Θησαύρισμα ἰδεῶν καί ἀναφορῶν γιά τήν Ὀρθοδοξία καί τόν Ἑλληνισμό
12 Νοεμβρίου 2024

Ἐκ Συνοδικῆς Ἀποφάσεως, ληφθείσης ἐν τῇ Συνεδρίᾳ τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς 5ης μηνός Φεβρουαρίου ἐ.ἔ., γνωρίζομεν ὑμῖν, ὅτι ἡ Διαρκής Ἱερά Σύνοδος, ἐν τῇ ῥηθείσῃ Συνεδρίᾳ Αὐτῆς, διεξελθοῦσα τό ὑπ' ἀριθ. πρωτ. 59/11.12.2018 ἔγγραφον τῆς Συνοδικῆς Ἐπιτροπῆς Θείας Λατρείας καί Ποιμαντικοῦ Ἔργου, ἀπεφάσισεν ὅπως γνωρίσῃ ὑμῖν τά ὡς κάτωθι ἀφορῶντα εἰς τήν χρῆσιν ἠλεκτρονικῶν μέσων ὑπό τῶν ἱεροψαλτῶν ἐν τῷ ἱερῷ ἀναλογίῳ, κατά τήν Θείαν Λατρείαν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

triwdio 01


«ΜΗ ΚΑΘΕΥΔΟΜΕΝ, ΑΛΛΑ ΓΡΗΓΟΡΩΜΕΝ ΚΑΙ ΝΗΦΩΜΕΝ»!

(Νοητή περιδιάβαση στο Άγιο Τριώδιο, στην ιερότερη και κατανυκτικότερη εόρτια περίοδο της Εκκλησίας μας, για μια οντολογική μετοχή στην νηπτική πορεία προς το Άγιο Πάσχα).

Η μακρά περίοδος του Τριωδίου, η οποία αρχίζει την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου και τελειώνει το Μεγάλο Σάββατο, είναι η πιο σημαντική εορτολογική περίοδος της Εκκλησίας μας, διότι δίνει την ευκαιρία σε μας τους πιστούς να συναισθανθούμε τη λαθεμένη πορεία της ζωής μας, να τη διορθώσουμε και να επανακαθορίσουμε τη στάση μας απέναντι στο Θεό και τους συνανθρώπους μας. Αυτό είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να μπορέσουμε κεκαθαρμένοι και αλλαγμένοι, να εορτάσουμε το άγιο Πάσχα, σύμφωνα με την παύλειο προτροπή, όχι όπως οι Ιουδαίοι, τυπικά, «άλλ' εν αζύμοις ειλικρινείας και αληθείας», αποβάλλοντας την παλαιά ζύμη της κακίας και της πονηρίας μας (Α΄ Κορ.5,8).

Η αγία μας Εκκλησία προσέδωσε στο Τριώδιο στοιχεία τέτοια που να δημιουργούν κατάνυξη και εγρήγορση στους πιστούς. Οι αναμνήσεις των γεγονότων στα οποία είναι αφιερωμένες οι Κυριακές αυτής της περιόδου, τα ευαγγελικά αναγνώσματα, οι ύμνοι και τα τιμώμενα πρόσωπα της Εκκλησίας μας έχουν συντεθεί κατάλληλα ώστε να επιτελούν σπουδαίο παιδαγωγικό ρόλο στην πνευματική πορεία των πιστών. Ως αποστολικά δε αναγνώσματα την περίοδο αυτή στις εκκλησίες διαβάζονται περικοπές από την προς Εβραίους Επιστολή του αποστόλου Παύλου, διότι, όπως είναι γνωστό σε αυτή εκτίθεται πληρέστερα η εν τω Χριστώ απολύτρωση. 

Αρχίζοντας από την πρώτη Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου, αναγιγνώσκεται στις εκκλησίες η σχετική ευαγγελική περικοπή, ώστε να παραδειγματιστούν οι πιστοί από την εωσφορική και ψυχοκτόνο υπεροψία του φαρισαίου και να μιμηθούν τη σωτήρια ταπείνωση και μετάνοια του αμαρτωλού τελώνη, η οποία είναι βασική προϋπόθεση για την αρχή του πνευματικού τους αγώνα. Η δεύτερη Κυριακή (του Ασώτου) είναι αφιερωμένη στον άσωτο υιό της γνωστής παραβολής, ως παράδειγμα ειλικρινούς μετάνοιας και επιστροφή στην απύθμενη αγάπη του Θεού. Η τρίτη Κυριακή (των Απόκρεω) είναι αφιερωμένη στην φοβερή και αδέκαστη Μέλλουσα Κρίση του κόσμου. Στις εκκλησίες διαβάζεται το Ευαγγέλιο της σχετικής περικοπής, προκειμένου να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί ότι δεν συγχωρείται εφησυχασμός, αλλά εγρήγορση και αγώνας. Η τετάρτη Κυριακή (της Τυρινής) είναι αφιερωμένη στο μοιραίο γεγονός της αδαμιαίας παρακοής και της εξορίας των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο. Διαβάζεται το ευαγγέλιο της ορθής προσευχής και νηστείας, διότι από την επομένη (Καθαρά Δευτέρα) αρχίζει η νηστεία και ο πνευματικός αγώνας, ως το Πάσχα. Την πρώτη Κυριακή των Νηστειών εορτάζουμε το θρίαμβο της Ορθοδόξου πίστεως και την αποκρυστάλλωση του δόγματος από την Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδο Με αυτό τον τρόπο θέλει η Εκκλησία να διδάξει τους πιστούς πως η αλήθεια της πίστεως είναι προϋπόθεση της σωτηρίας μας. Την Δεύτερη Κυριακή των Νηστειών τιμάμε τη μνήμη ενός μεγάλου Πατέρα της Εκκλησίας μας και αγωνιστή της Ορθοδοξίας, του αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, ως παράδειγμα αγωνιστή για κάθε πιστό. Την Τρίτη Κυριακή των Νηστειών (Σταυροπροσκυνήσεως) προσκυνάμε τον Τίμιο Σταυρό του Κυρίου για να αντλήσουμε από αυτόν βοήθεια, προκειμένου να συνεχίσουμε τον πνευματικό μας αγώνα. Την Πέμπτη Κυριακή των Νηστειών τιμάμε τη μνήμη ενός άλλου μεγάλου αγωνιστή κατά των ανθρωπίνων παθών και δασκάλου της ερήμου, του αγίου Ιωάννου συγγραφέα της Κλίμακος, ο οποίος με το ομώνυμο βιβλίο του διδάσκει τρόπους του σωτηρίου αγώνα. Την Έκτη Κυριακή τιμάμε επίσης μια άλλη μεγάλη μορφή της

Εκκλησίας μας, την αγία Μαρία την Αιγυπτία, την αμαρτωλή εκείνη γυναίκα η οποία έγινε παράδειγμα πραγματικής ταπείνωσης και μετάνοιας. Ακολουθεί η Κυριακή των Βαίων και η Μεγάλη Εβδομάδα, όπου κορυφώνεται η κατάνυξη και ο πνευματικός μας αγώνας.

Ο λατρευτικός πλούτος του Τριωδίου είναι πραγματικά θαυμαστός. Μεγάλοι ποιητές και μουσουργοί της Εκκλησίας μας συνέθεσαν υπέροχους ύμνους και καταπληκτικές ακολουθίες για ολόκληρη αυτή την περίοδο, με αποκορύφωμα τις ιερότατες ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδος. Ολόκληρη η υμνολογία του Τριωδίου είναι προσαρμοσμένη στο πνεύμα της μετάνοιας και της συντριβής του κάθε αμαρτωλού και στην εν Χριστώ απολύτρωση. Είναι φτιαγμένες έτσι ώστε να διεγείρουν στους πιστούς διάθεση μετάνοιας. Για παράδειγμα αναφέρω τον θαυμάσιο Μεγάλο Κανόνα του αγίου Ανδρέα Κρήτης, την καταπληκτική αυτή θρηνητική ελεγεία, ο οποίος ψάλλεται τμηματικά την πρώτη εβδομάδα των νηστειών και ολόκληρος το βράδυ της Τετάρτης της Ε΄ εβδομάδος. Επίσης αναφέρω τον αξεπέραστο Ακάθιστο Ύμνο ποίημα του μεγαλυτέρου υμνογράφου του Βυζαντίου του Ρωμανού του Μελωδού, ο οποίος ψάλλεται τμηματικά κάθε Παρασκευή βράδυ στις τέσσερις πρώτες εβδομάδες των νηστειών (Χαιρετισμοί) και ολόκληρος το βράδυ της Παρασκευής της Ε΄ εβδομάδος. Ο εξαίσιος αυτός ύμνος (κοντάκιο) εξυμνεί το ιερό πρόσωπο της Θεοτόκου και τη μοναδική συμβολή Της στο έργο της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους.

Οι ορθόδοξοι πιστοί κάνουν αγόγγυστα τον προσωπικό τους αγώνα καθ’ όλη τη διάρκεια του Τριωδίου, ο οποίος συνίσταται στην νηστεία, στον εκκλησιασμό, στη μετοχή στα μυστήρια της Εκκλησίας μας, στη μελέτη της αγίας Γραφής και άλλων πνευματικών βιβλίων και στην περισυλλογή. Η εμπειρία πιστοποιεί πως η άσκηση της Μ. Τεσσαρακοστής αλλάζει κυριολεκτικά τους ασκούμενους πιστούς, τους ημερεύει, τους γαληνεύει τους δίνει αισιοδοξία και εσωτερική ουράνια χαρά. Η αποχή από τις σωματοκτόνες λιπαρές τροφές και προπαντός η αποχή από τις ψυχοκτόνες αμαρτωλές συνήθειες, επαναφέρουν τον άνθρωπο στην αυθεντική του κατάσταση.

Η αγία μας Εκκλησία, λοιπόν, ως στοργική μητέρα και πνευματική μας τροφός, προσπαθεί μέσω των ιερών ακολουθιών και του κατανυκτικού κλίματος της περιόδου του Τριωδίου να μας βοηθήσει να συναισθανθούμε την αμαρτωλότητά μας, που σημαίνει να συνειδητοποιήσουμε την εκτροπή μας από την αυθεντική μας φύση, να μετανοήσουμε ειλικρινά, να κάνουμε τον προσωπικό μας αγώνα και να σωθούμε με τη σωτήρια χάρη του ενανθρωπήσαντος Θεού, του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Οι κοσμικές καρναβαλικές ασχήμιες που διαπιστώνουμε αυτές τις μέρες, κατάλοιπα του προχριστιανικού ειδωλολατρικού παρελθόντος, μπορεί φαινομενικά να δίνουν κάποια προσωρινή ευθυμία, και να δημιουργούν ψευδαισθητικές τάσεις φυγής από τη σκληρή πραγματικότητα. Μπορεί για κάποιους ο σύγχρονος διονυσιασμός να είναι τρόπος ζωής, όμως σε καμιά περίπτωση δεν συμβιβάζεται με το πραγματικό νόημα του Τριωδίου, το οποίο είναι ευκαιρία για αυτοσυνειδησία,  συντριβή και κατάνυξη μπροστά στο δράμα της πτωτικής μας φύσης, μπροστά στο ατέλειωτη τραγικότητα της ανθρώπινης κακοδαιμονίας. Δεν έχουμε ανάγκη από προσωρινή φυγή από την σκληρή καθημερινότητα, αλλά από μόνιμη λυτρωτική διαδικασία, την οποία προσφέρει απλόχερα η Εκκλησία μας αυτή την κατανυκτική περίοδο.   

Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου

Η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην πολύ διδακτική παραβολή του Τελώνου και του Φαρισαίου, την οποία ο Κύριος διηγήθηκε, προκειμένου να διδάξει την θεοφιλή αρετή της ταπεινώσεως και να στηλιτεύσει την

εωσφορική έπαρση. Δίδαξε την παραβολή αυτή «προς τινας τους πεποιθότας αφ’ εαυτοίς ότι εισί δίκαιοι, και εξουθενούντας τους λοιπούς» (Λουκ.18,9).

Ο ευαγγελιστής Λουκάς, με τρόπο λιτό, αλλά σαφέστατο, διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: «Άνθρωποι δύο ανέβησαν εις το ιερόν προσεύξασθαι, ο εις Φαρισαίος και ο έτερος τελώνης. Ο Φαρισαίος σταθείς προς ευατόν ταύτα προσηύχετο΄ ο Θεός ευχαριστώ σοι ότι ουκ ειμί ώσπερ οι λοιποί των ανθρώπων, άρπαγες, άδικοι, μοιχοί, ή και ως ούτος ο τελώνης΄ νηστεύω δις του σαββάτου, αποδεκατώ πάντα όσα κτώμαι. Και ο τελώνης μακρόθεν εστώς ουκ ήθελεν ουδέ τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν επάραι, αλλ’ έτυπτεν εις το στήθος αυτού λέγων΄ ο Θεός ιλάσθητί μοι τω αμαρτωλώ. Λέγω υμίν, κατέβη ούτος δεδικαιωμένος εις τον οίκον αυτού ή γαρ εκείνος΄ ότι πας ο υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται, ο δε ταπεινών εαυτόν υψωθήσεται» (Λουκ.18,10-14).

Η τάξη των Φαρισαίων εκπροσωπούσε την υποκρισία και την εγωιστική αυτάρκεια και έπαρση. Τα μέλη της απόλυτα αποκομμένα από την υπόλοιπη ιουδαϊκή κοινωνία, αποτελούσαν, λαθεμένα, το μέτρο σύγκρισης της ευσέβειας και της ηθικής για τους Ιουδαίους. Αντίθετα οι τελώνες ήταν η προσωποποίηση της αδικίας και της αμαρτωλότητας. Ως φοροεισπράκτορες των κατακτητών Ρωμαίων διέπρατταν αδικίες, κλοπές, εκβιασμούς, τοκογλυφίες και άλλες ειδεχθείς ανομίες και γι’ αυτό τους μισούσε δικαιολογημένα ο λαός. Δύο αντίθετοι τύποι της κοινωνίας, οι οποίοι εκπροσωπούσαν τις δύο αυτές τάξεις, ανέβηκαν στο ναό να προσευχηθούν. Ο πρώτος ο νομιζόμενος ευσεβής, έχοντας την αυτάρκεια της δήθεν ευσέβειάς του ως δεδομένη, στάθηκε με έπαρση μπροστά στο Θεό και άρχισε να απαριθμεί τις αρετές του, οι οποίες ήταν πραγματικές. Τις εξέθετε προκλητικότατα εις τρόπον ώστε απαιτούσε από το Θεό να τον επιβραβεύσει γι’ αυτές. Για να εξαναγκάσει το Θεό έκανε και αήθη σύγκρισή του με άλλους ανθρώπους και ιδιαίτερα με τον συμπροσευχόμενό του τελώνη.  

Αντίθετα ο όντως αμαρτωλός τελώνης συναισθάνεται τη δεινή του κατάσταση και με συντριβή και ταπείνωση ζητεί το έλεος του Θεού. Αυτή η μετάνοιά του τον δικαιώνει μπροστά στο Θεό. Γίνεται δεκτή η προσευχή του, σε αντίθεση με τον υποκριτή Φαρισαίο, ο οποίος όχι μόνο δεν έγινε δεκτή η προσευχή του, αλλά σώρευσε στον εαυτό του περισσότερο κρίμα, εξαιτίας της εγωπάθειάς του.

Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας όρισαν να είναι αφιερωμένη η πρώτη Κυριακή του Τριωδίου στη διδακτική αυτή παραβολή του Κυρίου για να συνειδητοποιήσουν οι πιστοί πως η υπερηφάνεια είναι η αγιάτρευτη ρίζα του κακού στον άνθρωπο, η οποία τον κρατά μακριά από την αγιαστική χάρη του Θεού και πως η ταπείνωση είναι το σωτήριο αντίδοτο της καταστροφικής πορείας, που οδηγεί τον άνθρωπο η εγωπάθεια. Είναι το χειρότερο εμπόδιο για τη σωτηρία του ανθρώπου. Αυτή η εγωιστική αυτάρκεια, ως μια λίαν νοσηρή κατάσταση εμποδίζει τη συναίσθηση της αμαρτωλότητας και τη διάθεση για μετάνοια. Εγωισμός και μετάνοια είναι δυο έννοιες εντελώς αντίθετες και ασυμβίβαστες μεταξύ τους. Η μία αναιρεί την άλλη. Οι πύλες της ψυχής του εγωπαθούς ανθρώπου είναι ερμητικά κλειστές για τη θεία χάρη και κατά συνέπεια είναι αδύνατη η σωτηρία του, όσο εμμένει στην εγωιστική του περιχάραξη.

Η υπερηφάνεια και ο εγωισμός είναι καταστάσεις εωσφορικές. Πρώτος διδάξας ο Εωσφόρος, ο οποίος δε μπορούσε να θεωρεί τον εαυτό του κατώτερο από το Θεό και δημιουργό του και γι’ αυτό διανοήθηκε να στήσει το θρόνο του πάνω από το θρόνο της μεγαλοσύνης του Θεού. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα όχι μόνο να μην πραγματοποιήσει το σκοπό του, αλλά να χάσει τη δόξα και την τιμή που του είχε χαριστεί από το Θεό και να καταπέσει στην έσχατη απαξία. Από ανείπωτο μίσος και φθόνο θέλησε να μεταδώσει και στον άνθρωπο, το κορυφαίο δημιούργημα του Θεού,

τη φθοροποιά και καταστροφική έξη του εγωισμού. Έπεισε τους πρωτοπλάστους ότι δήθεν ήταν ικανοί από μόνοι τους να γίνουν θεοί (Γεν. 3ο κεφ.), συμπαρασύροντάς τους στη δική του δίνη και καταστροφή.

Αυτή ακριβώς την κατάσταση έχει υπόψη της η Εκκλησία μας και θέσπισε την κατανυκτική περίοδο του Τριωδίου, η οποία σημαίνει γι’ Αυτήν την μεταπτωτική κατάσταση του ανθρωπίνου γένους, αρχίζοντας από τη στηλίτευση του εγωισμού, ως την πρωταρχική αιτία της πτώσεως.     

Στην υπέροχη και διδακτική υμνωδία της ημέρας αυτής ψάλλουμε: «Υψηγορίαν φύγωμεν Φαρισαίου κακίστην, ταπείνωσιν δε μάθωμεν του Τελώνου αρίστην, ίν’ υψωθώμεν βοώντες τω Θεώ συν εκείνω΄ Ιλάσθητι τοις δούλοις Σου, ο τεχθείς εκ Παρθένου, Χριστέ Σωτήρ, εκουσίως» και «Μη προσευξόμεθα φαρισαϊκώς, αδελφοί΄ ο γαρ υψών εαυτόν ταπεινωθήσεται΄ ταπεινωθώμεν εναντίον του Θεού τελωνικώς δια νηστείας κράζοντες΄ Ιλάσθητι ημίν, ο Θεός τοις αμαρτωλοίς».  Η περίοδος του Τριωδίου είναι κατ’ εξοχήν περίοδος αγώνα κατά της εγωπάθειας και άσκηση της αρετής της ταπείνωσης, ως μονόδρομο για τη σωτηρία μας.

Κυριακή του Ασώτου

Η δεύτερη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην επίσης καταπληκτική και διδακτική παραβολή του ασώτου υιού (Λουκ.15,13-32). Οι Πατέρες όρισαν να είναι αφιερωμένη η Κυριακή αυτή στην συγκεκριμένη παραβολή του Κυρίου, για να τονισθεί στους πιστούς η απύθμενη αγάπη του Θεού προς τον άνθρωπο και το πλούσιο έλεος της συγχώρεσης, που δίνει στους μετανοούντες ανθρώπους.

Αν η προηγούμενη Κυριακή είναι αφιερωμένη στη στηλίτευση της παθολογικής εγωιστικής αυτάρκειας και η κατάδειξη των δεινών συνεπειών της, η δεύτερη Κυριακή είναι αφιερωμένη στην ταπείνωση, τη μετάνοια και στα ευλογημένα παρεπόμενά της.

Ο ευαγγελιστής Λουκάς μας διέσωσε την παραβολή αυτή ως εξής: Υπήρχε κάποιος πατέρας που είχε δυο γιους. Ο δεύτερος, κάποια στιγμή, ζήτησε το μερίδιο της κληρονομιάς του και έφυγε σε μακρινές χώρες, όπου σπατάλησε την περιουσία του σε ασωτίες. Τα χρήματα κάποτε τελείωσαν και στην περιοχή έπεσε μέγας λιμός. Αναγκάστηκε να γίνει χοιροβοσκός και να προσπαθεί να χορτάσει από τις βρωμερές και ευτελείς τροφές των χοίρων. Μέσα στη δίνη του θυμήθηκε την αρχοντική ζωή στο πατρικό σπίτι. Θυμήθηκε πως ακόμα και οι δούλοι του πατέρα του ζούσαν ασύγκριτα καλλίτερη ζωή από τη δική του. Τότε πήρε τη μεγάλη απόφαση να γυρίσει στο σπίτι του και να ζητήσει από τον πατέρα του να τον συγχωρήσει και να τον προσλάβει ως δούλο του. Όμως ο στοργικός πατέρας του τον δέχτηκε ως γιο του και τον περιποιήθηκε δεόντως, παρά τις διαμαρτυρίες του μεγάλου γιου του, διότι «νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ήν και ευρέθη» (Λουκ.15,32).

Κάποιοι υποστηρίζουν δικαιολογημένα πως και αν ακόμη είχε χαθεί ολόκληρο το Ευαγγέλιο και είχε σωθεί μόνο αυτή παραβολή, θα μπορούσε αυτή να αποτελέσει κείμενο ελπίδας και σωτηρίας για το ανθρώπινο γένος. Σε καμιά άλλη θρησκεία δε παρουσιάζεται ο Θεός τόσο συμπονετικός, ως στοργικός άνθρωπος πατέρας. Σέβεται απόλυτα την ανθρώπινη ελευθερία και τις επιλογές του κάθε ανθρώπου, ως πρωταρχικό στοιχείο της ανθρώπινης προσωπικότητας. Πνίγει μέσα στα φιλάνθρωπα σπλάχνα Του τον πόνο Του για την αποστασία του καθενός και περιμένει καρτερικά την επιστροφή του. Μόλις αυτή υπάρξει σβήνει με μια μονοκονδυλιά όλες τις άνομες πράξεις του και τον αποκαθιστά στην πρότερη θέση του.

Μετάνοια σημαίνει κατά γράμμα αλλαγή νου. Στην ουσία σημαίνει την οντολογική μετάλλαξη του ανθρώπου από την κατάσταση της εγωπαθούς αυτάρκειας στην κατάσταση της συναίσθησης της αμαρτωλότητας. Είναι η μετάβαση στο πνεύμα

της ταπείνωσης και της συντριβής μπροστά στον απόλυτα αγαθό Θεό, του Οποίου το φως φανερώνει άπλετα το σκοτεινό μας εαυτό. Η συνειδητοποίηση της πτωτικής μας καταστάσεως, της επώδυνης τραυματικής εμπειρίας μας και της απουσίας διαύλων της χάριτος του Θεού στον εαυτό μας είναι το πρώτο βήμα για την οντολογική μας αποκατάσταση. Έπεται η υλοποίηση της μεγάλης μας απόφασης για την έμπρακτη αλλαγή της νοοτροπίας μας και τη διόρθωση της πορείας μας προς το Θεό.

Είναι περιττό να τονίσουμε πως η μετάνοια χρειάζεται ιδιαίτερο ηρωισμό και αγωνιστική διάθεση, όπως αποτυπώνεται θαυμάσια στην ευαγγελική περικοπή του ασώτου υιού. Όπως όλα τα αγαθά, έτσι και η σωτηρία μας, είναι αποτέλεσμα ηρωισμού, ασυμβίβαστης αυταπάρνησης και σκληρού αγώνα.

Ένα θαυμάσιο τροπάριο της ημέρας εκφράζει απόλυτα τα υψηλά νοήματα της παραβολής, ως εξής: «Της πατρικής δωρεάς διασκορπήσας τον πλούτον, αλόγοις συνεβοσκόμην ο τάλας κτήνεσι, και τοις αυτών ορεγόμενος τροφής, ελίμωττον μη χορταζόμενος΄ άλλ’ υποστρέψας προς τον εύσπλαχνον Πατέρα, κραυγάζω συν δάκρυσι΄ Δέξαι με ως μισθίον, προσπίπτοντα τη φιλανθρωπία Σου, και σώσον με».

Οι πιστοί καλούνται την περίοδο του Τριωδίου να συνειδητοποιήσουν την άμετρη αγάπη του Θεού και να επιστρέψουν, όπως ο άσωτος της παραβολής, σε Αυτόν και να ζητήσουν το έλεός Του. Η κατανυκτική αυτή περίοδος είναι μοναδική για μετάνοια και συντριβή.

Κυριακή των Απόκρεω

Η τρίτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στο πιο φοβερό γεγονός της ανθρώπινης ιστορίας, στη μέλλουσα Κρίση, ως απαραίτητος προβληματισμός των πιστών αυτή την αγωνιστική αυτή περίοδο.

Η μέλλουσα Κρίση είναι θεμελιώδης πίστη της χριστιανικής διδασκαλίας, η οποία θα επισυμβεί στο τέλος αυτού του πρόσκαιρου κόσμου και περιγράφεται σαφέστατα στο ευαγγέλιο του Ματθαίου (25,31-46). Ο Κύριος, λίγο πριν το πάθος Του, ομιλώντας για τα έσχατα και μετά τις παραστατικές παραβολές των δέκα παρθένων και των ταλάντων είπε πως, όταν έρθει ο Ίδιος στη Δεύτερη και φοβερή παρουσία Του «εν τη δόξη αυτού και πάντες οι άγιοι άγγελοι μετ’ αυτού, τότε καθίσει επί θρόνου δόξης αυτού, και συναχθήσεται έμπροσθεν αυτού πάντα τα έθνη, και αφοριεί αυτούς απ’ αλλήλων ώσπερ ο ποιμήν αφορίζει τα πρόβατα από των εριφίων, και στήσει τα μεν πρόβατα εκ δεξιών αυτού, τα δε ερίφια εξ ευωνύμων. Τότε ερεί ο βασιλεύς τοις εκ δεξιών αυτού΄ δεύτε οι ευλογημένοι του πατρός μου, κληρονομήσατε την ητοιμασμένην υμίν βασιλείαν από καταβολής κόσμου. Επείνασα γαρ, και εδώκατέ μοι φαγείν, εδίψησα, και εποτίσατέ με, ξένος ήμην, και συνηγάγετέ με, γυμνός, και περιεβάλετέ με, ησθένησα, και επεσκέψασθέ με, εν φυλακή ήμην, και ήλαθατε προς με. Τότε αποκριθήσονται αυτώ οι δίκαιοι λέγοντες΄ Κύριε πότε σε είδομεν πεινόντα και εθρέψαμεν, ή διψώντα και εποτίσαμεν; Πότε σε είδομεν ξένον και συνηγάγομεν, ή γυμνόν και περιεβάλομεν; Πότε σε είδομεν ασθενή ή εν φυλακή, και ήλθομεν προς σε; Και αποκριθείς ο βασιλεύς ερεί αυτοίς΄ αμήν λέγω υμίν , εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων των αδελφών μου των ελαχίστων, εμοί εποιήσατε. Τότε ερεί και τοις εξ’ ευωνύμων΄ πορεύεσθε απ’ εμού οι κατηραμένοι εις το πυρ το αιώνιον το ητοιμασμένον τω διαβόλω και τοις αγγέλοις αυτού… εφ’ όσον ουκ εποιήσατε ενί τούτων των ελαχίστων, ουδέ εμοί εποιήσατε. Και απελεύσονται ούτοι εις κόλασιν αιώνιον, οι δε δίκαιοι εις ζωήν αιώνιον» (Ματθ.25,31-46).

