοιμασθεί ο χώρος, το έδαφος. Με τη νηστεία και τη σκληραγωγία ετοιμάζει το χωράφι της ψυχής του. Γκρεμίζει σιγά και προσεκτικά ένα ένα τα οχυρά του εχθρού πού λέγονται σοφίσματα και πονηροί λογισμοί και υψηλοφροσύνη και τα οποία εμποδίζουν τον άνθρωπο να γνωρίσει τον Θεό. Ξερριζώνει με σύστημα τα αγκάθια των παθών και ρίχνει με υπομονή τους σπόρους της υποταγής σε όλα στο θέλημα του Θεού. Και πετυχαίνει στον αγώνα του. Και νικά. Και γίνε ται κατοικητήριο του Αγίου Πνεύματος, σύμφωνα με το λόγιο της Γραφής που διακηρύττει: «Επί τίνα επιβλέψω, αλλ' ή επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου;» (Ησαΐου ξστ', 2'). Δηλαδή πάνω σε ποιο θα ρίψω εγώ στοργικό και προστατευτικό το βλέμμα μου, παρά μονάχα στον άνθρωπο τον ταπεινό και ειρηνικό και ήσυχο, που τρέμει με σεβασμό τα λόγια μου κι αγωνίζεται να τα εφαρμόσει στη ζωή του;
«Οικητήριον του Αγίου Πνεύματος, και στύλος ολόφωτος, λόγου και γνώσεως έμπλεως, αρεταίς τε κατάκοσμος και των Κυπρίων ιατρός των εν νόσοις...» να τι ευτύχησε να επιτύχει και να γίνει ο αοίδιμος ασκητής με την καθαρότητα της ψυχής του και τους συνεχείς πνευματικούς αγώνες του.
Και το ανορθωτικό και σωστικό έργο του δεν περιώρισε ο ιερός πατήρ μόνο στον εαυτό του. Το επεξέτεινε και στους γύρω του και σε όσους άλλους η φήμη της αρετής του έφερνε μέχρι τη σπηλιά του. Κι ήταν πολλοί αυτοί. Άλλοι από περιέργεια κι άλλοι από ανάγκη και πόθο κάτι να πάρουν και κάτι ν' ακούσουν, ξεκινούσαν από διάφορα μέρη κι έρχονταν στον ευλαβή ασκητή.
Κι αυτός σαν άλλος Βαπτιστής άρπαξε τις ευκαιρίες για να διδάξει, να παρακαλέσει, να επιτιμήσει. Το κήρυγμα του άρχιζε πάντα με τις λέξεις:
›Μετανοήσατε κι αγαπήσατε τον Θεόν. Αδελφοί μου! Μετανοιώσετε κι αφήστε την αμαρτία. Αφήστε την, που είναι κατάρα. Είναι θάνατος. Είναι νέκρωση. Αφήστε την αμαρτία κι αγαπήστε τον Θεό. Εκείνος πού αγαπά τον Θεό, ζει με αναπαυμένο τον νου του. Η αγάπη, όταν θρονιαστεί στον άνθρωπο, είναι ικανή να του θρέψει την ψυχή' αυτή είναι το κρασί πού ευφραίνει την καρδιά του ανθρώπου. Αυτή του ξεκουράζει την ψυχή. Του γαληνεύει το μυαλό. Τον κάνει αληθινό παιδί του Θεού. Η αγάπη είναι το κλειδί πού θα μας ανοίξει μια μέρα και τον Παράδεισο.
Τα λόγια του αγίου συνοδεύονταν πάντα με το δικό του φωτεινό παράδειγμα. Σε κανένα δεν αρνιόταν την αγάπη και τη βοήθεια του. Το κατάλυμα του ήταν για όλους ανοικτό. Και το θεραπευτικό χάρισμα με το οποίο τον χαρίτωσε ο Θεός, το πρόσφερε πρόθυμα σε όσους με πίστη και μετάνοια ειλικρινή κατάφευγαν στη χάρη του και του το ζητούσαν.
Μπροστά στη σπηλιά πού έμενε, κατέφθαναν συχνά από παντού μορφές πονεμένες και χλωμές απ' την αρρώστια και τον πόνο. Μητέρες με τα πυρέσσοντα παιδιά στην αγκαλιά τους. Άνδρες και γυναίκες με ζωντανά τα σημάδια της πίκρας στα πρόσωπα τους. Νέοι και νέες με τα κορμιά μαραμένα απ' της ασθένειας τα βαριά πλήγματα. Με τα μάτια φλογερά απ' τον πόθο της υγείας σταματούσαν εκεί στης σπηλιάς το άνοιγμα και με φωνή ραγισμένη φώναζαν κι έλεγαν:
› Άγιε Σωζόμενε, μας τσάκισε η αρρώστια. Λυπήσου μας και δώσε μας τη βοήθεια σου. Γιάτρεψε μας.
Με την καλοκάγαθη μορφή έβγαινε ο σεβαστός ασκητής απ' την σπηλιά και με πατρική καλωσύνη έστεκε μπροστά στον ανθρώπινο πόνο κι έλεγε:
› Ο άγιος Θεός, παιδιά μου, μπορεί μόνο να σας θεραπεύσει. Ναι! Μόνο ο άγιος Θεός. Αρκεί να πιστεύετε σ' Αυτόν με την καρδιά σας. Κι αρκεί το θέλημα Του να το 'χετε πάντα οδηγό στη ζωή σας. Είναι σπλαγχνικός Πατέρας ο Κύριος. Είναι Πατέρας «οικτίρμων και ελεήμων μακρόθυμος και πολυέλεος». Είναι πατέρας όλων μας. Και σαν πατέρας ένα μόνο θέλει για τον καθένα μας. Τη σωτηρία μας. Ναι! Τη σωτηρία μας ζητά ο Θεός. Και τη σωτηρία την προσφέρει σε όλους. Φτάνει μονάχα να απαρνηθούμε την αμαρτία και να μετανοήσουμε. Είσθε έτοιμοι κι εσείς να κάμετε το σωστικό τούτο πήδημα; Είσθε έτοιμοι να απαρνηθήτε την αμαρτία και με συντριβή ψυχής να ζητήσετε συγχώρηση για κάθε κακό που εκάμετε ως σήμερα; Είσθε πρόθυμοι ακόμη να αλλάξετε ζωή; Να συγχωρήσετε με το κέφι σας όλους εκείνους που σας έβλαψαν, σας αδίκησαν, σας έκαμαν κακό και να γίνετε άνθρωποι καινούργιοι άνθρωποι καλωσύνης και αγάπης;
› Είμεθα, άγιε πάτερ. Είμεθα...
Αυτή κατά κανόνα ήταν η συνηθισμένη απάντηση, πού οι επισκέπτες έδιναν στα απλά ερωτήματα του γέροντα ασκητή. Κι αυτός σαν την άκουε και σαν βεβαιωνόταν, πως οι καρδιές είχαν κατανυγεί, αποσυρόταν στη γωνιά της σπηλιάς του καί με δάκρυα κατανύξεως ζητούσε το έλεος του μεγάλου Θεού για τους πάσχοντες ξένους του.
Το θαύμα δεν αργούσε να γίνει. Ο πόνος σιγά-σιγά χανόταν απ' το πονεμένο μέρος. Η δύναμη ξαναγύριζε στο αρρωστημένο κορμί. Τα μάτια φωτιζόντουσαν από την πίστη καί την πεποίθηση της αγάπης του Θεού. Τα πρόσωπα ξανάβρισκαν το χρώμα της υγείας. Οι καρδιές φούσκωναν από τη χαρά. Κι ο'ι άρρωστοι, θεραπευμένοι πια ξεσπούσαν σε μια ολόψυχη δοξολογία του ονόματος του θεού καί σ' ένα βαθύ εγκάρδιο ευχαριστώ στον άγιο, πού με τη δύναμη της προσευχής του, τους είχε κάμει καλά. Κι αυτός με ταπείνωση αληθινή, προτού τους κατευοδώσει για τα χωριά τους με πατρική στοργή κι αγάπη τους καλούσε κοντά του και τους επαναλάμβανε;
› Παιδιά μου! Ο άγιος Θεός σας χάρισε την υγεία σας. Μη λησμονείτε την υπόσχεση πού του δώκατε. Αποφεύγετε στο εξής την αμαρτία. Μένετε πιστοί στο θέλημα του. Κι η ευτυχία κι η χαρά πού ζητάτε, κι όλοι οι άνθρωποι ποθούμε, θα γίνει πια κτήμα σας. Και θα ολοκληρωθεί κάποια μέρα στον ουρανό, στη μακαριά ζωή πού η αγάπη του Θεού ετοίμασε για όλους μας.
Με ένα τέτοιο τρόπο ο όσιος περνούσε τις ήμερες του, μέχρι τη στιγμή που η αγία ψυχή του, κάποιο δειλινό αφήκε το κουρασμένο κορμί για να ενωθεί με τον Χριστό του και Κύριο μας.
Το άγιο σκήνωμα του με ευλάβεια το πήρανε οι χριστιανοί και το 'θα ψαν στο βάθος της σπηλιάς βρέχοντας το με τα δάκρυα της στοργής τους. Ο τάφος του έγινε «ιατρείον νοσημάτων». Σ' αυτόν καταφεύγουν και σήμερα άρρωστοι από διάφορα μέρη για να λάβουν τη θεραπεία τους.
Τα θαύματα του αγίου Σωζομένου που με τη βοήθεια του Θεού έκαμε και κάμνει σ' εκείνους που με πίστη αληθινή καταφεύγουν στη χάρη του, με βαθύ σεβασμό κυκλοφορούν ανάμεσα στον ευσεβή λαό μας. Κι είναι τα θαύματα αυτά που εξασφάλισαν στον όσιο ασκητή τον τιμητικό τίτλο του θαυματουργού. Μα κι αυτά πάλι πού οδήγησαν ευλαβικά χέρια να παραστήσουν στους τοίχους του ασκητηρίου του τις όμορφες εικόνες πού το στολίζουν και που κατανύγουν την καρδιά. Δυστυχώς οι πιο πολλές απ' αυτές έχουν σχεδόν καταστραφεί, είτε απ' την υγρασία, είτε από Ιερόσυλους που ξεκόλλησαν το κονίαμα πάνω στο οποίον ήσαν ζωγραφισμένες. Μερικές απ' αυτές τις εικόνες τοιχογραφίες είναι κι αυτές: «Ο άγιος Σωζόμενος ιατρεύει τους νοσούντας». «Ο άγιος Σωζόμενος θεραπεύει τους πυρέσσοντας». «Ο άγιος Σωζόμενος ανορθοί τον επί γης συγκύπτοντα» κ.ά.
Η μνήμη του αγίου γιορτάζεται σε πολλά μέρη του νησιού μας στις 20 Νοεμβρίου και σ' άλλα στην 21 μαζί με την εορτή των Εισοδίων. Την ήμερα αυτή χιλιάδες προσκυνητές από διάφορα μέρη συγκεντρώνονται στη σπηλιά όπου ασκήτευσε. Στον άγιο Σωζόμενο Ποταμιάς ή στο Ριζοκάρπασο (20 Νοεμβρίου) μα και στους ναούς πού είναι αφιερωμένοι στ' όνομα του, για να τον τιμήσουν και να δοξάσουν τον Παντοδύναμο Θεό για τους αγίους Του. Έτσι τα θαύματα του όσιου συνεχίζονται. Κι οι πιστοί πού μ' ευλάβεια προστρέχουν στη χάρη του με κατάνυξη ψυχής του ψάλλουν κάθε φορά.
Χαίροις ο των νοσούντων ταχεία παράκληση, Χαίροις των ευδρομούντων ταχεία αντίληψις, Χαίροις λαμπτήρ της Κύπριας απάσης, Χαίροις φωστήρ μοναστών ποδηγέτα, Χαίροις, πάτερ Σωζόμενε.
Στὴν καθ᾽ ἡμᾶς Μητροπολιτικὴ περιφέρεια τιμᾶται ἰδιαίτερα ὁ ὅσιος Σωζόμενος. Ἐπίκεντρο τῆς ἐδῶ τιμῆς του εἶναι ἡ ἁγιοτόκος Κοινότητα τῆς Γαλάτας, ὅπου εὑρίσκεται κατάγραφος ναὸς ἐπ᾽ ὀνόματί του, ἱστορημένος διὰ χειρὸς τοῦ περίφημου μεσαιωνικοῦ ἁγιογράφου Συμεὼν Ἀξέντη τὸ ἔτος 1513. Στὸν ναὸ τοῦτο ἀνευρέθηκαν καὶ μέρος τῶν ἱερῶν λειψάνων τοῦ ὁσίου Σωζομένου. Ἀναφορικὰ μὲ τὸ ζήτημα τῆς ταυτότητας τοῦ τιμωμένου στὴν περιφέρειά μας ὁσίου, πρέπει νὰ λεχθοῦν τὰ ἑξῆς:
Σύμφωνα μὲ τὶς τοπικὲς ἁγιολογικὲς πηγές, στὸ νησί μας ἔζησαν δύο ὁμώνυμοι ὅσιοι, μὲ τὸ ὄνομα Σωζόμενος, ποὺ ἐντάσσονται στὴν ὁμάδα τῶν ὡς 300 θεωρουμένων ἁγίων, τῶν γνωστῶν καὶ ὡς Ἀλαμάνων, ποὺ ἦλθαν κατὰ τὴ βυζαντινὴ γιὰ τὴν Κύπρο περίοδο (πρὶν τὸν 12ο αἰ.) ἀπὸ ἄλλες πλησίον χῶρες στὸ νησί μας καὶ τελειώθηκαν σ᾽ αὐτὸ ἀσκητικά. Ὁ ἕνας ὅσιος ἔζησε, τελειώθηκε καὶ τάφηκε σὲ λαξευτὸ στὸ βράχο σπήλαιο-ἀσκητήριο, ποὺ σώζεται μέχρι καὶ σήμερα, κοντὰ στὸ χωριὸ Ποταμιὰ Λευκωσίας. Ἡ μνήμη του τελεῖται στὶς 21 Νοεμβρίου. Ὁ ἄλλος ὁμώνυμος ὅσιος τελειώθηκε ἀσκητικὰ σὲ σπήλαιο πάνω σὲ ὄρος στὴν περιοχὴ Κόψα, κοντὰ στὸ χωριὸ Γαλάτεια τῆς Καρπασίας. Ἡ μνήμη του τελεῖται στὶς 20 Νοεμβρίου. Ἐπειδὴ λοιπὸν ἡ μνήμη τοῦ ὁσίου Σωζομένου στὴ Γαλάτα ἐτελεῖτο ἀνέκαθεν στὶς 20 Νοεμβρίου, καὶ ἕνεκα τοῦ παραπλησίου ὀνόματος τῶν χωριῶν Γαλάτα καὶ Γαλάτεια, ὁ ἐδῶ τιμώμενος ὅσιος Σωζόμενος εἶναι ὁ δεύτερος τῶν πιὸ πάνω, αὐτὸς δηλ. ποὺ τελειώθηκε στὴ Γαλάτεια τῆς Καρπασίας.
Ἡ τιμὴ τοῦ ὁσίου Σωζομένου εἶναι ἐξαπλωμένη σὲ πολλὰ μέρη τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας περιφέρειας. Στὸν δρόμο, ποὺ ὁδηγεῖ στὴν παλαίφατη Μονὴ τοῦ Κύκκου, μετὰ τὶς Γερακιές, στὴν τοποθεσία «ἁγιόπετρα», σώζεται προσκυνηματικὸς τόπος, τὸν ὁποῖο, κατὰ τὴν τοπικὴ παράδοση, χρησιμοποίησε ὁ ὅσιος Σωζόμενος ὡς τόπο ἀσκήσεως καὶ προσευχῆς. Ἀκόμη, μεταξὺ Ἀστρομερίτη καὶ Ζώδειας, ὑπάρχει σπήλαιο μὲ τὴν ὀνομασία «σπήλιος τοῦ Σωζόμενου». Φαίνεται ὅτι ὁ ἅγιος Σωζόμενος μετακινεῖτο ἀπὸ τόπου εἰς τόπον.
