– Γέροντα, δὲν ἔχω ἀγαπήσει τὴν ταπείνωση, τὴν θυσία, τὸ νὰ δέχωμαι τὴν ἀδικία...
– Δὲν εἶναι ἀκριβῶς ἔτσι ὅπως τὰ λές. Ἐγὼ δὲν ἀνησυχῶ, γιατὶ βλέπω ὅτι ἔχει μπῆ μέσα σου ἡ καλὴ ἀνησυχία. Γρήγορα θὰ ἀπαλλαγῆς ἀπὸ τὰ πάθη, γιατὶ ἔχεις ἀρχίσει νὰ πιάνης τὸν ἑαυτό σου. Αὐτὸ βοηθάει περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλον ἀγώνα. Ὅποιος πιάνει τὸν ἑαυτό του, ἀφήνει τὸν παλαιὸ ἑαυτό του καὶ μπαίνει σὲ σωστὸ πνευματικὸ δρόμο. Ὁ παλαιὸς ἑαυτός μας κλέβει ὅ,τι κάνει ὁ καινούργιος. Ὅταν μάθουμε νὰ τὸν πιάνουμε, πιάνουμε ὅλους τοὺς κλέφτες ποὺ μᾶς κλέβουν ὅ,τι καλὸ μᾶς δίνει ὁ Θεός, καὶ μᾶς μένει ὁ πνευματικὸς πλοῦτος.
– Γέροντα, ὅταν λυπηθῶ πολὺ γιὰ ἕνα σφάλμα μου, λ.χ. γιατὶ μίλησα ἄσχημα σὲ μιὰ ἀδελφή, αὐτὸ μὲ βοηθάει;
– Βοηθάει, ἀλλὰ νὰ προσέξης νὰ μὴν ξεπεράσης καὶ τὰ ὅρια. Νὰ λυπηθῆς, ἀλλὰ νὰ χαρῆς κιόλας, γιατὶ σοῦ δόθηκε ἡ εὐκαιρία νὰ ἐκδηλωθῆ ἡ ἀρρώστια σου καὶ νὰ τὴν θεραπεύσης. Νὰ σκεφθῆς: «Γιὰ νὰ μιλήσω ἄσχημα καὶ νὰ φερθῶ ἔτσι, κάποιο πάθος ὑπῆρχε μέσα μου καὶ δόθηκε αὐτὴ ἡ εὐκαιρία νὰ βγῆ, γιὰ νὰ τὸ δῶ καὶ νὰ τὸ διορθώσω». Θὰ ζητήσης φυσικὰ καὶ συγχώρεση ἀπὸ τὴν ἀδελφή. Οἱ πτώσεις σὲ βοηθοῦν νὰ γνωρίσης τὸν ἑαυτό σου. Βγαίνουν ὅλα στὴν ἐπιφάνεια καὶ σιγὰ-σιγὰ γίνεται ἡ καλὴ ἐργασία. Βλέπεις, καὶ οἱ γιατροὶ μερικὲς φορὲς δίνουν στοὺς ἀρρώστους διάφορες οὐσίες, γιὰ νὰ ἐκδηλωθοῦν τὰ συμπτώματα τῆς ἀρρώστιας καὶ νὰ κάνουν καλὴ διάγνωση. Δίνουν π.χ. ζάχαρη καὶ κάνουν μετὰ ἐξέταση αἵματος, γιὰ νὰ δοῦν ἂν ἀνεβῆ τὸ ζάχαρο.
Στὸν πνευματικὸ ἀγώνα χρειάζεται νὰ ἐπισημαίνουμε τὰ ἀδύνατα σημεῖα τοῦ χαρακτήρα μας, τὰ ἐλαττώματά μας, καὶ ὕστερα νὰ προσπαθοῦμε νὰ χτυπᾶμε ἐκεῖ. Καὶ στὸν πόλεμο, ὅταν κάνουμε ἀναγνώριση μιᾶς περιοχῆς, ἐπισημαίνουμε τὰ σημεῖα, ὅπου εἶναι ὁ ἐχθρὸς ἢ ἀπ᾿ ὅπου μπορεῖ νὰ χτυπήση, καὶ ἔχουμε τὸν νοῦ μας ἐκεῖ. Γιατί, ὅταν ξέρης σὲ ποιά συγκεκριμένα σημεῖα βρίσκεται ὁ ἐχθρός, κινεῖσαι μὲ σιγουριά. Βάζεις τὸν χάρτη κάτω καὶ λές: «Ὁ ἐχθρὸς εἶναι ἐδῶ κι ἐδῶ· ἐμεῖς πρέπει νὰ προλάβουμε νὰ πιάσουμε ἐκεῖνα κι ἐκεῖνα τὰ σημεῖα. Ἀπὸ ἐκεῖ θὰ ζητήσουμε ἐνίσχυση, ἐδῶ χρειάζονται αὐτὰ τὰ ὅπλα» κ.λπ. Μπορεῖς δηλαδὴ νὰ καταστρώσης ἕνα σχέδιο. Ἀλλά, γιὰ νὰ μάθης ποῦ βρίσκεται ὁ ἐχθρός, πρέπει νὰ ἀνησυχῆς καὶ νὰ ἐρευνᾶς· δὲν μπορεῖς νὰ κοιμᾶσαι.
– Γέροντα, εἶναι καλύτερα νὰ βρίσκη κανεὶς μόνος του τὰ ἐλαττώματά του ἢ νὰ τοῦ τὰ λένε οἱ ἄλλοι;
– Καλὸ εἶναι νὰ ψάχνη νὰ τὰ βρίσκη μόνος του, ἀλλὰ καί, ὅταν τοῦ τὰ λένε, νὰ μὴν ἀντιδρᾶ· νὰ τὸ δέχεται μὲ χαρά. Γιατὶ μπορεῖ νὰ νομίζη ὅτι βλέπει τὸν ἑαυτό του, ἀλλὰ νὰ τὸν βλέπη ὅπως θὰ ἤθελε νὰ εἶναι καὶ ὄχι ὅπως εἶναι στὴν πραγματικότητα.
– Γέροντα, οἱ ἄλλοι τὸν βλέπουν καλύτερα τὸν ἑαυτό μου;
– Μόνος του κανεὶς μπορεῖ, ἂν θέλη, νὰ δῆ καλύτερα τὸν ἑαυτό του. Δηλαδή, μπορεῖ νὰ ἐντοπίση καλύτερα μιὰ ἀντίδρασή του, ἕνα σφάλμα του κ.λπ. καὶ νὰ βρῆ ἀπὸ ποιά αἰτία προῆλθε, ἐνῶ ὁ ἄλλος βγάζει συμπεράσματα ἀπὸ ὑποθέσεις ποὺ κάνει.
– Μπορεῖ, Γέροντα, νὰ προσπαθῆ κανεὶς νὰ δῆ τὸν ἑαυτό του ὅπως εἶναι καὶ νὰ μὴν τὸν βλέπη;
– Ναί, ἂν μέσα στὴν προσπάθειά του αὐτὴ ὑπάρχη ὑπερηφάνεια, δὲν μπορεῖ νὰ δῆ τὸν πραγματικό του ἑαυτό.
Πηγή: (Ἀπὸ τὸ βιβλίο Γέροντος Παϊσίου Ἁγιορείτου ΛΟΓΟΙ Γ' «Πνευματικὸς Ἀγώνας»), Εθνέγερσις