Ἡ σχέση ἀνθρώπου καί τεχνολογίας ἀποτελεῖ πρόβλημα πού συνήθως προσδιορίζεται ἀπό τίς ἀνθρώπινες πρωτοβουλίες. Ὅταν ὁ ἄνθρωπος μέ τή δύναμη τῆς τεχνολογίας, κυβερνᾶ ἤ ἀφανίζει, δημιουργεῖ ἤ καταστρέφει, τότε ὅλα ἐξαρτῶνται ἀπό τήν ποιότητα καί ἀπό τούς σκοπούς πού προσδιορίζουν τίς δυνάμεις του. Ἔτσι σέ τελευταία ἀνάλυση, τό οὐσιαστικό πρόβλημα τῆς τεχνολογίας, εἶναι πρόβλημα ἠθικό, πνευματικό, κυρίως μεταφυσικό.
Στήν ἱστορική της πορεία ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία κράτησε μέ συνέπεια τήν ὑπεύθυνη στάση, ὅταν χρειάστηκε νά ἀπαντήσει στίς προκλήσεις τεχνολογικῶν ἐξελίξεων. Παρά τίς ἀντιδράσεις κάποιων φανατικῶν, δέχθηκε καί τό ἠλεκτρικό ρεῦμα γιά τό φωτισμό τῶν ναῶν, καί τό τηλέφωνο γιά τή ζωντανή κάλυψη τῶν ἐπικοινωνιακῶν ἀποστάσεων. Τελευταῖα υἱοθέτησε τό φάξ, ἀλλά καί τίς ἠχητικές ἐφαρμογές (stereo, HIFI, dolby), τήν ἐκμετάλλευση τῶν ἑρτζιανῶν καί τῶν FM καί φυσικά, σέ ἐπίπεδα μηχανοργάνωσης τῶν νέων ἀναγκῶν της, δέν ἀρνήθηκε τή χρήση τοῦ ἠλεκτρονικοῦ ὑπολογιστῆ, τά Δίκτυα LAN καί τίς Βάσεις Δεδομένων. Κυκλοφόρησε κασέτες ἤχου καί εἰκόνας. Ἀξιοποίησε τίς μεγάλες χωρητικότητές τῶν CDs καί τῶν DVDs γιά νά παρουσιάσει τόν λειτουργικό της πλοῦτο, τή μοναστική της ζωή, τούς θησαυρούς καί τά μουσεῖα της, τίς δραστηριότητες τῶν νέων της, τά κέντρα φιλανθρωπίας καί ποιμαντικῆς μέριμνας.
Καί, ὅταν ἄρχισε ἡ δυναμική χρήση καί διάδοση τοῦ διαδικτύου, στράφηκε, προβληματιζόμενη σοβαρά, στήν ἐπικοινωνιακή χρήση καί ἀξιοποίησή του. Δέν εἶναι δέ οὔτε παράτολμο οὔτε ἐπικίνδυνο νά υἱοθετήσει καί μάλιστα σύντομα ἡ Ἐκκλησία τή χρήση τοῦ ὑγιοῦς blogging, γιά νά ἀκούσει τόν ὑγιή προβληματισμό τῶν παιδιῶν της[1].
