Η Αποστολική Εκκλησία της Κρήτης από των πρώτων χρόνων του χριστιανικού μηνύματος ανάδειξε πολλούς αγίους οι οποίοι με την ζωή και τα έργα τους αγίασαν την γη τους και πρόσφεραν τους εαυτούς τους στην υπηρεσία του ευσεβούς λαού της Νήσου. Άγιοι μάρτυρες και ασκητές, μοναχοί και ιερωμένοι, αρχιερείς και πρεσβύτεροι πότισαν με το τίμιο αίμα και τον ίδρωτα τους τη γη για τη δόξα και την αίγλη της Εκκλησίας.
Ένας τέτοιος Κρητικός στην καταγωγή και πολύ λίγο γνωστός ήταν και ο άγιος Αθανάσιος ο Πατελλάρος (ο καθήμενος, όπως τον ονομάζουν οι Ρώσοι) που τίμησε τον τόπο της καταγωγής του και αναδείχτηκε άγιος σε μια ξένη χώρα, όπου μέχρι σήμερα με τα θαύματα του επιμαρτυρεί την αγιότητα του.
Η εποχή που έζησε ο Αθανάσιος χαρακτηρίζεται για τις εσωτερικές της ανωμαλίες σ’ ολόκληρη την Ανατολή, ιδιαίτερα στην Κωνσταντινούπολη, λόγω των επεμβάσεων των ξένων πρεσβευτών αλλά και των παπικών και προτεσταντών που τους επηρέαζαν και τους καθοδηγούσαν. Ήταν μια εποχή συγκρούσεων και αντιθέσεων, συκοφαντιών και κατηγοριών, υποκρισίας και προδοσίας, δωροδοκιών και φθηνών διακανονισμών. Ο Θρόνος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας ήταν το επίκεντρο όλων αυτών των καταστάσεων.
Μέσα λοιπόν σ΄ αυτό το κλίμα γεννήθηκε γύρω στα 1580 στην Κρήτη ο Αλέξιος Πατελλάρος (ή Πατελάρος), ο μετέπειτα άγιος Αθανάσιος. Η Κρήτη τότε ήταν κάτω από τους Ενετούς κι έτσι ο μικρός Αλέξιος μορφώθηκε στα σχολεία τους και έλαβε κατώτερη και ανώτερη μόρφωση σύμφωνα με τα δικά τους μέτρα. Μορφώθηκε αρκετά καλά ώστε έγινε σύντομα ένας συγκροτημένος φιλόσοφος, φιλόλογος και εξαίρετος ομιλητής. Από μικρός έδειξε ιδιαίτερη συμπάθεια και κλίση προς το μοναχισμό. Γι’ αυτό πορεύθηκε προς το Όρος Σινά και το Άγιον Όρος, όπου γνώρισε και έζησε από κοντά το μοναστικό ιδεώδες. Μελέτη και προσευχή ήταν τα όπλα του, που τον βοήθησαν στην συνέχεια σε μια περιπετειώδη ζωή. Στο Άγιον Όρος εγκαταβίωσε στην μονή Εσφιγμένου, αφού προηγουμένως έζησε για λίγο σε μονή στην Θεσσαλονίκη, όπου εν τω μεταξύ χειροτονήθηκε διάκονος και πήρε το όνομα Ανανίας . Απ’ εκεί ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους και στην επιστροφή του έζησε μόνος πια σ’ ένα κελλί κοντά στις Καρυές. Η ζωή του τώρα ήταν ασκητική, αφιερωμένη ολοκληρωτικά στη νηστεία, τη μελέτη και την προσευχή. Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου χειροτονήθηκε πρεσβύτερος και άλλαξε το όνομά του σε Αθανάσιος, το οποίο διατήρησε σ’ όλη την υπόλοιπη ζωή του.
Την εποχή εκείνη πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ήταν ο εθνομάρτυρας Κύριλλος Λούκαρις, που καταγόταν επίσης από την Κρήτη. Ο Κύριλλος Λούκαρις πληροφορήθηκε για την ανώτερη κατάρτιση, αλλά και τα προσόντα του Αθανάσιου. Στη Θεσσαλονίκη, που υπηρέτησε για μικρό χρονικό διάστημα, απέκτησε τη φήμη μεγάλου ιεροκήρυκα και θαυμάσιου χειριστή του προφορικού και γραπτού λόγου. Τον κάλεσε έτσι ο Κύριλλος Λούκαρις στην Κωνσταντινούπολη, όπου τον διόρισε προσωπικό του γραμματέα και σύμβουλο. Εκτίμησε τις γνώσεις και τις αρετές του, γι’ αυτό σύντομα ο Αθανάσιος χειροτονήθηκε μητροπολίτης Θεσσαλονίκης (1630-1634).
Τα γεγονότα όμως στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως δεν είχαν θετική εξέλιξη. Ο προστάτης και ευεργέτης του Κύριλλος Λούκαρις με τις ξένες επεμβάσεις, ιδιαίτερα των Ιησουϊτών, εξορίζεται στην νήσο Τένεδο και τη θέση του καταλαμβάνει ο ίδιος ο Αθανάσιος . Δεν έμεινε όμως για αρκετό χρονικό διάστημα στον Πατριαρχικό Θρόνο. Κατόρθωσε να παραμείνει μόνο σαράντα μέρες. Κατηγορίες και συκοφαντίες τον βρίσκουν στερημένο κάθε δικαιώματος αλλά και καθηρημένο. Στην κατάσταση αυτή ο Αθανάσιος βρήκε πάλι καταφύγιο στο Άγιον Όρος, στο παλαιό του κελλί στις Καρυές, αλλά όχι για πολύ. Τον Σεπτέμβριο του 1635 ο Αθανάσιος έφθασε στην Αγκώνα της Ιταλίας. Δεν έμεινε όμως για πολύ εκεί. Στις 25 Οκτωβρίου τον βρίσκουμε στην Βενετία. Με τη μεσολάβηση γνωστών του προσπάθησε να επανέλθει στο Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως ή της Θεσσαλονίκης. Απαίτηση των Ενετικών αρχών και άλλων στενών συνεργατών της κούριας του Βατικανού ήταν να γράψει ομολογία πίστεως προς τον Πάπα της Ρώμης. Αυτό δεν το έκανε ο Αθανάσιος. Αφού ταξίδεψε στη συνέχεια στη Χίο, Πάτμο, Πάρο, Μήλο, Κύθηρα, Ζάκυνθο και Κέρκυρα, κατόρθωσε με την επέμβαση της Ενετικής εξουσίας να επανέλθει στη μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Εδώ παρέμεινε από τον Αύγουστο του 1637 μέχρι τον Ιούνιο του 1638.
