Γι’ αὐτό, ἀδελφοί μου Χριστιανοί, μὴ σκανδαλίζεσθε ἀμέσως, μόλις ἀκούσετε κανένα λόγο ποὺ δὲν σᾶς ἀρέσει. Ούτε καὶ νὰ ταράζεσθε, ὅταν δῆτε κανένα πρᾶγμα, τὸ ὁποῖο ἐκ πρώτης ὄψεως φαίνεται πὼς είναι άπρεπο. Ὄχι, ἀλλὰ κάνετε ὑπομονὴ καὶ σκεφθῆτε καλά, μήπως ὁ λόγος ἐκεῖνος είναι ὠφέλιμος καὶ καλὸς καὶ ἐκεῖνος ποὺ τὸν λέει ἔχει σκοπὸ καὶ διάθεσι νὰ σάς ὠφελήση καὶ νὰ σᾶς διορθώση· ἐσεῖς ὅμως ἀπὸ τὸ πάθος ποὺ ἔχετε σκανδαλίζεσθε καί, πιστεύοντας στὶς ὑποψίες σας, νομίζετε ὅτι είναι σκληρὸς ὁ λόγος ἐκεῖνος καὶ ὀνομάζετε αὐτὸν ποὺ τὸν λέει σκανδαλοποιὸ καὶ φιλοτάραχο.
Ὅμοια καὶ ὅταν δῆτε καὶ μάθετε πώς, ἂς ὑποθέσουμε, ἕνας άδελφός σας ἔκανε κακό, μὴ σκανδαλίζεσθε καὶ ταράζεσθε καὶ ἀρχίζετε ἀμέσως τὶς κατηγορίες, ἀλλὰ νὰ ἐξετάζετε πρῶτα, ἂν είναι ἀληθινὸ ἐκεῖνο ποὺ μάθατε. Διότι ὄχι μόνο ἡ ἀκοὴ τοῦ ἀνθρώπου ψεύδεται καὶ κάνει λάθη, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς καὶ τὰ ἴδια του τὰ μάτια τὸν ἀπατοῦν καὶ τοῦ δείχνουν άλλο ἀντὶ άλλου· τὸ κουπὶ τὸ δείχνουν τσακισμένο μέσα στὸ νερό, καὶ τὴν γῆ, ποὺ είναι ἀκίνητη τὴν δείχνουν ὅτι κινεῖται, ὅταν βρίσκεται σὲ καράβι. Γι’ αὐτὸ ὁ θεοφόρος Μάξιμος παραγγέλλει τὰ ἑξῆς· «Νὰ μὴν ἀνέχεσαι τὶς ὑπόνοιές σου ἢ καὶ άλλων ἀνθρώπων γιὰ σκάνδαλα σὲ βάρος ὡρισμένων άλλων. Διότι ἐκεῖνοι ποὺ παραδέχονται σκάνδαλα, ποὺ συμβαίνουν μὲ ὁποιονδήποτε τρόπο ἢ μὲ τὴν διάθεσι τῆς ψυχῆς ἢ χωρὶς αὐτήν, δὲν γνωρίζουν τὴν ὁδὸ τῆς εἰρήνης, ποὺ ὁδηγεῖ μὲ τὴν άγάπη τοὺς ἐραστές της στὴν γνῶσι τοῦ Θεοῦ». Ἀφοῦ δὲ βεβαιωθῆτε πὼς τὸ κακὸ ἐκεῖνο καὶ ἡ ἁμαρτία, ποὺ ἔκανε ὁ ἀδελφός, είναι ἀληθινό, τότε πρέπει νὰ θυμηθῆτε τὴν ἐντολὴ τοῦ Θεοῦ, ποὺ λέει· «Μὴν κρίνετε, γιὰ νὰ μὴν κριθῆτε» ( Ματθ. 7,1). Ἔχετε χρέος δηλαδὴ νὰ μὴ κατακρίνετε τὸν ἀδελφὸ ἐκεῖνο ὡς ἁμαρτωλὸ καὶ φταίχτη, ἀλλὰ νὰ πῆτε ἐκεῖνο τὸ λόγο, ποὺ είπε ἕνας Ἀββᾶς· «Σήμερα ἔσφαλε ἐκεῖνος ὁ ἀδελφὸς καὶ αύριο σφάλλω ἐγώ. Ἐκεῖνος ἔκανε μικρὸ σφάλμα, ἐγὼ ὅμως κάνω μεγάλα σφάλματα».