Ἐδῶ εἶναι ἀνάγκη νά σημειώσουμε ὅτι τό Διαδίκτυο[2], ὡς μέσο ἐπικοινωνίας καί μετάδοσης πληροφοριῶν (κείμενο, ἦχος, σταθερή ἤ κινούμενη εἰκόνα καί δεδομένα), πολύ ἐνωρίς ἀπασχόλησε τίς δυτικές χριστιανικές ὁμολογίες, ἀλλά ἐπίσης καί τίς μεγάλες καί ὀργανωμένες ἐκπροσωπήσεις τῶν ἀσιατικῶν θρησκειῶν, ἀρχικά στό δυτικό κόσμο καί ἀργότερα στήν Ἀσία. Σέ κάποια διαθρησκειακά συνέδρια, στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’90 εἶχε ἤδη ἐπισημανθεῖ ὁ δυναμικός ρόλος τῆς νέας τεχνολογίας στήν προώθηση τῶν θρησκευτικῶν ἰδεῶν, ἀλλ’ ἐπίσης καί ὁ προβληματισμός τῶν θρησκειῶν γιά τή συνύπαρξή τους σέ ἕναν ἐπικοινωνιακό ἰστό μέ ὁλότελα ἀπαράδεκτους, γιά τά θρησκευτικά ἤθη, μηχανισμούς προβολῆς τῆς βίας καί τῆς κακότητας, καί ἐμπορίας τοῦ ἀνήθικου καί τοῦ ἀσέμνου.
Τότε μάλιστα, μέ δεδομένη τήν ἀδυναμία κρατικοῦ ἐλέγχου, λόγω τῆς ἀνυπαρξίας σχετικῶν νόμων, στίς Ἠνωμένες Πολιτεῖες, κάτω ἀπό τήν πίεση θρησκευτικῶν, ἐκπαιδευτικῶν καί νομικῶν κύκλων, συζητήθηκε ἡ ἰδέα τῆς δημιουργίας ἑνός ἄλλου διαδικτύου, ὑψηλῶν πολιτιστικῶν προδιαγραφῶν, τοῦ Internet II. Ἡ ἰδέα ἐκείνη χτίζει ἔκτοτε τίς προϋποθέσεις, φυσικά μέ ἀργούς καί προσεκτικούς ρυθμούς, ἐνῶ παράλληλα ἄρχισαν νά ἐμφανίζονται καί νά πολλαπλασιάζονται οἱ θρησκευτικές παρουσίες. Σέ μιά στατιστική σελίδα τῆς Alexa[3] τό 1994 ἀναφέρονταν 1090 ἰστοσελίδες 120 περίπου θρησκευτικῶν φορέων ἀνά τόν κόσμο. Σήμερα οἱ σχετικοί ἀριθμοί ξεπερνοῦν μερικές ἑκατοντάδες ἑκατομμύρια, καί στή χώρα μας, ἡ δημιουργία ἰστοσελίδων αὐξάνει μέ γεωμετρική πρόοδο.
Στήν δεκαετία τοῦ ’90, λοιπόν, ἄνοιξε ἡ συζήτηση γιά τήν ὀρθόδοξη παρουσία στό διαδίκτυο. Στό σημεῖο αὐτό πρέπει νά ἀναφέρουμε ὅτι πέρα ἀπό τήν ἐκτίμησή τῶν νέων τεχνολογιῶν ὡς μέσων γιά τή διάδοσή τοῦ θρησκευτικοῦ λόγου καί τήν ἄσκηση τῆς λεγόμενης «ἠλεκτρονικῆς ποιμαντικῆς», δύο ἐπιπλέον σοβαροί λόγοι ὁδήγησαν στή θετική ἀπόφαση. Ἦσαν ἡ μέσω τοῦ διαδικτύου ἀπροκάλυπτη ἄσκηση προσηλυτισμοῦ ἀπό ἐσχατολογικές ἰουδαιοχριστιανικές αἱρέσεις, καί ἡ σατανιστική προπαγάνδα πού ἀπευθυνόταν στούς νέους, ὑποσχόμενη κυρίως δύναμη, εὔκολο πλοῦτο καί ἀσύλληπτες ἐμπειρίες. Οἱ δύο τελευταῖες προκλήσεις δέν ἦταν δυνατό παρά νά ἀντιμετωπιστοῦν μέ ἀντίστοιχα μέσα, γι’ αὐτό καί ἡ χρήση τοῦ διαδικτύου ἐμφανίστηκε ὡς ἡ μοναδική δυνατότητα γιά τήν ἀναχαίτιση τῆς ἀπειλῆς. Ἡ ἀπειλή ἀναφερόταν στά νειάτα.
