«Χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα»
(Ἀκάθ. ὕμν. Ρ2β΄)
Κάθε Παρασκευὴ τῶν τεσσάρων πρώτων ἑβδομάδων τῆς μεγάλης Τεσσαρακοστῆς κάνουμε, ἀγαπητοί μου, ὁμιλίες. Σήμερα, ποὺ λέγεται ἡ Γ΄ στάσις τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου, θὰ σᾶς παρακαλέσω νὰ προσέξετε μία σύντομη ἑρμηνεία ἐπάνω στὸν χαιρετισμὸ «Χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα» (Ἀκάθ. ὕμν. Ρ 2 β΄).
Ἐδῶ ἐκεῖνο ποὺ ἑλκύει τὴν προσοχὴ εἶνε ἡ λέξις «τεχνολόγοι». Ἡ «τεχνολογία» εἶνε λέξι παλαιά, ἀλλὰ καὶ σύγχρονη· βρίσκεται καὶ σήμερα στὸ στόμα ὅλων. Ὅπως τὰ παιδιὰ πιπιλίζουν μιὰ καραμέλλα, ἔτσι τώρα μικροὶ – μεγάλοι πιπιλίζουν τὴ λέξι «τεχνολογία». Εἶνε ἡ ἐποχὴ τοῦ τεχνικοῦ πολιτισμοῦ. Συνεπῶς ὁ χαιρετισμὸς «Χαῖρε, (ἡ) τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα» ἁρμόζει καὶ σ᾿ ἐμᾶς.
* * *
⃝ Τί θὰ πῇ «τεχνολόγοι»; ποιοί εἶνε «τεχνολόγοι»; Εἶνε οἱ τεχνῖτες, ὅσοι ἀσχολοῦνται μὲ τὴν τέχνη. Ἄλλοι δουλεύουν τὸ μάρμαρο, ἄλλοι τὰ μέταλλα, τὸ χρυσὸ καὶ τὸν ἄργυρο, ἄλλοι τὸ ξύλο, ἄλλοι τὰ χρώματα, ἄλλοι ἄλλα. Ἀπὸ τὴν τεχνικὴ ἐπεξεργασία αὐτῶν τῶν πρώτων ὑλῶν βγαίνουν τὰ διάφορα δημιουργήματα (ἀγάλματα, σκεύη, κοσμήματα, πίνακες κ.λπ.).
⃝ Ἀλλὰ «τεχνολόγοι» δὲν εἶνε μόνο αὐτοί· «τεχνολόγοι» εἶνε καὶ ὅσοι δουλεύουν τὸ δυσκολώτερο ἀπ᾿ ὅλα· τὸ λόγο. Ὁ λόγος! ὁ πεζός, ὁ ποιητικός, ὁ γραπτὸς καὶ ὁ προφορικός, διὰ τοῦ ὁποίου ἐκφράζεται ὁ ἐνδιάθετος λόγος, οἱ σκέψεις. Στὴν Ἀφρικὴ οἱ ἰθαγενεῖς ἔχουν λίγες λέξεις· ἐνῷ ἡ ἑλληνικὴ γλῶσσα ἔχει χιλιάδες λέξεις, τὸ λεξιλόγιο τῶν ἰθαγενῶν ἐκείνων δὲν ξεπερνᾷ τὶς διακόσες λέξεις. Ὅπως τὸ νήπιο ἔτσι κι αὐτοὶ ἔχουν πενία λέξεων· προσπαθοῦν ἄτεχνα νὰ ἐκφρασθοῦν μὲ λίγες λέξεις. Ἐνῷ ὁ καλλιεργημένος, ὁ λόγιος, ἔχει τέχνη στὸ λόγο, κάνει λογοτεχνία. Καὶ κάτι, ποὺ ὁ ἁπλοϊκὸς τὸ λέει σὲ 4 – 5 λέξεις, οἱ λογοτέχνες καὶ ποιηταὶ τὸ λένε μὲ 100 καὶ 200 λέξεις. Ἀπ᾿ ὅλη ὅμως τὴ λογοτεχνία τί μένει; Συχνὰ δὲν βγαίνει νόημα· σύγχυσι, κουβάρι μπλεγμένο.
⃝ «Τεχνολόγοι» ὅμως ἐδῶ εἶνε προπαντὸς οἱ φιλόσοφοι καὶ ῥήτορες. Αὐτοὶ μπροστὰ στὸ θαῦμα τῆς ἐκ Παρθένου γεννήσεως τοῦ Χριστοῦ τὰ χάνουν, μένουν ἄφωνοι· ἡ Παναγία τοὺς ἀποδεικνύει «ἀλόγους», ἀφοῦ δὲν μποροῦν νὰ ἐξηγήσουν τὸ ὑπὲρ λόγον θαῦμα της.
