Μέσα στο πολυπληθές νέφος των ενδόξων μαρτύρων της χριστιανικής πίστεως κατά τους πρώτους χριστιανικούς αιώνες συγκαταλέγεται και η αθληφόρος παρθενομάρτυς του Χριστού Αγία Τατιανή, η οποία αναδείχθηκε «τῆς Ἐκκλησίας θεῖον κλέισμα», «τῶν διακόνων σεπτόν ἐγκαλλώπισμα», «τῆς ἀρετῆς τό καύχημα» και «τῆς θυσίας τό ἀγλάισμα».
Η τιμώμενη από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 12 Ιανουαρίου πάνσεμνος νύμφη και ένδοξος μάρτυς του Χριστού Αγία Τατιανή, η «περιβεβλημένη ταῖς ἀρεταῖς τό ἀήττητον, καί πεποικιλμένη ἐλαίῳ τῆς ἁγνείας καί τῷ αἵματι τῆς ἀθλήσεως», καταγόταν από τη Ρώμη και έζησε επί των ημερών του αυτοκράτορος Αλεξάνδρου Σεβήρου (222-235μ.Χ.). Ήταν γόνος πλούσιας και αριστοκρατικής οικογένειας και ο πατέρας της είχε διατελέσει τρεις φορές ύπατος που ήταν το ανώτατο αιρετό δημόσιο αξίωμα των Ρωμαίων. Η αρχοντική καταγωγή και η ευμάρεια της οικογένειάς της εξασφάλισαν στην ενάρετη και όμορφη Τατιανή την απαιτούμενη αγωγή και παιδεία.
Το γεγονός μάλιστα αυτό την κατέστησε αξιοπρόσεκτη και περιζήτητη μέσα στην κοινωνία της Ρώμης. Παράλληλα όμως η πλήρης αφοσίωσή της στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό και ο διαρκής πνευματικός της αγώνας σύμφωνα με το θέλημα του Θεού, την παρακίνησαν στο να προσφέρει πλουσιοπάροχα τις υπηρεσίες της ως διακόνισσα που αποτελούσε άλλωστε θεσμό της αρχαίας χριστιανικής Εκκλησίας. Έτσι επιδόθηκε με όλες τις φυσικές δυνάμεις και τα πνευματικά της χαρίσματα στη διακονία των συνανθρώπων και κυρίως των αναξιοπαθούντων, αφού το έργο των διακονισσών ήταν πρωτίστως τα έργα αγάπης και φιλανθρωπίας. Γι’ αυτό και περιποιόταν τους ασθενείς, εφοδίαζε με τρόφιμα τους ενδεείς και τους πεινασμένους, επισκεπτόταν τους φυλακισμένους και καθοδηγούσε τις γυναίκες στον δρόμο της εναρέτου πολιτείας και της εν Χριστῴ ζωής και σωτηρίας.
Μάλιστα η αριστοκρατική καταγωγή της σε συνδυασμό με τον ένθεο και ακάματο ζήλο, με τον οποίο επιτελούσε τα διακονικά της καθήκοντα, την έκαναν να αποκτήσει ξεχωριστή θέση μεταξύ των χριστιανών, ενώ οι ειδωλολάτρες απορούσαν με το θυσιαστικό πνεύμα και την αυταπάρνηση που επιδείκνυε στο φιλανθρωπικό έργο και τη διακονία των αναξιοπαθούντων. Αξιομνημόνευτος ήταν ο ενθουσιασμός που είχε, όταν βοηθούσε τους ιερείς στις βαπτίσεις των γυναικών, αλλά και όταν τηρούσε την τάξη στις γυναίκες κατά την τέλεση των ιερών ακολουθιών της Εκκλησίας, ενώ απέναντι σε κάθε αναξιοπαθούντα αδελφό επιδείκνυε αξιοθαύμαστη στοργή και ευαισθησία.
