Τράπεζα Ἰδεῶν
Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
info@tideon.org
Ο άγιος Λουκιανός ήταν υιός ευσεβών γονέων, ο οποίος μετά την αποβίωσή τους σκόρπισε ό,τι περιουσία είχε στους πτωχούς, σχολάζοντας πια στη μελέτη των θείων Γραφών. Γι’ αυτό και μετέστρεψε προς την πίστη του Χριστού πολλούς Ιουδαίους και ειδωλολάτρες. Άφησε όμως τη δική του πόλη και πήγε στη Νικομήδεια, προκειμένου να ενισχύσει προς τους μαρτυρικούς αγώνες εκείνους που από το φόβο των μαρτυρίων εγκατέλειπαν την πίστη. Επειδή ήταν πολύ καλλιγράφος, άφησε στην Εκκλησία των Νικομηδέων ένα βιβλίο, στο οποίο έχοντας τρεις στήλες σε κάθε σελίδα κατέγραψε όλη την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Τόσο πολύ μάλιστα ξεπέρασε τα ανθρώπινα, ώστε όταν πήγαινε στην πόλη, σε άλλους ήταν ορατός και σε άλλους αόρατος. Έμαθε γι’ αυτόν ο βασιλιάς Μαξιμιανός, κι επειδή φοβήθηκε να τον δει κατά πρόσωπο, συζήτησε μαζί του, καλυμμένος πίσω από παραπέτασμα. Μόλις όμως κατάλαβε τη σταθερότητα της πίστεώς του στον Χριστό, τον κατεδίκασε σε μακρόχρονη πείνα. Επειδή λοιπόν δεν έφαγε και δεν ήπιε τίποτα για πολλές ημέρες, πέθανε μέσα στη φυλακή. Τότε ο ηγεμόνας διέταξε να ριχτεί το σώμα του στη θάλασσα, το οποίο περισυνέλεξε ένα δελφίνι με προσταγή του Θεού και το έφερε στους ώμους του στην ξηρά.
Δεν είναι ιδιαίτερα γνωστός ο άγιος Λουκιανός, ακόμη και σε πολύ κοντινούς προς την Εκκλησία ανθρώπους. Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι ο άγιος δεν διακρινόταν από χαρίσματα του Θεού και μάλιστα μεγάλα. Το αφιλάργυρο του χαρακτήρα του, η ελεήμων διάθεσή του προς τους πτωχούς, η ιεραποστολική φλόγα του στους αγνοούντες την πίστη του Χριστού, το μαρτυρικό φρόνημά του, ακόμη δε και η καλλιέπεια των λόγων του, όπως και το ζωγραφικό του ταλέντο, ήταν από εκείνα που κοσμούσαν την ύπαρξή του, κάνοντάς τον έναν από τους πιο χαριτωμένους ανθρώπους της εποχής του. Εκείνο όμως το στοιχείο που κυριολεκτικά πυρπολούσε και κινητοποιούσε την ψυχή και το σώμα του ήταν η βαθειά αγάπη του προς τον Θεό, που απαρχής φάνηκε με τη συνεχή ενασχόλησή του με την Αγία Γραφή, όπως και με την επιθυμία του να αφήσει το κείμενο της Αγίας Γραφής στους πιστούς του, σε εποχή βεβαίως που δεν υπήρχαν και πολλά αντίτυπά της. «Αγάπη του Χριστού πυρπολούμενος, ένδοξε» όπως σημειώνει και ο υμνογράφος του. Αυτή η μεγάλη αγάπη του προς τον Κύριο ήταν και το ερμηνευτικό «κλειδί» της όλης βιωτής και της κατά Θεόν συμπεριφοράς του. Αυτή εξηγεί και τη σφοδρή αγάπη του προς τους συνανθρώπους του, καρπός της οποίας ήταν η προσφορά της όλης περιουσίας του, η μετακόμισή του στη Νικομήδεια, προκειμένου να ενισχύσει τους χριστιανούς με το αλειπτικό έργο του – «ισχυρός κατά της πλάνης ανεδείχθης, μακάριε, και πολλών αλείπτης» - η διαρκής έγνοια του να γνωρίσουν οι άνθρωποι τον Χριστό.
Αποτέλεσμα της διπλής αυτής μεγάλης αγάπης, προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, ήταν όχι μόνον να ξεπεράσει τον φόβο του θανάτου, αλλά να ζει, ήδη από τον κόσμο τούτο, σαν άγγελος του Θεού. Αυτό δεν είναι κατά τον απόστολο και το γνώρισμα του μεγάλου αγίου; «Έχω την επιθυμίαν εις το αναλύσαι και συν Χριστώ είναι» σημειώνει ο άγιος Παύλος. Και: «ήρθης προς περίδοξον ύψος, αξιάγαστε, και των αγγέλων έφθασας τα τάγματα» κατά τον υμνογράφο. Είναι σπάνια η περίπτωση μάλιστα που βλέπουμε στον άγιο Λουκιανό, ήδη από τη ζωή αυτή να μπορεί σαν τους αγγέλους πότε να είναι ορατός και πότε αόρατος. Θυμίζει αυτό που ακούγεται ακόμη και σήμερα για τους αόρατους μοναχούς του Αγίου Όρους, ένα άκουσμα που είναι αξιόπιστο, όταν επιβεβαιώνεται από αγίους ασκητές σαν τον Γέροντα Παΐσιο. Δεν ανήκει λοιπόν στο χώρο της επιστημονικής φαντασίας κάτι τέτοιο, αλλά εντάσσεται μέσα στην πνευματική παράδοση της Εκκλησίας, η οποία, όπως έχουμε τονίσει και άλλοτε, πατά μεν στέρεα πάνω στη γη, αλλά ταυτοχρόνως πολιτεύεται στον ουρανό.
Ένα τέτοιο πνευματικό ύψος κάνει τον υμνογράφο του αγίου να δει και τη ρίψη του στη θάλασσα, όπως και τη θαυμαστή έξοδό του μέσω δελφινιού, σαν γεγονός αντίστοιχο προς εκείνο του προφήτη Ιωνά. «Κητώας εκ γαστρός Ιωνάν ο ρυσάμενος, τριημερεύσαντα σώζει, σε βυθού θαλάσσης καθυπουργούντων εναλίων σοι θηρών μεθ’ ημέρας τριάκοντα». Δηλαδή: Αυτός που έσωσε τον Ιωνά από τη γαστέρα του κήτους, όταν τρεις ημέρες βρισκόταν εκεί, ο Ίδιος σε σώζει από τον βυθό της θάλασσας, μετά από τριάντα ημέρες, με τη βοήθεια των δελφινιών. Κι έχουμε την εντύπωση ότι η αντιστοιχία αυτή από τον υμνογράφο θέλει να υπενθυμίσει ότι ο πιστός που ζει την αγάπη προς τον Θεό και τον συνάνθρωπο, οπωσδήποτε είναι σωσμένος και αναστημένος, αφού ο Ιωνάς από τον ίδιο τον Κύριο θεωρήθηκε τύπος της αναστάσεώς Του. Ένας θεωρούμενος «άγνωστος» άγιος, με τέτοια αγιότητα, με τόσα χαρίσματα, με τέτοια εμβέλεια σε όλον τον πνευματικό κόσμο!
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείω Πνεύματι, λελαμπρυσμένος, γνῶσιν ἔνθεον, ἐταμιεύσω, καὶ τῆς πίστεως τὸν λόγον ἐτράνωσας, ὅθεν Μαρτύρων ἀλείπτης γενόμενος, Λουκιανὲ ἐν ἀθλήσει ἠρίστευσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἠμὶν τὸ μέγα ἔλεος.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Ὡς καλὸς στρατιώτης Χριστοῦ τοῦ πάντων Θεοῦ, ἐν τῇ χάριτι τούτου, ἐνδυναμούμενος, ὅλον μετέθηκας σαυτόν, ἐν τῇ ἀγάπῃ Αὐτοῦ, Λουκιανὲ θαυματουργέ, Μάρτυς ἔνδοξε Χριστοῦ, διὸ νομίμως ἀθλήσας, ἀξίως ἐστεφανώθης, ὑπὸ Κυρίου τοῦ σὲ δοξάσαντος.
Κοντάκιον Ἦχος β’. Τὴν ἐv πρεσβείαις.
Τὸv ἐν ἀσκήσει τὸ πρότεροv λαμπρυνθέντα, καὶ ἐν ἀθλήσει τὸ δεύτερον φαιδρυvθέντα, πάντες ὡς φωστῆρά σε φαιδρότατον, Λουκιανὲ τοῖς ὕμvοις, ἐνδόξως σε γεραίρομεν. Πρεσβεύων μὴ παύσῃ ὑπὲρ πάντων ἠμῶv.
Πηγή: Ακολουθείν, Ορθόδοξος Συναξαριστής
Από το 726 τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία απασχολούσε το ζήτημα της Εικονομαχίας. Ο αυτοκράτορας Λέων Γ' είχε αντιταχθεί στη λατρεία των εικόνων ως αντίθετη με τη ρητή απαγόρευση της Παλαιάς Διαθήκης να λατρεύονται οι απεικονίσεις του θείου και τα υλικά αντικείμενα.
Ο άγιος Κοσμάς (685-περ.750 μ.Χ.), γεννημένος μάλλον στη Δαμασκό, επειδή έμεινε ορφανός από μικρός, υιοθετήθηκε από τον πατέρα του αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού Σέργιο, ο οποίος ήταν πλούσιος και με κοσμική δόξα, ως υπουργός οικονομικών του χαλίφη των Αράβων. Βλέποντας ο Σέργιος την κλίση και των δύο παιδιών στα γράμματα, προσέλαβε κάποιον άνδρα πολυμαθή και σοφό, Κοσμά και αυτόν στο όνομα, από την Καλαβρία, προκειμένου να τα διδάξει κάθε σοφία, θεία και ανθρώπινη. Πράγματι, οι δύο νέοι, ο Ιωάννης και ο Κοσμάς, σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα διδάχτηκαν από τον Κοσμά τον δάσκαλό τους γραμματική και φιλοσοφία, αστρονομία και γεωμετρία, όπως και ποίηση και μουσική, και έγιναν αξιοσέβαστοι από όλους. Όποιος μάλιστα θέλει να μάθει την τελειότητα αυτών σε όλα, δεν έχει παρά να την γνωρίσει ακριβώς από τα συγγράμματα που εκπονήθηκαν από αυτούς. Μετά από τις σπουδές τους, πήγαν στη Λαύρα του αγίου Σάββα και έγιναν μοναχοί. Και ο μεν μακάριος Ιωάννης χειροτονήθηκε πρεσβύτερος από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων, ο δε αξιοσέβαστος Κοσμάς, αφού παρακλήθηκε πολύ από όλη τη Σύνοδο των επισκόπων, προχειρίστηκε επίσκοπος της πόλεως Μαϊουμά. Αφού πολιτεύτηκε λοιπόν καλώς και οδήγησε το ποίμνιό του στους σωτήριους δρόμους της πίστεως, έφθασε σε βαθιά γεράματα, οπότε και αναπαύτηκε εν Κυρίω.