Η μέλλουσα κρίση είναι αναπόφευκτη και απορρέει από την απόλυτη δικαιοσύνη του Θεού. Την παρέλευση αυτού του φθαρτού και τραυματισμένου από την αμαρτία

κόσμου θα επισφραγίσει η μεγάλη και αδέκαστη κρίση του Χριστού, ως απαραίτητη προϋπόθεση για την είσοδο στη νέα πραγματικότητα της βασιλείας του Θεού. Οι άνθρωποι, ως ελεύθερα όντα, πρέπει να τοποθετηθούν στη βασιλεία του Χριστού ανάλογα με τη δική τους επιλογή σε αυτή τη ζωή. Ύψιστο κριτήριο της κρίσεως θα είναι η στάση και συμπεριφορά τους απέναντι στους συνανθρώπους τους. Η θετική ή η αρνητική στάση τους θα κρίνει τελικά αν θα είναι κληρονόμοι της βασιλείας του Θεού, ή θα είναι προορισμένοι να ριχτούν στην αιώνια κόλαση, όπου «εκεί έσται ο κλαυθμός και ο βρυγμός των οδόντων» (Ματθ.24,51).

Η ενθύμηση της φοβερής μελλούσης Κρίσεως στην αρχή του Τριωδίου είναι απαραίτητη, διότι απώτερος σκοπός του όλου πνευματικού αγώνα μας είναι να βρεθούμε εκ δεξιών του Δεσπότη Χριστού, κατά τη μεγάλη Κρίση. Αυτό είναι αποτυπωμένο κάλλιστα στην υπέροχη υμνωδία της ημέρας. Οι άγιοι υμνογράφοι συνέθεσαν διδακτικότατα τροπάρια, τα οποία προτρέπουν τους πιστούς να συναισθανθούν την επερχόμενη βεβαία και φοβερή Κρίση. Σε ένα από αυτά ψάλλουμε: «Την φοβεράν της κρίσεως, και αρρήτου σου δόξης, ημέραν ενθυμούμενος, φρίττω, Κύριε, όλως και τρέμων φόβω κραυγάζω΄ Επί γης όταν έλθης, κρίναι, Χριστέ, τα σύμπαντα, ο Θεός μετά δόξης, τότε οικτρόν, από πάσης ρύσαί με τιμωρίας, εκ δεξιών σου, Δέσποτα, αξιώσας με στήναι».

Κυριακή της Τυρινής

Η τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου είναι αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτοπλάστων από τον παράδεισο της τρυφής. Ο άνθρωπος δημιουργήθηκε από το Θεό ως το τελειότερο και εκλεκτότερο δημιούργημα του Θεού, ως «εικόνα και καθ’ ομοίωσις» αυτού ( Γέν.1,26). Πλάστηκε να ζει αιώνια μέσα στη χάρη και τις ευλογίες του Θεού, ατέρμονο βίο άπαυτης ευδαιμονίας. Αυτή τη σημασία έχει η βιβλική διήγηση περί του κήπου της Εδέμ (Γεν.2ο κεφ.). Ο άνθρωπος έκαμε κακή χρήση της ελεύθερης βούλησής του και προτίμησε το κακό. Ο αρχέκακος διάβολος τον παρέσυρε στην πτώση και την καταστροφή. Αυτό του στέρησε τον παράδεισο, δηλαδή την αέναη και ζωοποιό παρουσία του Θεού και την κοινωνία των ακένωτων ευλογιών Του.

Μέγα χάσμα ανοίχτηκε ανάμεσά τους (Εφ.2,13). Η αγία Γραφή αναφέρει συμβολικά πως οι πρωτόπλαστοι διώχτηκαν από τον κήπο της Εδέμ και δύο αγγελικά όντα τάχθηκαν να φυλάγουν με πύρινες ρομφαίες την πύλη του, για να μην μπορούν να την παραβιάσουν αυτοί. Το ατέλειωτο δράμα του ανθρωπίνου γένους άρχισε!

Ο Αδάμ και η Εύα τότε κάθισαν απέναντι από τον κήπο της τρυφής και θρηνούσαν για το κακό που τους βρήκε. Αναλογίζονταν την πρότερη ευδαιμονία τους, την σύγκριναν με την τωρινή δυστυχία τους, προέβλεπαν το μέλλον ζοφερό και γι’ αυτό έκλαιγαν γοερά. Τα καυτά τους δάκρυα πότιζαν την άνυδρη γη και οι σπαραχτικές κραυγές τους έσπαζαν την ηρεμία της έξω του παραδείσου ερήμου.

Όμως δυστυχώς ο θρήνος των πρωτοπλάστων δεν ήταν αποτέλεσμα μεταμέλειας για την ανυπακοή και την ανταρσία τους κατά του Θεού. Δεν ήταν πράξη μετάνοιας και αίτημα συγνώμης προς το Θεό, αλλά ωφελιμιστικός σπαραγμός. Δε θρηνούσαν για τη χαμένη αθωότητα και αγιότητα, αλλά για τη χαμένη υλική ευμάρεια του παραδείσου. Ούτε ένας λόγος μετάνοιας δεν ακούστηκε από τα χείλη τους! Οι Πατέρες της Εκκλησίας μας λένε πως αν εκείνη την τραγική στιγμή οι προπάτορές μας μετανοούσαν ειλικρινά και ζητούσαν ταπεινά συγνώμη από τον απόλυτα φιλάνθρωπο Θεό, θα είχαν αποκατασταθεί στην πρότερη της πτώσεως κατάστασή τους.

Η ενθύμηση του αδαμιαίου θρήνου αυτή την ημέρα υπήρξε επιβεβλημένη από την Εκκλησία μας. Από την επόμενη ημέρα αρχίζει η αυστηρή νηστεία της Μεγάλης

Τεσσαρακοστής και ο σκληρός αγώνας κατά των ψυχοκτόνων παθών μας. Οι προπάτορές μας αποτελούν πολύ καλό παράδειγμα συνετισμού μας. Η λαιμαργία τους, να φάνε από τον καρπό του απαγορευμένου δένδρου της Εδέμ, τους οδήγησε στην απώλεια. Η πολύμορφη νηστεία η δική μας και η άσκηση των αρετών, μας φέρνει στην ουρανοδρόμο πορεία για να συναντήσουμε ξανά το Θεό. Ο θρήνος ο δικός μας δεν είναι (δεν θα πρέπει να είναι) ωφελιμιστικός, όπως των πρωτοπλάστων, αλλά οντολογική συντριβή και μετάνοια για την αμαρτωλότητά μας. Είναι το μόνο αντίδοτο για την ύβρη μας απέναντι στο Θεό και ο μόνος τρόπος της σωτηρίας μας.

Η Εδέμ βρίσκεται δίπλα μας κλεισμένη. Ο φιλάνθρωπος Θεός μας έδωσε το κλειδί να ανοίξουμε τη θύρα και να εισέλθουμε, το οποίο είναι η ειλικρινής μετάνοιά μας. Ας είναι ζωντανό παράδειγμά μας ο μετανοών συσταυρούμενος με τον Κύριο ληστής, ο οποίος σύμφωνα με το θαυμάσιο επίγραμμα της υμνολογίας της Μ. Παρασκευής, άνοιξε τον παράδεισο «βαλών κλείδα το μνήσθητί μου».

Α΄ Κυριακή των Νηστειών – της Ορθοδοξίας

Η αγία αυτή ημέρα είναι ξεχωριστή, διότι παρά το κατανυκτικό κλίμα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, εορτάζει λαμπρά η Ορθοδοξία μας, η αληθινή Εκκλησία του Χριστού. Ποιούμε ανάμνηση του κορυφαίου γεγονότος της εκκλησιαστικής μας ιστορίας, της αναστηλώσεως των ιερών εικόνων, το οποίο επισυνέβη το 843 στο Βυζάντιο, χάρις στην αποφασιστική συμβολή της βασιλίσσης και μετέπειτα αγίας Θεοδώρας, συζύγου του αυτοκράτορα Θεοφίλου (840-843).

Αναφερόμαστε στη μεγάλη εικονομαχική έριδα, η οποία συντάραξε κυριολεκτικά την Εκκλησία μας για περισσότερα από εκατό χρόνια. Το 726 ο αυτοκράτωρ Λέων ο Γ΄ ο Ίσαυρος (717-741) αποφάσισε να επιφέρει στο κράτος ριζικές μεταρρυθμίσεις. Μια από αυτές ήταν η απαγόρευση προσκύνησης των ιερών εικόνων, επειδή, παίρνοντας αφορμή από ορισμένα ακραία φαινόμενα εικονολατρίας, πίστευε πως η χριστιανική πίστη παρέκλινε στην ειδωλολατρία. Στην ουσία όμως εξέφραζε δικές του ανεικονικές απόψεις, οι οποίες ήταν βαθύτατα επηρεασμένες από την ανεικονική ιουδαϊκή και ισλαμική πίστη. Η αναταραχή ήταν αφάνταστη. Η αυτοκρατορία χωρίστηκε σε δύο φοβερά αντιμαχόμενες ομάδες, τους εικονομάχους και τους εικονολάτρες. Οι διώξεις φοβερές. Μεγάλες πατερικές μορφές ανάλαβαν να υπερασπίσουν την ορθόδοξη πίστη. Στα 787 συγκλήθηκε η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος, η οποία διατύπωσε με ακρίβεια την οφειλόμενη τιμή στις ιερές εικόνες. Σε αυτή επίσης διευκρινίστηκαν και άλλα δυσνόητα σημεία της χριστιανικής πίστεως, έτσι ώστε να έχουμε πλήρη αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και να ομιλούμε για θρίαμβο της Ορθοδοξίας μας.

Η εικόνα στην Ορθοδοξία μας δεν αποτελεί αντικείμενο λατρείας, αλλά λειτουργεί αποκλειστικά ως μέσον τιμής του εικονιζόμενου προσώπου. Ακόμα και ο Χριστός μπορεί να εικονισθεί, διότι έγινε άνθρωπος. Μάλιστα όποιος αρνείται τον εικονισμό του Χριστού αρνείται ουσιαστικά την ανθρώπινη φύση Του! Οι μεγάλοι Πατέρες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας μας, που αναδείχθηκαν μέσα από τη λαίλαπα της εικονομαχίας, διατύπωσαν το ορθόδοξο δόγμα με προσοχή και ευλάβεια. Η προσκύνηση της ιερής εικόνας του Χριστού και των άλλων ιερών προσώπων του Χριστιανισμού δεν είναι ειδωλολατρία, όπως κατηγορούνταν από τους εικονομάχους, διότι η τιμή δεν απευθύνεται στην ύλη, αλλά στο εικονιζόμενο πρόσωπο, καθότι «η της εικόνος τιμή επί το πρωτότυπον διαβαίνει» (Μ.Βασίλειος P.G. 32,149) και «Προσκυνούμεν δε ταις εικόσιν ου τη ύλη προσφέροντες την προσκύνησιν, αλλά δι΄αυτών τοις εν αυταίς εικονιζομένοις» (Ι. Δαμασκ. P.G.94 1356).Η ευλογία και η χάρη που λαμβάνει ο πιστός από την προσκύνηση των ιερών εικόνων δίνεται από το ζωντανό ιερό πρόσωπο και όχι από την ύλη της εικόνας.

Η εικόνα έχει τεράστια ποιμαντική χρησιμότητα. Μια εικόνα, σύμφωνα με γλωσσική έκφραση, αξίζει περισσότερο από χίλιες λέξεις. Αυτό σημαίνει ότι μέσω της εκκλησιαστικής εικονογραφίας οι πιστοί βοηθούνται να αναχθούν στις υψηλές πνευματικές θεωρίες και στο θείον.

Βεβαίως η ηρεμία δεν αποκαταστάθηκε, διότι εξακολουθούσαν να βασιλεύουν εικονομάχοι αυτοκράτορες. Στα 843 η ευσεβής αυτοκράτειρα Θεοδώρα, ως επίτροπος του ανήλικου γιου της Μιχαήλ του Γ΄, έθεσε τέρμα στην εικονομαχική έριδα και συνετέλεσε στο θρίαμβο της Ορθοδοξίας.

Οι Πατέρες όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του ορθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να είναι πραγματικά αποτελεσματικός. Νηστεία και ασκητική ζωή έχουν και άλλες αιρέσεις ή θρησκείες, και μάλιστα με πολύ αυστηρότερους κανόνες άσκησης. Όμως αυτό δε σημαίνει ότι μπορούν αυτοί οι άνθρωποι να σωθούν και να ενωθούν με το Θεό. Η σωτηρία είναι συνώνυμη με την αλήθεια, αντίθετα η πλάνη και το ψεύδος οδηγούν σε αδιέξοδα και εν τέλει στην απώλεια.

Β΄Κυριακή των Νηστειών – Γρηγορίου του Παλαμά

Η δεύτερη Κυριακή είναι αφιερωμένη σε μια από τις μεγαλύτερες πατερικές μορφές της Εκκλησίας μας, στον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά, αρχιεπίσκοπο Θεσσαλονίκης (1347-1359). Δεν είναι τυχαία αυτή η επιλογή. Ο μεγάλος αυτός άνδρας έζησε σε μια πολύ ταραγμένη ιστορική περίοδο για την Εκκλησία μας, κατά την οποία ο κίνδυνος νοθεύσεως της αλήθειας υπήρξε έντονος.

Γεννήθηκε στην Κωνσταντινούπολη το 1296 και έλαβε σπουδαία μόρφωση. Από νέος αγάπησε τη μοναχική και ασκητική ζωή. Κατέφυγε καταρχήν στο όρος Παπίκιο και κατόπιν στο Άγιο Όρος, όπου πέρασε αρκετά χρόνια της ζωής του. Ακόμη και μετά την εκλογή του ως αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης ζούσε ως ασκητής.

Ο άγιος Γρηγόριος είναι συνδεδεμένος με τη λεγόμενη «ησυχαστική κίνηση», την πνευματικότερη έκφραση του ορθοδόξου μοναχικού ιδεώδους. Υπήρξε δάσκαλος και εμπνευστής του ησυχασμού και γι’ αυτό στράφηκαν με σφοδρότητα εναντίον του τα πυρά των εχθρών του ησυχασμού. Συνεχίζοντας ο ίδιος την μακραίωνη παράδοση των αρχαίων Πατέρων και ασκητών της Εκκλησίας, δίδασκε πως ο άνθρωπος, με την άσκηση και τη νίψη, μπορεί να δει και από αυτή τη ζωή, με τα φυσικά του μάτια, το άκτιστο φως του Θεού, αυτό το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού κατά τη Μεταμόρφωσή Του στο όρος Θαβώρ.     

Ο μεγάλος αυτός άνδρας κατέστη πρότυπο και δάσκαλος της άσκησης και ενσαρκωτής των χριστιανικών αρετών. Είτε ως αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης, είτε ως μοναχός στο Άγιο Όρος, δίδασκε τον αέναο αγώνα κατά του κακού και της αμαρτίας. Προέτρεπε για καθολική κάθαρση από τα ψυχοκτόνα πάθη, η οποία ονομάζεται στην ασκητική ορολογία νίψη. Έδειχνε την ουρανοδρόμο πορεία, ως μονόδρομο της σωτηρίας και της θεώσεως.

Η μεγάλη αυτή πατερική μορφή λειτουργεί ως φωτεινό ορόσημο για τους πιστούς αυτή την κατανυκτική περίοδο. Τα βαθυστόχαστα και προπαντός ορθόδοξα συγγράμματά του, όχι μόνο αποπνέουν άρωμα ευσέβειας, αλλά είναι πρακτικός οδηγός για την πνευματική μας άσκηση.

Γ΄ Κυριακή των Νηστειών – της Σταυροπροσκυνήσεως

Η άσκηση των αρετών δεν είναι εύκολη υπόθεση. Πέρα από την προσωπική ισχυρή θέληση, είναι απαραίτητη και η αγιαστική δύναμη της Εκκλησίας μας. Έτσι οι άγιοι Πατέρες όρισαν, καταμεσής της αγίας Τεσσαρακοστής να προσκυνείται ο

Τίμιος Σταυρός του Κυρίου, για να λαμβάνουμε οι πιστοί από αυτόν χάρη και δύναμη για να συνεχίσουμε με σθένος τον πνευματικό μας αγώνα.

Ο Σταυρός του Χριστού είναι το καύχημα της Εκκλησίας μας και το αήττητο όπλο κατά των δυνάμεων του κακού. Πάνω σε αυτόν συντρίφτηκε το κράτος του διαβόλου και εκμηδενίστηκε η δύναμή του. Από αυτόν πήγασε η απολύτρωση και η αθανασία στο ανθρώπινο γένος. Η Εκκλησία μας ψάλλει θριαμβευτικά: «Κύριε όπλον κατά του διαβόλου τον Σταυρόν Σου ημίν δέδωκας, φρίττει γαρ και τρέμει, μη φέρων καθοράν αυτού την δύναμιν» και «Νυν εμφανιζόμενος ο Σταυρός, δύναμιν παρέχη εν τω μέσω των νηστειών, τοις το θείον σκάμμα, ανύουσι προθύμως΄ αυτόν μετ’ ευάβείας, κατασπαζόμεθα».

Από φονικό και έχθιστο μέσον εκτέλεσης κακούργων μεταβλήθηκε σε μέσον αγιασμού και νοητή ασπίδα προστασίας από τις επιβουλές του Εωσφόρου και των σκοτεινών πεσόντων αγγέλων του. Άλλοι τον παρομοιάζουν με ισχυρό κυματοθραύστη κατά των κλυδωνισμών της ζωής, που προκαλεί το κακό και η αμαρτία. Η σωματική κόπωση της νηστείας και η ψυχική νωχέλεια του πνευματικού αγώνα είναι δυο βασικοί παράγοντες, οι οποίοι μπορούν να αναστείλουν τη νηπτική πορεία του πιστού. Η αγιαστική δύναμη του Σταυρού είναι το αντίδοτο σ’ αυτή την κατάσταση.

Ο Σταυρός του Χριστού, εκτός από θείο σύμβολο της Εκκλησίας μας, έχει και ηθική σημασία για τον κάθε πιστό. Όπως ο Κύριος έφερε το δικό Του Σταυρό στο Γολγοθά, φορτωμένος τις ανομίες ολοκλήρου του ανθρωπίνου γένους, έτσι και ο πιστός του Χριστού, φέρει αυτός τον προσωπικό του σταυρό, τον αγώνα για σωτηρία και τελείωση. Ο δρόμος για τη σωτηρία είναι πραγματικός Γολγοθάς και απαιτεί αυταπάρνηση σε όσους τον ανεβαίνουν. Το βεβαίωσε ο Κύριος: « όστις θέλει οπίσω μου ακολουθείν, απαρνησάσθω εαυτόν και αράτω τον σταυρόν αυτού και ακολουθήτω μοι» (Μαρκ.8,34). Η αγία περίοδος του Τριωδίου είναι κατ’ εξοχήν σταυρική πορεία και νοητή σταύρωση των παθών μας.

Γι’ αυτό η αγία μας Εκκλησία αφιέρωσε την Κυριακή αυτή στην προσκύνηση του Τιμίου Σταυρού. Οι πιστοί αντλώντας χάρη από αυτόν, δυναμωμένοι πια και ανανεωμένοι, αντιπαρερχόμαστε τα εμπόδια που στήνει ο πονηρός και βαδίζουμε την ουρανοδρόμο ατραπό με οδηγό τη χαρά και τη λαχτάρα να συναντήσουμε τον αναστάντα Κύριό μας Ιησού Χριστό την αγία και λαμπροφόρο η ημέρα της εγέρσεώς Του.

Δ΄ Κυριακή των Νηστειών – Ιωάννου της Κλίμακος

Μια άλλη μεγάλη ασκητική προσωπικότητα τιμάται αυτή την άγια περίοδο από την Εκκλησία μας, ο άγιος Ιωάννης ο συγγραφέας του περιφήμου βιβλίου της «Κλίμακος», το οποίο γράφηκε για να αποτελεί πολύτιμο οδηγό ημών των πιστών στη δύσκολη πνευματική μας πορεία και τον ασίγαστο παθοκτότο αγώνα μας.

Σύμφωνα με το ιερό συναξάρι του, γεννήθηκε στην Παλαιστίνη περί το 523. Από πολύ μικρός αγαπούσε την άσκηση και γι’ αυτό νέος όντας αποσύρθηκε στην έρημο του Σινά, όπου έζησε ως ερημίτης για δεκαεννιά χρόνια. Κατόπιν εγκαταβίωσε στη Μονή του Θωλά, στην οποία πέρασε σαράντα χρόνια.

Ήταν σοφός άνθρωπος και προπαντός μεγάλος ασκητής, εφάμιλλος του μεγάλου Αντωνίου, αγίου Ευθυμίου και αγίου Σάββα. Γύρω από τον μεγάλο αυτό δάσκαλο ασκητή συγκεντρώθηκαν πολλές χιλιάδες μοναχοί, παίρνοντας από αυτόν μαθήματα πνευματικού αγώνα. Για να μπορούν οι μοναχοί να έχουν καταγραμμένες τις σοφές διδαχές και παραινέσεις του, τις κατέγραψε στο προαναφερόμενο βιβλίο του, το οποίο ονόμασε «Κλίμαξ», δηλαδή νοητή σκάλα, που ανεβάζει κλιμακωτά τον ασκούμενο άνθρωπο στην κορυφή των αρετών.

Τα υπέροχα κεφάλαια του βιβλίου της «Κλίμακος» είναι ένα από τα προσφιλή και ωφέλημα αναγνώσματα των πιστών αυτή την κατανυκτική περίοδο. Οι σοφές παραινέσεις του αγίου Ιωάννου αποτελούν πολύτιμο πνευματικό οδηγό για κλιμακωτή κατάκτηση αρετών, ώστε να υποδεχτούν τον αναστάντα Κύριο καθαροί από τους ρύπους της αμαρτίας και τη φθορά του κακού.

Ε΄ Κυριακή των Νηστειών – Μαρίας της Αιγυπτίας

Μια άλλη επίσης σημαντική μορφή της Εκκλησίας μας τιμάται ιδιαίτερα αυτή την ιερή περίοδο. Η Ε΄ Κυριακή των Νηστειών είναι αφιερωμένη στην αγία Μαρία την Αιγυπτία, η οποία κατέστη, και είναι, συνώνυμη με τη συντριβή και τη μετάνοια. Το ιερό συναξάρι της αναφέρει πως έζησε τον 6ο μ. Χ αιώνα. Καταγόταν από την Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου και ασκούσε το επαίσχυντο επάγγελμα της πορνείας από τα δώδεκα κιόλας χρόνια της. Ήταν δε τόσο πωρωμένη στην αμαρτία ώστε ο επαγγελματισμός είχε δευτερεύουσα σημασία. Ασκούσε την πορνεία κυρίως για ηδονιστική απόλαυση, σε τέτοια ηθική κατάπτωση είχε περιέλθει!

Αναζητούσε συνεχώς πορνικούς πελάτες στα μεγάλα λιμάνια και τις πολυπληθείς πόλεις. Κάποτε πληροφορήθηκε πως στην Ιερουσαλήμ συγκεντρωνόταν πολύς κόσμος. Σκέφτηκε πως αν μετέβαινε εκεί θα έβρισκε πελάτες. Έτσι αποφάσισε να ταξιδέψει στην Παλαιστίνη. Βρήκε κάποιο πλοίο, πλήρωσε το ναύλο με το κορμί της και έφτασε στην Ιερουσαλήμ και οδηγήθηκε στον πανίερο ναό της Αναστάσεως. Επιχείρησε να εισέλθει στον ιερό αυτό χώρο, μήπως και έβρισκε εκεί εραστές. Μέχρι εκεί είχε φτάσει ο πορνικός της παραλογισμός.

Όμως μια αόρατη δύναμη την εμπόδιζε να εισέλθει στο ναό. Όσο και αν προσπαθούσε δε μπορούσε να μπει. Τέσσερις φορές απωθήθηκε μυστηριωδώς. Απόρησε και άρχισε για πρώτη φορά στη ζωή της να προβληματίζεται. Μια μυστική φωνή ακούστηκε στην ψυχή της, η οποία ξύπνησε τη ναρκωμένη από την αμαρτία συνείδησή της. Κατάλαβε πως αυτό που επιχειρούσε ήταν φρικτή ιεροσυλία και ανείπωτη ασέβεια. Προσπαθούσε να βεβηλώσει τον άγιο τόπο, που σταυρώθηκε, τάφηκε και ανέστη ο Κύριος Ιησούς Χριστός. Καυτά δάκρυα μετάνοιας άρχισαν να κυλούν από τα πρώην λάγνα μάτια της. Είναι ολοφάνερο πως εκεί την οδήγησε η θεία πρόνοια να σωθεί, διότι η ψυχή της, παρ’ όλη την πώρωσή της, ήταν δεκτική στη μετάνοια και τη σωτηρία. Εν ριπή οφθαλμού άλλαξε γνώμη. Ήθελε να εισέλθει στο ναό, όχι πια να συναντήσει πορνικούς εραστές, αλλά για να συναντήσει το Νυμφίο της ταλαίπωρης και βασανισμένης ψυχής της, το Σωτήρα Χριστό. Παρακαλούσε να παραμερισθεί το αόρατο εμπόδιο και να μπει, να προσκυνήσει τον Πανάγιο Τάφο του Κυρίου. Έτσι και έγινε. Ο Θεός της επέτρεψε να μπει και να προσκυνήσει.