Το θεάρεστο όμως έργο της θεομακαρίστου νύμφης του Χριστού Αγίας Τατιανής προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, το μίσος των ειδωλολατρών της Ρώμης. Γι’ αυτό και όταν κηρύχθηκε διωγμός εναντίον των χριστιανών επί των ημερών του αυτοκράτορος Αλεξάνδρου Σεβήρου, βρήκαν την ευκαιρία οι φανατικοί ειδωλολάτρες να καταγγείλουν στις ρωμαϊκές αρχές την πάνσεμνο Τατιανή ως χριστιανή. Έτσι συνελήφθη για την πίστη της και οδηγήθηκε ενώπιον των αρχόντων για να απολογηθεί. Κατά την ανάκριση που διατάχθηκε, η ενάρετος και ευσεβής Τατιανή ομολόγησε με ξεχωριστή παρρησία και αξιοθαύμαστο θάρρος την πίστη της στον Ενανθρωπήσαντα Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα.
Όμως παρά τις προσπάθειες που καταβλήθηκαν είτε με υποσχέσεις για πλούσια δώρα είτε με κολακείες ή ακόμα και με απειλές για φρικτά μαρτύρια, δεν κατόρθωσαν οι ειδωλολάτρες άρχοντες να τη μεταπείσουν να αρνηθεί τη χριστιανική της πίστη και να προσκυνήσει τα ψεύτικα είδωλα. Μάλιστα κατ’ εντολήν του ίδιου του αυτοκράτορος οδηγήθηκε μετά βίας στον ειδωλολατρικό ναό του Απόλλωνα για να προσφέρει θυσία στα άψυχα είδωλα. Εκεί αφού προσευχήθηκε με όλη της τη δύναμη στον Κύριο, συνταράχθηκαν τα ειδωλολατρικά αγάλματα που βρίσκονταν μέσα στο ναό και μάλιστα με τέτοια ένταση, ώστε όλα κατέπεσαν και συνετρίβησαν. Το γεγονός αυτό εξαγρίωσε τον αυτοκράτορα και τους παριστάμενους στρατιώτες σε τέτοιο βαθμό, ώστε μετά και τη θαρραλέα ομολογία της στον Ιησού Χριστό, δόθηκε η εντολή να την υποβάλουν σε φρικτά βασανιστήρια.
Αρχικά τη χτύπησαν ανελέητα στο πρόσωπο, ενώ με σιδερένια νύχια της έσχισαν τα βλέφαρα και τα μάγουλα. Η Τατιανή παρέμεινε όμως σταθερή και αλύγιστη στη χριστιανική της πίστη, ενώ προσευχόταν για τη σωτηρία των βασανιστών της, ώστε να γνωρίσουν και εκείνοι τον αληθινό Θεό. Έτσι η προσευχή της αθληφόρου μάρτυρος ήταν τόσο δυνατή, ώστε οκτώ στρατιώτες πίστεψαν στο όνομα του Κυρίου και της ζήτησαν να τους συγχωρήσει. Η μεταστροφή όμως των βασανιστών της Αγίας εξόργισε τον αυτοκράτορα, ο οποίος έδωσε αμέσως τη διαταγή να τους κρεμάσουν και να τρυπήσουν τα σώματά τους με κοφτερά σπαθιά, ενώ κατόπιν τους αποκεφάλισαν.
Μετά τη μαρτυρική τελείωση των οκτώ βασανιστών οδηγήθηκε και πάλι η αθληφόρος μάρτυς ενώπιον των αρχόντων για να την πείσουν να θυσιάσει στους ψεύτικους ειδωλολατρικούς θεούς. Μάλιστα προσπάθησαν να τη δελεάσουν με διάφορες υποσχέσεις και κολακείες. Όμως η πλήρης αφοσίωσή της στον Ιησού Χριστό εξαγρίωσε και πάλι τους φανατικούς ειδωλολάτρες, οι οποίοι αφού τη γύμνωσαν, άρχισαν να τη χτυπούν με σιδερένια ραβδιά. Κατόπιν την κρέμασαν και της κατέσχισαν το αγνό της σώμα με σιδερένια άγκιστρα και χτένια, ενώ στη συνέχεια την έκλεισαν στη φυλακή. Όμως κανένα από τα φρικτά βασανιστήρια δεν έκαμψε το σθεναρό αγωνιστικό της φρόνημα και την ακλόνητη πίστη της στον ένα και αληθινό Θεό.