Τοιχογραφίες τοῦ ὁσίου Σωζομένου, ἀπὸ τὸν 14ο αἰῶνα καὶ μετά, σώζονται σὲ ἀρκετοὺς ναοὺς τῆς περιοχῆς μας, ὅπως στὰ καθολικὰ τῶν Μονῶν Ἁγίου Νικολάου τῆς Στέγης καὶ Παναγίας τῆς Ἀσίνου, στὸν ναὸ τῆς Παναγίας ἢ τοῦ Ἀρχαγγέλου τῆς Ποδίθου, στὸν ναὸ τοῦ τιμίου Σταυροῦ τοῦ Ἀγιασμάτι στὴν Πλατανιστάσα, κ.ἀ. Περαιτέρω, ὡραιότατη φορητὴ εἰκόνα τοῦ ὁσίου, ἰταλο-βυζαντινῆς τεχνοτροπίας (16ου αἰ.) καὶ προερχόμενη ἀπὸ τὸ καθολικὸ τῆς Μονῆς τῆς Θεοτόκου στὸ Κούρδαλι, φυλάσσεται σήμερα στὸ Ἐπισκοπεῖο τῆς Μητροπόλεώς μας στὴν Εὐρύχου.
ΑπολυτίκιοΉχος δ'.
Τοίς πίστει προστρέχουσι, Σωζόμενε τρισόλβιε, τη σορώ των λειψάνων σου, και προσκυνούσι πιστώς, του είδους εμφέρειαν, άφεσιν των πταισμάτων, και σωμάτων την ρώσιν, δώρησαι, θεοφόρε, και παντοίων κινδύνων, και παθών αρρώστιας πάντας εκλύτρωσαι.
Έτερον Απολυτίκιο Ήχος δ'
Ως στύλος υπέρλαμπρος της Εκκλησίας Χριστού, ο λύχνος ο άσβεστος της οικουμένης, σοφέ, εδείχθης, Σωζόμενε' έλαμψας εν τω κόσμω, δια της μετανοίας, δαίμονας εκδιώκων, και λεπρούς καθαρίζων διό τοις σε ποθούσι βρύοις ιάματα.
Πηγή: Πηγή Ζωής, Ιερά Μητρόπολις Μόρφου
Ο μακάριος πατήρ ημών Ιλαρίων ήταν από την αρχοντική οικογένεια Δοκαούρη της ανατολικής Γεωργίας. Σε ηλικία 6 χρονών τον ανέθεσαν σε θεοφοβούμενο δάσκαλο για να μάθη γράμματα. Από την μικρή του ηλικία διακρινόταν η κλίση του στα θρησκευτικά. Βλέποντας αυτό ο πατέρας του στο χωριό, τον έκτισε μοναστήρι, στο οποίο σύντομα μαζεύτηκαν 16 Πατέρες. Εκεί μεγάλωνε ο μελλοντικός ασκητής. Όταν έγινε 14 ετών αποφάσισε να φύγει στην έρημα Γκαρέτζη για να αποφύγει την υπερβολική αγάπη και προστασία του πατέρα του. Βρήκε στην έρημο μικρό σπήλαιο και άρχισε την άσκηση. Ο μικρός ασκητής ζούσε σαν άσαρκος άγγελος και αγαπήθηκε από τους ερημίτες για την μεγάλη άσκησή του.
Για τις αρετές του μεγάλωνε η φήμη του και σε λίγο χρονικό διάστημα απέκτησε 11 υποτακτικούς. Προσευχόταν αδιάλειπτα και ήταν νηστευτής μεγάλος. Οι άνθρωποι καθημερινά τον επισκέπτονταν για να παρηγορηθούν, να λάβουν συμβουλές και την ευλογία του.
Όταν τον είδε ο επίσκοπος της πόλεως Ρουστάβα, πολύ αδύνατο και ντυμένο στα κουρέλια, τον παρακάλεσε να δεχθεί το αξίωμα της ιερωσύνης. Ο ταπεινός Ιλαρίων αρνήθηκε. Έλεγε να μη βαραίνει τον αμαρτωλό εαυτό του με τον ζυγό της ιερωσύνης, αλλά στο τέλος έκανε υπακοή. Μετά από λίγο καιρό ο μακάριος Ιλαρίων όρισε νέο ηγούμενο στην αδελφότητα και πηγε για προσκύνημα στην Ιερουσαλήμ στους Άγιους Τόπους.
Κατά την μετάβασή τους προσπάθησαν κάποιοι να τους ληστέψουν, αλλά μόλις βγάλαν τα σπαθιά, βρέθηκαν τα χέρια τους ξερά. Οι ληστές κατάλαβαν ότι τους τιμώρησε ο Θεός και έπεσαν στα πόδια του ασκητού για να τους συγχωρέσει. Ο Ιλαρίων τους σταύρωσε, τους γιάτρεψε και τους απόλυσε συγχωρεμένους. Ένας από τους ληστές τον συνόδευσε μέχρι το όρος Θαβώρ.
Μετά το προσκύνημα στους Αγίους Τόπους ασκήτεψε μερικά χρόνια στο σπήλαιο του Προφήτη Ηλία. Ένα βράδυ είδε όραμα. Είδε την Παναγία στο όρος των Ελαιών, η οποία του είπε: «Ιλαρίων πήγαινε και ετοίμασε τον δείπνο στον Κύριον και Υιόν μου». Μόλις ξύπνησε ευχαριστούσε το Θεό και την Παναγία και πήρε τον δρόμο για την πατρίδα. Εκεί έμαθε ότι ο πατέρας και τα αδέλφια του είχαν πεθάνει. Η μητέρα του τού έδωσε όλα τα πλούτη και του είπε να τα χρησιμοποιήσει όπως θέλει.
Ο μακάριος Ιλαρίων έκτισε γυναικεία Μονή, έδωσε χωράφιααπό τα γύρω χωριά και έβαλε στη Μονή τυπικό. Μετά συγκέντρωσε 75 πατέρες και έκτισε και ανδρικό μοναστήρι. Τα Δε υπόλοιπα χρήματα τα μοίρασε στους φτωχούς.
Ο μισόκαλος διάβολος έβαλε τον θείο του ασκητή να τον σκοτώσει και να κάψει το Μοναστήρι, διότι ήθελε να τον κληρονομήσει. Η θεία Πρόνοια όμως τον επαίδευσε, εξομολογήθηκε, ζήτησε συγχώρεση από τον όσιο, έδωσε την περιουσία του στην Μονή και έγινε μοναχός.
Η φήμη για την αγιότητα του οσίου Ιλαρίωνα μαθεύτηκε σε όλα τα μέρη της Γεωργίας. Ο όσιος μισούσε πολύ την κοσμική δόξα, και όρισε ένα σοφό αδελφό ως ποιμένα για τα λογικά του πρόβατα και μαζί με δυό υποτακτικούς πήγε στην Κωνσταντινούπολη και από κει στο όρος Όλυμπος της Βιθυνίας. Εκεί έμειναν για πέντε χρόνια σε ένα μικρό εγκαταλελυμένο εκκλησάκι... Μετά ήλθε στην Κωνσταντινούπολη για να προσκυνήσει το Τίμιο Ξύλο και από κει στην Ρώμη, όπου έκανε πολλά θαύματα με την βοήθεια του Θεού.
Επιστρέφοντας, μετά δυο χρόνια, πήγε στη Θεσσαλονίκη για να προσκυνήσει τον Άγιο Δημήτριο. Στη Θεσσαλονίκη θεράπευσε το τετράχρονο παράλυτο παιδί του ηγεμόνα, ο οποίος του έκτισε εκκλησία σε ήσυχο μέρος για άσκηση. Η αγγελική ζωή του οσίου ξύπνησε σε πολλούς τον θείο ζήλο για την μοναχική ζωή και πολλοί παρέλαβαν το αγγελικό σχήμα από τα χέρια του.
Ο άγιος Ιλαρίων μέχρι την αναχώρησή του στην Άνω Ιερουσαλήμ ζούσε στην Θεσσαλονίκη. Πληροφορημένος από τον Θεό για τον θάνατό του φώναξε τον ηγεμόνα της πόλεως, τον ευχαρίστησε για όλα και τον άφησε διαθήκη να αγαπά τους φτωχούς και μοναχούς και να είναι δίκαιος και ελεήμων. Μετά την κοίμηση του αγίου Ιλαρίωνος ο ηγεμόνας παρήγγειλε λάρνακα για το άγιο λείψανό του, το οποίο έκαμνε πολλά θαύματα, θεραπεύοντας πολλούς αρρώστους. Το γεγονός αυτό πληροφορήθηκε ο αυτοκράτορας Βασίλειος ο Μακεδόνας από τον αρχιεπίσκοπο Θες/νίκης...
Με τρόπο κρυφό άνθρωποι του αυτοκράτορα πήρανε το άγιο λείψανο του οσίου Ιλαρίωνα από την Θες/νίκη στην Κωνσταντινούπολη, όπου με τιμές και ψαλμωδίες το υποδέχθηκαν.
Στην αρχή ο αυτοκράτορας κράτησε το λείψανο στα ανάκτορα. Την Τρίτη ημέρα όμως, ξύπνησε από ευωδία. Προσπάθησε να ξανακοιμηθεί χωρίς να το κατορθώσει και είδε τον άγιο με ιερατική στολή, ο οποίος του είπε: Αυτή την ευωδία δεν την κέρδισα στις πόλεις αλλά στην έρημο και για να έχεις χάρη από τον Θεό στείλε με στην έρημο.
Ο βασιλιάς διηγήθηκε το περιστατικό στον Πατριάρχη και με μεγάλες τιμές μετέφεραν το άγιο λείψανό του στην Μονή Αγίου Ρωμανού.
Πηγή: (Περιοδικό "Ο Όσιος Φιλόθεος της Πάρου", Ιανουάριος – Απρίλιος 2001, Τεύχος 1ο, Εκδόσεις Ορθόδοξος Κυψέλη, Θεσσαλονίκη) Ιερά Μονή Παντοκράτορος
Ο μάρτυς Βαρλαάμ ήταν από την Αντιόχεια της Συρίας. Γέροντας στην ηλικία, λόγω της ομολογίας της πίστεώς του στον Χριστό, οδηγήθηκε στον άρχοντα. Και επειδή δεν πείστηκε να θυσιάσει στα είδωλα, τον κτύπησαν με βούρδουλα και του ξερίζωσαν τα νύχια. Έπειτα τον οδήγησαν στον βωμό και του άπλωσαν με βία το χέρι, βάζοντας πάνω του φωτιά και λιβάνι. Διότι νόμισε ο άρχοντας ότι αν ρίψει τους άνθρακες μαζί με το λιβάνι στον βωμό, θα φανεί ότι προσφέρει θυσία στους θεούς. Αυτός όμως στεκόταν ανυποχώρητος και ακίνητος - δείχνοντας έτσι ότι το δεξί του χέρι έχει μεγαλύτερη δύναμη από τον χαλκό και το σίδερο – έως ότου η φωτιά έφαγε τη σάρκα του και έπεσε στη γη, τρυπώντας το χέρι του. Έτσι προτίμησε να καεί το χέρι του, παρά, έστω και ελάχιστα σαλευμένο, να φανεί ότι έριξε λιβάνι στον βωμό. Μετά από αυτά η ψυχή του παρατίθεται στα χέρια του Θεού με γενναίο και στέρεο φρόνημα. Τον μάρτυρα αυτόν και ο θείος Χρυσόστομος και ο μέγας Βασίλειος τον τίμησαν με εγκώμια.
Αν οι νεώτεροι χριστιανοί δεν γνωρίζουμε ιδιαιτέρως τον άγιο μάρτυρα Βαρλαάμ, τον γνωρίζει όμως πολύ καλά η αγία χορεία των Πατέρων της Εκκλησίας μας. Δεν είναι τυχαίο ότι αφιέρωσαν γι’ αυτόν λόγους και εγκώμια όχι απλοί εκκλησιαστικοί συγγραφείς και συναξαριστές, αλλά οικουμενικοί Πατέρες και Διδάσκαλοι του διαμετρήματος του Μεγάλου Βασιλείου και του αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου. Τι σημαίνει αυτό; Ότι εκείνοι με τον φωτισμό του αγίου Πνεύματος που είχαν και τη βαθύτητα της σκέψης τους, διέκριναν ότι τέτοιες προσωπικότητες σαν του αγίου Βαρλαάμ δεν πρέπει να περνούν απαρατήρητες. Πρέπει να προβάλλονται, ώστε να συνιστούν παραδείγματα και καθοδηγητικά φωτεινά σημάδια στο στερέωμα της Εκκλησίας. Και δικαίως: ο άγιος Βαρλαάμ αποδείχτηκε, κατά τον άγιο υμνογράφο, «ανδριάντος στερρότερος, και χαλκούς δυνατώτερος, και σιδήρου ισχυρότερος». Κι αυτό γιατί το φρόνημα της ψυχής και της διανοίας του υπήρξε «στερρόν και εύτονον και ακατάπληκτον». Ό,τι τονίζαμε και για τον άγιο Πλάτωνα: μπορεί το σώμα να διαλύεται, αν η ψυχή όμως διατηρείται δυνατή, νικητής τότε παραμένει ο άνθρωπος. «Άπας της σαρκός ο σύνδεσμος και η αρμονία σου των μελών διελύετο∙ αλλ’ ο τόνος διετηρείτο της ψυχής σου αδιάρρηκτος».
Θα πίστευε κανείς ότι η δύναμη της ψυχής του αγίου βρισκόταν σε σώμα νεανικό. Τέτοιο ακατάβλητο φρόνημα συνήθως έχουν οι νέοι. Τι έκπληξη όμως, να βλέπει κανείς αυτό το φρόνημα σε ένα γέροντα άνθρωπο. Ο άγιος Βαρλαάμ, κατά το συναξάρι, «γέρων ων την ηλικίαν δια την εις Χριστόν ομολογίαν προσήχθη τω άρχοντι». Ό,τι υπέστη, το υπέστη σε ηλικία που άλλοι τρέμουν και να βαδίσουν. Κι αυτός στεκόταν αγέρωχος, «ανένδοτος, άτρεπτος», με φωτιά στο χέρι του που του έκαιγε τη σάρκα. Ο ηρωισμός του έτσι φαίνεται να πολλαπλασιάζεται. Πώς μας θυμίζει τον αγαπημένο άγιο, αποστολικό Πατέρα και επίσκοπο Σμύρνης, Πολύκαρπο, που σε ηλικία ογδόντα έξι χρόνων συλλαμβάνεται και αυτός και ρίχνεται στη φωτιά. Και εκείνον μεν η φωτιά τον σεβάστηκε και έκανε καμάρα γύρω του, ενώ τον Βαρλαάμ η φωτιά τον έκανε ίδιο λιβανωτό στον Κύριο. «Συν λιβανωτώ, Βαρλαάμ, το πυρ φέρων, εύοσμος ώφθης λιβανωτός Κυρίω». Πιστεύουμε ότι και οι δύο τότε γέροντες, την ώρα δηλαδή του μαρτυρίου τους, τώρα δε νέοι στη Βασιλεία του Θεού, παρίστανται μαζί δίπλα στον Κύριο, «παραστάται δεξιοί», «φορούντες πορφύραν, βεβαμμένην αίματι μαρτυρικώ».