Αυτή ήταν μια νέα αφετηρία για τη ζωή της. Έφυγε ευθείς για την έρημο της Ιουδαίας. Πέταξε τα προκλητικά πολυτελή ενδύματα και ντύθηκε τραχύ ασκητικό σάκο. Απαρνήθηκε τις απολαύσεις της ζωής και ακολούθησε το βίο της άσκησης. Κατόρθωσε να ανέλθει σε ύψη αγιότητας. Το πρώην αμαρτωλό σαρκίο της έγινε πλέον θεοφόρο σκήνωμα, κατοικητήριο του Θεού.

Η άγια Μαρία η Αιγυπτία είναι ένα καλό ζωντανό παράδειγμα ειλικρινούς μετάνοιας, η οποία δείχνει το δρόμο της μεταμέλειας σε κάθε πιστό. Αποδεικνύει περίτρανα πως ο κάθε άνθρωπος, όσο αμαρτωλός και αν είναι, είναι καλεσμένος για σωτηρία, φτάνει να μετανοήσει ειλικρινά. Αυτό είναι το μεγαλείο και η ειδοποιός διαφορά του Χριστιανισμού από τα άλλα θρησκεύματα. Γι’ αυτό και η σεπτή και αγία μορφή της αγίας Μαρίας προβάλλεται και τιμάται αυτή την κατ’ εξοχήν περίοδο της μετάνοιας για την Εκκλησία μας.

* * *

Συμπερασματικά τονίζουμε τη μεγάλη σημασία που δίνει η αγία μας Εκκλησία στην ιερή περίοδο του Τριωδίου και ιδιαίτερα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Μέσα στο κατανυκτικό κλίμα των ημερών και με βοηθητικό μέσο τις υπέροχες ιερές ακολουθίες, καλείται ο πιστός να ανακτήσει τη χαμένη αυτοσυνειδησία του, ώστε να συναισθανθεί την οικτρή κατάσταση της αμαρτωλότητας, η οποία τον κρατά δέσμιο και μακριά από την αγιαστική και σωστική χάρη του Θεού. Καλείται να πάρει τη μεγάλη απόφαση και να αφήσει το ζοφερό και δυσώδη βούρκο της αμαρτίας και να κινήσει για να το καθάριο φως του ουρανού. Να βαδίσει την ουρανοδρόμο ατραπό, η οποία περνά απαραίτητα μέσα από την Εκκλησία, διότι μέσα σε αυτή επιτελείται η κάθαρση και πραγματώνεται η εν Χριστώ τελείωση. Μόνο έτσι καθαρμένοι θα μπορέσουμε να εορτάσουμε πραγματικά τη λαμπροφόρο Ανάσταση Του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, σύμφωνα με την ποιητική προτροπή του υμνογράφου του Πάσχα: «Καθαρθώμεν τας αισθήσεις και οψόμεθα τω απροσίτω φωτί της αναστάσεως». Την αγία περίοδο του Τριωδίου καθίσταται πράξη στην Εκκλησία μας η σωτήρια προτροπή του αποστόλου Παύλου προς τους πιστούς: «Μη καθεύδομεν ως οι λοιποί, αλλά γρηγορώμεν και νήφωμεν. Οι γαρ καθεύδοντες νυκτός καθεύδουσι, και οι μεθυσκόμενοι νυκτός μεθύουσιν΄ υμείς δε ημέρας όντες νήφωμεν, ενδυσάμενοι θώρακα πίστεως και αγάπης και περικεφαλαίαν ελπίδα σωτηρίας΄ ότι ουκ έθετο ημάς ο Θεός εις οργήν, αλλ’ εις περιποίησιν σωτηρίας δια του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του αποθανόντος υπέρ ημών» (Α΄ Θεσ.5,6-10).

 

Πηγή: Ακτίνες


1. Πολιτική ονοματοδοσία είναι να πάει κάποιος να δηλώσει το παιδί του με όνομα στο Ληξιαρχείο πρίν από τη Βάπτιση. Βέβαια όλοι σχεδόν ξέρουμε ότι το όνομα το δίνει ο πατέρας στο παιδί την ογδόη ημέρα από της γεννήσεώς του και ότι με τη Βάπτιση το κάνουμε χριστιανό. Στο βάπτισμα απλά εκφωνείται το δοθέν υπό των γονέων όνομα. Πάει λοιπόν μια νέα μητέρα στο Ληξιαρχείο, δηλώνει το παιδί της με όνομα και ρωτάει τον υπάλληλο: -Τώρα μπορώ να το κοινωνώ στην Εκκλησία; Για να πάρει την απάντηση του Φωτεινού Παντογνώστη: -Ασφαλώς, κυρία μου!
(ΣΧΟΛΙΟ: Κανένας ποτέ αβάπτιστος δεν μπορεί να κοινωνήσει. Δεν είναι μέλος του Σώματος του Χριστού και της Εκκλησίας)

2. Ο κεκοιμημένος έχει αφήσει ρητή εντολή για να αποτεφρωθεί. Θέλει να χαθούν τα ίχνη του, να μη τον κλάψει κανένας και ιδίως η γυναίκα του στο μνήμα, και να μη τον βρεί ούτε ο Θεός. Νομίζει ότι έτσι θα εκμηδενισθεί και δεν θα περάσει το γεφύρι για την αντίπερα όχθη. Πιθανόν όμως να θέλει ή να θέλουν οι δικοί του και νεκρώσιμη ακολουθία. Όταν ρωτάει ο ιερέας που θα ταφεί ο νεκρός λένε όλοι εν χορώ ότι θα τον πάμε στο χωριό, στην Άνω Πλατανιά Κιλκίς (λέμε τώρα). Υποψιασμένος ο παπάς από το ενδεχόμενο των αποτεφρωτήρων της Βουλγαρίας, παίρνει τηλέφωνο τον ιερέα στην Άνω Πλατανιά και εκεί διαπιστώνει ότι δεν περιμένουν κανένα νεκρό.

(ΣΧΟΛΙΟ: Αν μας κάψουν όπως τους Αγίους Τεσσαράκοντα, δεν υφίσταται θέμα. Αν όμως εμείς επιλέξουμε την καύση και υιοθετήσουμε μετά μανίας το πυρ και όχι την ταφή, όπως λέγει η Αγία Γραφή και όπως συνέβη με τον Χριστό μας, την Παναγία μας, τότε δεν χρειάζομαι τις ευχές μιας Εκκλησίας που αλλοιώς πρεσβεύει για τον θάνατο και θάπτει τους κεκοιμημένους της).

3. Στα περί γάμου και οικογενείας εκεί γίνεται ο κακός χαμός... Ο υποψήφιος κουμπάρος ή ανάδοχος έχει κάνει πολιτικό γάμο και θέλει να στεφανώσει στην Εκκλησία τους κολλητούς του, πράγμα που αυτός δεν το ακολούθησε. Θέλει να αναλάβει εγγυητής της πίστεως και κατηχητής του νεοφωτίστου, να διδάξει δηλαδή αύριο στο νήπιο, στο παιδί την Ορθοδοξία και τα Μυστήρια, ένα των οποίων περιφρόνησε και ίσως ακόμη συνεχίζει και περιφρονεί συμβιώνοντας παράνομα αστεφάνωτος, χωρίς το Μέγα Μυστήριο του Γάμου. (ΣΧΟΛΙΟ: Τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται)

4. Λέχτηκε κι αυτό: - Είμαι κι εγώ Χριστιανός, πηγαίνω στο Άγιο Όρος, προσεύχομαι και κοινωνώ... Εγκρίνω όμως και ψηφίζω την Ομοφυλοφιλία, δεν συμφωνώ με την Εκκλησία και τους κανόνες, άνθρωποι τα έφτιαξαν, ζητώ συγγνώμη που αργήσαμε να ψηφίσουμε το επάρατο σύμφωνο συμβίωσης, αλλά δεν το θέλω ασφαλώς για τα παιδιά μου...Το Ευαγγέλιο ήταν για τον καιρό εκείνο, σήμερα άλλαξαν τα πράγματα και η Εκκλησία πρέπει να εκσυγχρονισθεί...(ΣΧΟΛΙΟ: Δεν είμαι Χριστιανός χωρίς το Ευαγγέλιο και την Ιερή Παράδοση. Μπορεί μερικά να μη τα πολυκαταλαβαίνω τώρα, αλλά αλλοίμονο αν κάνω την ιδιοτροπία μου ιδεολογία και την ιδεολογία μου δήθεν ορθόδοξη θεολογία)

5. Λέχτηκε και τούτο...Θα αποτελεί ποινικό αδίκημα να βαπτίσει κάποιος ορθόδοξο το παιδί του πριν το ρωτήσει και ενηλικιωθεί... Η περιτομή των παιδιών της εβραϊκής κοινότητος και της μουσουλμανικής μειονότητος, και αυτή θα αποτελεί ποινικό αδίκημα; Το ράντισμα των Παπικών στα νησιά μας και η Θεία Μετάληψη στα 12 χρόνια των καθολικών παιδιών, ο οδηγισμός και ο προσκοπισμός; Η αναγκαστική φοίτηση στην υποχρεωτική εκπαίδευση των μαθητών, ο εμβολιασμός, αυτή η γέννησή τους; Όλα αυτά θα ποινικοποιηθούν; Μήπως και η δήλωση του φύλου; - Ήρθα να δηλώσω το παιδί μου, η γυναίκα μου γέννησε αγόρι...λέγει ο νέος πατέρας. Και ακούει εμβρόντητος από τον υπάλληλο της Νέας Τάξης Πραγμάτων: - Η γυναίκα σου γέννησε ένα μώβ πιγκουϊνο. Το φύλο θα το διαλέξει το παιδί όταν μεγαλώσει. 

ΗΘΙΚΟΝ ΔΙΔΑΓΜΑ: Χρειαζόμαστε επειγόντως διάβασμα. Ξανά και ξανά το Ευαγγέλιο. Εδώ στην Ελλάδα. Εμείς οι Ορθόδοξοι. Οι αιρετικοί της Ευρώπης το βλέπουμε εγκρίνουν τη μία κατόπιν της άλλης τις διαστροφές... Εδώ χρειάζεται κατήχηση και επανευαγγελισμός, πράγμα το οποίο δεν θέλει το αναδομημένο Υπουργείο Παιδείας, για να είναι χειραγωγήσιμα και διαχειρίσιμα τα ελληνόπουλα, πιόνια στα κελεύσματα της Νέας Εποχής και όχι ζωντανά και φωτισμένα μέλη της Ορθοδόξου Εκκλησίας...

mhtropoliths peirews serafeim 05.jpg

Ἡ Ἱερά Σύναξις τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πού συνῆλθε στό Σαμπεζύ τῆς Ἑλβετίας ἀπό 21 ἕως 28 Ἰανουαρίου ἐ.ἔ. ἔκρινε σκόπιμον ὅτι ὅσον ἀφορᾶ εἰς τό ἡμερολογιακό ζήτημα «ἑκάστη Ἐκκλησία νά ἀφεθῆ ἐλευθέρα ἵνα τηρῆ τό ὑπ’ αὐτῆς θεωρούμενον ὡς λυσιτελές διά τήν πνευματικήν οἰκοδομήν τοῦ ποιμνίου αὐτῆς ἡμερολόγιον, χωρίς τοῦτο νά ἐπηρεάζει τόν ὑπό πάντων τῶν Ὀρθοδόξων κοινόν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα».


ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Ἀκτὴ Θεμιστοκλέους 190, 185 39 ΠΕΙΡΑΙΕΥΣ, Τηλ. +30 210 4514833, Fax +30 210 4518476e-mail: impireos@hotmail.com

Ἐν Πειραιεῖ τῆ 17/2/2016

Α Ν Α Κ Ο Ι Ν Ω Θ Ε Ν

ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΑΚΟ ΖΗΤΗΜΑ  

Ἡ Ἱερά Σύναξις τῶν Προκαθημένων τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν πού συνῆλθε στό Σαμπεζύ τῆς Ἑλβετίας ἀπό 21 ἕως 28 Ἰανουαρίου ἐ.ἔ. ἔκρινε σκόπιμον ὅτι ὅσον ἀφορᾶ εἰς τό ἡμερολογιακό ζήτημα «ἑκάστη Ἐκκλησία νά ἀφεθῆ ἐλευθέρα ἵνα τηρῆ τό ὑπ’ αὐτῆς θεωρούμενον ὡς λυσιτελές διά τήν πνευματικήν οἰκοδομήν τοῦ ποιμνίου αὐτῆς ἡμερολόγιον, χωρίς τοῦτο νά ἐπηρεάζει τόν ὑπό πάντων τῶν Ὀρθοδόξων κοινόν ἑορτασμόν τοῦ Πάσχα». 

 Ἡ Β΄ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις εἶχε ἐξετάσει τό θέμα μέ γνώμονα: ὅτι εἶναι πολύ πέραν τῆς ἐπιστημονικῆς ἀκριβείας, εἶναι θέμα ἐκκλησιολογικῆς αὐτοσυνειδησίας τῆς μιᾶς καί ἀδιαιρέτου Ὀρθοδοξίας τῆς ὁποίας ἡ ἑνότης κατ’ οὐδένα λόγον ἤ τρόπον ἔπρεπε νά διασαλευθῆ ἐν τῇ πεποιθήσει ὅμως ὅτι «τό Σάββατον διά τόν ἄνθρωπον ἐγένετο καί οὐχ ὁ ἄνθρωπος διά τό Σάββατον» (Μαρκ. 2, 27).

 Ὅπως εἶναι γνωστό ἡ Ἁγία Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος μέ ὅρον Της πού διασώζεται στόν πρῶτο Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ τοπικῆς Συνόδου, ὁ ὁποῖος ἐπεκυρώθη ἀπό τόν Β΄ Κανόνα τῆς Ἁγίας ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὡρισμένως, καθώρισε ὅτι τό Ἅγιον Πάσχα θά ἑορτάζεται πάντοτε τήν πρώτην Κυριακήν μετά τήν πανσέληνον, μετά τήν Ἐαρινήν ἰσημερίαν, ὥστε νά μή συμπίπτει ποτέ μέ τό Νομικόν Φάσκα τῶν Ἰουδαίων, διότι κατά τόν Ζ΄ Κανόνα τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων «εἴ τις Ἐπίσκοπος ἤ Πρεσβύτερος ἤ Διακόνος τήν Ἁγίαν τοῦ Πάσχα ἡμέραν πρό τῆς ἐαρινῆς ἰσημερίας μετά Ἰουδαίων ἐπιτελέσοι, καθαιρείσθω». Ὁ ὅρος τῆς Ἁγίας Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου περιλαμβάνεται εἰς τόν Α΄ Κανόνα τῆς ἐν Ἀντιοχείᾳ Συνόδου, ὁ ὁποῖος διά τῆς ἐπικυρώσεως ὑπό τῆς ΣΤ΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου ἔχει Οἰκουμενικήν καταξίωσι: «Πάντας τοὺς τολμῶντας παραλύειν τὸν ὅρον τῆς ἁγίας καὶ μεγάλης συνόδου τῆς ἐν Νικαίᾳ συγκροτηθείσης, ἐπὶ παρουσίᾳ τῆς εὐσεβείας τοῦ θεοφιλεστάτου βασιλέως Κωνσταντίνου, περὶ τῆς ἁγίας ἑορτῆς τοῦ σωτηριώδους Πάσχα, ἀκοινωνήτους καὶ ἀποβλήτους εἶναι τῆς Ἐκκλησίας, εἰ ἐπιμένοιεν φιλονεικότερον ἐνιστάμενοι πρὸς τὰ καλῶς δεδογμένα, καὶ ταῦτα εἰρήσθω περὶ τῶν λαϊκῶν. Εἰ δέ τις τῶν προεστώτων τῆς Ἐκκλησίας, ἐπίσκοπος ἢ πρεσβύτερος ἢ διάκονος, μετὰ τὸν ὅρον τοῦτον τολμήσειεν ἐπὶ διαστροφῇ τῶν λαῶν καὶ ταραχῇ τῶν ἐκκλησιῶν ἰδιάζειν καὶ μετὰ τῶν Ἰουδαίων ἐπιτελεῖν τὸ Πάσχα· τοῦτον ἡ ἁγία σύνοδος ἐντεῦθεν ἤδη ἀλλότριον ἔκρινε τῆς Ἐκκλησίας, ὡς οὐ μόνον ἑαυτῷ ἁμαρτίας ἐπισωρεύοντα, ἀλλὰ πολλοῖς διαφθορᾶς καὶ διαστροφῆς γινόμενον αἴτιον· καὶ οὐ μόνον τοὺς τοιούτους καθαιρεῖ τῆς λειτουργίας, ἀλλὰ καὶ τοὺς τολμῶντας τούτοις κοινωνεῖν μετὰ τὴν καθαίρεσιν. Τοὺς δὲ καθαιρεθέντας ἀποστερεῖσθαι καὶ τῆς ἔξωθεν τιμῆς, ἧς ὁ ἅγιος κανὼν καὶ τό τοῦ Θεοῦ ἱερατεῖον μετείληφεν».

 Ὅπως εἶναι γνωστό τό πρῶτο σύγχρονο ἡμερολόγιο εἰσήχθη ἀπό τόν Ἰούλιο Καίσαρα ἀπό τόν ὁποῖο ἔγινε γνωστό ὡς Ἰουλιανό καί ἄρχισε νά ἰσχύει ἀπό τό 45 π.Χ. Ἡ δημιουργία του ὀφείλεται στόν Ἕλληνα ἀστρονόμο Σωσιγένη ἀπό τήν Ἀλεξάνδρεια, ὁ ὁποῖος μέ βάση τούς ὑπολογισμούς τοῦ Ἱππάρχου ὅτι ἡ διάρκεια τοῦ ἔτους εἶναι ἴση μέ 365,242 ἡμέρες, θέσπισε ἕνα ἡμερολόγιο τοῦ ὁποίου τά ἔτη εἶχαν 365 ἡμέρες ἐνῶ σέ κάθε 4ο ἔτος προσέθετε ἀκόμη μία ἡμέρα μετά τήν «ἕκτη πρό τῶν καλενδῶν τοῦ Μαρτίου» πού ὀνομάζονταν bissextus. Ἔτσι ἡ ἡμέρα αὐτή ἐπειδή ἐμετρᾶτο δύο φορές ὀνομάζεται δίς ἕκτη καί τό ἔτος πού τήν περιέχει δίσεκτο.

 Τό Ἰουλιανό ἡμερολόγιο δέν ἦταν τέλειο διότι παρά τόν καλύτερο προσδιορισμό τοῦ ἡλιακοῦ ἔτους ἀπό τόν Σωσιγένη ὑπῆρχε ἀκόμη μία μικρή ἀπόκλιση ἀφοῦ ἡ διάρκεια τοῦ ἡλιακοῦ ἔτους εἶναι 365,242199 ἡμέρες. Ἔτσι τό καθωρισμένο ἀπό τόν Σωσιγένη ἔτος εἶναι μεγαλύτερο τοῦ πραγματικοῦ κατά 0,0078 τῆς ἡμέρας, δηλ. κατά 11 λεπτά καί περίπου 13 δευτερόλεπτα. Κάθε ὅμως 4 χρόνια τό μικρό αὐτό λάθος γίνεται περίπου 45 λεπτά καί κάθε 129 χρόνια φθάνει τήν μία ὁλόκληρη ἡμέρα. Μέσα στά πρῶτα 400 χρόνια ἀπό τήν ἐφαρμογή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου τό λάθος εἶχε φθάσει τίς 3 ἡμέρες μέ ἀποτέλεσμα τό 325 μ.Χ. ἡ ἐαρινή ἰσημερία νά συμβεῖ 21 Μαρτίου ἀντί τῆς 25. Τό λάθος ὅμως τῶν 11 λεπτῶν συσσωρευόταν καί ἡ ἐαρινή ἰσημερία μετατοπίζετο ὅλο καί πιό ἐνωρίς. Τό 1572 ἐξελέγη πάπας Ρώμης ὁ Γρηγόριος 13ος ὁ ὁποῖος ὅρισε τόν Ἰησουΐτη ἀστρονόμο Χριστόφορο Κλάβιους μέ τή βοήθεια τοῦ ἀστρονόμου Λουΐτζι Λίλιο νά ἐπεξεργαστοῦν τήν ἡμερολογική μεταρρύθμιση, μέ τήν ὁποία ἡ 5 Ὀκτωβρίου 1582 ὀνομάστηκε 15 Ὀκτωβρίου γιά νά διορθωθεῖ τό λάθος τῶν 10 ἡμερῶν πού εἶχε συσσωρευτεῖ τούς προηγούμενους 11 αἰῶνες.

Γιά νά μήν ἐπαναληφθῆ τό λάθος τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου ὁ Λουΐτζι Λίλιο ἐξαίρεσε ἀπό τά δίσεκτα ἔτη τά «ἐπαιώνια» τά ἔτη δηλ. τῶν αἰώνων, ἀπό τά ὁποῖα ὥρισε ὡς δίσκεκτα μόνο ὅσα ἔχουν ἀριθμό αἰώνων πού διαιρεῖται μέ τό 4. Ἡ τροποποίηση αὐτή καθορίζει ὅτι κάθε 400 χρόνια ἔχουμε 97 δίσεκτα ἔτη, ἀφοῦ τό λάθος τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου, εἶναι 3 ἡμέρες καί περίπου 3 ὧρες κάθε 400 χρόνια.

Τό νέο ἡμερολόγιο πού ὀνομάστηκε Γρηγοριανό, δέν ἐγένετο ἀποδεκτό ἀπό τά 4 πρεσβυγενῆ Πατριαρχεῖα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας διότι παρεβίαζε τόν ὅρο τῆς Α΄ Ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου ὅσον ἀφορᾶ εἰς τόν προσδιορισμό τοῦ Ἁγίου Πάσχα. Τό 1919 ἡ Ἑλληνική Πολιτεία ἀνεκίνησε τό ἡμερολογιακό θέμα ὁπότε ἡ Ἱ. Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπεφάσισε παμψηφεί ὅτι «ἡ μεταβολή τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου μή προσκρούουσα εἰς κανονικούς καί δογματικούς λόγους δύναται νά γίνει... ἡ δέ Πολιτεία εἶναι ἐλευθέρα νά δεχθῆ τό Γρηγοριανόν ὡς εὐρωπαῖον ἡμερολόγιον». Τοιουτοτρόπως ἡ Πολιτεία μέτό ΝΔ τῆς 18/1/1923 ὥρισε τήν ἔναρξι ἐφαρμογῆς τοῦ νέου ἡμερολογίου τήν 16/2/1923 τήν ὁποία ὀνόμασε 1/3/1923. Ἀφαιρέθηκαν δηλ. 13 ἡμέρες ἀπό τό ἔτος 1923, διότι στίς 10 ἡμέρες λάθους μεταξύ Ἰουλιανοῦ καί Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου εἶχε ἐπέλθει καθυστέρησι καί ἄλλων 3 ἡμερῶν στά 340 χρόνια πού εἶχαν παρέλθει ἀπό τήν πρώτη εἰσαγωγή τοῦ Γρηγοριανοῦ ἡμερολογίου τό 1582.

Ἡ ἀποδοχή τῆς διορθώσεως τοῦ Ἰουλιανοῦ ἡμερολογίου πού ἐπεκράτησε εἰς ὡρισμένας Αὐτοκεφάλους Ὀρθοδόξους Ἐκκλησίας διότι δέν ἠλλάγη ὁ Πασχάλιος Κανών καί ὁ ὅρος τῆς Ἁγίας Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ὥστε νά μιλοῦμε γιά ἀποδοχή τοῦ Γρηγοριανοῦ Ἡμερολογίου χωρίς ὅμως γενική ἀποδοχή αὐτῆς τῆς διορθώσεως ὑφ’ ὅλων τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν διέσπασε τήν λειτουργική ἑνότητα τῆς Ὀρθοδόξου Καθολικῆς Ἐκκλησίας, γεγονός πού τραυματίζει τήν ἑνότητα τοῦ σώματος Αὐτῆς καί σήμερον.

Ἑπομένως ἡ μή συμπερίληψις τοῦ Ἡμερολογιακοῦ ζητήματος εἰς τά ὑπό διάσκεψι καί συζήτησι θέματα τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου καί ἡ μή ὑπό πάντων τῶν Ὀρθοδόξων συναπόφασις ἐπ’ αὐτοῦ καί ἡ συνέχισις τῆς διασπάσεως τῆς λειτουργικῆς ἑνότητος καταδεικνύει μίαν σοβαράν ἀδυναμίαν.

Εἰς τήν ἐγκατάλειψι τοῦ συγκεκριμένου θέματος καί τήν μή σύμφωνο γνώμη συμπεριλήψεώς του εἰς τήν ἡμερησία διάταξι τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Συνόδου, συνέτεινε καί ἡ ἄκριτος ὑπότινων συζήτησις τοῦ ἐπαναπροσδιορισμοῦ τοῦ ἁγίου Πάσχα διά τόν ἀπό κοινοῦ μετά τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν συνεορτασμόν του, γεγονός πού ἐνέπλεξε τά πράγματα καί τά ἐφόρτισε ἀρνητικῶς διότι ὁ συνεορτασμός προϋποθέτει τήν «κοινωνίαν ἐν τοῖς αὐτοῖς μυστηρίοις καί τῇ αὐτῇ πίστει» καί βεβαίως τόν ἀπόλυτον σεβασμόν τοῦ ὅρου τῆς Ἁγίας Α΄ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.

 

Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ

+ ὁ Πειραιῶς ΣΕΡΑΦΕΙΜ

 

Πηγή: Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου

Το τελευταίο κείμενο που στάλθηκε για δημασίευση στην  Π. Ε. Θ

 

Τοῦ Κυριάκου Παπακυριάκου, Θεολόγου, 

τ. διευθυντοῦ Γυμνασίου Λυκείου.

1) Ἔρευνα στὸ ὡς ἄνω θέμα  [1]

Ἀπὸ χρόνια  σκέπτομαι  τό θέμα  τῆς μεταφράσεως των εκκλησιαστικῶν κειμένων.  Έψαξα σὲ διάφορες βιβλιογραφίες, πλὴν  τῆς τελευταίως ἐκδοθείσης  Τριμηνιαίας ἔκδοσης  Ὀρθοδόξου Διδαχῆς  τῆς Θεοδρομίας  τοῦ 2005, καί  δὲ βρῆκα ἀξιόλογες σχετικὲς ἢ παραπλήσιες ἐμπεριστατωμένες ἐργασίες, ἀλλὰ ἁπλὲς μόνο ἐργασίες, διότι δὲν ἀπασχολοῦσε ἔντονα τοὺς συγγραφεῖς. Τὸ θέμα  εἶναι σύγχρονο, τῆς τελευταίας  τριακονταετίας,  ἀπὸ  τότε ποὺ ἡ Ἑλληνικὴ κυβέρνηση  κατάργησε τὴν καθαρεύουσα ὡς ἐπίσημη γλώσσα τοῦ κράτους .