Ὁ Χριστός, ποὺ ἦρθε στὸν κόσμο διὰ τῆς Παναγίας, «ἤλεγξε» αὐτοὺς τοὺς «τεχνολόγους». Πῶς;
Μὲ τὸ λόγο του· ἕνα λόγο ἄφθαστο. «Οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος, ὡς οὗτος ὁ ἄνθρωπος» (Ἰω. 7,46). Χωρὶς φλυαρία. Οἱ «τεχνολόγοι» εἶνε φλύαροι· ἀλλὰ στὰ μεγάλα ἐρωτήματα κοπιάζεις, μοχθεῖς νὰ πάρῃς μιὰ ἀπάντησι. Λόγου χάριν· «Τί εἶνε ἡ ψυχή;». Ὁ Χριστὸς δὲν ἔχει περίτεχνες ἐκφράσεις, ὅπως ὁ Πλάτων καὶ ὁ Ἀριστοτέλης στὰ ἀπέραντα συγγράμματά τους· ἀπαντᾷ μὲ λίγα λόγια, ποὺ ἀξίζουν παραπάνω ἀπ᾿ ὅλα τὰ βιβλία ψυχολόγων, φιλοσόφων καὶ ῥητόρων. Τί λέει· «Τί ὠφελήσει ἄνθρωπον ἐὰν κερδήσῃ τὸν κόσμον ὅλον, καὶ ζημιωθῇ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ; ἢ τί δώσει ἄνθρωπος ἀντάλλαγμα τῆς ψυχῆς αὐτοῦ;» (Μᾶρκ. 8,36-37). Λόγια ἀθάνατα. Ἐνῷ, ἂν ρωτήσῃς τοὺς φιλοσόφους περὶ ψυχῆς, ἔχουν ἑκατὸν πενήντα γνῶμες· χάος. Ὅπως ὀρθὰ εἶπε κάποιος, δὲν ὑπάρχει βλακεία ποὺ δὲν τὴν εἶπαν οἱ δῆθεν φιλόσοφοι. Καταντοῦν «ἄλογοι», παράλογοι. Ἄλλο ἐρώτημα· «Τί εἶνε ὁ κόσμος;». Ἀνοίγεις τὴ Γραφὴ κι ἀκοῦς μὲ λίγα λόγια· «Ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν» (Γέν. 1,1). «Τί εἶνε ὁ Θεός;». Ἀνοίγεις τὴ Γραφή· «πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν» (Ἰω. 4,24). «Τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος;», ἐρώτημα ποὺ ζάλισε τὸν ἐγκέφαλο τῶν φιλοσόφων. Ἀπαντᾷ ἡ Γραφή· Ὁ ἄνθρωπος εἶνε «κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν» τοῦ Θεοῦ (Γέν. 1,26). Ἔτσι, λοιπόν, μὲ τὴ διδασκαλία του ὁ Χριστὸς «ἤλεγξε» τοὺς «τεχνολόγους» ὡς «ἀλόγους», ὡς ἀνθρώπους ποὺ δὲν σκέπτονται ὀρθά. Χαῖρε, Παναγία, λέει ὁ ποιητής, ποὺ γέννησες ἐκεῖνον ποὺ ἤλεγξε καὶ ἀποστόμωσε τοὺς δῆθεν φιλοσόφους.
⃝ Ἀλλ᾿ ὅπως εἶπα, τὸ «Χαῖρε, τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα» ἁρμόζει καὶ στὴν ἐποχή μας, στοὺς σημερινοὺς τεχνοκράτες. Τώρα βέβαια ἡ τεχνολογία πῆρε ἕνα ἄλλο νόημα. Δὲν ὑπάρχουν τώρα μόνο τεχνῖτες, λογοτέχνες καὶ ποιηταί, φιλόσοφοι καὶ ῥήτορες. Σήμερα ὁ ἄνθρωπος ἔφτειαξε μηχανές, μὲ τὶς ὁποῖες ἔφτασε σὲ κολοφῶνα τεχνολογικοῦ πολιτισμοῦ. Πόση διαφορὰ ἔχει αὐτὸς ὁ κόσμος ἀπὸ τοὺς προηγουμένους! Ἡ βιομηχανία, ὁ ἐξηλεκτρισμός, οἱ οὐρανοξύστες, τὰ μέσα συγκοινωνίας καὶ ἐπικοινωνίας, ἡ ἐξερεύνησι τοῦ διαστήματος, ἡ πυρηνικὴ ἐνέργεια!… Ποῦ ζοῦσε, πῶς φωτιζόταν ὁ πρῶτος ἄνθρωπος; Ἐγὼ πρόλαβα, σὲ χωριὰ τῆς Πίνδου ποὺ περιώδευσα, ν᾿ ἀνάβουν οἱ βοσκοὶ τὴ νύχτα δᾳδιά. Σήμερα; Ἀφάνταστη ἐξέλιξι.