Δύο σημεία από τους ύμνους της ακολουθίας του αγίου Βαρλαάμ αξίζουν επίσης ιδιαιτέρως να επισημανθούν: πρώτον, το απλωμένο και τρυπημένο από τη φωτιά χέρι του αγίου. Ο υμνογράφος το θεωρεί ως μέσον δυνάμεως του Θεού, με το οποίο αφενός ραπίζονται τα πρόσωπα των δαιμόνων, αφετέρου προκαλούνται οι καρδιές των πιστών και οι χορείες των αγγέλων να σκιρτήσουν από χαρά και ευφροσύνη. «Ραπιζέσθω, λέει, δεξιά πυρουμένη τα πρόσωπα των δαιμόνων, των πιστών δε καρδίαι σκιρτάτωσαν, και των Ασωμάτων αι χορείαι φαιδρώς ευφραινέσθωσαν». Δεύτερον, η προτροπή του υμνογράφου στους ζωγράφους της Εκκλησίας. Δεν αρκεί μόνον η «εικονογράφηση» του αγίου διά του λόγου και των ύμνων. Καλούνται οι καλοί ζωγράφοι να λαμπρύνουν τον άγιο με την τέχνη και της εικόνας, χαράσσοντας όμως στην εικόνα και τον αγωνοθέτη Κύριο, που προφανώς θα στεφανώνει τον μάρτυρα. «Ανάστητε οι καλοί νυν ζωγράφοι του μάρτυρος, την εικόνα ταις υμών ευτεχνίαις λαμπρύνατε, τον αγωνοθέτην εν αυτώ προφανώς εγχαράττοντες». Μακάρι η πίστη και η αγάπη προς τον Χριστό του αγίου Βαρλαάμ να χαραχτεί και στις δικές μας τις καρδιές. Θα είναι ο πιο «ευπρεπής ωραϊσμός» που θα μπορούσαμε ποτέ να έχουμε.
ἈπολυτίκιονἮχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Νεανικὴν ἐνδεδυμένος ἀνδρείαν μαρτυρικήν, ἐν πολιᾷ καρτερίαν, σὺ ἐνεδείξω ἔνδοξε, δοξάσας τὸν Χριστόν. Τούτῳ δὲ προσήγαγες δεξιὰν κεκαυμένην, ὡς θυσίαν ἄμωμον τὴν ἁγίαν ψυχήν σου. μεγαλομάρτυς, πρέσβευε ἀεί, πᾶσιν δοθῆναι, Βαρλαάμ, συγχώρησιν.
Ἕτερον ἈπολυτίκιονἮχος δ’.
Ὁ Μάρτυς σου Κύριε, ἐν τῇ ἀθλήσει αὐτοῦ, τὸ στέφος ἐκομίσατο τῆς ἀφθαρσίας, ἐκ σοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν· ἔχων γὰρ τὴν ἰσχύν σου, τοὺς τυράννους καθεῖλεν ἔθραυσε καὶ δαιμόνων τὰ ἀνίσχυρα θράση. Αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις Χριστέ ὁ Θεός, σῶσον τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
Πηγή: Ακολουθείν, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Ὁ Ἅγιος Μάρτυς Ἀναστάσιος γεννήθηκε στὴν Παραμυθιά τῆς Θεσπρωτίας περὶ τὸ ἔτος 1730. Ἦταν τὰ χρόνια τῆς σκληρῆς τουρκικῆς σκλαβιᾶς, καὶ οἱ Ἕλληνες χριστιανοὶ ὑπέφεραν τὰ πάνδεινα. Ἐστεροῦντο τὴν προσωπική τους ἐλευθερία καὶ δὲν ὄριζαν τίποτε, οὔτε τὰ σπίτια τους, οὔτε τὴν περιουσία τους, ἀκόμη οὔτε καὶ τὰ ἀγαπημένα τους πρόσωπα, τὶς συζύγους, τὶς ἀδελφὲς καὶ τὰ παιδιά τους. Ήταν αγρότης και πιστός χριστιανός.
Ἡ ψυχὴ τοῦ Ἁγίου ἦταν γεμάτη ἀπὸ τὴν φλόγα τῆς πίστεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν σκλαβωμένη πατρίδα. Ἔλπιζε βάσιμα ὅτι κάποτε ὁ Πανάγαθος Θεός, θὰ ἔβλεπε τὸν πόνο καὶ θὰ ἄκουγε τὶς θερμὲς προσευχὲς τῶν ραγιάδων καὶ θὰ τοὺς χάριζε τὴν πολυπόθητη ἐλευθερία. Ἀκόμη, κρατοῦσε μέσα στὴν ψυχή του, σὰν ἱερὰ εἰκονίσματα, τὶς μορφὲς τῶν γονέων του καὶ τῶν ἀδελφῶν του, ποὺ προστάτευε ἀπὸ κάθε βεβήλωση τῶν ἀπίστων.
Μια μέρα βγήκε με άλλους Χριστιανούς έξω στα χωράφια, για να θερίσουν. Ο Αναστάσιος είχε πάρει μαζί του και την αδελφή του. Εκείνη την ημέρα συνέπεσε να περάσει από εκεί, ο υιός του ηγεμόνος του τόπου, που λεγόταν Μούσας, μαζί με άλλους Αγαρηνούς για υπηρεσία. Μόλις οι άπιστοι είδαν την ωραιοτάτη αδελφή του Αναστασίου, έτρεξαν αμέσως κατά πάνω της, με ανήθικους σκοπούς. Πρόφθασε όμως ο Αναστάσιος και όρμησε εναντίον των Τούρκων. Έδωσε έτσι καιρό στην αδελφή του και έφυγε.
Οι Αγαρηνοί προσβλήθηκαν, γιατί μαζί με τον Αναστάσιο έτρεξαν και άλλοι Χριστιανοί εναντίον τους και τους έβρισαν. Όταν επέστρεψαν αυτοί από την υπηρεσία τους, στον Πασά,όλη η μανία τους στράφηκε εναντίον του Αναστασίου. Μάλιστα για να επιβαρύνουν την θέση του, είπαν στον Πασά, ότι δήθεν είχε δώσει λόγο να αλλαξοπιστήσει και δεν το έκαμε. Αυτό ήταν λόγος να τον σκοτώσουν.
Τον συλλαμβάνουν
Αμέσως ο Πασάς έστειλε στρατιώτες και συνέλαβαν τον Αναστάσιο. Όταν τον είδε τόσο ωραίο και ανδρείο, σκέφθηκε να τον καταφέρει, είτε με κολακείες και υποσχέσεις, είτε με απειλές και τιμωρίες για να αλλάξει την πίστη του. Ο Αναστάσιος όμως όταν άκουσε την τελευταία κατηγορία, διαμαρτυρήθηκε με δύναμη, ότι ποτέ δεν είχε δώσει τέτοια υπόσχεσησε κανένα. Εγώ, είπε, Χριστιανός γεννήθηκα και Χριστιανός θα πεθάνω με την βοήθεια του Χριστού μου.
Κατόπιν έβαλαν τον Αναστάσιο στην φυλακή μέχρι να σκεφτούν πως θα τον πείσουν να αλλάξει την πίστη του. Άρχισε λοιπόν, ο πασάς, να του υπόσχεται χίλια δυο αγαθά. Εν τέλει του είπε ότι θα τον θεωρεί σαν παιδί του γνήσιο, αν υπακούσει σε ότι του λέγει. Με φρίκη, αηδία και αποστροφή, άκουσε όλα αυτά ο Αναστάσιος, ο γενναίος αθλητής του Χριστού. Με αξιοθαύμαστο θάρρος τους λέγει:
› Εγώ έχω στους ουρανούς, αγαθά όχι σαν αυτά τα δικά σας, αλλά πολύ καλλίτερα, τιμιώτερα και διαρκή, που δεν τελειώνουν ποτέ. Δεν δέχομαι επ’ ουδενί λόγω τα δικά σας, τα φθαρτά και μάταια, για να μη χάσω εκείνα τα αιώνια. Γι αυτό την πίστη μου δεν την αρνούμαι με κανένα τρόπο.
Οι Αγαρηνοί έμειναν κατάπληκτοι από την απολογία αυτή του Μάρτυρος. Τον έκλεισαν τότε πάλι στη φυλακή, έως ότου σκεφθούν τι να του κάμουν.
Ο Μουσάς, ο γιος του Πασά, όταν είδε και άκουσε τα λόγια του Αναστασίου, με αγαθή διάθεση, σκέφθηκε φρόνιμα και λογικά και αναρωτήθηκε: «Ποιά είναι λοιπόν αυτή η πίστη που φυλάνε τόσο ακριβά οι Χριστιανοί;»
Θέλησε λοιπόν να φωτισθεί πάνω σ’ αυτά και να πάρει σωστές πληροφορίες. Κατόρθωσε τότε να πάει κρυφά στη φυλακή, να μιλήσει με τον Αναστάσιο. Ο Θεός είδε την αγαθή διάθεση του νέου, και έδειξε το εξής θαύμα για να θερμάνει περισσότερο το ζήλο του: Μόλις μπήκε στη φυλακή, αφού άνοιξε την πόρτα ο δεσμοφύλακας, βλέπει δύο νέους αστραπόμορφους κοντά στον Αναστάσιο. Μη υποφέροντας τη λάμψη τους, έπεσε μπρούμυτα καταφοβισμένος. Αμέσως ο Αναστάσιος έκαμε νόημα στους αστραπόμορφους νέους να φύγουν. Πλησίασε ο Μουσάς τότε και έρωτά τον Αναστάσιο ποιοι ήσαν αυτοί. Έμαθε ότι ήσαν Άγγελοι και φύλακες των Χριστιανών. Πάλιν τον έρωτά αν έχουν και οι Αγαρηνοί τέτοιους φύλακες, αλλά και γιατί οι Χριστιανοί καταφρονούν όλα του κόσμου τα αγαθά και δεν δειλιάζουν στα βάσανα, τις τιμωρίες και σ’ αυτόν τον θάνατο. Στις ερωτήσεις αυτές αποκρίθηκε ο Μάρτυς και είπε:
› Όλοι εμείς οι Χριστιανοί έχομε από ένα τέτοιον Άγγελο, που μας φυλάει όσο είμαστε σε τούτο τον κόσμο. Όταν πεθάνουμε, παίρνει την ψυχή μας και την πηγαίνει στον Παράδεισο. Τώρα, γιατί περιφρόνησα τα καλά, που μου πρότεινε ο πατέρα σου; Αυτό το έκαμα γιατί εμείς έχομε στους ουρανούς αγαθά ανεκλάλητα και αιώνια με τα οποία αν παραβάλωμε όλα του κόσμου τα αγαθά, είναι σκιά και μηδέν. Όταν άκουσε αυτά ο νέος, πλημμύρισε η ψυχή του από Θεία Χάρη και έπεσε στα πόδια του Αναστασίου και τον παρακαλούσε να τον κάνει Χριστιανό.
› Αυτό που ζητάς, του απάντησε ο Μάρτυς, δεν μπορεί να γίνει τώρα. Γιατί αν το μάθει ο πατέρας σου, θα εξοντώσει όλους τους Χριστιανούς.
Μόνο πίστευε κρυφά στον Δεσπότη Χριστό και αυτός, όταν τον παρακαλέσεις να σε αξιώσει, ασφαλώς η Χάρις Του, θα οικονομήσει το συμφέρον σου. Αυτά είπε ο Μάρτυς στον Μουσά, του έδειξε πως να κάνει το σημείο του Σταυρού και τον συνόδευσε ως την πόρτα να φύγει με ειρήνη.
Ο Πασάς, έβγαλε από τη φυλακή τον Αναστάσιο. Βλέποντας όμως ότι δεν κατάφερε να πείσει ούτε με κολακείες, ούτε με φοβέρες, διέταξε να τον αποκεφαλίσουν, έξω από την πόλη, πλησίον του Μοναστηριού, που βρισκόταν εκεί κοντά. Πράγματι! Τον πήγαν εκεί και ο δήμιος τράβηξε την σπάθη και τον αποκεφάλισε. Έμεινε δε το λείψανο του καλλινίκου Μάρτυρος κάτω εκεί, που τον αποκεφάλισαν, αρκετές ημέρες. Κανείς από τους Χριστιανούς δεν τολμούσε να πλησιάσει για να το παραλάβει και το ενταφιάσει. Ο τύραννος τους είχε απειλήσει με θάνατο. Έβλεπαν όμως κάθε βράδυ οι Χριστιανοί να κατεβαίνει από τον ουρανό ένα φως επάνω στο λείψανο του Αγίου. Έτσι δόξαζε ο Θεός τον καλλίνικο αθλητή, που σε τόση νεαρά και ανθηρά ηλικία για την αγάπη Του πέθανε ανδρεία.
Μια νύκτα όμως ο Μάρτυς φάνηκε στο όνειρο του Πασά και τον διέταξε απειλώντας τον, να δώσει το λείψανό του στο Μοναστήρι. Το πρωί αμέσως ειδοποιήθηκαν οι Μοναχοί και ήλθαν με λαμπάδες και θυμιάματα. Με τιμές που του άξιζαν και με ευλάβεια έφεραν το λείψανό του στο Μοναστήρι και το ενταφίασαν. Ο Άγιος Αναστάσιος αποκεφαλίστηκε την 18ην Νοεμβρίου του έτους 1750 εις δόξαν Θεού.
Τι απέγινε ο Μουσάς
Μετά το ένδοξο μαρτύριο του Αγίου Αναστασίου ο Μουσάς ήταν περίλυπος, αποστρεφόταν όλα τα γήινα και παρακαλούσε νυχθημερόν τον Θεό να πραγματοποιηθεί ο πόθος του, δια πρεσβειών του Αγίου. Μια μέρα πηγαίνοντας σε κάποιο γάμο, βρήκε ευκαιρία και περνώντας από τον τάφο του Αγίου προσευχόταν με δάκρυα. Είδε τότε τον Άγιο μάρτυρα λαμπροφορεμένο, με συνοδεία δύο αγγέλων, να του λέει: Μη λυπάσαι, αδελφέ, και θα λάβεις το ποθούμενο.
Έφυγε περιχαρής από το μοναστήρι και πήγε, κατά την εντολή του πατέρα του στους γάμους. Τη νύχτα αστραπόμορφος άγγελος Κυρίου τον ξύπνησε, τον έβγαλε από το σπίτι, όπου εφιλοξενείτο, χωρίς να τον αντιληφθεί κανένας, καθώς οι πόρτες άνοιγαν μόνες τους, και,μετά πολύ δρόμο,τον οδήγησε σε ένα ασκητή που καθόταν κοντά σε μια βρύση. Σε αυτόν παρέδωσε τον Μουσά ο άγγελος του Κυρίου λέγοντάς του: Αυτόν ν’ ακολουθήσεις και αυτός θα σε οδηγήσει σε ό,τι επιθυμείς. Και έφυγε. Ακολούθησε τον ασκητή και οδοιπορώντας έφτασαν στην Πελοπόννησο. Βρίσκοντας μια εκκλησία σε ένα έρημο τόπο προσκύνησαν εκεί. Ο Μουσάς, καταπονημένος από τους κόπους και την στέρηση, είχε αρχίσει να λυπάται αφόρητα και να πολεμείται από τον πειρασμό με την ενθύμηση των γονέων του και της απολαυστικής ζωής. Ο ασκητής βλέποντάς τον σε τέτοια ανάγκη του είπε να μπει πάλι στην εκκλησία να προσευχηθεί. Προσκυνώντας την εικόνα της Παναγίας άκουσε φωνή να του λέει:
› Μη λυπάσαι, παιδί μου, για τα πρόσκαιρα αγαθά που άφησες,γιατί ο Υιός μου και Θεός πολλά έπαθε για η σωτηρία του κόσμου. Να χαίρεσαι μάλλον διότι θα αξιωθείς πολλών αγαθών στη Βασιλεία του Θεού.
