«Δεν θα αρνηθώ ποτέ τον Θεόν μου, όποιο κι αν είναι το τίμημα, και δεν θα φοβηθώ ποτέ την φωτιά, την αγχόνη και οποιαδήποτε άλλη απειλή γιατί είναι χίλιες φορές προτιμότερος ο μαρτυρικός θάνατος για τον Χριστόν, από τα χίλια «καλά» της προδοσίας».
Αυτοί ήταν οι τελευταίοι λόγοι που εξήλθαν από το άγιο στόμα, με το οποίο διαρκώς ψέλλιζε την ωδή του ἀγαπητού ο Άγιος Οσιομάρτυς της Λαρίσης Δαμιανός ο Χαριτόβρυτος και θαυματουργός.
Γεννήθηκε στην εύανδρη Θεσσαλία και συγκεκριμένα στο χωριό Μυρίχοβο των Αγράφων, το 1510 μ.Χ. από ευσεβείς και ενάρετους γοννείς. Πλησίον τους άκουσε τα πρώτα λόγια για τον Χριστό και την Αγία Του Εκκλησία και διδάχθηκε πως αξίζει πολύ να πιστεύεις στον Θεό, να είσαι ευσυνείδητο μέλος της Εκκλησίας και να αγωνίζεσαι υπέρ Κυρίου του Θεού σου. Μεγαλώνοντας διαπίστωνε καθημερινά πως ο θείος έρωτας πυρπολούσε τη ψυχή του και η αγάπη του για τον Χριστό ολοένα και περισσότερο ενδυναμωνόταν και ολοκληρωνόταν.
Νέος ακόμη, παίρνει τη μεγάλη απόφαση. Εγκαταλείπει την πατρική του εστία και μεταβαίνει στο περιβόλι της Παναγίας μας, στο Άγιον Όρος, όπου εκεί στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Φιλοθέου λαμβάνει το παλλίον του Μεγάλου και Αγγελικού Σχήματος και ρίχνεται σε σκληρούς ασκητικούς αγώνες.
Στη συνέχεια αναζητά ερημικώτερο τόπο κοντά στον ασκητή Δομέτιο, απ’ τον οποίο διδάχθηκε σημαντικά κεφάλαια πνευματικών αναβάσεων περί καθαρισμού της ψυχής, φωτισμού του νοός και εν τέλει περί καθάρσεως της καρδίας.
Κοντά στο μοναχό Δομέτιο αξιώνεται της επισκέψεως και εμφανίσεως του Κυρίου, κατά τον αδιάψευστο λόγο του Κυρίου μας, «ο έχων τας εντολάς μου και τηρών αυτάς, εκείνος εστί ο αγαπών με, ο δε αγαπών με αγαπηθήσεται υπό του Πατρός μου, και εγώ αγαπήσω αυτόν και εμφανίσω αυτώ εμαυτόν» (Ιω. 14,21):
› Δαμιανέ, δεν πρέπει να επιζητείς μόνο το συμφέρον της ψυχής σου, αλλά και των άλλων! του υπέδειξε ο Ίδιος ο Χριστός.
Διερμηνεύοντας αυτόν τον Λόγον του Κυρίου ως θεία εντολή και προτροπή, ο ευλαβέστατος και υπάκουος μοναχός Δαμιανός εξέρχεται του Αγίου Όρους και καταφθάνει ως άλλος Απόστολος Ιησού Χριστού στην περιοχή του Ολύμπου, όπου κηρύσσει το λόγο του Θεού, παρακινεί αυτόν σε μετάνοια, συμφιλιώνει τους ακοινωνήτους , νεκρώνει με τον επιστηρικτικό λόγο του τις έριδες και εξαγγέλλει τα θαυμάσια του Θεού.
