Πραγματικὰ ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἐβίωσε σὲ ὅλα καὶ μὲ ὅλα τὰ μέρη τῆς ὑπάρξεώς του τὴν Ὀρθοδοξία μας, τὴν ὁποία καὶ ἑρμήνευσε καὶ ἐξέφρασε προσωπικὰ καὶ δυναμικὰ στὸ καθολικὸ πλήρωμα τῶν Ὀρθοδόξων ἀδελφῶν καὶ γενικότερα στὴν Οἰκουμένη.
Εἶναι τόσο πλούσια ἡ προσωπικότητά του, τόσο βαθειά, τόσο μεγαλειώδης, συνδυασμένη μὲ θεϊκὴ πραγματικὰ ἁπλότητα, ποὺ θά ῾πρεπε ὁ φτωχὸς δικός μας ἀνθρώπινος λόγος νὰ ἀργήσει. Καὶ μάλιστα λόγος ποὺ προέρχεται ἀπὸ χείλη ἀδέξια, ἰσχνόφωνα καὶ κακόηχα σὰν τὰ δικά μου. Συγχωρῆστε μου λοιπὸν τὴν θρασύτητα καὶ ἐπιτρέψτε μου νὰ χρησιμοποιήσω τὸν συμβατικὸ λόγο γιὰ ὠφέλεια ὅλων μας καὶ γιὰ τὴν κατὰ δύναμιν τιμὴ πρὸς τὸν Ἅγιο τοῦ αἰῶνα μας.
Θεμέλιο σ᾿ αὐτὴν τὴν προσλαλιὰ ἂς εἶναι τὸ παρακάτω ὑπαρκτὸ περιστατικὸ ἀπὸ τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου.
Μετὰ ἀπὸ κάποιες περιπέτειες ποὺ μεθόδευσε στὴ ζωή του ὁ μισόκαλλος, βρίσκεται ὁ Ἅγιος, σὰν ἱεροκήρυκας Χαλκίδος, ἐπίσκοπος ὄντας, στὸ μικρὸ νησὶ τῆς Σκιάθου, γιὰ νὰ λειτουργήσει καὶ νὰ κηρύξει. Φιλοξενεῖται ἀπὸ βραδὺς σ᾿ ἕνα ἁπλὸ δωματιάκι τοῦ νησιοῦ. Περνᾶνε οἱ ὦρες τῆς νύχτας καὶ τὸ φῶς τοῦ δωματίου του δὲν σβήνει. Κάποιοι περίεργοι βρίσκουν τὸν τρόπο νὰ κρυφοκοιτάξουν. Βλέπουν τὸν Ἅγιο Ἐπίσκοπο νὰ κάνει ἐδαφιαῖες μετάνοιες καὶ κάτι νὰ ψελλίζει. Τὸ φῶς ἔσβησε, ὅταν ξεκίνησε γιὰ τὴν πρωϊνὴ ἀκολουθία καὶ τὴν Θεία Λειτουργία.
Τὸ γεγονὸς αὐτὸ ἀδελφοί, λέει πάρα πολλά. Βάση στὴ ζωή του ὁ Ἅγιος ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια εἶχε αὐτὸ ποὺ ὅλοι οἱ πατέρες καὶ ἅγιοι εἶχαν, τὴ νηπτικὴ ἐργασία, τὴν προσεκτικὴ φροντίδα τοῦ ἐσωτερικοῦ κόσμου τοῦ ἀνθρώπου, τῆς ἀθανάτου καὶ θεοεικέλου ψυχῆς. Μολονότι ἐπίσκοπος, πεπειραμένος στὰ πνευματικά, κάποιας ἡλικίας, ὅμως δὲν ἀντικαθιστᾷ μὲ τίποτα τὴν ἀγαπημένη του πνευματικὴ ἐργασία γιὰ τὴν προσωπική του ἕνωση μὲ τὸν ἐν Τριάδι Θεό. Δόξα τῷ ἐν Τριάδι Θεῷ γιὰ τέτοιους ἀνθρώπους ποὺ ἀναδεικνύει σὲ ὅλες τὶς ἐποχὲς καὶ τοὺς ἔχει μαζὶ ἴσως καὶ μὲ ἄλλους ἀφανεστέρους, δείγματα τῆς Ὀρθοδόξου πνευματικότητος, ποὺ ἀληθινὰ ὄζει (μυρίζει) ἀγάπη Χριστοῦ.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος γεννήθηκε τὴν 1η Ὀκτωβρίου τοῦ 1846 στὴ Συληβρία τῆς Θρᾴκης. Σὰν παιδὶ καὶ σὰ νέος ἦταν πολὺ φιλομαθὴς καὶ ἰδιαίτερα ὅπως οἱ Τρεῖς Ἱεράρχες, ἀγάπησε τὴν ἀρχαία ἑλληνικὴ γλῶσσα καὶ τὰ Πατερικὰ κείμενα. Τὸ βιβλίο ποὺ ὁ ἴδιος ἐξέδωσε «Λογίων θησαύρισμα» εἶναι ἀκριβὲς ἀπόσταγμα τῶν Πατερικῶν Μελετῶν στὶς ὁποῖες ἀπὸ μικρὸς ἀφιερωνόταν. Ἀπ᾿ αὐτὸ τὸ ἀνθολόγιο τῶν πολυτίμων μελετῶν του φαίνεται ἡ νηπτικὴ ἐργασία καὶ ἡ δυνατὴ ἔφεση ποὺ εἶχε στὰ βάθη του γιὰ τὸν Θεὸ καὶ ἡ δίψα του γιὰ τὴν τελειότητα τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς.