Επίσης άκουσε φωνή και από την εικόνα του Χριστού. Βγαίνοντας από την εκκλησία πλημμυρισμένος από άπειρη χαρά και έχοντας λησμονήσει κάθε κακοπάθεια ρώτησε τον ασκητή αν μιλούν πάντοτε οι άγιες εικόνες και εκείνος του απάντησε:
› Όχι πάντα, μόνο όταν υπάρχει ανάγκη.
Από το λιμάνι της Πάτρας, με συστατικά γράμματα του γέροντα και μια θαυματουργή εικόνα της Παναγίας,ο Μουσάς πέρασε στη Βενετία. Εκεί βαφτίστηκε Χριστιανός και ονομάστηκε Δημήτριος.
Μετά από λίγο καιρό πήγε στην Κέρκυρα να προσκυνήσει το λείψανο του Αγίου Σπυρίδωνος. Στην Κέρκυρα έγινε μοναχός με το όνομα Δανιήλ. Από την Κέρκυρα πήγε στην Κωνσταντινούπολη με σφοδρή επιθυμία να μαρτυρήσει. Εκεί είχε και θαυμαστή οπτασία, όπου του απεκαλύφθη η απελευθέρωση των Χριστιανών από τους Τούρκους, την οποία και συνέγραψε. Όμως οι Χριστιανοί τον απέτρεψαν από το μαρτύριο, για να μη προκληθεί διωγμός εναντίον τους. Τελικά επέστρεψε στην Κέρκυρα,όπου και εκοιμήθη, αφού πρώτα έχτισε ναό προς τιμήν της Υπεραγίας Θεοτόκου στη Μυρτιά.
Ἀπολυτίκιον
Τήν πλάνην κατήσχυνας τῶν δυσεβῶν ἀνδρικῶς ἐκχύσει τοῦ αἵματος ὑπέρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, καί πόνοις ἀθλήσεως. Ὅθεν της ἀφθαρσίας δεδεγμένος τό στέφος, πρέσβευε τῷ Κυρίω, Ἀναστάσιε, Μάρτυς, λυτροῦσθαι πολυτρόπων ἠμᾶς περιστάσεων.
Κοντάκιον
Ὑπέρ Χριστοῦ μαρτυρικῶς ἐναθλήσας, τῆς τῶν Μαρτύρων ἠξιώθης εὔκλειας, ἐν τοῖς ἐσχάτοις χρόνοις, Ἀναστάσιε, ἄνθος γάρ νεότητος περιδών θεοφρόνως ἀνδρικῶς ὑπέμεινας τήν τομήν τοῦ αὐχένος. Δί’ ὁ καί αἰωνίου δόξης μετασχῶν, Χριστόν δυσώπει, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Μεγαλυνάριον
Τῆς Παραμυθίας τερπνός βλαστός, καί πάσης Ἠπείρου, νέον κλέος ὤφθης σοφέ, ὅθεν σου τήν μνήνην, τελοῦμεν τήν Ἁγίαν, χαρμονικῶς τιμῶντες, Σέ, Ἀναστάσιε.
«Εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον» (Ματθ. ΚΑ’ 16) λέγει ο Ψαλμωδός. Και αυτός ο αίνος δεν είναι φανταστικός, ούτε ρητορικό σχήμα, αλλά μια μεγαλειώδης και ένδοξη πραγματικότητα, με αληθινά νήπια ευλογημένα, που ομολόγησαν και εμαρτύρησαν και θυσιάστηκαν για τον Χριστό. Ναι, νήπια και μικρά παιδιά, που φωνάζουν και διαλαλούν την πίστι τους μέσα στους αιώνες και τραγουδούν αγγελικά το όνομα του Ιησού Χριστού! Πολλά είναι τα νήπια, που ανέβηκαν στον υψηλότατον βωμό του Μαρτυρίου. Από τις 14.000 νήπια, που κατέσφαξε ο αιμοσταγής Ηρώδης ο θηριόψυχος, έως τον τριετή Κήρυκο και ως τα «μειράκια» των νεομαρτύρων. Ένα από αυτά τα Άγια Νήπια γιορτάζει και η Εκκλησία μας, μαζί με τον Άγιο Ρωμανό και τον Άγιο Παιδομάρτυρα Πλάτωνα, στις 18 Μοεμβρίου. Μένει ανώνυμο στα Συναξάρια το Άγιο αυτό Νήπιο και άγνωστο το όνομά του σε μάς σήμερα. Είναι όμως γνωστό και ένδοξο στην Βασιλεία του Θεού.
Το Συναξάρι του Αγίου Νηπίου, που είναι συνδεδεμένο με το Συναξάρι του Αγίου Ρωμανού, αναφέρει τους εξής δύο στίχους:
«Κόλπους Αβραάμ νήπιον λαχόν ξίφει τοις Βηθλεέμ σύνεδρον ώφθη νηπίοις».
Και στην σημερινή γλώσσα σημαίνει ότι το «νήπιον με τον αποκεφαλισμό του δια ξίφους επέτυχε να πάη στους κόλπους του Αβραάμ (μεταφορική παρομοίωσι του Παραδείσου) και να εχη συντροφιά τα νήπια της Βηθλεέμ». Οι δύο – τρεις στίχοι, που προτάσσονται πάντοτε σε κάθε Συναξάρι των Αγίων και των Μαρτύρων της Εκκλησίας, είναι σαν ένα είδος ταυτότητος, μιας ατομικής καταγραφής της κάθε περιπτώσεως και περιέχει πολύ συνοπτικά, σχεδόν επιγραμματικά το όνομα, το μαρτύριο, τον τύπο, την ιδιότητα και την ήμερα της θυσίας του Μάρτυρος, θα μπορούσαμε να πούμε ότι μοιάζουν σαν τις επιγραφές, που βάζουν σήμερα πάνω στους επιτάφιους σταυρούς των Χριστιανών, με το όνομα, την πατρίδα, την ιδιότητα και την χρονολογία γεννήσεως και θανάτου του αποβιώσαντος. Γι’ αυτό και υπάρχουν πολλά τέτοια μεμονωμένα περιστατικά στα Συναξάρια, όπου μνημονεύονται οι Άγιοι και οι Μάρτυρες, χωρίς υπόμνημα (βιογραφία) και μόνο με τους αρχικούς στίχους, που διασώθηκαν από την θυελλώδη εκείνη περίοδο των διωγμών, κατά την οποία δεν υπήρχαν οι δυνατότητες και οι προϋποθέσεις να γίνωνται γνωστά όλα τα στοιχεία και να καταγράφωνται με πληρότητα. Οι Χριστιανοί ήταν συνεχώς διωκόμενοι και η Εκκλησία κρυμμένη από τα μάτια της κοσμικής εξουσίας, έτσι, που πολλές φορές μετακόμιζαν από πόλι σε πόλι και πολλά στοιχεία και βιβλία και πληροφορίες χάνονταν, καίγονταν ή καταστρέφονταν από την αναστάτωσι, τις μετακινήσεις, τους διωγμούς, τις καταστροφές και τις πυρκαγιές. Γι’ αυτό και πρέπει να ευγνωμονούμε όλους εκείνους, που βοήθησαν, κουράστηκαν και κινδύνευσαν για να διασωθούν ως τις μέρες μας, όλα τα σπουδαία στοιχεία, που έχουμε από την μεγάλη και ηρωική εκείνη εποχή, την πιο βάρβαρη σε αγριότητα, αλλά και την πιο υψηλή και ένδοξη μέσα στην παγκόσμια ιστορία. Είναι η πιο κορυφαία στιγμή του ιστορικού ανθρώπου, στην προσπάθειά του να ξαναγυρίση κοντά στον Δημιουργό του και να απάντηση στο μέγα κάλεσμα της αγάπης του Θεού.
Ας επιστρέψουμε όμως στην ιστορία του Αγίου Νηπίου και του Αγίου Ρωμανού, που ζούσαν την εποχή του βασιλέως της Ρώμης Μαξιμιανού, το 286 – 304 μ.Χ. Ο Ρωμανός ήταν διάκονος στην Καισάρεια της Παλαιστίνης και αργότερα πήγε στην Αντιόχεια. (Στο σημείο αυτό πρέπει να πούμε ότι οι Συναξαριστές μιλούν για δύο συνωνύυμους Αγίους την ίδια μέρα, με το όνομα Ρωμανός, μέσα στην ίδια περιοχή σχεδόν και με το ίδιο μαρτύριο, που γιορτάζονται την ίδια μέρα. Η μόνη διαφορά τους είναι το επεισόδιο με το νήπιο. Πιθανόν να πρόκειται για δύο ξεχωριστούς Αγίους, αλλά εξ ίσου πιθανόν είναι να πρόκειται για ένα και το ίδιο πρόσωπο, που όμως παραδόθηκε από δύο διαφορετικές πηγές).
Μιαν ημέρα, που ο Έπαρχος Ασκληπιάδης έμπαινε στο ναό των ειδώλων, ο διάκονος Ρωμανός, που είχε αγωνιστικότατον φρόνημα, δεν δίστασε να ελέγξη τολμηρά και δημόσια τον άρχοντα και τού είπε:
› Δεν είναι θεοί τα είδωλά σας, οι δε Χριστιανοί υπερέχουν σε ευσέβεια, γιατί λατρεύουν τον αληθινό Θεό. Αυτό το μαρτυρούν ακόμα και τα μικρά παιδιά.
Και για να επιβεβαιώση τα λόγια του εζήτησε την μαρτυρία ενός μικρού παιδιού, γύρω στα πέντε του χρόνια, που το κρατούσε η μητέρα του στην αγκαλιά. Το πήρε λοιπόν ένας από τους στρατιώτες, που ακολουθούσαν τον Έπαρχο και το πλησίασαν κοντά του και ο Ασκληπιάδης ερώτησε το νήπιον:
› Ποίον δει σέβειν Θεόν; (Ποιόν Θεόν πρέπει να σεβώμεθα;).
› Τον Χριστόν, απήντησε το μικρό παιδί.
Οργισμένος και ντροπιασμένος ο Έπαρχος χτύπησε στο πρόσωπο το νήπιο και διέταξε να κόψουν την γλώσσα του Αγίου Ρωμανού. Οι δήμιοι εξετέλεσαν αμέσως την διαταγή του Επάρχου, αλλά ο Μάρτυς και με κομμένη την γλώσσα συνέχισε να μιλά θαυματουργικά με κανονική φωνή και δόξαζε τον Θεό και το άπειρο έλεός του. Το νήπιο, που το ξαναχτυπούν οι στρατιώτες και διψά, ζητά λίγο νερό. Η μητέρα του όμως, η οποία βρίσκεται κοντά του, του φωνάζει:
›Μη πιής, παιδί μου, από το νερό των ειδωλολατρών. Να κάνης υπομονή και να πιής το νερό, που θα σου δώση ο ίδιος ο Χριστός.
Το νήπιο, που τόσο θαρρετά ωμολόγησε την πίστι του στον Χριστό, θα αποκεφαλισθή από κάποιον στρατιώτη, κατά διαταγή του Επάρχου, ενώ ο Ρωμανός θα κλεισθή στην φυλακή, όπου και θα συνεχισθούν οι ξυλοδαρμοί και τα μαρτύρια. Το γεγονός της γενναίας και δημοσίας ομολογίας του θα το μάθη ο αυτοκράτορας Μαξιμιανός, καθώς και το παράδοξο θαύμα, να μιλά δηλαδή ο Μάρτυρας και με κομμένη την γλώσσα, πράγμα φυσικώς αδύνατο, αντί νσ θαυμάση και νσ σκεφθή την δύναμι του Θεού του ζώντος, αγριεύει και δίνει αυστηρή διαταγή νσ θανατωθή και ο Ρωμανός στην φυλακή με απαγχονισμό. Η διαταγή του αυτοκράτορος, που φοβάται μη γνωσθή ευρύτερα το γεγονός και οι Χριστιανοί πάρουν θάρρος και αρχίζουν να ελέγχουν δημοσίως τους τυράννους των, εκτελείται αμέσως. Ο απαγχονισμός του Αγίου έγινε μέσα στην φυλακή και ο πιστός Ρωμανός έλαβε τον στέφανον της μαρτυρικής θυσίας του. Οι δύο στίχοι του Συναξαριού του αναφέρουν χαρακτηριστικά:
«Ρωμαλέος ην Ρωμανός προς βασάνουςρώμη κρατυνθείς παντοδυνάμου Λόγου».
Και σε σημερινή μετάφρασι:
«Γενναίος εστάθηκε στα βάσανα ο Ρωμανόςαφού δυναμώθηκε με την δύναμι του παντοδυνάμου Λόγου».Η θυσία της πρόσκαιρης και μάταιης ζωής αυτού του κόσμου όμως τον ανέβασε στα υψη της ουράνιας δόξας και της αιωνίας ευτυχίας στην Βασιλεία των Ουρανών, όπου βρίσκεται τώρα. Γι’ αυτό και ταιριάζει να κλείσουμε τις λίγες αυτές γραμμές, με το θαυμάσιο Κοντάκιόν του, που ψάλλεται κάθε χρόνο στην γιορτή του.
Στίχος στον Άγιο Ρωμανό
Τὸ καρτερόφρον Ῥωμανοῦ πᾶς θαυμάσει. Σὺν χαρμονῇ γὰρ πνιγμονὴν ἐκαρτέρει.
Στίχος στο Άγιο Νήπιο
Κόλπους Ἀβραὰμ νήπιον λαχὸν ξίφει, τοῖς Βηθλεὲμ σύνεδρον ὤφθη νηπίοις.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος α’. Χορὸς Ἀγγελικός.
Δυὰς ἡ εὐκλεής, τῶν κλεινῶν Ἀθλοφόρων, ἐδόξασε λαμπρῶς, τὴν Ἁγίαν Τριάδα, ὁ Πλάτων ὁ ἔνδοξος, Ρωμανός τε ὁ ἔνθεος, ἐναθλήσαντες, καὶ τὸν ἐχθρὸν καθελόντες· ὅθεν πάντοτε, ὑπὲρ ἡμῶν δυσωποῦσι, τὸν μόνον Φιλάνθρωπον.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ὁπλῖται ἄριστοι, τῆς ἀληθείας, τὸν τοῦ ψεύδους ἄρχοντα, κατετροπώσασθε στερρῶς, σὺν Ῥωμανῷ Πλάτων ἔνδοξε, τῆς εὐσεβείας τὸν λόγον κηρύξαντες.
Κοντάκιον Ἦχος δ’ . Ἐπεφάνης σήμερον.
Ὡς ἀστέρα μέγιστον, ἡ Ἐκκλησία, Ῥωμανὲ πανεύφημε, σὲ κεκτημένη ἀληθῶς, φωταγωγεῖται τοῖς ἄθλοις σου, τὴν φωτοφόρον δοξάζουσα μνὴμην σου. τὸν ἐχθρὸν καθελόντες, ὅθεν πάντοτε, ὑπὲρ ἠμῶν δυσωπούσι, τὸν μόνον Φιλάνθρωπον.
Μεγαλυνάριον.
Πλάτος εὐσεβείας διατρανοῖ, Πλάτων ὁ θεόφρων, τῇ στενώσει τῶν αἰκισμῶν, πίστεως δὲ ῥώμην, ὁ Ῥωμανὸς ἐκλάμπει, καὶ ἄμφω τὸ τοῦ Λόγου, πάθος δοξάζουσι.