Προκειμένου μάλιστα να την ταπεινώσουν και να τη διασύρουν, της έκοψαν όλες τις τρίχες της κεφαλής της, ξυρίζοντάς την. Μ’ αυτόν τον αναίσχυντο τρόπο εξευτελισμού πίστευε ο ειδωλολάτρης αυτοκράτορας ότι θα λύγιζε και θα αναγκαζόταν ντροπιασμένη να προσκυνήσει τα άψυχα και ψευδή είδωλα. Εκείνη όμως θεωρούσε τον ονειδισμό για τον Χριστό τιμή, η οποία θα προστίθετο στις πολλαπλές ευλογίες που είχε ήδη δεχθεί πλουσιοπάροχα από τον Θεό. Όμως τα φρικτά βασανιστήρια της παρθενομάρτυρος Τατιανής, τα οποία υπέμεινε με ανείπωτη αγαλλίαση και υπομονή, συνεχίστηκαν με αμείωτη ένταση, αφού διατάχθηκε να τη ρίξουν και σε πυρακτωμένο καμίνι. Αλλά και μέσα στη φωτιά η αθληφόρος μάρτυς του Χριστού διαφυλάχθηκε σώα και αβλαβής χάρη στην πανσθενουργό δύναμη του Κυρίου, όπως είχε συμβεί και με τους εν Καμίνῳ Αγίους Τρεις Παίδες Ανανία, Αζαρία και Μισαήλ. Κατόπιν την έριξαν σε πεινασμένα άγρια θηρία για να την κατασπαράξουν, αλλά εκείνα δεν της επιτέθηκαν καθόλου και έτσι δεν της προξένησαν απολύτως καμία βλάβη.
Βλέποντας ο αυτοκράτορας Αλέξανδρος Σεβήρος το συνεχιζόμενο ακμαίο αγωνιστικό φρόνημα και την ακλόνητη χριστιανική πίστη της πολυάθλου μάρτυρος παρά τα φρικτά βασανιστήρια, στα οποία υποβλήθηκε, διέταξε να την αποκεφαλίσουν έξω από την πόλη. Τότε η πάνσεμνος νύμφη του Χριστού οδηγήθηκε στον χώρο της θανατικής της εκτέλεσης και αφού προσευχήθηκε στον Ουράνιο Νυμφίο που την αξίωσε να μείνει μέχρι τέλους αφοσιωμένη και πιστή σ’ Εκείνον, ο Οποίος σταυρώθηκε και αναστήθηκε για τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους, δέχθηκε με αγαλλίαση το επίγειο τέλος της. Έτσι με τη δι’ αποκεφαλισμού μαρτυρική της τελείωση έλαβε επάξια από τον αθλοθέτη Κύριο τον καλλίνικο και αμάραντο στέφανο του μαρτυρίου για να συνευφραίνεται αιώνια μαζί με τον Νυμφίο Χριστό. Έκτοτε η θεομακάριστος διάκονος και πάνσεμνος νύμφη του Χριστού Αγία Τατιανή, η οποία αναδείχθηκε «κλέος καί σεπτό ἐγκαλλώπισμα τῶν χριστομαρτύρων», τιμάται από την Ορθόδοξη Εκκλησία μας στις 12 Ιανουαρίου.
Παράλληλα υμνείται και γεραίρεται τόσο μέσα από την Ασματική της Ακολουθία, η οποία εποιήθη στο Άγιον Όρος το 1916 με την επιμέλεια του εξ Αιγίνης Μοναχού Διονυσίου, του ενασκουμένου στην Ιερά Σκήτη των Καυσοκαλυβίων όσο και μέσα από τον Παρακλητικό Κανόνα που συντάχθηκε προς τιμήν της από τον Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Νικόδημο Αεράκη, Ιεροκήρυκα της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης, κατόπιν παρακλήσεως της φιλαγίου κ. Σουλτάνας Χαραλάμπους Παπαστάμου εκ Πτολεμαΐδος. Από τα ιερά της λείψανα η τιμία κάρα της μεταφέρθηκε μετά την Άλωση της Κωνσταντινουπόλεως και κατά το έτος 1490 στη Μονή Μπίστριτσα που βρίσκεται πλησίον της πόλεως Κραϊόβα της Ρουμανίας, αλλά από το 1955 φυλάσσεται πλέον στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Δημητρίου Κραϊόβας.
