
Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Εἰρήνη, ἡ Ἁγία αὕτη Μεγαλομάρτυς, ἧτο μονογενὴς θυγάτηρ Λικινίου καὶ Λικινίας, καταγομένη ἐκ τῆς πόλεως Μαγεδὼν καὶ ἀκμάσασα κατὰ τὸ ἔτος 315, ὠνομάσθη δὲ πρότερον ὑπὸ τῶν γονέων της Πηνελόπη. Ἐπειδὴ δὲ ἦτο ὡραία καὶ ὑπερέβαλλε κατὰ τὸ κάλλος ὅλας τὰς συγχρόνους της κόρας, διὰ τοῦτο διέμενεν ἐπὶ ὑψηλοῦ τινος πύργου, κτισθέντος παρὰ τοῦ πατρός της, μετὰ δεκατριῶν ὡραίων θεραπαινῶν, διάγουσα ἐν μέσῳ πλούτου πολλοῦ καὶ ἔχουσα θρόνον, τράπεζαν καὶ λυχνίαν κατεσκευασμένα ἐκ χρυσοῦ. Ὅταν δὲ ὡρίσθη παρὰ τοῦ πατρός της νὰ μένῃ ἐν τῷ πύργῳ, ἧτο ἑξαετὴς καὶ ἐπαιδαγωγεῖτο καὶ ἐδιδάσκετο ὑπό τινος γέροντος, Ἀπελλιανοῦ ὀνομαζομένου, τὸν ὁποῖον διώρισεν ὁ πατήρ της Λικίνιος, ἵνα ἐπιτηρῇ ταύτην.
Στις 14 Σεπτεμβρίου του 1384 και ανήμερα της εορτής της Ύψωσης του Τιμίου Σταυρού, στα Τρίκαλα Θεσσαλίας, γεννήθηκε ο Κωνσταντίνος Μόρφης. Παιδί πολύτεκνης οικογένειας, είχε άλλα επτά αδέλφια, έμεινε ορφανός από πατέρα σε μικρή ηλικία. Έτσι η φροντίδα της ανατροφής τους, έπεσε εξ' ολοκλήρου στους ώμους της μητέρας του. Αυτή με μόχθο προσπαθούσε, όχι μόνο να συντηρήσει τα παιδιά της, μα και να τα καθοδηγήσει στον δρόμο της αρετής και του Χριστού. Το 1395 την Θεσσαλία κατέλαβε ο Σουλτάνος Βαγιαζίτ Α' με τα στρατεύματά του. Για τους θριάμβους του στον πόλεμο και την αγριότητά του επονομαζόταν Κεραυνός. Επειδή οι Έλληνες δεν παραδόθηκαν αμέσως στις προσταγές του, η διοίκηση που επέβαλε, ήταν σκληρή και τυραννική. Ήταν δε αυτός που εφάρμοσε το φοβερό "παιδομάζωμα". Την στρατολόγηση δηλαδή νέων αγοριών 14-18 χρονών ή και μικρότερων για την δημιουργία ενός σώματος φανατικών Τούρκων εναντίον των Ρωμιών.
Ανατροφή της Μόνικας
Η Μόνικα γεννήθηκε εν Ταγάστη της Νουμιδείας της Αφρικής τω 332 μ.Χ. Οι γονείς της ήσαν ευσεβείς Χριστιανοί δια τούτο φρόντισαν να την αναθρέψουν συμφώνως με τα αθάνατα διδάγματα του Ευαγγελίου. Μολονότι ήσαν αρκετά πλούσιοι, δεν παρασύρθηκαν από τις συνηθισμένες αντιλήψεις να της δώσουν εξωτερικό ψιμύθιο, το επίχρισμα της κοινωνικής αβροφροσύνης. Ζήτησαν κυρίως η κόρη των να ζήσει την χριστιανικών ζωή. Ενεπιστεύθησαν δε την με ταύτα ανατροφή της κόρης των εις μίαν ηλικιωμένη και δοκιμασμένη εις την αρετή και την ευσέβεια υπηρέτρια. Η υπηρέτρια αυτή εργάστηκε όντως μετά ζήλου διά να καταστήσει την Μόνικα ενάρετο, δεν παρέλειπε δε και την αυστηρότητα εν συνδυασμό με την γλυκύτητα, οσάκις παρίστατο ανάγκη, όπως την απομακρύνει από πάσα κακήν συνήθεια, η οποία εκάστοτε ανεφύτρωνε.
Αλλά παρά τις συμβουλές και τας προφυλάξεις, τας οποίας ελάμβανε η γραία εκείνη υπηρέτρια, η Μόνικα νικήθηκε από μίαν κακήν συνήθεια. Ας αφήσουμε δε τον υιό της τον Άγιο Αυγουστίνο να μας διηγηθεί με απλότητα, αλλά και με θαυμαστή γλαφυρότητα το παράπτωμα της μητρός:
«Καί πῶς ὤ Θεέ μου, εἶχε διολισθήσει εἰς τήν Μόνικά της, διηγοῦμαι τά τῆς δούλης σου ἐγώ ὁ υἱός της, κάποια ἐπιθυμία πρός τόν οἶνον. Ἐπειδή ἦτο φρόνιμος καί λογική, οἱ γονεῖς τῆς την ἔστελλον εἰς τήν οἰναποθήκην, ὅπως φέρη οἶνον ἀπό τό βαρέλιον. Ἀλλ’ ἐκεῖ εἰλκύσθη κατ’ ἀρχάς καί ἤθελε νά δοκιμάση, ἄν τό κρασί εἶναι καλόν. Τῆς ἠρεσε καί ἐνικήθη. Μέ τήν πάροδον δέ τοῦ χρόνου ὀλίγον κατ’ ὀλίγον, ὄχι μόνον ἐδοκίμαζεν ἁπλῶς, ἀλλ’ ἔπινε πολλά ποτήρια οἴνου. Δέν ἐπρατε τοῦτο ἀπό ἀγάπην πρός τό ποτόν, ἀλλ’ ἀπό νεανικήν ἀπερισκεψίαν, ἡ ὅποια δέν διορθώνεται ἄλλως παρά μέ τήν αὐστηρᾶν ἐπέμβασιν τῶν γονέων. Ἐν τῷ μεταξύ ὅμως προσθέτουσα ἀπό ἡμέρας εἰς ἡμέραν σταγόνα πρός σταγόνα, ἡ περιφρόνησις τῶν μικρῶν ὑποχωρήσεων φέρει ἀσυναισθήτως εἰς ὄλεθρον, παρεσύρθη ὑπό τῆς συνήθειας νά καταπίνη ὁλόκληρα ποτήρια.»
Και έρωτα ο Αυγουστίνος:
«Πού ήτο κατά την ώρα εκείνην, η τόσο φρόνιμος γραία με τας ρητάς απαγορεύσεις; Ούτε ο πατήρ αυτής ούτε η μήτηρ της ήσαν εκεί. Αλλά συ ήσο παρών, Θεέ μου, συ όστις την έπλασας, όστις μας καλείς προς σε, και δύνασαι έστω και διά της μεσολαβήσεως των ανθρώπων να πράττεις το επωφελές διά την σωτηρία των ψυχών. Τί έκαμες λοιπόν τότε Θεέ μου; Πώς την νοσήλευσας; Πώς της απέδωσες την ψυχική υγεία;»
Η υπηρέτρια η οποία συνόδευε συνήθως εις το βαρέλι, ήλθε ημέρα τινά εις προστριβές με την νεαρά κυρία της, μόνην προς μόνην και της επέρριψε κατά πρόσωπον την υβριστή λέξιν:
› Σύ θά μέ διδάξης, ποῦ εἶσαι μέθυσος;
Η υβριστική αυτή λέξις, το κτύπημα αυτό, επέφερε σωτήριο αποτέλεσμα. Η κόρη συνησθάνθη την κακήν συνήθειά της, την μίσησε και απηλάγη ολοτελώς. Και ο ιερός Αυγουστίνος κάμνει τας εξής διδακτικές παρατηρήσεις:
«Εάν οι φίλοι μας διαφθείρουν με τας κολακείας των, οι εχθροί συχνά μας παιδαγωγούν με τις προσβολές των.»
Εις το εξής η Μόνικα αφιερώνετε εις την κατά Χριστό ζωή. Η τακτική μελέτη της άγιας Γραφής αποτελεί το εντρύφημα της. Κρυφή της ευχή, διά την οποίαν παρακαλεί αδιακόπως νυχθημερόν τον Θεό ήτο η απόκτησης αγαθού συζύγου και ευσεβών τέκνων.
Πως αντέδρασε η Αγία στην συμπεριφορά του συζύγου της;
Όταν ήλθε εις νόμιμο ηλικία, οι γονείς της απεφάσισαν να την υπανδρεύσουν με έναν νέον ανήκοντα εις αριστοκρατική οικογένεια καλόγνωμο, αλλά εθνικό, τον Πατρίκιο. Η Μόνικα, καίτοι ήτο ειδωλολάτρης ο Πατρίκιος, έστερξε να τον λάβει σύζυγο, διότι έλπιζε ότι ταχέως θα τον έκαμνε Χριστιανό και ούτω θα προσέθετε εις την ποίμνη του Χριστού ένα ακόμη λογικό πρόβατο.
Διά τούτο μολονότι ο σύζυγος ήτο ειδωλολάτρης, εξακολούθησε να εκτελεί τα χριστιανικά της καθήκοντα όλα, όπως και πρότερο και ουδέν παρέλειπε. Έκανε τακτικά την προσευχή της, μελετούσε την αγία Γραφή, μετέβαινε εις την Εκκλησία καθέ εκάστην Κυριακή, σύχναζε εις τα ιερά κηρύγματα, χωρίς να παραλείπει εννοείται, και τα καθήκοντα της οικογενείας της. Ατυχώς είχε να παλέψει προς ένα χαρακτήρα κακοσυνηθισμένο. Ήτο βεβαίως αγαθής φύσεως ο σύζυγος της, αλλά ήτο αιχμάλωτος δύο μεγάλων ελαττωμάτων. Ήτο άσωτος, είχε παραδοθεί τελείως εις τας παρανόμους ηδονές, ακόμη δε ήτο και εις το άκρον οξύθυμος.
Πολλάκις την απατούσε, παραδινόταν εις διεφθαρμένες γυναίκες και την ωραία Μόνικα την άφηνε να μαραίνεται μόνη της και να σπογγίζει τα πολλά δάκρυά της. Εις την οικία των μετέβαινε τας περισσότερες φορές μετά το μεσονύκτιο. Όχι δε ολίγας φοράς διανυκτέρευσε εις ένοχους διασκεδάσεις. Όλες αυτές οι παρεκτροπές του συζύγου της έπλητταν την Μόνικα διπλός. Από το ένα μέρος διότι ο σύζυγος της, προσέβαλε την συζυγική τιμή, από το άλλο, διότι η ψυχή του ανδρός της κυλιόταν μέσα εις τον βόρβορο της ακολασίας.
Και τί έκαμε νομίζετε διά να τον διορθώσει; Τον φώναζε, τον ύβριζε, προκαλεί σκηνές μέσα εις το σπίτι και φιλονικίας; Όχι. Ουδέποτε η συνετή αυτή γυναίκα, ουδέ και εις το παραμικρό παρασύρθηκε. Εξακολούθησε να περιβάλει τον σύζυγο της με όλη την αγάπη της και την χριστιανική τρυφερότητα. Συλλογιζόταν και πολύ ορθά η φρόνιμος αυτή σύζυγος, ότι αν έβριζε τον σύζυγο της, θα τον ψύχραινε, και το χειρότερο με την διαγωγή της αυτήν θα τον έσπρωχνε περισσότερο εις τις αμαρτωλές γυναίκες. Αντιθέτως δε πίστεψε, και πολύ σωστά, ότι με την γλυκύτητα, με όλη την χριστιανικών αγάπη της, θα κατόρθωνε να τον παρελκύσει ώστε να την αγαπήσει και να απομακρυνθεί από τας πονηρές γυναίκες. Διά τούτο παρακαλεί τον Θεό αδιακόπως. Ουδέποτε έχασε το θάρρος της και την ελπίδα της. Αγωνίζεται και παλαίει διά να απομακρύνει αυτόν από την ακολασία επί πολλά έτη, με την πραείαν συμπεριφορά της και το άδολο ενδιαφέρον της.
