Ηρακλής Ρεράκης,
Καθηγητής ΑΠΘ, Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων (ΠΕΘ)
Στην ορθόδοξη Εκκλησία, ουδέποτε αμφισβητήθηκαν τα θαύματα. Αντίθετα, καταγράφονται, ως πιστοποίηση της δυνάμεως και της χάριτος του Θεού, αφού, μέσω αυτών, οι άνθρωποι προγεύονται την αιώνια Βασιλεία του.
Τα θαύματα αποτελούν μια προσωρινή αναστολή των φυσικών νόμων, του φθαρτού κόσμου ή του θανάτου, μέσω μιας έκτακτης ευεργεσίας του Ιησού Χριστού.
Με τα θαύματα δοξάζεται και αναδεικνύεται η μοναδικότητα και αληθινότητα της Εκκλησίας στην αχώριστη ένωσή της με τον Χριστό, την Κεφαλή της Εκκλησίας. Επιβεβαιώνεται, ακόμη, ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η εν Χριστώ αδιασάλευτη συνέχεια της πίστεως και της ζωής των Προφητών, των Αποστόλων και των Αγίων και ότι η ζωή συνεχίζεται μετά θάνατον, αφού οι κεκοιμημένοι Άγιοι συνεχίζουν να θαυματουργούν, εντός της Εκκλησίας και μετά την κοίμησή τους, ως όργανα του Θεού.
Με βάση τα παραπάνω, θεωρούμε ότι δεν είναι προς οικοδομή των πιστών, σήμερα, σε μια εποχή πνευματικών συγχύσεων και κρίσεων, να υπάρχουν φωνές, εντός της Εκκλησίας, που να δημιουργούν διαιρέσεις, σχίσματα και αμφισβητήσεις τόσο ως προς τα Θαύματα όσο και ως προς τους χαρισματούχους, που λειτουργούν, ως όργανα του Θεού και των πιστών ανθρώπων, στην τέλεση των Θαυμάτων.
Δεν είναι ορθό, επίσης, να δημιουργείται άσχημη εικόνα στη συνείδηση των πιστών για τα Θαύματα, εξαιτίας της τυχόν υπάρξεως ή δράσεως κάποιων, οι οποίοι και σήμερα και πάντοτε παριστάνουν τους θαυματοποιούς, για να εκμεταλλευτούν κάποιους αδαείς. Εξάλλου, οι ψευτοθαυματουργοί, ως μη αληθινοί πιστοί, δεν μπορούν να κάνουν αληθινά θαύματα και αργά ή γρήγορα αποκαλύπτονται.
Από την άλλη πλευρά, όμως, είναι αδιαμφισβήτητο το γεγονός της υπάρξεως των Θαυμάτων. Ο ίδιος ο Χριστός επιβεβαιώνει τη δυνατότητα που έχουν οι πιστοί να θαυματουργούν με τη δική Του δύναμη. Μετά την Ανάστασή και λίγο πριν την Ανάληψή Του στους Ουρανούς, ο Χριστός παραγγέλλει στους Μαθητές του να κηρύττουν το Ευαγγέλιο σε όλη την ανθρωπότητα, τονίζοντας ότι αυτός που θα πιστέψει σ’ Αυτό και θα βαπτιστεί θα σωθεί, ενώ εκείνος που θα απιστήσει θα καταδικαστεί.
Στη συνάφεια αυτή, μάλιστα, συνδέει τα θαυμάσια σημεία με εκείνους που θα πιστέψουν, επισημαίνοντας ότι θα μπορούν διά της πίστεως να ενεργούν στο όνομά Του, καθώς θα τους παρέχεται η χάρη να διώχνουν δαιμόνια, να μιλούν ξένες και άγνωστες σε αυτούς γλώσσες, να σηκώνουν με τα χέρια τους φίδια φαρμακερά, χωρίς να παθαίνουν κάτι από το δάγκωμά τους, να μην βλάπτονται, αν πιουν κάποιο θανατηφόρο δηλητήριο και να θέτουν τα χέρια τους πάνω σε αρρώστους και εκείνοι να γίνονται καλά (Μάρκ. 16, 15-18).