Ἄς σημειωθεῖ ἐπίσης ὅτι ἡ δεκαετία πού προηγήθηκε, ἐκείνη τοῦ ’80 χαρακτηρίστηκε ὡς ἰδιαίτερα βεβαρημένη ἀπό ἀντιθρησκευτικό μένος, γεγονός πού μεταφράστηκε σέ παγκόσμιο «ἔλλειμμα πίστης». Ἡ δεκαετία ἐκείνη, μέ τήν εἴσοδό της, ἐπεχείρησε ἀτυχῶς ἀνασύνταξη τῶν ἀθεϊστικῶν δυνάμεων γιά τή σχετικοποίηση τῆς μεταφυσικῆς ἀγωνίας. Στήν ἔξοδό της ὅμως πραγματοποιήθηκαν συγκλονιστικές μεταβολές πού συνέπιπταν μέ τό τέλος τοῦ «ὑπαρκτοῦ Σοσιαλισμοῦ» καί μοιραία ἐμφάνιζαν ἀκόμη πιό δραματικό τό κενό ἀπό τό «ἔλλειμμα πίστης». Ἡ ἑπόμενη, ἡ δεκαετία τοῦ ’90, λόγω τῶν αἱρετικῶν προσδοκιῶν γιά τή συντέλεια τοῦ κόσμου, εὐνόησε ὅλες τίς «περί ἐσχάτων» ἀφελεῖς ἑρμηνεῖες τῆς Ἀποκάλυψης καί κυρίως τή διαρχική σύγκρουση ἀνάμεσα στό «καλό» καί τό «κακό», μέ τό θρίαμβο τοῦ Ἀντιχρίστου.
Ἒτσι κατανοεῖται γιατί, στά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ’90, 20 περίπου διαδικτυακές διευθύνσεις ἐδῶ στήν Ἑλλάδα ἐνδιαφέρθηκαν νά «καλύψουν» τό «ἔλλειμμα πίστης» καί προπαγάνδιζαν ἐλεύθερα ὑπέρ τῆς «Νέας Ἐποχῆς», ὑπέρ τοῦ χιλιασμοῦ, ὑπέρ κάποιων παγανιστικῶν καί συγκρητιστικῶν αἱρέσεων μονιστικοῦ προσανατολισμοῦ καί κυρίως ὑπέρ τοῦ σατανισμοῦ. Θά σημειώσουμε τή σκωπτική, μέχρι διακωμώδησης, ἀντιμετώπιση τοῦ χριστιανικοῦ μηνύματος, τήν παραποίηση ἱστορικῶν γεγονότων καί ἀληθειῶν καί ἐπίσης τό διασυρμό τῶν ἐκκλησιαστικῶν μυστηρίων, τῶν λειτουργῶν τους, ἀλλά καί ἐπώνυμων ἐκκλησιαστικῶν καί πνευματικῶν προσωπικοτήτων.
Στό ἴδιο πνεῦμα ἔξω ἀπό τόν ἑλληνικό γεωγραφικό χῶρο ἐπιχειρήθηκε πλαστογράφηση ἁρμοδιοτήτων καί ἱστορικῶν ρόλων ἐπισήμων ἐκκλησιαστικῶν φορέων καί ἀρχῶν. Στήν Κωνσταντινούπολη καί μέ διεύθυνση πού ὀνομαζόταν «οἰκουμενικό πατριαρχεῖο», δύο τοῦρκοι φιλόλογοι καί ἕνας ἰμάμης παρουσίαζαν τό σχισματικό ἔργο τῶν διαδόχων τοῦ γνωστοῦ παπαἘφτύμ ὡς κέντρου τῆς Ὀρθοδοξίας.