Αλλά δεν είχε μόνον το ολέθριο τούτο ελάττωμα ο σύζυγος της Μόνικας. Κατείχετο και από μεγάλη οξυθυμία. Ήτο πολύ ευέξαπτος. Διά το παραμικρό πράγμα, ήτο ικανός ο σύζυγος της να την υβρίσει κατά τον χυδαιότερο τρόπον, να της αραδειάσει τα μάλλον εξευτελιστικά επίθετα και να την εξουθενώσει εις τα μάτια των υπηρετριών. Παρ’ όλα αυτά η Μόνικα δεν ανταπέδωσε ποτέ τα ίσα. Ούτω διά της άκρας υπομονής της και διά της τρυφερής της συμπεριφοράς με την οποίαν προσέβλεπε τον σύζυγο της και ότε ακόμη την ύβριζε χυδαιότατα, κατόρθωνε να περιορίζει τον θυμό του μόνον εις ύβρεις, με λέξεις, και ουδέποτε τον εξανάγκασε να την κτυπήσει.
Οι άλλες γυναίκες, οι οποίες είχαν λιγότερο οξύθυμους άνδρες, έφεραν συχνά σχεδόν ίχνη και μώλωπας από το δάρσιμο εις το πρόσωπον εκ μέρους των συζύγων των. Επειδή δε ήξεραν ότι ο σύζυγος της Μόνικας ήτο περισσότερο ευερέθιστος, απορούσαν, γιατί αυτή δεν είχε τα σημάδια του δαρσίματος εις το πρόσωπον. Από απορία την ρωτούσαν λοιπόν, πώς κατόρθωνε να μαλάσσει την καρδία του ανδρός της. Και ενώ την ρωτούσαν, συγχρόνως στιγμάτιζαν την συμπεριφορά του συζύγου των με τα μελανότερα χρώματα. Η Μόνικα τότε με αφέλεια υπό τύπον αστειότητος, καυτηρίαζε την γλώσσα αυτών απέναντι των συζύγων των.
Εξηγεί δε εις αυτές πώς κατόρθωνε να μη εξάπτει περισσότερο τον θυμό του συζύγου της. Όταν με υβρίζει ο σύζυγος μου, έλεγε όχι μόνον δεν θυμώνω, αλλά παρακαλώ τον Θεό καθ’ όλον τον χρόνο πού με υβρίζει, να τον συμπαθήσει και ως παντοδύναμος να του εκριζώσει την οργή. Αφού δε καταπραϋνθεί, τότε του εξηγώ πώς έγινε εκείνο, διά το οποίον κραύγαζε.
Πώς μάλαξε την σκληρότητα της πεθεράς της
Η Μόνικα ήτο ακόμη ατυχής και εις την πεθερά της. Η πενθερά της ήτο εις άκρον ιδιότροπος. Εννοούσε την αγαθή γυναίκα να την υβρίζει, να την αποπαίρνει εμπρός εις τους ξένους. Η Μόνικα όμως, παρά την ισχυρή λύπη την οποίαν δοκίμαζε, εδείκνυε μεγάλη άνεκτικότητα και σεβασμό. Είχε να παλαίση με δύο μεγάλα θηρία. Με την ακολασία του ανδρός της και με την ασυμπάθεια της πενθεράς της.
Η Μόνικα με την ανοχή της και με τας προσευχές της, επέτυχε κάπως να ημερώσει την πεθερά της. Τοσούτον δε μετεβλήθη η πενθερά της και τοσούτον αγαπούσε πλέον την Μόνικα, ώστε πάσαν νέα διαβολή, την οποίαν μηχανογραφούσαν οι υπηρέτριες, την κατήγγειλε εις το υιό της και διατύπωνε την αξίωση να τιμωρήσει τις υπηρέτριες, οι οποίες τόλμησαν να συκοφαντήσουν την αγαθή νύμφη της. Ούτω και εις το σημείο τούτο θριάμβευσε η πιστή εκτέλεσης των εντολών του Θεού.
Η Επιστροφή του συζύγου
Εκείνο όμως το οποίον ελύπει κατάκαρδα την Μόνικα, ήτο το ότι ο σύζυγος της ζει μακριά του Χριστού. Είχε παρέλθει πλέον των δέκα πέντε ετών και ο σύζυγος της κυλιόταν μέσα στην ακολασία, επί πλέον δε δεν είχε γίνει Χριστιανός. Οι τροποί της όμως οι φιλόφρονες, προ παντός δε η χριστιανική συμπεριφορά της, η πίστης της προς τον Χριστό και η μετά πολλών δακρύων προσευχή της, εισακούστηκε επί τέλους υπό του Θεού. Ο σύζυγος της ο Πατρίκιος, βλέπων την ενάρετο διαγωγή της αγαθής συζύγου του, την τρυφερότητα, την άδολο αγάπη με την οποίαν πάντοτε τον περιέβαλε, αισθάνθηκε τις παρεκτροπές του, εξετίμησε τις ιερές προσπάθειες της και πλέον έπαυσε την αμαρτωλή ζωή. Ελκύστηκε προς τον Θεό και ολίγον προ του θανάτου του βαπτίστηκε Χριστιανός. Δεν λυπήθηκε υπερβολικά, διότι ήξερε ότι ούτος πλέον διά της μετανοίας καθαρισθείς ανήλθε εις τους ουρανούς. Της άφησε δε τρία τέκνα.
Η Καρτερία και η επιμονή της μητρός διασώζουν τον Αυγουστίνο
Μεταξύ αυτών ανήκε και ο δεκαεπταετής υιός της Αυγουστίνος, ο οποίος κατόπιν έμελλε να αποβεί ένα από τα καλύτερα πνεύματα του κόσμου. Ο Αυγουστίνος είχε προικισθεί από έξοχα προτερήματα, είχε νουν έκτακτο και θέληση ισχυρή. Ήταν όμως επιρρεπής, λόγω των κακών συναναστροφών, εις τας παρανόμους απολαύσεως. Βεβαίως από μικρή ηλικία φρόντισε να εμφυτεύσει εις τον υιό της η Μόνικα τα αγαθά σπέρματα του Ευαγγελίου. Ατυχώς όμως το άθλιο ειδωλολατρικό περιβάλλον, εις το οποίον ζει, όλους τους κόπους και τους μόχθους, μόλις ολίγον μεγάλωσε ο Αυγουστίνος, κρήμνισε.
Ούτος όταν έγινε 19 ετών εζήτησε άδεια από την μητέρα του να μεταβεί εις την Καρχηδόνα χάριν ευρύτερων σπουδών. Η μητέρα του κατόπιν πολλών φόβων του επέτρεψε. Αλλά εις την μεγαλούπολη ταύτη, όπου η ακολασία οργίαζε, αιχμαλωτίστηκε τελείως ο παράφορος και ζωηρός Αυγουστίνος εις τις ηδονές. Η μητέρα του, η οποία παρακολουθεί τον βίο του, μόλις έμαθε τον θλιβερό κατήφορο του προσφιλούς τέκνου της, μετέβη εις την Καρχηδόνα. Παραμένει λοιπόν πλησίον του υιού της. Και μολονότι γνωρίζει, ότι έρχεται από τους οίκους της αμαρτίας τον αναμένει μαραμένη, χωρίς να του λέγει τι υβριστικό. Μόνο κλαίει. Τα μάτια της είναι κατακόκκινα από τα δάκρυα. Κλαίει αλλά και προσεύχεται μετά πίστεως.
Επειδή δε ο Αυγουστίνος ήτο ερευνητικό πνεύμα, ήθελε να συμβιβάσει τις φιλοσοφικές του ιδέας, με την πίστη την χριστιανική. Νόμισε δε ότι βρήκε τούτο εις τους αιρετικούς Μανιχαίους, οι οποίοι καυχώνται ότι ερμήνευαν την Αγία Γραφή φιλοσοφικώς και έλυαν όλα τα θρησκευτικά και ηθικά ζητήματα. Ούτω λοιπόν απελάκτισε την Ορθόδοξο Χριστιανική πίστη και ασπάσθηκε τας αιρέσεις των Μανιχαίων.
Η πληροφορία αυτή κατέθλιψε θανάσιμος την Μόνικα. Και πρότερο προσευχόταν, ήδη δε εντείνει τις προσπάθειες της και περισσότερο προσεύχεται και χύνει άφθονα δάκρυα υπέρ του υιού της. Το αναφέρει και αυτός ο ίδιος. Ας δώσουμε τον λόγο εις αυτόν:
«Ἡ μήτηρ μου ἔχυνε περισσότερα δάκρυα ἀπό ἐκεῖνα, τά ὁποῖα χύνουν αἵ μητέρες ἐπί τῆς σοροῦ τῶν πεφιλημένων τέκνων τῶν. Διότι μέ ἔβλεπε νεκρόν ἠθικῶς δυνάμει τῆς διαπύρου πίστεως τήν ὁποίαν ἐνέπνεεν εἰς αὐτήν ἡ ἄκρα εὐσέβειά της. Καί εἰσήκουσας, Κύριε, τήν δεησίν της, δέν περιεφρόνησας τά δάκρυά της, τά ὁποία ἐπότιζαν τό ἔδαφος πανταχοῦ, ὅπου προσηύχετο…»
Τα έτη περνούσαν και ο Αυγουστίνος κυλιόταν εις την αμαρτία προς λύπη της μητρός του. Ιδίως κατέλαβε την Μόνικα βαθύτερα λύπη οπότε ο υιός της διδάσκαλος πλέον της ρητορικής, εζήτησε να μεταβεί εις την Ρώμη και εξασκήσει εκεί την ρητορική του τέχνη.
Μετάβασης στο Μιλάνο
Και όντως οι διαρκείς και ολόθερμοι προσευχές της Μόνικας, έσωσαν εκ του θανάτου τον υιό της, ίνα μίαν ημέρα επαναδώσουν και την σωτηρία της ψυχής του. Εις την Ρώμη ο Αυγουστίνος παρέμεινε εν έτος. Τω 384 προσεκλήθη και προσελήφθη ως διδάσκαλος της ρητορικής εις τα Μεδιόλανα το σημερινό Μιλάνο της Ιταλίας. Τούτο δε εγένετο κατά δάκτυλον της θείας Πρόνοιας.
Απ’ εδώ αρχίζει η μεταβολή της ζωής του Αυγουστίνου. Εις τα Μεδιόλανα ποίμαινε την Εκκλησία του Χριστού εις των ευσεβέστερων Ιεραρχών και δοκιμωτέρων, ο ιερός Αμβρόσιος. Η μητέρα δε τούτου μόλις έμαθε ότι ο υιός της μετέβη εις Μιλάνο, το θεώρησε ως δώρο της θείας Προνοίας, διό αμέσως απεφάσισε να μεταβεί έχει, ίνα διά των ενεργειών του διασήμου και ευσεβούς επισκόπου Αμβροσίου επαναφέρει τον υιό της εις τους κόλπους της Εκκλησίας.
Ο Αυγουστίνος είχε απελπιστεί ότι δεν θα εύρη την αλήθεια. Η ακρόασης των λόγων του Αμβροσίου κατά τούτο μόνον συνετέλεσαν, εις το να κατανοήσει το ψεύδος της αιρέσεως των Μανιχαίων και να αποστραφεί την πλάνη των. Και διά να επιτύχει η Αγία Μόνικα την επιστροφή του υιού της γνωρίσθηκε με τον ευσεβή ιεροκήρυκα και επίσκοπο Αμβρόσιο. Άκουγε τακτικά τα κηρύγματά του και τον επισκεπτόταν συχνά παρακαλούσα, όπως και αυτός προσεύχεται διά την επιστροφή του υιού της. Με τας δραστήριους αυτές ενέργειες κατόρθωσε να συνδέσει στενότερο τον υιό της με τον επίσκοπο, ώστε οι επισκέψεις του να γίνονται συχνότερες. Ο ιερός Αμβρόσιος συνέχαιρε τον Αυγουστίνο, διότι είχε τοιαύτην μητέρα.
Αλλ’ η Μόνικα εκτός των ενεργειών τας οποίας έκαμνε διά την ανατροφή του υιού της, δεν έπαυσε και τα άλλα χριστιανικά της καθήκοντα εις το Μιλάνο. Μετέβαινε και παρηγορεί τους τεθλιμμένους, ειρήνευε τους φιλονικούντας, περιποιείτο τους ασθενείς, βοηθούσε τους πτωχούς, ανακούφιζε τους δυστυχούντες και έρριπτε βάλσαμο παρηγοριάς εις τις πονεμένες ψυχές διά την σκληρή επίσκεψη του θανάτου. Εντός ολίγου εγνώσθησαν οι αγαθοεργίες της εις όλη την πόλη. Ο άγιος Αμβρόσιος έχαιρε διά την τοιαύτην αγαθοεργό και ευσεβή μητέρα και αυτή θεώρει αυτόν ως άγγελο Θεού, ο οποίος θα καθοδηγήσει ασφαλώς τον υιό της εις τον Χριστό.