Η Αγία παρθενομάρτυς Τατιανή τιμάται ιδιαιτέρως στην Αίγινα, αφού στη θέση Λάκκα της πόλεως Αιγίνης υπάρχει ομώνυμος ιερός ναός, ο οποίος ανεγέρθηκε στις αρχές του 20ου αιώνος μετά από τις κατ’ όναρ αλλεπάλληλες εμφανίσεις της ίδιας της Αγίας στην Ελένη Θεοδοσίου Μοίρα (το γένος Ιωάννου Κολοκέντη) και την επακολουθείσα θαυματουργική ανεύρεση της ιεράς εικόνος της. Όλα ξεκίνησαν στις 22 Σεπτεμβρίου 1898, όταν ένα απροσδόκητο όνειρο συντάραξε την ηρεμία της νύχτας στο σπίτι της Ελένης Μοίρα. Στην ευσεβή αυτή γυναίκα εμφανίσθηκαν ξαφνικά στον ύπνο της δύο λευκοντυμένες γυναίκες, οι οποίες της παρέδωσαν μία επιστολή. Στην αξιοπερίεργη αυτή ουράνια οπτασία δεν έδωσε αρχικά καμία απολύτως σημασία. Μετά όμως από οκτώ ημέρες παρουσιάσθηκε στον ύπνο της ένας ηλικιωμένος, ο οποίος καθόταν στην κορυφή ενός βουνού.
Αφού την κάλεσε κοντά του, ξαφνικά το βουνό εξαφανίσθηκε και η ευσεβής Ελένη βρέθηκε μέσα σε μία εκκλησία, όπου στο Άγιο Βήμα εκτός από την Αγία Τράπεζα υπήρχε μία χρυσή εικόνα και ένα αναμμένο καντήλι, ενώ μπροστά στην πόρτα υπήρχε ένα συναξάριο με την επιγραφή: «Το μαρτύριον της Αγίας Τατιανής». Μετά την απροσδόκητη αυτή αποκάλυψη άρχισε η ευσεβής γυναίκα φωνάζοντας να καλεί τους χριστιανούς να προσκυνήσουν, αλλά μία γυναίκα μ’ ένα βρέφος στα χέρια, της απαγόρευσε να φωνάζει. Η δυσερμήνευτη αυτή οπτασία έκανε την Ελένη να απορεί και να διστάζει, χωρίς να γνωρίζει τι ακριβώς σημαίνουν αυτά που είδε και τι πρέπει να κάνει.
Επί πέντε όμως συνεχή έτη παρουσιαζόταν η Αγία Τατιανή στον ύπνο της, εκφράζοντας έντονα το παράπονο για τον δισταγμό και την αδιαφορία που επιδείκνυε στο να σκάψει στο σημείο του κτήματός της που όριζε η ίδια η Αγία, ώστε να ανευρεθεί η ιερά εικόνα της και να ανεγερθεί κατόπιν ιερός ναός επ’ ονόματί της. Μετά όμως από τις αλλεπάλληλες κατ’ όναρ εμφανίσεις της Αγίας αποφάσισε κάποια στιγμή η Ελένη να άρει τις επιφυλάξεις και τους δισταγμούς της και να σκάψει στο σημείο του κτήματός της στη θέση Λάκκα της πόλεως Αιγίνης για να διαπιστώσει, εάν τα όνειρά της ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Έτσι στις 4 Δεκεμβρίου του 1903 και κατά τη διάρκεια της ανασκαφής ευρέθη εικόνα της Υπεραγίας Θεοτόκου, κατόπιν ευρέθη εικόνα του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου (επ’ ονόματί του τιμάται το αριστερό κλίτος του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Αιγίνης), ενώ στις 17 Δεκεμβρίου, ημέρα μνήμης και εορτασμού του πολιούχου του νησιού Αγίου Διονυσίου (επ’ ονόματί του τιμάται το δεξιό κλίτος του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Αιγίνης), ανευρέθη η ιερά εικόνα της Αγίας Τατιανής.