Στον Όλυμπο και τα ευλογημένα του χωριά, όλοι μιλούν για έναν χαρισματικό μοναχό που ζέστανε τις καρδιές τους, που εξύψωσε την πεσμένη από την σκλαβιά αξία του Χριστιανικού ονόματός τους, που θύμησε την ανάγκη της επαναστάσεως και της λευτεριάς και της πνευματικής αλλά και της εθνικής.
Οι κρατούντες της εποχής και δη οι Αγαρηνοί του Ολύμπου, αντιλαμβάνονται την επιρροή στο λαό, τον αποκαλούν ψευδοπροφήτη και λαοπλάνο και απαιτούν την άμεση απομάκρυνσή του. Εκείνος εγκαταλείπει τον Όλυμπο για να περάσει στον Κίσσαβο, υπακούοντας στο λόγο του Κυρίου: «όταν δε διώκωσιν υμάς εν τη πόλει ταύτη, φεύγετε εις την άλλην» (Μτθ. ι΄, 23).
Και έτσι, από τον Κίσσαβο καταφθάνει στα ηρωϊκά Άγραφα, όπου ιδρύει την περίφημη Μονή της Παναγίας της Πελεκητής, την οποία με την αρετή και την αγιότητά του καθιστά πανεπιστήμιο της ταπεινώσεως και ορμητήριο ψυχών, για να καταλήξει διωκόμενος και πάλι στην περιοχή της Λάρισας και του Κισσάβου.
Στην πόλη του Αγίου Αχιλλίου και στην ευρύτερη περιοχή της, ξεκινά με ένθεο ζήλο και ακούραστη πνευματική εργασία το Ιεραποστολικό του έργο. Οι Τούρκοι αμέσως πληροφορούνται ότι κατέφθασε ο επαναστάτης. Ποιά ήταν η επανάστασή του; Περιοδεύει την επαρχία της Λαρίσης και κηρύττει Ιησούν Χριστόν και Τούτον Εσταυρωμένον, ενισχύει το θρησκευτικό αλλά και το πατριωτικό φρόνημα των υποδούλων Ελλήνων, ομιλεί συνεχώς στους Ναούς της Λάρισας και στις πλατείες των χωριών της, καταφέρνει και συγκεντρώνει τους νέους, τους συμβουλεύει και τους καθοδηγεί, τους αφυπνίζει, τους θυμίζει την πίστη, τη γενναιότητα και την ευψυχία των προγόνων τους και εκείνοι γοητεύονται από τον άγνωστο αυτό Ιεραπόστολο, που κατανοεί τόσο πολύ τις νεανικές τους καρδιές και που συναισθάνεται την επιθυμία τους να κρατηθεί αναμένη η φλόγα της Πίστεως μέσα στις φοβισμένες καρδιές τους και που ακόμη νοιώθει τον πόθο της ψυχής τους για την ευλογημένη λευτεριά και ανάσταση του ενδόξου γένους τους.
Είναι όμως η εποχή που το κήρυγμα διώκεται, η σθεναρά φωνή τιμωρείται, η αντίσταση πληρώνεται, γι’ αυτό και οι άνθρωποι από μέρα σε μέρα αλλάζουν τόσο, επιδιώκουν τα ασφαλέστερα, γίνονται πρόσφυγες στον τόπο τους, οι καταδιωγμένοι πεδινοί και καμπίσιοι γίνονται τώρα ορεινοί και αναζητούν ασφαλή τόπο στα υψηλά βουνά, τις χιονισμένες ακόμη και το καλοκαίρι βουνοκορφές, όπου από ’κει όπως και από τον κάμπο, δίδουν τη δική τους μαρτυρία.
Εκεί στις παρυφές του Κισσάβου σε χίλια μέτρα υψόμετρο ανεγείρει ο Όσιος Δαμιανός το πνευματικό καταφύγιο των υποδούλων Ελλήνων, την Ιερά Μονή Τιμίου Προδρόμου Ανατολής, το Καθολικό της οποίας σώζεται μέχρι και σήμερα.