Φυσικά, στόν ὀρθόδοξο χῶρο ὑπῆρχε μιά «δυσκαμψία» ἀπό τήν πλευρά τῆς παράδοσης, καί βέβαια καί τά ἐπιχειρήματα τῆς «αὐτάρκειας» καί τῆς «πληρότητας» πού χαρακτηρίζουν διαχρονικά ὄχι τόσο τήν Ἐκκλησία, ὅσο κάποιους πού διατείνονται ὅτι θεωροῦν τούς ἑαυτούς τους ὑπερασπιστές της. Παράλληλα ὑπῆρχε καί ὁ ἀντίλογος καί μαζί του τό αἴτημα τῆς ἀνανέωσης, ὅταν νέες ἀνάγκες, νέες ἐπικοινωνιακές ἀπαιτήσεις, ἀλλά καί νέα προβλήματα ἀπαιτοῦσαν ἔξοδο ἀπό τήν αὐτάρκεια καί κενωτική πρόθεση προσέγγισης καί λύσης τους. Βέβαια ἡ ὅποια ἀνανέωση στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν εἶχε οὔτε καί μπορεῖ νά ἔχει ριζοσπαστικό χαρακτήρα, γιατί κινεῖται στήν εὐθεία τῆς «μεσότητας», πού διακονεῖ χτίζοντας, χωρίς νά κατεδαφίζει.
Μέ κριτήριο τίς προηγούμενες ἐκτιμήσεις, ἡ ἐκκλησιαστική χρήση τοῦ Internet ἀπετέλεσε ἀναπόφευκτη ἀποδοχή μιᾶς πολιτισμικῆς διευκόλυνσηςχρήσης, ἀνάλογη ἐκείνης τῆς τυπογραφίας. Ἕνας θεσμικός φορέας μέ πραγματικές ἀνάγκες διανθρώπινου καί διαπροσωπικοῦ διαλόγου, ἀλλά καί ἰδιαίτερα σημαντική ἐπικοινωνιακή ἀποστολή, γεγονός πού χαρακτηρίζει διαχρονικά τήν Ἐκκλησία, θά ἦταν ἀδιανόητο νά παρακάμψει τή σύγχρονη πολιτισμική χρήσηπρόκληση μέ ὁποιοδήποτε ἐπιχείρημα ἤ πρόσχημα.
Αὐτό ἴσχυσε ἀκόμη περισσότερο, ὅταν ἡ πρόκληση ἐκείνη μέ τήν εἰκονική, γραφιστική, ἠχητική καί κινητική της δυναμική συγκλόνισε κυρίως τούς νέους. Εἰσήγαγε νέους τρόπους ἐπικοινωνίας, νέες μορφές ὁμαδοποίησης, νέα σύμβολα καί κώδικες συμπεριφορᾶς, νέους τρόπους χρήσης ἤ ἀξιοποίησης τοῦ ἐλεύθερου χρόνου. Ἐπηρέασε σημαντικά τά συναισθήματα, τή διάθεση, τίς βουλητικές λειτουργίες, ἀκόμη καί τή φαντασία. Δημιούργησε νέους τύπους φιλίας καί ἀμοιβαιότητας, νέες μεθόδους προσέγγισης καί κατάκτησης τῆς γνώσης, νέα ἐπαγγέλματα. Συνέδεσε τά πρόσωπα, ὑπερβαίνοντας τά ἐμπόδια τοῦ χώρου καί τῶν ἀποστάσεων, καί παρά τό «ὅποια ἀρνητικά στοιχεῖα της», κατέλυσε τό πλέγμα τῆς σύγχρονης μοναξιᾶς καί ἐπέτυχε πολυδιάστατο μορφωτικό, γνωσιολογικό, παιδαγωγικό, αἰσθητικό, ψυχαγωγικό, καί πνευματικό ἀποτέλεσμα.
