Κάθε φορά, ποὺ η παράλογη ἐπιθυμία τῶν αἰσθήσεων ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος καὶ ἡ θέλησις τοῦ Θεοῦ ἀπὸ τὸ ἄλλο, πολεμοῦν τὴν λογική σου ἐπιθυμία καὶ θέλει κάθε μία νὰ νικήσῃ, πρέπει νὰ γυμνάζεσαι ἐσὺ μὲ πολλοὺς τρόπους γιὰ νὰ νικήσῃ ὁλοκληρωτικὰ ἡ ἐπιθυμία τοῦ Θεοῦ.
Καὶ α´, ὅταν πολεμηθῇς ἀπὸ τὶς κινήσεις καμμιᾶς παράλογης ἐπιθυμίας τῶν αἰσθήσεων, πρέπει νὰ ἀντισταθῇς δυνατά, γιὰ νὰ μὴ γίνῃ ἀποδεκτὴ ἀπὸ ἐκεῖνες ἡ ἀνωτέρω θέλησις τοῦ λογικοῦ.
β´. Ἀφοῦ σταματήσουν, σήκωσε αὐτὲς πάλι κατεπάνω σου γιὰ νὰ τὶς νικήσῃς καὶ νὰ τὶς διώξης μακριά σου μὲ μεγαλύτερη σφοδρότητα καὶ δύναμι.
Καὶ πάλι, μετὰ ἀπὸ αὐτά, ἀνακάλεσε αὐτὲς στὸν γ´ πόλεμο, στὸν ὁποῖο θὰ συνηθίσῃς νὰ τὶς μισήσῃς μὲ ὅλη σου τὴν ψυχὴ καὶ τὶς συχαίνεσαι (1).
Αὐτοὶ οἱ τρεῖς πόλεμοι, πρέπει νὰ γίνωνται σὲ κάθε μας ἄτακτη ἐπιθυμία (ἐκτὸς ἀπὸ τὰ πάθη τὰ σαρκικά, γιὰ τὰ ὁποῖα θὰ μιλήσω στὸ κατάλληλο σημεῖο).
Τελευταῖα, πρέπει νὰ κάνῃς καὶ πράξεις ἀντίθετες μὲ καθένα ἀπὸ τὰ πάθη σου.
Γιὰ παράδειγμα, ἂν κάποιος σὲ ἀτίμασε καὶ σὺ νιώθης πόλεμο ἀπὸ τὶς κινήσεις τῆς ἀνυπομονησίας, πρόσεχε καλὰ καὶ θὰ νιώσῃς ὅτι αὐτὲς οἱ κινήσεις πολεμοῦν πάντα τὴν ἀνώτερη καὶ λογικὴ θέλησι καὶ προσπαθοῦν νὰ τὴν ὑποτάξουνε καὶ νὰ τὴν κάνουν νὰ συγκατατεθῆ· ὁπότε, ἐσὺ στὸν α´ πόλεμο ἀντιστάσου στὶς κινήσεις αὐτὲς μὲ ὅλες σου τὶς δυνάμεις καὶ βιάσου νὰ μὴ παρεκλίνης, οὔτε νὰ κάνῃ συγκατάθεσι σὲ αὐτὲς ἡ λογική σου ἐπιθυμία, λέγοντας καὶ σὺ μαζὶ μὲ τὸν Ὡσηέ: «Ἀντιτασσόμενος θὰ τοὺς συντρίψω» (1,6), καὶ νὰ μὴ σταματήσῃς ποτὲ αὐτὴ τὴν μάχη, ἕως ὅτου γνωρίσεις, ὅτι ὁ ἐχθρὸς σχεδὸν κουρασμένος παρέμεινε σὰν νεκρωμένος καὶ νικημένος· (πρόσεχε ὅμως καλὰ καὶ φυλάξου ἀπὸ τὴν πονηριὰ τοῦ διαβόλου. Γιατὶ, ὅταν αὐτὸς καταλάβη ὅτι ἀντιστεκόμαστε δυνατὰ στὶς κινήσεις κάποιου πάθους, ὄχι μόνο δὲν τὶς ξεσηκώνει τότε καταπάνω μας, ἀλλὰ καὶ ἂν εἶναι σηκωμένες, προσπαθεῖ νὰ τὶς σταματήσῃ, νὰ μὴ μᾶς πολεμοῦνε, γιὰ νὰ μὴν ἀποκτήσουμε μὲ τὴν ἐκγύμνασι ἐκείνη τὴν συνήθεια τῶν ἀρετῶν καὶ ἐπιπλέον, γιὰ νὰ μᾶς κάνῃ νὰ πέσουμε καὶ σὲ κενοδοξία καὶ σὲ ὑπερηφάνεια, κάνοντάς μας μὲ τρόπο ἐπιδέξιο νὰ νομίσουμε πὼς σὰν γενναῖοι στρατιῶτες κατατροπώσαμε γρήγορα τοὺς ἐχθρούς μας).