Ἀπὸ πολὺ νωρὶς συγκεκριμενοποίησε τὸν οὐράνιο πόθο του καὶ τὸν ταύτισε μὲ τὴ μοναχικὴ ζωή. Τὸ 1876 ἐκάρη μοναχὸς στὴ Νέα Μονὴ τῆς Χίου μὲ τὸ ὄνομα Λάζαρος ἀπὸ Ἀναστάσιος Κεφαλᾶς. Ἀπὸ τὰ στοιχεῖα τῆς Ἱερᾶς Μονῆς φαίνεται καθαρὰ ὅτι ἔμεινε τρία χρόνια πραγματικά, ἀσκούμενος στὴ μοναχικὴ καὶ μοναδικὴ, ὅπως ἀναφέρεται ἀπὸ τοὺς Ἁγίους Πατέρες μας, πολιτεία. Ἡ ἄσκηση τοῦ παρθενικοῦ βίου τὸν ἔκανε προσηνῆ ἐπειδὴ συνδύασε τὴν τραχύτητα τῆς ἀσκήσεως μὲ τὴν ἄκρα ταπείνωση. Γι᾿ αὐτὸ ἔγινε ἀγαπητὸς ἀπὸ τὴ λοιπὴ μοναστικὴ ἀδελφότητα, προτάθηκε γιὰ χειροτονία καὶ προχειρίσθηκε διάκονος τὸ 1877 σὲ ἡλικία ὥριμη καὶ σύμφωνη μὲ τοὺς Θεοπνεύστους ἱεροὺς κανόνες,τριάντα ἑνὸς δηλαδὴ ἐτῶν, μὲ τὸ ὄνομα Νεκτάριος. Μὲ ἄδεια καὶ εὐλογία τῆς Ἱερᾶς Μονῆς τῆς μετανοίας του συμπληρώνει τὶς γυμνασιακές του σπουδὲς στὴν Ἀθήνα, κατόπιν στὴν Ἀλεξάνδρεια τῆς Αἰγύπτου, κοντὰ στὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο καὶ πάλι στὴν Ἀθήνα, ὅπου μετὰ ἀπὸ εὐδόκιμες θεολογικὲς σπουδὲς τὸ 1885 ἐκατατάχθηκε στοὺς πτυχιούχους τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς ὁποίας ὑπῆρξε καὶ ὑπότροφος. Τὸ ἑπόμενο ἔτος 1886 χειροτονεῖται πρεσβύτερος καὶ Ἀρχιμανδρίτης στὴν Ἀλεξάνδρεια ἀπὸ τὸν ἴδιο Πατριάρχη Σωφρόνιο, κοντὰ στὸν ὁποῖο ὑπηρέτησε σὰν ἱεροκήρυκας καὶ γραμματέας τοῦ Πατριαρχείου καὶ Πατριαρχικὸς ἐπίτροπος στὸ Κάϊρο. Ἕνα χρόνο ἀργότερα τὸ 1889 χειροτονεῖται Μητροπολίτης τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης Μητροπόλεως Πενταπόλεως ἀπὸ τὸν ἴδιο Πατριάρχη Σωφρόνιο.
Αὐτὴ τὴν ἐπέτειο τῶν ἑκατὸ χρόνων ἀπὸ τῆς χειροτονίας του σὲ ἐπίσκοπο τιμᾶμε καὶ γιορτάζουμε σήμερα.
Γιατί ἰδιαίτερα αὐτὴν τὴν ἐπέτειο ἐξαίρουμε;
Γιατὶ καὶ ὁ ἅγιος Ἰγνάτιος ὁ Θεοφόρος καὶ ὁ μεγάλος Θεολόγος Νικόλαος Καβάσιλας ὑποστηρίζουν ὅτι ὁ ἐπίσκοπος εἶναι ζωντανὴ εἰκόνα τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ καὶ ζωντανὸς φορέας ὅλης τῆς χριστιανικῆς παραδόσεως.Ἴσως σὲ μερικὲς περιπτώσεις ἀμφιβάλλουμε γιὰ τὰ ὑποστηριζόμενα ἀπὸ τοὺς ἁγίους, γιατὶ δὲν βλέπουμε πάντοτε σαρκωμένες αὐτὲς τὶς ἀρετὲς στὰ Ἐπισκοπικὰ πρόσωπα. Στὴν περίπτωση ὅμως τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου ταυτίσθηκε ἡ ἀληθινὴ χριστιανικὴ ζωὴ καὶ τὸ ποιμαντικὸ ἀρχέτυπο μὲ τὸ πρόσωπό του. Οἱ λειτουργίες του, τὰ κηρύγματά του, ἡ φροντίδα του γιὰ τὴν εὐπρέπεια καὶ διακόσμηση τῶν Ἱερῶν Ναῶν, τὸ προσωπικό, ποιμαντικὸ καὶ ἀνθρωπιστικὸ ἐνδιαφέρον, ἡ συμπάθεια στοὺς καχεκτικοὺς στὴν πίστη καὶ στὴν ἠθικὴ, οἱ διοικητικές του ἱκανότητες καὶ ἰδιαίτατα ὁ ἄμεμπτος βίος κατάφερναν νὰ συγκρατοῦν τὸ θεσμὸ τῆς Ἐκκλησίας καὶ τὰ λογικὰ πρόβατα στὴ μάνδρα τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ποιότητα τῆς Χριστιανικῆς ψυχῆς του καὶ ἡ Χριστιανικὴ διαύγεια τῶν φρονημάτων τοῦ φαίνεται ὁλοκάθαρα στοὺς ἄδικους διωγμούς του. «Εἰ ἐμὲ ἐδίωξαν καὶ ὑμᾶς διώξουσιν» δὲν εἶπε ὁ Κύριος; Ἀφανεῖς ἀντίχριστες δυνάμεις κατάφεραν νὰ μεθοδεύσουν ἔτσι κάποιες συκοφαντίες, ὥστε νὰ ἀπολυθεῖ ἀπὸ τὶς Ἐκκλησιαστικὲς ἀρχὲς τῆς Ἀλεξανδρείας καὶ νὰ παυθεῖ ἀπὸ τὴ θέση του. Καμιὰ σαφὴς κατηγορία ἀλλὰ καὶ καμιὰ ἀκύρωση τῶν συκοφαντιῶν. Σὰν ἐλεύθερος ἄνθρωπος καὶ ἀθῷος διαμαρτύρεται γιὰ τὴν ἀδικία ἀλλὰ καὶ οἱ ἐπιστολὲς –διαμαρτυρίες πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Σωφρόνιο, λίγο ἀργότερα πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἀλεξανδρείας Φώτιο καὶ πρὸς τὸν Πατριάρχη Ἰωακεὶμ τὸν Γ´ εἶναι γεμάτες ἐκκλησιαστικὸ ἦθος ποὺ σπάνια συναντᾶμε.
Ἄνθρωπος ψημένος στὴ μοναχικὴ ἄσκηση καὶ στοὺς κανόνες ταπεινοφροσύνης, δὲν μποροῦσε παρὰ αὐτὸ τὸ ἦθος νὰ ἀποκτήσει τῶν Μεγάλων Πατέρων, ποὺ εἴτε τοὺς ἔβριζαν εἴτε τοὺς ἐγκωμίαζαν, τὸ ἴδιο αἰσθάνονταν καὶ ἀνεξίκακα ἀντιδροῦσαν.
Οὐδεὶς ἀδοκίμαστος εὐδόκιμος.