Το Μοναστήρι αυτό θεμελιώνεται με τις ευχές, τις προσευχές, τα δάκρυα της μετανοίας και με την ευλογία του Θεού και του Τιμίου Προδρόμου και γίνεται πόλος έλξεως για τους πιστούς , όπου διψούν για τον σωτήριο λόγο του Θεού. Ο Γέροντας της Ιεράς Μονής, Όσιος Δαμιανός, επιτελεί και εδώ το Ιεραποστολικό του έργο και με τους λιγοστούς μοναχούς του εργάζεται το θέλημα του Θεού ευεργετώντας πνευματικά τους άγρυπνους και υπόδουλους συμπατριώτες του.
Ώσπου, μια μέρα το 1568 μ.Χ., εξέρχεται για διάφορες διακονίες της Μονής του στη γειτονική Βουλγαρινή, όπου πέφτει θύμα στην καλοστημένη παγίδα των Αγαρηνών και συλλαμβάνεται, με τη βαρειά κατηγορία ότι παρεμποδίζει το εμπόριο κατά τις Κυριακές και παρακινεί τους «ραγιάδες» να μένουν σταθεροί στην πίστη τους!
Οδηγείται ως εκ τούτου στη φυλακή και το μαρτύριο ξεκινά. Τον αλυσοδένουν και τον κτυπούν καθημερινά. Αιμόφυρτος ζει μέσα στο σκοτεινό και υγρό κελλί της φυλακής. Διαπομπεύεται υπό των αρμοδίων και εξευτελίζεται. Μαστιγώνεται με περισσότερα από εκατό χτυπήματα την ημέρα κατά την εντολή του Τούρκου Διοικητού. Στέρηση τροφής. Ύβρεις και βλασφημίες!
Δεκαπέντε ημέρες ζωντανού μαρτυρίου και ο μαρτυρικός Μοναχός εξαντλημένος και πεινασμένος, χτυπημένος και λαβωμένος, δεν υποχωρεί στα καλέσματα των Αγαρηνών για να αλλαξοπιστήσει. Μοναδική του συντροφιά και πρόξενος χαράς, η ευχή: «Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, ελέησόν με». Αλύγιστος και ανυποχώρητος ομολογεί την Πίστη του στον Άγιο Τριαδικό Θεό:
› Δεν θα αρνηθώ ποτέ τον Θεόν μου, όποιο κι αν είναι το τίμημα, και δεν θα φοβηθώ ποτέ την φωτιά, την αγχόνη και οποιαδήποτε άλλη απειλή γιατί είναι χίλιες φορές προτιμότερος ο μαρτυρικός θάνατος για τον Χριστόν, από τα χίλια «καλά» της προδοσίας.
Τότε ηχεί στα αυτιά του Οσιομάρτυρος η τελική απόφαση του Τούρκου αξιωματικού:
› Αγχόνη και φωτιά. Κρεμάστε τον και κάψτε τον. θανατώστε τον αμέσως και ρίξτε τον στην φωτιά.
Τότε οι στρατιώτες αφού τον κτύπησαν δυνατά στο κεφάλι, τον έριξαν ημιθανή, δηλαδή ζωντανό ακόμη μέσα στην πυρά, στο κέντρο της Λάρισας, κάτω ακριβώς από τον Ιερό Ναό του Αγίου Αχιλλίου, την δε στάχτη των οστέων του την έριξαν στα θολά νερά του Πηνειού ποταμού που κυλούσαν ασταμάτητα προς τον Θερμαϊκό.
Ευλογημένο ποτάμι ο αργυροδείνης ποταμός! Δέχθηκε μέσα του τον Μάρτυρα της Εκκλησίας που οι Αγαρηνοί έκαψαν γιατί δεν αλλαξοπίστησε!