Πηγή: Διακόνημα
Η Αγία Χίλντα ήταν στενή συγγενής του βασιλέα Έντουιν της Νορθουμβρίας, ενός από τα επτά βασίλεια στα οποία ήταν διαιρεμένη η Αγγλία τον 7° αιώνα, την εποχή που έβγαινε από την ειδωλολατρία. Είχε λάβει το άγιο Βάπτισμα χάρη στο κήρυγμα του Αγίου Παυλίνου, ενός από τους ιεραποστόλους της Ρώμης, και για τριάντα χρόνια καλλιεργούσε τις ευαγγελικές αρετές στον κόσμο, μέχρι την ημέρα που ανταποκρινόμενη στην κλήση του Θεού έλαβε την απόφαση να εγκαταλείψει τα εγκόσμια, την οικογένειά της και την πατρίδα της. Μετέβη στο βασίλειο της ανατολικής Αγγλίας, ο βασιλιάς της οποίας είχε νυμφευθεί την αδελφή της, με την πρόθεση να περάσει στη Γαλλία για να γίνει μοναχή στην περίφημη Μονή της Σελ, κοντά στο Παρίσι, ένα από τα μοναστήρια που εξαρτιόταν από τη Μονή του Λουξέιγ (Άγιος Κολομβανός, 23 Νοεμβρίου), όπου πήγαιναν τότε και άλλες παρθένες ευγενικής σαξωνικής καταγωγής. Ο Άγιος Αιντάν (+651, 31 Αυγούστου) όμως, επίσκοπος της μοναστικής νήσου Λίντσφαρνε, το κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής την εποχή εκείνη στα βρετανικά νησιά, την κάλεσε πίσω στη Νορθουμβρία και της παραχώρησε μια μικρή γαιοκτησία, όπου για ένα χρόνο άσκησε τον μοναχικό βίο επικεφαλής μιας μικρής ομάδας παρθένων. Αφού δοκιμάστηκαν έτσι γρήγορα τα τάλαντα της στην πνευματική καθοδήγηση, της ανατέθηκε η ηγουμενία μιας μεγάλης μοναχικής αδελφότητας στη Μονή του Χάρτλπουλ και εννέα χρόνια μετά, το 657, ίδρυσε τη Μονή του Χουίτμπυ.
Κατά τα τριάντα έτη της ηγουμενίας της στα δύο τούτα μοναστήρια, η Αγία Χίλντα επέδειξε μια αξιοθαύμαστη ικανότητα, όχι μόνον στη διεύθυνση των γυναικείων αδελφοτήτων της, τις όποιες οδηγούσε προς τον Θεό εξασφαλίζοντας με σοφία την τάξη και την αγάπη σε τέτοιο σημείο που λεγόταν ότι η Μονή του Χουίτμπυ ήταν η τέλεια εικόνα της Εκκλησίας των αποστολικών χρόνων, όπου πλούσιοι και φτωχοί είχαν τα πάντα κοινά και τους ένωνε η ίδια αγάπη, αλλά και στη διοίκηση ενός ανδρικού μοναστηρίου που ήταν προσαρτημένο στο Χουίτμπυ, όπως συνέβαινε την εποχή εκείνη, και το οποίο χάρη σε αυτήν έγινε πραγματικό κέντρο εκπαιδεύσεως πολλών ιεραποστόλων και αγίων επισκόπων.
Βασιλείς, πρίγκιπες των γειτονικών περιοχών, ο επίσκοπος Αιντάν καί όλος ο λαός προσέφευγαν στην Αγία Χίλντα για να λάβουν τις συμβουλές και τις πνευματικές οδηγίες της. Θεωρούνταν ως η αληθινή πνευματική μητέρα της χώρας. Αφού για πολλά χρόνια οδήγησε έτσι πολλές ψυχές προς τον Κύριο, δοκιμάστηκε εν συνεχεία για έξι χρόνια από μια σκληρή αρρώστια, η οποία δεν τήν εμπόδισε ωστόσο να συνεχίσει την πνευματική της καθοδήγηση. Το έβδομο έτος αυτού του μαρτυρίου της, στις 17 Νοεμβρίου του 680, σε ηλικία 66 χρόνων, συγκέντρωσε τις πνευματικές θυγατέρες της, μετέδωσε σε αυτές τις τελευταίες της οδηγίες για αγάπη και παρέδωσε με χαρά την ψυχή της στον Κύριο. Μία άλλη αγία της εποχής, η αγία Μπέγκου, είδε τότε την ψυχή της να υψώνεται προς τον ουρανό.
Η Αγία Χίλντα υπήρξε, με την Αγία Έμπα του Κόλντινγκχαμ (τιμάται 25 Αυγούστου), μία από τις μεγάλες μορφές του νέου εκείνου αγγλοσαξωνικού χριστιανισμού και προσφέρει ένα σπάνιο παράδειγμα μιας πνευματικής μητέρας που έλαβε από τον Θεό το χάρισμα να οδηγεί όχι μόνον μοναχές, αλλά και μοναχούς, ακόμη δε και επισκόπους· γιατί ουκ ένι άρσεν και θήλυ·πάντες γαρ υμείς είς εστε εν Χριστώ Ιησού (Γαλ. 3, 28).
Επιπλέον βιογραφικά στοιχεία.
Η Αγία Hilda (Χίλντα) ήταν ηγουμένη του μεγάλου μοναστηριού του Whitby στη νότια Αγγλία. Γεννήθηκε το 614 μ.Χ. στην Northumbria και κοιμήθηκε το 680 μ.Χ.
Ήταν κόρη του Hereric ανιψιού του βασιλέα Edwin της Northumbria και έγινε Χριστιανή στα δεκατρία της χρόνια ακολουθώντας τα κηρύγματα του Αγίου Παυλίνου του Γιορκ (τιμάται 10 Οκτωβρίου). Το κανονικό της όνομα ήταν Hild και σημαίνει «μάχη».
Όταν έγινε 20 ετών, πήγε στο μοναστήρι Chelles στην Γαλλία, όπου βρισκόταν και η αδερφή της, Αγία Hereswitha και έγινε μοναχή. Το 649 μ.Χ. ο Άγιος Aidan (τιμάται 31 Αυγούστου) την κάλεσε πίσω στην Northumbria και έγινε ηγουμένη του μικτού μοναστηριού στο Hartlepool.
Ύστερα από μερικά χρόνια, η Αγία Hilda έγινε ηγουμένη του μικτού μοναστηριού του Whitby στο Streaneshalch και έμεινε εκεί μέχρι την κοίμηση της.
Το μοναστήρι της γνώρισε ιδιαίτερη επιτυχία και πολλοί μοναχοί και άρχοντες έτρεχαν να τη συμβουλευτούν. Αρκετοί από τους μοναχούς έγιναν αργότερα επίσκοποι, όπως ο Άγιος Ιωάννης του Beverly και ο Άγιος Wilfrid της Υόρκης (τιμάται 12 Οκτωβρίου), ενώ μοναχός του μοναστηριού ήταν και ο Caedmon, ο πρώτος Άγγλος θρησκευτικός ποιητής.
Στο μοναστήρι της, το 664 μ.Χ., έγινε μία σύνοδος για το αν θα ακολουθούσαν τα Κέλτικα ή τα Ανατολικά εκκλησιαστικά έθιμα. Αν και υπερίσχυσε η πρώτη άποψη, στο μοναστήρι της η Αγία Hilda ακολούθησε τα Ανατολικά εκκλησιαστικά έθιμα.
Επτά χρόνια πριν από το θάνατο της προσβλήθηκε από πυρετό ο οποίος δεν την άφησε μέχρι να πεθάνει. Παρόλα αυτά δεν παραμέλησε καθόλου τα καθήκοντα της προς το Θεό και προς τα πνευματικά της παιδιά. Κοιμήθηκε ειρηνικά αφού μετάλαβε των Αχράντων Μυστηρίων του Χριστού και ο ήχος της καμπάνας του μοναστηριού ακούστηκε θαυματουργικά στο Hackness 13 μίλια μακριά, όπου μια αφοσιωμένη μοναχή με το όνομα Begu είδε την ψυχή της Αγίας να μεταφέρεται από Αγγέλους στους Ουρανούς.
Τον βίο της Αγίας Hilda συνέγραψε ο Άγιος Bede (τιμάται 27 Μαΐου).
Πηγή: Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας, Ιερομονάχου Μακαρίου Σιμωνοπετρίτου, εκδόσεις Ίνδικτος, τόμος τρίτος, Νοέμβριος, σελίδες 197-199.
Μέσα στὴ μεγάλη χορεία τῶν ἁγίων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἀπὸ τοὺς πρώτους στὴ σειρὰ καὶ πιὸ ἀρχαίους εἶναι ὁ ἅγιος Γρηγόριος ἐπίσκοπος Νεοκαισαρείας ὁ θαυματουργός, τοῦ ὁποίου ἡ Ἐκκλησία σήμερα ἑορτάζει καὶ τιμᾶ τὴν ἱερὴ μνήμη. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας ἔχουν τὸν τίτλο τοῦ θαυματουργοῦ, μὰ γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο, τὸ θαυματουργὸς εἶναι τὸ δεύτερο ὄνομά του. Λέμε γιὰ τὸν ἅγιο Νικόλαο καὶ γιὰ τὸν ἅγιο Σπυρίδωνα καὶ γιὰ πολλοὺς ἄλλους Ἁγίους, χωρὶς καὶ νὰ προσθέτωμε πάντα τὸ θαυματουργός, μὰ γιὰ τὸν ἅγιο Γρηγόριο, ἐπίσκοπο Νεοκαισαρείας, ποτὲ δὲν λέμε μόνο τὸ ὄνομά του, ἀλλὰ πάντα προσθέτουμε καὶ τὸ θαυματουργός. Ἴσως ὅμως καὶ γιὰ νὰ τὸν ξεχωρίσουμε μεταξὺ πολλῶν ἄλλων ἁγίων Γρηγορίων τῆς Ἐκκλησίας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θαυματουργὸς γεννήθηκε τὸ 210 καὶ πέθανε εἰρηνικὰ τὸ 270 στὴ Νεοκαισάρεια τοῦ Πόντου ἀπὸ ἐπιφανεῖς, ἀλλὰ ἐθνικοὺς γονεῖς. Ὠρφάνεψε μικρὸς ἀπὸ πατέρα καὶ ἡ μητέρα του, μαζὶ μὲ τὸν ἀδελφό του Ἀθηνόδωρο, τοὺς ἐσπούδαζε καὶ τοὺς ἑτοίμαζε γιὰ τὸ ἐπάγγελμα τοῦ δικηγόρου. Θέλοντας νὰ συμπληρώσουν τὶς σπουδὲς των, οἱ δυὸ ἀδελφοὶ ξεκίνησαν γιὰ νὰ πᾶνε στὴ Βηρυτὸ καὶ πέρασαν ἀπὸ τὴν Καισαρεία τῆς Παλαιστίνης. Ἐκεῖ συνάντησαν τὸ μεγάλο διδάσκαλο τῆς ἀρχαίας Ἐκκλησίας Ὠριγένη. Οἱ δύο ἀδελφοὶ θαύμασαν τὴ διδασκαλία καὶ τὴν ἀρετὴ τοῦ ἀσύγκριτου διδασκάλου, ὥστε ἀφῆκαν τὶς σπουδὲς των στὰ νομικὰ κι ἔμειναν στὴν Καισάρεια πέντε χρόνια.
Τελειώνοντας οἱ δυὸ ἀδελφοὶ τὶς σπουδὲς των κοντὰ στὸν Ὠριγένη, βαπτίσθηκαν κι ἔγιναν χριστιανοί. Ἀλλὰ πρὶν ἀναχωρήσουν γιὰ τὴν πατρίδα τους, ὁ Γρηγόριος, γιὰ νὰ ἐκφράση τὴν εὐγνωμοσύνη του καὶ ὅλων τῶν συσπουδαστῶν του πρὸς τὸ διδάσκαλό τους τὸν Ὠριγένη, ἒκαμ’ ἕνα περίφημο χαριστήριο λόγο, ποὺ ἔμεινε ξεχωριστὸς στὴν ἐκκλησιαστικὴ καὶ πατερικὴ φιλολογία. Τὴν ἡμέρα ποὺ πρωτοάκουσαν τὸν Ὠριγένη, ὁ ἅγιος Γρηγόριος τὴν ὀνομάζει πρώτη ἡμέρα τῆς ζωῆς των «Τιμιωτάτη πασῶν, ὄντως ἡμῖν πρώτη, ὅτε ἡμῖν πρῶτον ὁ ἀληθινὸς ἀνατέλλειν ἥλιος ἤρξατο». Καὶ περιγράφει ὕστερα τὸν Ὠριγένη ὡς ἀληθινὸ καὶ μοναδικὸ διδάσκαλο, ποὺ δίνει τὰ πάντα γιὰ τοὺς μαθητὲς του· «ἅπασαν προσῆγε τὴν παρ’ αὐτοῦ τέχνην καὶ ἐπιμέλειαν καὶ κατειργάσατο ἡμᾶς».
Τέτοια περιστατικὰ καὶ τέτοια κείμενα δὲν πρέπει νὰ τὰ προσπερνᾶμε ἀπαρατήρητα, γι’ αὐτὸ θὰ ἐπιμείνωμε τώρα στὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἁγίου Γρηγορίου. Καὶ πρῶτα θὰ τὰ ἐξηγήσουμε στὴ γλῶσσα μας. Ἡ ἡμέρα, λέγει, ποὺ γνωρίσαμε καὶ πρωτοακούσαμε τὸ διδάσκαλό μας εἶναι ἡ πιὸ ἱερὴ καὶ ἅγια ἡμέρα τῆς ζωῆς μας, καὶ πραγματικὰ γιὰ μᾶς ἡ πρώτη ἡμέρα, τότε ποὺ ἄρχιζε νὰ ἀνατέλλη γιὰ μᾶς ὁ ἀληθινὸς ἥλιος. Κι ὅταν ὕστερα δίνει τὴν εἰκόνα τοῦ Ὠριγένη ὡς διδασκάλου, λέγει ὅτι ἔβαζε ὅλη του τὴν τέχνη καὶ ἐπιμέλεια κι ἔτσι τοὺς ἐκπαίδευσε καὶ τοὺς μόρφωσε. Αὐτὰ εἶναι λόγια εὐγνωμοσύνης ἑνὸς μαθητῆ κι ἕνα δίκαιο ἐγκώμιο σ’ ἕναν ἀληθινὸ διδάσκαλο. Κι ἔχουν, ἀλήθεια, πολλὴ σημασία γιὰ τὸν καιρό μας.
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος, ὅταν γύρισε στὴν πατρίδα του, ὓστερ’ ἀπὸ λίγον καιρό, χωρὶς νὰ τὸ θέλη κι ἀφοῦ προσπάθησε νὰ τὸ ἀποφύγη, ἐξελέγη καὶ χειροτονήθηκε ἐπίσκοπος Νεοκαισαρείας. Στὸ διωγμό, ποὺ ὁ αὐτοκράτορας Δέκιος στὰ 250 ξεσήκωσε ἐναντίον τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἅγιος Γρηγόριος μαζὶ μὲ τὸ ποίμνιο του ἔφυγε στὶς ἐρημιὲς καὶ τὰ δάση καὶ κατώρθωσε νὰ σωθῆ μαζὶ μὲ τοὺς χριστιανούς. Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θαυματουργὸς σ’ ὅλη του τὴ ζωὴ μελετοῦσε τὴ θεία Γραφὴ καὶ προσευχότανε. Ἔτσι, τοῦ ἔγραφε σὲ μιά του ἐπιστολὴ ὁ Ὠριγένης «Νὰ μεταχειριστῆς τὸ χάρισμα, πού σοῦ ἔδωκε ὁ Θεός, ὑπερασπίζοντας τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ νὰ μὴ χωρίζης ποτὲ τὴ μελέτη σου ἀπὸ τὴν προσευχή».
Ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ θαυματουργὸς εἶναι ὁ Ἅγιος τῆς οἰκογένειας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Μὲ πολὺ σεβασμὸ γράφει ὁ ἅγιος Βασίλειος ὅτι ἀπὸ τὴ γιαγιὰ του Μακρίνα, μαθήτρια τοῦ ἁγίου Γρηγορίου, διδάχθηκε ὅλη ἡ οἰκογένεια «τὰ τοῦ μακαριωτάτου Γρηγορίου ρήματα». Ὁ ἀδελφός τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἅγιος Γρηγόριος ὁ ἐπίσκοπος Νύσσης, ἔγραψε τὸ βίο τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ, ποὺ ὅταν πῆγε στὴν Νεοκαισάρεια ἐπίσκοπος βρῆκε μόνο 17 χριστιανούς, κι ὅταν πέθανε ἀφῆκε μόνο 17 εἰδωλολάτρες. Ὁ Μέγας Βασίλειος πάλι γράφει ὅτι, γιὰ τὰ πολλὰ πνευματικὰ χαρίσματα καὶ θαύματα τοῦ ἁγίου Γρηγορίου τοῦ θαυματουργοῦ, καὶ οἱ ἐχθροί της Ἐκκλησίας τὸν ὠνόμαζαν δεύτερο Μωϋσῆ· «δεύτερος Μωϋσῆς παρ’ αὐτῶν τῶν ἐχθρῶν της ἀληθείας προσηγορεύετο». Ἀμήν.
(†) Μητροπολίτης Σερβίων καί Κοζάνης Διονύσιος Ψαριανός
Αυτός ο άνθρωπος του Θεού και μεγάλος θαυματουργός άγιος επονομάστηκε δεύτερος Μωυσής. Γεννήθηκε από γονείς εθνικούς, αλλά επιφανείς και πλούσιους. Σπούδασε ελληνική και Αιγυπτιακή φιλοσοφία και τότε συνειδητοποίησε πόσο φτωχή και ανεπαρκής είναι η φιλοσοφία των εθνικών. Διψασμένος στράφηκε στους χριστιανούς δασκάλους, ιδίως τον Ωριγένη Αλεξανδρείας, κοντά στον οποίο σπούδασε αρκετά χρόνια και έλαβε το άγιο βάπτισμα.
Αγνός καθώς ήταν στο σώμα και την ψυχή, ο Γρηγόριος θέλησε να αφοσιωθεί ολοκληρωτικά στον Ιησού Χριστό. Έτσι «αυτομολεί προς τον ησύχιον βίον» και αποσύρεται στην ερημιά για πολύ καιρό ασκούμενος στα πνευματικά παλαίσματα. Η φήμη του απλώθηκε σύντομα στις πολιτείες. Ο Αρχιεπίσκοπος Αμασείας (σ.τ.μ. της Καππαδοκίας του Πόντου) Φαίδιμος θέλησε να τον χειροτονήσει Επίσκοπο Νεοκαισαρείας. Ο διορατικός Γρηγόριος , που είχε στο μεταξύ επιστρέψει στην πατρίδα του, αντιλήφθηκε την πρόθεση του Επισκόπου και, για να αποφύγει τους απεσταλμένους του, αναχώρησε στην έρημο. Στο τέλος ο Φαίδιμος τον χειροτόνησε κατά έναν παράδοξο τρόπο (σ.τ.μ. εξ αποστάσεως , παρά τη θέλησή του!) και ο Γρηγόριος αναγκάστηκε να αποδεχθεί το αξίωμα του Επισκόπου.
Η Υπεραγία Θεοτόκος και ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος εμφανίστηκαν στον Γρηγόριο σε οπτασία: ο άγιος Ευαγγελιστής κατά εντολή της Θεοτόκου, του αποκάλυψε το Σύμβολο της Πίστεως. Η διδασκαλία αυτή είναι γνωστή με το όνομα του Γρηγορίου.
Ποιος μπορεί να απαριθμήσει τα εξαίσια «τέρατα και σημεία» του δεύτερου αυτού Μωυσή; Είχε κραταιά εξουσία κατά πνευμάτων ακαθάρτων, αλλά και επί ορέων και υδάτων˙ θεράπευε κάθε πόνο και ασθένεια˙ μπορούσε να γίνεται αόρατος στους διώκτες του και γνώριζε διορατικώς τα γεγονότα μακρόθεν, αλλά και τις σκέψεις των ανθρώπων. Ολοκλήρωσε την επίγεια ζωή του το έτος 270 σε βαθύ γήρας, αφού ως άλλος απόστολος του Θεού μετέστρεψε πλήθη ανθρώπων. Όταν έφτασε ως Επίσκοπος στη Νεοκαισάρεια, βρήκε μόνο 17 χριστιανούς στην ειδωλολατρική αυτή πόλη. Όταν έφυγε από τη ζωή άφησε πίσω του μια πόλη χριστιανική , με 17 μόνο ειδωλολάτρες. Έτσι έλαβε ο πανεύφημος άγιος τον άφθαρτο στέφανο της δόξης από τον Κύριο της δόξης Ιησού Χριστό, στη Βασιλεία των Ουρανών.
Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς
(από το βιβλίο: «Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς, Πνευματικό ημερολόγιο - Ο Πρόλογος της Αχρίδος: Βίοι Αγίων, Ύμνοι, Στοχασμοί και Ομιλίες για κάθε ημέρα του χρόνου, Νοέμβριος, Εκδόσεις ΑΘΩΣ)
Ο άγιος Γρηγόριος ήταν επί της βασιλείας του Αυρηλιανού, από Έλληνες γονείς. Επειδή ζητούσε ό,τι καλύτερο για τον εαυτό του, γνώρισε την αληθινή κατά Χριστό πίστη. Κι όσο μεγάλωνε, τόσο αύξανε σ’ αυτόν η ευσέβεια. Από το μέγεθος και το πλήθος των θαυμάτων που έκανε, πήρε την επωνυμία του: θαυματουργός. Όταν λοιπόν φοιτούσε ακόμη στη σχολή της Αλεξάνδρειας και σπούδαζε θεολογία, κάποια πόρνη, παρακινημένη από συμφοιτητές του, με σκοπό να τον συκοφαντήσουν, τον πλησίασε. Καταλήφθηκε όμως από δαιμόνιο, λόγω της συκοφαντίας, και έπεσε στη γη σπαράσσοντας. Ο άγιος τότε προσευχήθηκε και την έκανε καλά. Αυτός κάποτε είδε στον ύπνο του την Υπεραγία Θεοτόκο με τον Ιωάννη τον Θεολόγο να τον μυούν στο μυστήριο της αγίας Τριάδος. Και μετά τη χειροτονία του σε επίσκοπο από τον Φαίδιμο, τον Μητροπολίτη Αμασίας, και με το που πήγε στην Εκκλησία που του έλαχε, και μετά την κοίμησή του, λέγεται ότι έκανε θαύματα τέτοια, που και δεν είναι εύκολο να τα ακούσει κανείς και είναι μεγαλύτερα και από το να τα πιστέψει.
Για παράδειγμα: Μετακίνησε σε άλλο μέρος μία τεράστια πέτρα, ίση σχεδόν με βουνό, μόνο με την προσευχή του. Και κάποτε περνώντας από ένα ναό ειδώλων, εισήλθε μέσα και έβγαλε από εκεί τα δαιμόνια. Όταν έφυγε δε, δεν μπορούσαν τα δαιμόνια να ξαναμπούν στον ναό. Το έμαθε αυτό ο νεωκόρος και οργίσθηκε κατά του αγίου. Τότε ο άγιος έγραψε σ’ ένα χαρτί: «ο Γρηγόριος προς τον σατανά: Να μπεις μέσα». Ο νεωκόρος έβαλε μέσα στον ναό το χαρτί, οπότε μπόρεσαν να μπουν και τα δαιμόνια. Μόλις είδε ο νεωκόρος το θαύμα αυτό, έμεινε έκπληκτος, και αντί να λατρεύει πια τους δαίμονες, αναδείχθηκε αμέσως μαθητής του Χριστού, προσερχόμενος στον μεγάλο Γρηγόριο. Άλλοτε, έμεινε ξάγρυπνος μία νύκτα στην προσευχή, για να κάνει ήσυχη και χέρσα μία λίμνη, η οποία είχε κύματα σαν της θάλασσας και την οποία διεκδικούσαν δύο αδέλφια. Ο άγιος λοιπόν «αποξήρανε», μαζί με τη λίμνη, και τη μεταξύ τους έχθρα. Ακόμη: σταμάτησε την προς τα εμπρός φορά ενός ποταμού, επειδή τον παρεκάλεσαν οι κάτοικοι της περιοχής, βάζοντας τη ράβδο του στη λασπωμένη και ανακατωμένη γη. Και πρόσθεσε θαύμα πάνω στο θαύμα. Γιατί τότε το ρείθρο του ποταμού φάνηκε να αναχαιτίζεται, σαν να φοβόταν να αγγίξει τη ράβδο, ενώ η ράβδος που ήταν ξερή και χωρίς φυσική υγρασία, έγινε ευθαλές δέντρο. Κι ούτε ο χρόνος μπόρεσε να σβήσει το θαύμα, γιατί και τώρα, όπως λένε, κηρύσσεται η δύναμη του Χριστού διά του μεγάλου Γρηγορίου, αφού ο ποταμός δεν προχωρεί προς τα εμπρός και το δέντρο εξακολουθεί να είναι στη θέση του. Κι εκτός από τα παραπάνω, ένας Εβραίος που υποκρίθηκε τον νεκρό, σε σχήμα ύπτιο και απλωμένο, πράγματι έπαθε αυτό που υποκρινόταν, με την προσευχή του. Κάποτε, οι διώκτες του τον νόμισαν ότι ήταν δέντρο, όταν αυτός στεκόταν στο όρος και προσευχόταν. Άλλοτε, έφερε πείνα στους απίστους, τους οποίους έσωσε από τον θάνατο, μόλις πίστεψαν στον Χριστό. Όταν δε ήλθε η ώρα να φύγει από τον κόσμο αυτό και να εκδημήσει προς τον Κύριο, έκανε ευχαριστήριες προσευχές, διότι την πόλη του που ήταν πολυάνθρωπη και γεμάτη από μεγάλη ασέβεια και απιστία, την άφησε ακριβώς αντίθετα. Όσους πιστούς δηλαδή βρήκε εκεί, όταν πήγε ως επίσκοπος, τόσους άπιστους και άφησε, που επέμεναν στην απιστία».
Ο άγιος Γρηγόριος ο Νεοκαισαρείας υπήρξε σπάνιος άνθρωπος. Και μόνο το γεγονός ότι πηγαίνοντας στη Νεοκαισάρεια βρήκε ελάχιστους πιστούς (17 χριστιανοί αναφέρονται), ενώ εκδημώντας άφησε ελάχιστους απίστους (επίσης 17 τον αριθμό), φανερώνει τον ζήλο της πίστεώς του, τη δύναμη του λόγου του, τη δύναμη των θαυμάτων που ο Θεός τού χάρισε. Ο άγιος υμνογράφος δεν μπορεί να μην εφαρμόσει γι’ αυτόν το προφητικό λόγιο: «ο ζήλος ο του Θεού κατέφαγέ σε, Γρηγόριε». Ψάχνοντας ο εκκλησιαστικός ποιητής, ο άγιος Θεοφάνης, να βρει ανάλογα με τον Γρηγόριο αναστήματα, καταφεύγει στους Πατριάρχες και τους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Ο άγιος μοιάζει με τον Μωυσή, λέει, που έλαβε σαν κι εκείνον τις πλάκες της πίστεως πάνω στο όρος της μυστικής θεοφανείας, νομοθετώντας στους λαούς την ευσέβεια: «Νέος γέγονας Μωυσής τοις έργοις, πλάκας πίστεως επί του όρους της μυστικής θεοφανείας δεξάμενος, νομοθετήσας λαοίς την ευσέβειαν». Μοιάζει με τον προφήτη Σαμουήλ, που ανέβηκε στο όρος της θεωρίας: «αναβάς εις ύψος, ως Σαμουήλ, ταις θεωρίαις». Μοιάζει με τον προφήτη Δανιήλ, που όπως σε εκείνον δόθηκε το χάρισμα ερμηνείας ονείρων, σ’ αυτόν με ενύπνιο αποκαλύφθηκε το μυστήριο της πίστεως: «ώσπερ γαρ εκείνω (τω Δανιήλ) το ενύπνιον, ούτω το της πίστεως μυστήριον απεκαλύφθη σοι».
Δεν είναι τυχαίο ότι τον βίο του τον έγραψε ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, αδελφός του Μεγάλου Βασιλείου, ο οποίος καταγράφει γι’ αυτόν συγκεκριμένα περιστατικά της ζωής του, όπως και διδασκαλίες του, τα οποία άκουσε, όταν ήταν ακόμη μικρό παιδάκι, από τη γιαγιά του αγία Μακρίνα, μαθήτρια και πνευματικοπαίδι του ίδιου του αγίου Γρηγορίου Νεοκαισαρείας. Το ίδιο κάνει σε λόγους του και ο άγιος Βασίλειος. Και αυτός μνημονεύει με μεγάλο θαυμασμό τον σήμερα εορταζόμενο, καθώς και ο ίδιος υπήρξε αυτήκοος παρομοίων περιστατικών από τη γιαγιά του. Και ας επιτραπεί, εν παρενθέσει, να τονίσουμε την αξία των γιαγιάδων και των παππούδων, διαχρονικά, οι οποίοι μυούν στα νάματα της αγιασμένης μας χριστιανικής παραδόσεως τα εγγόνια τους. Ας φανταστούμε το σκηνικό: η γιαγιά Μακρίνα, αναπνέοντας την παράδοση του αγίου Γρηγορίου του θαυματουργού, δηλαδή την παράδοση του Χριστού και της Εκκλησίας μας, να έχει στην αγκαλιά της τα θαυμαστά, όπως θα αποδειχτεί αργότερα, εγγόνια της, και να μεταγγίζει σ’ αυτά τη ζωντανή αυτή παράδοση. Πόσο συνήργησε η αγιασμένη αυτή γιαγιά στο να αναδειχτούν τέτοια αναστήματα για την Εκκλησία τα εγγόνια της, μόνον ο Θεός μπορεί να το ξέρει. Σίγουρα πάντως δεν ήταν άμοιρη σ’ αυτό και εκείνη.
Ο υμνογράφος μας βεβαίως επιμένει ιδιαιτέρως – κι είναι λογικό τούτο – στη χάρη θαυματουργίας του αγίου Γρηγορίου. Την θεωρεί δε ως άβυσσο, λόγω του πλήθους των θαυμάτων του, η οποία όμως προήλθε από τη μύησή του στο μυστήριο της αγίας Τριάδος και τη σταθερή πνευματική προσήλωσή του στον Ιησού Χριστό. «Εις βάθος θεωρίας υπελθών πανσόφως, Ιεράρχα Χριστού, την θείαν εμυήθης της Τριάδος φανέρωσιν∙ και πνεύματι προσβλέπων ακλινώς, Χριστόν τον Θεόν ημών, των θαυμάτων άβυσσον πηγάζεις ημίν». Το θεωρητικό όμως αυτό του αγίου Γρηγορίου, η χάρη της μετοχής του στον Θεό, δεν ήλθε ακόπως και απροϋπόθετα. Ο άγιος Θεοφάνης υπενθυμίζει και πάλι ότι η θεωρία του Θεού είναι αποτέλεσμα της πρακτικής επιστήμης, δηλαδή της εξασκήσεως των αρετών, με τις οποίες τα πάθη υποτάσσονται στον νου. Καθαρός λοιπόν ο νους με τον τρόπο αυτό οδηγείται στη θέα του Θεού. «Τι σε νυν καλέσω Γρηγόριε; Πρακτικόν, ότι τα πάθη καθυπέταξας τω νω∙ θεωρόν, ότι εδρέψω της σοφίας τον καρπόν».