Ἀλλὰ καὶ ἂν είναι Πατριάρχης ἢ Ἀρχιερέας ἢ ἱερέας ἢ μοναχὸς ἢ κάποιος άλλος μεγάλος καὶ ἀξιωματοῦχος, αὐτὸς ποὺ διέπραξε ἐκείνη τὴν ἁμαρτία, μὴ σκανδαλισθῆτε ούτε αὐτὸ νὰ γίνη ἐμπόδιο στὸν εὐθὺ δρόμο τῆς ἀρετῆς καὶ γκρεμισθῆτε στὴν ἴδια ἁμαρτία γιὰ τὸ κακὸ παράδειγμα ἐκείνου, ἀλλὰ σκεφθῆτε ὡς φρόνιμοι καὶ συνετοὶ άνθρωποι καὶ πεῖτε· «Τί σημασία ἔχει, ποὺ είναι Πατριάρχης καὶ Ἀρχιερέας καὶ ἱερέας καὶ μοναχός; Τί σημασία ἔχει ποὺ είναι Ἄρχοντας καὶ Συγκλητικὸς καὶ Βασιλιάς; καὶ αὐτὸς άνθρωπος είναι καὶ τὰ ἴδια πάθη, ποὺ ἔχουν ὅλοι οἱ άνθρωποι, ἔχει καὶ αὐτός.
Ἑπομένως, ὡς άνθρωπος είναι ὁμοιοπαθὴς καὶ ἔχει τὴν ἴδια φύσι, γιατί νὰ είναι παράξενο ποὺ νικήθηκε ἀπὸ τὸ πάθος καὶ ἔσφαλε; Μήπως είναι άγγελος ἢ ἄϋλος ἢ μήπως τὸ ἀξίωμα καὶ τὸ ἐπάγγελμα, ποὺ ἔχει, τὸν ἔκανε ἀνώτερο ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη φύσι; Ὄχι. Λοιπόν, γιατί νὰ σκανδαλισθῶ ἐγὼ καὶ νὰ ταραχθῶ; Γιατί νὰ παρακινηθώ καὶ ἐγὼ νὰ ἁμαρτήσω, ἐπειδὴ ἁμάρτησε ἐκεῖνος; ἢ γιατί νὰ παρακινηθώ νὰ τὸν κατηγορήσω;
Πρέπει μάλιστα νὰ τὸν σκεπάσω, ὅσο μπορώ καὶ νὰ καλύψω τὴν ἁμαρτία του: α΄) γιὰ νὰ μὴν ἀκούη καὶ ὁ άλλος Χριστιανὸς καὶ σκανδαλίζεται καὶ ἁμαρτάνει, β΄) γιὰ νὰ μὴ τὴν ἀκούσουν καὶ οἱ Ἐθνικοὶ καὶ οἱ Αἱρετικοὶ καὶ χαροϋν καὶ κατηγορήσουν τὴν Ὀρθόδοξη πίστι μας καὶ βλασφημήσουν τὸν Χριστό, ὅπως καὶ ὁ Δαβὶδ παρήγγειλε στοὺς Ἑβραίους νὰ μὴ γνωστοποιήσουν τὸν φόνο τοῦ Σαοὺλ καὶ τοῦ Ἰωνάθαν, γιὰ νὰ μὴν τὸν ἀκούσουν οἱ ἀλλόφυλοι καὶ χαροῦν· «Μὴ τὸ ἀναγγείλετε στὴν Γὲθ καὶ μὴ τὸ διαλαλήσετε στοὺς δρόμους τῆς Ἀσκάλωνος, γιὰ νὰ μὴ χαροῦν οἱ θυγατέρες τῶν ἀπερίτμητων» (Β΄ Βασ. 1,20). γ΄) Διότι, ἂν ἐγὼ σκεπάσω τὸ ἁμάρτημα τοῦ ἀδελφοῦ μου καὶ ὁ Θεὸς θὰ σκεπάση καὶ τὰ δικά μου ἁμαρτήματα, ὅπως ἔλεγε καὶ ὁ Ἀββᾶς Ποιμήν· «Ἐὰν καλύψουμε τοῦ ἀδελφοῦ το ἁμάρτημα, θὰ καλύψη ὁ Θεὸς καὶ τὰ δικά μας». Καὶ δ΄) γιατί ἐκεῖνος, ποὺ δὲν φανερώνει, ἀλλὰ σκεπάζει τὰ σφάλματα τῶν πνευματικῶν του Πατέρων, ποὺ είναι οἱ Πατριάρχες καὶ οἱ Ἀρχιερεῖς καὶ ἱερεῖς καὶ Πνευματικοὶ καὶ ἱεροδιδάσκαλοι, αὐτὸς μοιάζει μὲ τοὺς δύο ἐκείνους καλοὺς γυιοὺς τοῦ Νῶε, τὸν Σὴμ καὶ τὸν Ἰάφεθ, οἱ ὁποῖοι δὲν θέλησαν νὰ φανερώσουν στοὺς άλλους, ἀλλὰ ούτε νὰ δοῦν μόνοι τους τὴν γύμνωσι τοῦ πατέρα τους τοῦ Νῶε καὶ τὸν σκέπασαν μὲ ροῦχα πηγαίνοντας πίσω - πίσω, γιὰ νὰ μὴ τὴν δοῦν ούτε αὐτοὶ ούτε οἱ άλλοι· «Τότε ὁ Σὴμ καὶ ὁ Ἰάφεθ ἀφοῦ πῆραν