Ἡ ἀναφορά στά «ὅποια ἀρνητικά στοιχεῖα», ἐνδιαφέρεται νά διευκρινήσει ὅτι τέτοια στοιχεῖα εἶναι ἐνδεχόμενο νά προκύψουν ἀπό τήν ὑπερβολή καί τήν παράχρηση, γι’ αὐτό καί δέν πρέπει νά ἀποτελέσουν αἰτία ἀποστασιοποίησης. Ἄλλωστε ἕνας ἀπό τούς κύριους σκοπούς τῆς Ἔκκλησίας, ἀπό τή στιγμή τῆς ἐμφάνισής της, εἶναι ἡ προσπάθεια καί ἡ ἀγωνία γιά τήν ἀλλαγή τῶν ἀρνητικῶν δομῶν τοῦ κόσμου, καί στήν κατεύθυνση αὐτή, σχετικά δηλαδή μέ τήν παρουσία της στό διαδίκτυο, τά μέχρι στιγμῆς ἀποτελέσματα μαρτυροῦν μᾶλλον τή θετική της παρουσία.
ΣεβασμιώτατοιἈρχιερεῖς,
Σεβαστοί Πατέρες,
Κυρίες καί Κύριοι.
Βρισκόμαστε μπροστά σέ ἕνα πολύπλοκο ἐπίτευγμα, γιά τό ὁποῖο θά χρειαζόταν περισσότερος χρόνος γιά νά τό προσεγγίσουμε. Στόν περιορισμένο χρόνο μας ἐπισημάνθηκαν ὁ εὐεργετικός ρόλος καθώς καί οἱ κίνδυνοι του. Σημειώθηκε ὅτι ἡ ἀθέατη πλευρά αὐτῶν τῶν συνεπειῶν, συνδέεται οὐσιαστικά μέ τόν ἂνθρωπο καί εἶναι ἄδικο νά ἐνοχοποιοῦμε γι’ αὐτό τήν ἐπιστήμη, τήν ἐξέλιξη ἤ τόν πολιτισμό. Παραμένουμε, λοιπόν, στόν ἄνθρωπο καί εἰδικότερα στήν πνευματική ποιότητά του, ποιότητα πού φαίνεται στήν οἰκονομία, τήν πολιτική, τή διπλωματία, τή στάση μπροστά στίς ἀξίες, τούς θεσμούς, τό φυσικό περιβάλλον, στό σεβασμό τοῦ συνανθρώπου μας. Δυστυχῶς ζοῦμε στή φάση μιᾶς κρίσης πού ἐκδηλώνεται ὡς χρεωκοπία τῶν πολιτισμῶν. Σέ μιά τέτοια κατάπτωση οἱ κλασικοί μας πρόγονοι θά ἔκαναν λόγο γιά «νέα ὕβρη». Ἀναμφίβολα γινόμαστε θεατές στή βάση μιᾶς ἴσως νεοβαβελικῆς κατασκευῆς, χωρίς νά γνωρίζουμε λεπτομέρειες ἀπό τά σχέδια ὅλων τῶν «μηχανικῶν» της. Δέν ἀποκλείεται νά μπαίνουμε στήν εὐθεία μιᾶς δεύτερης «πτώσης», σάν ἐκείνη τήν πρώτη ἀδαμική, μέ νέες ἄγνωστες τώρα, αὔριο ἴσως μή ἀναστρέψιμες συνέπειες γιά τό ἀνθρώπινο εἴδος καί τό πεπρωμένο του.