Κατέφευγα κυρίως σὲ φιλικὲς συζητήσεις μὲ πρόσωπα πεπειραμένα ποὺ τοὺς ἀπασχολεῖ τὸ ἴδιο θέμα ἀπὸ καιιρό.

Ἔβαλα στοὺς μαθητές του  Γυμνασίου-Λυκείου,  πού ὑπηρετούσα,  «τέστ» μὲ τὶς ἑξῆς δυὸ ἐρωτήσεις:1)  Τι καταλαβαίνω  κατά τον εκκλησιασμό μου στο ναό ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται;  2) Πῶς  θέλω να γίνονται οι ἱερές ακολουθίες στους ναούς για να προσεύχομαι και να λατρεύω το Θεό καλύτερα;

 Οἱ μαθητὲς ἀνώνυμα ἐκφράσθηκαν ἐλεύθερα καὶ διατύπωσαν πολλὲς σοφὲς γνῶμες ποὺ λήφθηκαν ὑπόψη στὴν ἀνάπτυξη τοῦ θέματος .

 Ζήτησα τὴ γνώμη ἑνὸς  ὑπεύθυνου, πανελληνίως γνωστοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου και  μοῦ ἀπάντησε: «Μὴν τὸ συζητᾶς τὸ θέμα  σὲ πολὺ εὐρὺ κύκλο, γιατί θὰ θεωρηθεῖς νεωτεριστὴς θεολόγος. Ἡ λύση τοῦ προβλήματος αὐτοῦ μπορεῖ νὰ προκαλέσει διχασμὸ στοὺς πιστούς τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας καὶ νὰ δημιουργήσει δημοτικιστὲς καὶ συντηρητικοὺς στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα. Καλὸ εἶναι νὰ τὸ ἀφήσουμε νὰ λυθεῖ  μόνο του τὸ πρόβλημα μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου.»

. Ὅσο καὶ ἂν τὸ ἀποσιωπήσουμε τὸ πρόβλημα, δὲ θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ γίνεται αἰτία προφάσεων ἀπομάκρυνσης πολλῶν πιστῶν ἀπὸ τὴ λατρεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας .

2 . Ἐνστάσεις  τῶν ἐπιμενόντων στή μετάφραση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν   κειμένων καὶ ἀναίρεση αὐτῶν  .

Οἱ επιμένοντες  στὴν μετάφραση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κειμένων  φέρνουν ὡς επιχείρημα τά  κείμενα τοῦ Ὁμήρου, τά ὁποῖα θὰ ἦταν ἄγνωστα στούς περισσότερους ἕλληνες ἂν δὲ μεταφράζονταν στὴν Νεοελληνικὴ γλώσσα. Παραδέχονται ὅμως  ὅτι  μειώθηκε η λογοτεχνική τους ἀξία.

    Δὲν ἐξομοιώνεται ἡ ἀναγκαιότητα  τῆς μετάφρασης τῶν   ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων μὲ τὴ μετάφραση  τῶν Ὁμηρικῶν  ἔργων, διότι ἡ γλώσσα αὐτῶν δὲν εἶναι τόσο δύσκολη  καὶ ἀπλησίαστη ὅπως  ἡ Ὁμηρικὴ γλώσσα.  .Εἶναι πολὺ εὐκολότερο, μὲ λιγότερο κόπο, νὰ ἐξοικειωθεῖ κανεὶς στὴν ἐκκλησιαστική   γλώσσα παρὰ στὴν ὁμηρική. Δὲν διαφέρει πολὺ τὸ λεξιλόγιο τῆς  Ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας ἀπὸ τὴν καθημερινὴ  στρωτὴ  Ἑλληνικὴ γλώσσα. Τὸ 90% τῶν λέξεων των εἶναι ἴδιες  μὲ  διαφορετικοὺς  μόνο τύπους διατυπώσεως   γραμματτικῶν  καταλήξεων. 

Προτιμοῦν  νὰ θυσιάσουμε τὴ παραδοσιακὴ ελληνική  γλώσσα  για να προσελκύσουμε  τούς  ἀνθρώπους στὴν ὀρθόδοξο λατρεία.

Φέρνουν ὡς παράδειγμα τά λόγια  τοῦ  Ἀποστόλου Παύλου : «Καὶ ἐγενόμην τοῖς Ἰουδαίοις ὡς Ἰουδαῖος, ἵνα Ἰουδαίους κερδίσω.  . .  Τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὧν ἄνομος Θεῶ ἀλλ’ ἔννομος Χριστῷ, ἴνα κερδίσω ἀνόμους. Ἐγενόμην τοὶς ἀσθενέσιν ὡς ἀσθενής, ἴνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδίσω· τοὶς πάσι γέγονα τὰ πάντα ἴνα πάντως τινὰς κερδίσω.» (Ἅ΄ Κορινθίους. Θ΄ 20-22) καὶ  ἐπιμένουν ὅτι πρέπει νὰ προσαρμοσθοῦμε στὶς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ.

Τὸ ζήτημα τῆς μεταφράσεως τῶν λειτουργικῶν κειμένων δὲν μπορεῖ νὰ συμπεριληφθεῖ  στὰ θέματα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ της Εκκλησίας, διότι όπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀλλάξουμε τὸ  δογματικὸ περιεχόμενο  τοῦ συμβόλου τῆς πίστεώς μας  , τὸ ἴδιο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀλλάξουμε  μὲ τὶς μεταφράσεις  καὶ τό νόημα  τῶν  ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Στὴ διατύπωση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν ὑπάρχουν φράσεις  ἀναντικατάστατες. Ἡ Α΄Οἰκουμενική Σύνοδος το 325  μ. Χ επέμεινε στο δόγμα  τῆς ὀρθόδοξης  πίστεως  για ἕνα ι  μεταξύ τῶν λέξεων ομοούσιος και ομοιούσιος Ἡ  Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς γνωστὸ δὲν βιάζεται στὶς ἀποφάσεις της, καὶ καλὰ κάνει, γιατί ἀλλοίμονο άν ἄκουγε τὸν οἱονδήποτε καὶ ἔκανε κάθε φορὰ ἀλλαγὲς στὴν  ὀργάνωση τῆς λατρείας. Τότε δὲ θὰ ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία ἀπὸ τὶς ἑκατοντάδες παραφυάδες ὁποιασδήποτε ἄλλης Ἐκκλησίας.. Παρέμεινε h

η Ἐκκλησία ( μας) Ὀρθόδοξη, διότι τήρησε τὴν ἱερὴ παράδοσή  και  δέν  ἐπηρέαστηκε ἀπὸ τοὺς νεωτεριστές .

3 . Τὰ αἴτια τῆς ὀξύνσεως τοῦ προβλήματος τῆς μεταφράσεως τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κειμένων

Τὸ πρόβλημα ἔγινε ὀξύτερο ἀπὸ τῆς  καθιερώσεως τῆς  Δημοτικῆς  ὡς ἐπίσημης γλώσσας τῶν Ἑλλήνων, μὲ τὴ φράση τοῦ ὑπογράψαντος ὅτι σήμερα  ὑπογράφουμε τὴ ληξιαρχικὴ πράξη  τοῦ θανάτου τῆς Ἑλληνικῆς καθαρεύουσας. Ἔκτοτε  οἱ νέοι μας βλέπουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἑλληνικὴ  γλώσσα   σὰν νεκρή. Τὰ παιδιὰ, πού  δυσανασχετοῦν νὰ διαβάσουν βιβλία τῆς πρὸ τεσσαρακονταετίαςς ὁμιλουμένης  ἁπλῆς καθαρεύουσας, πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαβάζουν καὶ νὰ καταλαβαίνουν κείμενα τῆς ελληνιστικής ἐποχῆς ; Δυσανασχετοῦν νὰ διαβάσουν τὰ βιβλία τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ ἄλλων συγγραφέων τῆς καθαρεύουσας. Τα ἀπορρίπτουν  σὰν νὰ εἶναι γραμμένα σὲ ξένη γλώσσα ποὺ τὴν ἀγνοοῦν. Μερικοὶ νεωτεριστὲς κατηγόρησαν τὴν καθαρεύουσα στὰ παιδιὰ,  για να  εἶναι προκατειλημμένα ἐναντίον της καὶ νὰ τὴν ἀπεχθάνονται. Ἀποστρέφονται ἀκόμη καὶ τὰ πολυτονικὰ κείμενα. Θέλουν να ἁπλοποιηθεῖ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο ἡ γλώσσα μας. Ἄν εἶναι  δυνατόν να ἀλλάξει τὸ Ἑλληνικὸ ἀλφάβητο καὶ νὰ  εἰσαχθεῖ τὸ Λατινικὸ γιὰ νὰ καταργηθοῦν   τὰ φωνήεντα η, υ, ω ,  οἱ δίφθογγοι αι , οι, ει  ευ, η  καί η ορθογραφία τας Ἑλληνικῆς  γλῶσσας. Τὰ θέλουν ὅλα στὸ ἔπακρον ἁπλοποιημένα,  ἕτοιμα, μασημένα. Θέλουν νὰ ἔχουν ὅσο τὸ δυνατὸ λιγότερα γράμματα και λέξεις στὸ λεξιλόγιο τους..

 Ἐπιβάλλεται να αμυνθούμε για ἐθνικούς λόγους  ἐναντίον της γενικής καταστροφῆς της Ελληνικῆς γλῶσσας., και  να διατηρήσουμε τα κείμενα της λατρείας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γιὰ νὰ καταλαβαίνουν οἱ Ἕλληνες ἕνα  μέρος ἀπό τη γνήσια πατριοπαράδοτη  ἑλληνικὴ γλώσσα

Πρὸ ἐτῶν οἱ χριστιανοὶ  θεωροῦσαν βεβήλωση νὰ ἀλλάξουν ὁτιδήποτε στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Γνωστὴ εἶναι ἡ ὑπόθεση τῶν Εὐαγγελικῶν του 1900, ὅταν μετεφράσθηκε ἡ Καινὴ Διαθήκη στὴ γλώσσα τοῦ λαοῦ, ἀπὸ τὸν Πάλλη. Συλλαλητήρια διαμαρτυρίας ἔγιναν στὴν Ἀθήνα ἐναντίον τῆς μεταφράσεως αὐτῆς καὶ ὁλόκληρη κυβέρνηση ἔπεσε.

Πρὸ πεντηκονταετίας,  παρ’ ὅλη τὴν ἀγραμματοσύνη  χιλιάδων ἀναλφάβητων, παρακολουθοῦσαν πολλοί νέοι  με εὐλάβεια τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας. Τὶς ἔνιωθαν περισσότερο μὲ τὴν καρδιά τους καὶ λιγότερο μὲ τὴ λογική. Πολλὲς οἰκογένειες  διάβαζαν καὶ ἔψαλλαν κατ’ οἶκο τὸ Μικρὸ καὶ Μεγάλο ἀπόδειπνο, τὸν Μικρὸ καὶ Μεγάλο Παρακλητικὸ κανόνα, τὴ Θεία Μετάληψη καὶ ἄλλες ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας μας. Εἶχαν τριβεῖ τόσο πολὺ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα ποὺ τὴν ἔνιωθαν σὰν μητρική τους γλώσσα. Ἡ τριβή  συντελεῖ πολύ στη  μάθηση τῆς γλώσσας. Ὅσες φορὲς τούς ζητούσες  νὰ ἑρμηνεύσουν  ὁρισμένες δύσκολες λέξεις καὶ προτάσεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων   κατόρθωναν ἐκ τῶν συμφραζομένων καὶ  μὲ τὴν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος  νὰ δίδουν  σωστὴ ἀπάντηση. Δὲν καταλάβαίναν στὴν ἀρχὴ τὸ νόημα, ἀλλὰ με την συνεχή τριβή στην εκκλησιαστική γλῶσσα  και μὲ τὴ φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως συνέβη και με στοὺς Ἀποστόλους, τὰ κατανοοῦσαν μὲ τὴν καρδιά τους. Αὐτό μοῦ θυμίζει ἕναν ἱεραπόστολο τῆς Ἀφρικῆς ποὺ δὲ γνώριζε νὰ μεταφράσει σὲ μία ἀφρικανικὴ διάλεκτο τὴ λέξη «πιστεύω» καὶ ρώτησε ἕναν ἰθαγενῆ χριστιανό. Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Πιστεύω σημαίνει ὅτι ἀκούω καὶ καταλαβαίνω μὲ τὴν καρδιά μου.» Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ πολλοὶ φτωχοὶ ἀγράμματοι χριστιανοί. Ἀκούγουν καὶ καταλαβαίνουν μέ τή μακροχρόνια τριβή  τὰ λειτουργικὰ κείμενα καὶ τοὺς ὕμνους τῆς ἐκκλησίας μὲ τὴν καρδιά τους.

4 . Μειονεκτήματα  στὴν παιδεία  τῶν Χριστιανῶν γιὰ τή μάθηση  τῆς Ἐκκλησιαστικὴς γλώσσας

Ἄλλοτε στὰ σχολεῖα μάθαιναν  πολλοὺς ὕμνους. Ἀποστήθιζαν  τὰ περισσότερα ἀπολυτίκια καὶ κοντάκια τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν γιορτῶν καὶ τῶν  Ἁγίων της ἐκκλησίας μας καὶ τὰ ἔψαλλαν  μὲ πίστη καὶ ζῆλο  σὲ κάθε γιορτὴ .

Μάθαιναν μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον τὸ μέλος ὅλων αὐτῶν καὶ ἀνάλογα μὲ τὶς γιορτὲς ποὺ γιόρταζαν τὰ ἔψελναν στὴν ὁμαδικὴ πρωινὴ προσευχὴ τοῦ σχολείου καὶ στὸ τέλος τῶν μαθημάτων τῆς ἡμέρας μέσα σὲ κάθε τάξη. Οἱ περισσότεροι ἐκπαιδευτικοὶ τῆς στοιχειώδους καὶ Μέσης Ἐκπαίδευσης ἦταν στενὰ συνδεδεμένοι μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Ἄλλοτε ἡ μόρφωση  ἀπέβλεπε  περισσότερο στὴ διαμόρφωση ἐνάρετων χαρακτήρων καὶ τὴ σύνδεση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό.

Ἐπί τῶν ἡμερῶν μας μεγάλος ἀγώνας καταβλήθηκε στὸ ὑπουργεῖο Παιδείας γιὰ νὰ ἀφαιρέσουν ἀπό τὸ καθορισμὸ τοῦ σκοποῦ τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας τὴ φράση «Ἑλληνοχριστιανικὴ ἀγωγὴ» . Σήμερα σκοπὸς τῆς παιδείας γιὰ πολλοὺς Ἕλληνες δὲν εἶναι ἡ ψυχικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀρετή, , ἀλλά οἱ ἐγκυκλοπαιδικές γνώσεις καί ἡ ἐξασφάλιση ἑνός βιοποριστικού επαγγέλαματος.   .Μὲ αὐτὸ τὸ σκοπὸ τῆς παιδείας οἱ μαθητές μας αποξενώνονταιι ἀπ’ τὸν ἐκκλησιασμὸ μὲ τὴν πρόφαση ὅτι δὲν καταλαβαίνουν τὴ γλώσσα. Τὴν θεωροῦν  σὰν ξένη γλώσσα καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἐνδιαφέρονται νὰ τὴ μάθουν. Ἀρκοῦνται οἱ περισσότεροι στὶς πλέον βασικὲς λέξεις τοῦ ἑλληνικοῦ λεξιλογίου καὶ ἀποφεύγουν τὶς ἄλλες.

Ἡ συντακτικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ πολυλεξικοῦ «Ἐπιστήμη καὶ Ζωή», γράφει στὸ πρόλογό  τοῦ πολυλεξικοῦ, ὅτι τὸ πρόβλημα γίνεται δυσκολότερο στὴ γλώσσα μας, ἐπειδὴ λείπουν τὰ σαφῆ ὅρια ἀνάμεσα στὶς δυὸ γλωσσικὲς μορφὲς τῆς δημοτικῆς καὶ τῆς καθαρεύουσας. Γίνεται μεγάλη κακοποίηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἀπὸ ἀνεύθυνα ἄτομα καὶ ἀπὸ  νεωτερίζοντες   λογοτέχνες. Ἀσύδοτη κατάντησε  ἡ πολιτογράφηση ξένων λέξεων στὴ γλώσσα μας. Ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ  πνίξουν  τὴ γλώσσα τῶν προγόνων μας  γιὰ χάρη τοῦ νεωτερισμοῦ . Ἐκβαρβαρίζουν πολλὲς λέξεις τὶς μὲ τὴν ἐσφαλμένη γνώμη ὅτι δῆθεν τὶς κάνουν σύγχρονες. Ἀλλάζουν τὰ ὀνόματα τῶν μηνῶν, καὶ ἀντὶ Ἰούνιος καὶ Ἰούλιος  γράφουν «Γιούνι» καὶ «Γιούλι».. Ποῦ ἄραγε θὰ καταλήξει τὴ γλώσσα μας ; Κανεὶς δὲ ξέρει. Θὰ λέγαμε ὅτι πάει νά καταλήξει  στὴν ἐποχὴ τῆς γλώσσας τῆς συγχύσεως τῶν οἰκοδόμων τῆς Βαβέλ. Σήμερα ἁπλοποιήθηκε τόσο πολὺ τὸ λεξιλόγιο μας ποὺ τὸ ρῆμα κάνω ἢ φτιάχνω ἀντικατέστησε δεκάδες ἄλλα ρήματα  Ἀντὶ  γεννάω  λένε κάνω παιδί, αντί μαγειρεύω λένε  κάνω φαγητὸ, ἀντί υπακούω κάνω ὑπακοή  καὶ οὕτω καθεξῆς

Τὸ λεξιλόγιο ποὺ χρησιμοποιοῦν πολλοὶ σύγχρονοι Ἕλληνες περιορίζεται σ’ ἕνα ἀριθμὸ δυὸ ἑὡς τριῶν χιλιάδων λέξεων, ἐνῶ μόνο τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ λεξιλόγιο τοῦ Λίντε Σκὸττ ἔχει 360.000 λέξεις καὶ τὸ σύγχρονο πολυλεξικὸ «Ἐπιστήμη καὶ Ζωή» περίπου 250.000 λήμματα. Τὸ σύνολο τῆς Ἀρχαίας καὶ Νέας ἑλληνικῆς γλώσσας πρέπει νὰ φθάνει – κατὰ μέσο ὄρο – περίπου τὶς 500.000 λέξεις, ἐνῶ ἡ γαλλικὴ γλώσσα ἔχει μόνο 80.000 λέξεις. Πῶς θὰ ἦταν δυνατὸ μὲ τὶς τόσο λίγες λέξεις ποῦ ξέρει ὁ νεοέλληνας, ἀπό τὸ πλουσιότατο λεξιλόγιο τῆς γλώσσας του, νά ἀντιλαμβάνεται τὸ νόημα τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων πού ἔχουν σχεδὸν τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἑλληνικοῦ λεξιλογίου; Πῶς εἶναι δυνατόν μέ τρείς χιλιάδες μόνο ἑλληνικές λέξεις να μεταφράσεις  τά ἐκκλησιαστικά κείμενα γιά να ανταποκριθεῖς στο αἴτημα τῶν νεωτεριστῶν  ;    

Ἡ ὑμνολογία ἀπὸ τοὺς νεωτεριστὲς καὶ τοὺς περισσότερους νέους  θεωρεῖται κάτι τὸ ἀπαρχαιωμένο καὶ τὸ κατεστημένο.  Ἡ ἀπασχόλησή  τους μὲ αὐτὴ θεωρεῖται  ὀπισθοδρόμηση. Οἱ νέοι μας σήμερα εὐφραίνονται μὲ τὰ ξένα τραγούδια. Οἱ Σιωνιστὲς πληρώνουν τεράστια χρηματικὰ ποσὰ στὶς ἑταιρεῖες δίσκων γιὰ νὰ ἀπαλλοτριώσουν τοὺς νέους ἀπὸ τὸ ἐθνικὸ λαϊκὸ τραγούδι καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους. Γιὰ νὰ ἐπικρατήσουν δὲ οἱ ἰδεολογίες μερικῶν ἐξ Ἀνατολῶν καὶ  ἐκ Δυσμῶν, πρέπει πρῶτα νὰ ἐκτοπισθοῦν, ἢ καλλίτερα νὰ ἐκριζωθοῦν, οἱ ἐθνικὲς ἰδεολογίες κάθε λαοῦ, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, τὰ τραγούδια τους, καὶ πρὸ πάντων οἱ ἐθνικὲς των παραδόσεις, ἡ θρησκευτική τους πεποίθηση καὶ τὰ μέσα ποὺ ἐνισχύουν καὶ ἐνδυναμώνουν αὐτήν, π.χ. ἡ θρησκευτικὴ παράδοση, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ὑμνολογία, οἱ θρησκευτικὲς καὶ ἐθνικὲς γιορτὲς καὶ ἄλλα.

Πρὸ ολίγων ετών  ἄκουγε κανεὶς σ’ ὅλα τὰ προαύλια τῶν σχολείων τῆς Στοιχειώδους καὶ Μέσης ἐκπαίδευσης τὶς ἀγγελικὲς φωνὲς τῶν παιδιῶν νὰ ψάλλουν στὴν πρωινὴ προσευχὴ κάποιο ἐκκλησιαστικὸ ὕμνο, π.χ. τὴ Μ. Τεσσαρακοστὴ τὸ «Τὴ ὑπερμάχω στρατηγῶ τὰ νικητήρια». Μετὰ τὸ Πάσχα τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», καὶ στὶς ἄλλες περιόδους τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολόγιου κάποιον ἄλλο ὕμνο. Σήμερα σε πολλά σχολεῖα δὲν ψάλλεται ὕμνος στὴν προσευχὴ, παρότι  ὑπάρχουν σ’ αὐτὰ καθηγητὲς μουσικῆς.  Οἱ  καθηγητὲς τῆς μουσικῆς δυσκολεύονται νὰ διδάξουν στοὺς μαθητὲς τῆς χορωδίας  των ὄχι μόνο τὸ μέλος τῶν θρησκευτικῶν ὕμνων, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐθνικῶν μας ἀκόμη τραγουδιῶν, διότι οἱ νέοι μας ἀποξενώθηκαν ἀπ’ τὴν ἑλληνικὴ μουσική. Συνέχεια ἀκοῦνε ξένη μουσικὴ..

5 . Μερικές  αφορμές  των υπηρετούντων στους ναούς  πού ἀπομακρύνουν  τούς χριστιανούς ἀπὸ τὴ θεία λατρεία

Τί τέλος πάντων εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀπωθεῖ τοὺς νέους καὶ πολλοὺς μεγάλους ἀγράμματους και ἐγγραμμάτους  ἀπό τὴν  Ορθδόδοξη λατρέία;  Θὰ ἀπαντήσει κάποιος ὅτι εἶναι ἡ ἔλλειψη πίστεως, ευσέβειας καὶ καλῆς διαθέσεως. Ὄχι δέν εἶναι πάντοτε  ἡ ἔλλειψη αὐτῶν, διότι ὑπάρχουν  πολλοὶ  πού   ἐκκλησιάζονται μὲ πίστη καὶ καλή διάθεση, ἀλλά  ἀπογοητεύονται ἀπὸ μερικὲς παράτυπες ἐνέργειες  μερικῶν ἱερέων καὶ ἱεροψαλτῶν τῆς Ἐκκλησίας, που διώχνουν μέ τίς ἐνέργειές των  πολλούς ανθρώπους από τη λατρεία.

Πολλοὶ  ἐκκλησιαζόμενοι παρακολουθοῦν μὲ ἀφοσίωση τὶς λατρευτικὲς ἀκολουθίες,  ἀλλὰ  δὲν καταλαβαίνουν  τὶς λέξεις  τῶν  ὕμνων, διότι   μερικοί  ψάλτες  και ιερείς ψάλλουν    μὲ συρόμενη φωνὴ,  ὑπερτονίζοντας  μόνο τὰ φωνήεντα αὐτῶν. Δέν καταλαβαίνεις  οὔτε  μία λέξη ἀπὸ τὴ ψαλμωδία τους.  Ἐπιδίδονται περισσότερο στὴν ἐπίδειξη  τῆς φωνῆς  καὶ  τῆς ψαλμωδίας τους  καὶ ὄχι στὴν καθαρὴ  διατύπωση τοῦ νοήματος τῶν ὕμνων .

 Σὲ μερικούς ναοὺς καὶ  μοναστήρια οἱ ψάλτες καὶ οἱ ἱερεῖς γιὰ νὰ τελειώσουν γρήγορα τὶς μακρὲς ἐκκλησιαστικὲς ἱερὲς ἀκολουθίες τὶς ἀναγινώσκουν ἢ τὶς  ψάλλουν πολύ  βιαστικά,  ποὺ περικόπτουν συλλαβὲς και  λέξεις.  Οἱ  ἐκκλησιαζόμενοι,  δὲν καταλαβαίνουν τίποτε ἀπὸ ὅσα ἀναγιγνώσκονται καὶ ψάλλονται . Ἀκοῦν μόνον μία ψαλμωδία, χωρὶς νὰ διακρίνουν  τὶς λέξεις. Τὸ κίνητρο μερικῶν ἱεροψαλτῶν εἶναι νὰ φανοῦν καλλίφωνοι, μὲ ἐντυπωσιακὴ φωνή. Ἐπίσης  βάζουν τὰ μεγάφωνα σ’ ἐκκωφαντικὴ ἔνταση, ποὺ δεν  διαφέρει ἀπό τὴν ἔνταση τῶν μεγαφώνων ἑνὸς κέντρου διασκέδασης. Ἀντὶ νὰ περιέλθει ὁ  ἐκκλησιαζόμενος σὲ κατάνυξη προσευχῆς, ἐκνευρίζεται, κουράζεται ψυχικὰ καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τοὺς ναούς στη μέση της Θείας Λειτουργίας. 

Ἡ κατανόηση τοῦ περιεχομένου τῶν ὕμνων  ἐξαρτᾶται περισσότερο ἀπὸ τὴ σωστή, χωρὶς λάθη, καθαρὴ , κατανοητὴ ἀνάγνωση καὶ ψαλμωδία. Τίθεται τὸ ἐρώτημα καὶ ἂν ἀκόμα μεταφράσουμε στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα ὅλο τὸ περιεχόμενο τῶν βιβλίων τῆς λατρείας μας καὶ συνεχίσουν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς  καὶ  τοὺς ἱεροψάλτες μας νὰ ψάλουν καὶ νὰ ἀναγιγνώσκουν κατὰ τὸν ἴδιο ἀκατανόητο τρόπο δὲν θὰ καταλαβαίνουν καὶ πάλι τὸ νόημα τῶν ὕμνων οἱ ἐκκλησιαζόμενοι.  Σὲ τί θὰ ὠφελήσει ἡ μετάφραση ; Πρέπει νὰ διορθωθοῦν αὐτὰ τὰ τρωτά  της λατρείας    ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ψάλτες πρῶτα   καὶ μετὰ νὰ σκεφθοῦμε ἂν πρέπει νὰ μεταφραστοῦν ἡ ὄχι τὰ Ἐκκλησιαστικὰ κείμενα .