Το θαυμαστό και υπερφυές αυτό γεγονός προκάλεσε αισθήματα απερίγραπτης πνευματικής αγαλλίασης στους ευσεβείς κατοίκους του ευλογημένου νησιού της Αίγινας και όλοι επιδόθηκαν με ιδιαίτερη χαρά και επιμέλεια στην ανέγερση του ιερού ναού στο κτήμα, όπου ανευρέθη η ιερά εικόνα της Αγίας. Πρόκειται μάλιστα για τον μοναδικό σε ολόκληρο τον ελλαδικό χώρο καταγεγραμμένο ναό επ’ ονόματί της, ο οποίος σήμερα αποτελεί παρεκκλήσιο του χρονολογούμενου από το 1806 ιστορικού Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Αιγίνης.
Μετά τη θαυματουργική ανεύρεση της ιεράς εικόνος της Αγίας Τατιανής και την ανέγερση του ομωνύμου ιερού ναού η Ελένη Θεοδοσίου Μοίρα αφιερώθηκε στον Θεό και μάλιστα μετά τη χηρεία της εκάρη μοναχή λαμβάνοντας το όνομα Τατιανή. Πάμπολλα είναι και τα θαύματα που έχει επιτελέσει η αθληφόρος μάρτυς δια της χάριτος του Θεού. Μεταξύ αυτών παιδί που συνταξίδευε με τη μητέρα του και έπεσε στη θάλασσα, διασώθηκε από την Αγία, αφού βρέθηκε μέσα σε λέμβο, ενώ κοπέλα από το Καστελλόριζο που έπασχε από αιμορραγία και θεραπεύθηκε, δώρισε από ευγνωμοσύνη ένα βραχιόλι στον ναό της Αγίας στην Αίγινα.
Αλλά και κατά τη διάρκεια της ανεγέρσεως του ναού στην Αίγινα δεκατριάχρονο κορίτσι είδε κατ’ όναρ την Αγία Τατιανή, η οποία του έδωσε την εντολή να ανοίξει πλησίον του ναού πηγάδι, από το οποίο ανέβλυσε άφθονο νερό. Όμως ακόμη και κατά τα τελευταία χρόνια αρκετοί είναι αυτοί που έχουν γίνει αποδέκτες των θαυμάτων της Αγίας, γεγονός που επιβεβαιώνει περίτρανα τη ζωντανή της παρουσία και τη θαυματουργική της χάρη στο ευλογημένο νησί της Αίγινας. Ας επικαλεσθούμε λοιπόν τις πρεσβείες της στη σημερινή τεχνοκρατική εποχή μας για να παραδειγματιστούμε από τον ένθερμο ζήλο της στη διακονία των αναξιοπαθούντων αδελφών μας, αλλά και από την ακλόνητη πίστη της στον Κύριο ημών Ιησού Χριστό, τον μόνο αληθινό Θεό.
Βιβλιογραφία
[1] Αεράκη Νικοδήμου Γ., Αρχιμανδρίτου –Ιεροκήρυκος, Κανών Παρακλητικός της Αγίας ενδόξου μάρτυρος Τατιανής, Αθήναι 2009.
[2] Βίος και Ακολουθία της Αγίας Τατιανής, Επιμέλεια Αθηνάς Νικολάου Χριστοπούλου, Αθήνα 1989.
Η Αγία Τατιανή με έσωσε από τα πυρά των βομβαρδιστικών
Ήταν Αύγουστος του 2006, είχε ήδη περάσει όλο το καλοκαίρι κι εγώ κάλυπτα δημοσιογραφικά τον πόλεμο Λιβάνου-Ισραήλ ακόμη. Σε εκείνον τον πόλεμο άλλαξα εντελώς φιλοσοφία στη ζωή μου. Είχα χάσει τους συνεργάτες μου στον βομβαρδισμό της Τήρου στο Νότιο Λίβανο την ώρα που εγώ είχα βγει από το νοσοκομείο για να φέρω ένα συνάδελφο στο καταφύγιο κι εκείνοι είχαν μείνει μέσα. Είχα γλυτώσει από έναν δεύτερο βομβαρδισμό στο χωριό Κάνα όπου σκοτώθηκαν 54 παιδιά μεσα στο καταφύγιο για το οποίο γεγονός σχεδόν δεν μπορούσα να αρθρώσω λέξη στον αέρα των ειδήσεων αφού ήμουν από τους λίγους δημοσιογράφους στο χωριό που βομβαρδιζόταν ανελέητα (δεν θελω να πω πολλά).