Οι λόγοι του Χριστού βλέπουμε να επαληθεύονται στις Πράξεις των Αποστόλων. Ο Πέτρος και ο Ιωάννης, βλέποντας κάποιο χωλό στην θύρα του ιερού να τους ζητά ελεημοσύνη, δεν του δίνουν χρήματα, που δεν έχουν, αλλά τον θεραπεύουν «εν τω ονόματι Ιησού Χριστού» (Πράξ. 3, 5).
Ο Πέτρος βρίσκει στην Λύδδα τον Αινέα, παράλυτο για οκτώ χρόνια, και τον θεραπεύει λέγοντάς του: «Αινέα, ιάται σε Ιησούς Χριστός» (Πράξ. 9, 34).
Στην Ιόππη ανασταίνει εκ νεκρών την μαθήτρια Ταβιθά, μετά από παράκληση όλων όσων εκείνη βοηθούσε με ελεημοσύνες (Πράξ. 9, 40-41).
Παρακολουθούμε, επίσης, να διενεργούνται Θαύματα, μέσω της πίστεως, ακόμη και σε όσους καταφέρνουν να βρεθούν στη σκιά του σώματος του Απ. Πέτρου (Πράξ. 5, 15).
Χιλιάδες είναι τα θαύματα, τα οποία έχουν γίνει από την ίδρυση της Εκκλησίας έως σήμερα, στο όνομα του Χριστού, από τους Αγίους της Εκκλησίας μας, είτε κατά τη διάρκεια της ζωής τους είτε μετά την κοίμησή τους είτε με τον τιμητικό ασπασμό των λειψάνων τους είτε με το αναβλύζον από τα οστά ή τις εικόνες τους μύρο.
Η προς τον Θεό αγάπη και πίστη των Χριστιανών προκαλεί τον πανάγαθο και ελεήμονα Χριστό να επεμβαίνει πάνω στην ανθρώπινη ασθένεια και να ενεργεί, όχι επιδεικτικά, αλλά απελευθερωτικά, χάριν των πιστών, με σκοπό να αποτελέσει το Θαύμα αφορμή ενδυναμώσεως της πίστεώς τους.
Με τα θαύματά Του, ο Ιησούς προσφέρει στους πιστούς μια εμπειρία της νέας ζωής, που θα ζήσουν στη Βασιλεία των Ουρανών, την οποία ο ίδιος, ως Σωτήρας και Λυτρωτής του κόσμου, εγκαινίασε γι’ αυτούς. Τα θαύματα, δηλαδή, ως σημεία της αιωνιότητας, δείχνουν πώς θα είναι ο τρόπος ζωής των αγίων του Θεού, στον νέο κόσμο της Βασιλείας Του.
Θαύματα γίνονται και θα γίνονται καθημερινά εντός της Εκκλησίας, διότι όλες οι ευεργεσίες του Θεού, είτε γνωστές είτε άγνωστες, αποτελούν θαύματα.
Η ίδια η πνευματική τροφή των πιστών, το Σώμα και το Αίμα του Χριστού, που προσφέρεται στους πιστούς, κατ’ εντολήν Του, διά του Μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας, «εις άφεσιν αμαρτιών και ζωήν αιώνιον», είναι ένα διαρκώς και αδιακόπως επαναλαμβανόμενο Θαύμα.
Ο όσιος Πορφύριος, ο Καυσοκαλυβίτης, δίδασκε, τονίζοντας ότι «το θαύμα είναι μέρος της ζωής της Εκκλησίας. Και σήμερα γίνονται θαύματα. Κάθε μέρα. Η μελέτη των θαυμάτων είναι ωφελιμότατη, γιατί το θαύμα φανερώνει την αγάπη του Θεού για τον άνθρωπο και την πατρική φροντίδα του γι' αυτόν».
Βέβαια, χρειάζεται διάκριση πνευματική, καθώς υπάρχουν και σήμερα άνθρωποι, οι οποίοι ζητούν από τους πιστούς της Εκκλησίας, αυτό που ζητούσαν τότε οι Φαρισαίοι, δηλαδή, «σημείον εκ του ουρανού επιδείξαι αυτοίς», δηλαδή, θαύμα, ως σημείο επίδειξης ή απόδειξης της υπάρξεως και της δυνάμεως του Θεού.
Η απάντηση σ’ αυτούς είναι εκείνη που έδωσε ο Χριστός στους Φαρισαίους: «Υποκριταί, το μεν πρόσωπον του ουρανού γινώσκετε διακρίνειν, τα δε σημεία των καιρών ου δύνασθε γνώναι» (Ματθ. 16, 1-3).