ἕναν μανδύα τὸν ἔβαλαν στὸν ώμο τους καὶ μὲ τὰ πρόσωπα γυρισμένα ἀλλοῦ πῆγαν πισωπατῶντας καὶ δὲν είδαν τὴν γύμνωσι τοῦ πατέρα τους» ( Γέν. 9,23). Γι’ αὐτό, ὅπως αὐτοὶ πῆραν τὴν εὐλογία ἀπὸ τὸν σαρκικό τους πατέρα Νῶε· «Εὐλογημένος νὰ είναι ὁ Κύριος ὁ Θεὸς τοῦ Σήμ... νὰ αὐξήση ὁ Θεὸς τὸν λαὸ τοῦ Ἰάφεθ» (Γέν. 9,26), ἔτσι καὶ ἐκεῖνος, ποὺ σκεπάζει τὰ σφάλματα τῶν πνευματικῶν του Πατέρων, παίρνει εὐλογία άπὸ αὐτοὺς καὶ ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν Θεό. Ἀντίθετα πάλι, ὅποιος φανερώνει καὶ διαπομπεύει καὶ θεατρίζει στοὺς άλλους τὰ σφάλματα τῶν πνευματικῶν του Πατέρων, αὐτὸς είναι ἴδιος μὲ τὸν Χάμ, τὸν διεστραμμένο ἐκεῖνο γυιὸ τοῦ Νῶε, ὁ ὁποῖος ὄχι μόνο στάθηκε καὶ εἶδε τὴν γύμνωσι τοῦ πατέρα του Νῶε, ἀλλὰ τὴν φανέρωσε καὶ στοὺς άλλους ἀδελφούς· γι’ αὐτὸ πῆρε καὶ τὴν κατάρα ἀπὸ τὸν πατέρα του νὰ εἶναι δοῦλος στοὺς ἀδελφούς του· αὐτὴ τὴν κατάρα κληρονομεί πνευματικὰ καὶ ἐκεῖνος, ποὺ θεατρίζει τὸ σφάλμα τῶν πνευματικῶν του Πατέρων. Τί λέω; Ὄχι μόνο κατάρα παίρνει αὐτὸς ποὺ διαπομπεύει τὰ σφάλματα τῶν πνευματικῶν του Πατέρων, ἀλλὰ καὶ άξιος θανάτου εἶναι. Διότι, ἂν ἐκεῖνος, ποὺ βρίζει καὶ κακολογεί τὸν σαρκικό του πατέρα, εἶναι άξιος θανάτου, ὅπως ὁρίζει ὁ Θεός· «Ὅποιος κακολογεί τὸν πατέρα ἢ τὴν μητέρα του εἶναι άξιος θανάτου» (Ἔξοδ. 21,17), πόσο περισσότερο εἶναι άξιος θανάτου αὐτὸς ποὺ κατηγορεί καὶ θεατρίζει τοὺς πνευματικούς του πατέρες; Διότι ὅσο ἀνώτερο εἶναι τὸ πνεῦμα ἀπὸ τὴν φύσι καὶ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τὸ σῶμα, τόσο καὶ οἱ πνευματικοὶ Πατέρες εἶναι ἀνώτεροι ἀπὸ τοὺς φυσικοὺς καὶ σαρκικοὺς Πατέρες. Καὶ ἂν ὁ Θεὸς ἀπαγορεύη νὰ κατηγορῆ κάποιος τοὺς πολιτικοὺς άρχοντες τοῦ λαοῦ, διότι λέει· «Δὲν θὰ κατηγορήσης τὸν άρχοντα τοῦ λαοῦ σου» (Ἔξοδ. 22,28), πόσο περισσότερο άπαγορεύει νὰ κατηγορῆ κανεὶς τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς άρχοντες τοῦ λαοῦ, ὅπως εἶναι οἱ Πατριάρχες, οἱ Ἀρχιερεῖς, οἱ ἱερεῖς καὶ ὅλοι οἱ πνευματικοὶ ποιμένες καὶ δάσκαλοι; Λέει καὶ ὁ άγιος Μάξιμος· «Μὴν άνέχεσαι νά άκοῦς κακόλογα ἐναντίον τοῦ πνευαμτικοῦ σου πατέρα, ούτε νὰ κάνης περισσότερο πρόθυμο ἐκεῖνον ποὺ ὁμιλεῖ προσβλητικὰ γι’ αὐτόν, γιὰ νὰ μὴ ὀργισθῆ ὁ Κύριος γιὰ τὰ ἔργα σου καὶ σὲ ἐξαφανίση ἀπὸ τὴν γῆ τῶν ζώντων» (κεφ. νθ΄ τῆς α΄ ἑκατοντάδος περὶ Ἀγάπης).
Πηγή: (Χριστοήθεια τῶν Χριστιανῶν), Ἅγιος Δημήτριος Κουβαρὰ