Γι᾿ αὐτὸ ἐσύ, ἀγαπητέ, πέρασε στὸν β´ πόλεμο, δηλαδὴ ξεσήκωσε κατεπάνω σου μὲ τὴν ἐνθύμησι ἐκείνους τοὺς λογισμούς, ποὺ σοῦ ἔγιναν αἰτία τῆς ἀνυπομονησίας· καὶ μὲ συχνὲς ἐπιθυμίες καὶ μὲ περισσότερη βία ἀπὸ τὴν πρώτη, καταδίωξε τὶς κινήσεις τους μακριὰ ἀπὸ σένα, λέγοντας μὲ τὸν Δαβίδ· «Θὰ κυνηγήσω τοὺς ἐχθρούς μου καὶ δὲν θὰ ὑποχωρήσω μέχρις ὅτου νὰ τοὺς ἐξολοθρεύσω» (Ψαλμ. 17,41). Μὰ ἐπειδὴ δὲν εἶναι ἀρκετὸ τὸ νὰ διώξουμε μόνο τοὺς ἐχθρούς μας, ἀλλὰ πρέπει καὶ νὰ τοὺς μισήσουμε ἀπὸ τὴν καρδιά μας γιὰ νὰ μὴ νικηθοῦμε ἀπὸ αὐτοὺς ἄλλη φορά, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐσὺ μὲ τὸν γ´ πόλεμο πρέπει νὰ ἐναντιωθῇς μὲ τόση σφοδρότητα στοὺς λογισμοὺς τῆς ἀνυπομονησίας, ἕως νὰ τοὺς μισήσῃς καὶ νὰ τοὺς συχαθῇς λέγοντας ἐκεῖνο τὸ ψαλμικό. «Τὴν ἀδικία τὴν μίσησα καὶ τὴν σιχάθηκα» (Ψαλμ. 118,162), καί, «Μὲ τέλειο μίσος τοὺς μίσησα· ἔγιναν προσωπικοί μου ἐχθροί» (Ψαλμ. 118,21). Τελευταῖα, γιὰ νὰ κάνῃς τέλεια τὴν ψυχή σου μὲ τὶς ἔξεις (2) τῶν ἀρετῶν, πρέπει νὰ κάνῃς ἀκόμη καὶ πράξεις ἐσωτερικὲς ποὺ νὰ εἶναι ἀντίθετες ἀπευθείας στὴν ἀνυπομονησία σου· κατὰ τὸ «Ἀπομακρύνσου ἀπὸ τὸ κακὸ καὶ κάνε τὸ καλό» (Ψαλμ. 33,14).
Γιὰ παράδειγμα· ἂν ἐπιθυμῇς νὰ ἀποκτήσῃς τελείως τὴν συνήθεια τῆς ὑπομονῆς, δὲν φθάνει μόνον νὰ ἐξασκῆσαι μὲ τοὺς τρόπους τοῦ πολέμου, ποὺ εἶπα, ἀλλὰ πρέπει ἀκόμη καὶ νὰ ἀγαπᾷς τὴν περιφρόνησι, ποὺ ἔλαβες ἀπὸ ἐκεῖνον ποὺ σὲ ἀτίμασε ἢ σὲ ἔβρισε, ἐπιθυμώντας νὰ ἀτιμασθῇς πάλι καὶ νὰ βριστθῇς ὅπως καὶ πρῶτα ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἄνθρωπο· καὶ νὰ εἶσαι προετοιμασμένος νὰ ὑπομείνης ἀκόμη βαρύτερες ἀτιμίες καὶ βρισιές, ἐπειδὴ καὶ οἱ παρόμοιες πράξεις εἶναι ἀναγκαῖες, γιὰ νὰ μᾶς κάμουν τέλειους στὶς ἀρετές. Γιατὶ ἀλλιῶς, οἱ ἄλλες πράξεις ὅσο πολλὲς καὶ δυνατὲς καὶ ἂν εἶναι, δὲν εἶναι ὅμως ἱκανὲς νὰ ἀποσπάσουν τὴν κακία ἀπὸ τὶς ρίζες της. Γι᾿ αὐτὸ εἶναι ἀνάγκη, ἐκεῖ ποὺ ἦταν προηγουμένως φυτευμένη καὶ ριζωμένη ἡ κακία, ἐκεῖ ἀντὶ αὐτῆς νὰ φυτευθῆ καὶ νὰ ριζωθῇ ἡ ἀντίθετή της ἀρετή (3), γιὰ νὰ γίνουν κατὰ τοὺς ἰατροὺς τὰ ἀντίθετα θεραπεία τῶν ἀντιθέτων.