Δεν είναι εύκολο να μιλήσει κανείς για τον άγιο Κοσμά τον ποιητή και μελωδό (συνέθετε όχι μόνον ύμνους, αλλά και τους μελοποιούσε) με πεζό λόγο. Διότι πώς «την κιθάραν του Πνεύματος, την λύραν την ένθεον», «την σάλπιγγα, την κελαδούσαν τα σωτήρια του Χριστού παθήματα και τα θαύματα και της Πανάγνου την κοίμησιν», «τον πνευματικόν ασματογράφον», «την θεόβρυτον πηγήν» θα μπορέσει να υμνήσει αξίως η πεζότητα του λόγου; Όταν μάλιστα αυτά που μελώδησε ο άγιος Κοσμάς αναφέρονταν στην Αγία Τριάδα, τις μεγάλες Δεσποτικές εορτές του Κυρίου μας, την Υπεραγία Θεοτόκο; Ας θυμηθούμε ότι ο κανόνας των Χριστουγέννων: «Χριστός γεννάται δοξάσατε», ο κανόνας των Θεοφανείων: «Βυθού ανεκάλυψε πυθμένα», ο κανόνας του Πάσχα: «Κύματι θαλάσσης» είναι δικά του πονήματα. Ο υμνογράφος της εορτής του έχει απολύτως επίγνωση της πραγματικότητας αυτής: ένας τόσο σπουδαίος ποιητής μόνον από έναν εξίσου μεγάλο ποιητή μπορεί να υμνηθεί. Κι αυτός δεν είναι άλλος από τον Δαυίδ. Πρέπει κανείς να είναι στο μεγαλείο του προφητάνακτα για να αποδώσει με τον αρμόζοντα τρόπο τα θεία για τον άγιο Κοσμά μελωδήματα. «Δαυιτικοίς άσμασι τον πνευματικόν ασματογράφον ευφημήσωμεν». Κι ακόμη: και η ίδια η κοίμησή του πρέπει να αποδοθεί με τρόπο μελωδικό. «Νόμοις καθεπόμενοι τοις σοις, μακάριε, εξυμνήσαι προεθέμεθα σην προς τα άνω εκδημίαν». Ακολουθώντας τους δικούς σου νόμους, μακάριε, (δηλαδή να εκφράζεσαι με ύμνους), έχουμε την πρόθεση να εξυμνήσουμε την εκδημία σου προς τον Θεό.
Ο υμνογράφος του δεν ξέρει πώς να εξυμνήσει όχι μόνον τα ποιήματά του, αλλά και την ίδια την αγία βιωτή του. Μέσα στην απορία του βρίσκει καταφύγιο στις μεγάλες προσωπικότητες της Παλαιάς Διαθήκης, τους μεγάλους Πατριάρχες της: τον Αβραάμ, τον Ισαάκ, τον Ιακώβ, τον Μωυσή, ακόμη δε και τον δίκαιο Άβελ! «Συ τον Άβελ παρεζήλωσας φέρων τας απαρχάς των σων λόγων ως θρεμμάτων θυσίας» λέει για παράδειγμα. Δηλαδή: Ζήλεψες, σύ Κοσμά, τον Άβελ, γιατί πρόσφερες (όπως εκείνος στον Θεό τα καλύτερα ζώα του) τις απαρχές των λόγων σου, σαν θυσίες ζώων. Μιμήθηκες τον Αβραάμ, θα πει αλλού, που θυσίασε πρόθυμα τον υιό του Ισαάκ: κι εσύ θυσίασες τον εαυτό σου, σαν άλλον Ισαάκ, με το μαρτύριο της συνειδήσεώς σου. «…θυσιάζων Ισαάκ ώσπερ άλλον το πρόθυμον, Αβραάμ…μιμησάμενος». Δεν πρέπει να αφήσουμε ασχολίαστη τη σύγκριση του αγίου Κοσμά με τον Άβελ. Η επισήμανση του υμνογράφου, ότι και ο άγιος πρόσφερε τις απαρχές των λόγων του στον Θεό, σημαίνει αφενός τη βαθειά αγάπη του αγίου προς Εκείνον – ο Θεός ήταν η προτεραιότητά του – και αφετέρου ότι η εκκλησιαστική ποίηση και υμνωδία για τον άγιο δεν ήταν πάρεργο.
Πέρα από τα ποιμαντικά καθήκοντά του, αφιέρωνε αρκετό χρόνο για να υμνολογήσει με ωραίο τρόπο τα πάθη του Κυρίου, τα θαύματά Του, τις συμπεριφορές των αγίων και μάλιστα της Υπεραγίας Θεοτόκου. Και τούτο γιατί γνώριζε ο άγιος ότι δεν αρκεί μόνον να εξαγγείλει την πίστη του Χριστού, αλλά να την εξαγγείλει και με τρόπο, που θα γίνει περισσότερο αποδεκτή από τους πιστούς. Αυτός άλλωστε ήταν και ο λόγος που η Εκκλησία μας εισήγαγε στη λατρεία της την ποίηση και την υμνωδία. Οι λόγοι ήταν καθαρώς ποιμαντικοί και όχι βεβαίως πρωτίστως αισθητικοί. Ώστε και το περιεχόμενο, αλλά και η μορφή παίζει ρόλο στην προσφορά του ευαγγελίου. Το δέντρο δεν είναι ωραίο μόνο με τους καρπούς, αλλά και με το φύλλωμά του. Κι ας επιτραπεί εδώ να μεταφέρουμε μία πληροφορία που ακούσαμε προ ολίγων μόλις ημερών, η οποία ρίχνει περισσότερο φως στην παραπάνω αλήθεια: ο γνωστός και μεγάλος ποιητής Γιάννης Ρίτσος (δεν μας ενδιαφέρουν εν προκειμένω οι θρησκευτικές ή πολιτικές πεποιθήσεις του) είχε αναφέρει σε παλαιά εκπομπή στην τηλεόραση ότι ένας από τους λόγους που ο νομπελίστας ποιητής μας Οδυσσέας Ελύτης πήρε ακριβώς το νόμπελ λογοτεχνίας, ήταν και το γεγονός ότι οι Σουηδοί, όπως και οι άλλοι Ευρωπαίοι, είχαν γνωρίσει την ποίησή του από τη μελοποίηση σπουδαίων έργων του, π.χ. το «Άξιόν εστι», από τον μεγαλοφυή βεβαίως ως προς το μουσικό του χάρισμα Μίκη Θεοδωράκη. Η μουσική δηλαδή έγινε γέφυρα επικοινωνίας του μεγάλου πλήθους του κόσμου προς την ίδια την ποίηση.
Είναι εξαιρετικής σημασίας όμως, νομίζουμε, και κάτι που αναφέρει το συναξάρι για τον άγιο Κοσμά, αλλά και για τον αδελφό του, άγιο Ιωάννη τον Δαμασκηνό. Και οι δύο αναδείχτηκαν μεγάλοι και υπέροχοι υμνογράφοι και μελωδοί. Πώς έφτασαν σ’ αυτό το σημείο; Ήταν μόνον το υπάρχον ταλέντο τους; Η καλλιτεχνική φύση και ο ποιητικός χαρακτήρας τους; Ασφαλώς και αυτό. Αν όμως δεν υπήρχε ο δάσκαλός τους, ο Κοσμάς ο Καλαβρός, ο ξένος όπως επίσης λέγεται, δεν ξέρουμε αν θα είχαν ενεργοποιήσει σ’ αυτόν τον βαθμό το χάρισμά τους. Με άλλα λόγια, βεβαίως υπήρχε η «μαγιά», αλλά επισημάνθηκε αυτή και καλλιεργήθηκε και αναπτύχθηκε από τον δάσκαλό τους. Κι αυτό είναι μία σπουδαία παρατήρηση, η οποία αναδεικνύει και το ρόλο του πραγματικού δασκάλου. Ο δάσκαλος είναι εκεί όχι μόνον για να προσφέρει γνώσεις, αλλά κυρίως να «ψυχανεμίζεται» όπως λέμε, τα χαρίσματα των μαθητών του. Κι είναι μεγάλη η ευλογία να βρει κανείς τέτοιους δασκάλους, γεγονός που επιβεβαιώνει την πανθομολογούμενη αλήθεια πως ό,τι και να γίνει στον κόσμο, όσο και να «προχωρήσει» η ανθρωπότητα στις τεχνολογίες και τις εφευρέσεις, ο δάσκαλος θα παραμένει πάντοτε μοναδικός και αναντικατάστατος. Για έναν και μοναδικό ακριβώς λόγο: η ζωή (ο μαθητής) συναντάται και τρέφεται από την ίδια τη ζωή (το δάσκαλο).
Απολυτίκιον Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ουράνιον άμιλλαν, διατυπών εν σαρκί, επίγειον αίνεσιν, τω εν υψίστοις θεώ, πανσόφως συνήρμοσας, συ γαρ ώσπερ κιθάρα, της ευσήμου σοφίας, ήνεσας υψηγόρως, του Σωτήρος την δόξαν. Διο σε Κοσμά θεηγόρε, ύμνοις γεραίρομεν.
Έτερον Απολυτίκιον Ήχος πλ. δ’.
Ορθοδοξίας οδηγέ, ευσεβείας Διδάσκαλε και σεμνότητος, της Οικουμένης ο φωστήρ, των Μοναζόντων θεόπνευστον εγκαλλώπισμα, Κοσμά σοφέ, ταις διδαχαίς σου πάντας εφώτισας, λύρα του Πνεύματος. Πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.
Ο άγιος Ναζάριος έζησε στα χρόνια του Νέρωνος (μεταξύ 54 και 68) στη Ρώμη. Ήταν γόνος οικογενείας πλούσιων και ευγενών Ρωμαίων. Ο πατέρας του, ο Αφρικανός, και η μητέρα του, η Περπέτουα, είχαν οδηγηθεί στην αληθινή πίστη από τον άγιο Απόστολο Πέτρο, και ο Ναζάριος βαπτίσθηκε από τον πρώτο επίσκοπο Ρώμης, τον άγιο Αίνο [5 Νοεμ.].
Όταν έφθασε στην ηλικία των είκοσι ετών, ο Ναζάριος εγκατέλειψε τη Ρώμη για να διατρέξει τις πόλεις τής Ιταλίας και να διαδώσει το Ευαγγέλιο. Έφερε έτσι πολλούς ειδωλολάτρες στην αληθινή πίστη και τους βάπτισε. Δέκα χρόνια αργότερα, περνώντας από την πόλη της Πλακεντίας (σημ. Πιατσέντζα) γνώρισε τον άγιο Γερβάσιο και τον άγιο Προτάσιο, οι οποίοι βρίσκονταν στη φυλακή κατόπιν διαταγής του ηγεμόνος Ανουλλίου, και των οποίων η φήμη ως θαυματουργών και θαρραλέων αποστόλων του Χριστού είχε απλωθεί σ’ όλη την Ιταλία. Αφού αντάλλαξαν τίμιο ασπασμό, προέτρεψαν αλλήλους στην οδό του μαρτυρίου. Ο ηγεμόνας όμως πληροφορήθηκε την παρουσία του Ναζαρίου και διέταξε να μαστιγωθεί και να εκδιωχθεί από την πόλη.
Ο άγιος Ναζάριος κατευθύνθηκε τότε προς τη Γαλατία. Όταν έφθασε στην πόλη Σιμιέζ, κοντά στη Νίκαια, οδήγησε μεγάλο τμήμα του πληθυσμού στην πίστη του Χριστού. Η σύζυγος ενός προύχοντα της πόλεως πλησίασε τον άγιο έχοντας στην αγκαλιά τον τρίχρονο γιο της. Απόθεσε το παιδί στα πόδια του αγίου και του είπε:
› Λάβε μετά σου τούτο το παιδίον, να σε ακολουθεί όπου υπάγεις, δια να αξιωθεί και αυτό της ουρανίου αγαλλιάσεως.
Ο Ναζάριος δέχθηκε το παιδί με χαρά, το βάπτισε δίνοντάς του το όνομα Κέλσιος, και ξεκίνησε μαζί του για να διαδώσει το Ευαγγέλιο σε άλλες περιοχές της Γαλατίας. Τους συνέλαβε ο ηγεμόνας Δεινόβαος, κι όταν ερωτήθη για την ταυτότητά του, ο άγιος Ναζάριος απάντησε:
›Ρωμαίος ειμί το γένος, χριστιανός όμως υπάρχω και τον Εσταυρωμένον λατρεύω.
Ο θηριόγνωμος ηγεμόνας έπιασε τότε το παιδί και το έδειρε ανελέητα, ο Κέλσιος όμως ψέλλισε με φρόνηση γηραιού ανδρός: «Ο Θεός ον λατρεύω κρίνει σε, άδικε δικαστά, ως Κριτής δικαιότατος!». Ο Ναζάριος και ο Κέλσιος κατόρθωσαν ωστόσο να ελευθερωθούν χάρις στην υποστήριξη της συζύγου του ηγεμόνος, η οποία είχε δει ένα φοβερό όραμα γι’ αυτούς. Κατευθύνθηκαν προς τα Τρέβηρα (σημ. Τρίερ), κηρύττοντας παντού τον Χριστό και καταφρονώντας τα είδωλα, γεγονός που οδήγησε στην εκ νέου σύλληψή τους.