Οι διαμάχες όμως στο Πατριαρχείο συνεχίστηκαν λόγω των ξένων επεμβάσεων. Έτσι στο θρόνο ανέβηκε τώρα ο Κύριλλος Κονταρής, αφού οι Ιησουίτες στραγγάλισαν τον Κύριλλο Λούκαρι. Η κατάσταση αυτή δεν ήταν καθόλου ευχάριστη. Έτσι ο Αθανάσιος, φοβούμενος για την ζωή του, εγκαταλείπει τη Θεσσαλονίκη και φθάνει μέσω Κωνσταντινουπόλεως στη Χίο. Αλλά και πάλι οι διάφορες συγκυρίες τον βοήθησαν να επανέλθει στη Θεσσαλονίκη, αυτή τη φορά προεδρικώς. Από τον Αύγουστο του 1639 μέχρι το 1643 παρέμεινε εκεί, έχοντας υπό την κυριαρχία του και την πατριαρχική μονή των Βλατάδων.
Στην συνέχεια ο Αθανάσιος ταξίδεψε «εις τα μέρη της άνω Μυσίας». Σε μια μονή του Ιασίου ο Αθανάσιος εφησύχαζε γράφοντας διάφορα έργα και μεταφράζοντας βιβλία της Αγίας Γραφής στη Νεοελληνική γλώσσα Με τους εκεί ηγεμόνες ανέπτυξε φιλικές σχέσεις, αφού στόχος του ήταν να επιστρέψει σαν πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως. Τελικά επιστρέφει τον Ιούνιο του 1652 και παραμένει μόνο σαράντα μέρες.
Οι σχέσεις του αγίου Αθανασίου με τη Ρωσία χρονολογούνται από την εποχή που ήταν μητροπολίτης Θεσσαλονίκης. Τα πολλά χρέη της μητροπόλεως του τον ανάγκασαν να απευθυνθεί στον τσάρο της Ρωσίας Αλέξιο για βοήθεια. Έτσι βλέπουμε ήδη το πρώτο του γράμμα μόλις ανέλαβε την διοίκηση της μητροπόλεως Θεσσαλονίκης το 1631. Με πολύ πόνο παρακαλεί τον Τσάρο να συμπαρασταθεί στη δύσκολη αυτή περίοδο που καταδυναστεύεται από τους Τούρκους. Στις 24 Αυγούστου του 1643 επαναλαμβάνει τις παρακλήσεις του προς τον τσάρο της Ρωσίας. Στο γράμμα αυτό φαίνεται ο πόνος του Πατελλάρου για την άδικη συμπεριφορά των Τούρκων. Ονομάζει τον τσάρο της Ρωσίας μόνο προστάτη των Ορθοδόξων και τον καλεί να έλθει αρωγός και βοηθός . Είναι η μόνη ελπίδα όλων των Ορθοδόξων για να σώσει τη μητρόπολη Θεσσαλονίκης από τα χρέη. Την πρώτη φορά, δηλ. το 1631, έστειλε το γράμμα του στον Τσάρο με κάποιο Επίσκοπο Κοσμά από τη μονή Ιβήρων του Αγίου Όρους. Είναι σημαντικό το γεγονός ότι αυτός ο Κοσμάς εκ μέρους του Αθανασίου έστειλε στον Τσάρο λείψανα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά και άγιο μύρο από τον άγιο Δημήτριο. Μαζί με τις εκκλήσεις του Αθανασίου έφθασε και εκείνη του πατριάρχη Κυρίλλου Λούκαρι, που υπεστήριζε τις προσπάθειες του Αθανασίου. Τόσο ο Τσάρος όσο και ο μητροπολίτης Μόσχας έστειλαν μικρό χρηματικό ποσό στον Αθανάσιο, λόγω δικών τους οικονομικών δυσκολιών.
Στη συνέχεια με την ευκαιρία της επίσκεψης κάποιου αρχιμανδρίτη Γρηγορίου από την μονή Αγίου Παντελεήμονα του Αγίου Όρους, ο Αθανάσιος γράφει ξανά στον Τσάρο και του αποστέλλει μύρο από τον άγιο Δημήτριο. Πληροφορεί μάλιστα τον Τσάρο ότι τα λείψανα του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά θαυματουργούν στη Θεσσαλονίκη και εισηγείται τη μεταφορά του χεριού του Αγίου στη Ρωσία για ευλογία και θεραπεία των πιστών του βασιλείου του. Στα γράμματα αυτά του Αθανασίου φαίνεται ο βαθύς του πόνος από τις ταλαιπωρίες που του προκαλούσαν οι Τούρκοι λόγω των μεγάλων χρεών της μητροπόλεως του και με έντονο τρόπο εκλιπαρεί τον τσάρο της Ρωσίας να δείξει γενναιοδωρία. Αλλά και από τη Μολδαβία διάφοροι άλλοι ιερωμένοι έγραψαν στον τσάρο της Ρωσίας προσπαθώντας να βοηθήσουν τον Αθανάσιο στις προσπάθειές του να σώσει τήν μητρόπολη Θεσσαλονίκης από τα χρέη. Τον Σεπτέμβριο του 1645 μια άλλη έκκληση έφθασε στον νέο τσάρο της Ρωσίας Αλέξιο. Όλες οι άλλες είχαν απευθυνθεί στον τσάρο Μιχαήλ.