Ἔτσι ἐὰν ἐμεῖς δὲν συνηθίσουμε μὲ πολλὲς καὶ συχνὲς πράξεις νὰ ἀγαπᾶμε τὴν καταφρόνησι καὶ νὰ χαιρώμαστε μὲ αὐτήν, πάνω στὴν ὁποία ἀγάπη τῆς καταφρονήσεως θεμελιώνεται καὶ ριζώνει ἡ ὑπομονή, δὲν θὰ ἐλευθερωθοῦμε ποτὲ ἀπὸ τὴν κακία τῆς ἀνυπομονησίας, ἡ ὁποία θεμελιώνεται πάνω στὸ μῖσος τῆς καταφρονήσεως· γι᾿ αὐτὸ καὶ μένοντας ζωντανὴ ἡ ρίζα τῆς κακίας, φυτρώνει πάντα μὲ τρόπο ποὺ μαραίνει τὴν ἀρετή, μερικὲς φορὲς δὲ καὶ τὴν πνίγει ἐντελῶς· καὶ ἐμᾶς κάνει νὰ κινδυνεύουμε, γιὰ νὰ ξαναπέσουμε πάλι μὲ κάθε εὐκαιρία ποὺ θὰ μᾶς τύχη· εἶναι, λοιπόν, βέβαιο, ὅτι χωρὶς τὶς ἀντίθετες πράξεις ποὺ εἴπαμε, δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκτήσουμε τὴν ἀληθινὴ συνήθεια τῶν ἀρετῶν.
Γνώριζε δὲ καὶ αὐτό, ὅτι αὐτὲς οἱ πράξεις πρέπει νὰ εἶναι τόσο συχνὲς καὶ τόσο πολλές, ποὺ νὰ μποροῦν νὰ καταστρέψουν τελειωτικὰ τὴν συνήθεια τῆς κακίας, ἡ ὁποία καθὼς ριζώθηκε καὶ κατέκτησε τὴν καρδιά μας ἀπὸ τὶς πολλὲς κακὲς πράξεις, ἔτσι πρέπει νὰ ξερριζωθῇ ἀπὸ αὐτὴ μὲ τὶς πολλὲς καλὲς πράξεις, καὶ τότε νὰ ριζώσουμε στὴν καρδιά μας τὴν συνήθεια τῶν ἀρετῶν, μάλιστα λέω, ὅτι πρέπει νὰ εἶναι πολὺ περισσότερες οἱ καλὲς πράξεις ἀπὸ τὶς κακὲς γιὰ νὰ γίνῃ ἡ συνήθεια ἐνάρετη· ἐπειδὴ οἱ καλὲς πράξεις δὲν εἶναι σὰν τὶς πράξεις τῆς κακίας ποὺ ὑποστηρίζονται ἀπὸ τὴν φύση, ἡ ὁποία εἶναι διεφθαρμένη ἀπὸ τὴν ἁμαρτία.
Σοῦ λέω ἀκόμη καὶ τοῦτο· ὅτι ἂν ἡ ἀρετὴ ποὺ ἀσκεῖσαι τὸ ἀπαιτῇ, πρέπει ἀκόμη νὰ κάνῃς καὶ ἐξωτερικὲς πράξεις παρόμοιες μὲ τὶς ἐσωτερικές· γιὰ παράδειγμα· γιὰ νὰ ἀποκτήσῃς τὴν ὑπομονὴ ὄχι μόνο πρέπει νὰ ἀγαπᾷς μὲ τὴν καρδιά σου ἐκείνους ποὺ σὲ ἐξευτέλισαν ἢ σὲ ἐνόχλησαν μὲ κάθε τρόπο, ἀλλὰ καὶ νὰ λὲς σὲ αὐτοὺς λόγια πραότητας καὶ ἀγάπης· καὶ ἂν μπορῇς καὶ νὰ τοὺς ὑπηρετεῖς ἀκόμη μὲ ἔργα καὶ νὰ τοὺς βάλλῃς μετάνοια (4). Καὶ αὐτὲς οἱ πράξεις καὶ οἱ ἐσωτερικὲς καὶ οἱ ἐξωτερικές, νὰ σοῦ φαίνωνται δύσκολες τόσο γιὰ τὴν ἀδυναμία τοῦ νοῦ σου, ὅσο καὶ γιὰ τὴν δυσκολία ποὺ σοῦ φέρνει σὲ αὐτὰ ἡ ἐπιθυμία σου, ὅμως μὲ κανένα τρόπο δὲν πρέπει νὰ τὶς ἐγκαταλείψης, ἀλλὰ νὰ ἀγωνίζεσαι νὰ τὶς κάνῃς. Γιατὶ, ὅσο ἀδύνατες καὶ ἂν εἶναι, σὲ κρατοῦνε σταθερὸ καὶ γενναῖο στὸν πόλεμο καὶ σοῦ διευκολύνουν τὸν δρόμο γιὰ νὰ νικήσῃς.