Ο υμνογράφος επιμένει και εδώ στην πρακτική επιστήμη της εξασκήσεως των αρετών από τον άγιο Γρηγόριο. Έχοντας μάλιστα υπόψη του πέραν της όλης ασκητικής βιωτής του και το περιστατικό της προκλήσεώς του από την κοινή γυναίκα, τον προβάλλει ως πρότυπο μεταξύ άλλων σωφροσύνης, διά της οποίας, ως κυριολεκτικά αδελφής του, ντρόπιασε τους δαιμονοκίνητους συμφοιτητές του. «Την σωφροσύνην αδελφήν κτησάμενον, ως συνεργόν των καλών, σε καθορών όφις ο δεινός, Γρηγόριε, σοι τους βασκάνους ήγειρε∙ ους κατήσχυνας, πάτερ, μακροθυμία το γύναιον, πάθει συσχεθέν ιασάμενος». (Ο φοβερός όφις, ο διάβολος, Γρηγόριε, βλέποντάς σε να έχεις αποκτήσει τη σωφροσύνη ως αδελφή σου και συνεργό των καλών της ζωής σου, εξήγειρε εναντίον σου τους δαιμονοκίνητους. Αυτούς τους ντρόπιασες, πάτερ, γιατρεύοντας με τη μακροθυμία σου, το γύναιο, που καταλήφθηκε από το πάθος). Είθε οι ευχές του αγίου Γρηγορίου να συνοδεύουν και εμάς πάντοτε, ώστε να σωζόμαστε από τις διάφορες αμαρτίες μας. Θα είναι τούτο μία επιβεβαίωση της θαυματουργίας του και σε εμάς τους ίδιους. «Των σων θαυμάτων εν εμοί, Γρηγόριε, θείαν ενέργειαν, περιφανώς, Πάτερ, και τανύν ανάδειξον, εκ του βυθού ρυόμενος των πταισμάτων με».
π. Γεώργιος Δορμπαράκης
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.
Ἐν προσευχαῖς γρηγορῶν, ταῖς τῶν θαυμάτων ἐργασίαις ἐγκαρτερῶν, ἐπωνυμίαν ἐκτήσω τὰ κατορθώματα, ἀλλὰ πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, Πάτερ Γρηγόριε, φωτίσαι τὰς ψυχὰς ἡμῶν, μὴ ποτὲ ὑπνώσωμεν, ἐν ἁμαρτίαις εἰς θάνατον.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Θαυμάτων πολλῶν, δεξάμενος ἐνέργειαν, σημείοις φρικτοῖς, τοὺς δαίμονας ἐπτόησας, καὶ τὰς νόσους ἤλασας τῶν ἀνθρώπων, πάνσοφε Γρηγόριε· διὸ καλῇ θαυματουργός, τὴν κλῆσιν ἐξ ἔργων κομισάμενος.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Ὡς εὐσεβείας ὑποφήτην καὶ διδάσκαλον καὶ τῶν θαυμάτων ποταμόν σε ἀνεξάντλητον μακαρίζομεν οἱ δοῦλοί σου Ἱεράρχα. Ἀλλ’ ὡς ἔχων παρρησίαν πρὸς τὸν Κύριον Ἐκ παντοίων ἀπολύτρωσαι κακώσεων τοὺς βοῶντάς σοι, χαίροις Πάτερ Γρηγόριε.
Κάθισμα. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νέος γέγονας Μωσῆς τοῖς ἔργοις, πλάκας πίστεως ἐπὶ τοῦ ὄρους, τῆς μυστικῆς θεοφανείας δεξάμενος, νομοθετήσας λαοῖς τὴν εὐσέβειαν, τοῦ τῆς Τριάδος μυστηρίου Γρηγόριε· ὅθεν ἅπαντες, τιμῶμεν πιστοὶ τὴν μνήμην σου, αἰτοῦντες διὰ σοῦ τὸ μέγα ἔλεος.
Ὁ Οἶκος
Πόθεν ἀπάρξομαι τοὺς ἐπαίνους ἐξυφαίνειν ὁ τάλας, καθορῶν τὰ πολλὰ καὶ ὑπερθαύμαστα πράγματα; Ἐὰν ἀπὸ τοῦ βίου τοῦ Ὁσίου ἐγχειρήσω, τὸ σύνολον οὐκ ἰσχύω· πάντα γὰρ νοῦν ὑπερβαίνει ὁ ἔνθεος βίος αὐτοῦ. Ἐὰν ἀπὸ τῶν θαυμάτων, καὶ ἐν τούτῳ λοιπὸν αἰσχυνθήσομαι, ὑπὲρ τὴν ψάμμον γὰρ ὑπάρχουσι· διὰ τοῦτο ἀκούει θαυματουργός, τὴν κλῆσιν ἐξ ἔργων κομισάμενος.
Μεγαλυνάριον
Τῇ φιλοσοφίᾳ πρὸς ἀληθῆ, γνῶσιν κεχρημένος, οἷα κλίμακι νοητῇ, πρὸς θεολογίας, ἀνέδραμες τὸ ὕψος, Γρηγόριε θαυμάτων, καινῶν διάκονε.
Ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος υπήρξε ο συγγραφέας του πρώτου ιερού Ευαγγελίου, αφού οκτώ χρόνια μετά την Ανάληψη του Κυρίου συνέγραψε στην εβραϊκή γλώσσα που την εποχή εκείνη ήταν η καθομιλουμένη στην Παλαιστίνη αραμαϊκή το πρώτο Ευαγγέλιο, το οποίο φέρει και το όνομά του. Ο εξαίσια υμνηθείς από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας ως «τῶν πεπλανημένων ὁδηγός πρός σωτηρίαν καί πρεσβευτής παντός τοῦ κόσμου θερμότατος» ονομαζόταν αρχικά Λευί και καταγόταν από την Κανά της Γαλιλαίας. Ήταν γιος του Αλφαίου και προτού κληθεί στο αποστολικό αξίωμα, εξασκούσε το επάγγελμα του τελώνη, δηλαδή του φοροεισπράκτορα. Μάλιστα οι Εβραίοι θεωρούσαν το επάγγελμα αυτό άδικο και μισητό, αφού οι τελώνες πλούτιζαν από τις αδικίες που έκαναν με την υπερβολική είσπραξη των φόρων. Γι’ αυτό και μαζί με τις πόρνες θεωρούνταν ως οι πλέον αμαρτωλοί. Κάποια ημέρα όμως που ο Λευί καθόταν στο τελωνείο, πέρασε από εκεί ο Κύριος, ο Οποίος μόλις τον είδε, του είπε: «Ἀκολούθει μοι» (Ματθ. 9,9).
Με το άκουσμα αυτής της πρόσκλησης ο τελώνης Λευί άφησε όχι μόνο το επάγγελμά του, αλλά και το σπίτι και την οικογένειά του και ακολούθησε τον Ιησού Χριστό, γενόμενος πιστός μαθητής και απόστολος Του και λαμβάνοντας το όνομα Ματθαίος που σημαίνει δώρο του Θεού. Μάλιστα προτού ακολουθήσει τον Κύριο, παρέθεσε στο σπίτι του ένα πλούσιο γεύμα, στο οποίο ἐλαβαν μέρος όχι μόνο ο Ιησούς Χριστός, αλλά και συγγενείς του και πολλοί τελώνες, γεγονός που προκάλεσε τον σκανδαλισμό και την κατάκριση των Φαρισαίων. Αλλά ο Κύριος τους απάντησε: Οὐ χρείαν ἔχουσιν οἱ ἰσχύοντες ἰατροῦ, ἀλλ’ οἱ κακῶς ἔχοντες˙ πορευθέντες δέ μάθετε ἐστιν ἔλεον θέλω καί οὐ θυσίαν, οὐ γάρ ἦλθον καλέσαι δικαίους, ἀλλά ἀμαρτωλούς εἰς μετάνοιαν (Ματθ. 9, 13-14). Ο Ματθαίος έγινε πιστός μαθητής του Ιησού Χριστού και Τον ακολούθησε σε όλη την πορεία Του στην Παλαιστίνη, γενόμενος αυτόπτης μάρτυρας και κοινωνός της σωτηριώδους διδασκαλίας Του και των πολυάριθμων θαυμάτων Του, τόσο πριν από τη Σταύρωση όσο και μετά την ένδοξο Ανάστασή Του. Κατά την ευφρόσυνο ημέρα της Πεντηκοστής, κατά την οποία κατήλθε το Άγιο Πνεύμα επί των Αγίων Αποστόλων, έλαβε την εντολή να κηρύξει το Ευαγγέλιο του Χριστού στους συμπατριώτες του, τους Εβραίους, τους οποίους αγαπούσε ιδιαίτερα. Γι’ αυτό τον λόγο συνέγραψε το πρώτο Ευαγγέλιο μεταξύ των ετών 42-65μ.Χ., χρονολογία όμως που μέχρι σήμερα δεν είναι επαρκώς επιβεβαιωμένη. Το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο γράφτηκε στην αραμαϊκή γλώσσα που μιλούσαν την εποχή εκείνη οι κάτοικοι της Παλαιστίνης, ενώ λίγα χρόνια αργότερα και σύμφωνα με τον Μέγα Αθανάσιο μεταφράσθηκε στην ελληνική γλώσσα από τον Άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο, τον και πρώτο ιεράρχη των Ιεροσολύμων, κατόπιν δε αντιγράφηκε από τον Άγιο Απόστολο Βαρθολομαίο. Μάλιστα το κείμενο του Ευαγγελίου στην ελληνική γλώσσα αντικατέστησε το εβραϊκό πρωτότυπο κείμενο, του οποίου αντίγραφο δεν μας διασώθηκε. Γι’ αυτό και η ελληνική μετάφραση του Ευαγγελίου του Ματθαίου διαδόθηκε και έξω από την Παλαιστίνη και στα τέλη του 1ου μ.Χ. αιώνος είχε καταστεί ιδιαίτερα λαοφιλής και διαδεδομένη.
Ο Απόστολος Ματθαίος απευθύνεται με το Ευαγγέλιο του στους Εβραίους, θέλοντας να τους αποδείξει ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο Μεσσίας που αναμένουν ότι θα έρθει. Έτσι το συγγραφέν από τον Ματθαίο Ευαγγέλιο αποτελεί τον συνδετικό κρίκο της Παλαιάς με την Καινή Διαθήκη, αφού κάθε αναφορά στη ζωή, τη διδασκαλία, τη Σταύρωση και την Ανάσταση του Κυρίου αποσκοπεί στο να πείσει τους Εβραίους ότι όλα αποτελούν εκπλήρωση των προφητειών της Παλαιάς Διαθήκης. Γι’ αυτό και τονίζεται ότι ο Ιησούς Χριστός είναι ο ερχόμενος Μεσσίας και Εκείνος που χαρίζει την αιώνια ζωή. Όσοι λοιπόν ασπασθούν τη σωτηριώδη διδασκαλία Του, θα κληρονομήσουν τη Βασιλεία των Ουρανών, ενώ δεν παραλείπει να διακηρύξει την παγκοσμιότητα του μηνύματος του Ευαγγελίου του Χριστού: Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη (Ματθ. 28, 19). Στο Ευαγγέλιο του, το οποίο γράφτηκε οκτώ χρόνια μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο Απόστολος Ματθαίος αναφέρεται στην κατά σάρκα Γέννηση του Ιησού Χριστού και τα γεγονότα που επακολούθησαν (Κεφ. 1-2), στο κήρυγμα του Ιωάννου του Προδρόμου, τη Βάπτιση του Κυρίου και τους πειρασμούς στην έρημο (Κεφ. 3,1 - 4,11), στη δράση του Κυρίου στη Γαλιλαία, την επί του Όρους Ομιλία Του και την κλήση του από τον ίδιο τον Κύριο (Κεφ. 4,12 -10, 42), στη διδασκαλία και τα θαύματα του Κυρίου στη Γαλιλαία (Κεφ. 19-20), στη θριαμβευτική είσοδο του Κυρίου στα Ιεροσόλυμα και τη σύγκρουσή Του με το θρησκευτικό κατεστημένο της εποχής (Κεφ. 21-25), στη σύλληψη, την καταδίκη, τη Σταύρωση και την Ανάστασή Του (Κεφ. 26,1 -28, 15) και τέλος στην αποστολή των μαθητών Του στον κόσμο (28, 16-20).
Μετά τη συγγραφή του Ευαγγελίου ο Απόστολος Ματθαίος συνέχισε το ιεροκηρυκτικό του έργο στη χώρα των Πάρθων και των Μήδων, όπου ίδρυσε Τοπικές Εκκλησίες, αλλά υπέστη και πολλές δοκιμασίες από τους ειδωλολάτρες. Όταν έφθασε στην ευρισκόμενη επί του Ευφράτη ποταμού Ιεράπολη της Συρίας, διέδωσε με το πύρινο κήρυγμά του το μήνυμα του Ευαγγελίου του Χριστού σε τέτοιο βαθμό, ώστε πολυάριθμοι ειδωλολάτρες ασπάσθηκαν τη χριστιανική πίστη, ενώ χειροτόνησε διακόνους, ιερείς και επίσκοπους και δια της χάριτος του Θεού τέλεσε πολλά θαύματα. Εκοιμήθη εν ειρήνη σε προχωρημένη ηλικία και ενταφιάσθηκε με τις πρέπουσες τιμές, ενώ η μνήμη του τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 16 Νοεμβρίου.
Σύμφωνα με μεταγενέστερη συναξαριακή παράδοση, η οποία στηρίχθηκε στη συνταχθείσα βιογραφία του Αγίου από τον ιστορικό, αγιολόγο και λειτουργιολόγο Νικηφόρο Κάλλιστο Ξανθόπουλο, αλλά δεν είναι επιστημονικά τεκμηριωμένη, ο Απόστολος Ματθαίος υποβλήθηκε σε φρικτά βασανιστήρια και υπέστη τον δια πυρός θάνατο. Σύμφωνα μ’ αυτή την εκδοχή μετά την ιεραποστολική του δράση στη χώρα των Πάρθων και των Μήδων αποφάσισε να αποσυρθεί σε απομονωμένο τόπο για να επιδοθεί με μεγαλύτερη αφοσίωση και επιμέλεια στην άσκηση και την προσευχή. Έτσι κατέφυγε σε ερημική περιοχή ενός βουνού, όπου εκεί μία ημέρα ο Κύριος του φανερώθηκε με τη μορφή ενός παιδιού. Μάλιστα του έδωσε ένα ραβδί, λέγοντάς του να πάει να το φυτεύσει πλησίον της εκκλησίας στην πόλη Μυρμήνη. Επιπλέον του είπε ότι το ραβδί αυτό θα γίνει με τη δύναμή Του πολύκαρπο δένδρο με κλαδιά που θα στάζουν γλυκύτατο μέλι, ενώ από τη ρίζα του θα ρέει νερό, με το οποίο θα λούζονται οι κακόψυχοι άνθρωποι για να αναγεννηθούν πνευματικά. Μ’ αυτόν τον τρόπο θα αλλάξουν τρόπο ζωής και συμπεριφοράς. Ο Απόστολος Ματθαίος πήρε τότε το ραβδί από τον Κύριο, αλλά στην πορεία του συνάντησε τη βασίλισσα της πόλεως που ονομαζόταν Φουλβάνα, η οποία συνοδευόταν από τον γιο και τη νύφη της. Και οι δύο όμως ήταν δαιμονισμένοι. Μάλιστα απευθυνόμενοι στον Ματθαίο, τον ρώτησαν ποιος τον ανάγκασε να έρθει στον τόπο τους και προσπαθεί μ’ αυτό το ραβδί να τους καταστρέψει. Τότε ο πανεύφημος Απόστολος του Χριστού τους θεράπευσε από την επήρεια των δαιμόνων και κατόπιν τον ακολούθησαν με απόλυτη ευταξία. Μόλις πληροφορήθηκε ο επίσκοπος της πόλεως Πλάτων την παρουσία του Αποστόλου Ματθαίου, τον υποδέχθηκε μαζί με όλους τους κληρικούς. Αφού φυτεύθηκε το ραβδί, αυτό πράγματι βλάστησε και έγινε πολύκαρπο δένδρο, ενώ νερό ανέβλυσε από τη ρίζα του. Το θαυμαστό αυτό γεγονός διαδόθηκε αμέσως σε ολόκληρη την πόλη και πλήθος κόσμου άρχισε να συρρέει για να γευθούν τον γλυκό καρπό και να λουσθούν με το αναβλύζον νερό για να απελευθερωθούν από το σκότος της αμαρτίας και να αποκτήσουν πραότητα στην ψυχή τους.
