Ο Ελευθέριος Ανδρώνης γράφει για τα Χριστούγεννα, τη συγκλονιστική εορτή της Ορθοδοξίας!
Πόση κούραση μαζεύτηκε στις ψυχές των ανθρώπων από την καταχνιά των ημερών που ζούμε τα τελευταία δύο χρόνια. Σα να μας καταπλάκωσε ο χρόνος που σταμάτησε, να μας γέρασε απότομα, να μας άδειασε από δίψα για όνειρα και αισιόδοξες προσδοκίες.
Σε μια προσπάθεια να αποτινάξουμε από πάνω μας την αβεβαιότητα και τη παραζάλη της εποχής, βιαστήκαμε να στολίσουμε τα σπίτια μας, φωταγωγήσαμε τους δρόμους, ετοιμάσαμε δώρα και γλυκά. Και τι μ’ αυτό; Αέρας και καπνός που θα χαθεί είναι όλα αυτά. Την καρδιά μας την στολίσαμε; Την ευπρεπίσαμε; Την συντονίσαμε ώστε να δεχθεί χωρίς παρεμβολές το ουράνιο μήνυμα της Θείας Γέννησης;
Έφτασαν τα Χριστούγεννα, η ανατολή του ήλιου της ελπίδας, το σημείο μηδέν της ιστορίας, η ευφροσύνη ολόκληρης της πλάσης. Πόσες καρδιές όμως θα μείνουν ανέγγιχτες από την ευλογία που πλημμυρίζει το σύμπαν και πηγάζει από αυτή τη συγκλονιστική εορτή της Ορθοδοξίας;
Η εθιμοτυπική και ψυχρή προσέγγιση των Χριστουγέννων που έχει κοσμική χροιά και ανακατεύεται με παρασιτικές μόδες, δεν προσφέρει πραγματική χαρά, άλλα ελάχιστες στιγμές ύπνωσης του θεριεμένου «εγώ» μας. Που φαντάζει σαν μικρή παρηγοριά, μόνο και μόνο επειδή σωπαίνει προς ώρας το θηρίο με εδέσματα, λαμπιόνια και απατηλά παραμύθια. Ξυπνάει σύντομα όμως, και συνεχίζει να κατασπαράζει την ειρήνη της ψυχής.
Και είναι κρίμα να ξεγλιστρά από τα χέρια μας η άφταστη θεραπευτική δύναμη αυτών των άγιων ημερών. Γιατί αν δεν συνδεθεί ο άνθρωπος με την χαρά και την ειρήνη του Χριστού που φανερώνεται «εν σαρκί», δεν πρόκειται να αποκομίσει κανένα ψυχικό όφελος, καμία ανάπαυση, κανένα γαλήνεμα της καρδιάς. Αν μείνει έξω από την πνευματική κιβωτό του Χριστού, την Εκκλησία, θα μείνει να θαλασσοπνίγεται στα κύματα του φουρτουνιασμένου κόσμου.
Και εμείς όμως, σαν κατάκοποι διαβάτες με το νου σκοτισμένο και τους ώμους γυρτούς από την αντάρα των δοκιμασιών, ας σταθούμε να ξαποστάσουμε στη θαλπωρή της φάτνης που άλλαξε μονομιάς τον κόσμο. Εκεί που ο Θεός «έγινε άνθρωπος για να μπορέσει ο άνθρωπος να γίνει κατά χάριν Θεός», όπως γράφει ο Μέγας Αθανάσιος.
Η πανδημία και οι διάφοροι ηγέτες που την κουμαντάρουν, «εκπαιδεύουν» τους ανθρώπους στο να είναι «μακριά», σε απόσταση. Απομονωμένοι και αποξενωμένοι. Με ατομικές «ευθύνες» και προσωπικές φοβίες. Να αντιμετωπίζουν με διστακτικότητα ή ακόμα και με δυσφορία τον συνάνθρωπο.
Τα Χριστούγεννα διατρανώνουν το ακριβώς αντίθετο.
Μας επανατοποθετούν σε αυτό που ορίζει η φτιαξιά μας. Την φύση της ενότητας, της έμπρακτης αγάπης, της πνευματικής εγγύτητας που δημιουργεί η ανεκλάλητη χαρά του γεγονότος της σαρκώσεως του Θεού Λόγου. Όλοι μαζί ως ένα σώμα, γιορτάζουμε αυτό το μεγάλο υπερφυσικό γεγονός που άλλαξε τον ρου της ιστορίας και άνοιξε την πύλη της αιωνιότητας. Ο Θεός προσέλαβε την ανθρώπινη φύση και την αγίασε.
Μένουμε άφωνοι μπροστά στο μέγα μυστήριο, πως ο προαιώνιος Θεός καταδέχθηκε να γεννηθεί μέσα σε μια ταπεινή φάτνη. Ο Άναρχος έκανε την αρχή της αποστολής του για την σωτηρία του ανθρώπου, μέσα από ένα σπήλαιο. Χαστούκι θεϊκό και αέναο στη κομπορρημοσύνη μας. Ακριβώς για να δείξει πως θέλει να είναι η καρδιά μας. Μόνο στην καρδιά του ταπεινού, γεννιέται ο Χριστός. Μόνο εκεί καταφθάνουν τα δώρα του Αγίου Πνεύματος.
Ο Ιησούς ήρθε στον κόσμο ταπεινός, για να μας θυμίζει πάντοτε την πνευματική αρχοντιά των ταπεινών. Ο Θεός έστειλε τον ίδιο τον μονογενή Υιό του ως ένα άφατο δώρο στην ανθρωπότητα. Αυτό το δώρο ανείπωτης αγάπης, μιμούνται και οι Χριστιανοί. Άρρητη αγάπη έλαβαν, αγάπη οφείλουν και να ανταποδώσουν, κατά το μέτρο των ανθρωπίνων.
Ας στρέψουμε κι εμείς την προσοχή μας αυτές τις μέρες σε αυτούς που δεν έχουν σπίτι, που δεν έχουν ένα πιάτο φαγητό, που δεν έχουν ρεύμα, που δεν έχουν εργασία, που έχουν χάσει την υγεία τους και υποφέρουν, που στερούνται την αγάπη και νιώθουν εγκαταλελειμμένοι από τους συνανθρώπους τους.
Με ελεημοσύνες, με προσευχές, με παρηγορητικό λόγο, με μια επίσκεψη, ένα τηλέφωνο, μια ευχή, ό, τι μπορεί ο καθένας. Ας υπενθυμίζουμε στους εαυτούς μας πως το επίκεντρο της εορτής των Χριστουγέννων δεν είμαστε εμείς, άλλα ο Χριστός και ο πλησίον. Να εκτοπιστεί η φιλαυτία μας, για να δημιουργηθεί περίσσευμα αγάπης που θα μοιραστεί στους συνανθρώπους μας με διάφορους ευγενείς τρόπους.
Μόνο έτσι θα αναχωρήσουμε δικαιωμένοι από τη σκηνή της Θείας Γέννησης, θα απομακρυνθούμε από την ευφρόσυνη φάτνη συνεχίζοντας τον δρόμο μας πίσω στην βαριά καθημερινότητα, με ανανεωμένη ελπίδα και αέρα αιωνιότητας στις καρδιές μας.
Πηγή: sportime.gr