Απ’ έδώ αρχίζει ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή του Αθανασίου, σύντομο μεν αλλά πολύ σημαντικό για τις σχέσεις Ρωσίας και Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ο Αθανάσιος έφθασε στη Μόσχα στις 15 Απριλίου 1653 συνοδευόμενος από πολλούς ιερωμένους και λαϊκούς , όπως τον αρχιμανδρίτη Νεόφυτο και τον κελλάρη Γρηγόριο του μοναστηρίου της Αναλήψεως της Κρήτης, τον αρχιμανδρίτη Χριστόφορο από τη Θεσσαλονίκη, τον αρχιμανδρίτη Δοσίθεο από τα Ιωάννινα, και άλλους διακόνους και λαϊκούς.
Ο αυτοκράτορας της Ρωσίας στις 22 Απριλίου δέχθηκε επίσημα τον πρώην Κωνσταντινουπόλεως Αθανάσιο και τη συνοδεία του. Η υποδοχή ήταν λαμπρή με όλες τις πρέπουσες τιμές. Ο αυτοκράτορας έστειλε το προσωπικό του άλογο, για να μεταφέρει τον Αθανάσιο στα ανάκτορα της Μόσχας μαζί με τον Έλληνα διερμηνέα. Η άφιξη του Αθανασίου ήταν επιβλητική. Η υποδοχή από τον Τσάρο και τους δικούς του έγινε στην τραπεζαρία του παλατιού. Ένας διάκονος της αυλής του Τσάρου παρουσίασε τον Αθανάσιο και τη συνοδεία του στον Τσάρο με τα εξής λόγια: «Μεγάλε αυτοκράτορα και τσάρε, πρίγκιπα Αλέξιε Μιχαήλοβιτς, αυτοκράτορα όλης της Ρωσίας και κάτοχε πολλών κρατών – Αθανάσιος ο πρώην πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως και οι άλλοι γέροντες σε σένα, μεγάλε αυτοκράτορα, υποβάλλουν την υπακοή τους» . Στη συνέχεια πρόσφερε ο Πατριάρχης τα εξής δώρα στον αυτοκράτορα: μια εικόνα του Σωτήρος Χρίστου, ένα ξύλινο ανάγλυφο σταυρό, λείψανα του Ευαγγελιστή Ματθαίου, το άγιο μύρο που ευλόγησαν οι τέσσερις πατριάρχες της Ανατολής, από τον αρχιμανδρίτη των Ιωαννίνων ένα ξύλινο σταυρό, από την Κρήτη λείψανα του αγίου Αλεξίου, ανθρώπου του Θεού. Στη συνέχεια ο Πατριάρχης Αθανάσιος εξεφώνησε λόγο και ο αυτοκράτορας ρωτούσε να μάθει σχετικά με τη σωτηρία εν συντομία. Μετά ο αυτοκράτορας ζήτησε από τον Πατριάρχη να καθίσει για ν’ ακούσει τα δώρα του Τσάρου: ένα ασημένιο κύπελλο, δαμασκηνό ύφασμα και άλλα ενδύματα και εκατό ρούβλια… Η υπόλοιπη συνοδεία του Πατριάρχη έλαβε επίσης άλλα μικρότερα δώρα και χρηματικό ποσό. Ένα μικρό απόσπασμα από τον λόγο του Αθανάσιου είναι σημαντικό να αναφερθεί: «Είμαστε με το θέλημα του Θεού πτωχοί και χάσαμε τους Έλληνες βασιλείς μας για τις αμαρτίες μας και τώρα ζούμε κάτω από τον ζυγό των απίστων. Μόνο συ ο Τσάρος είσαι προστάτης και στύλος της πίστεως και βοηθός στις καταστροφές μας…».
Ο πρώην Κωνσταντινουπόλεως Αθανάσιος και η συνοδεία του επισκέφτηκαν την Λαύρα του Αγίου Σεργίου και άλλες μεγάλες μονές της Ρωσίας. Εν τω μεταξύ ο Τσάρος υστέρα από παράκληση του Αθανασίου του χάρισε μια πλήρη αρχιερατική στολή με μίτρα και εγκόλπιο, όπως και πολλές εικόνες για την μονή του Αγίου Νικολάου της Μολδαβίας. Στις 12 Δεκεμβρίου εκλήθησαν εν νέου ο Πατριάρχης και η συνοδεία του από τον Τσάρο για την αποχαιρετιστήρια τελετή της επιστροφής. Τους δέχθηκε τώρα στην χρυσή αίθουσα του Θρόνου. Ακολούθησε η ίδια τελετή και προσεφέρθησαν στο τέλος φαγητά και ποτά στους υψηλούς επισκέπτες.
Ο Αθανάσιος άφησε στον Τσάρο ένα εκτενές ευχαριστήριο γράμμα και αναχώρησε με την συνοδεία του μέσα στο βαρύ χειμώνα με χιόνια και φοβερό κρύο. Γι’ αυτό κουρασμένος από την πορεία του αυτή αναγκάστηκε να σταματήσει για λίγο στην μονή της Μεταμορφώσεως στην πόλη Λουβνί της Ουκρανίας. Έφθασε περίπου εκεί στις αρχές Φεβρουαρίου του 1654. Αισθανόμενος ότι πλησιάζει το τέλος του συνέταξε την πνευματική του διαθήκη διαθέτοντας όλα τα ποσά που του έδωσε ο Τσάρος σε διάφορα μοναστήρια, όπως σ’ όλες τις μονές του Αγίου Όρους, στην μονή της Αγίας Αναστασίας στη Θεσσαλονίκη, στο μοναστήρι του Σινά, σε διάφορες μονές των Ιεροσολύμων και στις μονές Αγίου Νικολάου και Αρχαγγέλου Μιχαήλ της Ρουμανίας. Άφησε επίσης μερικά ποσά στους συνοδούς του και μερικά για τα έξοδα της κηδείας του και τα μνημόσυνα υπέρ αναπαύσεως της ψυχής του. Στις 5 Απριλίου 1654 ο πρώην Κωνσταντινουπόλεως Αθανάσιος άφησε την τελευταία του πνοή εκεί στη μονή της Μεταμορφώσεως . Σύμφωνα με τη διήγηση βρέθηκε ο Αθανάσιος με το Ευαγγέλιο στα χέρια του ευλογών τον κόσμο. Οι τελευταίες του λέξεις ήταν: «Ω Κύριε δέξου το πνεύμα μου».