Ζηλεύετε; Ἐγὼ δὲν ζηλεύω. Γιατί; Περιμένετε καὶ θὰ σᾶς τὸ πῶ. Δὲν κατηγοροῦμε τὴν ἐξέλιξι, τὴν ἐπιστήμη, τὴν τεχνολογία. Δὲν μποροῦμε ν᾿ ἀρνηθοῦμε, ὅτι οἱ τεχνολόγοι κοπίασαν. Νύχτες ὁλόκληρες λ.χ. ὁ Ἔντισον προσπάθησε γιὰ νὰ κάνῃ τὸν πρῶτο λαμπτῆρα. Τοὺς ὀφείλουμε πολλά, εἴμαστε εὐγνώμονες. Ὁ Θεὸς ἄλλωστε ἔδωσε στὸν ἄνθρωπο τὸ νοῦ, τὸ οὐράνιο αὐτὸ κομπιοῦτερ, ποὺ εἶνε ἡ προϋπόθεσι ὅλης αὐτῆς τῆς προόδου. Τιμοῦμε λοιπὸν τὴν ἐπιστήμη καὶ τὴν τεχνολογία. Ἀλλὰ μὲ μία ἐπιφύλαξι. Διότι ὁ κόσμος αὐτὸς ἔπαθε μιὰ συμφορά· ὑπέπεσε στὸ μεγαλύτερο ἁμάρτημα. Ποιό εἶν᾿ αὐτό; ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ ἀσέλγεια; Εἶνε κι αὐτὰ ἁμαρτήματα. Τὸ μεγαλύτερο ὅμως ἁμάρτημα εἶνε ἡ ὑπερηφάνεια καὶ ἡ ἀλαζονεία. Ὅπως ὁ πρῶτος ἄγγελος ὑπερηφανεύθηκε καὶ ἔπεσε ἀπὸ τὶς ἁψῖδες τοῦ οὐρανοῦ καὶ ἔγινε σατανᾶς, ἔτσι καὶ ὁ ἄνθρωπος τοῦ αἰῶνος μας ἔγινε ὑπερήφανος, ἀλαζών. Τί εἶπε· «Ἔ τώρα Θεός! Τὸν χρειάζονταν ἐκεῖνοι ποὺ κατοικοῦσαν στὶς σπηλιές, ποὺ ντύνονταν προβειὲς καὶ φωτίζονταν μὲ δᾳδιά. Τώρα σ᾿ ἐμᾶς, τοὺς ἐπιστήμονες καὶ τεχνοκράτες, Θεὸς δὲν χρειάζεται. Θεὸς εἴμαστε ἐμεῖς». Θεὸς ὁ ἄνθρωπος! ἰδού ἡ ὑπερηφάνεια, ὁ ἐγωισμός, ἡ ἀλαζονεία τῶν τεχνοκρατῶν τοῦ αἰῶνος τούτου. Καὶ τὸ ἀποτέλεσμα; Φθάσαμε σὲ ἀ-λογία, σὲ ἀνοησία, σὲ βλακεία. Διότι μόνο βλακεία δείχνουν αὐτά, καὶ βλακεία ὄχι μικρή. Πολλὲς βλακεῖες ὑπάρχουν στὸν κόσμο, ἀλλὰ ἡ πιὸ μεγάλη εἶνε νὰ πῇς, ὅτι δὲν ὑπάρχει Θεός. «Εἶπεν ἄφρων ἐν καρδίᾳ αὐτοῦ· Οὐκ ἔστι Θεός» (Ψαλμ. 52,2). Ποῦ κατήντησε ὁ τεχνοκράτης ἄνθρωπος! Βρισκόμαστε σὲ φρικτὴ κατάστασι ἀ-λογίας, ποὺ δὲν γνωρίζουμε τί θὰ συμβῇ. Μήπως ἐκραγῇ ὁ τρίτος παγκόσμιος πόλεμος; Ἰδού τ᾿ ἀποτελέσματα ἑνὸς κόσμου ποὺ ὑπερηφανεύθηκε.