Στάσου μὲ προσοχὴ καὶ συμμαζέψου καλὰ στὸν ἑαυτό σου γιὰ νὰ πολεμήσῃς ὄχι μόνο τὶς μεγάλες καὶ ἀποτελεσματικὲς ἐπιθυμίες σου, ἀλλὰ ἀκόμη καὶ τὶς μικρὲς καὶ ἐλαφριὲς τοῦ κάθε σου πάθους· γιατὶ οἱ μικρὲς ἀνοίγουν τὸν δρόμο στὶς μεγάλες, ὁπότε καὶ μετὰ ἀπὸ αὐτὰ γεννιοῦνται μέσα μας οἱ κακὲς ἐπιθυμίες· καὶ ἀπὸ τὴν λίγη φροντίδα ποὺ ἔχουν μερικοὶ στὸ νὰ ἀποσπάσουν ἀπὸ τὴν καρδιά τους τὶς μικρὲς ἐπιθυμίες, ἀφοῦ κυρίευσαν τὶς μεγάλες τοῦ ἰδίου πάθους, ἀκολουθεῖ σὲ αὐτοὺς ἀνέλπιστα καὶ ξαφνικά, νὰ βλαφθοῦν καὶ νὰ νικηθοῦν ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς τους μὲ δύναμι καὶ φθορὰ περισσότερη παρὰ ἀπὸ ὅ,τι πρίν.
Σοῦ ὑπενθυμίζω ἀκόμη νὰ περικόβῃς καὶ νὰ ἀπονεκρώνῃς τὶς ἐπιθυμίες καὶ τὰ θελήματά σου, ἀκόμη καὶ γιὰ πράγματα ποὺ ἐπιτρέπονται μὲν ἀλλὰ δὲν εἶναι ἀπαραίτητα (καὶ τέτοια εἶναι οἱ πολλὲς συνομιλίες, τὰ λιπαρώτερα φαγητὰ καὶ τὰ παρόμοια). Γιατὶ ἀπὸ αὐτὸ θὰ σὲ ἀκολουθήσουν πολλὰ καλά. Γιατὶ αὐτὰ θὰ σὲ κάνουν περισσότερο προετοιμασμένο καὶ πιὸ πρόθυμο νὰ νικᾷς τὸν ἑαυτό σου καὶ στὰ ἄλλα. Γιατὶ θὰ γίνῃς δυνατώτερος καὶ ἐμπειρότερος στὸν πόλεμο τῶν πειρασμῶν γιατὶ θὰ ἀποφύγῃς διάφορες παγίδες τοῦ διαβόλου καὶ θὰ κατορθώσῃς πράγματα πολὺ ἀρεστὰ στὸ Θεό.
Λοιπὸν ἐὰν ἀκολουθήσῃς, ἀγαπητέ, μὲ τὸν τρόπο αὐτὸν ποὺ σοῦ εἶπα αὐτὰ τὰ ἅγια γυμνάσματα, νὰ εἶσαι βέβαιος πὼς σὲ λίγο καιρὸ θὰ προκόψῃς πολὺ καὶ θὰ γίνῃς ἄνθρωπος πνευματικὸς ἀληθινὰ καὶ πραγματικὰ καὶ ὄχι ψεύτικα καὶ στὸ ὄνομα μόνο. Γιατὶ ἂν ἐπιχειρήσῃς ἄλλο τρόπο καὶ ἄλλα γυμνάσματα εὐχάριστα στὴν ἐπιθυμία σου, τόσο ποὺ νὰ νομίζῃς ὅτι ἑνώθηκες μὲ τὸν Θεὸ καὶ τοῦ συνομιλεῖς γλυκά, γνώριζε, ὅτι δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀποκτήσῃς τὴ χάρι τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἢ καμμία ἀρετὴ ἐπειδὴ ἡ χάρις τοῦ Πνεύματος, καθὼς εἶπα στὸ α´ κεφάλαιο, δὲν ἀποτελεῖται οὔτε γεννιέται ἀπὸ γυμνάσματα εὐχαριστήσεως καὶ παρόμοια μὲ τὴ φύσι μας, ἀλλὰ ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ βάζουν τὴ φύση στοὺς σταυροὺς καὶ τὶς κακοπάθειες, καὶ ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ἀνακαινίζεται ὁ ἄνθρωπος μέσα ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν καὶ ἑνώνεται μὲ τὸν ἐσταυρωμένο του Ποιητῆ.