Είναι άξιο λόγου να αναφερθεί εδώ η ιδιαίτερη τιμή που έτρεφε προς τη μονή του Σινά, αφού άφησε στον τότε αρχιεπίσκοπο Ιωσήφ μια πλήρη αρχιερατική στολή, μίτρα, εγκόλπιο και ιερά σκεύη.
Το 1662 ο μητροπολίτης Γάζας Παΐσιος Λιγαρίδης (του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων) σε όραμα είδε τον Αθανάσιο να τον προστάζει να ανοίξει τον τάφο του. Ο Παΐσιος Λιγαρίδης επισκεπτόταν τυχαία την μονή της Μεταμορφώσεως. Πληροφόρησε αμέσως τον τότε ηγούμενο Βίκτωρα για το παράξενο όραμά του και την εμφάνιση του Αθανασίου. Τότε όλη η αδελφότητα της Μονής ύστερα από πολύωρες παρακλήσεις και αγρυπνία, με την ευλογία του τότε μητροπολίτη Κιέβου Ιωσήφ, ανοίξανε τον τάφο του Αθανάσιου, για να βρεθούν μπροστά σε μια μεγάλη έκπληξη. Ο άγιος Αθανάσιος βρέθηκε καθιστός πάνω στο θρόνο του, όπως τάφηκε, με το σώμα του άφθορο και σε στάση δεήσεως και προσευχής. Τότε επήραν το σκήνωμα του και το τοποθέτησαν στον μεγαλοπρεπή ναό της Μεταμορφώσεως της Μονής την 1η Φεβρουαρίου 1662. Βέβαια το άφθορο λείψανο του Αγίου πολλές φορές μεταφέρθηκε από τόπο σε τόπο, όταν υπήρχε ανάγκη ανακαινίσεως του ναού. Όταν το 1684 άρχισε την ανοικοδόμηση του μεγάλου καθεδρικού ναού της Μεταμορφώσεως, το άγιο λείψανο μεταφέρθηκε στον ιερό ναό του αγίου Γεωργίου. Εκεί έμεινε μέχρι το 1692, οπότε εγκαινιάστηκε ο καθεδρικός ναός. Ο τότε μητροπολίτης Κιέβου Βαρλαάμ με πολλή μεγαλοπρέπεια εγκαινίασε το ναό και το άγιο λείψανο τοποθετήθηκε εκεί. Όταν το 1728 ο θόλος του ναού γκρεμίστηκε, το ολόσωμο σκήνωμα του Αγίου μεταφέρθηκε στον ξύλινο ναό του Αρχαγγέλου Μιχαήλ. Από εκεί υστέρα από ένα ατύχημα, για σίγουρη φύλαξη, το 1736 μεταφέρθηκε στον πέτρινο ναό του Ευαγγελισμού. Εκεί έμεινε μέχρι το 1743, όταν πια ο μεγάλος αυτός καθεδρικός ναός της Μεταμορφώσεως έλαβε την τελική του μορφή. Η τελετή έγινε από τον τότε μητροπολίτη Κιέβου Τιμόθεο, ο όποιος στη συνέχεια, στις 26 Αυγούστου 1743, έγινε μητροπολίτης Μόσχας. Εκεί στον ίδιο ναό ήταν και η θαυματουργός εικόνα της Παναγίας Λουβέσκαγια. Το 1773 ξέσπασε μεγάλη πυρκαγιά με αποτέλεσμα την πλήρη καταστροφή της Μονής. Οι αδελφοί της Μονής τότε πήραν το άγιο λείψανο και για δυό μέρες με προσευχές και δεήσεις το είχαν έξω στον κήπο της Μονής. Την τρίτη μέρα, μετά από το σβήσιμο της πυρκαγιάς το άγιο λείψανο μεταφέρθηκε στον καθεδρικό ναό. Στις δύο πυρκαγιές που έπληξαν την Μονή το 1736 και το 1785 ο άγιος Αθανάσιος με διάφορους τρόπους θαυματούργησε, σύμφωνα με διηγήσεις του τότε ηγουμένου Παϊσίου. Στις 2 Μαΐου του 1819 με κάθε μεγαλοπρέπεια ο τότε μητροπολίτης Πολτάβας Μεθόδιος και ο ηγούμενος Κύριλλος τοποθέτησαν το άγιο λείψανο μέσα σε μεγάλη ασημένια θήκη.
Είναι επίσης ενδιαφέρον να αναφερθεί το γεγονός ότι μετά τον θάνατο του οι συνοδοί του κληρικοί του φόρεσαν άπασαν την αρχιερατική στολή με τη μίτρα και την πατερίτσα, τον κάθισαν πάνω στο θρόνο και έτσι τον έθαψαν μέσα σε τάφο από πέτρα μέσα στον ναό της Μεταμορφώσεως. Σύμφωνα με την διήγηση, άνοιξαν μέρος του δαπέδου στην είσοδο ακριβώς της κεντρικής αγίας θύρας. Εκεί που έγινε η ταφή περνούσε ο ποταμός Σούλα και το πλησιέστερο χωριό ονομαζόταν Μγκάκι, που απέχει λίγα χιλιόμετρα από την πόλη Λουβνί. Η αγιοποίηση του έγινε ύστερα από έκθεση του ηγουμένου του Μοναστηρίου προς τον τσάρο της Ρωσίας Αλέξιο Μιχαήλοβιτς με ημερομηνία 6 Ιανουαρίου 1672. Σύμφωνα με τις πληροφορίες αυτές, η ανακήρυξη του Αθανασίου σε άγιο έγινε μεταξύ του 1672 και 1676.