* * *
Τελειώνω, ἀγαπητοί μου, μὲ μία σύγκρισι. Κάποτε στὴ Ῥώμη αὐτοκράτωρ ἦταν ὁ Νέρων (37-68 μ.Χ.), ἕνα ἀπὸ τὰ μεγαλύτερα τέρατα ποὺ γέννησε ἡ ἀνθρωπότης. Αὐτὸς εἶπε· «Ἄχ, γιατί ὁ κόσμος ὅλος νὰ μὴν ἔχῃ ἕνα κεφάλι, ὥστε νὰ μπορῶ μὲ ἕνα χτύπημα νὰ τὸν ἀποκεφαλίσω!». Σήμερα ὅμως τὸ τέρας ἐκεῖνο φαίνεται μικρὸ καὶ ἀθῷο μπροστὰ στὸ ἐπιστημονικὸ τέρας τῆς νεωτέρας τεχνολογίας. Διότι ὁ Νέρων ἦταν μὲν θηριώδης, ἀλλὰ δὲν εἶχε στὴ διάθεσί του τὰ σημερινὰ μέσα. Ἔσφαζε ἔσφαζε, ἀλλὰ κάπου σταματοῦσε· κουράζονταν τὰ χέρια τῶν δημίων του. Τώρα δημιουργήθηκε ἕνα ἐπιστημονικὸ καὶ τεχνολογικὸ τέρας. Ἐκεῖνο, ποὺ ὁ Νέρων ποθοῦσε ἀλλὰ δὲν τὸ εἶχε, σήμερα ἡ ἄθεη ἐπιστήμη τὸ ἔχει. Μία ἀνθρωπότης ἔγινε· καὶ τὸ μαχαίρι, ποὺ μπορεῖ νὰ κόψῃ ὁλόκληρη τὴν ἀνθρωπότητα, βρέθηκε. Ὄχι πλέον βέλη καὶ τόξα καὶ σπαθιά, οὔτε τὰ πολεμικὰ μέσα τοῦ παρελθόντος. Τώρα τεράστιο μαχαίρι, δρεπάνι τῆς Ἀποκαλύψεως (βλ. Ἀπ. 14,14-19) ποὺ μπορεῖ νὰ κόψῃ τὴν ἀνθρωπότητα ὁλόκληρη, εἶνε ἡ πυρηνικὴ ἐνέργεια. Ὦ Θεέ μου! Τὸ εἶπε ὁ Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς πρὶν διακόσα χρόνια· Θ᾿ ἀνεβοῦν τὰ μαυροπούλια στὰ οὐράνια, κι ἀπὸ ᾿κεῖ ψηλὰ θὰ πατήσουν τὰ κουμπιὰ καὶ θὰ ῥίξουν φωτιά! Ἰδού ὁ παραλογισμὸς τοῦ συγχρόνου πολιτισμοῦ. Πόσο σοφὰ λέει ἡ Ἐκκλησία μας· «Χαῖρε, (Παναγία,) τεχνολόγους ἀλόγους ἐλέγχουσα».
Πέρασαν 13 αἰῶνες ἀπὸ τότε ποὺ ἐγράφη ὁ στίχος αὐτὸς τοῦ Ἀκαθίστου ὕμνου. Καὶ ἂν ὁ λόγος αὐτὸς ἴσχυε γιὰ τοὺς τότε «τεχνολόγους», πολὺ περισσότερο ἰσχύει γιὰ τοὺς σημερινούς. Καὶ ποιά, λοιπόν, ἐλπίδα ὑπάρχει; Μία καὶ μόνο· ὁ Χριστός! Ἐὰν θέσουμε τὸν τεχνικὸ πολιτισμὸ ὑπὸ τὸν ἔλεγχο τοῦ Χριστοῦ, τότε πράγματι ὁ πολιτισμός μας θά ᾿νε ἀληθινὸς πολιτισμός. Διότι ὅπως τὸ σῶμα χωρὶς ψυχὴ εἶνε νεκρό, ἔτσι καὶ πολιτισμὸς χωρὶς Χριστὸ εἶνε νεκρός. Σωστὰ τὸ εἶπαν, «ψυχὴ τοῦ πολιτισμοῦ εἶνε ὁ πολιτισμὸς τῆς ψυχῆς», δηλαδὴ ἡ πίστι στὸ Χριστό.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 18-4-1986), Ἐπίσκοπος Αὐγουστίνος Καντιώτης