Τους οδήγησαν στη Ρώμη, με εντολή του Νέρωνος, και αφού τους ανέκριναν τους έριξαν σε μια λίμνη. Διεσώθησαν όμως και μπόρεσαν να συνεχίσουν το ιεραποστολικό τους έργο από πόλη σε πόλη φθάνοντας μέχρι το Μιλάνο. Εκεί ξαναβρήκαν τους άγιους Γερβάσιο και Προτάσιο, οι οποίοι προετοιμάζονταν να αντιμετωπίσουν την εσχάτη δοκιμασία τού μαρτυρίου. Όλοι ήταν γεμάτοι χαρά μπροστά στην προοπτική να συναθλήσουν και συναντήσουν τον Κύριο, κοινωνοί γενόμενοι του σωτηρίου Πάθους του. Και ο μικρός Κέλσιος δεν υπολειπόταν σε ετοιμότητα να υποστεί κάθε είδους βασάνους για την αγάπη τού Χριστού. Προχώρησαν λοιπόν και οι τέσσερις προς τον τόπο τού μαρτυρίου και το πρόσωπό τους ακτινοβολούσε με τόση φαιδρότητα σαν να πήγαιναν σε εόρτιο τραπέζι. Αποκεφαλίσθηκαν ενώ ευχαριστούσαν τον Κύριο. Ο Κέλσιος ήταν τότε εννέα χρόνων και επτά μηνών.
Τα λείψανα των αγίων Γερβασίου και Προτασίου ανευρέθησαν θαυματουργικώς από τον άγιο Αμβρόσιο [7 Δεκ.]. Κατά τη διάρκεια της πανηγυρικής ανακομιδής τους και της καταθέσεώς τους στον κεντρικό ναό τού Μιλάνου, στις 16 Ιουνίου 386, ένας τυφλός ανέβλεψε, και τα δαιμόνια που φώλιαζαν μέσα σε δύο δαιμονισμένους κραύγασαν ότι οι άγιοι τους επέβαλαν αβάστακτες δοκιμασίες. Λίγα χρόνια αργότερα, το 395, ο άγιος Αμβρόσιος προέβη στην ανακομιδή των λειψάνων των αγίων Ναζαρίου και Κελσίου, που ήταν ενταφιασμένα σ’ έναν κήπο έξω από την πόλη.
Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Τετράριθμον σύνταγμα, τῶν Ἀθλητῶν τοῦ Χριστοῦ, Λαζάριον μέλψωμεν, σὺν Γερβασίω ὁμού, Προτάσιον Κέλσιον οὗτοι γὰρ τὴν Τριάδα, ἀνεκήρυξαν πάσι, λύσαντες δι' ἀγώνων, τὴν πολύθεον πλάνην. Αὐτῶν Χριστὲ ἰκεσίαις, πάντας ἐλέησαν.
Κοντάκιον Ἦχος α’. Χορός, Ἀγγελικὸς.
Μαρτύρωv τοῦ Xριστοῦ, τὴv τετράριθμον δόξαv, ὑμνήσωμεν πιστοί, εὐφημίαις ἀσμάτωv, Ναζάριοv Προτάσιον, καὶ Γερβάσιον Κέλσιον, οὗτοι ἤθλησαν μέχρι τομῆς καὶ θανάτου, οὗτοι στέφαvον, τῆς ἀφθαρσίας λαβόντες, αἰτοῦσι σωθῆναι ἡμᾶς.
Κάθισμα Ἦχος α’. Τὸν τάφον σου Σωτὴρ.
Τεσσάρων Ἱερῶν, ἀθλησάντων Μαρτύρων, τὴν θείαν καὶ σεπτήν, ἑορτάζομεν μνήμην, τρυφῶντες τὰ θαύματα, καθ' ἑκάστην ὡς νάματα, ἅπερ βρύουσιν, ἐκ τῶν τιμίων λειψάνων, ἀποπαύοντες, τὰς τῶν πιστῶν ἀσθενείας, δυνάμει τοῦ Πνεύματος.
Το λαξευμένο μέσα σε πέτρα μοναστήρι στο Όρος Χαματούρα στη Κούσπα του Λιβάνου είναι ένα Ελληνoρθόδοξο μοναστήρι που ανήκει στο Πατριαρχείο της Αντιοχείας και είναι ένα από τ' αρχαιότερα στην χώρα. Το μοναστήρι είναι αφιερωμένο στην Κοίμηση της Θεοτόκου, αλλά είναι ευρύτερα γνωστό ως Ιερά Μονή της Χαματούρας, που είναι το όνομα του βουνού στο οποίο το μοναστήρι είναι κτισμένο.
Κατά τα τέλη του 13ου μ.Χ. αιώνα, στη Μονή της Θεοτόκου της Χαματούρας, ο Άγιος Ιάκωβος άρχισε την ασκητή του ζωή. Μετά, όταν το μοναστήρι καταστράφηκε από τους Μαμελούκους, εγκαθίδρυσε το μοναχισμό κατά μήκος της περιμέτρου των ερειπίων του μοναστηριού. Με τον καιρό, ξανάκτισε το μοναστήρι αναβιώνοντας και δίνοντας νέο σθένος στη μοναστική ζωή της περιοχής.
Η πνευματική του ζωηρότητα, η δυναμικότητα, και η δημοτικότητα του μεταξύ των πιστών επέστησε την προσοχή των Μαμελούκων που καθόρισαν στο μυαλό τους να σταματήσουν τον ενθουσιασμό και αποφασιστικότητα του και να τον προσηλυτίσουν στο Ισλάμ. Αυτός αρνήθηκε πεισματικά τις αδυσώπητες τους πιέσεις. Όταν οι φρικτές απόπειρες εξαναγκασμού από του Μαμελούκους απέτυχαν, έσυραν τον Άγιο Ιάκωβο, μαζί με κάποιους μοναχούς και λαϊκούς από την Ιερά Μονή του Αγίου Γεωργίου, που βρίσκεται πάνω από το Όρος της Χαματούρας, στην πόλη της Τρίπολης (την πρωτεύουσα του Βορείου Λιβάνου) και τον παρέδωσαν στον γουαλί (ηγεμόνα).
Για σχεδόν ένα χρόνο, υπέμενε τεράστια βασανιστήρια. Εντούτοις, δεν παραδόθηκε ψυχικά ή να αποκηρύξει την πίστη του, παρά το ότι έπαιρνε κολακείες αλλά και απειλές και εκφοβισμό από τους Μαμελούκους. Αν και παραξενεμένοι από το πείσμα και την επιμονή του Αγίου Ιακώβου, στο τέλος καθώς ήταν η συνήθεια τους για τη τιμωρία τους εχθρούς τους, στις 13 Οκτωβρίου ο Άγιος Ιάκωβος αποκεφαλίστηκε. Επιπλέον, οι Μαμελούκοι έκαψαν το σώμα του για να διασφαλίσουν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν θα του έδινε μια έντιμη ταφή ως μάρτυρα, μια ταφή που αρμόζει σε ένα άγιο.
Δεν πέρασε πολύς καιρός μετά το θάνατό του και ο Θεός βλέποντας τα βάσανα και την ακλόνητη πίστη του, του απονέμει αιώνιες δάφνες και χάρη, και σήμερα λάμπει ως μάρτυρας το ίδιο όπως ήταν σαν φάρος κατά τη διάρκεια της επίγειας ζωής του. Ήταν κατά αυτή τη χρονική περίοδο που η Ορθόδοξη Εκκλησία ανακοίνωσε την αγιότητα του Αγίου Ιακώβου, και που τον πρόσθεσε στο κατάλογο των τιμημένων αγίων μαρτύρων της, και προσευχήθηκε για την μεσολάβηση του.
Ο Άγιος μας είχε σχεδόν ξεχαστεί κατά τη διάρκεια της ιστορίας. Αυτό οφείλεται στα πολλά βάσανα που πέρασε η Ορθόδοξη Εκκλησία κάτω από διάφορα μουσουλμανικά σουλτανάτα που αποδυνάμωσαν τη χριστιανική πνευματική ζωή και οδήγησαν σε αισθητή πτώση τη χριστιανική ευμάθεια. Επιπρόσθετα, χειρόγραφα και όλα τα στοιχεία που θα μπορούσαν να είχαν αποσταλεί στο εξωτερικό και να μεταφραστούν, ή είχαν ξεχαστεί, απολεσθεί, ή καταστραφεί.
Ωστόσο, καταγραμμένα περιστατικά από τους προσκυνητές του μοναστηριού, αυτοί που είδαν οράματα από τον Άγιο Ιάκωβο, και πολλοί άλλοι που αναγνώρισαν την παρουσία του, επιβεβαίωσαν τη γνησιότητα της αγιοσύνης του. Δοξάζοντας το όνομα του θεού, ο Άγιος Ιάκωβος επίσης επούλωσε και έκανε πολλούς καλά.
Έχουμε πρόσφατα ανακαλύψει μια σαφή μνεία για τον Άγιο Ιάκωβο σε ένα χειρόγραφο που φυλάσσεται στην Ιερά Μονή της Παναγίας Μπελεμεντίου, σε ένα Γεροντικό, που είναι μία βιογραφία αγίων ή συλλογή διηγημάτων για τη ζωή των άγιων. Σε ένα χειρόγραφο του αρχείου της Μονής Μπελεμεντίου, υπ αριθμόν 149, δείχνει σαφώς ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 13 Οκτωβρίου. Η Ιερά Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, στη Κούσπα, Χαματούρα στο Λίβανο, τίμησε τη μνήμη του για πρώτη φορά, στις 13 Οκτωβρίου το 2002 μ.Χ., σε μια ολονύκτια προσευχή (αγρυπνία). Ένας αριθμός από ιερείς, διακόνους, και πιστούς συμμετείχαν σε εκείνη την αξέχαστη μέρα, όπου οι παρευρισκόμενοι έψαλλαν το τροπάριο και την ακολουθία του Αγίου Ιακώβου, που προετοιμάστηκε και συντάχθηκε από τους μοναχούς του μοναστηριού.
Σήμερα, οι πιστοί και οι προσκυνητές συνεχώς αναφέρουν τις εμφανίσεις του αγίου, τις θαυματουργές θεραπείες, και άλλα ευλογημένα έργα του. Όλα αυτά άναψαν τον πνευματικό ζήλο για τον εορτασμό της μνήμης του Αγίου, και δοξάζοντας τον Θεό, τιμώντας τον Άγιο Ιάκωβο τον Χαματουρίτη που εξακολουθεί να είναι ζωντανός ανάμεσά μας στο μοναστήρι του κάνοντας θαυμαστά έργα, προσκλήσεις, και εμφανίσεις στους πιστούς.
Πηγή: Ελλήνων Εκκλησία
Η πτωχή Ελληνίδα
Η Αγία νεομάρτυς Χρυσή καταγόταν από την επαρχία των Μογλενών της Μακεδονίας. Μογλενά ελέγετο η Βορειοδυτική Μακεδονία. Το χωριό της το λέγανε Σλάτενα. Σήμερα ονομάζεται Χρυσή. Πήρε το όνομα της Αγίας.
Οι γονείς της Χρυσής ήτανε φτωχοί και άσημοι χωρικοί. Ζύμωναν το χώμα των ολίγων χωραφιών τους με τον ιδρώτα τους, για να βγάλουν το ψωμί των παιδιών τους. Είχαν μαζί με την Αγία και άλλες τέσσαρες θυγατέρες. Οι αγράμματοι αυτοί γονείς διδάξανε στα παιδιά τους την πίστη.
Όση όμως φτώχεια υλική είχε η Χρυσή, τόση φυσική και πνευματική ομορφιά της είχε χαρισθεί από τον Θεό. Ήταν προκομμένη κοπέλα. Ήταν νέα με πολλά ψυχικά χαρίσματα.