Ἀξίζει κανεὶς νὰ διαβάσει καὶ μόνο αὐτὲς τὶς ἐπιστολὲς γιὰ νὰ προσεγγίσει αὐτὸν τὸν πολύτιμο ἀδάμαντα τῆς Ὀρθοδοξίας. Μικρὲς ἐπιστολὲς γραμμένες μὲ σαφήνεια, γλωσσικὴ ἀρτιότητα, τέλεια νοήματα, λέξεις ἱεροπρεπεῖς καὶ κατάμεστες ἀπὸ σεβασμὸ στὸ πρόσωπο ποὺ ἀπευθύνεται καὶ τὸ ὁποῖο τὸν ἀδίκησε. Δὲν βρίσκεις ἴχνος δηκτικότητας νὰ ὑπολανθάνει. Κρατᾷ τὸν πόνο του σὲ καθαρὰ πνευματικὸ ἐπίπεδο. Αὐτὲς οἱ ἐπιστολὲς ἀποπνέουν τὸ ἄρωμα τῆς ἀπαθοῦς καὶ χαριτωμένης ψυχῆς του, ποὺ προετοιμάζεται ἔκδηλα ἀπὸ τὸν Ἐσταυρωμένο Κύριο γιὰ τὴ μέλλουσα τιμὴ καὶ παγκόσμια δόξα ποὺ τοῦ χάρισε. Ἡ ποιότητα τῆς ψυχικῆς καλλιεργείας του ἐπιβεβαιώνεται καὶ ἀπὸ τὸ ποιμαντικὸ ἔργο του στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων καὶ τὴν ἀνάλογη ποιμαντικὴ ἐν Χριστῷ ἀγωγή, ποὺ τοὺς προσέφερε.
Πάνω ἀπὸ ἐννιακόσιοι πιστοὶ τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Καΐρου συνέταξαν μία διαμαρτυρία καὶ συνάμα ἀποχαιρετιστήριο γράμμα πρὸς τὸν Ἅγιο Πενταπόλεως ποὺ δημοσιεύθηκε στὴν ἐφημερίδα «Μεταρρύθμισις» τῆς Ἀλεξάνδρειας. Μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ γράμμα φαίνεται γιὰ ἄλλη μιὰ φορὰ ἀπὸ ἄλλη σκοπιὰ, ἀπὸ τὴ σκοπιὰ τῶν λαϊκῶν, ὁ πραότατος καὶ εἰρηνικὸς χαρακτῆρας τοῦ Ἁγίου. Στὸ δημοσίευμα αὐτὸ δὲν ὑποφώσκει ἴχνος ἐμπαθείας ἢ φανατισμοῦ κατὰ τῶν ἀδικησάντων ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν τὸν Ἅγιο Πενταπόλεως.
Πόσο ταπεινὰ καὶ χριστοκεντρικὰ θὰ εἶχε ἐργασθεῖ ὁ Ἅγιος στὴν Ἄμπελο τοῦ Κυρίου, ὥστε νὰ μεταφυτεύει καὶ στοὺς ἄλλους τὸν ἀληθινὸ τρόπο Χριστιανικῆς ζωῆς, τῆς Θεανθρώπινης ζωῆς ποὺ ὁ ἴδιος βίωνε.
Ἀπὸ τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ τῶν λαϊκῶν του Καίρου φαίνεται ἡ μεγάλη ἐν Χριστῷ ἀγάπη ποὺ τοῦ εἶχαν, φαίνεται διάφανα ἡ ἐν Χριστῷ ἡγετικὴ φυσιογνωμία τοῦ Ἁγίου, ἀλλὰ τελικὰ ἡ ὑπακοὴ (αὐτὸ εἶναι τὸ γνήσιο ἐκκλησιαστικὸ χριστιανικὸ φρόνημα) καὶ τοῦ Ἁγίου καὶ τῶν πνευματικῶν του τέκνων στὶς ἀποφάσεις τῆς Μητέρας Ἐκκλησίας. Ἦταν βαθὺς καὶ ὄχι ἐπιπόλαιος καὶ ὑποπτευόταν ὅτι πίσω ἀπὸ τὴν ἀνθρώπινη ἀδικία κρύβονται μεγαλεπίβολα, μὰ ἀνεξιχνίαστα θεϊκὰ σχέδια. Καὶ κατάφερε αὐτήν του τὴ νοοτροπία νὰ μεταβιβάσει ζωντανὰ στὸ λαὸ τοῦ Καΐρου, πρᾶγμα ποὺ διακρίνεται μὲ ἐνάργεια πρὸς τὸ τέλος τῆς ἐπιστολῆς–διαμαρτυρίας.
Ἴσως οἱ βουλὲς τοῦ Θεοῦ ἔχουν διαφορετικὲς προοπτικές.
Ἐπιτρέψτε μου νὰ ἐπιμείνω λίγο ἀκόμη σ᾿ αὐτὴν τὴν κρίσιμη καμπὴ τῆς ζωῆς του. Ἂν ὁ Ἅγιος ἔπαιρνε κάποια ἄλλη διαφορετικὴ στάση, καταλάβαινε μὲ τὸν σώφρονα λογισμὸ ποὺ τοῦ εἶχε χαρίσει ἡ Ὀρθόδοξη μοναχικὴ νηπτικὴ ἄσκηση, καταλάβαινε ὅτι κατάστρεφε ὅ,τι ὡραιότερο, ὅ,τι πιὸ θεανθρώπινο εἶχε μεταγγίσει στὶς ψυχὲς τῶν πνευματικῶν τοῦ τέκνων.
Σὰν ἀληθινὸς Λειτουργὸς τοῦ Ὑψίστου προτιμᾷ νὰ ἀδικεῖται παρὰ νὰ καταστρέψει στὰ μάτια καὶ στὶς ψυχὲς τῶν πιστῶν τὴν εἰκόνα τῆς Ἀρχιερωσύνης, χτυπώντας τοὺς ἄλλους ἀρχιερεῖς ποὺ τὸν ἀδίκησαν.
Παρακαλῶ πολὺ ὅλους μας νὰ ἐγκύψουμε μὲ πολλὴ εὐλάβεια σ᾿ αὐτὴν τὴν πτυχὴ τῆς ζωῆς τοῦ Ἁγίου Πενταπόλεως καὶ στὴν θεανδρικὴ στάση του γιατὶ καθένας μας ἔχει ἢ ἐνδέχεται νὰ ἔχει πικρίες συκοφαντικὲς στὸ μετερίζι ἀπὸ τὸ ὁποῖο μάχεται.