Ούτε ο φόβος όμως, ούτε η απειλή, ούτε ο κίνδυνος, ούτε αυτό το ίδιο το συγκλονιστικό και βασανιστικό ζωντανό μαρτύριο δεν στάθηκε δυνατό να λυγίσει την σθεναρά και ολοκληρωμένη, την βιωματική και τελεία πίστη του πιστού εργάτου του Ευαγγελίου.
Ο Άγιος Δαμιανός θανατώθηκε για την Πίστη του στις 14 Φεβρουαρίου 1568. Έδωσε δυνατή αυτή την ομολογία της Πίστεως στην πιο δύσκολη εποχή, αψηφώντας κάθε κίνδυνο για την ζωή του. Έχυσε το αίμα του για την αγάπη του Χριστού, για την δική μας ελευθερία και κυρίως για να μην αλλοιωθεί η πίστη μας στον μόνο αληθινό Θεό μας.
Άραγε μας προβληματίζει αυτό σήμερα; Αναλογιζόμαστε το ύψος της θυσίας του; Το λόγο για τον οποίο μαρτύρησε με τέτοιο σκληρό και βασανιστικό τρόπο; Η προσευχή μας και σήμερα στην τόσο ταραγμένη εποχή μας επικεντρώνεται στον Όσιο και πολύπαθο αυτόν αθλητή της παρατάξεως του Κυρίου, τον Άγιο Δαμιανό της Λαρίσης το σέμνωμα και του Κισσάβου το καύχημα, όπως τον αποκαλούμε στο Απολυτίκιό του;
Πρέσβευε Άγιε του Θεού, υπέρ των τέκνων σου, φώτισε τις καρδιές μας, στήριξε τον αγώνα μας, σε καιρούς πνευματικής συγχύσεως να επιλέγουμε τον ορθό δρόμο της πίστεως και του Ευαγγελίου, να καταθέτουμε ζωντανή την μαρτυρία του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, να αγαπήσουμε καρδιακά τον μόνο αληθινό Θεό, να κρατήσουμε ανόθευτη και αναλλοίωτη την διδασκαλία της Αγίας μας Εκκλησίας, της μόνης Εκκλησίας, και να παραμείνουμε όπως Εσύ, άχρι τέλους πιστά και γνήσια μέλη της, αγωνιζόμενοι τον καλόν αγώνα της Πίστεως. Αμήν.
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. α’. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
῾Ιερεῖον προσοίσας σὲ Χριστῷ, ῞Αγιε, ἀγαλλόμενος πόθῳ, Δαμιανὲ ἱερέ, νεομαρτύρων τὸν χορὸν ἠγλάϊσας, θεοφόρε. Θρέμμα ᾿Αγράφων τὸ σεπτόν, τὴν πίστιν ἤρδευσας Χριστοῦ πυρί τε καὶ τοῖς βασάνοις. Καὶ νῦν τῷ θρόνῳ Κυρίου ὑπὲρ ἡμῶν πρεσβεύεις πάντοτε.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ΄. Ταχὺ προκατάλαβε.
Εὐφράνθητι σήμερον ἡ ἐν Κισσάβῳ Μονή, καὶ Λάρισα σκίρτησον, Δαμιανοῦ ἡ σεπτὴ πανήγυρις πάρεστι. Δεῦτε οὖν καὶ συμφώνως, ἐν αὐτῇ τῲ Σωτῆρι, ᾄσωμεν ἐν αἰνέσει, τοῦτον ἀνευφημοῦντες, αὐτοῦ ταῖς ἱκεσίαις ὅπως σωζώμεθα.
Ἕτερον Ἀπολυτίκιον (Κατέβασμα) Ἦχος πλ. ἀ'. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Φιλοθέου της μάνδρας σεπτόν ανάστημα, Αγράφων και Θεσσαλίας ιεροκήρυξ λαμπρέ και Καρύτσης των Δολόπων μέγα καύχημα, θεοειδές Δαμιανέ, οσιόαθλε κλεινέ Λαρίσης ο αγιάσας την χθόνα, ρύσαι κακίας του μισοκάλου τους τιμώντας σε.