Ο άγιος Αθανάσιος και το Άγιον Όρος
Από πολύ νέος ο άγιος Αθανάσιος συνδέθηκε με το Άγιον Όρος. Τούτο δείχνει ότι είχε ιδιαίτερη συμπάθεια προς το μοναχισμό. Προτού ακόμα εισέλθει στις τάξεις του ιερού κλήρου, έδειξε την αγάπη του προς το μοναχικό Ιδεώδες. Έφθασε λοιπόν στο Άγιον Όρος και εγκαταβίωσε στην μονή Εσφιγμένου. Ύστερα από μια μικρή διακοπή, όπου έμεινε στη Θεσσαλονίκη, επέστρεψε για δεύτερη φορά στο Άγιον Όρος. Τούτο δείχνει ότι ήταν άνθρωπος της ησυχίας και της γαλήνης. Δεν ενδιαφερόταν για τα εγκόσμια. Τη δεύτερη φορά έζησε μόνος του σ’ ένα κελλί κοντά στις Καρυές. Αυτή την φορά ήδη ήταν χειροτονημένος διάκονος με το όνομα Ανανίας.
Το 1638 σαν πρώην Θεσσαλονίκης ο Αθανάσιος, στενοχωρημένος από τις διάφορες αναταραχές στην Θεσσαλονίκη αλλά και στην Κωνσταντινούπολη, καταφεύγει στο Άγιον Όρος. Εκεί παραμένει για λίγο χρονικό διάστημα, για να επιστρέψει τώρα το 1652 σαν πρώην Οικουμενικός. Στο Άγιον Όρος αγοράζει τη μονή του Ξύστρου, την οποία ανακαινίζει και γίνεται μεγαλοπρεπέστατη, γι’ αυτό και επήρε την ονομασία Σεράγιο. Σ’ αυτό το Σεράγιο ήταν αποφασισμένος ο Αθανάσιος να περάσει τις υπόλοιπες μέρες της ζωής του «αποσυρθείς εκεί να μελετήσει των βιοτικών πραγμάτων, έστω και πατριαρχική στεφομένων αγλαΐα, το επίκηρον» . Προσωπογραφίες του αγίου Αθανασίου βρίσκονται στο Σεράγιο και στην αίθουσα του Θρόνου του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ο άγιος Αθανάσιος και η σχέση του με τον πατριάρχη Νίκωνα
Σε μια από τις ρωσικές βιογραφίες του αγίου Αθανασίου σημειώνεται ότι όταν ο Αθανάσιος βρισκόταν στη Μόσχα, του ζήτησε ο πατριάρχης Νίκωνας να τελέσει την θεία λειτουργία, στα ελληνικά φυσικά. Τούτο έγινε και έψαλλαν μάλιστα οι συνοδοί του Αθανασίου, κληρικοί και λαϊκοί. Μάλιστα στη λειτουργία παρίστατο ο Τσάρος με όλη την οικογένειά του. Τούτο έγινε στις 29 Οκτωβρίου 1653. Ήθελε ο πατριάρχης Νίκωνας να εισαγάγει τυπικό της Ελληνικής Εκκλησίας, γι’ αυτό προσπάθησε να διορθώσει τα λειτουργικά βιβλία της Ρωσικής Εκκλησίας. Ο Αθανάσιος γι’ αυτό τον λόγο συνέταξε ένα σημαντικό έργο, το οποίο μάλιστα παρέδωσε στον Τσάρο, με τον έξης τίτλο: «Ερμηνεία της θείας λειτουργίας όταν Ιερουργεί αρχιερεύς κατά την τάξιν και συνήθειαν της ανατολικής Εκκλησίας, Αθανάσιος ο πρώην οικουμενικός πατριάρχης εν Μοσκοβία ούτως αξιωθείς κατά το ,αχνγ’ έτος το σωτήριον, μηνί Ιουλίω ινδ. στ’». Γι’ αυτό το επίμαχο θέμα σώζονται πολλές επιστολές του αγίου Αθανασίου τόσο προς τον πατριάρχη Νίκωνα όσο και προς τον τσάρο της Ρωσίας.
Η ορθοδοξία του αγίου Αθανασίου
Πολλοί δυτικοί συγγραφείς, αλλά και δικοί μας, θέλουν τον Αθανάσιο φιλοπαπικό, βασιζόμενοι στις σχέσεις του με ρωμαιοκαθολικούς κύκλους. Είναι γεγονός ότι ο Αθανάσιος διατηρούσε αλληλογραφία με πολλούς από τους ρωμαιοκαθολικούς προπαγανδιστές του Πάπα. Τα κείμενα αυτά του Αθανασίου βρίσκονται στα αρχεία της Προπαγάνδας της Πίστης άλλα και του Βατικανού. Η περίπτωση του Αθανασίου δεν ήταν η μοναδική. Λόγω των ξένων διπλωματικών επεμβάσεων στα εσωτερικά της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας δημιουργούνταν ανωμαλίες στην εκλογή νέου πατριάρχη. Αυτό για τον δέκατο έβδομο αιώνα ήταν φυσιολογικό. Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε κάτω από ποιές συνθήκες ζούσαν οι εκάστοτε υποψήφιοι του Οικουμενικού Θρόνου, γι’ αυτό πρέπει η κριτική μας να είναι επιεικής και να μην τους καταδικάζουμε χωρίς να λαμβάνουμε υπ’ όψιν αυτές τις καταστάσεις. Ήταν μαρτυρικές μέρες για όλους τους τότε πατριάρχες. Προσπαθούσαν να σώσουν το Πατριαρχείο, για να συνεχίσει την πορεία του μέσα σ’ αυτές ακριβώς τις αντίξοες συνθήκες. Πάντως, για την περίπτωση του αγίου Αθανασίου, φαίνεται καθαρά από τον Λόγο που εξεφώνησε στις 30 Ιουνίου 1652 πάνω στο χωρίο «Σύ ει Πέτρος και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την Εκκλησίαν». Αυτός ο Λόγος του Αθανασίου ήταν μια απάντηση στους Λατινόφρονες, που τον θεωρούσαν δικό τους αλλά και στους Ορθοδόξους, που αμφέβαλλαν για την σταθερότητα του στην Ορθοδοξία. Γι’ αυτό και ο περίεργος τύπος, όργανο των παπικών, Αθανάσιος ο Κύπριος, έγραψε απάντηση στον λόγο του Αθανασίου με τον τίτλο «Αντιπατελλάριος» όπου τον υβρίζει και τον καταδικάζει με απρεπή και φτωχή γλώσσα.