Ποιους εμιμήθη
Είχε πολλή πίστη, στο Θεό. Επέδρασε πολύ στην ζωή της ο βίος και το μαρτύριο του Αγ. Ιακώβου του Νεομάρτυρος, ο οποίος καταγόταν από εκείνα τα μέρη, και μαρτύρησε με φρικτά βάσανα. Επίσης η μεγάλη της πίστη οφείλεται εκτός άλλων και στον πάτερ Κοσμά τον Αιτωλό, που μαρτύρησε 16 χρόνια πριν από την Αγία.
Ο σατανικός έρωτας του άπιστου
Ένας Τούρκος της περιοχής, βλέποντας την τόση ωραιότητα και. ομορφιά της Χρυσής, αναστατώθηκε. Πληγώθηκε η καρδιά του από σατανικό έρωτα. Την ερωτεύθηκε τρελά. Ήθελε να την κάμει δική του. Γι' αυτό προσπαθούσε να εύρη κατάλληλη στιγμή και να την αιχμαλωτίσει. Έτσι και έγινε αφού την αιχμαλώτισε πρώτα με παρακάλια και με εκβιασμούς προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί τον Χριστό. Ύστερα αφού έβλεπε ότι δεν τα κατάφερνε την έστειλε στις γυναίκες για να τα καταφέρουν αυτές.
Και τί δεν έκαμαν, εκείνες για να της αλλάξουν την γνώμη. Επί έξι μήνες μηχανεύτηκαν τα πάντα. Πήγαν σε όλες τις μάγισσες και έκαμαν μάγια για να την κάνουν ν' αγαπήσει τον Τούρκο. Αλλά την Χρυσή, πού ήταν πιστή χριστιανή, πού ζούσε σύμφωνα με το θέλημα του Χριστού, πού εκκλησιαζόταν τακτικά, πού εξομολογείτο και μεταλάμβανε τα Άχραντα Μυστήρια, όλα αυτά τα έργα τα σατανικά δεν την έπιαναν.
Επί ένα εξάμηνο αυτή έμενε ακλόνητη. Γι αυτό κάλεσαν τούς γονείς της και τούς συγγενείς της όλους και με μεγάλες φοβέρες τούς διέταξαν να την παρακινήσουν να τουρκέψει, διότι αλλιώς και αυτή θα θανάτωναν άλλα και εκείνους θα βασάνιζαν και θα ζημίωναν αφάνταστα. Δεν θα τους άφηναν τίποτα από την περιουσία τους.
Τότε οι γονείς τις την παρακάλεσαν να αρνηθεί τον χριστό ώστε να σωθεί και αυτή και η οικογένεια της. Της έλεγαν επίσης ότι ο Χριστός θα καταλάβει και θα την συγχωρέσει για την αμαρτία αυτή, λόγω της βίας. Αλλά φλεγότανε η καρδιά της από το πυρ της αγάπης του Χριστού. Και γι αυτό δεν κάμφθηκε καθόλου από τα δάκρυα των γονιών της και την συμπάθεια των δικών της, όπως ήταν φυσικό. Η ευλογημένη Χρυσή κράτησε τον εαυτόν της επάνω από τις σαρκικές συγγένειες. Ήταν επάνω από τούς νόμους της φύσεως. Γι αυτό στράφηκε προς τούς γονείς και τις αδελφές της και τους είπε τούτα τα αξιοθαύμαστα και σοφότατα λόγια:
› Σεις, που με παρακινείτε να αρνηθώ τον Χριστό, τον Αληθινό Θεό, δεν είσθε πια γονείς μου και αδελφές μου, ούτε θέλω να σας ξέρω στο έξης, για γονείς και αδελφές. Αλλά αντί για σας στο εξής θα έχω Πατέρα τον Θεό, Μητέρα την Παναγία, αδερφούς τους Αγίους και τις Αγίες. Και έτσι τους απομάκρυνε.
Φρικτά Μαρτύρια
Βλέποντας ο μιαρός εκείνος επίδοξος εραστής της παρθένου, ότι καμία δύναμις δεν μπόρεσε να την μεταπείσει, άλλαξε τακτική. Άφησε κατά μέρος τα γλυκά λόγια, και τις υποσχέσεις και άρχισε να βασανίζει την Μάρτυρα. Επί τρεις μήνες την ξυλοκοπούσε ανηλεώς κάθε μέρα. Της καταπλήγωναν το σώμα. Αλλά η Μάρτυς υπέμεινε, για τον Νυμφίο Χριστό, καρτερικότατα τα βασανιστήρια.
Έπειτα όταν είδαν ότι παρ’ όλα αυτά δεν υπέκυπτε, χρησιμοποίησαν άλλο μαρτύριο πιο φρικτό. Άρχισαν να την γδέρνουν ζωντανή. Της έβγαζαν λωρίδες από το δέρμα της και τις άφηναν κρεμασμένες μπροστά της, για να δειλιάσει. Το αίμα έτρεχε από το παρθενικό σώμα της και πότιζε την μαρτυρική γη. Τί πόνοι ήσαν εκείνοι! Και όμως για την πίστη βαστούσε. Για τον Χριστό τον Νυμφίο της τα υπέμεινε. Ο νους της ήταν στα αιώνια αγαθά.
Στην πυρακτωμένη σούβλα
Όταν είδαν οι άπιστοι, ότι η πίστης της ήταν σταθερή και φλογερή και κατάλαβαν πώς έχαναν μόνον τον καιρό τους, άρπαξαν την Αγία από τα μαλλιά, στήριξαν έπειτα ο ένα σταθερό αντικείμενο το κεφάλι της και με φρικτά, δαιμονικά ουρλιαχτά εκδικήσεως, πίεσαν την πυρακτωμένη σούβλα στο αυτί της.
Το καμένο μέταλλο προχώρησε από το ένα αυτί και βγήκε από το άλλο. Καπνοί έβγαιναν από το στόμα και από την μύτη της.
Οι πόνοι σφαδάζουν το σώμα της Αγίας. Συγκλονίζεται από το φρικτό μαρτύριο, αλλά δεν χάνει την πίστη της. Σ την ώρα της μεγάλης οδύνης η δύναμις του Παντοδυνάμου Θεού την ενισχύει.
Ο Χριστός δεν εγκαταλείπει την Μάρτυρά Του. Της δυναμώνει την πίστη. Το φρικώδες τραύμα της σιδερένιας σούβλας δεν την ρίχνει σε αναισθησία, κώμα θανάτου ή θάνατον. Και αυτό προκαλεί τον θαυμασμό των αλλόπιστων...
Την αφήνει ο Θεός ζωντανή, για να βλέπουν οι πιστοί και οι άπιστοι το αλύγιστο φρόνημα της Μάρτυρος και να καταλάβουν πόση αγάπη για τον Χριστό είχε στην καρδιά της. Οι σκληροί και βάρβαροι και άπιστοι εκείνοι άνθρωποι, δεν μπορούσαν να υποφέρουν και πεισμάτωσαν γιατί νικήθηκαν από ένα κορίτσι. Γι' αυτό κρέμασαν την Νύμφη του Χριστού σε μια αγριαπιδιά. Τρέξανε κατόπιν όλοι τους με τα μαχαίρια και κόβανε κομμάτια από το σώμα της παρθένου. Αι! Έπειτα από τα τόσα βάσανα, παρέδωσε την αγία και ολόλευκη σαν το κρίνο, αγνή ψυχή της εις τον Νυμφίο της Χριστό. Έτσι η Αγία έλαβε από τον Χριστό διπλό στεφάνι. Το στεφάνι της παρθενίας και το στεφάνι του Μαρτυρίου.
Τα άγια και παρθενικά και μαρτυρικά λείψανα της παρθένο μάρτυρος τα πήραν κρυφά μερικοί θαρραλέοι Χριστιανοί και τα Ενταφίασαν με ευλάβεια και πολύν σεβασμό. Μαρτύρησε η Αγία Χρυσή στις 13 Οκτωβρίου του 1795.
Ἀπολυτίκια Ἦχος γ΄. Θείας πίστεως
Σκεῦος χρύσεον τῆς παρθενίας καί ἀκήρατος Νύμφη Κυρίου ἐχρημάτισας Χρυσή καλλιπάρθενε• τήν γάρ ἁγνείαν ἀμέμπτως φυλάττουσα ὑπέρ Χριστοῦ θεοφρόνως ἐνήθλησας. Μάρτυς ἔνδοξε, ἱκέτευε τόν Νυμφίον σου δωρήσασθαι ἠμίν τό μέγα ἔλεος.
Ἦχος ἅ΄.
Τῆς ἔρημου πολίτης Ἀλμωπία καυχᾶται τοῖς σπαργάνοις σου πανσεμνέ, καί Μακεδονία γεραίρει τήν ἁγίαν σου ἄθλησιν, Χρυσή Παρθενομάρτυς τοῦ Χριστοῦ, ἰσότιμε Μαρτύρων εὐκλεῶν• μέθ ΄ὧν πρέσβευε ἀπαύστως ὑπέρ ἠμῶν, τῶν πίστει ἐκβοώντων σοῖ• δόξα τῷ δεδωκότι σοί ἰσχύν, δόξα τῷ σέ στεφανώσαντι, δόξα τῷ χορηγούντι διά σου, ἠμίν χάριν καί ἔλεος.
Ἦχος δ΄.
Ταχύ προκατάλαβε Φυτόν εὐθαλέστατον, ἐν Ἀλμωπία φυέν, ἀθλήσει ἐδόξασας, Παρθενομάρτυς Χρυσή, Χριστόν τόν Θεό ἠμῶν. Ὅθεν Μακεδονία, μυστικῶς ἀρδευθεῖσα, ρείθροις τῶν σῶν αἱμάτων, κατά χρέος τίμα σέ. Ἀλλά Χριστόν ἱκέτευε, ὑπέρ τῶν εὐφημουντῶν σέ. Τήν ἀμνάδα πάντες τήν τοῦ Χριστοῦ καί τῆς παρθενίας τόν ἀσύλητον θησαυρόν, τήν νύμφην Κυρίου, ὅλην κεχρυσωμένην, Χρυσήν τήν ἀθλοφόρον ὕμνοις τιμήσωμεν.
Κοντάκιον Ἦχος δ΄. Ἐπεφάνης σήμερον
Χρυσωθεῖσα Πνεύματι, τῷ Παναγίω τήν ἁγνείαν ἄφθορον, τήν σήν ἐτήρησας Χριστῷ καί ὑπέρ φύσιν ἠγώνισαι, Παρθενομάρτυς, Χρυσή, ἀξιάγαστε.
Μεγαλυνάριον
Τήν Παρθενομάρτυρα τοῦ Χριστοῦ, τήν κεχρυσωμένην σώματι τέ καί τή ψυχή, Χρυσήν τήν ἁγίαν, αἰνέσωμεν βοῶντες• Χαῖρε νύμφη τοῦ Κυρίου, ἁγνή καί πάγχρυσε.
Χαίροις ἡ Κυρίου περιστερά, ἡ κεχρυσωμένη τά μετάφρενα ψαλμικῶς, καί ἠργυρωμένας τάς πτέρυγας πλουτοῦσα, Χρυσή μου νεομάρτυς, σκέπε τούς δούλους σου.
Ὥσπερ καλλικέλαδος ἀηδών Χρυσή νεομάρτυς, ἐπί δένδρον τό τοῦ Χριστοῦ ὄνομα ἐφώνεις, λιγυρῶς καί ἐκεῖθεν, εἰς καλιᾶν ἀνέπτης τήν ἐπουράνιον.
Πηγή: Ορθόδοξη Δικτυακή Παρουσία
Στη Μικρασιάτικη Γαλάτεια της Παφλαγονίας το έτος 957 βλέπει το φως της ζωής ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος. Οι γονείς του, ευγενείς και διακεκριμένοι στην επαρχία που ζούσαν, ενδιαφέρονται για την παιδεία και την αγωγή του μικρού Συμεών. Για τον λόγο αυτό και τον στέλνουν 6 μόλις ετών στην Κωνσταντινούπολη σε συγγενικά τους πρόσωπα, τα οποία κατείχαν θέσεις μέσα στα ανάκτορα. Από αυτή την ηλικία δέχεται τα πρώτα μαθήματα και σύντομα επιδίδεται στην ταχυγραφία και καλλιγραφία.
Ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία ἀποτελεῖ, ὅπως ξέρουμε τὴν Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ. Κι εἶναι ἡ βασιλεία αὐτὴ ἀκατάλυτος ἀπὸ τὸν χρόνο καὶ αἰώνιος. Τούτη τὴν ἀλήθεια διακηρύττει καὶ ὁ ἐμπνευσμένος ὑμνογράφος σ’ ἕναν ὕμνο του:
«Ἡ Βασιλεία σου, Χριστὲ ὁ Θεός, βασιλεία πάντων τῶν αἰώνων, καὶ ἡ Δεσποτεία σου, ἐν πάσῃ γενεὰ καὶ γενεά.»
Πολλοὶ μέχρι σήμερον πολέμησαν τὴν Βασιλεία τοῦ Χριστοῦ, τὴν Ἐκκλησία. Ἀπὸ τότε ποὺ πρωτοεμφανίσθηκε πάνω στὴ γῆ, πολλοὶ τὴν καταδίωξαν καὶ τὴν πολέμησαν. Τί πέτυχαν; Μᾶς τὸ λέει ἡ ἱστορία μὲ τὸ στόμα τοῦ χρυσορρήμονος τῆς Ἀντιοχείας:
«Οἱ πολεμήσαντες ἀπωλόντο.»
Αὐτοὶ δηλαδὴ ποῦ τὴν πολέμησαν χάθηκαν! Κι ἡ Ἐκκλησία;
«Αὐτὴ ὑπὲρ τὸν Οὐρανὸν ἀναβέβηκε.»
Καὶ δὲν μποροῦσε νὰ γίνει διαφορετικά. Γιατί ἡ Ἐκκλησία εἶναι φυτεμένη στὴ γῆ ἀπὸ τὸν Οὐρανό. Ἡ Ἐκκλησία εἶναι Αὐτὸς ὁ ἴδιος ὁ Χριστός. Καὶ Αὐτὸς βεβαιώνει:
«Καὶ πύλαι Ἅδου οὗ κατισχύσουσιν Αὐτῆς.»
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα, τὸ τρίτο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, συγκροτεῖ καὶ στερεώνει τὸν θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ ἀνέδειξε διὰ μέσου τῶν αἰώνων τοὺς ἐμπνευσμένους ἐργάτες της. Τοὺς ζηλωτὲς καὶ ἀτρόμητους ἐργάτες, ποὺ γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, δὲν δίστασαν καὶ στὰ μαρτύρια νὰ βαδίσουν καὶ τὴν ζωή τους νὰ θυσιάσουν γιὰ χάρη Του.
Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα ἀνέδειξε τοὺς ταπεινοὺς καὶ ἀγράμματους ψαράδες τῆς Γαλιλαίας, Ἀποστόλους καὶ κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου. Αὐτὸ καὶ τοὺς φωτισμένους Ἱεράρχες, τοὺς φλογεροὺς μάρτυρες, καὶ ἀκατάβλητους ἀσκητές. Τὸ Ἅγιο Πνεῦμα συντηρεῖ καὶ στὶς ἡμέρες μας καὶ ἐνισχύει τὶς χιλιάδες τῶν ἱεραποστόλων καὶ συγχρόνων μαρτύρων καὶ ὁσίων, ποὺ βρίσκονται στὰ διάφορα μέρη τοῦ αἱματόβρεκτου πλανήτη μας.
Μπορεῖ ἐμεῖς νά μὴν τοὺς ξέρουμε. Νὰ μὴν τοὺς βλέπουμε. Νὰ μὴν τοὺς προσέχουμε, γιατί ἄλλα πράγματα μᾶς συγκινοῦν καὶ μᾶς ἑλκύουν. Πράγματα συνήθως εὐτελὴ καὶ ἁμαρτωλά. Ὅμως αὐτοὶ ὑπάρχουν. Καὶ εἶναι πολλοί. Στρατιὲς ὁλόκληρες ἀπαρτίζουν τὴν στρατευόμενη καὶ θριαμβεύουσα Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ.
Ἕνας ἀπὸ αὐτοὺς τοὺς ὁσίους τοὺς μεγάλους καὶ θαυμαστούς, ποὺ σὰν ἄστρο φωτεινὸ στολίζει περίλαμπρα τὸ νοητὸ στερέωμα τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας, εἶναι καὶ ὁ Ἅγιος Ἐπίκτητος ὁ Θαυματουργός. Ἀλαμανὸς ἦταν καὶ αὐτός. Ἕνας ἀπὸ τοὺς τριακόσιους Ἀλαμανοὺς ἁγίους, ποὺ ἦρθαν καὶ ἔζησαν στὸ νησί μας (την Κύπρον) τὸν 12ο αἰώνα. Μᾶς ἦρθαν ἀπὸ τὴν Γερμανία. Ἤσαν Ἕλληνες ἐργάτες ποὺ ἐργάζονταν ἐκεῖ. Ἔλαβαν ὅλοι μέρος στὴν Β’ Σταυροφορία 1147 – 1149 ποὺ δημιουργήθηκε μὲ σκοπὸ νὰ ἐλευθερώσει τοὺς Ἁγίους Τόπους ἀπὸ τὰ χέρια τῶν μωαμεθανῶν. Μετὰ τὴν διάλυση τῆς στρατιᾶς αὐτῆς, προτοῦ ἀκόμη φθάσει στὴν Παλαιστίνη, οἱ Ἕλληνες στρατιῶτες συνῆλθαν ὅλοι καὶ ἀποφάσισαν νὰ προχωρήσουν καὶ νὰ πᾶνε στὰ Ἱεροσόλυμα νὰ προσκυνήσουν. Τὰ Ἱεροσόλυμα τὰ κρατοῦσαν ἀκόμη τότε οἱ Εὐρωπαῖοι. Ἀφοῦ πραγματοποίησαν τὸν ἱερὸ ἐκεῖνο πόθο τους, συνῆλθαν καὶ πάλι καὶ ἀποφάσισαν νὰ διασκορπισθοῦν καὶ νὰ ἀσκητεύσουν ἐκεῖ στὰ ἔρημα τοῦ Ἰορδάνου. Οἱ Σαρακηνοὶ ὅμως καὶ οἱ Λατίνοι τοὺς καταδίωκαν. Γι’ αὐτὸ μιὰ μέρα μαζεύτηκαν καὶ πῆραν τὴν ἀπόφαση νὰ φύγουν. Κατέβηκαν στὴν παραλία, μπῆκαν σ’ ἕνα καράβι καὶ ἦλθαν στὴν Κύπρο. Τὸ καράβι ποὺ τοὺς ἔφερνε, προτοῦ φτάσει σὲ λιμάνι, τσακίστηκε πάνω στοὺς βράχους ἐξ αἰτίας μιᾶς δυνατῆς τρικυμίας. Εὐτυχῶς ὅμως τὸ πλήρωμα τοῦ καραβιοῦ σώθηκε ὅλο καὶ βγῆκε στὴν ἀκρογιαλιὰ τῆς Πάφου. Ἀπὸ ἐκεῖ διασκορπίσθηκαν σὲ ὁλόκληρο τὸ νησὶ καὶ ἀσκήτεψαν ἄλλοι «ἐν ὄρεσι» καὶ ἄλλοι «ἐν σπηλαίοις καὶ ταὶς ὀπαὶς τῆς γῆς».
Ὁ Λεόντιος Μαχαιρᾶς, ὁ χρονογράφος τῆς Κύπρου, στὸ χρονικό του, νὰ πὼς περιγράφει τὸ σχετικὸ γεγονός:
«Ὄνταν οἱ Σαρακηνοὶ ἐπῆραν τὴν γῆν τῆς ἐπαγγελίας, τότε ἐβγήκαν οἱ πτωχοὶ οἱ χριστιανοὶ ὅπου ἐγλυτώσαν καὶ ἐπῆγαν ὅπου ηὔραν καταφύγιν, ἤσαν ἀρχιεπίσκοποι, ἐπίσκοποι, ἱερεῖς καὶ λαϊκοὶ καὶ ἐπῆγαν ὅπου φτάσαν καὶ ἤρταν καὶ εἰς τὴν περίφημον Κύπρον μία συντροφιά, ὅπου ἤσαν (300) ὀνομάτοι, καὶ γροικώντα, ὅτι Ἕλληνες ἐφεντεύγαν τὸν τόπον, διὰ τὸν φόβον ἐπῆγαν εἰς τὸ ἕναν μέρος καὶ εἰς τὸ ἄλλον καὶ ἐσγάψαν τὴν γῆν καὶ ἐμπήκαν μέσα καὶ ἐπροσεύχουνταν τῷ θεῷ καὶ ἤσαν δυὸ τρεῖς ἀντάμα, καὶ εἶχαν τινὰ δουλευτὴν ἀποὺ τοὺς ἐδούλευγεν τὸ ἐχρειάζουνταν διὰ τὴν ζωήν τους. Καὶ ἐποθάναν εἰς τὸν αὐτὸ νησίν, καὶ πολλοὶ ἐξ αὐτῶν τοὺς ἐφανερώθησαν δι’ ἀγγέλου, ἄλλοι διὰ τὰ θαυμαστὰ θαύματα.»
Ὁ Μαχαιρᾶς ἀναφέρει μάλιστα καὶ τὰ ὀνόματα 67 ἀπὸ τοὺς τριακόσιους αὐτοὺς ὁσίους. Γιὰ τὸν Ἅγιο Ἐπίκτητο μᾶς λέγει, πὼς ἀφοῦ προχώρησε ἀπὸ τόπο σὲ τόπο, ἦρθε στὰ βόρεια τῆς Κύπρου καὶ ἐγκαταστάθηκε στὴν περιοχὴ τοῦ Κάζα Πιφάνη, τὸ σημερινὸ Καζάφανι, ποὺ ἀπέχει κάπου τέσσερα μίλια ἀπὸ τὴν πόλη τῆς Κερύνειας:
«Εἰς τὴν Περιστερώναν τῆς Μεσαορίας εὑρίσκεται ὁ ἅγιος Ἀναστάσιος ὁ θαυματουργός, εἰς τὴν Ὀρμετίαν (Ὀρμήδια) ὁ Ἅγιος Κωνσταντῖνος στρατιώτης... καὶ πρὸς τοῦ Κάζα Πιφάνη ὁ ἅγιος Ἐπίκτητος.»
Στὴν ἀρχὴ ὁ Ἅγιος διέμενε σ’ ἕνα ἔρημο μέρος. Ἀργότερα προχώρησε, βρῆκε μία σπηλιὰ καὶ ἐκεῖ ἔστησε τὸ ἀσκητήριό του. Ὁ ἀγώνας του πολύπλευρος, ἐντατικός, ἀδιάλειπτος. Ὅπλα ἡ προσευχή, ἡ νηστεία, ἡ μελέτη, ἡ ἄσκηση. Πόθος ἕνας: Νὰ νικήσει τὶς ἀδυναμίες καὶ τὰ πάθη του. Νὰ νικήσει τὸν κατώτερο ἑαυτό του καὶ νὰ γίνει ἐκεῖνος ποὺ θέλει ὁ Κύριος. Νὰ γίνει ὁ ἐνάρετος, ὁ τέλειος, ὁ ἅγιος:
«Ἔσεσθε οὒν ὑμεῖς τέλειοι ὥσπερ καὶ ὁ Πατὴρ ὑμῶν ὁ ἐν τοὶς Οὐρανοὶς τέλειός ἐστι.»