Γνώριζε καὶ αὐτό, ὅτι καθὼς οἱ συνήθειες τῶν κακῶν γίνονται μὲ πολλὲς καὶ συχνὲς πράξεις τῆς λογικῆς θελήσεως, ἐπειδὴ αὐτὴ εἶναι ποὺ παραδίνεται στὶς παράλογες ἐπιθυμίες τῆς αἰσθήσεως. Ἔτσι καὶ οἱ συνήθειες τῶν εὐαγγελικῶν ἀρετῶν, ἀποκτῶνται μὲ τὸ νὰ κάνῃς πράξεις συχνὲς καὶ πολλὲς καὶ νὰ παραδίνεσαι στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὸ ὁποῖο εἴμαστε προσκαλεσμένοι πότε στὴ μία ἀρετὴ καὶ πότε στὴν ἄλλη. Γιατὶ καθὼς ἡ λογικὴ θέλησί μας, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ εἶναι κακὴ καὶ γήινη, ὅσο καὶ ἂν πολεμῆται ἀπὸ τὴν παράλογη ἐπιθυμία τῆς σάρκας καὶ ἀπὸ τὴν κακία, ἂν δὲν παραδοθεῖ μόνη της σὲ αὐτὴ καὶ ὑποταχτεῖ· ἔτσι πάλι αὐτή, δὲν μπορεῖ ποτὲ νὰ εἶναι ἐνάρετη καὶ ἑνωμένη μὲ τὸν Θεό, ἂν καὶ προσκαλῆται ἀπὸ τὴν χάρι του, ἂν δὲν παραδοθῆ ὁλοκληρωτικὰ στὸ θέλημα καὶ στὴ χάρι αὐτοῦ, τόσο μὲ τὶς ἐσωτερικὲς πράξεις ὅσο καὶ μὲ τὶς ἐξωτερικές.
1. Ὅσοι μὲν ἀφοῦ πρόκοψαν στὴν πρακτικὴ ἔγιναν δυνατοὶ στὸ λογισμό, μὲ τὸ νὰ ἐλευθερωθοῦν ἀπὸ κάθε ψεύτικη καὶ παράλογη δόξα, ἀπόκτησαν δὲ σωστὸ λόγο μέσα ἀπὸ τὴ θεωρία τῶν ἀληθινῶν καὶ πνευματικῶν λόγων, αὐτῶν ποὺ βρίσκονται μέσα στὴν θεία Γραφή, ὅσο καὶ στὴν κτίσι, αὐτοὶ μποροῦν νὰ ἀντιστέκωνται καὶ νὰ πολεμοῦν τὰ πάθη καὶ τοὺς λογισμοὺς μὲ ἀντίδρασι ὀξύθυμη, δηλαδή, πότε μὲ ρητά της ἁγίας Γραφῆς, τὰ ἀντίθετα στὰ πάθη ποὺ τοὺς πολεμοῦν καὶ στοὺς λογισμούς, καθὼς μὲ αὐτὴν τὴν ἀντιλογία ὁ Κύριος πολέμησε καὶ νίκησε τὶς τρεῖς προσβολὲς ποὺ τοῦ ἔφερε ὁ πειρασμός, τῆς φιληδονίας, φιλοδοξίας καὶ φιλαργυρίας. Καὶ ἄλλοτε μὲ τὸν ὀρθὸ καὶ φυσικὸ λόγο, τὸν ἀποδεικνύοντα τὸ ψεῦδος καὶ τὴν ἀπάτη τῶν σπαρμένων λογισμῶν καὶ τῶν πολεμούντων παθῶν, γι᾿ αὐτὸ καὶ αὐτοὶ λέγονται ἀληθινὰ ὅτι πολεμοῦν κατ᾿ εὐθεῖαν τους ἐχθροὺς καὶ τοὺς νικοῦν καὶ στεφανώνονται. Ὅσοι ὅμως εἶναι ἀδύνατοι στὸ λογισμό, εἶναι καλύτερα νὰ πολεμοῦν τοὺς λογισμοὺς καὶ τὰ πάθη πλάγια· δηλαδή, ἀμέσως μόλις τοὺς πολεμήσουν οἱ λογισμοὶ ἢ τὰ πάθη, νὰ τρέχουν στὸν Θεὸν μὲ τὴν προσευχή, ἕως ποὺ νὰ καταπαύσουν μὲ τὴν προσευχὴ καὶ τὶς κινήσεις τῶν παθῶν καὶ τὶς