Παρά τας θεάρεστους αγαθοεργίας της δεν λησμόνησε η Μόνικα να παρακαλεί τον Θεό ενθέρμως διά την μετάνοια του υιού της. Εις την σχολή ταύτη της υπομονής και της ελπίδος πλέον γέρασε. Ο Θεός ηθέλησε να αμείψει τις αδιάκοπες προσευχές της μητρός κατά μυστηριώδη τρόπον. Επί ημέρας δοκιμάζει μίαν πάλην ο Αυγουστίνος του κάλου και του κακού. Ήθελε να επιστρέψει προς τον Χριστό, αλλά η αμαρτία τον κρατεί σιδηροδέσμιο. Ας αφήσουμε αυτόν τον Αυγουστίνο ο οποίος υπήρξε ένα από τα μεγαλύτερα φιλοσοφικά πνεύματα, τα οποία ανέδειξε ποτέ η ανθρωπότης να μας διηγηθεί. Γράφει χαρούμενος ὁ ἴδιος εἰς τάς ἐξομολογήσεις του:
«Καί ἰδού, ἀκούω φωνήν ἐκ γειτονικῆς οἰκίας φωνήν παιδός ἤ κόρης, ἡ ὅποια μοί ἔλεγεν ἄδουσα καί ἐπαναλαμβάνουσα: «λάβε και ἀναγνωσε». Κατ’ εὐτυχίαν ἦτο ἐκεῖ πλησίον τό Εὐαγγέλιον τοῦ φίλου μου Ἀλυπίου. Τό ἁρπάζω καί τό ἀνοίγω εἰς ἕνα μέρος, εἰς τό ὁποῖον προσέπεσαν οἱ ὀφθαλμοί μου: «Μή κώμοις και μέθαις, μή κοίταις καί ἀσελγείαις, μή ἔριδι καί ζήλω, ἀλλ’ ἐνδύσασθε τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν καί τῆς σαρκός πρόνοιαν μή ποιεῖσθε εἰς ἐπιθυμίας.» (Ρώμ. Ἴγ΄. 13 – 14) (ὄχι μέ ἄσεμνα συμπόσια καί μέ μέθας, οὔτε μέ φιλονικείας καί ζηλοτυπίας. Ἀλλά φορέσατε ὡς ἔνδυμα τῆς ψυχῆς, τόν Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν καί μή φροντίζητε διά τήν σάρκα, πῶς νά ἱκανοποιῆτε τάς παρανόμους ἐπιθυμίας αὐτῆς.)
Τα ιερά και θεία ταύτα λόγια ήρκεσαν να του δώσουν ώθηση προς τον Χριστό. Οι δεσμοί της αμαρτίας αποκόπτονται και η καρδία του Αυγουστίνου αρχίζει να ελευθερώνεται. Διά τούτο μίαν ημέρα διακόπτει οριστικώς τας σχέσεις του προς την αμαρτία. Αποστρέφεται τους αμαρτωλούς φίλους του και αποφασίζει να βαπτισθεί, να γίνει αληθινός Χριστιανός. Τρέχει αμέσως και αναγγέλλει εις την μητέρα του ότι πλέον θα παραδοθεί εις τον Χριστό. Η μητέρα του μόλις ακούει την σταθερή απόφαση του να ακολουθήσει τον Χριστό, αλλά και πώς τον προέτρεψε θαυμασίως ο Θεός, ὡς μᾶς ἀναφέρει ὁ υἱός:
«… ἐνθουσιά, θριαμβεύει καί εὐλογεῖ σέ, ὤ Θεέ, τόν δυνάμενον ὑπέρ πάντα ποιῆσαι ὑπέρ ἐκ περισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἤ νοοῦμεν» (Εφεσ. γ΄ 20) (διότι δύναται να παράσχει αφθόνως περισσότερα παρ όσα ζητούμε ή και φανταζόμαστε), διότι έβλεπε ότι χορήγει εν τω προσώπω μου περισσότερα των όσων συνήθιζε να ζητάει διά των στεναγμών και των δακρίων της η δούλη σου, η μητέρα μου. Διότι με επανέφερε πλησίον σου, ώστε να μη ζητώ τι εκ των του κόσμου.»
Η ημέρα της εις Χριστό επιστροφής του Αυγουστίνου υπήρξε η 24η Απριλίου του 387 έτους. Χαίρει βεβαίως και ο ίδιος διά την ανεκδιήγητο ταύτη δωρεάν, περισσότερο όμως η ευσεβέστατη μητέρα του.
Οι τελευταίες ημέρες της Μόνικας
Η χαρά την οποίαν δοκιμάζει η Μόνικα κατά την οριστική επιστροφή του υιού της εις τον Χριστό, είναι απερίγραπτος. Και αυτή και αυτός δοξάζουν τον Θεό. Αλλά διά να αφιερωθεί εξ ολοκλήρου ο ιερός Αυγουστίνος εις την μελέτη της αγίας Γραφής απερίσπαστος, αποφασίζουν να επανέλθουν εις την πατρίδα των.
Επιστρέφουν εις την Ρώμη. Αλλ’ εκεί καταλαμβάνει την μητέρα θανατηφόρος ασθένεια, ίσως λόγω των μόχθων και των συγκινήσεων, τας οποίας είχε δοκιμάσει διά την επιστροφή του υιού της. Η ασθένεια της επιδεινώνονταν. Η ημέρα πλησιάζει, οπότε έμελλε να απέλθει του παρόντος κόσμου και ο Αυγουστίνος μόνος με ταύτη υπάρχων, άρχισε να συνομιλεί μετ’ αυτής διά το κάλλος της ουρανίου ζωής και της αιωνίου ευφροσύνης. Εις ταύτα προσέθεσε η μακαρία Μόνικα:
«Υἱέ μου, ἐμέ οὐδέν πλέον θέλγει εἰς τήν παροῦσαν ζωή. Ἀγνοῶ ποῖος δύναται νά εἶναι εἰς τό ἑξῆς ὁ προορισμός μου, διότι ἡ ἐλπίς τῆς περαιτέρω ζωῆς ἔχει καταναλωθῆ. Δί’ ἕνα καί μόνον ἐπόθουν νά μείνω ἀκόμη ὀλίγον εἰς τήν ζωή, διά νά σέ ἴδω Χριστιανόν καί ὕστερον νά ἀποθάνω. Ὁ Θεός μοί παρεχώρησε περισσότερον τοῦτο παρ’ ὅσον ἐζήτησα, καί ἰδού σύ τώρα εἶσαι δοῦλος ἰδικός του, περιφρονῶν τά ἀγαθά τῆς γής. Τί θά κάμω πλέον ἐδῶ;»
Η ασθένεια προχωρεί και ο πυρετός εξακολουθεί. Έχασε πλέον τας δυνάμεις της. Κάλεσε τότε ο Αύγουστος τον αδελφό του διά να τον ενισχύσει. Διότι τώρα αρχίζει η θλίψις εις την καρδία του Αυγουστίνου, καθ’ όσον εγγίζει το τέλος της προσφιλούς μητρός του. Ενώ επί τόσα έτη την έθλιβε, ήδη αρχίζει βαθέως να συγκλονίζεται, διότι θα χάση μίαν τοιαύτην μεγαλόφρονα και στοργική μητέρα. Όσον δε την έβλεπε να φθίνει από την ασθένεια, κατετήκετο.
Η Μόνικα έπειτα από λήθαργο ανοίγει τους οφθαλμούς της και βλέπει τους δύο υιούς της καταθλιμμένους και καθηλωμένους υπό της λύπης. Τούς συμπαθεί και τους παρηγορεί λέγουσα:
«Μή λυπεῖσθε ἦλθε τό τέλος εἰς ἐμέ. Θά ἐνταφιάσητε ἐδῶ τήν μητέρα σας.»
Η αναγγελία αυτή ως μάχαιρα διστόμος εισήλθε εις την καρδία του Αυγουστίνου. Ο αδελφός του καταλυπημένος ψιθυρίζει, ότι καλόν είναι να την θάψουμε εις την πατρίδα μας. Αυτήν την επιθυμία είχε εκδηλώσει άλλοτε η ίδια. Τέλος περιγράφων τον θάνατον της ο Αυγουστίνος, λέγει:
«… ἐννέα ἥμερες κατά τήν ἀσθένειά της, κατά τό πεντηκοστό ἕκτον ἔτος τῆς ἡλικίας της, κατά τό τριακοστό τρίτον της ἰδικῆς μου, τῷ (387 μ.Χ.) ἡ θεία ἐκείνη ψυχή ἀπηλλάγη τοῦ σώματος. Ἔκλεισα τούς ὀφθαλμούς της. Ὀξυτάτη ὀδύνη διέσχισε τήν καρδία μου. Θρήνησα ἐπί τίνας ὥρας τήν μητέρα μου, νεκράν ἐπί τινά χρόνον εἰς τούς ὀφθαλμούς μου. Τήν μητέρα μου, ἡ ὅποια μέ ἐθρήνησεν ἔτη μακρά διά νά ζήσω ἐνώπιόν Σου, Ὤ Θεέ μου.»
Αλλά εκεί ένθα κατανάλωσε σχεδόν ολόκληρο την ζωή της, πλέον των είκοσι ετών, είναι η διαρκής και αδιάκριτος προσπάθεια διά τον υιό της Αυγουστίνο, ο οποίος παρουσίαζε ένα βίο εντελώς ανώμαλο. Από μικρής ηλικίας εμφυτεύει τα σπέρματα της ευσεβείας εις την καρδία του υιού της. Ατυχώς το διεφθαρμένο περιβάλλον τα συμπνίγει. Η Μόνικα δεν απελπίζεται, αδιακόπως παρακολουθεί τον υιό της. Τον συμβουλεύει, τον νουθετεί και κυρίως προσεύχεται. Προσεύχεται αδιακόπως. Τα δάκρυά της σπείρονται ανά πάν βήμα του βίου της. Προσεύχεται και ελπίζει και όταν ο υιός της έφτασε εις ηλικία 25 ετών. Προσεύχεται και οπόταν ο υιός της πάτησε τα 30 έτη, εξακολουθεί και κατόπιν να προσεύχεται. Ουδέποτε κάμπτεται προσευχομένη. Δεν οργίζεται ουδέποτε κατά του υιού της, όπως κάμνουν μερικές απερίσκεπτες μητέρες. Δεν μεμψιμοιρεί κατά του Θεού, ούτε υβρίζει εκείνους, οι οποίοι παρασύρουν τον υιό της.
Εξακολουθεί διά της προσευχής να ζητάει την θαυμάσια μεταβολή του υιού της. Την προσευχή της, την συνοδεύει με άγιο βίο, με διαφόρους αγαθοεργίας και επιτέλους όταν ήτο ο υιός της 33 ετών, επιστρέφει τελειωτικώς προς τον Χριστό και αποστρέφεται οριστικώς την αμαρτία. Αφιερώνεται ολοψύχως εις τον Θεό, ο Αυγουστίνος. Η Εκκλησία εκτίμησε τις σπάνιες αρετές του τον κάμνει κληρικό και τέλος τον ανυψώνεις εις το ύπατο εκκλησιαστικό αξίωμα του Επισκόπου. Την μνήμην του η άγια Εκκλησία εορτάζει την 15 Ιουνίου.
Ώ, πόσον παρηγορητικές είναι αυτές οι γραμμές! Πόσον συγκινητική είναι η διήγησης αυτή! Εάν εσύ, η οποία αναγινώσκεις ταύτα είσαι σύζυγος και υποφέρεις και βασανίζεσαι από τον σύζυγο σου μελέτησε προσεκτικός τους προγραφέντες τρόπους της μακαρίας Μόνικας και όχι μόνον θα παρηγορηθείς, αλλά και θα διορθώσεις τον σύζυγο σου. Εάν είσαι νύμφη και έχεις απότομο και υπερήφανο πεθερά, μιμήσου την Μόνικα, και ασφαλώς θα καταπραΰνεις την πενθερά σου και θα προσελκύσεις την καρδία της τόσον, ώστε να σε αγαπήσει. Εάν δε είσαι τεθλιμμένη μητέρα από την φαύλη διαγωγή των τέκνων σου. Μεταχειρίσου την μέθοδο, την οποίαν χρησιμοποίησε η μητέρα του Αυγουστίνου, προσεύχου και πάλιν προσεύχου. Έλπιζε και πίστευε και ανυπερθέτως μίαν ημέρα, εάν συνοδεύσεις τις προσευχές σου με άγιο βίο, ασφαλώς ο υιός σου, ή οι υιοί σου, θα γίνουν υποδείγματα βίου ενάρετου εις την κοινωνία.