Αὐτὸ δὲν συνιστᾶ καὶ ὁ Ἀρχηγὸς τῆς πίστεώς μας, ὁ Ἰησοῦς Χριστός; Νὰ γίνει ὁ τέλειος στὴν ἀρετή. Καὶ τὸ ἐπιτυγχάνει. Μὲ τὴν αὐστηρὴ νηστεία ἐπιτυγχάνει νὰ καταστέλλει τὶς σαρκικὲς ὁρμὲς καὶ μὲ τὴν κατανυκτικὴ καὶ συνεχὴ προσευχὴ νὰ ὑψώνει τὸ πνεῦμα του σὲ ἄλλους κόσμους. Μὲ τὴν τακτικὴ μελέτη τοῦ ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ τὴν προσεκτικὴ ἄσκηση κατορθώνει μέρα μὲ τὴ ἡμέρα νὰ ταπεινώνει καὶ νὰ ἐξουδετερώνει «τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον σὺν τοὶς παθήμασι καὶ ταὶς ἐπιθυμίαις αὐτοῦ» (Γαλ. ε’ 24) καὶ στὴν θέση του νὰ βάνει τὸν νέο ἄνθρωπο. Νὰ ντύνεται, ὅπως λέγει ὁ ἀπόστολος, «τὸν νέον, τὸν ἀνακαινούμενον εἰς ἐπίγνωσιν κατ' εἰκόνα τοῦ κτίσαντος αὐτόν» (Κολασ. γ’ 10). Δηλαδὴ νὰ ντύνεται τὸ νέο, ὁ ὁποῖος συνεχῶς ξανακαινουργώνεται ὥστε νὰ προχωρεῖ σὲ βαθύτερη γνώση τοῦ Θεοῦ καὶ νὰ γίνεται ὁλοένα καὶ τελειότερη εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος τὸν ἔκτισε.
Μὲ τοῦτο τὸν τρόπο ζωῆς τὸ ἀποτέλεσμα ὑπῆρξε ἄμεσο. Ἡ Θεία χάρις «ἡ τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσα καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσα» πλούσια ἐπεσκίασε τὸν ὅσιο. Οἱ ἱερές του προσπάθειες καθαγιάζονται καθημερινὰ καὶ ἡ ζωή του γίνεται ὅλο καὶ πιὸ ἐνάρετη κι ἁγία. Ὁ νοῦς καὶ ἡ καρδιὰ φωτίζονται καὶ ὁ ζηλωτὴς ἀσκητὴς ἐπιτυγχάνει αὐτὸ ποὺ ποθεῖ καὶ ἀγωνίζεται. Ἐπιτυγχάνει νὰ ἀναδειχθεῖ κάποια μέρα «παρὰ τῷ Θεῷ ἐκλεκτός, ἔντιμος, ἅγιος».
Ὁποία στ’ ἀλήθεια τιμὴ καὶ χαρὰ γιὰ τὸν τακτικὸ ἐργάτη τῆς ἀρετῆς! Αὐτὸ τὸ ἀποτέλεσμα ὅμως ἐπιτυγχάνει καὶ ὁ καθένας πιστὸς ἀρκεῖ μὲ ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση νὰ θέτει τὸν ἑαυτό του κάτω ἀπὸ τὸν χρηστὸ ζυγὸ τοῦ Κυρίου. Καὶ ν’ ἀγωνίζεται σκληρὰ μὲ ὑπομονὴ καὶ ἐπιμονὴ νὰ ζεῖ κάθε μέρα ζωντανὰ καὶ συνειδητὰ τὴν χριστιανικὴ ἀλήθεια καὶ ζωή. Ὁ χριστιανισμὸς δὲν εἶναι μόνο μιὰ ὡραῖα διδασκαλία. Ὁ χριστιανισμὸς εἶναι πρὸ πάντων βίωμα. Ὅπου καὶ ἂν βρίσκεται ὁ ἄνθρωπος, μπορεῖ σὰν θελήσει καὶ σὰν ἀγωνισθεῖ νὰ εὐαρεστήσει στὸν Κύριο. Ἡ Ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας τὸ βεβαιώνει καὶ ἡ καθημερινὴ πείρα τὸ μαρτυρεῖ.
Αὐτὸ ἔκαμε καὶ ὁ Ὅσιός μας. Κάθε μέρα ἀγωνιζόταν στὴ σπηλιά του νὰ ζεῖ τὴν χριστιανικὴ ζωή. Κι ὄχι μονάχα ὁ ἴδιος φρόντιζε νὰ εἶναι τύπος καὶ ὑπογραμμὸς ἀληθινοῦ πιστοῦ, ἀλλὰ καὶ τοῦτο συνεβούλευε σὲ ὅσους τὸν ἐπισκέπτονταν, γιὰ νὰ τὸν συμβουλευθοῦν. Γιατί καὶ τοῦτο ἐγένετο.
Ὅπως ἡ εὐωδία τῶν λουλουδιῶν τραβάει σ’ αὐτὰ τὶς εὐγενικὲς μέλισσες, ἔτσι καὶ τοῦ Ἁγίου μας, τῆς ἀρετῆς του ἡ εὐωδία, ποὺ ἀνεδίδετο ἀπ’ τὴν ταπεινὴ σπηλιά, ἄρχισε νὰ ἑλκύει γύρω του διψασμένες ψυχές, ποὺ ποθοῦσαν μία καλύτερη ζωή. Σὲ λίγο ἕνας ὁλόκληρος συνοικισμὸς σχηματίστηκε γύρω ἀπ’ τὴν σπηλιά. Στὶς εὐγενικὲς αὐτὲς ψυχὲς ποὺ τὸ βράδυ, ὑστέρα ἀπὸ τὴν κούραση τῆς ἡμέρας, τὸν ἐπισκέπτοντο, ὁ Ἅγιος προσέφερε τὸν λόγο τοῦ Θεοῦ μὲ στοργὴ καὶ ἁπλότητα. Καὶ τὶς παρηγοροῦσε καὶ τὶς καθοδηγοῦσε καὶ τὶς ἐνίσχυε. Μὰ καὶ τοὺς ἄλλους ποὺ ἐρχόντουσαν ἀπὸ μακριὰ ὁ Ἅγιος τοὺς δεχόταν καὶ τοὺς χάριζε μαζὶ μὲ τὴν διδασκαλία καὶ τὶς θαυματουργικὲς θεραπεῖες του. Κοντά του βρίσκανε οἱ δυστυχισμένοι τὴν προστασία. Οἱ ἄρρωστοι τὴν ὑγεία. Οἱ θλιμμένοι καὶ βασανισμένοι τὴν παρηγοριά. Καὶ ὅταν γέροντας πιὰ παρέδωκε τὴν Ἁγία του ψυχὴ στὸν Κύριο, πλήθη λαοῦ καὶ ἀπὸ μακρινὰ μέρη μαζεύτηκαν καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια κήδευσαν τὸ ἅγιο σκήνωμα ἐκεῖ στὴ σπηλιά. Τιμώντας δὲ τὸν Ἅγιο βάπτισαν τὸν συνοικισμὸ μὲ τ’ ὄνομά του, τὴν δὲ σπηλιὰ τὴν χρησιμοποίησαν γιὰ ἐκκλησία τους. Ἡ σπηλιὰ σώζεται ὡς σήμερα. Ἔχει τὴν μορφὴ κατακόμβης ἢ ἀσκητηρίου λαξευμένου πάνω στὸ βράχο.
Στὴν σπηλιὰ κατεβαίνει κανεὶς, ἀπὸ μία μικρὴ κυκλικὴ κλίμακα. Στὸ τέλος αὐτῆς τῆς κλίμακας ὑπῆρχε μία πηγὴ ποὺ ἔβγαζε γάργαρο νερό. Ἀπὸ αὐτὸ ἔπινε ὁ Ἅγιος. Καὶ αὐτὸ χρησιμοποιοῦσε γιὰ νὰ ποτίζει καὶ τὰ λίγα λαχανικά, ποὺ καλλιεργοῦσε γιὰ νὰ τρέφεται. Μετὰ τὸν θάνατο τοῦ Ὁσίου τὸ νερὸ χρησιμοποιόταν σὰν ἅγιασμα μέχρι ποὺ ἡ πηγὴ στέρεψε ἐξαιτίας τῆς ἀνομβρίας. Μέσα στὴν σπηλιὰ βλέπει κανεὶς καὶ σήμερα τὸ πέτρινο κρεβάτι τοῦ Ἁγίου καὶ μία πέτρα ποὺ ὁμοιάζει μὲ ἀνθρώπινο κεφάλι καὶ τὴν ὁποία χρησιμοποιοῦσε ὁ ἀσκητὴς γιὰ προσκέφαλο. Σὲ μία γωνιὰ βρίσκεται καὶ ὁ τάφος τοῦ Ἁγίου. Ἐπάνω ἀπὸ τὴ σπηλιὰ αὐτὴ κτίστηκε ἀργότερα, περὶ τὰ τέλη τοῦ ιβ’ αἰώνα, ἡ ἐκκλησία τῆς κοινότητος ἐπ’ ὀνόματι τοῦ Ἁγίου, τὴν ὁποία οἱ κάτοικοι πολὺ τὴν σεβόντουσαν. Σ’ αὐτὴ μεταφέρθηκε ἀπὸ τὴν σπηλιὰ καὶ τοποθετήθηκε κατὰ τὸ ἔτος 1856 καὶ ἡ εἰκόνα τοῦ Ἁγίου.
Τὰ θαύματα ποὺ ἔκανε ὁ Ὅσιος, ὅσο καιρὸ ζοῦσε, συνεχίστηκαν καὶ μετὰ τὸν θάνατό του. Ἀναφέρουμε γιὰ ψυχικὴ ὠφέλεια μερικά:
α) Θεραπεία ἐνὸς τυφλοῦ
Κάποτε σ’ ἕνα χωριὸ τῆς Πάφου ζοῦσε ἕνας τυφλὸς νέος, ποὺ μέρα καὶ νύκτα παρακαλοῦσε τὸν Θεὸ νὰ τοῦ χαρίσει τὸ φῶς του. Κάποια βραδιὰ ἐκεῖ ποὺ προσευχόταν εἶδε σὲ ὅραμα τὸν Ἅγιο Ἐπίκτητο, ποὺ ἦλθε καὶ τοῦ εἶπε:
› Παιδί μου, οἱ προσευχές σου εἰσακούσθηκαν. Ὁ Κύριός μας μὲ ἔστειλε νὰ σὲ κάμω καλά. Ἔλα λοιπὸν στὸ σπίτι μου, νὰ πλύνεις τὸ πρόσωπό σου μὲ τὸ νερό μου καὶ αὐτὸ ποὺ ποθεῖς θὰ τὸ ἀποκτήσεις.
› Νὰ ἔλθω στὸ σπίτι σου;
Ρώτησε ὁ νέος.
› Καὶ ποῦ εἶναι, γέροντά μου, τὸ σπίτι σου; Πές μου, ποὺ βρίσκεται μονάχα.
› Τὸ σπίτι μου, ὁ ναός μου βρίσκεται κοντὰ στὴν Κερύνεια. Ὅταν ἔρθεις ὡς ἐκεῖ, ἀπ’ ἔξω ἀπ’ τὴν πόλη θὰ συναντήσεις ἕναν ἱερέα συνεπαρχιώτη σου. Ρώτησέ τον ποὺ εἶναι τὸ σπίτι μου καὶ αὐτὸς θὰ στὸ δείξει μὲ προθυμία.
Τότε ὁ ἱερέας τοῦ χωριοῦ ἦταν κάποιος Παπά-Κωνσταντῖνος ἀπὸ τὴν ἐπαρχία τῆς Πάφου. Τὴν ἄλλη ἡμέρα ὁ τυφλὸς νέος ὁδηγημένος ἀπὸ τοὺς γονεῖς ξεκίνησε γιὰ τὰ μέρη τῆς Κερύνειας. Ὅταν ἔφτασαν ἀπ’ ἔξω ἀπ’ τὴν πόλη βρῆκαν πραγματικὰ τὸν ἱερέα, ὁ ὁποῖος τοὺς ὁδήγησε πρὸς τὸν Ἅγιο Ἐπίκτητο. Ὅταν ἔφτασαν, ὁ ἱερέας τοὺς κατέβασε στὴν σπηλιὰ καὶ ὁ νέος ἔνιψε τὸ πρόσωπο μὲ τὸ ἅγιασμα τοῦ Ἁγίου. Κατόπιν ἀνέβηκαν στὴν ἐκκλησία, ὅπου μόλις ὁ νέος στάθηκε μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου, τὸ θαῦμα ἔγινε. Τὰ τυφλὰ μάτια ἄνοιξαν! Καὶ ὁ νέος τελείως θεραπευμένος ἄρχισε νὰ κάμνει τὸν σταυρό του καὶ νὰ δοξολογεῖ τὸν Θεὸ λέγοντας:
› Αὐτός, ὁ γέροντας τῆς εἰκόνας μοῦ φανερώθηκε καὶ μὲ κάλεσε στὸ σπίτι του. Αὐτὸς τώρα μ’ ἔκανε καλά. Δόξα σοὶ ὁ Θεός!