ὁμιλίες τῶν λογισμῶν, καθὼς διδάσκει ὁ Ἀββᾶς Ἰσαάκ. (Ἂν καὶ αὐτὸ δὲν λέγεται κυρίως πόλεμος, ἀλλὰ φυγὴ πολέμου γιὰ τὴν ἀδυναμία ποὺ ὑπάρχει). Ὅμως, καὶ οἱ ἀσθενεῖς αὐτοί, κάποτε, ἢ ὅταν μὲ ὑπερβολὴ τοὺς ἐνοχλοῦν τὰ πάθη καὶ οἱ λογισμοί, ἢ ὅταν γνωρίζουν τὸν ἑαυτόν τους πὼς ἔχει δύναμι κατὰ καιρό, πρέπει νὰ πολεμοῦν καὶ κατ᾿ εὐθεῖαν τους λογισμοὺς καὶ τὰ πάθη, γιὰ νὰ φανῆ καὶ ἡ δική τους ἀνδρεία καὶ τὸ ἐλεύθερό της προαιρέσεως αὐτῶν καὶ μισόκακο, καθὼς καὶ αὐτὸ βλέπουμε στὸ ἴδιο τὸν Ἀββᾶ Ἰσαάκ. «Ἐὰν δὲ γένηται φησι καιρὸς ἀντιστῆναι καὶ παλαίσαι πρὸς αὐτὰ (τὰ πάθη δηλ.) καὶ τοῦτο ποιήσωμεν». Πλήν, ὅταν κατ᾿ εὐθείαν πολεμοῦμε τὰ πάθη καὶ τοὺς λογισμούς, ἀκαταμάχητη βοήθεια εἶναι τὸ νὰ κρατοῦμεν ὡς ὅπλο πολεμικό, ἢ μὲ τὴν καρδιὰν ἢ μὲ τὰ χείλη, τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ἤτοι τὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστὲ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ ἐλέησόν με», καθὼς καὶ μπροστὰ λέμε στὸ ις´ κεφάλαιο. Γιατὶ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ τοὺς ἐχθροὺς πολεμοῦμε καὶ νικοῦμε καὶ σὲ αὐτὸ δὲν ὑπερηφανευόμαστε, μὲ τὸ νὰ καταγράφουμε τὴ νίκη αὐτὴ στὸ νικοποιὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου. Σημείωσε, ὅτι ὄχημα μέγιστο καὶ δυνατώτατο εἶναι στὸν πόλεμο τῶν λογισμῶν καὶ τῶν παθῶν ἡ καταφρόνησις. Δηλαδή, τὸ νὰ καταφρονῇ κάποιος σὰν γαυγίσματα σκύλων τὶς προσβολὲς τῶν λογισμῶν καὶ τὶς κινήσεις τῶν παθῶν καὶ μάλιστα τοὺς λογισμοὺς ἐκείνους καὶ τὰ πάθη, ποὺ ἔφθασε νὰ πολεμήσῃ προτύτερα καὶ νὰ διώξη, αὐτὰ δὲ πάλι μὲ ἀναίδεια τὸν ἐνοχλοῦν καὶ γενόμενος σοβαρὸς καὶ σιωπηλὸς στὸν ἑαυτό του, νὰ μὴ θέλῃ, οὔτε νὰ γυρίσῃ νὰ τὰ δῆ, οὔτε νὰ τὰ ἀκούσῃ ἐκπληρώνοντας τὸ ψαλμικὸ ἐκεῖνο ποὺ λέει «Ἐγὼ ὅμως ἔκανα σὰν κουφὸς ποὺ δὲν θέλει ν᾿ἀκούῃ καὶ ἄλαλος ποὺ δὲν ἀνοίγει τὸ στόμα του» (Ψαλμ. 37,14). Ἀλλὰ νὰ τρέχῃ στὸ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς προκοπῆς του, χωρὶς νὰ ἐμποδίζεται ἀπὸ τὰ μηδαμινὰ φόβητρα τῶν λογισμῶν καὶ ὅποιος τὸ ἀγαπᾷ, ἂς χρησιμοποιήσῃ αὐτὸ τὸ ὅπλο καὶ θὰ ὠφεληθῆ πολύ.