Μερικά θαύματα του αγίου Αθανασίου
Από διάφορες ρωσικές πηγές αναφέρονται πολλά θαύματα του αγίου Αθανασίου. Κάποτε, γύρω στα 1813, μια από τις γνωστές πριγκίπισσες της Ρωσίας έπασχε από ανίατη ασθένεια για πολλά χρόνια. Είδε λοιπόν στον ύπνο της τον Άγιο, ο όποιος την καθοδήγησε πως να φθάσει στον τόπο όπου ήταν το άγιο λείψανο του. Έφθασε λοιπόν στις 25 Μαΐου στο ναό όπου ήταν τοποθετημένο το λείψανο του Αγίου. Παρακολούθησε την θεία λειτουργία με πολλή ευλάβεια. Την ίδια μέρα ήλθε και πάλιν στο ναό την ώρα του εσπερινού. Λόγω της προχωρημένης ηλικίας της, άλλα και της παράλυσής της, με δυσκολία την κουβαλούσαν κάθε φορά στην εκκλησία. Αλλά προς απορία όλων η ευγενής αυτή κυρία έφθασε στην εκκλησία, αφού πρώτα σηκώθηκε μόνη της και περπάτησε χωρίς την βοήθεια κανενός. Στην συνέχεια εξομολογήθηκε στον ηγούμενο της Μονής όπου βρισκόταν το λείψανο ότι έφθασε εκεί ύστερα από διαταγή του Αγίου, που εμφανίστηκε τρείς φορές στον ύπνο της. Της έδειξε μάλιστα τη Μονή που ήταν κτισμένη πάνω σε ένα ύψωμα με τον Άγιο καθήμενο μέσα. Αφού ζήτησε πληροφορίες από συγγενείς της, που γνώριζαν τον τόπο, μεταφέρθηκε εκεί και θεραπεύτηκε τελείως.
Τον επόμενο χρόνο συνέβη ακόμα ένα θαύμα από τον Άγιο. Αυτή την φορά δεν ήταν θεραπεία του σώματος αλλά του πνεύματος. Κάποιος κύριος αμάρτανε συνέχεια με σαρκικά αμαρτήματα και στο τέλος έχασε τα λογικά του. Ήρθε σε μετάνοια. Ο αδελφός του τον πήρε για να επισκεφθούν το Κίεβο, όπου τότε υπήρχαν πολλοί άγιοι γέροντες. Καθ’ οδόν σταμάτησαν στα μέρη όπου ήταν το σκήνωμα του Αγίου. Όταν λοιπόν έφθασαν στον ναό όπου βρίσκονταν το λείψανο του Αγίου, ήταν η ώρα της θείας λειτουργίας. Ο άρρωστος αμέσως έτρεξε προς το μέρος του Αγίου κι άρχισε με δάκρυα να φιλά τον Άγιο. Είδε τότε το πρόσωπο του Αγίου σαν αγγελικό αισθανόμενος ότι ο Άγιος ήταν ζωντανός και του μιλούσε και τον ευλογούσε για την ειλικρινή του μετάνοια.Από εκείνη την ώρα ο άρρωστος αυτός βρήκε τον εαυτό του και δοξολογούσε τον Θεό για το θαύμα.
Μια άλλη περίπτωση επίσης είναι πολύ συγκινητική. Μια κυρία βρισκόταν στα τελευταία της. Όλοι την είχαν ξεγράψει και περίμεναν τον θάνατο της. Μάλιστα η περιγραφή λέγει ότι σχεδόν την είχαν βάλει μέσα στο φέρετρο. Μια συγγενής της έφερε στο σπίτι της την εικόνα του αγίου Αθανασίου. Μόλις αντίκρισε την εικόνα έπεσε σε βαθύ ύπνο. Ύστερα από προσευχές των παρισταμένων προς τον Άγιο, όταν ξύπνησε ήταν πια καλά, σαν να μην της συνέβη τίποτε και σηκώθηκε δοξολογώντας το Θεό.
Ο άγιος Αθανάσιος σύμφωνα με τα γραφόμενα από διαφόρους εμφανιζόταν συχνά σε απλοϊκούς ανθρώπους που υπέφεραν από διάφορες ασθένειες προσκαλώντας τους κοντά του και υποσχόμενος ότι θα τους θεραπεύσει. Έτσι σε όλα τα μέρη της Ρωσίας ήταν γνωστός για την αγιότητα αλλά και τα θαύματά του. Πολλά ζευγάρια ιδιαίτερα από την Σιβηρία είχαν πρόβλημα τεκνογονίας. Ο Άγιος εμφανιζόταν και τους καλούσε για μετάνοια και προσευχή. Έφθαναν λοιπόν στην Μονή, όπου ήταν το σκήνωμα του Αγίου, και υστέρα από σύντομο χρονικά διάστημα τεκνοποιούσαν.
Αναφέρεται η περίπτωση κάποιας Μαρίας από το Χάρκοβο που έπασχε από αθεράπευτη τύφλωση για τρία χρόνια. Λοιπόν οι συγγενείς της την έφεραν μπροστά στον Άγιο την ώρα της θείας λειτουργίας. Ξαφνικά την ώρα του Χειρουβικού μπόρεσε και είδε με τα ίδια της τα μάτια τον Άγιο και αμέσως έτρεξε και άναψε ένα κερί μπροστά του υποκλινόμενη με ευλάβεια για το δώρο που της έδωσε, δηλαδή την όρασή της.