6 . Τρόποι ἐξοικειώσεως καὶ τριβῆς τῶν χριστιανῶν

 στὴν Ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα.

 1)Νὰ στρέψουμε τὴ προσοχὴ   καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τῶν χριστιανῶν   στὴν πνευματικὴ γνήσια   Θεία Λατρεία.  Νὰ γνωρίσουν οἱ νέοι τὴν πλούσια σὲ λέξεις καὶ νοήματα   ἐκκλησιαστική γλώσσα ἀπὸ τὸ σχολεῖο. Στὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ὁ θεολόγος  νὰ ἐξοικονομεῖ ἀπὸ τὸ ἀναλυτικὸ πρόγραμμά του  ὁρισμένα λεπτὰ τῆς ὥρας  τῆς  διδασκαλίας του γιὰ  τὴν ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν  καὶ ὅλων τῶν ἀντιπροσωπευτικῶν ἐκλεκτῶν ὕμνων τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς ἐκκλησίας μας.  Νὰ ἐπωφελεῖται   κάθε εὐκαιρία στὸ  μάθημά του γιὰ   νὰ ἑρμηνεύει  στοὺς μαθητὲς του τὶς  φράσεις τῆς ἁγίας Γραφῆς  καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς  ὑμνολογίας ποὺ συναντοῦν οἱ μαθητὲς κατὰ τὴν ἐξέταση καὶ τὴν παράδοση τῶν μαθημάτων του  τὴν ὥρα διδασκαλίας. Νὰ γίνεται ἀνάλυση τῆς Θείας Λειτουργίας  καί τῶν  ὕμνων τῆς ἐκκλησίας  ὅταν παρουσιάζεται εὐκαιρία  στὴ διδασκαλία του .  Μὲ τὴν ἑρμηνεία  τριάντα -  σαράντα  δύσκολων  λέξεων τής Θείας Λειτουργίας κατάλαβαίνουν ὅλο τὸ νόημα  αυτής. Αγνοοῦν τὶς καταλήξεις τῶν ὀνομάτων, τῶν ἐπιθέτων και τῶν ρημάτων της καθαρεύουσας   καὶ γι’ αὐτὸ ζητούν νὰ τοὺς ἐξηγήσεις ἀπὸ τὴ θεία λειτουργία καὶ τὶς πιὸ γνωστὲς λέξεις.

Ἡ ἐξοικείωση τῶν χριστιανῶν  στὴν ἐκκλησιαστικὴ  ὑμνολογία  ἐπιτυγχάνεται  καὶ μὲ τὴ συμμετοχὴ  αὐτῶν στὶς ψαλμωδίες τῶν  ὕμνων. Οἱ μαθητὲς πρέπει ἀπὸ μικροὶ νὰ ψάλλουν  ὕμνους τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας Ὁ Θεολόγος καθηγητὴς, ὅταν  ἔχει γνώσεις Βυζαντινῆς μουσικῆς ἢ πρακτικῆς ψαλτικῆς ἢ  μὲ μαγνητοφωνημένες κασέτες, μπορεῖ νὰ συμβάλλει πάρα πολὺ καὶ σὲ αὐτὸ . Ἡ διοργάνωση σχολικῆς χορωδίας Βυζαντινῆς μουσικῆς στὸ σχολεῖο και στις ἐνορίες θὰ βοηθήσει  πολὺ στὸ σκοπὸ αὐτὸ . Ἡ οἰκογένεια, γιά χάρη τῆς διατηρήσεως τῆς προγονικῆς μας γλώσσας καὶ τῆς καλῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν της,, νὰ τά προτρέπει μὲ τὸ παράδειγμά της στὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμὸ. Νὰ τὰ προμηθεύσει ἐγκόλπια τῆς Θείας Λειτουργίας, καθὼς καὶ ἄλλα βιβλιαράκια μὲ κείμενο καὶ μετάφραση τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν

7 . Προσπάθειες τῆς Ἐκκλησίας  γιὰ τὴ διόρθωση τῆς καταστάσεως

Όπως γράφει ὁ Ἄπ. Παῦλος πρὸς τοὺς Κορινθίους: ὅτι  «Καὶ ἐγὼ ἀδελφοί, οὐκ ἠδυνήθην ὑμὶν λαλῆσαι ὡς πνευματικοιίς, ἀλλ’ ὡς σαρκικοίς, ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ. Γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καὶ οὐ βρῶμα. Οὔπω γὰρ ἠδύνασθε. Ἀλλ’ οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε ἔτι γὰρ σαρκικοὶ ἐστέ» (Α΄ Κορινθ. Γ΄ 1-2) το ἴδιο  νά κάνει  και  ἡ Ἐκκλησία,  με τό τακτικὸ  της κήρυγμα στοὺς ἱεροὺς ναούς. Να   προσφέρει διά  της  ἑρμηνείας καὶ ἀναλύσεως τῶν   κείμενων  καὶ τῶν ὕμνων  τῆς λατρείας την πνευματικὴ τροφή ἁπλοποιημένη σὲ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ την κατανοήσουν.   Ἐπίσης να συνιστά ή να παραχωρεῖ ἐντός τοῦ ναοῦ  τη χρήση  βιβλιαρίων   ἑρμηνείας  τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ὅλων τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν της λατρείας . Με αὐτό  τό τρόπο οἱ ἐκκλησιαζόμενοι θα  παρακολουθοῦν τὸ κείμενο καὶ ὅπου δὲν καταλαβαίνουν θα προστρέχουν στὴ μετάφραση.

β Στις ἕδρες των  Μητρόπολεων να λειτουργεῖ Σχολὴ Βυζαντινῆς μουσικῆς, γιὰ νὰ προετοιμάζονται πιστοί  ἱεροψάλτες μὲ πολλά  πνευματικὰ καὶ φωνητικὰ προσόντα καὶ γνώσεις μουσικῆς καί  νά  διοργανώνονται τακτικὰ σεμινάρια γιά τὰ καθήκοντα τῶν ἱερέων καὶ τῶν ἱεροψαλτῶν.  

γ) Ὁ προϊστάμενος τῆς ἐνορίας νὰ εἶνα ὑπεύθυνος γιὰ τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῆς ἐφαρμογῆς τῆς ὀρθῆς ἀναγνώσεως καὶ ψαλμωδίας ὅλων τῶν ἱερῶν ἀκολουθειῶν Οἵ ἐκκλησιαζόμενοι νά διατυπώνουν γραπτῶς τίς παρατηρήσεις των καί νά τίς βάζουν σε  ἕνα γραμματοκυβώτιο του ναοῦ,   ἡ δέ  ἐκκλησιαστική ἐπιτροπή νά φροντίζει  γιά τή διόρθωση τῶν ἀναφερομένων παρατηρήσεων  .

δ) Νά ἀποφεύγονται οἱ πολύ ἀργοί ρυθμοί τῆς  ψαλμωδίας  καί νὰ  ψάλλονται  μόνον μία φορά όλοι οἱ  ὗμνοι   στή Θεία Λειτουργία καί τίς ιερές ἀκολουθίες γιά νὰ μὴν παρατείνονται  πολὺ

8 . Εἶναι δυνατὸν νὰ μεταφραστοῦν ἢ  νὰ γραφοῦν νέοι ἐφάμιλλοι ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας στη δημοτική γλώσσα ;

Τὸ ἐρώτημα εἶναι κατὰ πόσο εἶναι δυνατὸν  νὰ μεταφραστοῦν στη δημοτική γλώσσα τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα ἤ να γραφοῦν καινούργια σε ἁπλῆ σὲ ἐφάμιλλο ὕψος τοῦ περιεχομένου τους; Δυστυχῶς κατεβάσαμε τὴν ὁμιλουμένη νεοελληνικὴ γλώσσα σὲ τόση πολὺ χαμηλὴ στάθμη, ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ ἀποδώσει πλήρως τὸ οὐσιαστικὸ καὶ κύριο νόημα τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων ἔστω καὶ γιὰ βοήθημα .

Ὑπάρχουν ἐκκλησιαστικοὶ  ὕμνοι ἀναντικατάστατοι καὶ ἀνεπανάληπτοι στὸ ὕφος,  στὸ νόημα, στὸ  εἶδος καί στό μέλος τους . Δὲν εἶναι δυνατὸ  νὰ διατηρήσουν  ὅλα,  τὸ  βάθος καὶ τὸ ὕψος τοῦ λογοτεχνικοῦ  καὶ νοηματικοῦ μεγαλείου τους μὲ ὁποιαδήποτε ἀρίστη μετάφραση στὴν ὁμιλουμένη Ἑλληνικὴ γλώσσα.   Ὅπως  συμβαίνει στὶς εἰκαστικὲς τέχνες, τῆς γλυπτικῆς, τῆς ζωγραφικῆς κ. λ. π., ποῦ  τὰ ἔργα  τῶν μεγάλων καλλιτεχνῶν   καθίστανται  ἀνεπανάληπτα, ὁσονδήποτε   καὶ ἂν προσπαθήσουν νὰ τὰ  ξαναφτιάξουν  οἱ ἴδιοι  ἢ ἄλλοι  διακεκριμένοι καλλιτέχνες , ἔτσι καὶ  στὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίηση καὶ  λογοτεχνία ὑπάρχουν κείμενα καὶ ὕμνοι ποὺ δὲ μποροῦν νὰ ξαναγίνουν παρόμοια  μὲ κανένα τρόπο μὲ ἄλλες λέξεις. Εἶναι ἔργα τόσο μεγάλης ἀξίας, ποὺ καὶ αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρας χρόνος τὰ σεβάστηκε καὶ τὰ ἀναγνώρισε ὡς ἀριστουργήματα τῶν αἰώνων, π.χ. οἱ ὕμνοι τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τας Ὑπαπαντῆς,τοῦ Τριωδίου, τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τῆς Μ. Ἑβδομάδας, τοῦ Πάσχα, τῆς Πεντηκοστῆς καὶ ἄλλων ἑορτῶν,οι ὁποῖοι  εἶναι ἀδύνατο νὰ τούς μεταφράσει κανείς  στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα, με  τὴν ἴδια λογοτεχνικὴ δύναμη καὶ  συμπύκνωση τῶν νοημάτων και μέ τό ίδιο μέλος . Ἡ προσέγγιση τοῦ ἑνὸς σημείου  θὰ εἶναι πάντα σὲ βάρος τοῦ ἄλλου. Θὰ ἀπωλέσουμε μεγάλο μέρος ἀπὸ τὸ βαθὺ νόημα,  τὸ λογοτεχνικὸ μεγαλεῖο και  τὴν ἀσύγκριτη  ἀξία,τῶν λειτουργικῶν μας κειμένων καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας ὕμνων στή μεταφραση . Ὅσο καὶ ἂν προσπαθήσουμε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πετύχουμε  τὴν ἴδια λογοτεχνικὴ ὡραιότητα καὶ τὸ ἴδιο κατανυκτικὸ μέλος.

Ἡ μετάφραση ομοιάζει μὲ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ ποὺ ἐπιδιορθώνει καὶ τροποποιεῖ τὰ παλιὰ ρυμοτομικά σχέδια  καί τά οἰκοδομήματα μίας πόλης. Δὲ μπορεῖ νὰ κινηθεῖ ἐλεύθερα στὸ ἔργο τῆς ρυμοτομίας καὶ τῶν ἀρχιτεκτονικῶν σχεδίων. Ὁ μεταφραστὴς δεσμεύεται    ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς ἐκκλησίας , γιατί τὸ ἀπαιτεῖ να κρατηθεῖ  γνήσιο τὸ δόγμα καὶ ἡ παράδοσή τῆς πίστεώς μας. Ο  μεταφραστὴς ὁσαδήπτε  προσόντα καὶ ἂν ἔχει, εὐσέβεια, πίστη, εὐφυΐα  μόρφωση , μακροχρόνια  πείρα,  δὲν θὰ κατορθώσει  νὰ  μεταφράσει τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα  στὸ ἴδιο  μεγαλεῖο τῆς λογοτεχνικῆς των  ἐκφράσεως καὶ δύναμης τῶν νοημάτων των. Θὰ    εἶναι ἀμφίβολη σὲ μεγάλο ποσοστὸ ἡ διατήρηση τοῦ ἀρχικοῦ ὕφους, τῆς λογοτεχνικῆς ἀξίας τοῦ μέλους καὶ τοῦ βάθους τοῦ νοήματος τοῦ κάθε ὕμνου.

Τὰ εκκλησιαστικά κείμενα συντάχθηκαν κάτω ἀπὸ εἰδικὲς συνθῆκες πίστεως, ἀφοσιώσεως καὶ θερμῆς, εἰλικρινοῦς ἀγάπης πρὸς τὸ Θεό. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συγγραφεῖς των ἔζησαν σὲ πολὺ δύσκολα χρόνια, βαρβαρικῶν ἐπιδρομῶν, μακροχρόνιων αἱματηρῶν ἐμφυλίων ἢ ἀλλόφυλων πολέμων, συχνῶν θανατηφόρων ἐπιδημικῶν ἀσθενειῶν, ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἄλλο καταφύγιο παρὰ μόνο ὁ Τριαδικὸς Θεός, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ  ἅγιοι, οἱ μάρτυρες καὶ Ὅσιοί της ἐκκλησίας μας. Ὅταν  έγραφαν ὕμνους ἀνέθεταν  τὶς  ἐλπίδες τῆς σωτηρίας των  μὲ πολλὴ θερμή πίστη καὶ ἀφοσίωση στὴν Ἁγία Τριάδα , στὴν Παναγία  καὶ στοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ὕμνοι εἶναι τὸ  ξεχείλισμα τῆς ψυχῆς των. Πρέπει νὰ βρεθοῦν ἄνθρωποι τῆς ἴδιας πνευματικῆς στάθμης, πίστεως, ταπεινώσεως καὶ ἀγάπης πρὸς τὸ Θεό, μὲ τὶς ἴδιες κατανυκτικὲς συνθῆκες τῶν συγγραφέων ποὺ ἔγραψαν τοὺς μέχρι σήμερα ὑπάρχοντας ὕμνους για να μεταφράσουν ἤ να γράψουν καινούργιους ὕμνους  . Τὸ νὰ γράφει κανεὶς ὡραῖα κοσμικὰ ποιήματα  λογοτεχνίας εἶναι ἐν μέρει ἔμφυτο, ἀλλὰ τὸ νὰ γράψει ἐκκλησιαστικοὺς  ὕμνους  πίστεως καὶ δόγματος    εἶναι   θεῖον χάρισμα  καὶ  χριστιανικὸ βίωμα τοῦ συγγραφέα.

Ἀπὸ μία σύντομη ἀνασκόπηση  των δέκα τελευταίων αἰώνων, φαίνεται ὅτι ἀνάμεσα στὰ δισεκατομμύρια τῶν πιστῶν χριστιανῶν ποὺ ἔζησαν, ἐλάχιστοι χριστιανοὶ  συγγραφεῖς βρέθηκαν  νὰ γράψουν ὕμνους  διαχρονικοὺς ἐφάμιλλους  μὲ τοὺς πρώτους ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους. Εἶναι δύσκολο νὰ βρεθοῦν σήμερα κατὰ παραγγελία ἐφάμιλλοι ὑμνογράφοι γιὰ  νὰ μεταφράσουν ἢ νὰ γράψουν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν ἐξασθενημένη ἀπὸ ἀπόψεως βάθους νοημάτων και πλούτο λέξεων   Νεοελληνικὴ Δημοτικὴ γλώσσα νέους ὕμνους ἐξ ἴσου ὡραίους στό ὗφος καί στό μέλος  μὲ τοὺς παλαιούς ὕμνους . Δὲν ὑπάρχουν οἱ ἴδιες ψυχολογικὲς συνθῆκες ἀπό κάθε ἄποψη.

9 .Συμπεράσματα  από τό τέστ  τῶν 336 μαθητών Γυμνασίου –Λυκείου  σέ  δύο  ερωτήσεις 

Δόθηκαν σὲ 205 μαθητές  τοῦ Τρίτου Γυμνασίου καὶ 131 τοῦ Τρίτου Λυκείου Σερρῶν οἱ ἐρωτήσεις:  1)  Τί καταλαβαίνω  κατά τόν εκκλησιασμό μου στό ναό ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται; 2) Πῶς  θέλω νά γίνονται οι ἱερές ακολουθίες στούς ναούς για να προσεύχομαι καί νά λατρεύω τό Θεό καλύτερα; Κατόπιν προσεκτικῆς μελέτης καὶ ταξινόμησης τῶν χωρίς ὄνομα ἀπαντήσεων, σταχυολόγησα τὶς ἑξῆς περίπου ἀπαντήσεις:

1)Πολλοί  ζητοῦν νὰ μεταφραστοῦν ὅλα  τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα καί μερικοί  μόνο τά δύσκολα σημεῖα αὐτῶν . Οἱ διδασκόμενοι ‘αρχαῖα Ἑλληνικά  καταλαβαίνουν περισσότερα κατά τον εκκλησιασμό τους. Ἐπίσης καταλαβαίνουν και ἐκεῖνα  πού διδάχθηκαν  στὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν.

2) Ἡ κατανόηση τῶν περισσότερων ἐκκλησιαστικών  κειμένων εξαρτάται ἀπὸ τὴν καθαρὴ προφορὰ καὶ διάρθρωση τῶν συλλαβῶν καὶ τῶν λέξεων ἀπὸ τοὺς ἀναγνῶστες, τοὺς ψάλτες καὶ τοὺς ἱερεῖς. Ζητοῦν τή συντόμευση  τῶν  μακρῶν  ἱερῶν  άκολουθιών μέ τήν ἀποκοπή τῶν ἐπαναλήψεων  τῶν ἴδίων ὕμνων καί  τή  σύντομη  ψαλμωδία στή  λατρεία

3) Ἀποστρέφονται τὴ φωνητικὴ ἐπίδειξη τῶν ψαλτῶν  καὶ τῶν ἱερέων στὶς ψαλμωδίες,                  4) Η  ἡσυχία, η κατανυκτικότητα στό ναό και ἡ  ήρεμη ψαλμωδία,   χωρὶς την ὑπερένταση τῶν μεγαφώνων συμβάλλουν στήν κατανόηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.  Ζητοῦν τήν  εύταξία καί τήν ἄνεση  στούς  χώρους τῆς  λατρέιας.

5) ΄Εξοικειώνονται   εὔκολα στήν γλῶσσα  τῆς  λατρείας  τῆς Ἐκκλησίας μέ τόν  τακτικό ἐκκλησιασμό , τό  θεῖο  κήρυγμα καί τά βοηθητικά βιβλία ἑρμηνείας  τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν. 

6) Μερικοί άπορρίπτουν  τή μετάφραση έκκλησιαστικῶν κειμένων,  διότι θὰ ξεχαστεῖ ἐντελῶς ἡ πατριοπαράδοτη Ἑλληνικὴ γλώσσα από τό  λαό.  Ὅσα κατάστρεψαν και καταστρέφουν οι ἀδιάφοροι προς την πίστη  και το ἔθνος  καλεῖται να τό σώσει η Εκκλησία χωρίς κανένα  δισταγμό.  Δέν πρέπει ν’ ἀλλάξει ἡ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα, ἀλλὰ ὁ τρόπος τῆς σκέψης καὶ τῆς ζωῆς μας. Τὸ πρόβλημα εἶναι περισσότερο ἠθικὸ, ἀπό την  ἔλλειψη θελήσεως  για μάθηση  και πίστεως προς το έθνος μας καί τήν Όρθόδοξη  Έκκλησία μας   καί ὄχι  γλωσσικό..

Πίνακας ποσοστοῦ των μαθητών πού καταλαβαίνουν τά κείμενα.

Ποσοστό κατανοήσεως

Γυμνάσιο

Λύκειο

Σύνολο

Ποσοστό

Σχεδόν τίποτα    1-2%

8

2

10

3,36

Ελάχιστα            2-10%

45

27

72

21,07

Λίγα                 10-30%

54

31

85

25,74

Αρκετά             30-50%

56

20

76

22,61

Καλά                50-70%

20

14

34

10

Πολύ καλά       70-90%

0

8

8

 0,32

Άριστα            90-100%

0

0

0

0

Ό, τι διδάχθηκαν στο σχολεῖο.

22

29

51

15,1

Ἀπό  τη  μετάφραση των κειμένων στη Δημοτική

145

       75

   220

65,40%

Να  διατηρηθεῖ ἡ  εκκλ. γλώσσα

42

        11

     53

15,77%

Δεν διατύπωσαν γνώμη

18

      45

      63

18,83

 

10. Ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα τῆς μεταφράσεως

τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.

Τὸ πρόβλημα τῆς μεταφράσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων καί ὕμνων  συγκρούεται μεταξύ τῆς προσελκύσεως  τῶν  ἀγνοούντων  τή γλώσσα  τῆς ὀρθόδοξης λατρείας  καί τῆς διατηρήσεως   τῶν ἀριστουργημάτων  τῶν εκκλησιαστικῶν κειμένων  στή γλώσσα πού γράφτηκαν . Ἡ διατηρησή των θά ἀπομακρύνει τούς νέους  ἀπό τόν ἐκκλησιασμό,  ἐνώ  ἠ μετάφρσή των θά  ἀχρηστεύσει καί θά καταστρέψει τά ἀσύγκριτα, άνεπανάληπτα  λογοτεχνικά   ἔργα τῆς Ἑλληνικῆς  ὑμνολογίας  τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.  Θὰ παραγκωνισθεί  και  θα ξεχαστεῖ ἐντελῶς ἡ  πλούσια σέ λέξεις και  νόήματα ἐμπνευσμένη Ἑλληνικὴ γλώσσα. Θά παραβιάσουμε τὴν ἱερὰ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας καὶ θα περιφρονήσουμε τὁ θησαυρὸ τῆς εκκλησιαστικής λογοτεχνίας τοῦ ἔθνους μας. 

 Ἡ Ἐκκλησία δὲν πρέπει νὰ ἐνεργήσει βεβιασμένα  στὸ ζήτημα αὐτὸ, οὔτε κατὰ οὔτε ὑπέρ. Ἂς ἀφήσει νὰ ὡριμάσει τὸ θέμα.  Μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου     θὰ  τῆς δείξει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τί πρέπει νὰ κάνει. Μὲ σύνεση νὰ σφυγμομετρήσει τοὺς κτύπους τῆς διαθέσεως τῶν πιστῶν της και  νὰ ἐξετάσει προσεκτικὰ  μὲ κατανόηση καὶ τὶς δυὸ παρατάξεις, Πρωτεύει   νὰ καλύψει τὰ κενὰ  τῶν γνώσεων τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσης στὸ ποίμνιό της  καὶ νὰ προσπαθήσει για    νὰ  διατηρήσει  στὴ λατρεία της τὰ ἀριστουργήματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς λογοτεχνίας,.

  Νὰ μὴν παρασυρθεῖ  ἀπὸ τὶς φωνὲς ὁρισμένων «προοδευτικῶν»  νεωτεριστῶν, ποὺ θέλουν νὰ τὰ γκρεμίσουν ὅλα γιὰ νὰ κτίσουν δῆθεν μία νέα κοινωνία, ἀλλ’ οὔτε πάλι νὰ ἀρκεσθεῖ μόνο στὶς γνῶμες ὁρισμένων μορφωμένων ποὺ ἀδιαφοροῦν γιὰ τοὺς ἀγράμματους. . Πολλά από τά αιτήματα εἶναι προφάσεις γιὰ νὰ δικαιολογοῦνται  γιὰ τὴ παράληψη τῶν θρησκευτικῶν  των  καθηκόντων Πολλοὶ ζήτησαν νὰ μετεφρασθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο στὴν κοινὴ γλώσσα γιὰ νὰ τὸ διαβάζουν κατ’ οἶκον, ἀλλὰ δεν φάνηκαν συνεπεῖς ὅταν μεταφράστηκε.

Ἡ Ἐκκλησία νὰ  ἀντιμετωπίσει τό θέμα κατόπιν μακρᾶς προετοιμασίας  μὲ πολὺ σύνεση ἐπ’ ὠφελεία τῆς σωτηρίας τῶν πιστῶν καὶ τῆς διατηρήσεως τοῦ πνευματικοῦ θησαυροῦ της .

 Λύνεται ανώδυνα τό πρόβλημα αὐτό, εάν, σύμφωνα με τις δημοκρατικές ἀρχές, ἀνεβάσουμε σέ  ὅλες τίς τάξεις τοῦ λαοῦ  τήν πνευματική στάθμη  αὐτοῦ  στή μάθηση, στήν  τριβή καί στήν ἐξάσκηση  του στήν  γνήσια Ἑλληνική γλῶσσα.

 

 

 

Το κείμενο που σταλθηκε  στην Π. Ε. Θ   περιληπτικότερο από το αρχικό

 

 

Τὸ πρόβλημα τῆς μεταφράσεως τῶν κειμένων τῆς λατρείας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴ Δημοτικὴ γλῶσσα.

Τοῦ Κυριάκου Παπακυριάκου , Θεολόγου, 

τ. διευθυντοῦ Γυμνασίου Λυκείου.

1) Ἔρευνα στὸ ὡς ἄνω θέμα  [2]

Ἀπὸ χρόνια  σκέπτομαι  τό θέμα  τῆς μεταφράσεως των εκκλησιαστικῶν κειμένων.  Έψαξα σὲ διάφορες βιβλιογραφίες, πλὴν  τῆς τελευταίως ἐκδοθείσης  Τριμηνιαίας ἔκδοσης  Ὀρθοδόξου Διδαχῆς  τῆς Θεοδρομίας  τοῦ 2005 τεῦχος και   δὲ βρῆκα ἀξιόλογες σχετικὲς ἢ παραπλήσιες ἐμπεριστατωμένες ἐργασίες, ἀλλὰ ἁπλὲς μόνο ἐργασίες, διότι δὲν ἀπασχολοῦσε ἔντονα τοὺς συγγραφεῖς.. Τὸ θέμα  εἶναι σύγχρονο, τῆς τελευταίας  πεντηκονταετίας,  ἀπὸ  τότε ποὺ ἡ Ἑλληνικὴ κυβέρνηση  κατάργησε τὴν καθαρεύουσα ὡς ἐπίσημη γλώσσα τοῦ κράτους .