Στὴ συνέχεια γιὰ ἕνα ἔτος ταλαιπωρήθηκε «φυτοζωῶν», λέει ὁ βιογράφος του ἅγιος πρ. Παραμυθίας Τίτος Ματθαιάκης, ζητώντας στὴν Ἀθήνα ἐργασία καὶ μὴ βρίσκοντας. Ἐπὶ τέλους στὶς 15 Φεβρουαρίου 1891 διορίσθηκε ἱεροκήρυκας τοῦ Νομοῦ Εὐβοίας, σπάνιο φαινόμενο στὰ χρονικὰ τῆς Ἐκκλησίας, δηλαδὴ Ἐπίσκοπος νὰ διορίζεται ἁπλὸς ἱεροκήρυκας. Ὅμως δέχθηκε καὶ ἐργάσθηκε διόμιση χρόνια ἀκάματα πνευματικά, ἀγάπησε τὸ λαὸ τοῦ Θεοῦ καὶ ἀγαπήθηκε. Πάλι δυσκολίες καὶ μετάθεση στὸ Νομὸ Φθιώτιδος καὶ Φωκίδος. Ἀξίζει καὶ πάλι νὰ τονισθεῖ ἡ κρυστάλλινη ποιότητα τοῦ ποιμαντικοῦ του λειτουργήματος ποὺ ἐκφράζει τὸ ἀποχαιρετιστήριο γράμμα τοῦ Δημάρχου Κυμαίων Καρυστίας πρὸς τὸν Ἅγιο.
Ὁ Κύριος ὅμως ἀφοῦ τὸν προετοίμασε μὲ τὴν θλίψη καὶ τὸν διωγμό, ἀφοῦ τοῦ ἔκλεισε τὶς ἄλλες πόρτες, τοῦ ἄνοιξε τὴν ὑψηλὴ καὶ μεγάλη προοπτικὴ τοῦ Διευθυντῆ τῆς Ριζαρείου Ἐκκλησιαστικῆς Σχολῆς. Μὲ Βασιλικὸ Διάταγμα διορίσθηκε τὴν 1η Μαρτίου τοῦ 1894 καὶ ἔμεινε σ᾿ αὐτὴν τὴν περίοπτη θέση μέχρι τὸ 1908, ἀπὸ τὴν ὁποία παραιτήθηκε, ὅπως ὁ ἴδιος γράφει στὴν αἴτησή του πρὸς τὸ Δ.Σ. γιὰ λόγους ὑγείας.
Δεκατέσσερα ὁλόκληρα χρόνια ἐργάσθηκε συστηματικὰ ὁ Ἅγιος στὸ θερμοκήπιο τῶν Ἱερατικῶν κλήσεων. Ὅ,τι ἱερότερο, ὅ,τι θεανθρωπινότερο, ὅ,τι χριστοευγενέστερο, ὅ,τι οὐράνιο εἶχε κατακτήσει μὲ τὴν ἄσκησή του καὶ μὲ τὴ χάρη τοῦ Θεοῦ, μὲ πολὺ ζῆλο τὸ ἀποτύπωσε στὶς ψυχὲς τῶν Ἱεροσπουδαστῶν του. Πίστευε ὅτι τὸ νεοσύστατο μετὰ τὸν τουρκικὸ ζυγὸ ἔθνος θὰ μπορέσει νὰ ὀρθοποδήσει καὶ πνευματικὰ νὰ μεγαλουργήσει, ἂν οἱ ποιμένες αὐτοῦ τοῦ τόπου τραφοῦν μὲ τὸν ἐπιούσιο Ἄρτο τῆς Ὀρθοδόξου Θεολογίας καὶ ποτισθοῦν μὲ τὰ ἀστείρευτα νάματα τῆς Ὀρθοδόξου Εὐσεβείας. Πετύχαινε πραγματικὰ νὰ μεταλαμπαδεύσει στὶς ψυχὲς τῶν Ἱεροσπουδαστῶν ὅλη τὴν χριστοφλόγα τῆς ψυχῆς του, μὲ τὸν πιὸ ἐκλεκτὸ τρόπο, τὴν ἐν Χριστῷ ἀγάπη, ποὺ εἶναι τὸ πιὸ δυνατὸ φίλτρο. Αὐτὸ μπορεῖ νὰ συγκινήσει τὸ νέο καὶ νὰ βάλει σὲ συναγερμὸ καὶ κινητοποίηση ὅλα τὰ ψυχοδυναμικά του γιὰ ἐγκόσμια καὶ ὑπερκόσμια δημιουργία.
Ὁ πρωτοπρεσβύτερος παπα-Νικόλας Μυλωνᾶς καὶ ὁ Οἰκονόμος Θεμιστοκλῆς Παπακωνσταντίνου ποὺ τὸν εἶχαν δάσκαλο ἐπαληθεύουν τὴν ἄριστα παιδαγωγικὴ συμπεριφορά του πρὸς τὰ νεαρὰ βλαστάρια. Ποτὲ δὲν εἴχαμε δεῖ τὸ εἰρηνικὸ καὶ χαρίεν πρόσωπό του νὰ ἀλλοιώνεται ἀπὸ τὶς νεανικὲς ἀταξίες.
Εἶχε μία ἀπεριόριστη ἐσωτερικὴ ἀνεκτικότητα καὶ μεγαλοψυχιὰ λέγουν, μὲ τὴν ὁποία κατόρθωσε νὰ διορθώσει τὶς ἀνωριμότητες τῶν νέων χωρὶς νὰ τραυματίσει τὸ ψυχολογικὸ πεδίο. Καὶ κάποιος ἄλλος μαθητής του ἔλεγε μὲ θαυμασμὸ γιὰ τὸν Ἅγιο, ὅτι ἀνεχόταν ἀκόμη καὶ νὰ κοροϊδεύεται μερικες φορὲς καὶ μολονότι διαισθανόταν πὼς τοῦ λένε ψέμματα δὲν ἐπενέβαινε βίαια, αὐταρχικά, πιεστικά, γιὰ νὰ διορθώσει τὸν ἁμαρτάνοντα. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐκτίμηση πρὸς τὰ ἀνώριμα ἀκόμα παιδιὰ, τὰ ἔφερνε λίγο ἀργότερα σὲ αὐτοσυναίσθηση τοῦ σφάλματος, σὲ μετάνοια καὶ ὁριστικὴ καὶ εἰλικρινῆ διόρθωση. Ἤδη ἀπὸ τὸν καιρὸ τῆς τριετοῦς μοναστικῆς ἀσκήσεώς του στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς χώρας τῆς Χίου, ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν περισσὴ ἐμπειρία του ἀπὸ τὴν διακονία του στὸ λεπτὸ καὶ εὐαίσθητο ἔργο τοῦ πνευματικοῦ εἶχε διαπιστώσει πόσο εὔθραυστος εἶναι ὁ ψυχολογικὸς παράγοντας σὲ κάθε ἄνθρωπο καὶ πόσο ἀποφασιστικὸ ρόλο παίζει στὴν ὁλοκλήρωση τῆς προσωπικότητας καὶ στὸν ἁγιασμό της. Εἶχε κατέβει, ὅπως λέει ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, ὁ συγγραφέας τῆς Κλίμακος, εἶχε κατέβει στὰ βάθη τῆς ψυχῆς, γνώριζε πολὺ καλὰ τὶς ἀντιδράσεις της καὶ ἰδιαίτερα τὴν καταστροφὴ ποὺ προξενοῦν τὰ πάθη καὶ οἱ κακίες τῶν μεγαλυτέρων στὴν ἀνέλιξη καὶ ἀνάπτυξη τῶν νεωτέρων.Καὶ ἤθελε αὐτὸς ὁ μακάριος ἄνδρας, νὰ μὴν πληγώσει, νὰ μὴν τσαλαπατήσει, νὰ μὴν σταυρώσει μὲ τιμωρίες τὰ παιδιά του ἀλλὰ νὰ τὰ ἀνυψώσει, νὰ τὰ ἀναπτερώσει, νὰ τὰ ἐμψυχώσει μὲ τὴ μέθη τῆς δικῆς του ἐν Χριστῷ ἀγάπης. Εἶχε βιώσει βέβαια αὐτὸ ποὺ λέγει ὁ πρύτανις τῶν ἀσκητῶν πατέρων ἅγιος Ἰσαὰκ ὁ Σύρος, ὅτι ἡ ἀγάπη εἶναι μέθη ψυχῇς καὶ ἔχει τὴν δύναμη νὰ μεθύσει καὶ τοὺς γύρω.