Εάν είσαι νέος, ο οποίος έτυχε από τις κακές συναναστροφές να παρασυρθείς, να κατρακυλήσεις εις παρεκτροπές ηθικές μη νομίσεις ποτέ, ότι δεν σε δέχεται ο Χριστός. Επίστρεψε, διάκοψε τις σχέσεις τις αμαρτωλές, μελέτησε το Ευαγγέλιο του, πλησίασε τον Ιησού μας και προθυμότατα θα σε δεχτεί. Άφησε ελεύθερη την καρδία σου να την θερμάνει η ζωογόνος πνοή του Ιησού.
Πηγή: augoustinos.wordpress
Η Αγία Ξενία, γεννήθηκε το 291 μ.Χ. στην Καλαμάτα της Πελοποννήσου. Οι γονείς της Αγίας ονομαζόταν Νικόλαος και Δέσποινα. Ήσαν και οι δύο Χριστιανοί και πολύ ευσεβείς και πάντα προσπαθούσαν να εφαρμόσουν τις εντολές του Θεού. Αυτοί δεν ήσαν καλαματιανοί και προέρχονταν από τα Ανατολικά μέρη της Ιταλίας. Εξαιτίας όμως των μεγάλων διωγμών, πού γίνονταν εκείνα τα χρόνια εναντίον των Χριστιανών, έφυγαν από εκεί και ήλθαν στην Καλαμάτα. Εγκαταστάθηκαν σ’ ένα αγροτικό κτήμα, έξω από την πόλη, ο πατέρας της Αγίας ήταν γεωργός.
Εκεί, λοιπόν, απέκτησαν και την χαριτωμένη θυγατέρα τους, την Ξενία. Η μικρή κόρη από τα πρώτα της χρόνια άρχισε να ξεχωρίζει από τις άλλες n συνομήλικες κοπέλες. Αυτή έμενε μέσα στο σπίτι με την μητέρα της. Άκουγε τις συμβουλές και τις διδασκαλίες, πού της έδινε η ευλαβής μητέρα της, για την πίστη του Χριστού και τους Αγίους.
Ενάρετη Νέα
Η Ξενία ήταν στην μορφή ωραιότατη. Ήταν υψηλή με ξανθά και μακριά μαλλιά και λυγερή κορμοστασιά. Ανθούσε πάντα στο πρόσωπο της το παρθενικό και αθώο χαμόγελο, η καλοσύνη και η χριστιανική απλότητα. Λόγω όμως της μεγάλης φτώχειας τους, η Ξενία δεν επήγε στο σχολείο. Αλλά έμαθε απλώς ανάγνωση από την μητέρα της για να διαβάζει το Ευαγγέλιο. Κάθε Κυριακή η Αγία δεν έλειπε από την Εκκλησία. Ήταν η μακαρία πολύ φιλακόλουθη. Από μικρή νήστευε και προσευχόταν πολύ. Καθώς προχωρούσε η ηλικία της Αγίας, μεγάλωναν και πλήθαιναν και οι αρετές της.
Έδειχνε μεγάλη συμπάθεια στους φτωχούς, στις χήρες και ατά ορφανά. Ήταν πονόψυχη. Εάν καμιά φορά ερχόταν κανένας φτωχός και ζητούσε ελεημοσύνη, του έδινε ότι είχε. Πολλές φορές, μάλιστα, καθόταν νηστική η ιδία για να προσφέρει το φαγητό της στους φτωχούς. Ο πονηρός, όμως, πού δεν ανεχόταν να βλέπει την Ξενία να προοδεύει στην αρετή, θέλησε να την παρασύρει στην αμαρτία και την ανηθικότητα. Της έφερε πολλούς και διαφόρους πειρασμούς για να την σκανδαλίσει.
Η παγίδα
Την εποχή εκείνη έπαρχος στην Καλαμάτα ήταν ο Δομετιανός. Ήταν άνθρωπος, πού φημιζόταν για την σκληρότητά του και τους κακούς του τρόπους. Αυτός μια μέρα επέστρεφε από το κυνήγι και συνάντησε στον δρόμο την όμορφη Ξενία. Μόλις ο Δομετιανός αντίκρισε τη νέα, θαμπώθηκε από την ομορφιά της και το ωραίο της παράστημα. Τρελάθηκε. Κεραυνοβόλο έρωτα του έβαλε ο σατανάς για την νέα. Τόσο μάλιστα γοητεύθηκε από την ομορφιά της, ώστε θέλησε να την πάρει γυναίκα του. Της το πρότεινε. Η Ξενία αρνήθηκε.
Δεν μπορούσε ποτέ αυτή να πάρει έναν ειδωλολάτρη. Σκέφθηκε τότε ο Δομετιανός να την κατακτήσει, καταφεύγοντας σε κάποιο ονομαστό μάγο της εποχής. Προσπάθησε κι εκείνος με τα μάγια του, αλλά αυτά δεν έπιαναν την Ξενία. Η Αγία, με την δύναμιν του Τιμίου Σταυρού, φυλάχθηκε αβλαβής από κάθε δύναμη του πονηρού. Τούς πιστούς, τους ανθρώπους του Θεού, δεν τους πιάνουν τα μάγια. Τα μάγια πιάνουν όσους είναι μακριά από το Θεό και τα μυστήρια.
Βλέποντας όμως ο Δομετιανός, ότι το σατανικό σχέδιο του μάγου απέτυχε, μεταχειρίσθηκε την βία. Διέταξε να φέρουν την Αγία μπροστά του στο Διοικητήριο. Ενώ οδηγούσαν την Αγία εκεί, αυτή σ’ όλο τον δρόμο προσευχόταν. Παρακαλούσε το Θεό να την φυλάξει και να της δώσει δύναμη, για ν’ αντιμετωπίσει με χριστιανικό θάρρος τον ασεβή έπαρχο.Και έτσι να μπορέσει κι αυτή να πάρει τον στέφανο του μαρτυρίου. Όταν έφθασε στο Διοικητήριο η Αγία, ο έπαρχος διέταξε να την φέρουν μπροστά του και την ερώτησε ποια είναι και ποια είναι η θρησκεία της. Και αποκρίθηκε με θάρρος:
› Ονομάζομαι Ξενία. Είμαι κόρη Χριστιανών γονέων. Κατάγομαι απ’ αυτήν εδώ την πόλη κι εύχομαι ολόψυχα να αξιωθώ να γίνω δούλη του Κυρίου Ιησού Χριστού.
Τότε ο Δομετιανός προσπάθησε με άλλον τρόπον να την παρασύρει.
› Σου υπόσχομαι, της είπε, δώρα και ζωή ονειρώδη, εάν δεχτείς ν’ αλλάξεις την πίστη σου στον Εσταυρωμένο και να γίνεις σύζυγος μου. Εάν όμως δεν υπακούσεις στην θέληση μου, τότε σε περιμένουν βασανιστήρια, σκληρές τιμωρίες και στο τέλος φρικτός θάνατος. Σκέψου και πράξε.
› Δεν με τρομάζουν, έπαρχε, του αποκρίθηκε, ούτε τα βασανιστήρια, ούτε ακόμη και αυτός ο σκληρός θάνατος με τα οποία με φοβερίζεις. Θα τα υπομείνω όλα με θάρρος και καρτερικότητα, για να ενωθώ μια ώρα γρηγορότερα με τον Νυμφίο μου Χριστό.
Τρομερά βασανιστήρια
Μόλις άκουσε ο Δομετιανός τα λόγια αυτά της Ξενίας, θύμωσε πολύ. Διέταξε να κλείσουν την Αγία μέσα σ’ ένα σκοτεινό θάλαμο. Εκεί όλη τη νύχτα η Αγία προσευχόταν στο Χριστό να την δυναμώσει. Την επομένη ήλθε ο έπαρχος στο σκοτεινό θάλαμο και προσπάθησε, έστω και διά της βίας, να την πείσει να γίνει γυναίκα του. Οικτρά, όμως απατήθηκε και αυτή τη φορά, διότι η Αγία αρνήθηκε κάθε πρόταση, βρίζοντάς τον για την ελεεινή διαγωγή του, πού έδειχνε. Τότε ο έπαρχος γεμάτος οργή και τυφλωμένος, όπως ήταν, από το πάθος του, άρπαξε την αγία από τα μαλλιά και την παρέδωσε στους φύλακες. Τούς διέταξε να την γυμνώσουν και να την βασανίσουν σκληρά.
Την άρπαξαν και την κρέμασαν και επί πολλή ώρα την κτυπούσαν. Της τσακίσανε με τα ξύλα τα πλευρά. Η Αγία όμως άντεξε στο σκληρό μαρτύριο. Έπειτα της έκοψαν τους μαστούς. Το αίμα έτρεχε ποτάμι. Κατόπιν της έκαιγαν με αναμμένες λαμπάδες τις πληγές, αλλά και ολόκληρο μαζί το σώμα της Αγίας. Οι φλόγες είχαν ζώσει το άχραντο σώμα της Αγίας. Αυτή όμως προσευχόταν και παρακαλούσε τον Θεό να της δώσει μέχρι τέλους δύναμη και θάρρος για να αντιμετωπίσει την αγριότητα του έπαρχου.
Ο Θεός την άκουσε και επενέβη αμέσως. Και τότε συνέβη το παράδοξο θαύμα. Η Αγία, ενώ οι φλόγες την είχαν ζώσει, το σώμα της δεν καιγόταν, γιατί μαζί της ήλθε και παραστεκόταν Άγγελος Κυρίου, πού την δρόσιζε. Απέκαμαν να την καίγουν οι στρατιώτες, χωρίς όμως και να μπορούν να την κάψουν. Τέλος ο ασεβής τύραννος διέταξε να λύσουν την Αγία και να την κλείσουν πάλι στον πρώτο θάλαμο.
Της παρουσιάστηκε ο Χριστός
Την νύχτα, πού η Αγία προσευχόταν, είδε κάποιο ουράνιο, γλυκύτατο φώς, να φωτίζει όλον τον θάλαμο. Και ξαφνικά παρουσιάσθηκε μπροστά της ο Σωτήρας μας, λέγοντάς της:
› Μη φοβάσαι τα βάσανα, διότι η χάρις μου θα σε προστατέψει και θα σε γλυτώσει από κάθε πειρασμό.
Συγχρόνως όμως, την θεράπευσε από κάθε πληγή και αμέσως έγινε άφαντος. Το άλλο πρωί οι στρατιώτες του έπαρχου έφεραν την Αγία πάλι μπροστά του. Αυτός, μόλις την είδε θεραπευμένη από κάθε πληγή, θαύμασε και της είπε:
› Βλέπεις, Ξενία, πόσο σε αγαπούν οι μεγάλοι θεοί; Για να μη χάσης την ωραιότητα σου, σου γιάτρεψαν τις χθεσινές, πληγές. Και συ τόσο αχάριστη είσαι, ώστε δεν θυσιάζεις προς τιμήν τους και δεν τους προσκυνάς.
› Όχι οι θεοί σου, αλλά ο αληθινός Θεός, πού εγώ πιστεύω, με γιάτρεψε από τις πληγές.
Συντρίβει τα είδωλα
Ο άρχοντας όμως επέμεινε να θυσιάσει. Η Αγία τότε δέχθηκε να πάει μαζί του στον ναό των ειδωλολατρών. Μόλις έφθασαν εκεί, η Ξενία στάθηκε στην μέση του ναού και άρχισε θερμή προσευχή προς τον Χριστό. Παρεκάλεσε στην προσευχή της τον Κύριο, να γκρεμίσει και να αφανίσει τα άψυχα είδωλα, για να γνωρίσουν όλοι αυτοί, πού παρευρίσκονταν εκεί τον αληθινό Θεό και την δύναμη Του. Πράγματι! Προτού η Αγία τελειώσει την προσευχή της, έγινε μεγάλος σεισμός και γκρεμίσθηκαν μπροστά τους όλα τα είδωλα, τα αγάλματα.
Ο Δομετιανός, βλέποντας το θαύμα, τα έχασε και αντί να πιστέψει στον αληθινό Θεό, έγινε ο ταλαίπωρος εκτός εαυτού. Διέταξε να επαναλάβουν τις τιμωρίες. Την έκαψαν πάλι την Αγία, με αναμμένες λαμπάδες, όπως και την προηγουμένη ημέρα, αλλά τώρα με περισσότερη σκληρότητα.