Δὲν στηρίχθηκα σὲ γραπτὲς πηγές, ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐπειδὴ  δὲν ὑπάρχουν ἀξιόλογες , ἀφ’ ἑτέρου δὲ γιὰ νὰ μὴν ἐπηρεασθῶ εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐξ αὐτῶν καὶ δεσμεύσω τὴ σκέψη μου σὲ γνῶμες ἄλλων. Κατέφευγα κυρίως σὲ φιλικὲς συζητήσεις μὲ πρόσωπα πεπειραμένα ποὺ τοὺς ἀπασχολεῖ τὸ ἴδιο θέμα ἀπὸ καιρό.

Ἔβαλα στοὺς μαθητές του  Γυμνασίου-Λυκείου  πού ὑπηρετούσα  «τέστ» μὲ τὶς ἑξῆς δυὸ ἐρωτήσεις:1)  Τι καταλαβαίνω  κατά τον εκκλησιασμό μου στο ναό ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται;  2) Πῶς  θέλω να γίνονται οι ἱερές ακολουθίες στους ναούς για να προσεύχομαι και να λατρεύω το Θεό καλύτερα;

. Οἱ μαθητὲς ἀνώνυμα ἐκφράσθηκαν ἐλεύθερα καὶ διατύπωσαν πολλὲς σοφὲς γνῶμες ποὺ λήφθηκαν ὑπόψη στὴν ἀνάπτυξη τοῦ θέματος .

 Ζήτησα τὴ γνώμη ἑνὸς  ὑπεύθυνου, πανελληνίως γνωστοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου και  μοῦ ἀπάντησε: «Μὴν τὸ συζητᾶς τὸ θέμα  σὲ πολὺ εὐρὺ κύκλο, γιατί θὰ θεωρηθεῖς νεωτεριστὴς θεολόγος. Ἡ λύση τοῦ προβλήματος αὐτοῦ μπορεῖ νὰ προκαλέσει διχασμὸ στοὺς πιστούς τῆς Ὀρθόδόξης Ἐκκλησίας καὶ νὰ δημιουργήσει δημοτικιστὲς καὶ συντηρητικοὺς στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα. Καλὸ εἶναι νὰ τὸ ἀφήσουμε νὰ λυθεῖ  μόνο του τὸ πρόβλημα μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου.»

. Ὅσο καὶ ἂν τὸ ἀποσιωπήσουμε τὸ πρόβλημα, δὲ θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ γίνεται αἰτία προφάσεων ἀπομάκρυνσης πολλῶν πιστῶν ἀπὸ τὴ λατρεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας .

2 . Ἐνστάσεις  τῶν ἐπιμενόντων στη μετάφραση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν   κειμένων καὶ ἀναίρεση αὐτῶν  .

Οἱ ἰσχυριζόμενοι τὴν ἀναγκαιότητα τῆς μετάφρασης τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κειμένων  φέρνου ὡς επιχείρημα τά  κείμενα τοῦ Ὁμήρου, τά ὁποῖα θὰ ἦταν ἄγνωστα στούς περισσότερους ἕλληνες ἂν δὲ μεταφράζονταν στὴν Νεοελληνικὴ γλώσσα. Παραδέχονται ὅμως  ὅτι  μειώθηκε η λογοτεχνική τους ἀξία.

    Δὲν ἐξομοιώνεται ἡ ἀναγκαιότητα  τῆς μετάφρασης τῶν   ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων μὲ τὴ μετάφραση  τῶν Ὁμηρικῶν  ἔργων, διότι ἡ γλώσσα αὐτῶν δὲν εἶναι τόσο δύσκολη  καὶ ἀπλησίαστη ὅπως  ἡ Ὁμηρικὴ γλώσσα.  .Εἶναι πολὺ εὐκολότερο, μὲ λιγότερο κόπο, νὰ ἐξοικειωθεῖ κανεὶς στὴν ἐκκλησιαστική   γλώσσα παρὰ στὴν ὁμηρική.. Δὲν διαφέρει πολὺ τὸ λεξιλόγιο τῆς  Ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας ἀπὸ τὴν καθημερινὴ  στρωτὴ  Ἑλληνικὴ γλώσσα. Τὸ 90% τῶν λέξεων των εἶναι ἴδιες  μὲ  διαφορετικοὺς  μόνο τύπους διατυπώσεως   γραμματτικῶν  καταλήξεων. 

Και για αὐτή ἀκόμη  τη διαφορά ἰσχυρίζονται ὅτι δὲν ὑποχρεοῦται  νὰ μάθει ὁ λαὸς  τὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα.. Προτιμοῦν  νὰ θυσιάσουμε τὴ παραδοσιακὴ ελληνική  γλώσσα  για να προσελκύσουμε  τούς  ἀνθρώπους στὴν ὀρθόδοξο λατρεία.

Φέρνου ὡε παράδειγμα τά λόγια  τοῦ  Ἀπόστολου Παύλου : «Καὶ ἐγενόμην τοῖς Ἰουδαίοις ὡς Ἰουδαῖος, ἵνα Ἰουδαίους κερδίσω. Τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὧν ἄνομος Θεῶ ἀλλ’ ἔννομος Χριστῷ, ἴνα κερδίσω ἀνόμους. Ἐγενόμην τοὶς ἀσθενέσι ὡς ἀσθενής, ἴνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδίσω· τοὶς πάσι γέγονα τὰ πάντα ἴνα πάντως τινὰς κερδίσω.» (Ἅ΄ Κορινθίους. Θ΄ 20-22) καὶ  ἐπιμένουν ὅτι πρέπει νὰ προσαρμοσθοῦμε στὶς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ. Λέγουν ὅτι  οἱ χριστιανοί ποὺ ἀγνοοῦν τὴ γλώσσα τῆς λατρείας μας εἶναι ἄσθενεῖς ἀδελφοί μας καὶ πρέπει νὰ μεταφράσουμε τὰ Ἐκκλησιαστικὰ κείμενα  γιὰ νὰ τοὺς φέρουμε στὸ νοσοκομεῖο τῶν ψυχῶν ποὺ λέγεται Ἐκκλησία. Ἐπιμένουν νὰ προσαρμόζεται  ἡ ἐκκλησία   μὲ τὴν ἑκάστοτε ἐποχὴ  γιὰ  νὰ φέρουμε τὶς νέες γενεὲς στοὺς κόλπους της.

Τὸ ζήτημα τῆς μεταφράσεως τῶν λειτουργικῶν κειμένων δὲν μπορεῖ νὰ συμπεριληφθεῖ  στὰ θέματα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ της Εκκλησίας , διότι ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι κοσμικὸ ἵδρυμα ἀλλὰ θεῖον . Ὁ ἱδρυτής της, ὁ  Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός,  χθὲς καὶ σήμερα  καὶ σὲ  ὅλους τους αἰῶνες ἦταν , εἶναι καὶ θὰ εἶναι ὁ αὐτός, δὲν ἀλλάζει. Παραμένει ὃ ἴδιος ὡς πρὸς τὴ διδασκαλία του  καὶ τὰ δόγματα τῆς πίστεώς μας,  τὰ ὁποῖα οἱ ὑμνογράφοι σαφῶς διατύπωσαν στοὺς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀλλάξουμε τὸ περιεχόμενο τοῦ  ἱεροῦ Εὐαγγελίου καὶ τὸ  δογματικὸ περιεχόμενο  τοῦ συμβόλου τῆς πίστεώς μας  , τὸ ἴδιο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀλλάξουμε  κατὰ χιλιοστὸ μὲ τὶς μεταφράσεις  καὶ τό νόημα  τῶν  ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Στὴ διατύπωση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν ὑπάρχουν φράσεις  ἀναντικατάστατες Ἡ Α΄Οἰκουμενική Σύνοδος το 325  μ. Χ επέμεινε στο δόγμα  τῆς ὀρθόδοξης  πίστεως  για ἕνα ι  μεταξύ τῶν λέξεων ομοούσιος και ομοιούσιος Ἡ  Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς γνωστὸ δὲν βιάζεται στὶς ἀποφάσεις της , καὶ καλὰ κάνει, γιατί ἀλλοίμονο ἂν ἄκουγε τὸν οἱονδήποτε καὶ ἔκανε κάθε φορὰ ἀλλαγὲς στὴν ὅλη ὀργάνωση τῆς λατρείας. Τότε δὲ θὰ ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία ἀπὸ τὶς ἑκατοντάδες παραφυάδες ὁποιασδήποτε ἄλλης Ἐκκλησίας.           Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία παρέμεινε Ὀρθόδοξη, διότι τήρησε τὴν ἱερὴ παράδοσή της και  δέν  ἐπηρέαστηκε ἀπὸ τοὺς νεωτεριστές .

3 . Τὰ αἴτια τῆς ὀξύνσεως τοῦ προβλήματος τῆς μεταφράσεως τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κειμένων

Τὸ πρόβλημα ἔγινε ὀξύτερο ἀπὸ τῆς  καθιερώσεως τῆς  Δημοτικῆς  ὡς ἐπίσημης γλώσσας τῶν Ἑλλήνων, μὲ τὴ φράση τοῦ ὑπογράψαντος ὅτι σήμερα  ὑπογράφουμε τὴ ληξιαρχικὴ πράξη  τοῦ θανάτου τῆς Ἑλληνικῆς καθαρεύουσας. Ἔκτοτε  οἱ νέοι μας βλέπουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἑλληνικὴ  γλώσσα   σὰν νεκρή. Τὰ παιδιὰ  πού δυσανασχετοῦν νὰ διαβάσουν βιβλία τῆς πρὸ τεσσαρακονταετίαςς ὁμιλουμένης  ἁπλῆς καθαρεύουσας πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαβάζουν καὶ νὰ καταλαβαίνουν κείμενα τῆς ελληνιστικής ἐποχῆς ; Δυσανασχετοῦν νὰ διαβάσουν τὰ βιβλία τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ ἄλλων συγγραφέων τῆς καθαρεύουσας. Τα ἀπορρίπτουν  σὰν νὰ εἶναι γραμμένα σὲ ξένη γλώσσα ποὺ τὴν ἀγνοοῦν. Μερικοὶ νεωτεριστὲς κατηγόρησαν τόσο πολὺ τὴν καθαρεύουσα στὰ παιδιὰ,  για να  εἶναι προκατειλημμένα ἐναντίον της καὶ νὰ τὴν ἀπεχθάνονται. Ἀποστρέφονται ἀκόμη καὶ τὰ πολυτονικὰ κείμενα. Θέλουν να ἁπλοποιηθεῖ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο ἡ γλώσσα μας. Ἄν εἶναι  δυνατόν να ἀλλάξει τὸ Ἑλληνικὸ ἀλφάβητο καὶ νὰ  εἰσαχθεῖ τὸ Λατινικὸ γιὰ νὰ καταργηθοῦν   τὰ φωνήεντα η, υ, ω καὶ οἱ δίφθογγοι αι , οι, ει  ευ, η  και η ορθογραφία τας Ἑλληνικῆς  γλῶσσας. Τὰ θέλουν ὅλα στὸ ἔπακρον ἁπλοποιημένα,  ἕτοιμα, μασημένα. Θέλουν νὰ ἔχουν ὅσο τὸ δυνατὸ λιγότερα γράμματα και λέξεις στὸ λεξιλόγιο τοὺς.. Ἐπιβάλλεται να αμυνθούμε για ἐθνικούς λόγους  ἐναντίον της γενικής καταστροφῆς της Ελληνικῆς γλῶσσας., και  να διατήρήσουμε τα κείμενα της λατρείας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας γιὰ νὰ καταλαβαίνουν οἱ Ἕλληνες ἕνα  μέρος ἀπό τη γνήσια πατριοπαράδοτη  ἑλληνικὴ γλώσσα

Τὸ πρόβλημα τῆς γλῶσσας ὑπῆρχε πάντοτε ,  διότι πάντοτε ὑπῆρχαν ἀγράμματοι καὶ μάλιστα περισσότεροι ἀπὸ ὅτι σήμερα, πού εἰσάχθηκε  ἡ ὑποχρεωτικὴ  ἐννεαετὴς  κρατικὴ ἐκπαίδευση.  Καὶ ὅμως οἱ ἄλλοτε ἐντελῶς ἀγράμματοι  καταλάβαιναν  καλύτερα τὴν κκλησιαστικὴ γλώσσα ἀπὸ  τοὺς σημερινοὺς ἀπόφοιτους του Γυμνασίου. Γιατί; Διότι ἄλλοτε ὑπῆρχε μεγαλύτερη θρησκευτικὴ διάθεση ἀκροάσεως  τῶν ἐκκλησιαστικῶν  ἀκολουθιῶν ἀπὸ τους περισσοτέρους  Ὀρθόδοξους Ἕλληνες. Ἄκουγαν  εὐχαρίστως τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα καὶ τοὺς ὕμνους στὴ γλώσσα ποὺ εἶναι γραμμένα καὶ χαίρονταν , ἐνῶ σήμερα προκατειλημμένοι  πολλοὶ  βρίσκουν ὡς δικαιολογία τὴ γλώσσα γιὰ νὰ μὴν ἐκκλησιάζονται.  Ἂν γίνει ἕνα «τέστ» μεταξὺ τῶν νέων ἡλικίας  15- 30 ἐτῶν , θὰ διαπιστώσουμε ὅτι τὸ 50%, γιὰ νὰ δικαιολογηθεῖ πού δεν ἐκκλησιάζεται, θα ταχθεῖ   ὑπὲρ τῆς μεταφράσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.

Πρὸ ἐτῶν οἱ χριστιανοὶ  θεωροῦσαν βεβήλωση νὰ ἀλλάξουν ὁτιδήποτε στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Γνωστὴ εἶναι ἡ ὑπόθεση τῶν Εὐαγγελικῶν του 1900, ὅταν μετεφράσθηκε ἡ Καινὴ Διαθήκη στὴ γλώσσα τοῦ λαοῦ, ἀπὸ τὸν Πάλλη. Συλλαλητήρια διαμαρτυρίας ἔγιναν στὴν Ἀθήνα ἐναντίον τῆς μεταφράσεως αὐτῆς καὶ ὁλόκληρη κυβέρνηση ἔπεσε. Στὰ χρόνιά μας μπορεῖ νὰ συμβεῖ τὸ ἀντίθετο, δήλαδή νὰ διοργανώσουν συλλαλητήρια γιὰ νὰ γίνει ὁπωσδήποτε ἡ μετάφραση τῶν  εκκλησιαστικών  κειμένων.   

Πρὸ πεντηκονταετίας,  παρ’ ὅλη τὴν ἀγραμματοσύνη  χιλιάδων ἀναλφάβητων, παρακολουθοῦσαν πολλοί νέοι  με εὐλάβεια τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας. Τὶς ἔνιωθαν περισσότερο μὲ τὴν καρδιά τους καὶ λιγότερο μὲ τὴ λογική.. Πολλὲς οἰκογένειες  διάβαζαν καὶ ἔψαλλαν κατ’ οἶκο τὸ Μικρὸ καὶ Μεγάλο ἀπόδειπνο, τὸν μικρὸ καὶ μεγάλο Παρακλητικὸ κανόνα, τὴ Θεία Μετάληψη καὶ ἄλλες ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας μας. Πολλὲς ἡλικιωμένες κυρίες ἀποστήθιζαν τὸ μεγαλύτερο μέρος αὐτῶν. Ἔψαλλαν μὲ πολὺ κατάνυξη τοὺς ὕμνους. Διάβαζαν ἀπ’ τὸ πρωτότυπο τὴν Εὐαγγελικὴ καὶ Ἀποστολικὴ περικοπῆ τῆς Κυριακῆς κάθε Σάββατο βράδυ καὶ προετοιμάζονταν μὲ πίστη καὶ πόθο γιὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Γυναῖκες ἀγράμματες, τῆς δευτέρας Δημοτικοῦ, ποὺ μετὰ βίας γνώριζαν ἀνάγνωση καὶ γραφὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἤξεραν ἀπ’ ἔξω  τὰ ἀπολυτίκια  ὅλων τῶν κινητῶν καὶ ἀκίνητων ἑορτῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους   καὶ ὅλες τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες (μεσονυχτικό, ὧρες, ὄρθρο, ἑσπερινό.κ.λπ.). Εἶχαν τριβεῖ τόσο πολὺ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα ποὺ τὴν ἔνιωθαν σὰν μητρική τους γλώσσα. Ἡ τριβή  συντελεῖ πολύ στη  μάθηση τῆς γλῶσσας. Ὅσες φορὲς τούς ζητούσες  νὰ ἑρμηνεύσουν  ὁρισμένες δύσκολες λέξεις καὶ προτάσεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων   κατόρθωναν ἐκ τῶν συμφραζομένων καὶ  μὲ τὴν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος  νὰ δίδουν  σωστὴ ἀπάντηση.. Δὲν καταλαβαίνουν στὴν ἀρχὴ τὸ νόημα, ἀλλὰ με την συνεχή τριβή στην εκκλησιαστική γλῶσσα  και μὲ τὴ φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως συνέβη και με στοὺς Ἀποστόλους, τὰ κατανοοῦσαν μὲ τὴν καρδιά τους. Αὐτό μοῦ θυμίζει ἕναν ἱεραπόστολο τῆς Ἀφρικῆς ποὺ δὲ γνώριζε νὰ μεταφράσει σὲ μία ἀφρικανικὴ διάλεκτο τὴ λέξη «πιστεύω» καὶ ρώτησε ἕναν ἰθαγενῆ χριστιανό. Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Πιστεύω σημαίνει ὅτι ἀκούω καὶ καταλαβαίνω μὲ τὴν καρδιά μου.» Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ πολλοὶ φτωχοὶ ἀγράμματοι χριστιανοί. Ἀκούγουν καὶ καταλαβαίνουν μέ τή μακροχρόνια τριβή  τὰ λειτουργικὰ κείμενα καὶ τοὺς ὕμνους τῆς ἐκκλησίας μὲ τὴν καρδιά τους.

4 . Μειονεκτήματα  στὴν παιδεία  τῶν Χριστιανῶν γιὰ τή μάθηση  τῆς Ἐκκλησιαστικὴς γλώσσας

Ἄλλοτε στὰ σχολεῖα μάθαιναν πάρα πολλοὺς ὕμνους. Ἀποστήθιζαν  τὰ περισσότερα ἀπολυτίκια καὶ κοντάκια τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν γιορτῶν καὶ τῶν  Ἁγίων της ἐκκλησίας μας καὶ τὰ ἔψαλλαν  μὲ πίστη καὶ ζῆλο  σὲ κάθε γιορτὴ .

Μάθαιναν μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον τὸ μέλος ὅλων αὐτῶν καὶ ἀνάλογα μὲ τὶς γιορτὲς ποὺ γιόρταζαν τὰ ἔψελναν στὴν ὁμαδικὴ πρωινὴ προσευχὴ τοῦ σχολείου καὶ στὸ τέλος τῶν μαθημάτων τῆς ἡμέρας μέσα σὲ κάθε τάξη. Οἱ περισσότεροι ἐκπαιδευτικοὶ τῆς στοιχειώδους καὶ Μέσης Ἐκπαίδευσης ἦταν στενὰ συνδεδεμένοι μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Ἄλλοτε ἡ μόρφωση  ἀπέβλεπε  περισσότερο στὴ διαμόρφωση ἐνάρετων χαρακτήρων καὶ τὴ σύνδεση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό.

Ἐπί τῶν ἡμερῶν μας μεγάλος ἀγώνας καταβλήθηκε στὸ ὑπουργεῖο Παιδείας γιὰ νὰ ἀφαιρέσουν» ἀπό τὸ καθορισμὸ τοῦ σκοποῦ τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας τὴ φράση «Ἑλληνοχριστιανικὴ ἀγωγὴ. Σήμερα σκοπὸς τῆς παιδείας γιὰ πολλοὺς Ἕλληνες δὲν εἶναι ἡ ψυχικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀρετή, , ἀλλά μόνο οἱ ἐγκυκλοπαιδικές γνώσεις καί ἡ ἐξασφάλιση ἑνός βιοποριστικού επαγγέλαματος.   .Μὲ αὐτὸ τὸ σκοπὸ τῆς παιδείας οἱ μαθητές μας ἀπομακρύνονται σιγὰ – σιγὰ ἀπὸ τὴ Ἐκκλησία καὶ ἀπὸ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὴ θρησκεία και το ἔθνος . Ἀποξενώνονται ἀπ’ τὸν ἐκκλησιασμὸ μὲ τὴ πρόφαση ὅτι δὲν καταλαβαίνουν τὴ γλώσσα. Τὴν θεωροῦν  σὰν ξένη γλώσσα καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἐνδιαφέρονται νὰ τὴ μάθουν. Ἂν πάλι τοὺς γράψεις στὸ πίνακα τῆς τάξης κάποια ἁγιογραφικὴ φράση ἀπὸ τὸ πρωτότυπό  της Κ. Διαθήκης, τὴ θεωροῦν σὰν νὰ τοὺς  γράφεις σὲ ξένη γλώσσα καὶ φωνάζουν: «Κύριε, ἐξηγῆστε τὸ στὰ Ἑλληνικά». Καὶ ὁ καθηγητὴς ἀπαντᾶ: «Στὰ Ἑλληνικὰ τὸ ἔγραψα παιδιὰ κι ὄχι στὰ Κινέζικα.» Γιὰ τοὺς μαθητὲς ὅμως τῆς ἐποχῆς μας ποὺ ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὶς ρίζες τῆς καθαρεύουσας, ἡ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα τοὺς φαίνεται ξένη, διότι πολλοὶ νέοι  ἀγνοοῦν τὶς καταλήξεις τῶν ὀνομάτων, τῶν ἐπιθἐτων  και τῶν διαφόρων χρόνων καὶ ἐγκλίσεων τῶν ρημάτων τῆς καθαρεύουσας, καὶ ἐξαιτίας τούτου δὲν καταλαβαίνουν τὸ νόημα καὶ τῶν πιὸ ἁπλουστέρων συνηθισμένων λέξεων .

Ἐὰν ἐρευνήσει κανεὶς τὸ ποσὸ καὶ τὸ ποιὸν τοῦ λεξιλογίου τῶν περισσότερων νέων μας θὰ διαπιστώσει μὲ λύπη  ὅτι εἶναι πάρα πολὺ φτωχὸ καὶ ρηχό. Ἀρκοῦνται οἱ περισσότεροι στὶς πλέον βασικὲς λέξεις τοῦ ἑλληνικοῦ λεξιλογίου καὶ ἀποφεύγουν τὶς ἄλλες.

Ἡ συντακτικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ πολυλεξικοῦ «Ἐπιστήμη καὶ Ζωή», γράφει στὸ πρόλογό  τοῦ πολυλεξικοῦ, ὅτι τὸ πρόβλημα γίνεται δυσκολότερο στὴ γλώσσα μας, ἐπειδὴ λείπουν τὰ σαφῆ ὅρια ἀνάμεσα στὶς δυὸ γλωσσικὲς μορφὲς τῆς δημοτικῆς καὶ τῆς καθαρεύουσας. Γίνεται μεγάλη κακοποίηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἀπὸ ἀνεύθυνα ἄτομα καὶ ἀπὸ  νεωτερίζοντες   λογοτέχνες. Ἀσύδοτη κατάντησε  ἡ πολιτογράφηση ξένων λέξεων στὴ γλώσσα μας. Ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ  πνίξουν  τὴ γλώσσα τῶν προγόνων μας  γιὰ χάρη τοῦ νεωτερισμοῦ  . Ἐκβαρβαρίζουν πολλὲς λέξεις τὶς μὲ τὴν ἐσφαλμένη γνώμη ὅτι δῆθεν τὶς κάνουν σύγχρονες. Ἀλλάζουν τὰ ὀνόματα τῶν μηνῶν, καὶ ἀντὶ Ἰούνιος καὶ Ἰούλιος  γράφουν «Γιούνι» καὶ «Γιούλι».. Ποῦ ἄραγε θὰ καταλήξει τὴ γλώσσα μας ; Κανεὶς δὲ ξέρει. Θὰ λέγαμε ὅτι πάει νά καταλήξει  στὴν ἐποχὴ τῆς γλώσσας τῆς συγχύσεως τῶν οἰκοδόμων τῆς Βαβέλ. Σήμερα ἁπλοποιήθηκε τόσο πολὺ τὸ λεξιλόγιο μας ποὺ τὸ ρῆμα κάνω ἢ φτιάχνω ἀντικατέστησε δεκάδες ἄλλα ρήματα  Ἀντὶ  γεννάω  λένε κάνω παιδί, αντί μαγειρεύω λένε  κάνω φαγητὸ, ἀντί υπακούω κάνω ὑπακοή  καὶ οὕτω καθεξῆς

Τὸ λεξιλόγιο ποὺ χρησιμοποιοῦν πολλοὶ σύγχρονοι Ἕλληνες περιορίζεται σ’ ἕνα ἀριθμὸ δυὸ ἑὡς τριῶν χιλιάδων λέξεων, ἐνῶ μόνο τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ λεξιλόγιο τοῦ Λίντε Σκὸττ ἔχει 360.000 λέξεις καὶ τὸ σύγχρονο πολυλεξικὸ «Ἐπιστήμη καὶ Ζωή» περίπου 250.000 λήμματα. Τὸ σύνολο τῆς Ἀρχαίας καὶ Νέας ἑλληνικῆς γλώσσας πρέπει νὰ φθάνει – κατὰ μέσο ὄρο – περίπου τὶς 500.000 λέξεις, ἐνῶ ἡ γαλλικὴ γλώσσα ἔχει μόνο 80.000 λέξεις. Πῶς θὰ ἦταν δυνατὸ μὲ τὶς τόσο λίγες λέξεις ποῦ ξέρει ὁ νεοέλληνας, ἀπ’ τὸ πλουσιότατο λεξιλόγιο τῆς γλώσσας του, ν’ ἀντιλαμβάνεται τὸ νόημα τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων ποῦ ἔχουν σχεδὸν τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἑλληνικοῦ λεξιλογίου; Πῶς εἶναι δυνατόν μέ τρείς χιλιάδες μόνο ἑλληνικές λέξεις να μεταφράσεις  τά ἐκκλησιαστικά κείμενα γιά να ανταποκριθεῖς στο αἴτημα τῶν νεωτεριστῶν  ;    

Ἡ ὑμνολογία ἀπὸ τοὺς νεωτεριστὲς καὶ τοὺς περισσότερους νέους  θεωρεῖται κάτι τὸ ἀπαρχαιωμένο καὶ τὸ κατεστημένο.  Ἡ ἀπασχόλησή  τους μὲ αὐτὴ θεωρεῖται  ὀπισθοδρόμηση. Οἱ νέοι μας σήμερα εὐφραίνονται μὲ τὰ ξένα τραγούδια. Οἱ Σιωνιστὲς πληρώνουν τεράστια χρηματικὰ ποσὰ στὶς ἑταιρεῖες δίσκων γιὰ νὰ ἀπαλλοτριώσουν τοὺς νέους ἀπὸ τὸ ἐθνικὸ λαϊκὸ τραγούδι καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους. Γιὰ νὰ ἐπικρατήσουν δὲ οἱ ἰδεολογίες μερικῶν ἐξ Ἀνατολῶν καὶ  ἐκ Δυσμῶν, πρέπει πρῶτα νὰ ἐκτοπισθοῦν, ἢ καλλίτερα νὰ ἐκριζωθοῦν, οἱ ἐθνικὲς ἰδεολογίες κάθε λαοῦ, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, τὰ τραγούδια τους, καὶ πρὸ πάντων οἱ ἐθνικὲς των παραδόσεις, ἡ θρησκευτική τους πεποίθηση καὶ τὰ μέσα ποὺ ἐνισχύουν καὶ ἐνδυναμώνουν αὐτήν, π.χ. ἡ θρησκευτικὴ παράδοση, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ὑμνολογία, οἱ θρησκευτικὲς καὶ ἐθνικὲς γιορτὲς καὶ ἄλλα.