Κάποιος ἄλλος μαθητής του, ὁ Ν. Λούβαρης, θυμᾶται ὅτι προτιμοῦσε ὁ ἴδιος νὰ ὑποβάλλεται σὲ ἀσκήσεις, γιὰ παράδειγμα σὲ νηστεία, γιὰ νὰ μὴν τιμωρήσει τὸ ἀνώριμο εὔθραυστο βλαστάρι, τὸν ἱερὸ σπουδαστή του, ὅταν ἡ διάκριση, ποὺ ἄφθονη εἶχε, τὸν πληροφοροῦσε, ὅτι ἡ τιμωρία θὰ δημιουργήσει ἀπωθημένη ἐμπάθεια ἢ ψυχολογικὰ τραύματα. Καὶ δὲν πρέπει ἕνας ποιμένας, ἕνας ταγὸς νὰ κατατρύχεται ἀπὸ ψυχολογικὰ προβλήματα, ποὺ μπερδεύουν τοὺς γύρω του, καὶ ἐξουθενώνουν τὶς ψυχὲς καὶ δὲν τὶς ὁδηγοῦν στὴν ἐλευθερία «ᾗ Χριστὸς ἡμᾶς ἠλευθέρωσε». Ἀνελάμβανε ὁ ἅγιος του Θεοῦ, ὁ θεόπνευστος αὐτὸς παιδαγωγὸς πάνω του τὸ βάρος τῆς ἁμαρτίας τῶν παιδῶν του, γιὰ νὰ ἀνοίγει μπροστὰ τοὺς ὁ δρόμος τῆς προκοπῆς καὶ τῆς δημιουργίας καὶ ὄχι τῆς μιζέριας καὶ τῆς μικροψυχίας.
Πιθανῶς νὰ ὑπῆρξαν καὶ περιπτώσεις ποὺ ὁ ἅγιος νὰ μεταχειρίσθηκε καὶ τὴν παιδαγωγικὴ μέθοδο τῆς αὐστηρότητας, ὅταν οἱ περιστάσεις τὸ ἀπαιτοῦσαν. Κυριαρχοῦσε πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ Ποιμαντική της ἀγάπης, τῆς καλωσύνης καὶ τῆς πατρικῆς ἐπισκοπῇς, θὰ λέγαμε γενναιοψυχίας.
Ὁ Ἰ. Φ. Κωνστανταράκης, μαθητὴς τοῦ ἁγίου Νεκταρίου, ἀναφέρει ὅτι οἱ ἱεροσπουδαστὲς εἶχαν νύχτα καὶ μέρα ἐνώπιόν τους ἕνα ἀρχέτυπο τελείου καὶ ὁλοκληρωμένου ἀνθρώπου.
Ἦταν φίλεργος καὶ πολυγραφότατος.
Ἔγραφε θεολογικὲς μελέτες.
Συνέθετε ὕμνους στὴν Κυρία Θεοτόκο ποὺ ὅταν τοὺς ἔψαλε, μεταρσιωνόταν καὶ μετέφερε πνευματικὸ ἐνθουσιασμὸ στοὺς μαθητές του.
Τὸ κήρυγμά του ἦταν πολὺ ἐποικοδομητικὸ καὶ στὸ ναὸ τῆς Σχολῆς καὶ σὲ πολλοὺς ἄλλους ποὺ τὸν καλοῦσαν.
Ἡ Λειτουργία του ἦταν μυσταγωγία καὶ συναγερμὸς ὅλου τοῦ ἐκκλησιάσματος πρὸς τὸν ἐν Τριάδι Κύριο.
Πρὸς τοὺς ἑτερόδοξους συμπεριφερόταν μὲ εὐγένεια καὶ καλωσύνη χωρὶς νὰ κρύβει κανένα σημεῖο τῆς Ὀρθοδόξου ὁμολογίας του.
Παράλληλα σημειώνει ὁ Χρυσόστομος Παπαδόπουλος, ὁ μετέπειτα ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν, ποὺ τὸν διαδέχθηκε στὴν Διεύθυνση τῆς Σχολῆς, ἐνδιαφέρθηκε ὁ ἅγιος Νεκτάριος γιὰ τὸν κῆπο τῆς Σχολῆς, γιὰ τὴν εὔρυθμη λειτουργία ὅλων τῶν συνεργείων της, γιὰ τὴν ἀπρόσκοπτη Διεύθυνση καὶ τὸ ὅλο πολιτιστικὸ κλίμα της. Δὲν ἦταν δυνατὸ ὁ ἄνθρωπος ποὺ εἶχε ταξινομήσει παραδεισιακὰ τὰ ἐσωτερικὰ πνευματικά του ζητήματα, δὲν ἦταν δυνατὸν νὰ μὴν ἐκφράσει αὐτήν του τὴν ἐσωτερική του χριστοαρμονία καὶ νὰ μήν τὴν ἀπεικονίσει ταπεινὰ ἀπὸ ὅλα του τὰ ἀγαπημένα πρόσωπα, σ᾿ ὅλα τὰ πράγματα γύρω του καὶ σ᾿ ὅ,τι ἄγγιζε.
Ἀποκορύφωμα καὶ ἀποκρυστάλλωμα τῆς ὅλης του ποιμαντικῆς δραστηριότητας ὑπῆρξε ἡ ἀνασύσταση τῆς Γυναικείας Ι. Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος, στὴν Αἴγινα. Ὅλο του τὸν μισθὸ ποὺ ἔπαιρνε ἀπὸ τὴν Ῥιζάρειο τὸν διέθετε γιὰ νὰ κτισθεῖ ἡ ἐρειπωμένη Ἱερὰ Μονὴ καὶ γιὰ νὰ συντηροῦνται οἱ μοναχὲς τῆς ἀδελφότητας.