Τώρα προς το τέλος Αυγούστου και αφού ο Νότιος Λίβανος είχε ισοπεδωθεί έπρεπε να φύγω από την πλευρά της Συρίας και να βγω από τη χώρα μέσα στη νύχτα. Σε αυτόν τον πόλεμο είχα έναν καλό άγγελο που την έλεγαν Τατιάνα που με όλη της την οικογένεια με βοήθησαν και με έσωσαν πολλές φορες προσφέροντάς μου ασφαλή μέρη να μένω.
Το βράδυ εκείνο που έφευγα λοιπόν η Τατιάνα με πήρε αγκαλιά και μου έδωσε μια μικρή εικόνα μιας Αγίας που δεν ήξερα. Ήταν ανήσυχη για την έκβαση της εξόδου μου από τη χώρα. «Είναι η Αγία Τατιάνα μου είπε, σε παρακαλώ πάρτην μαζί σου. Θα σε προστατεύει».
Το ίδιο βράδυ λίγο πριν τα μεσάνυχτα περνούσα την κατεστραμμένη περιοχή και τις βομβαρδισμένες γέφυρες με τον λιβανέζο οδηγό που θα με περνούσε στα σύνορα της Συρίας. Είχε μείνει μία και μοναδική γέφυρα που ήταν ακόμη στη θέση της και απο αυτήν επιχειρήσαμε να περάσουμε.
Ξαφνικά πάνω από τα κεφάλια μας λίγο πριν τα σύνορα με τη Συρία άρχισαν τα βομβαρδιστικά να γαζώνουν πίσω μας τη γέφυρα που μόλις περνούσαμε. Έσφιξα την εικόνα στα χέρια μου και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά. Κοίταξα τον οδηγό που είχε πατήσει τέρμα το γκάζι κάνοντας το αυτοκίνητο να μουγκρίζει και κλείνοντας τα μάτια μου προσευχήθηκα ώσπου βρέθηκα πια στο σημείο των Συνόρων με τη Συρία έχοντας ξεπεράσει τον κίνδυνο. Η μοναδική γέφυρα που ένωνε τις δύο χώρες είχε πια ισοπεδωθεί!
Εκεί οι Σύριοι στρατιώτες με ρωτούσαν δίνοντάς μου τσάι μαραμίγιε ποιον άγιο είχα βοηθό……
Γράφω αυτήν την ιστορία γιατί σήμερα* γιορτάζει η Αγία αυτή η οποία μαρτύρησε για την πίστη της και έτσι θέλω να ΕΥΧΗΘΩ χρόνια πολλά και στην μακρινή μου φίλη Τατιάνα που ζει, Δόξα τω Θεώ ασφαλής, ακόμη στο Λίβανο.
*Το κείμενο γράφτηκε στις 12 Ιανουαρίου 2017, ημέρα που εορτάζει η Αγία Τατιανή.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.
Ἰσχύϊ τῆς πίστεως, κραταιωθεῖσα σεμνή, νομίμως ἐνήθλησας, ὑπὲρ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ, Τατιανὴ ἔνδοξε· πάσας γὰρ τὰς ἰδέας, τῶν δεινῶν ἐνεγκοῦσα, ᾔσχυνας τὸν Βελίαρ, τῇ ἀτρέπτῳ σου στάσει· ἐξ οὗ τῆς κακοτροπίας πάντας ἀπάλλαξον.
Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Παρθένος σεμνή, καὶ Μάρτυς ἀπερίτρεπτος, ἐδείχθης σαφῶς, Τατιανὴ θεόνυμφε· Χριστὸν γὰρ ποθήσασα, δι’ ἀγώνων τοῦτον ἐδόξασας· ὃν δυσώπει ῥῦσαι ἡμᾶς, παθῶν ἀδοξίας, καὶ παντοίων δεινῶν.
Μεγαλυνάριον.
Ἱερῶν αἱμάτων σου ταῖς βαφαῖς, βάψασα χιτῶνα, ἀφθαρσίας πορφυραυγῆ, ᾧ καὶ στολισθεῖσα, Τατιανὴ θεόφρον, πρὸς φῶς ἀθανασίας, χαίρουσι ἔδραμες.
Πηγή: Καλλιμασιά, Σημεία Καιρών