Ἐδῶ ἀποκτᾶ οὐσιαστική ἐπικαιρότητα τό πρόβλημα τῆς πνευματικῆς μεταλλαγῆς τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου, πού μέ τά δῶρα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἀποκαθαίρεται, ἐξαγιάζεται καί δίνει νόημα καί περιεχόμενο καί σ’ αὐτά τά προϊόντα τῆς ὕλης, τῆς τεχνολογίας καί τοῦ πολιτισμοῦ. Ἀνακαινισμένα μέλη τοῦ σώματος τῆς Ἐκκλησίας μποροῦν νά μεταβάλλουν τή σχετική δυνατότητα σέ ἀποτελεσματικό μέσο γιά τή ἐξυπηρέτησή μας, ἀλλά καί γιά τή μετάδοσή τοῦ μηνύματος τῆς καταλλαγῆς μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, τῆς φιλανθρωπίας, τοῦ ἐξανθρωπισμοῦ, καί τῆς εἰρήνης. Σ’ αὐτήν τήν προοπτική ὁ ἄνθρωπος ἀνακτᾶ τόν κεντρικό του ρόλο στή δημιουργία. Εἰσέρχεται στήν «ὀγδόη ἡμέρα τῆς δημιουργίας», ὅπου συνεχίζεται ἡ «ἀνάπλασις τοῦ πεπτωκότος καί τῆς συστενάζουσας κτίσεως». Καί τό μυστικό εἶναι, ὅτι αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἀνάπλαση διακονεῖ ἀενάως τό μυστήριο τῆς Ἐκκλησίας.
Καθηγητής Βασίλειος Τ. Γιούλτσης
«Τά Συγχρονα Ηλεκτρονικά Μέσα
Στην Υπηρεσία Του Ποιμαντικού Έργου Της Εκκλησίας:
Διαπιστώσεις και Προοπτικές»
12 Ιουνίου 2008 Διορθόδοξον Κεντρον Της Εκκλησίας Της Ελλάδος
Σημειώσεις
[1]. Τό blogging (ἀπό τή λέξη blog=«ἱστολόγιο», προέρχεται ἀπό σύντμηση τῆς λέξης weblog. Εἶναι ἕνα ἡμερολόγιο πού στήνεται στό διαδίκτυο, σέ ξεχωριστή σελίδα, μέ δημόσια κείμενα, εἰκόνες ἤ ἠχητικά πού δημοσιοποιοῦνται μέ χρονολογική σειρά. Μπορεῖ νά περιέχει σχόλια γενικά γιά γεγονότα, ἀλλά καί προσωπικές ἀπόψεις καί κρίσεις αὐτῶν πού γράφουν καί μποροῦν νά παραμένουν ἀνώνυμοι ἤ ἐπώνυμοι. Ὁ δημιουργός τοῦ blog θεωρεῖται καί διαχειριστής τῶν κειμένων πού στέλνουν οἱ bloggers, ἐλέγχει τά κείμενα καί ἀποφασίζει, ἐφόσον εἶναι ἀναγνώσιμα, νά τά βγάλει στόν ἀέρα. Ὄχι σπάνια τά κείμενα τοῦ blog παραπέμπουν καί σέ ἄλλες σελίδες blogs. Ὅλα δέ τά blogs συνδεόμενα μεταξύ του συγκροτοῦν τήν blogosphere. Βλ. Γαλδαλά Α., «Τά μυστικά τῆς μπλογκόσφαιρας», ΤΟ ΒΗΜΑ, ΒΗΜΑ/ SCIENCE/ΔΙΑΔΙΚΤΥΟ, Κυριακή 2 Μαρτίου 2008, σ. 51//5, ὅπου καί λεπτομερεῖς ἀναφορές στή χρήση καί παράχρησή του.