Κάποια νεαρή κοπέλα από την περιοχή της Πολτάβας με το όνομα Ευφροσύνη, ήταν κωφή. Βρισκόμαστε γύρω στο έτος 1829. Την μέρα που γιορτάζει η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας του Καζάν είδε στον ύπνο της τον άγιο Αθανάσιο καθισμένο στο θρόνο του. Την επομένη δοξολογούσε τον Θεό που την αξίωσε να δει τον Άγιο. Ενώ έκανε την προσευχή της, αισθάνθηκε ένα χέρι να την στηρίζει και ξαφνικά μπροστά στα μάτια της μητέρας της βρήκε την ακοή της. Ένα χρόνο αργότερα έπασχε από υψηλό πυρετό. Την μετέφεραν στην Μονή του Αγίου μπροστά στο άγιο σκήνωμά του. Αισθάνθηκε μια ανέκφραστη μακαριότητα. Μετά τον Όρθρο και συγκεκριμένα την ώρα της Δοξολογίας κάποια δύναμη την άγγιξε και από εκείνη την ώρα θεραπεύτηκε. Εφτά χρόνια αργότερα παντρεμένη πια και πάσχουσα από φοβερή ανίατη ασθένεια είδε στον ύπνο της τον άγιο Αθανάσιο. Αυτή προσευχόταν συνέχεια. Ο Άγιος έβγαλε την μίτρα του την άγγιξε με αυτή και την διέταξε να σηκωθεί και να δοξολογήσει τον Θεό, πράγμα που έκανε θεραπευμένη τελείως.
Ο Άγιος συνεχίζει μέχρι σήμερα να θαυματουργεί με διάφορους τρόπους σ’ αυτούς που με πίστη τρέχουν να ζητήσουν την προστασία και το έλεός του. Πολλά θαύματα γίνονται την μέρα που γιορτάζεται η μνήμη του στη Ρωσία στις 2 Μαΐου. Στο Άγιο Όρος και την Κρήτη εορτάζεται στις 21 Αυγούστου. Από όλα τα μέρη της Ρωσίας τρέχουν να προσευχηθούν μπροστά στο ολόσωμο και άφθορο σκήνωμά του, δείγμα της αγιότητας του . Ακόμα την εποχή του μεγάλου διωγμού, δηλ. του κομμουνιστικού καθεστώτος, οι αθεϊστικές αρχές, για να μην μπορεί ο κόσμος να έρχεται κοντά του, αποφάσισαν να το τοποθετήσουν σε μουσείο σαν μουσειακό έκθεμα. Μάλιστα νόμιζαν ότι βάζοντας ένα αρκετά υψηλό εισιτήριο, ο κόσμος δεν θα ερχόταν. Αλλά και πάλιν έφθαναν εκεί οι πιστοί και με πολλή ευλάβεια ζητούσαν από τον Άγιο βοήθεια. Τελικά οι αρχές απομάκρυναν το άγιο λείψανο σε άγνωστο μέρος – ίσως σε κανένα υπόγειο – απ’ όπου, ύστερα από ενέργειες του σημερινού μητροπολίτη Νικόδημου, μεταφέρθηκε στον καθεδρικό ναό του Χαρκόβου, όπου ο πιστός λαός του Θεού προσέρχεται και τιμά τον Άγιο λαμβάνοντας την ευλογία του.
Σχέσεις αγίου Αθανασίου και Μολδαβίας
Η σχέση του Αθανασίου με την περιοχή αρχίζει από τη στιγμή που άφησε τη μητρόπολη Θεσσαλονίκης το 1643 κι έφτασε «εις τα μέρη της άνω Μυσίας». Την εποχή εκείνη ηγεμόνας της Μολδαβίας ήταν ο πολύ γνωστός Βασίλειος Λούπου, που φημιζόταν για την δυναμικότητα αλλά και την μεγαλοπρέπειά του. Ο άνδρας αυτός, αισθανόμενος τις ευθύνες του σαν ορθόδοξος μονάρχης, αναμείχθηκε ενεργά στις εκκλησιαστικές υποθέσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Σ’ αυτό λοιπόν τον ορθόδοξο ηγεμόνα κατέφυγε ο Αθανάσιος, αφού με τα υπέρογκα χρέη της μητροπόλεως Θεσσαλονίκης δεν μπορούσε να διοικήσει κανονικά και να αποτρέψει τις επεμβάσεις των Αγαρηνών και Εβραίων πιστωτών του. Στη Ρουμανία έζησε στη μονή του Αγίου Νικολάου στο Γαλάτσι, αναμένοντας ή την επιστροφή του στη μητρόπολη Θεσσαλονίκης ή στον Θρόνο του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Υπήρχαν τότε και άλλες εσωτερικές διαμάχες ανάμεσα στον ηγεμόνα της Μολδαβίας και τους αντιπάλους του. Έτσι λίγο πριν από την πτώση του Λούπου ο Αθανάσιος αναβιβάζεται στον Πατριαρχικό Θρόνο περί το γ’ δεκαήμερο του Ιουνίου του 1652, όχι όμως για πολύ.
Πριν αλλά και μετά την μετάβασή του στη Ρωσία ο Αθανάσιος εγκωμιάζει συνεχώς τους ηγεμόνες της Μολδαβίας που τον προστατεύουν. Έτσι βλέπουμε ότι μετά την αναχώρησή του από την Κωνσταντινούπολη φθάνει στο Άγιο Όρος, όπου με χρήματα του Λούπου αγοράζει την μονή του Ξύστρου, όπου ελπίζει να περάσει το υπόλοιπο της ζωής του.