Βλέποντας ο έπαρχος, ότι δεν πετύχαινε τίποτε, σκέφθηκε άλλον τρόπο για να βασανίσει την νεαρή κόρη. Διέταξε κι έφεραν ένα άλογο. Έδεσαν την Αγία στα πίσω πόδια του αλόγου και την έσυρε κατόπιν το άλογο, σε μέρη γεμάτα από μυτερές πέτρες. Αλλά και τότε δεν την άφησε αβοήθητη ο Κύριος την Αγία. Και να τι συνέβη. Όταν έδεσαν την Αγία και άφησαν ελεύθερο το άλογο, αυτό αντί να ορμήσει και να τρέξει, όπως σκέφθηκε ο τύραννος, δεν κινήθηκε καθόλου από την θέση του, παρά τα κτυπήματα των στρατιωτών. Παρατηρώντας ο Δομετιανός, το γεγονός αυτό, πήρε ο ίδιος τα χαλινάρια του αλόγου και κεντούσε το άλογο να τρέξει. Αλλά τότε έγινε το μεγάλο θαύμα. Το άλογο, όπως η όνος του Βαλαάμ, έβγαλε ανθρώπινη φωνή και επέπληξε τον έπαρχο για την αγριότητα και τα βασανιστήρια, πού έκαμε στην νεαρή κόρη. Την ίδια στιγμή λύθηκαν τα σχοινιά, πού ήταν δεμένη η Αγία, και Άγγελος Κυρίου την έστησε όρθια στα πόδια της. Όλοι τότε, όσοι είδαν το θαύμα, επίστεψαν στο Θεό της Ξενίας και τον δόξαζαν. Μόνον ο σκληροτράχηλος έπαρχος δεν μετανόησε. Διέταξε μάλιστα, για μια ακόμη φορά, να ρίξουν την Αγία στην σκοτεινή φυλακή.
Ήταν μεσάνυχτα και η Ξενία προσευχόταν. Ξαφνικά ο θάλαμος φωτίσθηκε από θειο φως. Πριν όμως προφθάσει να καταλάβει τί συνέβαινε, εμφανίζεται ο Κύριος ανάμεσα από λαμπροφορεμένους Αγγέλους. Tης λέγει:
› Ξενία, μη φοβάσαι. Λίγο ακόμη και ο αγώνας σου θα έχει καλό τέλος.
Μετά από αυτά τα λόγια, ο Κύριος έγινε άφαντος. Παρέμεινε μόνο μέσα στο σκοτεινό δωμάτιο μια ωραία ευωδία. Την άλλη ημέρα επισκέφθηκε την Αγία πάλι ο τύραννος και προσπάθησε τώρα με λόγια κολακευτικά να την κάμει να θυσιάσει στους θεούς του. Η Αγία όμως δεν υπεχώρησε και του είπε:
› Άκουσε, τύραννε, θα είναι καλύτερα να κάμεις, ότι έχεις στο νου σου, μια ώρα γρηγορότερα. Έτσι θα με ενώσεις ταχύτερα με τον μεγάλο μου Νυμφίο.
Ξίφει τελειούται
Πείσθηκε επί τέλους ο απαίσιος τύραννος, ότι δεν θα κατόρθωνε με τίποτε τον σκοπό του. Εξέδωσε τότε την έξης καταδικαστική απόφαση για την Αγία:
«Επειδή η Ξενία αρνείται να θυσιάσει στους θεούς, διατάσσω να θανατωθεί με ξίφος και ν’ αφαιρεθεί η καρδιά της και την βάλουν μέσα σ’ ένα πιάτο, το δε σώμα της να κοπεί σε πολύ μικρά κομμάτια και ριχτεί μαζί με πίσσα μέσα σε φωτιά για να καεί τελείως.»
Πράγματι! οι στρατιώτες, σύμφωνα με τη διαταγή του έπαρχου, παρέλαβαν την Αγία και την πήγαν έξω από την πόλη. Ζήτησε εκεί η Αγία από τους στρατιώτες, μέχρις ότου ετοιμάσουν τα σύνεργα για το μαρτύριο, να την αφήσουν να προσευχηθεί. Δεν της επέτρεψαν. Αλλά η Αγία γονάτισε και άρχισε να προσεύχεται προς τον ουράνιο Πατέρα. Ζήτησε από τον Κύριο, αυτή να είναι η τελευταία της ημέρα. Ζήτησε επί πλέον να συγχωρήσει και αυτούς, πού θα την θανάτωναν, χαρίζοντάς τους την θεία φώτιση, για να μετανοήσουν. Μόλις απέσωσε την προσευχή της η Αγία, ακούσθηκε από ψηλά μια φωνή βροντερή πού έλεγε:
› Άκουσα την προσευχή σου, Ξενία. Θα γίνει, όπως θέλεις.
Τότε η Αγία, με μεγάλη χαρά, είπε στον δήμιό της να εκτελέσει την διαταγή του έπαρχου. Έσκυψε το κεφάλι της, για να δεχτεί ευκολότερα το χτύπημα. Ο στρατιώτης με φόβο, έκοψε το κεφάλι της Αγίας γυναίκας. Ήταν 3η Μαΐου 318 μ.Χ. Μαρτύρησε σε ηλικία 27 ετών. Σύμφωνα με την διαταγή του έπαρχου, τεμάχισαν το σώμα της και το έριξαν στη φωτιά. Την καρδιά της όμως την έβαλαν μέσα σ’ ένα πιάτο και την έφεραν στον μιαρό έπαρχο. Την ώρα όμως, πού το σώμα της καιγόταν, μεγάλη και ωραία ευωδία έβγαινε απ’ αυτό! Μοσχοβόλησε όλη η περιοχή.
Η θεία δίκη όμως δεν άφησε ατιμώρητο τον σκληρό έπαρχο. Κάποια ημέρα πού βγήκε για κυνήγι, έπεσε ένας κεραυνός και κατάκαψε το σώμα του. Κάηκε και αυτός, όπως έκαψε την Αγία Ξενία.
Ευχή της Αγίας Ξενίας
Του Κυρίου δεηθώμεν. Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός μου, ο ρυσάμενος με εκ χειρός του αποστάτου Δομετιανού. Ο επαμβλύνας πάσας τάς κατ΄εμού επινοίας και μηχανάς αυτού. Ο τη αηττήτω δυνάμει του Σταυρού Σου κατασφαλίσας με και σώαν εκ του διασυρμού των ίππων διαφυλάξας. Ο παρασχών μοι την ισχύν καταβαλείν τον πολυμήχανον εχθρόν εν τω σκάμματι του μαρτυρίου. Αυτός και νυν, Δέσποτα, λύτρωσαι την μιανθείσαν ταις βιοτικαίς ηδοναίς ψυχήν μου εκ του βυθού της απωλείας, εν τω απέρχεσθαι με εκ του φθαρτού τούτου κόσμου, και δια της μετανοίας καθαράν παράστησον προ του αδεκάστου και φρικτού βήματός σου. Δός δόξαν τω ονοματί Σου και ενισχυσόν με έως τέλους κατισχύσαι των ορατών και αοράτων εχθρών μου. Παντί δε τω επικαλουμένω Σε μετά πίστεως, δι’ εμού της δούλης Σου Ξενίας, ή την ημέραν της προς Σε τον αθάνατον και μόνον αληθινόν Θεόν εκδημίας μου μεμνημένω και ταύτην εορτάζοντι ή την εμήν εικόνα κατέχοντι και ταύτη πιστώς προσπελάζοντι, ή την δέησίν μου ταύτην αναγινώσκοντι και το μαρτύριον μου μελετώντι βοήθειαν εν παντί και ψυχικήν σωτηρίαν. Και ως έλυσας Κύριε, πάσαν κατ΄εμού του απεχθούς τυράννου μου μαγείαν και επαοιδίαν και ανωτέραν της επηρείας αυτών ετήρησσάς με, ούτως αφάνισον τη ανυπερβλήτω και κραταιά δυνάμει σου, και εκ του δούλου σου (όνομα πασχόντος), του αιτούντος βοήθειαν παρά Σού, δι΄εμού της ταπεινής Σου δούλης, πάσαν γοητείαν ή μαγγανείαν, πάσα φαρμακείαν ή επαοιδίαν και πάσαν βασκανίαν ή αστρομαντείαν, εν παντί αντικειμένω ή τόπω ανήκοντι αυτώ γενομένην, εν τω αιθέρι , εν τη γή και υποκάτω της γής, εν τω αέρι, εν τοις γλυκέσιν ύδασι των λιμνών και ποταμών και των φρεάτων και τοις αλμήεσι των θαλασσών. Και όν τρόπον εκρύπτει ο άνεμος χνούν από προσώπου της γής, ούτω διασκορπισθήτωσαν και αφανισθήτωσαν και λυθήτωσαν υπό των φθονερών ανθρώπων της μαγείας έργα, τα δι΄επικλήσεως του μισοκάλου δαίμονος ένθα κείνται και ώτινι τρόπω ή σημείο ή οργάνω ή ύλη ποιηθέντα και εν οιωνδήτινι αριθμώ μετρηθέντακαι ώτινι των αστερισμών κατονομασθέντα εν νυκτί ή εν ημέρα εν τω φωτί ή εν τω σκότει. Απάλλαξον δε πάσης της εξ αυτών επηρείας τον προς Σε τον φιλάνθρωπον και εύσπλαχνον Θεόν καταφυγόντα πιστόν δούλον σου (όνομα πασχόντος) και την ταπεινή σου Μάρτυρα Ξενίαν εις πρεσβείαν προσάγοντα, παντός ψυχικού και σωματικού δεσμού ή ασθενείας ή γοητείας ή μαγγανείας ή αστρολογίας ή νεκρομαντείας ή επαοιδίας και βλάβης του πονηρού δι΄έργου ή διά λόγου ή διά δαιμόνων ή δι΄ανθρώπων ενεργηθείσης. Τήρησον αυτόν φυλάττοντα τάς εντολάς σου και αβλαβή πάσης των πονηρών πνευμάτων κακώσεως, και αξίωσον γενέσθαι μέτοχον των αιωνίων Σου αγαθών, ότι ευλογητός ει εις τους αιώνας. ᾿Αμήν
(Πηγή: «Η Αγία Ξενία η Μεγαλομάρτυρας και θαυματουργή, προστάτης των καρδιοπαθών και κατά της μαγείας. 3 Μαΐου», Χώρα Του Αχωρήτου)
Θαύματα της Αγίας Ξενίας
Πολλά θαύματα έκανε η Αγία. Αναφέρω όμως λίγα εδώ, είναι μια μικρή εικόνα της μεγάλης δυνάμεως της Αγίας.
1. Θεραπεύει την Πατρινιά
Εκείνο τον καιρό ήταν άρρωστη από σοβαρή αρρώστια μια γυναίκα από την Πάτρα. Την έλεγαν Μαρία. Οι γιατροί, τους όποιους είχε επισκεφτεί η άτυχη άρρωστη, δεν μπορούσαν να διαγνώσουν την αρρώστια της και να την θεραπεύσουν. Η άρρωστη, όμως, είχε μεγάλη πίστη. Δεν έπαψε να επικαλείται τον Θεό και τους Άγιους Μάρτυρες, για να την κάμουν καλά. Κάποια ημέρα ήλθε από την Καλαμάτα μια εξαδέλφη της, για να την δει. Μόλις είδε την κατάσταση, πού βρισκόταν η άρρωστη, της συνέστησε να πάει στην Καλαμάτα και να ζητήσει την βοήθεια της Αγίας Ξενίας. Μόλις η άρρωστη έμαθε για την Αγία Ξενία, άρχισε να προσεύχεται σ’ αυτήν νύχτα και ημέρα. Παρακαλούσε την Αγία Ξένια, να την απαλλάξει από την βαριά ασθένεια της.
Την άκουσε η Αγία και μια νύχτα η άρρωστη βλέπει την Αγία στον ύπνο της να της λέγει:
› Αν με συναντήσεις, θα λυθείς από την ασθένεια σου και θα θεραπευτείς.
Χαρούμενη ξύπνησε η γυναίκα και διηγήθηκε το όνειρο στον άνδρα της. Αυτός, χωρίς να χάση καιρό, την έφερε στον νεόκτιστο Ναό της Καλαμάτας, πού ήταν αφιερωμένος, στη μνήμην της Αγίας Ξενίας. Εκεί η γυναίκα σπάσθηκε την εικόνα της Αγίας και ανεγνώρισε την Αγία. Ήταν ακριβώς, όπως την είχε δη στο όνειρο της.
Την τρίτη ήμερα η Αγία φάνηκε πάλι στον ύπνο της. Της φάνηκε, σαν να έπαιρνε λάδι από το κανδήλι της και της άλειφε το σώμα της. Ξύπνησε η γυναίκα και κατάλαβε, ότι ήταν τελείως καλά! Δόξασε τότε τον Θεό και την μεγαλομάρτυρα Ξένια, πού την έσωσε από την φοβερή αρρώστια.