2. Συνήθεια θὰ πεῖ, μία μεγάλη εὐκολία, ποὺ λαμβάνει κάποιος στὴν ἀρετὴ ἢ στὴν κακία ἢ σὲ κάποιο ἄλλο κανένα ἔργο καὶ τέχνη, ἡ ὁποία μὲ εὐκολία ἀποκτᾶται καὶ γίνεται, ἀπὸ πολυχρόνιους καὶ συνεχεῖς πράξεις καὶ ἐνέργειες τῆς ἀρετῆς ἢ κακίας ἢ τοῦ ἔργου καὶ τῆς τέχνης· γι᾿αὐτὸ καὶ αὐτὴ ἡ συνήθεια, δεύτερη φύση ὀνομάζεται ἐπειδή, καθὼς ἡ φύση, οὕτως καὶ αὐτὴ μὲ εὐκολία προβάλλει τὶς ἐνέργειές της.
3. Ἄριστα τοῦτο ἐδῶ διδάσκεται δὲ σύμφωνα μὲ τὸν Ἀββᾶ Ἰσαὰκ ποὺ λέει, ὅτι εἶναι καλύτερο νὰ ἐξαπατοῦμε καὶ νὰ νικᾶμε τὰ πάθη μὲ τὴν ἐνθύμησι τῶν ἀντιθέτων σε αὐτὰ ἀρετῶν, παρὰ μὲ τὴν ἀντίστασι. «Κρεῖσσον ἐν τῇ μνήμῃ τῶν ἀρετῶν ὑποκλέπτειν τὰ πάθη, ἢ τῇ ἀντιστάσει». Ὁπότε, ἐπειδὴ καὶ τὰ τρία εἶναι τὰ μέρη τῆς ψυχῆς, λογιστικό, ἐπιθυμητικὸ καὶ θυμικό, γνώριζε ὅτι, ἀπὸ αὐτὰ τὰ τρία γεννοῦνται καὶ οἱ τριῶν εἰδῶν λογισμοί. Καὶ ἀπὸ μὲν τὸ λογιστικὸ γεννοῦνται οἱ λογισμοὶ τῆς ἀπιστίας, τῆς ἀχαριστίας πρὸς τὸν Θεὸ καὶ τοῦ γογγυσμοῦ, τῆς ἀδιακρισίας, τῆς ἀγνωσίας καὶ ἁπλά, ὅλοι οἱ καλούμενοι καθολικὰ βλάσφημοι λογισμοί, ἀπὸ δὲ τὸ ἐπιθυμητικὸ γεννοῦνται οἱ λογισμοὶ τῆς φιληδονίας, φιλοδοξίας, φιλαργυρίας καὶ ἁπλά, ὅλοι οἱ καλούμενοι αἰσχροὶ λογισμοί· ἀπὸ δὲ τὸ θυμικὸ γεννοῦνται οἱ λογισμοὶ τῶν φόνων, τῆς ἐκδικήσεως, φθόνου, μίσους, ταραχῆς καὶ ἁπλά, ὅλοι οἱ καλούμενοι πονηροὶ λογισμοί. Λοιπὸν ἐσὺ πρέπει νὰ νικᾷς αὐτὰ μὲ τὶς ἀντίθετές τους ἀρετές· δηλαδή, τὴν ἀπιστία, μὲ τὴν ἀδίστακτη πίστι στὸ Θεό, τὴν ἀχαριστία καὶ τὸν γογγυσμὸ πρὸς τὸν Θεό, μὲ τὴν εὐχαριστία, τὴν ἀδιακρισία, μὲ τὴν διάκρισι τοῦ καλοῦ καὶ κακοῦ· τὴν ἀγνωσία, μὲ τὴν ἀληθινὴ γνῶσι αὐτῶν ποὺ ὑπάρχουν ἀληθινὰ καὶ τὶς βλασφημίες, μὲ τὶς δοξολογίες. Παρόμοια τὴν φιληδονία μὲ τὴν ἐγκράτεια καὶ τὴν νηστεία, τὴν φιλοδοξία μὲ τὴν ταπείνωσι καὶ τὴν φιλαργυρία μὲ τὴν λιτότητα. Παρομοίως, τὸν φθόνο καὶ μῖσος, μὲ τὴν ἀγάπη, τὴν ἐκδίκηση μὲ τὴν πραότητα καὶ ὑπομονή, τὴν ταραχὴ μὲ τὴν εἰρήνη τῆς καρδιᾶς. Καὶ γιὰ νὰ πῶ γενικὰ μὲ τὸν Ἅγιο Μάξιμο: Τὸ μὲν λογιστικὸ τῆς ψυχῆς σου, στόλιζέ το μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς προσευχῆς, καὶ θείας γνώσεως. Τὸ ἐπιθυμητικό, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ἐγκράτειας· καὶ τὸ θυμικό, μὲ τὴν ἀρετὴ τῆς ἀγάπης· καὶ βέβαια τὸ φῶς τοῦ νοῦ σου δὲν θὰ σκοτισθῆ ποτέ, οἱ δὲ προηγούμενοι λογισμοί, μποροῦν εὔκολα νὰ γεννηθοῦν ἀπὸ αὐτούς.