Γνωστὸ εἶναι ὅτι μερικοὶ προτείνουν τὴν κατάργηση τῆς προσευχῆς στὰ σχολεῖα καὶ τοῦ ὁμαδικοῦ ἐκκλησιασμοῦ τῶν μαθητῶν, τῶν ἐθνικῶν ἑορτῶν  καὶ παρελάσεων καὶ ἄλλα πολλὰ μὲ  τὰ ὁποῖα θέλουν νὰ ἀπομακρύνουν τοὺς μαθητὲς ἀπὸ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ και ἀπό τις ρίζες τοῦ ἔθνους τους. Πρὸ τριακονταετίας  ἄκουγε κανεὶς σ’ ὅλα τὰ προαύλια τῶν σχολείων τῆς Στοιχειώδους καὶ Μέσης ἐκπαίδευσης τὶς ἀγγελικὲς φωνὲς τῶν παιδιῶν νὰ ψάλλουν στὴν πρωινὴ προσευχὴ κάποιο ἐκκλησιαστικὸ ὕμνο, π.χ. τὴ Μ. Τεσσαρακοστὴ τὸ «Τὴ ὑπερμάχω στρατηγῶ τὰ νικητήρια». Μετὰ τὸ Πάσχα τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη», τὴ Πεντηκοστὴ  τὸ «Εὐλογητὸς  σοὶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἠμῶν» καὶ στὶς ἄλλες περιόδους τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολόγιου κάποιον ἄλλο ὕμνο. Σήμερα σε πολλά σχολεῖα δὲν ψάλλεται ὕμνος στὴν προσευχὴ, παρότι  ὑπάρχουν σ’ αὐτὰ καθηγητὲς μουσικῆς.  Οἱ  καθηγητὲς τῆς μουσικῆς δυσκολεύονται νὰ διδάξουν στοὺς μαθητὲς τῆς χορωδίας  των ὄχι μόνο τὸ μέλος τῶν θρησκευτικῶν ὕμνων, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐθνικῶν μας ἀκόμη τραγουδιῶν, διότι οἱ νέοι μας ἀποξενώθηκαν ἀπ’ τὴν ἑλληνικὴ μουσική. Συνέχεια ἀκοῦνε τὴν μουσικὴ τῶν ἀγρίων φυλῶν, στὴν ὁποία ἔδωσαν διάφορα ὀνόματα γιὰ νὰ τὴ χαρακτηρίσουν ὡς σύγχρονη καὶ πολιτισμένη μουσικὴ .

5 . Μερικές  αφορμές  των υπηρετούντων στους ναούς  πού ἀπομακρύνουν  τούς χριστιανούς ἀπὸ τὴ θεία λατρεία

Τί τέλος πάντων εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀπωθεῖ τοὺς νέους καὶ πολλοὺς μεγάλους ἀγράμματους και ἐγγραμμάτους  ἀπό τὴν  Ορθδόδοξη λατρέια;  Θὰ ἀπαντήσει κάποιος ὅτι εἶναι ἡ ἔλλειψη πίστεως, ευσέβειας καὶ καλῆς διαθέσεως. Ὄχι δέν εἶναι πάντοτε  ἡ ἔλλειψη αὐτῶν, διότι ὑπάρχουν  πολλοὶ  πού   ἐκκλησιάζονται μὲ πίστη καὶ καλή διάθεση, ἀλλά  ἀπογοητεύονται ἀπὸ μερικὲς παράτυπες ἐνέργειες  μερικῶν ἱερέων καὶ ἱεροψαλτῶν τῆς Ἐκκλησίας, που διώχνουν μέ τίς ἐνέργειές των  πολλούς ανθρώπους από τη λατρεία.

Πολλοὶ  ἐκκλησιαζόμενοι παρακολουθοῦν μὲ ἀφοσίωση τὶς λατρευτικὲς ἀκολουθίες,  ἀλλὰ  δὲν ἀντιλαμβάνονται τὶς λέξεις  τῶν  ὕμνων, διότι   μερικοί  ψάλτες τους ψάλλουν    μὲ συρόμενη φωνὴ  ὑπερτονίζοντας  μόνο τὰ φωνήεντα αὐτῶν . Δέν καταλαβαίνεις  οὔτε  μία λέξη ἀπὸ τὴ ψαλμωδία τους.  Ἐπιδίδονται περισσότερο στὴν ἐπίδειξη  τῆς φωνῆς  καὶ  τῆς ψαλμωδίας τους  καὶ ὄχι στὴν καθαρὴ  διατύπωση τοῦ νοήματος τῶν ὕμνων .

 Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ μερικοὶ ἱερεῖς στὶς ἐκφωνήσεις  τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Λέγουν τὶς δεήσεις  καὶ γενικὰ  τὴ θεία Λειτουργία και τα ευαγγελικά αναγνώσματα  μὲ παραττεταμένητη ψαλμωδία, σχεδὸν τραγουδιστά. διαστρευλώνοντας τὸ νόημα .

  Σὲ μερικούς ναοὺς καὶ  μοναστήρια οἱ ψάλτες καὶ οἱ ἱερεῖς γιὰ νὰ τελειώσουν γρήγορα τὶς μακρὲς ἐκκλησιαστικὲς ἱερὲς ἀκολουθίες τὶς ἀναγινώσκουν ἢ τὶς  ψάλλουν τόσο  βιαστικά,  ποὺ περικόπτουν συλλαβὲς και  λέξεις.  Οἱ  ἐκκλησιαζόμενοι,  δὲν καταλαβαίνουν τίποτε ἀπὸ ὅσα ἀναγιγνώσκονται καὶ ψάλλονται . Ἀκοῦν μόνον μία ψαλμωδία, χωρὶς νὰ διακρίνουν  τὶς λέξεις.. Τὸ κίνητρο μερικῶν ἱεροψαλτῶν εἶναι ἀποκλειστικὰ  ἡ ἐπίδειξη φωνῆς. Σκοπὸς μερικῶν  εἶναι νὰ δοξάσουν τὸν ἑαυτό τους καὶ ὄχι τὸ Θεό. Νὰ φανοῦν καλλίφωνοι, μὲ ἐντυπωσιακὴ φωνή. Ἐπίσης  βάζουν τὰ μεγάφωνα σ’ ἐκκωφαντικὴ ἔνταση, ποὺ δεν  διαφέρει ἀπ’ τὴν ἔνταση τῶν μεγάφωνων ἑνὸς κέντρου διασκέδασης. Ἀντὶ νὰ περιέλθει ὁ  ἐκκλησιαζόμενος σὲ κατάνυξη προσευχῆς ἐκνευρίζεται, κουράζεται ψυχικὰ καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τοὺς ναούς στη μέση της Θείας Λειτουργίας. 

Ἡ κατανόηση τοῦ περιεχομένου τῶν ὕμνων  ἐξαρτᾶται περισσότερο ἀπὸ τὴ σωστή, χωρὶς λάθη, καθαρὴ , κατανοητὴ ἀνάγνωση καὶ ψαλμωδία. Τίθεται τὸ ἐρώτημα καὶ ἂν ἀκόμα μεταφράσουμε στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα ὅλο τὸ περιεχόμενο τῶν βιβλίων τῆς λατρείας μας καὶ συνεχίσουν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς  καὶ  τοὺς ἱεροψάλτες μας νὰ ψάλουν καὶ νὰ ἀναγιγνώσκουν κατὰ τὸν ἴδιο ἀκατανόητο τρόπο δὲν θὰ καταλαβαίνουν καὶ πάλι τὸ νόημα τῶν ὕμνων οἱ ἐκκλησιαζόμενοι.  Σὲ τί θὰ ὠφελήσει ἡ μετάφραση ; Πρέπει νὰ διορθωθοῦν αὐτὰ τὰ τρωτά  της λατρείας    ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ψάλτες πρῶτα   καὶ μετὰ νὰ σκεφθοῦμε ἂν πρέπει νὰ μεταφραστοῦν ἡ ὄχι τὰ Ἐκκλησιαστικὰ κείμενα .

6 . Τρόποι ἐξοικειώσεως καὶ τριβῆς τῶν χριστιανῶν

 στὴν Ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα.

 1)Νὰ στρέψουμε τὴ προσοχὴ   καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τῶν χριστιανῶν   στὴν πνευματικὴ γνήσια   Θεία Λατρεία.  Νὰ γνωρίσουν οἱ νέοι τὴν πλούσια σὲ λέξεις καὶ νοήματα   ἐκκλησιαστική γλώσσα ἀπὸ τὸ σχολεῖο. Στὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ὁ θεολόγος  νὰ ἐξοικονομεῖ ἀπὸ τὸ ἀναλυτικὸ πρόγραμμά του  ὁρισμένα λεπτὰ τῆς ὥρας  τῆς  διδασκαλίας του γιὰ  τὴν ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν  καὶ ὅλων τῶν ἀντιπροσωπευτικῶν ἐκλεκτῶν ὕμνων τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς ἐκκλησίας μας.  Νὰ ἐπωφελεῖται   κάθε εὐκαιρία στὸ  μάθημά του γιὰ   νὰ ἑρμηνεύει  στοὺς μαθητὲς του τὶς  φράσεις τῆς ἁγίας Γραφῆς  καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς  ὑμνολογίας ποὺ συναντοῦν οἱ μαθητὲς κατὰ τὴν ἐξέταση καὶ τὴν παράδοση τῶν μαθημάτων του  τὴν ὥρα διδασκαλίας. Νὰ γίνεται ἀνάλυση τῆς Θείας Λειτουργίας  καί τῶν  ὕμνων τῆς ἐκκλησίας  ὅταν παρουσιάζεται εὐκαιρία  στὴ διδασκαλία του .

Ἀπὸ μία προσπάθεια μεταφράσεως τῆς Θείας Λειτουργίας ποὺ ἔκανα στοὺς μαθητὲς τοῦ Γυμνασίου διαπίστωσα ὅτι οἱ περισσότεροι ἐνδιαφέρονται νὰ γνωρίσουν τὸ νόημα τῶν κειμένων αὐτῆς.. Μὲ τὴν ἑρμηνεία  τριάντα μὲ σαράντα  δύσκολων μόνο λέξεων καταλαβαν εὔκολα τὸ νόημα ὅλης της Θείας Λειτουργίας. Παρατήρησα ὅτι ἀγνοοῦν τὶς καταλήξεις τῶν ὀνομάτων, τῶν ἐπιθέτων και τῶν ρημάτων της καθαρεύουσας   καὶ γι’ αὐτὸ ρωτοῦν ἀπὸ τὴ θεία λειτουργία νὰ τοὺς ἐξηγήσεις καὶ τὶς πιὸ γνωστὲς λέξεις. Ἐὰν κατατοπιστοῦν στὶς γραμματικὲς  καταλήξεις τῶν λέξεων   ποὺ συναντούν στο λειτουργικό κείμενο τό  κατανοοῦν εὔκολα.

Ἡ ἐξοικείωση τῶν χριστιανῶν  στὴν ἐκκλησιαστικὴ  ὑμνολογία  ἐπιτυγχάνεται  καὶ μὲ τὴ συμμετοχὴ  αὐτῶν στὶς ψαλμωδίες τῶν  ὕμνων. Οἱ μαθητὲς πρέπει ἀπὸ μικροὶ νὰ ψάλλουν  ὕμνους τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας Ὁ Θεολόγος καθηγητὴς ὅταν  ἔχει γνώσεις Βυζαντινῆς μουσικῆς ἢ πρακτικῆς ψαλτικῆς ἢ  μὲ μαγνητοφωνημένες κασέτες, μπορεῖ νὰ συμβάλλει πάρα πολὺ καὶ σὲ αὐτὸ . Ἡ διοργάνωση σχολικῆς χορωδίας Βυζαντινῆς μουσικῆς στὸ σχολεῖο και στις ἐνορίες θὰ βοηθήσει  πολὺ στὸ σκοπὸ αὐτὸ . Ἡ οἰκογένεια, χάριν τῆς διατηρήσεως τῆς προγονικῆς μας γλώσσας καὶ τῆς καλῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν της, νὰ τά προτρέπει μὲ τὸ παράδειγμά της στὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμὸ. Νὰ τὰ προμηθεύσει ἐγκόλπια τῆς Θείας Λειτουργίας, καθὼς καὶ ἄλλα βιβλιαράκια μὲ κείμενο καὶ μετάφραση τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Νὰ παρακολουθοῦν κατὰ τὴν ὥρα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ τους μαζί με τά παιδιά τους  αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται στοὺς ναοὺς.. Νὰ συζητοῦν σὲ κάθε εὐκαιρία τὸ βάθος τοῦ νοήματος τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων.

7 . Προσπάθειες τῆς Ἐκκλησίας  γιὰ τὴ διόρθωση τῆς καταστάσεως

 Γιά  τή διόρθωση της ἐπικρατούσης καταστάσεως  στή  λατρεία   διατυπώνονται μερικὲς  σκέψεις:

α) )  Ἠ Εκκλησία ὁμοιάζει σαν   την στοργική  μητέρα, που δεν μπορεί να ταϊσει στό   δεκάμηνο παιδί της τό    κρέας χωρίς να το αλέσει στο μπλέντερ. μέχρις ότου μεγαλώσει για να το μασάει (τό ἀλέθιε) με τα δόντια του  Κάτι παρόμοιο γράφει ὁ Ἄπ. Παῦλος πρὸς τοὺς Κορινθίους: ὅτι  «Καὶ ἐγὼ ἀδελφοί, οὐκ ἠδυνήθην ὑμὶν λαλῆσαι ὡς πνευματικοίς, ἀλλ’ ὡς σαρκικοίς, ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ. Γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καὶ οὐ βρῶμα. Οὔπω γὰρ ἠδύνασθε. Ἀλλ’ οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε ἔτι γὰρ σαρκικοὶ ἐστέ» (Ἅ΄ Κορινθ. Γ΄ 1-2).Το ἴδιο κάνει  και  ἡ Ἐκκλησία  ἡ οποῖα     με τό τακτικὸ  της κήρυγμα στοὺς ἱεροὺς ναούς  προσφέρει δια  της  ἑρμηνείας καὶ ἀναλύσεως τῶν   κείμενων  καὶ τῶν ὕμνων  τῆς λατρείας την πνευματικὴ τροφή ἁπλοποιημένη σὲ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ την κατανοήσουν.   Ἐπίσης συνιστά ή παραχωρεῖ ἐντός τοῦ ναοῦ  τη χρήση  βιβλιαρίων   ἑρμηνείας  τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ὅλων τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τας λατρείας , σὲ δυὸ παράλληλες στῆλες ἢ σελίδες, ὅπου στὴ μία στήλη ἢ σελίδα  ἀναγράφεται τὸ πρωτότυπο κείμενο καὶ στὴ διπλανὴ στήλη ἢ σελίδα  ἀναγράφεται ἡ πιὸ ἁπλὴ καὶ ἀποδοτικὴ σὲ νόημα μετάφραση. Με αὐτό  τό τρόπο οἱ ἐκκλησιαζόμενοι  παρακολουθοῦν τὸ κείμενο καὶ ὅπου δὲν καταλαβαίνουν  προστρέχουν στὴ μετάφραση.

β)Οἱ ἐκκλησιαστικὲς ἐνορίες  νὰ προγραμματίζουν τακτικὰ   διαλέξεις  ἑρμηνείας  τῶν τελουμένων  ἱερῶν ἀκολουθιῶν στοὺς ναοὺς καὶ    θεῖο κήρυγμα τῶν ἀναγινοσκομένων ἁγιογραφικῶν περικοπῶν.  ἀπὸ τόν ἄμβωνα.  

β Στις ἕδρες των  Μητρόπολεων να λειτουργεῖ Σχολὴ Βυζαντινῆς μουσικῆς, γιὰ νὰ προετοιμάζονται πιστοί  ἱεροψάλτες μὲ πολλά  πνευματικὰ καὶ φωνητικὰ προσόντα καὶ γνώσεις μουσικῆς και  να  διοργανώνονται τακτικὰ σεμινάρια γιά τὰ καθήκοντα τῶν ἱερέων καὶ τῶν ἱεροψαλτῶν,   

γ) Ὁ προϊστάμενος τῆς ἐνορίας νὰ εἶνα ὑπευθυνος γιὰ τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῆς ἐφαρμογῆς τῆς ὀρθῆς ἀναγνώσεως καὶ ψαλμωδίας ὅλων τῶν ἱερῶν ἀκολουθειῶν Οἵ ἐκκλησιαζόμενοι να διατυπώνουν γραπτῶς τις παρατηρήσεις των και να τις βάζουν σε  ἕνα γραμματοκυβώτιο του ναοῦ,   ἡ δέ  ἐκκλησιαστική ἐπιτροπή να φροντίζει  για τη διόρθωση τῶν ἀναφερομένων παρατηρήσεων  .

δ)Γιὰ νὰ μὴν παρατείνονται  πολὺ οἱ ἀκολουθίες νὰ  ψάλλονται  ὅλοι  οἱ ὗμνοι   μόνον μία φορά καί νά ἀποφεύγονται οἱ πολύ ἀργοί ρυθμοί τῆς  ψαλμωδίας σέ μερικούς ὕμνους τῆς Θείας Λειτουργίας.

8 . Εἶναι δυνατὸν νὰ μεταφραστοῦν ἢ  νὰ γραφοῦν νέοι ἐφάμιλλοι ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας στη δημοτική γλώσσα ;

Τὸ ἐρώτημα εἶναι κατὰ πόσο εἶναι δυνατὸν  νὰ μεταφραστοῦν στη δημοτική γλώσσα τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα ἤ να γραφοῦν καινουργια σε ἁπλῆ σὲ ἐφάμιλλο ὕψος τοῦ περιεχομένου τους; Δυστυχῶς κατεβάσαμε τὴν ὁμιλουμένη νεοελληνικὴ γλώσσα σὲ τόση πολὺ χαμηλὴ στάθμη, ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ ἀποδώσει πλήρως τὸ οὐσιαστικὸ καὶ κύριο νόημα τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων ἔστω καὶ γιὰ βοήθημα .

Ὑπάρχουν ἐκκλησιαστικοὶ  ὕμνοι ἀναντικατάστατοι καὶ ἀνεπανάληπτοι στὸ ὕφος,  στὸ νόημα, στὸ  εἶδος καί στό μέλος τους . Δὲν εἶναι δυνατὸ  νὰ διατηρήσουν  ὅλα,  τὸ  βάθος καὶ τὸ ὕψος τοῦ λογοτεχνικοῦ  καὶ νοηματικοῦ μεγαλείου τους μὲ ὁποιαδήποτε ἀρίστη μετάφραση στὴ ὁμιλουμένη Ἑλληνικὴ γλώσσα.   Ὅπως  συμβαίνει στὶς εἰκαστικὲς τέχνες, τῆς γλυπτικῆς, τῆς ζωγραφικῆς κ. λ. π., ποῦ  τὰ ἔργα  τῶν μεγάλων καλλιτεχνῶν   καθίστανται  ἀνεπανάληπτα, ὁσονδήποτε   καὶ ἂν προσπαθήσουν νὰ τὰ  ξαναφτιάξουν  οἱ ἴδιοι  ἢ ἄλλοι  διακεκριμένοι καλλιτέχνες , ἔτσι καὶ  στὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίηση καὶ  λογοτεχνία ὑπάρχουν κείμενα καὶ ὕμνοι ποὺ δὲ μποροῦν νὰ ξαναγίνουν παρόμοια  μὲ κανένα τρόπο μὲ ἄλλες λέξεις. Εἶναι ἔργα τόσο μεγάλης ἀξίας ποὺ καὶ αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρας χρόνος τὰ σεβάστηκε καὶ τὰ ἀναγνώρισε ὡς ἀριστουργήματα τῶν αἰώνων π.χ. οἱ ὕμνοι τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τας Ὑπαπαντῆς,τοῦ Τριωδίου, τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τῆς Μ. Ἑβδομάδας, τοῦ Πάσχα, τῆς Πεντηκοστῆς καὶ ἄλλων ἑορτῶν,τά ὁποῖα  εἶναι ἀδύνατο νὰ τά μεταφράσει κανείς  στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα, με  τὴν ἴδια λογοτεχνικὴ δύναμη καὶ  συμπύκνωση τῶν νοημάτων και τό ίδιο μέλος . Ἡ προσέγγιση τοῦ ἑνὸς σημείου  θὰ εἶναι πάντα σὲ βάρος τοῦ ἄλλου. Θὰ ἀπωλέσουμε μεγάλο μέρος ἀπὸ τὸ βαθὺ νόημα,  τὸ λογοτεχνικὸ μεγαλεῖο και  τὴν ἀσύγκριτη  ἀξία,τῶν λειτουργικῶν μας κειμένων καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας ὕμνων. Ὅσο καὶ ἂν προσπαθήσουμε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πετύχουμε  τὴν ἴδια λογοτεχνικὴ ὡραιότητα καὶ τὸ ἴδιο κατανυκτικὸ μέλος.

Ἕνας ἄλλος τρόπος λύσεως τοῦ προβλήματος εἶναι νὰ γραφτοῦν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν ἁπλὴ ὁμιλουμένη γλώσσα νέοι ὕμνοι καὶ εὐχὲς μὲ τὸ ἴδιο ἁγιογραφικό, δογματικὸ καὶ θεολογικὸ περιεχόμενο. Αὐτό θὰ  ἀποδεσμεύσει τοὺς  συγγραφεῖς ἀπὸ τὴ προσκόλλησή τους στὰ παλαιά κείμενα τῆς ἐκκλησιαστικής λατρέιας . Ὁμοιάζει μὲ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ  ποὺ κτίζει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μία πόλη χωρὶς νὰ δεσμεύεται ἀπὸ τὴν παλιὰ ρυμοτομία καὶ τὰ σχέδια τῶν παλιῶν κτιρίων.

Ἡ μετάφραση ομοιάζει μὲ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ ποὺ ἐπιδιορθώνει καὶ τροποποιεῖ τὰ παλιὰ ρυμοτομικά σχέδια  καί τά οἰκοδομήματα μίας πόλης. Δὲ μπορεῖ νὰ κινηθεῖ ἐλεύθερα στὸ ἔργο τῆς ρυμοτομίας καὶ τῶν ἀρχιτεκτονικῶν σχεδίων. Ὁ μεταφραστὴς δεσμεύεται    ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς ἐκκλησίας , γιατί τὸ ἀπαιτεῖ να κρατηθεῖ  γνήσιο τὸ δόγμα καὶ ἡ παράδοσή τῆς πίστεώς μας. Ο  μεταφραστὴς ὁσαδήπτε  προσόντα καὶ ἂν ἔχει, εὐσέβεια, πίστη, εὐφυΐα  μόρφωση , μακροχρόνια  πείρα,  δὲν θὰ κατορθώσει  νὰ  μεταφράσει τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα  στὸ ἴδιο  μεγαλεῖο τῆς λογοτεχνικῆς τῶν  ἐκφράσεως καὶ δύναμης τῶν νοημάτων των. Θὰ    εἶναι ἀμφίβολη σὲ μεγάλο ποσοστὸ ἡ διατήρηση τοῦ ἀρχικοῦ ὕφους, τῆς λογοτεχνικῆς ἀξίας τοῦ μέλους καὶ τοῦ βάθους τοῦ νοήματος τοῦ κάθε ὕμνου.

Τὰ εκκλησιαστικά κείμενα συντάχθηκαν κάτω ἀπὸ εἰδικὲς συνθῆκες πίστεως, ἀφοσιώσεως καὶ θερμῆς, εἰλικρινοῦς ἀγάπης πρὸς τὸ Θεό. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συγγραφεῖς των ἔζησαν σὲ πολὺ δύσκολα χρόνια, βαρβαρικῶν ἐπιδρομῶν, μακροχρόνιων αἱματηρῶν ἐμφυλίων ἢ ἀλλόφυλων πολέμων, συχνῶν θανατηφόρων ἐπιδημικῶν ἀσθενειῶν, ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἄλλο καταφύγιο παρὰ μόνο ὁ Τριαδικὸς Θεός, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ  ἅγιοι, οἱ μάρτυρες καὶ Ὅσιοί της ἐκκλησίας μας. Ὅταν  έγραφαν ὕμνους ἀνέθεταν  τὶς  ἐλπίδες τῆς σωτηρίας τῶν  μὲ πολλὴ θερμή πίστη καὶ ἀφοσίωση στὴν Ἁγία Τριάδα , στὴν Παναγία  καὶ στοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ὕμνοι εἶναι τὸ  ξεχείλισμα τῆς ψυχῆς των. Πρέπει νὰ βρεθοῦν ἄνθρωποι τῆς ἴδιας πνευματικῆς στάθμης, πίστεως, ταπεινώσεως καὶ ἀγάπης πρὸς τὸ Θεό, μὲ τὶς ἴδιες κατανυκτικὲς συνθῆκες τῶν συγγραφέων ποὺ ἔγραψαν τοὺς μέχρι σήμερα ὑπάρχοντας ὕμνους για να μεταφράσουν ἤ να γράψουν καινούργιους ὕμνους  . Τὸ νὰ γράφει κανεὶς ὡραῖα κοσμικὰ ποιήματα  λογοτεχνίας εἶναι ἐν μέρει ἔμφυτο, ἀλλὰ τὸ νὰ γράψει ἐκκλησιαστικοὺς  ὕμνους  πίστεως καὶ δόγματος    εἶναι   θεῖον χάρισμα  καὶ  χριστιανικὸ βίωμα τοῦ συγγραφέα.