[2]. Τήν περίοδο τοῦ Ψυχροῦ Πολέμου ἡ Κυβέρνηση τῶν ΗΠΑ ἤθελε νά ἀναπτύξει ἕνα δίκτυο ἐπικοινωνιῶν πού θά ἔμενε ἄτρωτο σέ περίπτωση πυρηνικοῦ πολέμου. Τότε, τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ’60, ὁ κυβερνητικός ὀργανισμός ARPA (Advanced Research Projects Agency) ἀνέπτυξε ἕνα νέο εἶδος δικτύου ὑπολογιστῶν. Τό δίκτυο ὡς ARPAnet συνέδεσε 4 ὑπολογιστές (τρεῖς στήν California καί ἕναν στή Utah) κάνοντας χρήση τοῦ πρωτοκόλλου NCP (Network Control Protocol). Στίς ἀρχές τοῦ ’70 ἄρχισαν νά χρησιμοποιοῦν τήν τεχνολογία μεταγωγῆς πακέτων (packet switching) τοῦ ARPAnet καί διάφορα Ἐρευνητικά Κέντρα μέ σκοπό τήν σύνδεση τῶν διαφόρων σταθμῶν τους. Τό 1971 ἦσαν συνδεμένοι 23 σταθμοί (hosts), ἐνῶ τό 1980 ἔφθασαν τούς 200, μέ παράλληλη δημιουργία τῶν πρώτων διεθνῶν συνδέσεων. Στά μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ’80 ἐπιλέχθηκε τό πρωτόκολλο TCP/IP σάν προτιμότερο γιά τή λειτουργία τοῦ μεγάλου δικτύου πού εἶχε προκύψει ἀπό τρία προηγούμενα καί ὀνομάστηκε Internet.
Τό 1986 τά συνδεδεμένα host στό Internet ἦσαν 5.000. Τό 1989 ὁ κεντρικός κορμός τοῦ NSFnet ἀναβαθμίστηκε σέ γραμμή Τ1=1.544Μbps, ἐνῶ τά συνδεδεμένα host ἦσαν 100.000. Στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’90 τά host στό δίκτυο εἶχαν φτάσει τίς 700.000, ἐνῶ παράλληλα ἄνοιξαν οἱ πόρτες τοῦ Internet γιά τό εὐρύ κοινό.
(Περισσότερα βλ. http://www.eeei.gr/lessons/history.htm/. Πρβλ. καί www.technowatch.aueb.gr/other_technologies/internethistory.htm).
Ἡ ἑλληνική ἀπόδοση τοῦ Ιnternet, πού ἀποτελεῖ παγκόσμιο ἰστό, στόν ὁποῖο συνδέονται μικρά ἤ μεγαλύτερα δίκτυα Η/Υ. Ἀπό τό 1990 τό δίκτυο ἄρχισε νά παρέχει ὑπηρεσίες, ἀπό τίς ὁποῖες οἱ πιό σημαντικές ἦσαν ἡ ἠλεκτρονική ἀλληλογραφία (email) καί τό ἠλεκτρονικό ἐμπόριο. Ἡ αὔξηση τῆς ἐπικοινωνιακῆς κίνησης στό διαδίκτυο ὁδήγησε στή σκέψη πού σύντομα ὑλοποιήθηκε καί συνέδεσε ἀπευθείας (online) τούς χρήστες μέ μορφωτικά κέντρα, βιβλιοθῆκες, πανεπιστήμια, θρησκευτικούς φορεῖς, πολιτιστικά καί ἄλλα ἱδρύματα γιά ἐπιστημονική, ἐγκυκλοπαιδική καί γενικότερα πνευματική ἐνημέρωση.
[3]. Πρόκειται γιά τήν πρώτη καί σοβαρότερη ἴσως στατιστική ἱστοσελίδα τοῦ διαδικτύου πού παρέχει ἀκριβεῖς πληροφορίες γιά τόν ἀριθμό ἐπισκέψεων, τήν πύλη εἰσόδου σέ συγκεκριμένο site καθώς ἐπίσης καί γιά τήν κατάταξή του σέ πίνακες «ἐπισκεψιμότητας». Ἡ Alexa ὁμαδοποιεῖ ἀπό πλευρᾶς περιεχομένου τά διάφορα sites καί παρέχει συγκριτικές πληροφορίες γιά τή θέση προτίμησής τους ἀπό τήν πλευρά τῶν «ἐπισκεπτῶν».