2. Στέλλει τον σεληνιασμένο στον Ιερέα
Στα χρόνια της Φραγκοκρατίας θεράπευσε η Αγία τον γιό κάποιου γεωργού, πού έπασχε από σεληνιασμό. Μόλις τον έπιανε το πάθος του, φώναζε:
› Η Αγία Ξενία με παιδεύει.
Ο πατέρας και η μητέρα του ζητούσαν πάντοτε και συνεχώς, την βοήθεια της Αγίας. Τότε η Αγία παρουσιάσθηκε στον ύπνο της μητέρας του αρρώστου, και την συμβούλεψε να καταφύγει στον ιερέα της ενορίας τους. Της έδωσε όμως υπόσχεση, ότι και αυτή θα βοηθούσε να γίνει καλά το άρρωστο παιδί της. Όταν ξύπνησε η γυναίκα, έκανε ότι της είπε η Αγία. Μέσα σε λίγο χρόνο το παιδί τους έγινε εντελώς καλά.
3. Και αλλά θαύματα
Κατά τον ίδιο τρόπο, θεραπεύθηκε και άλλος παράλυτος, πού λεγόταν Νικόλαος. Και αυτός είχε ζητήσει την βοήθεια της Αγίας και τον άκουσε. Του έδωσε την υγεία του και ο παράλυτος σηκώθηκε και περπατούσε και εργαζόταν, όπως και πριν παραλύσει.
Κάποια δε νεαρή γυναίκα, πού έπασχε από παράλυση του προσώπου, έγινε τελείως καλά, ευθύς ως ζήτησε την βοήθεια της Αγίας Ξενίας.
Έτσι πολλοί καταφεύγουν στην Αγία και βρίσκουν την υγεία τους. Πολλούς θεραπεύει, πού πάσχουν από παράλυση, σεληνιασμό, ασθένειες της καρδιάς, εξανθήματα και αρρώστιες των νεύρων.
(Πηγή: αποσπάσματα από το βιβλίο «Η Αγία Ξενία», Ιερά Δέησις)
Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄. Ταχύ προκατάλαβε.
Βαφαῖς τῶν αἱμάτων σου, φαιδράν στολήν σεαυτή, Ξενία, ἐπέχρωσας, παρισταμένη Χριστῷ ὡς νύμφη πανάσπιλος, εἴληφας δέ τήν χάριν, μαγγανείας τοῦ λύειν, δαίμονας ἐκδιώκειν, καί τάς νόσους ἰάσθαι. Ἱκέτευε ἐκτενῶς, ὑπέρ τῶν ψυχῶν ἠμῶν.
Κοντάκιον Ἦχος β΄. Τά ἄνω ζητῶν.
Αἱμάτων ροαῖς, τόν σόν ἐχθρόν ἀπέπνιξας, Ξενία, τό πῦρ, τῆς πλάνης ἐναπέσβεσας καί Χριστῷ παρίστασαι. Ὅθεν πόθω πάντες σοί κράζομεν, ἐκτενῶς μή παύση ἀεί, πρεσβεύουσα Μάρτυς, ὑπέρ πάντων ἠμῶν.
Μεγαλυνάρια
Χαίροις τῶν καλούντων σέ βοηθός, καί παραμυθία, θλιβομένων ἡ ταχινή, χαίροις καθαιρέτις παντός μαγείας εἴδους, ἐξ ἤς τους σέ τιμώντας, Ξενία, φύλαττε.
Τούς ἀσπαζομένους πανευλαβῶς, Μάρτυς στεφανηφόρε, τήν εἰκόνα σου τήν σεπτήν, νόσων τῆς καρδίας, καί νεύρων ταῖς λιταίς σου, καί σεληνιασμοῦ τέ, Ξενία, φύλαξον.
Στίχος
Ξενίας ὤφθης ἐργάτις, ὤ Ξενία, Ξενία, σεμνή, οὐρανῶν σύ ποθοῦσα, Ξενία τρίτη καμίνω βλήθη τμηθεῖσα.
Πηγή: Χώρα Του Αχωρήτου, Ιερά Δέησις
Παπαγεωργίου Κωνσταντίνος († 01 Μαΐου 1944). Διετέλεσε Ιερεύς και Εφημέριος, στην Βαρετά Αιτωλοακαρνανίας, στην Ιερά Μητρόπολη Αιτωλοακαρνανίας.
Η συνέχεια στον παρακάτω σύνδεσμο:
https://holy-martyrs.com/index.php?title=Κωνσταντίνος_Παπαγεωργίου
Ἀρχαγγελικὼς ὁμιλῶν τῇ Παρθένῳ,
Τὸ χαιρ᾿ ἀκούεις παρ᾿ αὐτῆς, Ἰωάννη.
Πτωχοὺς ἐλεῶν ὁ νέος Ἐλεήμων,
Μισθὸν λαμβάνει μὴ κενούμενον πλοῦτον.
Εἰκᾶδ᾿ ἐνάτη ὁ νέος Ἐλεήμων,
Ἔλαβε πότμον εἰρηναιον Ἰωάννης.
Βιογραφία
«Τῇ 29η τοῦ μηνός Ἀπριλίου μνήμη του εν Ἁγίοις Πατρός ημών Ἰωάννου Μητροπολίτου Θηβῶν καί ἐξάρχου πάσης Βοιωτίας τοῦ Καλοκτένους καί νέου Ἐλεήμονος.»
Κατά τον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας:
«… διά να μάθη τις τόν βίον ἀνθρώπου παλαιοτέρας ἐποχής, πρέπει νά γνωρίση την κοινωνικήν καί πολιτικήν κατάστασιν τῶν χρόνων ἐκείνων, να γνωρίζη τόν τρόπον τῆς ζωῆς τῶν τότε ἀνθρώπων, την χώραν, είς τήν ὁποίαν ἐκείνος ἔζησε, καί ἐπί τούτων στηριζόμενος ὡς ἐπί ἀσφάλῶν θεμελίων νά μελετήση καί περιγράψη τόν βίον τοῦ προσώπου.»
Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη ζωή και τη δράση του Αγίου Ιωάννη του Καλοκτένη. Η εποχή στην οποία έζησε ο Άγιος (12ος αιώνας μ.Χ.) χαρακτηρίζεται από σοβαρά ιστορικά γεγονότα και κοινωνικές ανακατατάξεις όχι μόνο στην περιοχή της Βοιωτίας, αλλά και σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τα βόρεια σύνορα της μέχρι τα ακρότατα, τα νοτιότατα σύνορα. Η Αυτοκρατορία επί βασιλείας Μανουήλ Α΄ του Κομνηνού απειλείται από παντού από εχθρούς οι οποίοι οραματίζονταν τον πλούτο του Κράτους. Οι Νορμανδοί με το βασιλιά τους Ρογήρο κατέρχονταν προς τα νότια καί απειλούσαν τις ακραίες περιοχές του Βυζαντίου. Οι πρώτοι Σταυροφόροι εγκαθιδρυμένοι από πολλά χρόνια στην περιοχή των Ιεροσολύμων, απειλούνταν από τους Σαρακηνούς και ζητούσαν βοήθεια από τη Δύση την οποία και έδωσαν οι βασιλείς της Γαλλίας Λουδοβίκος Ζ΄ καί της Γερμανίας Κονράδος Γ΄. Ταυτόχρονα οι Νορμανδοί εισβάλλουν στην Ελλάδα, καταλαμβάνουν την Κέρκυρα, περιπλέουν την Πελοπόννησο, λεηλατούν την Αιτωλοακαρνανία, εισπλέουν στον Κορινθιακό καί μέσω της Κρίσας (σημερινό Χρυσό) επιτίθενται εναντίον των Θηβών.
Η Θήβα την εποχή εκείνη είχε μεγάλη ακμή. Ήταν σπουδαίο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Φημισμένα ήταν τα μεταξουργεία των Θηβών. Η πόλη κατείχε τα πρωτεία στη Στερεά Ελλάδα καί ήταν πρωτεύουσα της. Εκεί είχε την έδρα του ο Μητροπολίτης Θηβών ο οποίος έφερνε τον τίτλο «Έξαρχος πάσης Βοιωτίας». Στην πόλη αυτή επέδραμαν οι Νορμανδοί, την βρήκαν ανυπεράσπιστη, επειδή τα βασιλικά στρατεύματα φρόντιζαν την Κωνσταντινούπολη, και την κατέλαβαν. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του εθνικού μας Ιστορικού Παπαρρηγόπολου:
«Χρυσός, άργυρος, πολύτιμοι λίθοι, τα πάντα απήχθησαν, εμπορικαί αποθήκαι, ιδιωτικαί οικίαι, ιεροί Ναοί, τα πάντα εγυμνώθησαν καί έπειτα πάντες οι πολίται ηναγκάσθησαν να ομόσωσιν ότι ουδέν απέκρυψαν των πολυτίμων πραγμάτων, καί ουδέ τούτο ήρκεσεν, αλλά πολλοί ηχμαλωτεύθησαν και άνδρες καί γυναίκες, καί μάλιστα όσοι εφημίζοντο ως επιτήδειοι μεταξουργοί.»
Την ίδια εποχή λεηλατήθηκαν η Κόρινθος, η Ευβοια καί η Αθήνα. Οι Θηβαίοι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στο Πάνορμο της Σικελίας όπου δίδαξαν την τέχνη του μεταξιού στους κατοίκους.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε στα μέσα του 12ου αιώνα μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη από γονείς ευγενείς – τον Κωνσταντίνο Καλοκτένη και τη σύζυγό του Μαρία – ο Ιωάννης. Παρά όμως την κοινωνική καταξίωση και την οικονομική ευμάρεια, οι γονείς του, πριν φυσικά από την γέννηση του μονογενούς υιού τους, ήταν σε πνευματική δοκιμασία επειδή δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν.
Συντροφιά στον ψυχικό πόνο τους είχαν την αδιάλειπτη προσευχή και το πρόσωπο της Θεομήτορος στην οποία και υπεσχέθηκαν ότι εάν αποκτούσαν ένα παιδί θα το αφιέρωναν στην Εκκλησία. Εισακούστηκαν οι εκτενείς και ζώπυρες υποσχέσεις τους, οπότε μετ’ ολίγον εγεννήθη το πρωτότοκο παιδί τους, το οποίο εβάπτισαν και ονόμασαν Ιωάννη. Θαυμαστή η γέννηση του παιδίου και έκδηλη η παρουσία του θεού στη ζωή του. Καρπός προσευχής και πίστεως ο μικρός Ιωάννης και επρόκειτο να διακονήσει την Αγία Εκκλησία επαληθεύοντας την υπόσχεση των γονέων του ότι το παιδίον που θα αποκτούσαν, θα το αφιέρωναν στον Χριστό και την Εκκλησία του.
Οι ευσεβείς γονείς ανέθρεψαν το παιδί τους «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Ο μικρός Ιωάννης ήταν προικισμένος και κεκοσμημένος με τα χαρίσματα και τα τάλαντα που χορηγεί το Πανάγιο Πνεύμα. Ήταν ευφυής, επιμελής και αριστούχος μαθητής απολαμβάνοντας την αγάπη, την εκτίμηση και το δίκαιο έπαινο των διδασκάλων του. Στο πρόσωπο του παιδιόθεν υπήρχε ο συγκερασμός της κατά θεόν και κατά κόσμον σοφίας καθώς και το χριστιανικό ήθος σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελικού λόγου.
«Από μαθήσεως εις μάθησιν προβαίνων ο Άγιος, χάρις εις την μεγάλην αυτού επιμέλειαν καί ευφυΐαν, εγένετο πρότυπο αληθούς μαθητού.»
Ο μικρός Ιωάννης είχε ιδιαίτερη πνευματική σχέση με τη Θεοτόκο προς και την οποία αδιαλείπτως έψαλλε τους ύμνους της και εκείνη, όπως καταγράφει ο συγγραφέας πρωθιερεύς π. Γεώργιος Αθ. Παπαγεωργίου, τον απεκάλυψε θαυμαστώ τω τρόπω το μέλλον του μέσα στην Εκκλησία: «Χαίροις και συ των Θηβών προστάτα». Τούτο συνέβη, όταν ο μικρός Ιωάννης προσφωνούσε την Θεομήτορα με τον στίχο: «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε». Και όντως απεδείχθη Επίσκοπος και προστάτης Θηβών.
Δωδεκαετή τον παρέδωσε ο πατέρας του στον Μέγα Δομέστικο της Βυζαντινής Αυλής, στον αρχηγό των στρατιωτικών, προκειμένου να τον εκπαιδεύσει στα στρατιωτικά. Όμως η κλίση του προς την Εκκλησία παρά προς το στρατό, η επίδραση της μητέρας του, αλλά και η ευχή που είχαν κάνει οι γονείς του, υποχρέωσαν τον Μέγα Δομέστικο να τον κατατάξει στην τάξη των ιερομονάχων. Έκτοτε ο Ιωάννης άρχισε να προετοιμάζεται με περισσότερη δραστηριότητα για το υψηλό αξίωμα. Από μικρή ηλικία έδειξε την κλήση του στα γράμματα. Σπούδασε τα «ἱερά γράμματα», Ρητορική, Φιλοσοφία άλλες «θύραθεν ἔπιστῆμες».