Ο Χριστός μας διδάσκει τις πνευματικές προϋποθέσεις που απαιτούνται για να ενεργήσει η θαυματουργική Του δύναμη. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, για παράδειγμα, αναφέρει ότι πολύς όχλος ακολουθούσε τον Χριστό, διότι εντυπωσιαζόταν, καθώς τον έβλεπε να θεραπεύει τους ασθενείς (Ιω. 6, 2).
Στην αποφυγή των συγκεκριμένων θαυματολάγνων αναφέρεται ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, όταν σημειώνει τη στάση του Ιησού, μετά το θαύμα του πολλαπλασιασμού των άρτων που τους εντυπωσίασε: «Οι άνθρωποι, ιδόντες ό εποίησε σημείον ο Ιησούς, έλεγον ότι ούτος εστίν αληθώς ο Προφήτης, ο ερχόμενος εις τον κόσμον. Ιησούς ουν, γνούς ότι μέλλουσιν έρχεσθαι και αρπάζειν αυτόν, ίνα ποιήσωσιν αυτόν Βασιλέα, ανεχώρησεν πάλιν εις το όρος αυτός μόνος» (Ιω. 6, 14-15).
Όταν, αργότερα, τον συνάντησαν οι ίδιοι στην Καπερναούμ και τον ρώτησαν: Πότε ήλθες εδώ, εκείνος απάντησε: «Αμήν αμήν λέγω υμίν, ζητείτε με, ουχ ότι είδετε σημεία, αλλ ότι εφάγετε εκ των άρτων και εχορτάσθητε. Εργάζεσθε μη την βρώσιν την απολλυμένην, αλλά την βρώσιν την μένουσαν εις ζωήν αιώνιον, ην ο υιός του ανθρώπου δώσει. Τούτο εστί το έργον του Θεού ίνα πιστεύσητε εις όν απέστειλεν εκείνος» (Ιω. 6, 26 – 29).
Ο σκοπός του θαύματος, συνεπώς, δεν είναι να προσφέρει θαυμασμό ούτε όμως περιστασιακή σωματική λύση, αλλά να προκαλεί ή να δυναμώνει την πίστη και μάλιστα την δι’ αγάπης ενεργουμένη (Γαλ. 5, 6), που είναι η μόνη που σώζει.
Ο Χριστός ήλθε στον κόσμο, ως Σωτήρας του κόσμου και έκανε και κάνει τα πάντα, ακόμη και θαύματα, μέσω των Αγίων Του, προκειμένου να γεννηθεί, να ενδυναμωθεί και να μεγαλώσει η πίστη των Χριστιανών, που αποτελεί τον μόνο ασφαλή οδηγό τους προς τον Σωτήρα Χριστό και την εν Αυτώ σωτηρία τους.
Προς τούτο, βλέπουμε, για παράδειγμα, τον Ιησού, μετά τη θεραπεία του εκ γενετής τυφλού και την αμφισβήτησή της από τους Φαρισαίους, να συναντά τον θεραπευμένο πλέον στο Ιερό και να μην τον ρωτάει για το πώς αισθάνεται, που από τυφλός που ήταν τώρα βλέπει, μέσω του Θαύματός Του, αλλά, να τον ρωτάει, αν πιστεύει στον Υιό του Θεού. Και ο θεραπευθείς, ευθέως απάντησε: «Πιστεύω Κύριε και προσεκύνησεν αυτόν» (Ιω. 9, 35-39).
Ο Χριστός ήλθε, πρωταρχικά, για να μας διδάξει να πιστεύουμε στο θαύμα της Θείας Ενανθρωπήσεως, ότι, δηλαδή, ήλθε στον κόσμο για να είναι η οδός, η ζωή και η αλήθεια για τους πιστούς.
Αποτελεί, επίσης, μέγα θαύμα, η ολιστική αλλαγή της πορείας των ανθρώπων, που πιστεύουν (εμπιστεύονται) τον Χριστό και θέλουν να βλέπουν, πλέον, εμπειρικά και οντολογικά, τη δική τους ζωή μέσα από τη ζωή και την αλήθεια του Χριστού, όχι με τα σωματικά, αλλά με τα μετασκευασμένα από τη χάρη του Θεού πνευματικά μάτια της πίστεως.