β) Θεραπεία ἐνὸς δαιμονιζομένου
Ἐκεῖ στὴν Κακοπετριὰ ζοῦσε μία οἰκογένεια μ’ ἕνα παιδὶ δαιμονιζόμενο. Πολλὰ ξόδεψαν οἱ δυστυχισμένοι γονεῖς γιὰ τὸ ἄρρωστο παιδί τους μὰ τίποτα. Τὸ κακὸ γινόταν ἀπὸ μέρα σὲ μέρα καὶ χειρότερο. Ὅπως ὁ δαιμονιζόμενος τοῦ Εὐαγγελίου, ἔτσι καὶ τὸ δεκαπεντάχρονο ἐκεῖνο παιδὶ δὲν ἤθελε ν’ ἀφήνει στὸ κορμὶ του κανένα ἔνδυμα. Ἡ κατάστασή του μέρα μὲ τὴν ἡμέρα εἶχε ἐξελιχθεῖ σ’ ἕνα δράμα τρομερό. Τάματα οἱ καημένοι οἱ γονεῖς καὶ προσευχὲς καὶ δάκρυα. Μιὰ μέρα ἡ πονεμένη μητέρα, ἐνῶ γονατιστὴ προσευχόταν σὲ μία γωνιὰ τοῦ σπιτιοῦ της, τὴν ὥρα ποὺ στὸ διπλανὸ δωμάτιο τὸ ἄρρωστο παιδὶ οὔρλιαζε τρομερά, κάποια στιγμὴ ποὺ εἶχε τὰ μάτια κλειστὰ καὶ ὁ πόνος τῆς σούβλιζε κυριολεκτικὰ τὴν καρδιά, εἶδε ἕνα ὅραμα. Μιὰ ὀπτασία στάθηκε μπροστά της καὶ μία φωνὴ τῆς εἶπε:
› Κόρη μου, τὸ παιδί σου, μπορεῖ νὰ γίνει καλά. Φτάνει μονάχα νὰ τὸ φέρεις στὸ σπίτι μου, ποὺ βρίσκεται σ’ ἕνα χωριὸ ἀνατολικὰ τῆς Κερύνειας.
Ἡ πονεμένη μητέρα σηκώθηκε μὲ μιᾶς κι ἔτρεξε καὶ τὸ εἶπε στὸν σύζυγό της, ποὺ τὴν στιγμὴ ἐκείνη εἶχε γυρίσει ἀπ’ τὴ δουλειά. Τὴν ἑπομένη, ἀφοῦ σηκώθηκαν πρωὶ καὶ ἔκαμαν τὴν προσευχή τους ξεκίνησαν μὲ συντροφιὰ τὸ ἄρρωστο παιδὶ γιὰ τὸ χωριὸ τοῦ Ἁγίου. Ὅταν ἔφτασαν στὴν πόρτα τῆς Ἐκκλησίας, βρῆκαν μπροστὰ τους τὸν ἱερέα, ποὺ λὲς καὶ τοὺς περίμενε. Μὲ τὴν καθοδήγησή του κατέβηκαν πρῶτα στὴν σπηλιά. Ἐκεῖ ὁ ἱερέας ἔκαμε μία παράκληση καὶ ὑστέρα ἀφοῦ πῆρε ἀπὸ κάτω τὴν πέτρα ποὺ χρησιμοποιοῦσε ὁ Ἅγιος γιὰ προσκέφαλο, σταύρωσε μ’ αὔτην τὸ ἄρρωστο παιδὶ τρεῖς φορές. Μόλις τέλειωσε, τὸ δυστυχισμένο παιδὶ ἔβγαλε μία σπαρακτικὴ κραυγὴ καὶ ἔπεσε κάτω. Κυλίστηκε μερικὲς φορὲς καὶ ὕστερα σταμάτησε. Τέντωσε τὰ μέλη καὶ ἔμεινε σὰν πεθαμένο. Στὴ στάση αὐτὴ κράτησε λίγα μόνο δευτερόλεπτα. Μετὰ τινάχτηκε ὁλόκληρο σὰν νὰ ξυπνοῦσε ἀπὸ βαρὺ ὕπνο καὶ σηκώθηκε θεραπευμένο. Ἀνέβηκε τὴν κυκλικὴ κλίμακα, μπῆκε στὸ ναὸ καὶ στάθηκε μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ Ἁγίου. Ἀπὸ ἐκεῖ ἀφοῦ ἔκαμε μερικὲς μετάνοιες προχώρησε καὶ μὲ σεβασμὸ ἀσπάστηκε πολλὲς φορὲς τὴν εἰκόνα λέγοντας:
› Σ’ εὐχαριστῶ, Ἅγιέ μου. Σ' εὐχαριστῶ. Ἂς εἶναι δοξασμένο τὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ!
γ) Τὸ παράλυτο παιδί
Στὴν Περιστερώνα τῆς ἐπαρχίας Λευκωσίας μιὰ εὐκατάστατη οἰκογένεια εἶχε παιδὶ παράλυτο. Πολλὰ χρήματα ξόδεψε σὲ γιατρούς, μὰ τίποτα. Τὸ παιδὶ τὸ πῆραν καὶ ἔξω ἀπ’ τὴν Κύπρο. Ἀλλὰ οὔτε καὶ ἀπ’ ἐκεῖ εἶδαν κανένα καλὸ ἀποτέλεσμα. Τὸ παιδὶ μεγάλωνε ἀκίνητο στὸ κρεβάτι τοῦ πόνου. Καὶ οἱ πονεμένοι οἱ γονεῖς μὲ δάκρυα ἔβρεχαν κάθε μέρα τὸ ψωμί τους. Στὶς στιγμὲς αὐτὲς ὁ ἄνθρωπος μονάχα στὴν πίστη βρίσκει παρηγοριά. «Ἡ παιδεία Κυρίου ἀνοίγει μου τὰ ὦτα», λέγει καὶ ὁ λόγος τοῦ Θεοῦ. Ὁ πόνος βοηθάει τὸν ἄνθρωπο νὰ στραφεῖ λίγο περισσότερο στὸν ἑαυτό του. Νὰ κάμει μίαν αὐτοεξέταση. Νὰ μετανοήσει. Νὰ συντριβεῖ. Αὐτὸ ἔκαμαν καὶ οἱ δυστυχισμένοι οἱ γονεῖς. Ἡ ἀρρώστια τοῦ μονάκριβου παιδιοῦ τους, ξύπνησε μέσα τους τὴν πίστη. Μετανόησαν καὶ οἱ δύο καὶ ἐξομολογήθηκαν. Καὶ ἀπὸ τὴν ἡμέρα ἐκείνη ἄρχισαν νὰ βλέπουν τὴν δοκιμασία τους σὰν τὸν σταυρό τους μὲ καρτερία καὶ ὑπομονή. Κάποιο βράδυ ποὺ ἡ μητέρα τοῦ παιδιοῦ προσευχόταν γονατιστὴ καὶ ἔκλαιε εἶδε μπροστὰ της ἕναν γέροντα ποὺ τῆς εἶπε:
› Καημένη μητέρα, παῦσε νὰ κλαίγεις. Ὁ Ἅγιος Θεὸς εἶδε τὰ δάκρυά σου καὶ μ’ ἔστειλε νὰ σὲ βοηθήσω. Πάρε τὸ παιδί σου τὴν ἐρχόμενη Κυριακὴ καὶ φέρε το στὸ σπίτι μου, ποὺ βρίσκεται στὸν Ἅγιο Ἐπίκτητο. Φέρε το καὶ θὰ πάρεις αὐτὸ ποὺ ποθεῖς.
Συγκινημένη ἡ πονεμένη μάνα σηκώθηκε καὶ ἔτρεξε στὸν σύζυγό της. Τοῦ εἶπε ὅ,τι τῆς συνέβη. Ἐκεῖνος τὴν ἄκουσε μὲ προσοχή. Σὰν τελείωσε, ἔκαμαν καὶ οἱ δυὸ τὸν σταυρό τους καὶ ἀποφάσισαν νὰ πᾶνε. Τὴν ἄλλη μέρα ἡ πιστὴ γυναίκα, σηκώθηκε πρωί, πῆρε ἀλεύρι καὶ ἔκαμε μία «λειτουργία». Τὴν ἑπομένη πῆραν τὸ ἄρρωστο παιδὶ στὴν ἀγκαλιὰ – ἦταν πέντε χρόνων – καὶ ἐξεκίνησαν. Τὸ βράδυ φιλοξενήθηκαν στὸ χωριό. Τὴν Κυριακὴ πολὺ πρωὶ πῆγαν στὴν ἐκκλησία. Μὲ κατάνυξη παρακολούθησαν τὴν Θεία Λειτουργία καὶ κοινώνησαν ὅλοι, τῶν Ἀχράντων Μυστηρίων. Σὰν τέλειωσε ἡ Θεία Λειτουργία μὲ τὸ παιδὶ στὴν ἀγκαλιὰ κατέβηκε στὴν σπηλιὰ τοῦ Ἁγίου μὲ τὴ νεωκόρο ὁδηγὸ καὶ τὸν ἱερέα. Ἐκεῖ ἡ μητέρα ἄλλαξε τὰ ἐνδύματα τοῦ παιδιοῦ της καὶ τοῦ φόρεσε ἄλλα. Ἔκαμαν παράκληση καὶ ὁ ἱερέας ἀφοῦ πῆρε τὴν πέτρα ποὺ ὁ Ἅγιος χρησιμοποιοῦσε γιὰ προσκέφαλο, σταύρωσε τὸ παράλυτο παιδὶ τρεῖς φορὲς στὸ στῆθος καὶ στὴ ράχη. Τὰ ἀκίνητα πόδια ἀπ’ τὴν ἀρρώστια κινήθηκαν. Τὸ παιδὶ κάθισε, σηκώθηκε καὶ ἄρχισε νὰ βαδίζει. Στ’ ἀλήθεια! «Θαυμαστὸς ὁ Θεὸς ἐν τοὶς ἁγίοις αὐτοῦ».
Πολλὰ ἄλλα θαύματα ἀναφέρονται νὰ ἔγιναν ἀπὸ τὸν Ἅγιό μας. Πολλοὶ ἀκόμη καὶ Τοῦρκοι ἐξ αἰτίας τῶν θαυμάτων πίστεψαν καὶ βαπτίστηκαν στὸν Χριστὸ μὲ ἀναδόχους ἀπ’ τὸ χωριό.
Ὁ Ἅγιος Ἐπίκτητος, τὸ χωριὸ ὅπου ἔζησε ὁ Ἄγιος μας, εἶναι σήμερα ἕνα ἀπὸ τὰ χωριὰ ποὺ πατᾶ μὲ τὶς ἀρβύλες του ὁ βάρβαρος κατακτητής. Χρόνια τώρα ἡ ἐκκλησία τοῦ χωρίου εἶναι κλειστὴ καὶ τὰ καντήλια σβηστά. Γιατί ἄραγε; Πῶς γίνεται τοῦτο;
Ἀνεξιχνίαστοι, ἀδελφοί μου, αἱ βουλαὶ τοῦ Θεοῦ. Ὅμως ἂς μὴ παραπονούμεθα. Ἂς ἔχουμε τὴν εἰλικρίνεια νὰ ὁμολογήσουμε, πὼς τὰ τελευταία χρόνια κάναμε καὶ ἐμεῖς κάτι τὸ ἀνεπίτρεπτο. Ἐγκαταλείψαμε τὸν Θεὸ καὶ ὁ Θεὸς μᾶς ἐγκατέλειψε. Νὰ ἡ αἰτία τῶν δεινῶν μας. Ἐγκαταλείψαμε ὡς ὀρθόδοξος καὶ προνομιοῦχος λαὸς τὴν πίστη μας, τὶς παραδόσεις μας, τὰ χριστιανικὰ ἤθη καὶ ἔθιμά μας. Τὸ νησί μας, ἡ Νῆσος τῶν Ἁγίων, ἔγινε σήμερα ἡ νῆσος τοῦ εὐδαιμονισμοῦ, τῆς ἀποστασίας, τῶν αἱρέσεων, τῆς ἁμαρτίας. Καὶ ἡ μὲν πίστη μας δὲν ἔχει νὰ πάθει τίποτε ἀπ’ τὴν διαγωγή μας. Ἐμεῖς ἔχουμε νὰ πάθουμε. Ἐμεῖς ἔχουμε νὰ ὑποφέρουμε...