Εν τω μεταξύ η εκκλησιαστική κατάσταση στην πόλη των Θηβών ήταν απελπιστική. Ο Μητροπολίτης Θηβών από τη μεγάλη λύπη για την κατάσταση αυτή και λόγω των καταπιέσεων των Νορμανδών πέθανε. Ο νέος Μητροπολίτης που εκλέγεται στην Κωνσταντινούπολη, πεθαίνει καθ’ οδόν. Το Πατριαρχείο δεν είχε λάβει σοβαρά υπόψη την κατάσταση της Θήβας. Κάτω όμως από την πίεση των Θηβαίων επέλεξε ως καταλληλότερο πρόσωπο για την έδρα Πάσης Βοιωτίας τον Ιωάννη, ο οποίος μόναζε σε Μονή της Κωνσταντινούπολης. Εξελέγη Επίσκοπος Θηβών χειροτονηθείς στον τρίτο βαθμό της ιερωσύνης από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Λουκά Χρυσοβέργη (1156-1169) στον ναό της Του Θεού Σοφίας.
Ο λαός των Θηβών υπεδέχθη με πνευματική ευφροσύνη τον νέο Επίσκοπο και πνευματικό του πατέρα καθώς η φήμη για την πολύπλευρη μόρφωσή του και κυρίως για το ήθος και την πνευματικότητά του είχαν φθάσει πολύ πριν την άφιξή του. Η ενθρόνιση του Επισκόπου Ιωάννου έγινε στον Μητροπολιτικό ναό των Θηβών (Λόντζα) που και σήμερα είναι αφιερωμένος στην Θεοτόκο.
Ο Άγιος Ιωάννης υπήρξε άνθρωπος του πνεύματος και της δράσης. Ο νέος Επίσκοπος από της πρώτης στιγμής έγινε μέτοχος και κοινωνός των πνευματικών και υλικών δυσχερειών του ποιμνίου του. Δεν παρέμεινε εφησυχασμένος στις «δάφνες του επισκοπικού αξιώματος» και δεν επεδίωξε να γευθεί την κοσμική δόξα, τον υλικό πλούτο και την ραστώνη-ακηδία του θρόνου του. Πάντα ταύτα δεν υπήρχαν στη σκέψη, τις επιλογές και τις πράξεις του. Όχι μόνο ανακούφιζε τους πτωχούς Χριστιανούς της επαρχίας του με την ελεημοσύνη, αλλά αγωνίσθηκε και έδωσε ώθηση στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Βρήκε κατεστραμμένη την πόλη και την περιοχή και γι’ αυτό ξεκινά αμέσως το δύσκολο έργο του.
Και πράγματι με την είσοδο του ο Άγιος στην πόλη άρχισε αμέσως να εργάζεται για την ευτυχία της. Τα εμπόδια ήταν πολλά. Από τη μία οι Νορμανδοί είχαν στην κυριολεξία αφανίσει κάθε πλούτο από την περιοχή και από την άλλη οι 2.000 περίπου Εβραίοι, οι οποίοι εν τω μεταξύ είχαν καταφθάσει, προσπαθούσαν να αλλοιώσουν το φρόνημα των Θηβαίων προσφέροντες δουλειά και χρήματα. Η απουσία υλικών αγαθών και η διάβρωση της Χριστιανικής πίστης ήταν δύο μέτωπα εναντίον των οποίων έπρεπε να αγωνισθεί ο Άγιος.
Η ανέγερση του Ναού της Θεοτόκου με χρήματα από την πατρική του περιουσία, η πατρική διδασκαλία του, η διαρκής ελεημοσύνη του και βοήθεια έκανε πολλούς Εβραίους και Αρμένιους να ασπαστούν τη Χριστιανική πίστη, ο δε πιστός λαός από τότε του έδωσε το όνομα του Νέου Ελεήμονος. Ως άλλος Μέγας Βασίλειος, ο Επίσκοπος Θηβών Ιωάννης ο Καλοκτένης ως αφιλάργυρος και φιλάνθρωπος πνευματικός πατέρας κατασκεύασε στην πόλη των Θηβών την ονομαστή «Ιωαννιάδα» μια «Νέα Βασιλειάδα», ένα νέο οργανωμένο συγκρότημα ευαγών φιλανθρωπικών και κοινωφελών ιδρυμάτων υπέρ του ποιμνίου του. Πίστευε ότι ο Επίσκοπος δεν θα πρέπει να συγκεντρώνει αφειδώς χρήματα προς «ιδίον όφελος» αλλά για την διακονία και ψυχοσωματική ενίσχυση του λαού του με «έργα ευποιΐας». Στο πλαίσιο τούτο ανήγειρε Γηροκομείο, πτωχοκομείο και εξοπλισμένο για τα δεδομένα της εποχής του Νοσοκομείο στην πόλη των Θηβών.
Η μέριμνα του Αγίου επεκτάθηκε και στην εκπαίδευση των νέων κορασίδων και τούτο αποδεικνύεται εκ του γεγονότος ότι ανίδρυσε «Πρότυπο Παρθενώνα» (Σχολή Γυναικών) στον οποίο οι γυναίκες της πόλεως και της πέριξ περιοχής της Βοιωτίας ελάμβαναν την στοιχειώδη εκπαίδευση και μάθαιναν γράμματα και διάφορες τέχνες όπως ραπτική, κέντημα κ.α. Με τα χειροτεχνήματα τους, βοηθούσαν τους εμπερίστατους. Πολλές από τις κοπέλες που φοιτούσαν στον Παρθενώνα, όπου εδίδασκαν μοναχές, εκτός από τον οικογενειακό, ακολουθούσαν και τον μοναχικό βίο.
Εκτός από αυτά ο Άγιος έκανε πολλά έργα κοινής ωφέλειας στην πόλη. Η εκτροπή του ποταμού Ισμηνου προσέφερε στην πεδιάδα των Θηβών, αλλά και στα προάστια, Πυρί και Άγιος Θεόδωρος, γονιμότητα και δύναμη. Έθεσε σε λειτουργία 25 υδρόμυλους που λειτουργούσαν μέχρι και πριν από λίγες δεκαετίες, και θεμελίωσε υδραγωγεία. Το ποτάμι αυτό πήρε αργότερα το όνομα Αγίαννης. Στο σημείο της εκτροπής οι Θηβαίοι έκτισαν ναό προς τιμήν του Αγίου, ερείπια του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα. Με δική του πρωτοβουλία κατασκευάστηκαν πετρόκτιστες γέφυρες – μία εξ αυτών στον ποταμό Άσωπο σώζεται μέχρι και σήμερα και είναι γνωστή ως η «γέφυρα του Μητροπολίτη» ή «γέφυρα του Αγιάννη», διευκολύνοντας τη διέλευση των ανθρώπων.
Άοκνες όμως υπήρξαν οι προσπάθειες του και για την αποξήρανση της πεδιάδος στην επαρχία Θηβών όπου λόγω της ελονοσίας αποδεκατίζονταν οι κάτοικοι της περιοχής. Οι τάφροι που κατασκεύασε προς τον σκοπό τούτου φέρουν ακόμη και σήμερα το όνομά του: «Αγιάννης». Ο πολυπράγμων, ευφυής και δραστήριος Επίσκοπος Ιωάννης ενδιαφέρθηκε και για την οικονομική ανάπτυξη του τόπου με την καθιέρωση νέων μορφών καλλιέργειας για τους αγρότες της επαρχίας του. Έτσι έπεισε τον εντόπιο αγροτικό πληθυσμό να καλλιεργήσει συστηματικά μορεόδεντρα εκ των οποίων τα φύλλα χρησιμεύουν για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα προκειμένου να παραχθούν τα λεγόμενα «κουκούλια» εκ των οποίων κατασκευάζονται οι μεταξωτές ίνες.
Όλα τα έργα τα επέβλεπε καθημερινά προσωπικώς:
«Δεν άφησε το πλοίον εις την διάκρισην των ανέμων και της τρικυμίας, αλλ’ως επιδέξιος κυβερνήτης προεφύλαττε τούτο από πάσης επικινδύνου πορείας, ίνα μη επιπίπτουν εις τους βράχους συντριβή» σημειώνει ο Συναξαριστής.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Άγιος τη δύσκολη εκείνη εποχή όχι μόνο έσωσε την πόλη από ολοσχερή καταστροφή, τέτοια που ούτε τα θεμέλια της δεν θα βρίσκαμε σήμερα, αλλά και την ανύψωσε σε θέση περιωπής και την κατέστησε μεγάλο βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο. Γι’ αυτό οι Θηβαίοι ενόσω ακόμη ζούσε ο Άγιος τον είχαν ανακηρύξει προστάτη τους.
Ως επίσκοπος της Εκκλησίας ο Άγιος Ιωάννης διακρινόταν και για τη θεολογική του κατάρτιση την οποία χρησιμοποιούσε ως «πνευματικό εργαλείο» για την διαφύλαξη ανοθεύτου της ορθοδόξου πίστεως και Ευαγγελικής αληθείας από την κακόδοξη πλάνη και το εωσφορικό ψεύδος των αιρέσεων. Το υψηλό επίπεδο της Θεολογικής καταρτίσεως του Αγίου Πατρός πιστοποιείται και εκ του γεγονότος ότι έλαβε μέρος στην εν Κωνσταντινουπόλει συγκληθείσα Σύνοδο κατά το έτος 1166 μ.Χ. επί Αυτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνού, στην οποία θεολόγησε ορθοδόξως σχετικά με την ερμηνεία του δύσκολου χωρίου του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: «Ότι ο πατήρ μου μείζων μου εστί». Από τα πρακτικά αυτής της Συνόδου, διασώζεται η θεολογική διδασκαλία του Αγίου:
«Ἐρωτηθεὶς ὁ Θηβῶν Ἰωάννης εἶπεν: Ἐπεί τὸν Υἱὸν συγκτίστην καὶ συνδημιουργὸν τῷ Πατρὶ οἶδα, δι’ Αὐτοῦ γὰρ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησεν , ἴσον ἔχω Τοῦτον τῷ Πατρί. Ἐπεί δ’ εἶπεν ὅτι ὁ Πατήρ μου μείζων μού ἐστι, καὶ ἐτυπώθη τῆ προτεραία κατεξετασθῆναι, πῶς τινες τῶν Ἁγίων προσέθεντο. Καὶ κατὰ τὸ ἀνθρώπινον νοῶ τοῦτο εἰρῆσθαι παρ’ Αὐτοῦ διὰ τὴν ταπείνωσιν καὶ τὴν ἄκραν συγκατάβασιν πρὸς τὴν φύσιν τὴν ἀνθρωπίνην ἣν προσελάβετο, καθ’ ἣν παραπλησίως ἡμῖν σαρκὸς καὶ αἵματος κεκοινώνηκεν.»
Η μαρτυρία αυτή είναι πολύ σημαντική, διότι αποδεικνύει τη μεγάλη θεολογική κατάρτιση και τη βαθιά πίστη του Αγίου. Έλαβε δε μέρος και στην επί του ιδίου θεολογικού ζητήματος συγκληθείσα Σύνοδο του 1170.
Ο Άγιος Ιωάννης πιθανότατα εκοιμήθη ως Επίσκοπος Θηβών περί τα τέλη του ΙΒ΄ μ.Χ. αιώνος και ακριβέστερα περί το 1193. Η δε ιερά μνήμη του τιμάται υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας και από την τοπική Εκκλησία της αγιοτόκου Βοιωτίας, την 29η Απριλίου εκάστου έτους, καθώς είναι ο προστάτης, πολιούχος και πνευματικός Έφορος των Θηβών.