4. Ὁ θεῖος Χρυσόστομος (ὁμιλ. ιε´, Κεφάλ. ε´ τοῦ κατὰ Ματθαῖον) λέει, ὅτι ὁ Κύριος στὸ Κεφάλαιο αὐτὸ διδάσκει ἐννέα βαθμούς, στοὺς ὁποίους ἀνεβάζει ὅλους τοὺς Χριστιανοὺς μὲ τὶς ἁγίες του ἐντολὲς
- ὅτι, οἱ Χριστιανοὶ δὲν πρέπει νὰ ἀδικοῦν κάποιους·
- ὅτι ἂν ἀδικήσῃ κάποιος αὐτούς, αὐτοὶ πρέπει νὰ μὴ τὸν ἐκδικοῦνται μὲ τὴν ἴδια ἀδικία·
- ὅτι νὰ μὴ κάνουν στοὺς ἄλλους, ἐκεῖνα τὰ κακὰ ποὺ τοὺς ἔκαναν ἐκεῖνοι, ἀλλὰ νὰ τὰ ὑπομένουν καὶ νὰ ἡσυχάζουν
- ὄχι μόνο νὰ ἡσυχάζουν, ἀλλὰ καὶ νὰ δώσουν θεληματικὰ τὸν ἑαυτό τους στὸ νὰ πάθουν τὰ κακά·
- τὸ καὶ νὰ δώσουν τὸν ἑαυτό τους στὰ πάθη περισσότερο καὶ προθυμώτερα, παρὰ ὅπου θέλει ἐκεῖνος ποὺ τοὺς κακοποιεῖ·
- τὸ νὰ μὴ μισήσουν ἐκεῖνο ποὺ τοὺς κακοποιεῖ·
- τὸ καὶ νὰ ἀγαπήσουν αὐτὸν ἀπὸ τὴν καρδιά τους·
- τὸ καὶ νὰ τὸν εὐεργετήσουν
- τὸ νὰ παρακαλοῦν καὶ τὸν Θεὸ γι᾿ αὐτόν.
Ὁ δὲ ἅγιος Συμεὼν ὁ νέος θεολόγος, στὸ λόγο σχετικὰ μὲ τὴν ἀπάθεια καὶ τῶν χαρισμάτων της, προσθέτει κοντὰ στοὺς ἐννέα βαθμοὺς καὶ ἄλλους τρεῖς μεγαλύτερους, δηλαδή,
- τό, ὄχι μόνο νὰ προσευχώμεθᾳ γιὰ αὐτοὺς ποὺ μᾶς κακοποιῆσαν, ἀλλὰ καὶ τὸ νὰ τυπώνουμε νοερὰ στὴν φαντασία μας τὰ πρόσωπά τους καὶ νὰ τὰ φιλᾶμε μὲ ἀπάθεια, μὲ δάκρυα ἀγάπης, σὰν γνήσιους φίλους.
- τὸ νὰ φυλᾶμε πρὸς αὐτοὺς καὶ στὸν ἴδιο χρόνο ποὺ μᾶς κακοποιοῦν, ἴδια καὶ χωρὶς ἀλλαγὲς τὴν διάθεσι τῆς καρδιᾶς μας. Καὶ
- τὰ νὰ ξεχνᾷ κανεὶς τελείως ὅλα ὅσα ἔπαθε καὶ νὰ μὴ τὰ ἐνθυμῆται, τόσο ὅταν εἶναι παρόντες αὐτοὶ ποὺ τὸν κακοποίησαν, ὅσο καὶ ὅταν λείπουν, ἀλλὰ νὰ φέρεται σὲ αὐτοὺς χωρὶς καμμία σκέψι, καθὼς φέρεται καὶ στοὺς φίλους του, συνομιλώντας καὶ συντρώγοντας μὲ αὐτούς.
Πηγή: (Ἀόρατος Πόλεμος - Μέρος 1ον - Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης), Ορθόδοξοι Πατέρες