Ἐνδιαφερόταν νὰ γίνει ἕνα ὡραῖο ἐκκλησιαστικὸ οἰκοδόμημα, ὅπως καὶ ἔγινε, γιὰ νὰ στεγάσει ἕνα ἱερὸ ἡσυχαστήριο καὶ φροντιστήριο Ὀρθοδόξου μοναστικῆς εὐσεβείας. Εἶχε ἀγαπήσει μὲ πάθος ἀπαθὲς, ὅπως λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης, τὴν φιλανθρωπία καὶ χαιρόταν νὰ ξοδεύει τὸν μισθό του, τόσο γι᾿ αὐτὸ τὸν σκοπὸ ὅσο καὶ γιὰ περιπτώσεις φτωχῶν ἀνθρώπων, ποὺ τοῦ ζητοῦσαν βοήθεια. Ἦταν ἀχόρταγος στὸ νὰ δίνει, τόσο ποὺ μερικὲς φορὲς δὲν εἶχε τὰ ναῦλα του, γιὰ νὰ ἐπισκεφθεῖ τὴ μοναστικὴ ἀδελφότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ παρακολουθοῦσε πνευματικὰ καὶ τὴν καθοδηγοῦσε, ἐνῷ παράλληλα ἦταν διευθυντὴς στὴ Ριζάρειο.
Τὶς ἡμέρες τῶν διακοπῶν τοῦ Πάσχα, τῶν Χριστουγέννων καὶ τοῦ καλοκαιριοῦ ἔμενε στὴν ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ προσπαθοῦσε ἐφαρμόζοντας τοὺς αὐστηροὺς ἀσκητικοὺς ὅρους τοῦ Μ. Βασιλείου, νὰ ὀργανώσει φιλόθεα καὶ φιλάνθρωπα τὴν ἐσωτερικὴ ζωὴ τῆς ἀδελφότητας.
Εὐτυχῶς ποὺ μᾶς ἔχουν διασωθεῖ 136 ἐπιστολὲς τοῦ Ἁγίου, ποὺ ἔστελνε ἀπὸ τὴν Ριζάρειο στὴ μοναστικὴ ἀδελφότητα τῆς Ἁγίας Τριάδος. Μέσα σὲ αὐτὴ διακρίνεται ἡ λαμπρότητα καὶ ἡ ὡραιότητα τοῦ παρθενικοῦ του χαρίσματος ποὺ αὔξησε ὁ Χριστὸς ἑκατονταπλάσια μέσα του μὲ σύμφωνη τὴν ἀγαθὴ προαίρεσή του.
Ἐπίσης διακρίνεται ἡ πνευματικὴ, ἡ ἐν Χριστῷ ἀγάπη τοῦ ἁγίου πρὸς τὰ πνευματικά του τέκνα, τὶς μοναχές, μέσα στὶς ψυχὲς τῶν ὁποίων, ὅπως ὁ θεῖος Παῦλος, θέλησε νὰ μορφώσει τὸν Χριστὸ καὶ τὴ ζωὴ τοῦ Χριστοῦ. Πρότυπό του στὴ φιλανθρωπία εἶχε τὸν ἅγιο Νικόλαο ποὺ ἀπὸ μικρὸς εἶχε ἀγαπήσει καὶ τὸν εἶχε προστάτη του.
Ὁ π. Θεόκλητος Διονυσιάτης τονίζει στὸ ὡραιότατο βιβλίο του «ὁ ἅγιος Νεκτάριος ὁ θαυματουργός» ὅτι μέσα στὶς ἐπιστολὲς αὐτὲς φαίνεται ἡ μεγάλη διάκριση ποὺ εἶχε ὁ ἅγιος. Σὲ κάθε μιὰ μοναχὴ δίνει τὶς κατάλληλες γι᾿ αὐτὴν ὁδηγίες, σεβόμενος τὰ προσωπικὰ ὅρια ἀντοχῆς της καὶ ἀνοίγοντάς της τὸν κατάλληλο δρόμο ποὺ θὰ ὁδηγήσει αὐτὴν πρὸς τὸν Σωτῆρα Χριστό, χωρὶς νὰ ἰσοπεδώνει τὸ πρόσωπο.
Ἤξερε πολὺ καλὰ αὐτὸς ὁ βαθυνούστατος ἐπίσκοπος πόσο σημαντικὸς εἶναι ὁ ρόλος τῆς γυναίκας μέσα στὴ ζωὴ τῆς Ἐκκλησίας. Γι᾿ αὐτὸ χωρὶς νὰ ὑποτιμᾷ τὸ Μέγα Μυστήριο τοῦ γάμου, λέγει ὁ π. Θεόκλητος, ὅμως προσπαθεῖ νὰ καταρτίσει ἄριστα τὴ γυναικεία προσωπικότητα στὴν εὐσέβεια καὶ στὴν ἐν Χριστῷ ζωή, γιὰ νὰ ἔχει ἡ κοινωνία, τὰ δείγματα ἔστω, τῆς ἀληθινῆς χριστιανικῆς ζωῆς, σαρκωμένης στὰ πρόσωπα τῶν μοναζουσῶν. Μέσα σε αὐτὲς τὶς ἐπιστολὲς μποροῦν καὶ οἱ σημερινὲς Χριστιανὲς νὰ σπουδάσουν τὸ γνήσιο χριστιανικὸ φεμινιστικὸ κίνημα, ποὺ συνοψίζεται στὴν ἐν Χριστῷ ὑπακοή, στὸ ὑπάκουο κλίμα της καὶ στὴν ἀτμόσφαιρά της.
Καὶ στ᾿ ἀλήθεια πέτυχε ὁ ἅγιος τοῦ Θεοῦ νὰ φυτεύσει καὶ μετὰ τὴν παραίτησή του ἀπὸ τὴν Ριζάρειο, μένοντας κοντά τους, νὰ καταρτίσει τὴ μοναστικὴ αὐτὴ ἄμπελο τῆς ἱερᾶς Μονῆς τῆς Ἁγίας Τριάδος, ποὺ ἡ ζωὴ καὶ ἡ ἀκτινοβολία της συνεχίζεται μέχρι σήμερα. Τὸ καλοκαῖρι τοῦ 1898 ἔκανε περιοδεία προσκυνηματικὴ στὸ Ἅγιον Ὄρος. Πῆρε εὐλογίες ἀπὸ τὸ Περιβόλι τῆς Παναγίας, ἔδωσε ὅμως καὶ ἀπὸ τὸ ταμεῖο τῶν δικῶν του θησαυρῶν στοὺς μοναχοὺς ποὺ μὲ πολλὴ χαρὰ τὸν καλοδέχθηκαν καὶ ξεχωριστὰ τίμησαν ἐπίσημα τὸν ταπεινόφρονα ἱεράρχη. Ἡ ἐπικοινωνία του μὲ ἁγίους μοναχοὺς, ὅπως τὸν π. Δανιὴλ Κατουνακιώτη, τὸν συνέδεσε πνευματικὰ μὲ τὸ Ἅγιον Ὄρος, ἔτσι ὥστε ἐπιστρέφοντας στὸν κόσμο, νὰ εἶναι ἕνας ἁγιορείτης ἐκτὸς Ἁγίου Ὄρους καὶ μέσα στὴν ὑπακοὴ τῆς δικῆς του, ἂς ποῦμε δικῆς του, μονῆς.