Τώρα ὅμως ποὺ κτυπήσαμε στὸ ἀνώφλι, ἂς δοῦμε ἐπιτέλους τὸ κατώφλι. Κι ἂς κλάψουμε γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας κι ἂς ζητήσουμε τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Τότε, ἡ εὐλογία θὰ ξαναγυρίσει καὶ πάλι στὸν τόπο μας. Οἱ Ἅγιοί μας καὶ πάλιν θ’ ἀρχίσουν νὰ θαυματουργοῦν. Καὶ οἱ ἐχθροὶ θὰ φύγουν. Καὶ ἐμεῖς πανευτυχεῖς θὰ στραφοῦμε μὲ χαρὰ στὰ σπίτια μας. Θὰ ξανοίξουμε τὶς ἀραχνιασμένες ἐκκλησιές μας. Καὶ θὰ γιορτάσουμε τὸ Πάσχα τῆς ἐλευθερίας μας. Ὡς τότε, ἂς πηγαίνουμε νοερὰ στὶς σκλαβωμένες ἐκκλησιές μας. Νοερά, ἂς μεταφερόμαστε καὶ στοῦ Ἁγίου μας τὴν σπηλιὰ καὶ τὴν ἐκκλησία καὶ ἀπ’ τὴν καρδιὰ ἂς τοῦ ψάλλουμε κάθε φορὰ τοῦτο τὸν ὕμνο:
«Πάτερ παμμάκαρ Ἐπίκτητε, τὴν σὲ τιμώσαν φαιδρῶς, νῆσον Κύπρον διάσωζε, πάσης περιστάσεως, τῇ θερμῇ προστασία σου, καὶ ἐξαιρέτως ταύτην τὴν χῶραν σου σεμνυνομένην τῷ σῷ ὀνόματι, σκέπε ἑκάστοτε καὶ χορηγεῖ πάντοτε ταύτῃ, σοφέ, τὰ τῆς εὐλογίας σου θεία δωρήματα.»
Ἅγιε Ἐπίκτητε, πρέσβευε ὑπὲρ ἠμῶν.
(σ.σ.: Η εκκλησία του Αγίου Επίκτητου, δυστυχώς έχει μετατραπεί σε τζαμί αφού βρίσκεται στην κατεχόμενη Κύπρο. Στο εσωτερικό της εκκλησίας υπάρχει το ασκητικό σπήλαιο – τάφος του Αγίου.)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείαν ἄσκησιν, στερρῶς ἀνύσας, εὐηρέστησας, Χριστῷ ὁσίως, Θεοφόρε παμμάκαρ Ἐπίκτητε. Καὶ δοξασθεῖς τῇ τοῦ Πνεύματος χάριτι, ἡμᾶς λύτρωσε κινδύνων καὶ θλίψεων. Πάτερ ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Μεγαλυνάριο
Χάριν κεκλημένος παρά Θεοῦ, Ἐπίκτητε Πάτερ, ὡς θεράπων αὐτού σεπτός, φύλαττε καί σκέπε, ἐκ πάσης ἐπήρειας τούς ἐπί καλούμενούς σε εἰς βοήθειαν.
Πηγή: Ιερός Ναός Ζωοδόχου Πηγής Βαρειάς Μυτιλήνης
«O Όσιος Πατήρ ημών και Oμολογητής Θεοφάνης ο Γραπτός, ο Eπίσκοπος Nικαίας, ο ποιητής μεν πολλών Kανόνων, αδελφός δε του Aγίου Θεοδώρου του Γραπτού, εν ειρήνη τελειούται.
Πρόκειται για έναν από τους επιφανέστερους και πολυγραφότερους αρχιερείς της Εκκλησίας μας κι εναν από τους μεγαλύτερους οικουμενικούς πατριάρχες.
Ο κατά κόσμον Φωκάς γεννήθηκε περί το 1300 στη Θεσσαλονίκη από μητέρα εβραϊκής καταγωγής. Έλαβε εξαιρετική μόρφωση παρά του Θωμά Μαγίστρου, του οποίου υπήρξε και υπηρέτης. Νωρίς ασπάσθηκε τον μοναχισμό και μετέβη στο όρος Σινά. Άπό εκεί ήλθε στον «ιερόν Άθωνα, τον χρυσούν όντως και φίλτατον, και πρόξενον των καλών εις όλους τους εις αυτόν οικήσαντας και οικούντας» κατα τον βιογράφο του.
Στην αρχή μόνασε στη Μονή Βατοπαιδίου, όπου γνωρίσθηκε και συνδέθηκε με τον άγιο Σάββα τον δια Χριστόν σαλό, του οποίου, όπως είδαμε υπήρξε άριστος βιογράφος. Κατόπιν μόνασε στη Μονη Μεγίστης Λαύρας. Ως Λαυριώτης μοναχός συνδέθηκε με τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, του οποίου υπήρξε επίσης εξαιρετικός βιογράφος, και υπέγραψε τον Αγιορειτικό Τόμο του 1339. Το 1342 διαδέχθηκε στην ηγουμενία τον Μακάριο, πού εκλέχθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Η ηγουμενία του δεν ήταν δίχως προβλήματα. Η στάση του στο ησυχαστικό ζήτημα από την αρχή ήταν στο πλευρό του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά. Το 1346 έγραψε δύο λόγους‡ περί του θαβωρίου φωτός και κατά του Ακινδύνου.
Το 1347 εξελέγη μητροπολίτης της πρωτόθρονης Ηράκλειας με τον τίτλο «Πρόεδρος των υπερτίμων» από τον πατριάρχη Ισίδωρο. Το 1350 χειροτόνησε τον Αγιορείτη άγιο Κάλλιστο Α' πατριάρχη. Έλαβε μέρος στη Σύνοδο του 1351 για το ησυχαστικό ζήτημα, διαδραματίζοντας σημαντικό ρόλο παρά τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά και συνέταξε τον Τόμο των Πρακτικών της Συνόδου. Ο ίδιος πατριάρχευσε στον Οικουμενικό Θρόνο δύο φορές‡ 1353-1354 και 1364-1376. Το 1368 συνοδικά αναγνώρισε την αγιότητα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και καθώρισε τη μνήμη του τη Β' Κυριακή των Νηστειών, συνθέτοντας την ιερά ακολουθία του, τακτοποιώντας οριστικά το ησυχαστικό ζήτημα και καταδικάζοντας τους αντιπαλαμιστές. Η πατριαρχεία του αγίου Φιλοθέου υπήρξε πλούσια σε σημαντική ποιμαντική δράση. Είχε μεγάλη συγγραφική και διοικητική δραστηριότητα Διηύθυνε τα εκκλησιαστικά θέματα με σύνεση και διάκριση, ώστε κατέστησε την Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως οικουμενικό φάρο. Εργάσθηκε σθεναρά κατά της οθωμανικής απειλής και της λατινικής προπαγάνδας, με την τόνωση και την ενότητα των Ορθοδόξων Ο πάπας Ουρβανός ο Ε΄ απέρριψε την πρότασή του για τη σύγκληση οικουμενικής συνόδου προς ορθή ένωση των εκκλησιών.
Ο άγιος Φιλόθεος χάρη στη μεγάλη του μόρφωση αναδείχθηκε σε εξαιρετικό και πολυμερή συγγραφέα. Τα πολλά του έργα μπορούν να διαιρεθούν σε δογματικά, αντιρρητικά κατά των Νικηφόρου Γρηγορά, Ακίνδυνου, Βαρλαάμ και Μανουήλ Πετριώτη, πολλά έργα του είναι αγιολογικά, και κυρίως Αγιορειτών αγίων, όπως Γρηγορίου Παλαμά, Γερμανού Μαρούλη, Ισιδώρου Βουχειρά και Σάββα Βατοπαιδινού, ως και Νικόδημου του Νέου‡ έγραψε επίσης περί της αγίας Ανυσίας, Δημητρίου Μυροβλύτου, Αγίων Άποστόλων, Τριών Ιεραρχών, Αγίων Πάντων, Ονουφρίου, Φεβρωνίας, Φωκά, Ιωάννου Χρυσοστόμου, Θεοδώρου Τήρωνος, Αποστόλου Θωμά και άλλα. Άλλα τέλος έργα του είναι ομιλητικά, ερμηνευτικά, λειτουργικά, κανονικά, ιστορικά, ποιητικά, ευχολογικά και άλλα. Τα έργα του αγίου Φιλοθέου καλύπτουν όλους σχεδόν τους θεολογικούς κλάδους.
Υπήρξε βαθύς θεολόγος, θαυμάσιος συναξαριογράφος, ιδιαίτερα των συγχρόνων του Αγιορειτών, των οποίων τους βίους παρουσίασε υπόδειγμα για τους συμμοναστές του. Ώς υμνογράφος διακρίθηκε για το βαθύ περιεχόμενο και το γλαφυρό ύφος, παρουσιάζοντας υψηλές δογματικές έννοιες, συναγωνιζόμενος αρχαιότερους ομοίους του. Ο άγιος ως Βατοπαιδινός μοναχός και Λαυριώτης ηγούμενος, μητροπολίτης Ηρακλείας και οικουμενικός πατριάρχης αγωνίσθηκε παντού και πάντοτε με αυταπάρνηση και αγάπη για την Εκκλησία, πού στη διακονία της έθεσε τον λόγο και τη γραφίδα του. Υπεράσπισε με σθένος την Ορθοδοξία, ανέπτυξε σχέσεις με τα άλλα πατριαρχεία, βοήθησε τις Σλαβικές Εκκλησίες, έξουδετέρωσε τις προσηλυτιστικές προσπάθειες των Λατίνων και αναδείχθηκε σε σεβάσμιο εκκλησιαστικό και εθνικό άνδρα. Παραιτήθηκε της πατριαρχείας το 1376 λόγω γήρατος και εκοιμήθη το 1379. Κηδεύτηκε με βασιλικές τιμές κι ετάφη στη μονή του Ακαταλήπτου. Ο τάφος του έγινε πηγή θαυμάτων.
Νωρίς τιμήθηκε ως άγιος κι αγιογραφήθηκε στο Καθολικό της μονής Ρασάβα της Σερβίας από συμπατριώτες του Θεσσαλονικείς ζωγράφους. Σε Καθολικά του Αγίου Όρους αγιογραφείται στις Λιτές μεταξύ των υμνογράφων. Στα τέλη του 18ου αιώνα ανώνυμος λόγιος Φιλοθεΐτης μοναχός έγραψε ωραία βιογραφία και ασματική ακολουθία. Στο Άγιον Όρος υπάρχουν τρεις κώδικες με τον βίο και την ακολουθία του αγίου Φιλοθέου. Νεώτερη ακολουθία σύνθεσε ο μοναχός Γεράσιμος Μικραγιαννανίτης.
Η μνήμη του εορτάζεται την Ε' Κυριακή των Νηστειών, τιμάται και στις 11 Οκτωβρίου ως διάσημος ασκητής, μοναχός και φύλακας της Ορθοδοξίας, συγκαταλεγόμενος μετά των αγίων Φωτίου, Μάρκου του Ευγενικού και Γρηγορίου του Παλαμά.
Πηγή: (Βατοπαιδινό Συναξάρι, Μοναχού Μωϋσέως Αγιορείτου, Έκδοσις: Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου, Άγιον Όρος, 2007) Αγιορείτικες Μνήμες
Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017
Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...
Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017
Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...
TIDEON 21-12-2015
Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...
Tideon 14-12-2015
Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...
TIDEON 27-08-2014
Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...
tideon.org 02-05-2013
Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...
Tideon 31-12-2012
Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...
Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012
Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...
tideon 07-11-2011
ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...
ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011
Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου; Για να...
ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010
Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...