Αυτή λοιπόν η σχέση του Αθανάσιου με τους ηγεμόνες της Μολδαβίας δημιούργησε ευνοϊκό κλίμα για την ήσυχη πορεία του ίδιου. Αλλά λόγοι γήρατος και υγείας δεν επέτρεψαν στον Αθανάσιο να πετύχει οτιδήποτε. Ενώ ήταν ταλαιπωρημένος και αισθανόμενος από τις πολλές απαιτήσεις τελεία εξάντληση, ο Θεός τον κάλεσε κοντά του να τον αναπαύσει για πάντα. Φυσικά με τη ζωή του και τους κόπους του έδειξε την αγάπη του προς την Εκκλησία. Μπορεί να εκλιπαρούσε τους διάφορους ηγεμόνες των Ορθοδόξων κρατών να τον βοηθήσουν να καταλάβει τους θρόνους του, αλλά τούτο δεν σημαίνει ότι ήταν φίλος της δόξας. Αγαπούσε το έργο του ποιμένα, γι’ αυτό και ήθελε να βοηθήσει τους πιστούς χωρίς να προκαλέσει ζημιά στην εν γένει ζωή της Εκκλησίας. Έτρεφε πολλή, ίσως και υπερβολική αγάπη προς την Εκκλησία του Χριστού και πίστευε ότι με τη μόρφωση και τις γνώσεις του θα ανέβαινε το κύρος της Ορθοδοξίας. Γι’ αυτό δεν πρέπει να παρεξηγούνται οι ενέργειές του αυτές και να δίνεται η λανθασμένη εντύπωση ανθρώπου με εγωισμό και φιλοδοξία. Ήταν άνθρωπος δοσμένος στο Θεό και στην Εκκλησία.
Γενικά
Ο Αθανάσιος άφησε πίσω του ένα τεράστιο συγγραφικό έργο, το οποίο παραμένει άγνωστο και ανέκδοτο. Τα διάφορα χειρόγραφα των έργων του βρίσκονται στις διάφορες βιβλιοθήκες και τα αρχεία των μεγαλουπόλεων της Ευρώπης. Οπωσδήποτε στη Ρωσία έπεσημάνθησαν τέτοια έργα, πολύ σημαντικά για την πλήρη βιογραφία του Αγίου. Ιδιαίτερα μέσα από τις επιστολές του βλέπει κανείς καθαρά το δράμα του, την ταραχώδη και ταλαιπωρημένη ζωή του. Στο Άγιον Όρος επίσης σώζεται αριθμός έργων του. Ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει στα αρχεία της Λατινικής Προπαγάνδας στη Ρώμη, όπου υπάρχουν πολλοί φάκελοι με επιστολές του αγίου Αθανασίου. Πάντως το γεγονός είναι ότι ο Αθανάσιος είχε ιδιαίτερη ευαισθησία προς τους αγίους της Εκκλησίας μας αλλά και τις ιερές ακολουθίες. Ήταν ένας πραγματικός λειτουργιολόγος. Γνώριζε την τάξη της Εκκλησίας και την ακολουθούσε. Το εκδεδομένο κείμενο «Οίκοι κδ’ εις τον πανένδοξον μέγαν Δημήτριον τον μυροβλήτην. Ποίημα του Παναγιωτάτου πρώην Θεσσαλονίκης Αθανασίου Πατελάρου Κρητός» είναι ένα δείγμα της ευαισθησίας του αγίου Αθανασίου.
Η καταγωγή του αγίου Αθανασίου δεν ήταν τυχαία. Τότε η Κρήτη, που ήταν κάτω από την επιρροή των Ενετών, είχε αρκετά ανεβασμένο βιοτικό αλλά και πνευματικό επίπεδο. Μέσα λοιπόν σ’ αυτό το περιβάλλον ο Αθανάσιος έζησε τα νεανικά του χρόνια. Η οικογένειά του, πλούσια και αριστοκρατικής καταγωγής, φρόντισε καί έδωσε στον Αθανάσιο άρτια ανατροφή και εκπαίδευση. Με απόφαση της Ενετικής Δημοκρατίας η οικογένεια τών Πατελλάρων τής Κρήτης γίνεται μέλος της τάξης των ευγενών της νήσου (23.9.1600). Πολύτεκνος ο πατέρας του Γεώργιος ασκούσε από το 1572 το επάγγελμα του δικηγόρου. Τρία από τα αδέλφια του διακρίθηκαν σαν επιστήμονες. Ο Αθανάσιος μορφώθηκε αποκλειστικά στην Κρήτη και μπορούμε να πούμε ότι αυτή η μόρφωση μέσα στο δικό του περιβάλλον τον βοήθησε να αναπτύξει τις πνευματικές του δυνάμεις και να μπορέσει να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες στη ζωή του. Φυσικά η παραμονή του στο Άγιον Όρος οπωσδήποτε του χάρισε την ευκαιρία να μελετήσει και να εμβαθύνει στις Γραφές, κάτι που τον συγκινούσε ιδιαίτερα. Στο τέλος έγινε ένας τέλειος ρήτορας, φιλόσοφος, ποιητής κτλ. Γνώριζε έκτος από την ελληνική, τη λατινική, την ιταλική και την αραβική. Ήταν καλός γνώστης και επιδέξιος χειριστής της αρχαίας ελληνικής και της λατινικής φιλολογίας.
Σήμερα ο Αθανάσιος Πατελλάρος τιμάται από την Εκκλησία της Ρωσίας σαν άγιος γνωστός και θαυματουργός, γιατί συνεχίζει τόσους αιώνες να επισφραγίζει την αγιότητά του με την ολόσωμη παρουσία του στη γη της Ρωσίας, που τον φιλοξένησε και δέχθηκε το τίμιο σκήνωμα του στα χώματα της. Υπήρξε Κρητικός την καταγωγή, Αγιορείτης στην άσκηση, μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, Οικουμενικός Πατριάρχης. Είναι καιρός να τιμηθεί και από την Οικουμενική Ορθοδοξία, μια και η ζωή του ήταν δοσμένη για όλους.
(Περιοδικό Ορθόδοξη Μαρτυρία )
Πηγή: Κύριος Ιησούς Χριστός