Ἀφήσαμε μία πτυχὴ τῆς ζωῆς του τελευταία. Σκόπιμα. Γιὰ νὰ τὴν τονίσουμε. Βέβαια ἀπὸ ὅσα μέχρι τώρα ἔχουμε ἀναφέρει διαφαίνεται ὁλοκάθαρα.
Ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ἦταν ἕνας χαρισματοῦχος πνευματικός.
Αὐτόπτης μάρτυς μοῦ ἀνέφερε ὅτι τὸν εἶδε νὰ εἰσέρχεται στὸ ἱερὸ βῆμα, νὰ φορᾷ τὸ πετραχῆλι του καὶ νὰ πηγαίνει νὰ κατασπάζεται τὸν ἐσταυρωμένο καὶ νὰ κλαίει. Μετὰ ἀπὸ αὐτὴν τὴ μυσταγωγικὴ καὶ κατανυκτικὴ προετοιμασία προσφερόταν νὰ βοηθήσει στὸ Μυστήριο τῆς Ἱ. Ἐξομολογήσεως ὄχι μόνο τὶς μοναχὲς ποὺ πρωτύτερα ἀναφέραμε, ὄχι μόνο τους ἱεροσπουδαστές του, ἀλλὰ καὶ τὸν κοσμάκη ποὺ συνέρρεε γιὰ νὰ ἀποθέσει τὸν βαρὺ κλοιὸ καὶ φόρτο τῆς ἁμαρτίας.
Ἱκανότατος στὸν ποιμαντικὸ διάλογο, ἀμέσως ἀποσποῦσε τὴν ἐμπιστοσύνη τοῦ ἐξομολογουμένου. Πρόσωπο μὲ πρόσωπο ὁ πνευματικὸς πατέρας μὲ τὸν πνευματικὸ υἱὸ ἢ τὴν πνευματικὴ θυγατέρα, μποροῦσε μὲ τὴν δύναμη τοῦ Τελεταρχικοῦ καὶ ζωοποιοῦ Πνεύματος καὶ μὲ τὴν ἀπάθεια τῆς ἄσπιλης καὶ ἀμόλυντης ψυχῆς του, νὰ ἀνασπᾷ ἀπὸ τὴν ἄβυσσο τὸ ναυαγημένο καράβι, ὅπως σοφότατα περιγράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Σιναΐτης. Μέσα στὸ κλίμα τῆς ἐν Χριστῷ θερμῆς καὶ ἁπλῆς ἀγάπης, μποροῦσε μοναδικὰ νὰ ἐκφρασθεῖ καὶ εἰλικρινὰ νὰ ἐξαγορευθεῖ ὁ ἁμαρτωλὸς καὶ φιλόστοργα νὰ ἐμφυσήσει τὴν Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ τὴν ἄφεση ὁ χαρισματοῦχος πνευματικὸς Πατήρ.
Τέλος ἡ ἀγαθὴ Πρόνοια τοῦ Θεοῦ οἰκονόμησε ἔτσι τὴ ζωὴ τοῦ Ἁγίου Νεκταρίου, ὥστε παραιτούμενος ἀπὸ τὴν Ριζάρειο νὰ ἀποσυρθεῖ στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος, νὰ βοηθήσει ἀποφασιστικὰ στὴν ὀργάνωση τοῦ Κοινοβίου τῆς μέχρι τὸ 1920 ὁπότε καὶ παρέδωσε νικηφόρα τὴν ἁγία ψυχή του στὸν Κύριο.
Μὲ μία τόσο πλούσια καὶ ἐκλεκτὴ ποιμαντικὴ προσφορὰ μάνιασε ὁ δαίμονας τῆς συκοφαντίας. Ἄνθρωποι μικρόψυχοι, ἐξ ἰδίων κρίνοντες τὰ ἀλλότρια, κολλημένοι σὰ στρείδια στὰ πάθη τῆς ἀνηθικότητας, πρόβαλαν τὸν ἀβυσσαλέο ψυχικὸ ρύπο τοὺς στὸ πρόσωπο τοῦ ἁγίου. Τοὺς ἦταν ἀδιανόητος ὁ παρθενικὸς τρόπος ζωῆς, ὁ τρόπος ποὺ ὁ νέος Ἀδάμ, ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἐγκαινίασε μὲ τὸ παρθενικὸ πρόσωπό του στὴ νέα δική του δημιουργία, στὴν Ἐκκλησία του. Ἔπλασαν λοιπὸν μύθους, ἀπὸ τὸ βορβορῶδες ὑλικὸ ποὺ τοὺς χορήγησε ὁ μισόκαλλος καὶ προσπάθησαν νὰ σπιλώσουν, τὸν ἄσπιλο. Μαζί τους μπλέχθηκαν καὶ κάποιοι ἄλλοι «ἐκκλησιαστικοὶ ταγοί» ποὺ σὰν ἀφελεῖς καὶ ἀδόκιμοι στὴν κατὰ Χριστὸ ζωὴ, παρασύρθηκαν στὶς δεινὲς συκοφαντίες.
Ἀρνητικὸ ἦταν καὶ τὸ κοινωνικὸ-πολιτικὸ κλίμα τῆς ἐποχῆς ποὺ μισοῦσε τὰ μοναστήρια, ἐπηρεασμένο ἀπὸ βαυαρικὸ ἐπιτελεῖο ποὺ εἶχε ἐγκατασταθεῖ στὴν Ἑλλάδα καὶ προσπαθοῦσε νὰ τὴν «ἐκπολιτίσει». Δὲν μποροῦσαν μὲ κανένα τρόπο νὰ χωνέψουν πὼς ὁ Διευθυντὴς τῆς Ριζαρείου καταντᾷ στὸν καλογερικὸ τρόπο ζωῆς. Ἑβδομήντα δυὸ χρονῶν ἄνθρωπος πλέον ὁ Ἅγιος καὶ συκοφαντεῖται ἄσχημα. «Οὗτος τὰς ἁμαρτίας ἡμῶν φέρει καὶ περὶ ἡμῶν ὀδυνᾶται», λέγει ὁ προφήτης Ἡσαΐας γιὰ τὸν Κύριό μας. Τὰ ἴδια συμβαίνουν καὶ στὸν Ἅγιο.
Οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ὑποστηρίζουν ὅτι τὸ ἀφορητότερο μαρτύριο γιὰ ἕναν ἀθῷο εἶναι ἡ συκοφαντία. Καὶ τὴν ἐπιτρέπει ὁ Κύριος στοὺς δικούς του γιὰ μείζονα τελείωση καὶ οὐράνια δόξα.
«Ὡστόσο ἡ χάρη πληθαίνει πάνω του καὶ ἐπαληθεύεται μὲ τὰ ποικίλα θαύματα ποὺ τελοῦνται μὲ τὰ ἁγιασμένα χέρια του καὶ τὶς διάπυρες εὐχές του. Ὁ ἴδιος ὅμως σωματικὰ κάμπτεται. Μία χρόνια προστατίτιδα ποὺ εἶχε, ἐπιδεινώνεται, γιὰ λίγο θεραπεύεται ἀπὸ τὴν Παναγία τὴν Χρυσολεόντισσα στὴν Αἴγινα ποὺ προσκύνησε, ἀλλὰ καὶ πάλι βάρυνε. Μεταφέρθηκε στὴν Ἀθήνα, στὸ νοσοκομεῖο Ἀρεταίειο, σὰν ἁπλὸς μοναχός, ἔμεινε δυὸ μῆνες καὶ ἐνῷ τὸν ἑτοίμαζαν οἱ γιατροὶ γιὰ ἐγχείρηση, παρέδωσε τὸ πνεῦμα τοῦ τὴ νύχτα στὶς 8 Νοεμβρίου 1920.
Ὁ Ἅγιος τοῦ αἰῶνα μας, ὅπως πετυχημένα τὸν ἀπεκάλεσε ὁ λογοτέχνης Σῶτος Χονδρόπουλος, στὰ τελευταῖα του ρίζωσε στὴν Ἱερὰ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος σάν Ἐλαία κατάκαρπος καὶ σὰν τὸ δένδρο τὸ πεφυτευμένον παρὰ τὰς διεξόδους τῶν ὑδάτων ὃ τὸν καρπὸν αὐτοῦ δώσει.
Καὶ ἔδωσε ἀναρρίθμητους καρποὺς στὴν Ἐκκλησία καὶ στὸ ἔθνος μας. Καὶ ἀπὸ ἐκεῖ μεταπήδησε στὴ ζωὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος ποὺ τόσο εἶχε λαχταρήσει.
Κάποιοι ὀνομάζουν τὸν Ἅγιο Νεκτάριο, Χρυσόστομο τοῦ αἰῶνα μας, τόσο γιὰ τὴν πολυσχιδῆ προσωπικότητά του, ὅσο καὶ γιὰ τὸ πλούσιο καὶ πολύμορφο ἔργο του.
Δὲν εἶναι καθόλου ὑπερβολικὸ νὰ συμφωνήσουμε μὲ αὐτὸν τὸν ὑψηλὸ χαρακτηρισμὸ καὶ τὴν ἐκλεκτὴ παρομοίωση, γιατὶ πράγματι ὁ Ἅγιος Νεκτάριος ὁλοκληρώθηκε σὲ μία καθολικὴ προσωπικότητα. Μολονότι μοναχὸς ἀρχικὰ καὶ ἀσκητής, μὲ αὐστηροὺς περιορισμοὺς καὶ μοναστικοὺς κανόνες, ὅμως τόσο πολὺ διευθύνθηκε ἡ προσωπικότητά του, ὥστε νὰ φθάσει στὰ μέτρα τῶν Μεγάλων Ἁγίων καὶ μάλιστα τὰ Χρυσοστομικά.
Ὁ Ἅγιος ἀφοῦ ἔλυσε ὁριστικὰ τὸ ὑπαρξιακό του πρόβλημα ἀνοίχθηκε μὲ τὴν σῴζουσα χάρη τοῦ ἐν Τριάδι Θεοῦ στὸν μεγάλο γάμο τῆς Ἐκκλησίας. Ξεκινώντας ἀπὸ τὸν Μοναχισμὸ ἔφθασε στὸν τελικὸ προορισμό, Θεανθρώπινο προορισμὸ ποὺ εἶναι ἡ ἕνωση μὲ τὸν Θεὸ καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ἀδελφότητα.
Κατάκτησε χαρακτηριστικὰ καὶ βίωσε τὸν μυστικὸ Γάμο τῆς ψυχῆς του μὲ τὴν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, στὴν ὁποία καὶ ὁλόψυχα καὶ ἀφιερώθηκε.
Λειτουργὸς μὲ φλόγα πύρινη, φιλοστοργικότατος καὶ διακριτικότατος πνευματικὸς Πατὴρ, ὑψιπέτης Θεολόγος, συγγραφέας ὄχι κοινός, θεόπνευστος,ἱεροκήρυκας, παιδαγωγὸς ἄριστος, θαυματουργὸς καὶ ἐν ζωῇ καὶ μετὰ θάνατον, κοινωνικὸς ἐργάτης καὶ βαθὺς καὶ ἀκαταπόνητος. Καλλιεργητὴς ἱερατικῶν κλήσεων καὶ τὸ κυριώτερο, θεόπτης τοῦ ἀκτίστου θαβωρίου φωτός, προσέφερε ἄπειρες εὐεργεσίες στὸ Ὀρθόδοξο Νεοελληνικὸ ἔθνος μας. Δυνατὸ πρότυπο γιὰ ὅλους μας, κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς καθηγητὲς καὶ ἱεροσπουδαστὲς, τὸν τιμᾶμε, Αὐτὸν τὸν ἔνθεο θεράποντα τοῦ Χριστοῦ καὶ ἐξαιτούμεθα τὶς διάπυρες εὐχές του πρὸς τὸν Κύριο.
Γιὰ νὰ δώσει προφητικὴ καὶ Τριαδικὴ Ἱερωσύνη κατ᾿ εἰκόνα καὶ ὁμοίωσιν τοῦ Ἁγίου Ἱεράρχου, Λαὸ μὲ φωτόμορφα καὶ θεοφώτιστα τέκνα τῆς ζωντανῆς Ἑλληνορθοδόξου Ἐκκλησίας.
Καὶ τὸ κυριώτερο, τὴ νέα γενιὰ παραλαμβάνουσα μετὰ φόβου Θεοῦ καὶ ἀγάπης, τὴν ὁλοζώντανή μας Θεανθρώπινη παράδοση, μὲ τὶς πανάγιες εὐχὲς τοῦ ἐν ἁγίοις ἐνδόξου πατρὸς ἡμῶν Νεκταρίου ἐπισκόπου Πενταπόλεως τοῦ θαυματουργοῦ.
Πηγή: users.uoa.gr