Το ιερό λείψανό του δεν ευρέθη ακόμη και υπεστηρίχθη κατά καιρούς από τους διαφόρους ερευνητές και μελετητές ότι το σκήνωμα του Αγίου Πατρός πιθανότατα ενταφιάσθηκε στον περίβολο του ιερού Μητροπολιτικού ναού της Θεοτόκο, τον οποίο ο ίδιος ως επίσκοπος Θηβών ανήγειρε, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι μετεφέρθη από τον Μητροπολιτικό ναό στον μετέπειτα ανεγερθέντα προς τιμήν του ναό των Θηβών ή ακόμη ότι μετεφέρθη στον ναό των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων της Κωνσταντινουπόλεως. Υπεστηρίχθη και η άποψη ότι το λείψανό του εκλάπη από τους Φράγκους και μετεφέρθη στο Βατικανό. Σήμερα σώζεται μόνο η προσωπική του σφραγίδα, ένα βυζαντινό μολυβδόβουλο με το οποίο κατά την βυζαντινή περίοδο οι αρχιερείς εσυνήθιζαν να σφραγίζουν τα επίσημα εκκλησιαστικά και άλλα κρατικά έγγραφα που τους αφορούσαν στο πλαίσιο της εν γένει εκκλησιαστικής και πνευματικής δικαιοδοσίας τους.
Μετά την εν Κυρίω Κοίμηση του Αγίου Ιωάννου Καλοκτένη ο ευσεβής λαός των Θηβών και της όλης επαρχίας ανήγειρε πολλούς ναούς προς τιμήν του εκ των οποίων άλλοι κατεστράφησαν κατά την περίοδο της οθωμανοκρατίας ενώ νέοι ανηγέρθησαν στην ίδια τοποθεσία που είχαν ανεγερθεί οι πρώτοι. Σήμερα και επί των ερειπίων του παλαιού καταστραφέντος ναού του Αγίου Ιωάννου δεσπόζει ο νέος ναός, ο οποίος ανηγέρθη κατά το έτος 1900 επί της κεντρικής πλατείας των Θηβών με εξ ολοκλήρου δαπάνη των Βασιλέων Γεωργίου Α΄ και της συζύγου του Όλγας.
Πολλά τα θαύματα που μέχρι και σήμερα επιτελεί ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης, καθώς έχει παρρησία ενώπιον του τρισάγιου Θεού. Στους δε δίσεκτους χρόνους που ζούμε και ο λαός μας αναζητά πολλές φορές απεγνωσμένα «το γνήσιο και αληθινό», την «ορθοδοξία και την ορθοπραξία» από τους Επισκόπους και εν γένει τους κληρικούς της Εκκλησίας, η μορφή, η βιοτή και το εν γένει πνευματικό, φιλανθρωπικό και κοινωφελές έργο του Επισκόπου και Μητροπολίτου Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένη αποτελούν «κανόνα και πρότυπο» αξιομίμητο. Δεν είναι μάλιστα διόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Άγιος Ιωάννης ονομάστηκε ως ο «Νέος Ελεήμων». Από «ελεήμονες επισκόπους» έχει ανάγκη η Εκκλησία και το πλήρωμά της, και όχι από διαχειριστές της εκκλησιαστικής εξουσίας που επαναπαύονται στις «δάφνες» του «επισκοπικού αξιώματος». Ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης ήταν Επίσκοπος και όχι δεσπότης. Στην σύγχρονη όμως εποχή και σε πολλές των περιπτώσεων ο όρος Επίσκοπος ως πράξη και διακονία είναι «νεκρός τίτλος» αφού έχει, δυστυχώς, αντικατασταθεί με τον όρο «Δεσπότης» και σε λόγους και σε πράξεις «δεσποτισμού».
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'.
Ἐκ μέσης τὸν Κύριον, ἐπιποθήσας ψυχῆς, τὰ ῥέοντα ἔφυγες, καὶ ἐπιπόνῳ ζωή, τὴν σάρκα ἐξέτηξας· ἔσπευσας Ἱεράρχα, Βοιωτὼν Ἰωάννη, φίλος Χριστοῦ γενέσθαι, διὰ οἶκτον πενήτων· διὸ καὶ νέος ἐλεήμων, ἐκλήθης μακάριε.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ'. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ σοφὲ τοὺς οἴακας, ἐπιστημόνως χειρισθεὶς ταύτην ἀκύμαντον, διεχήρησας μακάριε Ἰωάννη, τὰς ζαλώδεις καταιγίδας ἐκκρουσάμενος, καὶ βιαίας τρικυμίας τῶν αἱρέσεων· ὅθεν κράζω Σοι· Χαίροις, Πάτερ πανεύσπλαγχνε.
Κάθισμα Ἦχος πλ. δ´. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἀναβὰς εἰς τὰ ὕψη τῶν ἀρετῶν, καὶ τῇ θεία ἐκείνη καταυγασθείς, ὢ Πάτερ λαμπρότητι, τῶν δογμάτων τοῦ Πνεύματος, ἀληθῶς ἐδείχθης φωστὴρ διαυγέστατος, ἀστραπαῖς φωτίζων, τοῦ Πνεύματος ἅπαντας· ὅθεν καὶ ὁμίχλην, τῶν παθῶν ἐκδιώξας, λαὸν σου ἐποίμανας, θεαρέστως μακάριε· διὰ τοῦτο βοῶμεν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν φωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ποιμένα σε Θηβῶν, καὶ προστάτην τιμῶντες, χήρων καὶ ὀρφανῶν, μὴ κενούμενον πλοῦτον, ἀξίως δοξάζομεν, Ἰωάννη τὴν μνήμην σου, ἢν ἐδόξασεν, ὁ τῶν ἁπάντων Δεσπότης, ὃν ἱκέτευε, ἐκ πειρασμῶν καὶ κινδύνων, σωθῆναι τοὺς δούλους σου.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος γ´. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν καθαρότητα, Πάτερ τοῦ βίου Σου, καὶ τὴν λαμπρότητα,τῆς πολιτείας Σου, ἡ Θεοτόκος Μαριάμ, ἐδήλωσε παραδόξως· ὅθεν καὶ Ποιμένα σε, Βοιωτία προσήκατο, ἤν περ καὶ ἐποίμανας, θεία ῥάβδῳ τῶν λόγων σου, τὴν θάλασσαν παθῶν διαῤῥήξας, τὸν νέον Ἰσραὴλ ἐκλυτρούμενος.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος δ´. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῶ.
Τὸν Ἱεράρχην τοῦ Χριστοῦ Ἰωάννην, τὸν Βοιωτίας ἐλεήμονα νέον, χρεωστικὼς τιμήσωμεν φιλέορτοι, πόθῳ ἐκμιμούμενοι, τὴν αὐτοῦ πολιτείαν, ἵνα ὑπαντήσωμεν, τῷ Χριστῷ ἐν ἐλέω, λαμπαδηφόροι πάντες οἱ πιστοί, ἐν οὐρανίοις σκηναῖς ἀγαλλόμενοι.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελος σαρκοφόρος, ἐπὶ γῆς ἀνεφάνης, τὴν φλόγα τῆς σαρκὸς κατασβέσας· καὶ τὰ θανατηφόρα Σατάν, καὶ πυρφόρα βέλη κραταιῶς Ὅσιε, συνέτριψας· διὰ τοῦτο Σοι κράζω Ἰωάννη ταὐτά:
Χαῖρε, ποιμὴν λογικῶν προβάτων·
Χαῖρε, λιμὴν τῶν ἐν ζάλη τοῦ βίου.
Χαῖρε, τῶν πενήτων τροφὴ ἀδαπάνητε·
Χαῖρε, τῶν Ὁσίων ἁπάντων ἐφάμιλλε.
Χαῖρε, ὅτι διεσκέδασας τὴν ὁμίχλην τῶν παθῶν·
Χαῖρε, ὅτι κατεφώτισας τὰς καρδίας τῶν πιστῶν.
Χαῖρε, τοῦ Βυζαντίου ὁ θεοφυτος κλάδος·
Χαῖρε, τῆς Βοιωτίας ὁ σεπτὸς Ἱεράρχης.
Χαῖρε, λαμπρὸν Θεοῦ ἐνδιαίτημα·
Χαῖρε, σεπτὸν Ναοῦ ἐγκαλλώπισμα.
Χαῖρε, γυμνῶν ἀναπήρων τε σκέπη·
Χαῖρε, Θηβῶν μέγα κλέος καὶ στῦλε,
Χαίροις, Πάτερ πανεύσπλαγγνε.
Μεγαλυνάριον
Τῶν Ἀρχιερέων ἡ καλλονή, καὶ τῶν ἐν κινδῦνοις, ἀντιλήπτωρ καὶ βοηθός· Χαίροις ὁ τὸ χαῖρε, παρὰ τῆς Θεοτόκου, λαβὼν ω Ἰωάννη, Θηβῶν τὸ καύχημα.
Πηγή: Ελλήνων Εκκλησία , Ενωμένη Ρωμηοσύνη
ΥΠΑΡΧΟΥΝ, ἀγαπητοί μου, οἱ ἄνθρωποι ποὺ πιστεύουν. Εἶνε οἱ πιστοί, ποὺ σὰν βράχος στέκονται σταθεροὶ καὶ ἀκλόνητοι μέσα στὴ σημερινὴ θάλασσα τῆς ἀπιστίας καὶ ἀθεΐας.
Γόνος αρχοντικής οικογένειας της Πικαρδίας (βόρεια Γαλλία), ο νεαρός Ρικχάριος φιλοξένησε κάποτε δύο Ιρλανδούς ιεραπόστολους που τους είχαν κακομεταχειριστεί οι κάτοικοι της περιοχής αυτής γύρω από τις εκβολές του ποταμού Σομ,
῾Ο ῞Αγιος ᾿Απόστολος καί Εὐαγγελιστής Μάρκος, ὁ ὁποῖος ὀνομαζόταν καί ᾿Ιωάννης, ἦταν ᾿Ιουδαῖος ῾Ελληνιστής καί μητέρα του ὀνομαζόταν Μαρία. Καταγόταν ἀπό εὔπορη οἰκογένεια καί κατά τή συνήθεια τῆς ἐποχῆς νά παίρνουν οἱ ᾿Ιουδαῖοι καί ἕνα δεύτερο ὄνομα ἑλληνικό ἤ ρωμαϊκό, ὀνομάστηκε καί Μάρκος. ῾Η οἰκογένειά του διέθετε τό προφανῶς εὐρύχωρο σπίτι της στήν ῾Ιερουσαλήμ γιά τίς συνάξεις τῶν Χριστιανῶν. ῾Ορισμένοι παλαιότεροι ἐρευνητές δέχονται ὅτι στό σπίτι αὐτό ἔλαβε χώρα τό τελευταῖο δεῖπνο τοῦ ᾿Ιησοῦ μέ τούς Μαθητές Του καί ὅτι ὁ ἄνθρωπος, «ὁ κεράμιον ὕδατος βαστάζων»126, ὁ ὁποῖος θά ἔδειχνε στούς δύο Μαθητές πού ἔστειλε ὁ ᾿Ιησοῦς γιά τήν προετοιμασία τοῦ δείπνου τό «ἀνώγαιον μέγα ἐστρωμένον ἕτοιμον»127, ἦταν ὁ ᾿Ιωάννης Μάρκος.
Ἡ πανύμνητος ἐνανθρώπηση τοῦ Σωτῆρός μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡ ἐπὶ γῆς παρουσία καὶ βασιλεία Του ἔλαμπε ἤδη σὲ ὅλη τὴν οἰκουμένη, τὴν ἐποχὴ τῆς πανίσχυρης ρωμαϊκῆς κυριαρχίας . Ἠ κυριαρχία της ἁπλωνόνταν σὲ ὅλο σχεδὸν τὸν τότε γνωστὸ κόσμο. Τὸ θεῖο ὅμως καὶ σωτήριο κήρυγμα τοῦ Εὐαγγελίου γιὰ μὲν τοὺς Ἰουδαίους ἦταν σκάνδαλο, γιὰ δὲ τοὺς ἐθνικοὺς μωρία. Γι᾿ αὐτό, τυφλωμένοι ἀπὸ τὴν πλάνην καὶ τὴν ἀσέβειαν, ἐδίωξαν, μὲ μῖσος καὶ μανία, τοὺς δούλους τοῦ Θεοῦ. Σκληροὶ Ρωμαῖοι αὐτοκράτορες αἱματοκύλησαν τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ. Στὰ μαρτυρικὰ καὶ ματωμένα αὐτὰ χρόνια βασίλευσε ὁ ἄγριος καὶ αἱμοβόρος Διοκλητιανός (284-305). Σκληροί, ἐπίσης, ἦταν καὶ οἱ συνάρχοντές του Αὔγουστος, Μαξιμιανὸς Αὐρήλιος (293-305), καθὼς καὶ ὁ γαμπρός του Καῖσαρ Γαλέριος Μαξιμιανός. Ἀκόμα ὁ Μαξέντιος καὶ ὁ Μαξιμίνος. Ἡ βασιλεία τοῦ Διοκλητιανοῦ ἔμεινε στὴν ἱστορία, γιὰ τοὺς φοβεροὺς διωγμούς της ὡς ἡ «ἐποχὴ τῶν Μαρτύρων».
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...