Μόλις ο βασιλιάς πληροφορήθηκε τα γενόμενα, αποφάσισε να θανατώσει τον Απόστολο Ματθαίο, ρίχνοντάς τον στη φωτιά. Όμως ο Κύριος του παρουσιάσθηκε μία νύκτα και τον εμψύχωσε, λέγοντάς του ότι θα βρίσκεται δίπλα του βοηθός και συμπαραστάτης. Η προστασία του Κυρίου στον Απόστολο και μαθητή Του φάνηκε, όταν συνολικά οκτώ στρατιώτες που στάλθηκαν για να τον συλλάβουν, τυφλώθηκαν από την υπερβολική λάμψη που εξέπεμψε ο ίδιος ο Κύριος που εμφανίσθηκε με τη μορφή παιδιού. Τότε εξοργισμένος ο βασιλιάς αποφάσισε να τον θανατώσει με τα ίδια του τα χέρια, αλλά μόλις τον πλησίασε, τυφλώθηκε και ο ίδιος. Αμέσως όμως έπεσε στα πόδια του Απόστολου, παρακαλώντάς τον να τον συγχωρήσει και να του χαρίσει και πάλι την όρασή του, όπως και έγινε. Μόλις όμως επανέκτησε το φως του, διέταξε ο βασιλιάς να τον υποβάλλουν σε φρικτά βασανιστήρια. Αλλά με τη χάρη του Θεού το καμίνι που ετοιμάστηκε για να κάψουν τον Απόστολο, δεν έκαιγε καθόλου. Τότε ο βασιλιάς αποφάσισε να αποδείξει την παντοδυναμία του, υποβάλλοντας τον Απόστολο σε νέα δοκιμασία. Η προσπάθειά του όμως έπεσε στο κενό, αφού η φωτιά κατέκαψε τα αγάλματα των ειδωλολατρικών θεών, ενώ απείλησε και τον ίδιο τον βασιλιά, ο οποίος διασώθηκε με τη δύναμη της προσευχής του Αποστόλου, ο οποίος κατόπιν παρέδωσε το πνεύμα του στον Κύριο.
Το πάνσεπτό του λείψανο έμεινε αβλαβές από τη φωτιά και κατ’ εντολήν του βασιλιά τοποθετήθηκε μέσα σε μία σιδερένια θήκη και ρίχθηκε στη θάλασσα για να αποδειχθεί, εάν θα καταποντισθεί ή εάν θα το προστατεύσει ο Θεός. Τότε ο Απόστολος Ματθαίος παρουσιάσθηκε τη νύχτα στον Επίσκοπο Πλάτωνα και του ζήτησε να μεταβεί σε συγκεκριμένο τόπο για να βρει το ιερό του λείψανο μαζί με τη σιδερένια θήκη, όπως και έγινε. Το νέο συγκλονιστικό αυτό θαύμα έκανε τον βασιλιά να πιστέψει στον Ιησού Χριστό και να ζητήσει από τον Επίσκοπο να τον βαπτίσει. Μάλιστα του δόθηκε το όνομα Ματθαίος, ο δε Επίσκοπος Πλάτων έλαβε την εντολή από τον πανεύφημο Απόστολο που του εμφανίσθηκε σε όραμα, να χειροτονήσει τον βασιλιά πρεσβύτερο και τον γιο του διάκονο. Του είπε επίσης ότι μετά την έλευση τριών ετών, όπου ο Κύριος θα τον καλέσει κοντά Του, ο βασιλιάς Ματθαίος θα γίνει επίσκοπος, ενώ διάδοχός του θα γίνει αργότερα ο γιος του, όπως και έγινε.
Ο Άγιος Απόστολος και Ευαγγελιστής Ματθαίος είναι ο προστάτης άγιος των τελωνειακών υπαλλήλων και η ημέρα της μνήμης του καθιερώθηκε ως επίσημη εορτή των τελωνειακών με το υπ’ αριθμόν 109 προεδρικό διάταγμα (ΦΕΚ 25/Α/8-2-1979). Μάλιστα με δαπάνη των τελωνειακών της Μακεδονίας ανεγέρθηκε περίτεχνο μαρμαρόγλυπτο προσκυνητάριο με την εικόνα του Αγίου στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά Θεσσαλονίκης, όπου κατ’ έτος οι τελωνειακοί της Μακεδονίας εορτάζουν τον προστάτη τους άγιο, ενώ παρεκκλήσιο επ’ ονόματί του έχει ανεγερθεί στο Τελωνείο Κήπων Έβρου. Επίσης το 1993 η Ένωση Τελωνειακών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης εξέδωσε την Ακολουθία, τον Παρακλητικό Κανόνα και τους Χαιρετιστήριους Οίκους που ποιήθηκαν προς τιμήν του Αγίου από τον αείμνηστο Μέγα Υμνογράφο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, Μοναχό Γεράσιμο Μικραγιαννανίτη. Ακολουθίες προς τιμήν του Αγίου έχουν επίσης συντάξει ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας και η Μοναχή Ισιδώρα Αγιεροθεΐτισσα.
Το όνομα του Αγίου Ματθαίου φέρει ένα από τα μεγαλύτερα και ωραιότερα χωριά της Κέρκυρας, γνωστό στην κερκυραϊκή ντοπιολαλιά ως «Αη Μαθιάς», όπου υπάρχει και ομώνυμος ενοριακός ναός με επιβλητικό κωδωνοστάσιο, ο οποίος αποτέλεσε το λατρευτικό κέντρο των πρώτων κατοίκων του χωριού. Σύμφωνα με την επιχώρια προφορική παράδοση το χωριό ονομαζόταν αρχικά Άγιος Νικόλαος (Αη Νικόλας) χάρη σ’ έναν ομώνυμο μικρό ναό. Αργότερα όμως μετονομάσθηκε σε Άγιος Ματθαίος (Αη Μαθιάς) και ανεγέρθηκε μεγάλος ναός προς τιμήν του, αφού σύμφωνα με την τοπική παράδοση ένας γέροντας εμφανίσθηκε ξαφνικά ενώπιον κάποιων εμπόρων κρασιού που πήγαιναν στο χωριό, αλλά έχασαν τον προσανατολισμό τους εξαιτίας μιας σφοδρότατης κακοκαιρίας. Μάλιστα ο γέροντας αυτός τους υπέδειξε και τον σωστό δρόμο για να μεταβούν στο χωριό. Όταν έφτασαν εκεί, αναζήτησαν την εκκλησία για να ευχαριστήσουν τον Θεό που τους έσωσε, αλλά και που έφτασαν με ασφάλεια στον σωστό προορισμό. Όταν όμως μπήκαν στον ναό, είδαν σε μία εικόνα τη μορφή του γέροντα που είχε παρουσιασθεί ξαφνικά μπροστά τους και τους είχε βοηθήσει να σωθούν. Η μορφή αυτή δεν ήταν άλλη από τον Άγιο Απόστολο και Ευαγγελιστή Ματθαίο. Το υπερφυές αυτό γεγονός θεωρήθηκε από τους κατοίκους ως θαύμα και έτσι το χωριό μετονομάσθηκε σε Άγιος Ματθαίος.
Επ’ ονόματι του Αγίου είναι αφιερωμένοι επίσης οι ενοριακοί ναοί στα χωριά Άνω Γαρέφι Αλμωπίας του νομού Πέλλης και Πτελεώνας Εορδαίας του νομού Κοζάνης, αλλά και ο σταυροειδής μετά τρούλου περικαλλής ενοριακός ναός του Αγίου στη συνοικία Κοφινάς της πόλεως Χίου, ο οποίος ανοικοδομήθηκε εκ βάθρων από το Σωματείο των «Κουντουράδων», ενώ στο χωριό Βασιλεώνοικο της Χίου υπάρχει και εξωκκλήσιο επ’ ονόματί του. Διάσπαρτα είναι τα εξωκκλήσια του Αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστού Ματθαίου και σε διάφορα νησιά των Κυκλάδων και συγκεκριμένα στην Άνδρο, την Τήνο, τη Μύκονο, τη Νάξο και τη Σαντορίνη. Αξιομνημόνευτο είναι το εξωκκλήσιο του Αγίου στην περιοχή του χωριού Βίβλος (Τρίποδες) Νάξου, αφού είναι κτισμένο πάνω σε παλαιοχριστιανική βασιλική, ενώ έξω από τον ναό σώζεται μία μεγάλη μαρμάρινη κολυμβήθρα με ανάγλυφους σταυρούς. Ιστορικό ενδιαφέρον παρουσιάζει και το χρονολογούμενο από το 1638 εξωκκλήσιο του Αγίου στο Παλιό Χωριό (Μέσα ή Επισκοπή Γωνιά) Σαντορίνης, όπου κάθε χρόνο στις 16 Νοεμβρίου τελείται ο εορτασμός, της μνήμης του. Επίσης στην παλαίφατη Ιερά Μονή Μεγάλης Παναγίας της νήσου Σάμου υπάρχει εντός των κελλίων παρεκκλήσιο επ’ ονόματι του Αγίου Ματθαίου του Ευαγγελιστού και της Αγίας Φιλοθέης της Αθηναίας.
Στο όνομα του Αγίου Ματθαίου είναι αφιερωμένος και ο ευρισκόμενος ναός επί της οδού Ταξιάρχου Μαρκοπούλου στο Ηράκλειο Κρήτης, ο οποίος στην πρώτη του μορφή χρονολογείται από τη Β΄ βυζαντινή περίοδο, ενώ το σημερινό κτίσμα ανεγέρθηκε μετά το σεισμό του 1508. Κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας παραχωρήθηκε σε μοναχούς της Μονής Σινά, αφού οι Οθωμανοί είχαν μετατρέψει σε τζαμί το Σιναΐτικο μετόχιο της Αγίας Αικατερίνης στο Ηράκλειο. Σ’ αυτόν τον ναό, ο οποίος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με τη ζωή του Ηρακλείου και είναι γνωστός ως «Άγιος Ματθαίος των Σιναϊτών» εκκλησιάζονταν όλοι οι χριστιανοί μετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Οθωμανούς. Σήμερα φιλοξενεί μία σπάνια συλλογή εξαίρετων φορητών εικόνων της Κρητικής Σχολής. Στον Άγιο Ματθαίο είναι επίσης αφιερωμένος και ναός στο Ακρωτήρι Χανίων, όπου κατ’ έτος εορτάζεται με ιδιαίτερη λαμπρότητα η μνήμη του. Πρόκειται για παρεκκλήσιο της ενορίας Αγίου Νικολάου Χαλέπας στην περιοχή «Φρούδια», το οποίο κτίσθηκε στη δεκαετία του 1960 πάνω σε ερείπια ομώνυμου παλαιού ναού που αποτελούσε καθολικό γυναικείας μονής, η οποία καταστράφηκε από τους Τούρκους κατά την κατάληψη της Κρήτης. Στον χώρο που βρίσκεται σήμερα ο ναός, λειτούργησε το 1974 Εκκλησιαστική Σχολή, η οποία το 2005 μετονομάσθηκε σε Γενικό Εκκλησιαστικό Λύκειο και Εκκλησιαστικό Γυμνάσιο Κρήτης. Ενδεικτικό είναι ότι η τιμή που απολαμβάνει ο Άγιος Ματθαίος στην Κρήτη, οδήγησε τον αοίδιμο λόγιο και φιλάγιο Μητροπολίτη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου Ιλαρίωνα να συμπεριλάβει την Ακολουθία του Αγίου στο βιβλίο των Κρητών Αγίων, το οποίο εκδόθηκε το 1877 με δική του δαπάνη και επιμέλεια.
Η καλύτερη τιμή όμως στον Άγιο Απόστολο και Ευαγγελιστή Ματθαίο είναι να παραδειγματιστούμε από τη μετάνοια και τη μεταστροφή του, αφού από αμαρτωλός αρχιτελώνης κατέστη πιστός μαθητής και ακόλουθος του Ιησού Χριστού, αφήνοντας πίσω το αμαρτωλό παρελθόν του και μαζί μ’ αυτό ακόμη και φίλους, συγγενείς και περιουσίες, προκειμένου να κερδίσει κοντά στον Κύριο τη Βασιλεία των Ουρανών. Άλλωστε η κατάκτηση της αιώνιας ζωής κοντά στον Ιησού Χριστό είναι η κυρίαρχη έννοια και διδασκαλία του Ευαγγελίου του, αφού όπως τονίζει, αυτή τη Βασιλεία ήρθε και αποκάλυψε ο προαναγγελθείς από τους προφήτες Μεσσίας. Γι’ αυτό και καλεί τους χριστιανούς να βρίσκονται σε διαρκή εγρήγορση, να επιδίδονται σε αγαθοεργίες και να αγωνίζονται πνευματικά, ώστε να κερδίσουν την αιωνιότητα.
Βιβλιογραφία
· Βίος και Ακολουθία του Ευαγγελιστού Ματθαίου Προστάτου Τελωνειακών, Έκδοση Ενώσεως Τελωνειακών Υπαλλήλων Β΄ Περιφέρειας, Θεσσαλονίκη 1993.
· Λέκκου Ευαγγέλου Π., Οι 4 Ευαγγελιστές, Εκδόσεις Σαΐτης, χ.χ.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας ἤκουσας, φωνῆς τοῦ Λόγου, καὶ τῆς πίστεως, τὸ φῶς ἐδέξω, καταλείψας τελωνείου τὸν σύνδεσμον ὅθεν Χριστοῦ τὴν ἀπόρρητον κένωσιν,εὐηγγελίσω Ματθαῖε Ἀπόστολε. Καὶ νῦν πρέσβευε, δοθήναι τοὶς σὲ γεραίρουσι, πταισμάτων ἱλασμὸν καὶ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος γ’.
Ἀπόστολε Ἅγιε, καὶ Εὐαγγελιστὰ Ματθαῖε, πρέσβευε τῷ ἐλεήμονι Θεῷ, ἵνα πταισμάτων ἄφεσιν, παράσχῃ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν.ἈπολυτίκιονΤήν ἔνσαρκον πάνσοφε οἰκονομίαν Χριστοῦ, τά Πάθη καί Ἔγερσιν, εὐηγγελίσω ἠμίν, Ματθαῖε Ἀπόστολε•ὅθεν χρεωστικῶς σέ, ἀνυμνοῦμεν βοῶντες,φάνηθι ἐν τή κρίσει, βοηθῶν ἠμίν πάσιν, ἤς καί τήν ὥραν Εὐαγγελιστῶ, τρανῶς, καθυπέγραψας.
Κοντάκιον Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεὶς.
Τοῦ τελωνείου τὸν ζυγὸν ἀποῤῥίψας, δικαιοσύνης τῷ ζυγῷ προσηρμόσθης, καὶ ἀνεδείχθης ἔμπορος πανάριστος, πλοῦτον κομισάμενος, τὴν ἐξὕψους σοφίαν• ὅθεν ἀνεκήρυξας, ἀληθείας τὸν λόγον, καὶ τῶν ῥᾳθύμων ἤγειρας ψυχάς, καθυπογράψας, τὴν ὥραν τῆς κρίσεως.
Πηγή: Σύνδεσμος Κληρικών Χίου, Λάβαρον
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...