Κοντάκιον
Ποθῶν ἐκ νεότητος τὴν τῶν ᾿Αγγέλων ζωήν, ἠσκήθης ἀθλούμενος τῇ Φιλοθέου μονῇ, Δαμιανὲ ὅσιε· ὅθεν τῇ ἐπινεύσει θείου Πνεύματος, πάτερ, ἤχθης τῇ Θεσσαλίᾳ, ἐκβοῶν παῤῥησίᾳ, εἰς Χριστοῦ βιοτὴν τὴν ἁγίαν προσκαλῶν τοὺς πιστοὺς καὶ εἰς θέωσιν.
Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ΄. Τῇ Ὑπερμάχῳ.
Τὸν τῆς Ἑλλάδος μοναστὴν τὸν ἀκριβέστατον, καὶ Θετταλίας ἀθλητὴν ὄντως στεῤῥότατον, εὐκλεέστατον τὸ βλάστημα Μυριχόβου, και Κισσάβου δὲ τὸ κλέος καὶ ἀγλάϊσμα, εὐφημοῦντές σε ψυχῆς ἐν ἀγαλλιάσει, καὶ γεραίροντες,· Χαίροις Πάτερ σοι κράζομεν.
Κάθισμα Ἦχος πλ. δ΄. Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς.
Ἐγκαρτερῶν ταῖς προσευχαῖς Θεῷ ὡμίλεις, ἀσκητικῶς Δαμιανὲ σαρκὸς τὰ πάθη, ἀπενέκρωσαι ὄντως Χριστοῦ τῇ δυνάμει, ὀλέσας τὸν ἀλάζονα Πάτερ ἐχθρόν, ἐμπρέψας ἐν πολιτείᾳ μοναδικῇ, νῦν ὁσίως διήνυσας, ἀγείρως ποίμνην τῷ Χριστῳ, τὴν μάνδραν σου περίσωζε, σὲ τιμῶσαν οὖν ἄτρωτον.
Ὁ Οἶκος
Πρὸς τὸ Ἄγγελος πρωτοστάτης.
Ἔνθερμον ἐγκρατείας, ζῆλον ἔχων παμμάκαρ, λιπὼν τὰ ἐν τῷ κόσμῳ, τὸ σχῆμα τὸ σεπτὸν ἐνεδύσω σπουδῇ, ἀκριβῶς ἀσκήσας ἀρετὴν ἅπασαν. Ἀθλήσαντα γενναίως δὲ ὁρῶντές σοι βοῶμεν οὕτω·
Χαίροις, στεῤῥῶς τὰ ἄφθαρτα μισήσας·
χαίροις, ἀνθ’ ὧν τὰ ἑστῶτα ποθήσας.
Χαίροις, πρὸς ἀγῶνας τραπεὶς τῆς ἀσκήσεως·
χαίροις, ἀλγηδόνας ὑποστὰς καὶ ἀθλήσεως.
Χαίροις, πλῆθος πολυάριθμος καταστρέψας δυσσεβῶν·
χαίροις στῖφος πολυσύνθετον ἐκνικήσας πειρασμῶν.
Χαίροις, φωστὴρ Ὁσίων ὁμόζηλε·
χαίροις, ἀστὴρ αὐγάζων πολύφωτε.
Χαίροις, δι’ οὗ ἀπηλέγχθη ἡ πλάνη·
χαίροις, δι’ οὗ Χριστὸς ἀνεφάνη.
Χαίροις Πάτερ σοι κράζοντες.
Μεγαλυνάριον
῾Ριχόβου ᾿Αγράφων θεῖον βλαστόν, Μονῆς Φιλοθέου θρέμμα ἅγιον καὶ λαμπρόν, τὸν ἐν μαρτυρίοις καὶ πυρὶ τελειωθέντα Δαμιανὸν τὸν Νέον ἐγκωμιάσωμεν.