Ἀπὸ μία σύντομη ἀνασκόπηση  των δέκα τελευταίων αἰώνων, φαίνεται ὅτι ἀνάμεσα στὰ δισεκατομμύρια τῶν πιστῶν χριστιανῶν ποὺ ἔζησαν, ἐλάχιστοι χριστιανοὶ  συγγραφεῖς βρέθηκαν  νὰ γράψουν ὕμνους  διαχρονικοὺς ἐφάμιλλους  μὲ τοὺς πρώτους ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους. Εἶναι δύσκολο νὰ βρεθοῦν σήμερα κατὰ παραγγελία ἐφάμιλλοι ὑμνογράφοι γιὰ  νὰ μεταφράσουν ἢ νὰ γράψουν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν ἐξασθενημένη ἀπὸ ἀπόψεως βάθους νοημάτων και πλούτο λέξεων   Νεοελληνικὴ Δημοτικὴ γλώσσα νέους ὕμνους ἐξ ἴσου ὡραίους στό ὗφος καί στό μέλος  μὲ τοὺς παλαιούς ὕμνους . Δὲν ὑπάρχουν οἱ ἴδιες ψυχολογικὲς συνθῆκες ἀπό κάθε ἄποψη.

10 .Συμπεράσματα  από τό τέστ  τῶν 336 μαθητών Γυμνασίου –Λυκείου  σέ  δύο  ερωτήσεις 

Δόθηκαν σὲ 205 μαθητές  τοῦ Τρίτου Γυμνασίου καὶ 131 τοῦ Τρίτου Λυκείου Σερρῶν οἱ ἐρωτήσεις:  1)  Τί καταλαβαίνω  κατά τόν εκκλησιασμό μου στό ναό ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται; 2) Πῶς  θέλω να γίνονται οι ἱερές ακολουθίες στους ναούς για να προσεύχομαι και να λατρεύω το Θεό καλύτερα;

 Κατόπιν προσεκτικῆς μελέτης καὶ ταξινόμησης τῶν χωρίς ὄνομα ἀπαντήσεων, σταχυολόγησα τὶς ἑξῆς περίπου ἀπαντήσεις:

1)Πολλοί  ζητοῦν νὰ μεταφραστοῦν ὅλα  τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα και μερικοί  μονο τα δύσκολα σημεῖα αὐτῶν . Οἱ διδασκόμενοι αρχαῖα Ἑλληνικά  καταλαβαίνουν περισσότερα κατά τον εκκλησιασμό τους Ἐπίσης καταλαβαίνουν ἐκεῖνα  πού διδάχθηκαν  στὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν.

2) Ἡ κατανόηση τῶν περισσότερων ἐκκλησιαστικών  κειμένων εξαρτάται ἀπὸ τὴν καθαρὴ προφορὰ καὶ διάρθρωση τῶν συλλαβῶν καὶ τῶν λέξεων ἀπὸ τοὺς ἀναγνῶστες, τοὺς ψάλτες καὶ τοὺς ἱερεῖς.. Ζητοῦν τη συντόμευση  τῶν  μακρῶν  ἱερῶν  άκολουθιών μέ τήν ἀποκοπή τῶν ἐπαναλήψεων  τῶν ἴδιων ὕμνων καί  τή  σύντομη  ψαλμωδία στή  λατρεία

4) Ἀποστρέφονται τὴ φωνητικὴ ἐπίδειξη τῶν ψαλτῶν  καὶ τῶν ἱερέων στὶς ψαλμωδίες, καθώς  και τις  ἐπιδεικτικές  ἐνδυμασίες και τά ἀρώματα τῶν  ἐκκλησιαζομένων γυναικῶν..

   .5) Η  ἡσυχία, η κατανυκτικότητα στό ναό και ἡ  ήρεμη ψαλμωδία,   χωρὶς την ὑπερένταση τῶν μεγαφώνων συμβάλουν στήν κατανόηση τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.  Ζητοῦν την  ευταξία και την ἄνεση  στους  χώρους τῆς  λατρέιας.

6) Εξοικειώνονται   εὔκολα στήν γλῶσσα  τῆς  λατρείας  τῆς Ἐκκλησίας .μέ τον  τακτικό ἐκκλησιασμό , τό  θεῖο  κήρυγμα καί τά βοηθητικά βιβλία ἑρμηνείας  τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν. .

7) .  Προτείνουν  την συγκρότηση  ἐκκλησιαστικών  χορωδιῶν σ’ ὅλους τούς ναοὺς και τήν  ἐσωτερική   συμμετοχή  τοῦ εκκλησιάσματος στην  ψαλμωδία.  

8) Μερικοί απορρίπτουν  τη μετάφραση Εκκλησιαστικῶν κειμένων,  διότι θὰ ξεχαστεῖ ἐντελῶς από τό  λαό ἡ πατριοπαράδοτη Ἑλληνικὴ γλώσσα.  Ὅσα κατάστρεψαν και καταστρέφουν οι ἀδιάφοροι προς την πίστη  και το ἔθνος  καλεῖται να τό σώσει η Εκκλησία χωρίς κανένα  δισταγμό Δέν πρέπει ν’ ἀλλάξει ἡ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα, ἀλλὰ ὁ τρόπος τῆς σκέψης καὶ τῆς ζωῆς μας,. Τὸ πρόβλημα εἶναι περισσότερο ἠθικὸ, ἀπό την  ἔλλειψη θελήσεως  για μάθηση  και πίστεως προς το έθνος μας την Ορθόδοξη  Εκκλησία μας   και ὄχι  γλωσσικό..

Πίνακας ποσοστοῦτων μαθητών που καταλαβαίνουν τά κείμενα

Ποσοστό κατανοήσεως

Γυμνάσιο

Λύκειο

Σύνολο

Ποσοστό

Σχεδόν τίποτα    1-2%

8

2

10

3,36

Ελάχιστα            2-10%

45

27

72

21,07

Λίγα                 10-30%

54

31

85

25,74

Αρκετά             30-50%

56

20

76

22,61

Καλά                50-70%

20

14

34

10

Πολύ καλά       70-90%

0

8

8

 0,32

Άριστα            90-100%

0

0

0

0

Ό, τι διδάχθηκαν στο σχολεῖο.

22

29

51

15,1

Ἀπό  τη  μετάφραση των κειμένων στη Δημοτική

145

       75

   220

65,40%

Να  διατηρηθεῖἡ  εκκλ. γλώσσα

42

        11

     53

15,77%

Δεν διατύπωσαν γνώμη

18

      45

      63

18,83

 

11. Ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα τῆς μεταφράσεως

τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.

Τὸ πρόβλημα τῆς μεταφράσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων καί ὕμνων  συγκρούεται μεταξύ τῆς προσελκύσεως  τῶν  ἀγνοούντων  τή γλώσσα  τῆς ὀρθόδοξης λατρείας  καί τῆς χρήσεως καί διατηρήσεως   τῶν ἀριστουργημάτων  τῶν εκκλησιαστικῶν κειμένων  στή γλώσσα τους. Ἡ διατηρησή των θά ἀπομακρύνει τούς νέους  ἀπό τόν ἐκκλησιασμό,  ἐνώ  ἠ μετάφρσή των θά  ἀχρηστεύσει καί θά καταστρέψει τά ἀσύγκριτα, άνεπανάληπτα  λογοτεχνικά   ἔργα τῆς Ἑλληνικῆς  ὑμνολογίας  τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.  Θὰ ξεχαστεῖ ἐντελῶς ἡ  πλούσια σέ λέξεις και  νόήματα ἐμπνευσμένη Ἑλληνικὴ γλώσσα. Θὰ περιφρονηθεῖ ὁ θησαυρὸς τῆς λογοτεχνίας τοῦ ἔθνους μας  καὶ θά παραβιάσουμε τὴν ἱερὰ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας.  

 Ἡ Ἐκκλησία δὲν πρέπει νὰ ἐνεργήσει βεβιασμένα  στὸ ζήτημα αὐτὸ, οὔτε κατὰ οὔτε ὑπέρ. Ἂς ἀφήσει νὰ ὡριμάσει τὸ θέμα.  Μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου     θὰ  τῆς δείξει ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ τί πρέπει νὰ κάνει. Μὲ σύνεση νὰ σφυγμομετρήσει τοὺς κτύπους τῆς διαθέσεως τῶν πιστῶν της και να νὰ ἐξετάσει προσεκτικὰ  μὲ κατανόηση καὶ τὶς δυὸ παρατάξεις, Πρωτεύει   νὰ καλύψει τὰ κενὰ  τῶν γνώσεων τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσης στὸ ποίμνιό της  καὶ νὰ προσπαθήσει   νὰ  διατηρήσει  στὴ λατρεία της τὰ ἀριστουργήματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς λογοτεχνίας,.

  Νὰ μὴν παρασυρθεῖ  ἀπὸ τὶς φωνὲς ὁρισμένων «προοδευτικῶν»  νεωτεριστῶν, ποὺ θέλουν νὰ τὰ γκρεμίσουν ὅλα γιὰ νὰ κτίσουν δῆθεν μία νέα κοινωνία, ἀλλ’ οὔτε πάλι νὰ ἀρκεσθεῖ στὶς γνῶμες ὁρισμένων μορφωμένων ποὺ ἀδιαφοροῦν γιὰ τοὺς ἀγράμματους. Αὐτὰ πρέπει νὰ ζυγισθοῦν στὴν πιὸ εὐαίσθητη πλάστιγγα ἀκριβείας (πλάστιγγα φαρμακείου) γιὰ νὰ ἐξακριβωθεῖ ἀμερόληπτα πρὸς τὰ ποὺ βαραίνει περισσότερο ἡ πλάστιγγα ., Πολλοὶ ζήτησαν νὰ μετεφρασθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο στὴν κοινὴ γλώσσα γιὰ νὰ τὸ διαβάζουν κατ’ οἶκον, ἀλλὰ δεν φάνηκαν συνεπεῖς ὅταν μεταφράστηκε . Πολλά εἶναι προφάσεις γιὰ νὰ δικαιολογοῦνται  γιὰ τὴ παράληψη τῶν θρησκευτικῶν  των  καθηκόντων

Ἡ Ἐκκλησία νὰ  ἀντιμετωπίσει τό θέμα κατόπιν μακρᾶς προετοιμασίας  μὲ πολὺ σύνεση ἐπ’ ὠφελεία τῆς σωτηρίας τῶν πιστῶν καὶ τῆς διατηρήσεως τοῦ πνευματικοῦ θησαυροῦ. Στὸ θέμα αὐτό ὑπάρχουν πολλὰ ὑπὲρ καὶ ἐλάχιστα  ἐναντίον,  τὰ ὁποία μποροῦν νὰ ἀντιμετωπισθοῦν Ἀνώδεινη λύση δίδεται στο πρόβλημα αὐτό, εάν, σύμφωνα με τις δημοκρατικές ἀρχές, ἀνεβάσουμε σέ  ὅλες τίς τάξεις τοῦ λαοῦ  τήν πνευματική στάθμη  αὐτοῦ  στή μάθηση, στήν  τριβή καί στήν ἐξάσκηση  του στήν  γνήσια Ἑλληνική γλῶσσα.

 

 

 

 

Το πρώτο κείμανο που στάλθηκε στη Π. Ε. Θ για έγκριση δημοσιεύσεως

Τὸ πρόβλημα τῆς μεταφράσεως τῶν κειμένων τῆς λατρείας τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας στὴ Δημοτικὴ γλῶσσα.

Τοῦ Κυριάκου Παπακυριάκου , Θεολόγου, 

τ. διευθυνυοῦ Γυμνασίου Λυκείου.

 

1) Ἔρευνα στὸ ὡς ἄνω θέμα  [3]

Ἀπὸ χρόνια  σκέπτομαι  τό θέμα  τῆς μεταφράσεως των εκκλησιαστικῶν κειμένων  Έψαξα σὲ διάφορες βιβλιογραφίες, πλὴν  τῆς τελευταίως ἐκδοθείσης  Τριμηνιαίας ἔκδοσης  Ὀρθοδόξου Διδαχῆς  τῆς Θεοδρομίας  τοῦ 2005 τεῦχος και   δὲ βρῆκα ἀξιόλογες σχετικὲς ἢ παραπλήσιες ἐμπεριστατωμένες ἐργασίες, ἀλλὰ ἁπλὲς μόνο ἐργασίες, διότι δὲν ἀπασχολοῦσε τοὺς συγγραφεῖς.. Τὸ θέμα  εἶναι σύγχρονο, τῆς τελευταίας  πεντηκονταετίας,  ἀπὸ  τότε ποὺ ἡ Ἑλληνικὴ κυβέρνηση  κατάργησε τὴν καθαρεύουσα ὡς ἐπίσημη γλώσσα τοῦ κράτους .

Δὲν στηρίχθηκα σὲ γραπτὲς πηγές, ἀφ’ ἑνὸς μὲν ἐπειδὴ  δὲν ὑπάρχουν ἀξιόλογες , ἀφ’ ἑτέρου δὲ γιὰ νὰ μὴν ἐπηρεασθῶ εὐθὺς ἐξ ἀρχῆς ἐξ αὐτῶν καὶ δεσμεύσω τὴ σκέψη μου σὲ γνῶμες ἄλλων. Κατέφευγα κυρίως σὲ φιλικὲς συζητήσεις μὲ πρόσωπα πεπειραμένα ποὺ τοὺς ἀπασχολεῖ τὸ ἴδιο θέμα ἀπὸ καιρό.

Στὶς συζητήσεις αὐτὲς ἀντηλλάγησαν πολλὲς γνῶμες, ποὺ μὲ προβλημάτισαν περισσότερο. Γιὰ νὰ ἀντιμετωπίσω τὸ θέμα στὴν πράξη ἐπιδόθηκα στὶς μεταφράσεις  τοῦ Ἀκάθιστου Ὕμνου καὶ τῆς Θείας Λειτουργίας . Ὁμολογῶ ὅτι οἱ ἐργασίες  αὐτὲς μὲ δίδαξαν πάρα πολλά, γιατί μου ἔδωσαν τὴν εὐκαιρία νὰ συνειδητοποιήσω τὶς δυσκολίες καὶ τὰ προβλήματα πού προκύπτουν στὴ μετάφραση τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων .

Ἐπίσης ἔβαλα στοὺς μαθητές του  Γυμνασίου πού ὑπηρετούσα  «τέστ» καὶ παρακάλεσα καὶ σὲ ἄλλους συναδέλφους μου νὰ βάλουν καὶ αὐτοὶ τὸ ἴδιο «τέστ», στοὺς μαθητὲς  τοῦ Λυκείου, μὲ τὶς ἑξῆς δυὸ ἐρωτήσεις:

1)  Τι καταλαβαίνω  κατά τον εκκλησιασμό μου στο ναό ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται;  2) Πῶς  θέλω να γίνονται οι ἱερές ακολουθίες στους ναούς για να προσεύχομαι και να λατρεύω το Θεό καλύτερα;

Ἀπὸ τὶς ἀπαντήσεις 336 καὶ πλέον μαθητῶν, προβληματίστηκα περισσότερο καὶ διαπίστωσα ὅτι τὸ θέμα παρουσιάζεται  διφορούμενο, πολύπλοκο, δύσκολο καὶ ἐνδιαφέρουσας  ἔρευνας. Οἱ μαθητὲς ἀνώνυμα ἐκφράσθηκαν ἐλεύθερα καὶ διατύπωσαν πολλὲς σοφὲς γνῶμες ποὺ λήφθηκαν ὑπόψη στὴν ἀνάπτυξη τοῦ θέματος .

Ὅταν ζήτησα τὴ γνώμη ἑνὸς ἄλλου ὑπεύθυνου, πανελληνίως γνωστοῦ πνευματικοῦ ἀνθρώπου, μοῦ ἀπάντησε: «Μὴν τὸ συζητᾶς τὸ θέμα  σὲ πολὺ εὐρὺ κύκλο, γιατί θὰ θεωρηθεῖς νεωτεριστὴς θεολόγος. Ἡ λύση τοῦ προβλήματος αὐτοῦ μπορεῖ νὰ προκαλέσει διχασμὸ στοὺς πιστούς τῆς Ὀρθόδόξης Ἐκκλησίας καὶ νὰ δημιουργήσει δημοτικιστὲς καὶ συντηρητικοὺς στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα. Καλὸ εἶναι νὰ τὸ ἀφήσουμε νὰ λυθεῖ μόνο του τὸ πρόβλημα μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου.»

 Αὐτὸ ὅμως, κατὰ τὴν ταπεινή μου γνώμη, θὰ ἦταν ἀποσιώπηση  καὶ  ἔλλειψη κατανοήσεως γιὰ  ἕνα θέμα  ἑνὸς μέρους τῶν πιστῶν τῆς ἐκκλησίας μας ποὺ ἀγνοοῦν τὴ γλώσσα τῶν λειτουργικῶν κειμένων καὶ δὲν καταλαβαίνουν τὸ νόημα αὐτῶν ὅταν ἐκκλησιάζονται.

 Θὰ ἦταν μεροληψία  νὰ ταχθῶ ἐξ ἀρχῆς  μὲ τὸ μέρος τῶν μορφωμένων, ποὺ δὲ θέλουν νὰ χάσουν τὴν ἀκρόαση τῶν θαυμάσιων ὕμνων τῆς ἐκκλησίας μας στὴν ἀρχικὴ των γλώσσα. Θὰ ὁμοίαζε μὲ τοὺς ὑγιεῖς ποὺ ἀδιαφοροῦν γιὰ τοὺς ἀσθενεῖς ποὺ  μένουν νηστικοὶ, ἐπειδὴ δὲν μποροῦν νὰ φᾶνε ἀπὸ τὸ φαγητὸ τῶν ὑγιῶν . Ὅσο καὶ ἂν τὸ ἀποσιωπήσουμε τὸ πρόβλημα, δὲ θὰ πάψει νὰ ὑπάρχει καὶ νὰ γίνεται αἰτία προφάσεων ἀπομάκρυνσης πολλῶν πιστῶν ἀπὸ τὴ λατρεία τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας μας.

2 . Ἐνστάσεις  τῶν ἐπιμενόντων στη μετάφραση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν   κειμένων καὶ ἀναίρεση αὐτῶν  .

Οἱ ἰσχυριζόμενοι τὴν ἀναγκαιότητα τῆς μετάφρασης τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κειμένων φέρουν   ὡς ἐπιχείρημα  τὸ παράδειγμα  τῆς μεταφράσεως  τῶν ἐπῶν  τοῦ Ὁμήρου, τὴν Ὀδύσσεια καὶ τὴν Ἰλιάδα. Λέγουν ὅτι τὰ κείμενα αὐτὰ θὰ ἦταν ἄγνωστα στὸ περισσότερο κόσμο ἂν δὲ μεταφράζονταν στὴν Νεοελληνικὴ γλώσσα. Παραδέχονται    ὅτι μειώθηκε  καὶ στὴν ὡραιότερη μετάφραση   τὸ ποιητικὸ ἔργο τοῦ Ὁμήρου ὡς προς  τὴ  λογοτεχνική του ἀξία. Παρόλα αὐτά  πιστεύουν ὅτι διατηρεῖ τόσα πολλὰ ἀπ’ τὰ πλεονεκτήματά του ποὺ δὲ χορταίνουν νὰ τὴ διαβάζουν.  Ἀπὸ τὸ πρωτότυπο δὲ θὰ καταλάβαιναν τίποτε. Τί  θὰ ἦταν προτιμότερο; Νὰ περιμέναμε νὰ μάθει ὅλος ὁ κόσμος τὴν Ὁμηρικὴ γλώσσα γιὰ νὰ ἀπολαμβάνει τὴν Ὁμηρικὴ λογοτεχνία ἢ νὰ μεταφράζαμε τὸν Ὅμηρο στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα;

 Δὲν ἐξομοιώνεται ἡ ἀναγκαιότητα  τῆς μετάφρασης τῶν   ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων μὲ τὴ μετάφραση  τῶν Ὁμηρικῶν  ἔργων, διότι ἡ γλώσσα αὐτῶν δὲν εἶναι τόσο δύσκολη  καὶ ἀπλησίαστη ὅπως  ἡ Ὁμηρικὴ γλώσσα, ἀλλὰ πολὺ πλησιέστερα  πρὸς τὴν ὁμιλουμένη καθημερινή μας γλώσσα.  .Εἶναι πολὺ εὐκολότερο, μὲ λιγότερο κόπο, νὰ ἐξοικειωθεῖ κανεὶς στὴν ἐκκλησιαστική  μας γλώσσα παρὰ στὴν ὁμηρική. Οἱ περισσότερες λέξεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνολογίας  χρησιμοποιοῦνται  μὲ τὶς ἴδιες ρίζες στὴν καθημερινή μας γλώσσα  καὶ διαφέρουν μόνο στὶς γραμματικὲς αὐτῶν καταλήξεις. Δὲν διαφέρει πολὺ τὸ λεξιλόγιο τῆς  Ἐκκλησιαστικῆς γλώσσας ἀπὸ τὴν καθημερινὴ  στρωτὴ  Ἑλληνικὴ γλώσσα. Τὸ 90% τῶν λέξεων των εἶναι ἴδιες  μὲ  διαφορετικοὺς  μόνο τύπους διατυπώσεως   γραμματτικῶν  καταλήξεων. 

 Τὸ πρόβλημα  τὸ δημιουργοῦμε ἐμεῖς μὲ τὴν συνεχῆ ἀπομάκρυνσή μας ἀπὸ τὴν παραδοσιακὴ Ἑλληνικὴ γλώσσα. Οἱ  νεωτεριστὲς καταστρέφουν καθημερινὰ τὴν γνησιότητα τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσας, προσθέτοντας απαράδεκτες λέξεις  στὸ ἑλληνικὸ λεξιλόγιο. Χειροτερεύουν τη γλώσσα και παρουσιάζουν περισσότερα ἐπιχειρήματα  γιὰ τὴν ἀναγκαιότητα τῆς  μεταφράσεως τῶν   ἐκκλησιαστικῶν κειμένωνἘπιμένουν ὅτι δὲ ἔχουμε τό δικαίωμα νὰ ὑποχρεώσουμε τὸ λαὸ νὰ μάθει ὁπωσδήποτε τὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα γιὰ νὰ ἀπολαμβάνει τὰ ἀπαράμιλλα λογοτεχνικὰ ἔργα τῆς Ἐκκλησίας . Ὑποστηρίζουν ὅτι τὰ κείμενα τῆς ἐκκλησίας μας καὶ ἡ ὑμνολογία τῆς λατρείας μας δὲν ἔγιναν μὲ σκοπὸ τὴν προβολὴ τῆς λογοτεχνίας τῆς Εκκλησίας, ἀλλὰ ἔγιναν καθαρὰ γιὰ νὰ χρησιμεύσουν ὡς ξεχείλισμα τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἀφοσίωσης τοῦ ἀνθρώπου πρὸς τὸ  Θεό. Φέρουν τὸ ἐπιχείρημα ὅτι δὲν ἔγινε ὁ ἄνθρωπος γιὰ τὴ λογοτεχνία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ὑμνολογίας, ἀλλὰ ἡ ἐκκλησιαστικὴ ὑμνολογία ἔγινε γιὰ τὸν ἄνθρωπο. Ζητοῦν νὰ θυσιάσουμε τὴ παραδοσιακὴ ελληνική  γλώσσα μας χάριν τῆς προσελκύσεως τῶν ἀνθρώπων στὴν ὀρθόδοξο λατρεία.

Στὸ ἐπιχείρημα  τῆς Ἐκκλησίας, ὅτι δὲν πρέπει  νὰ ἀποξενωθοῦμε ἀπὸ τὴν προγονικὴ πατρική μας γλώσσα  ἀπαντοῦν ὅτι: Προγονική μας γλώσσα ἦταν καὶ ἡ Ὁμηρικὴ καθὼς καὶ ἡ ἀρχαΐζουσα πού μας εἶναι ἐντελῶς ἄγνωστες. Λέγουν ὅτι τὸ ἴδιο θὰ συμβεῖ μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου καὶ μὲ τὰ λειτουργικά μας κείμενα καὶ  τοὺς ὕμνους τῆς λατρείας, ἂν δὲ τὰ μεταφράσουμε στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα μας.  Διερωτῶνται  τί θὰ γίνει μέ τις  νέες γενεὲς μετὰ ἀπὸ πενήντα χρόνια ἄν ἐξ ὁλοκλήρου δὲν θά καταλαβαίνουν τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα;  Θὰ καταντήσουμε σὰν τὴ  Δυτική Ἐκκλησία,  ποῦ χρησιμοποιοῦσε γιὰ πολλοὺς αἰῶνες τὴ Λατινικὴ γλώσσα στὴν λατρεία της;

Χρησιμοποιοῦν  τὰ λεγόμενα τοῦ  Ἀπόστολου Παύλου : «Καὶ ἐγενόμην τοῖς Ἰουδαίοις ὡς Ἰουδαῖος, ἵνα Ἰουδαίους κερδίσω. Τοῖς ἀνόμοις ὡς ἄνομος, μὴ ὧν ἄνομος Θεῶ ἀλλ’ ἔννομος Χριστῷ, ἴνα κερδίσω ἀνόμους. Ἐγενόμην τοὶς ἀσθενέσι ὡς ἀσθενής, ἴνα τοὺς ἀσθενεῖς κερδίσω· τοὶς πάσι γέγονα τὰ πάντα ἴνα πάντως τινὰς κερδίσω.» (Ἅ΄ Κορινθίους. Θ΄ 20-22) καὶ  ἐπιμένουν ὅτι πρέπει νὰ προσαρμοσθοῦμε στὶς ἀνάγκες τοῦ λαοῦ. Λέγουν ὅτι  οἱ χριστιανοί ποὺ ἀγνοοῦν τὴ γλώσσα τῆς λατρείας μας εἶναι ἄσθενεῖς ἀδελφοί μας καὶ πρέπει νὰ μεταφράσουμε τὰ Ἐκκλησιαστικὰ κείμενα  γιὰ νὰ τοὺς φέρουμε στὸ νοσοκομεῖο τῶν ψυχῶν ποὺ λέγεται Ἐκκλησία. Ἐπιμένουν νὰ προσαρμόζεται  ἡ ἐκκλησία   μὲ τὴν ἑκάστοτε ἐποχὴ  γιὰ  νὰ φέρουμε τὶς νέες γενεὲς στοὺς κόλπους της.

Τὸ ζήτημα τῆς μεταφράσεως τῶν λειτουργικῶν κειμένων δὲν μπορεῖ νὰ συμπεριληφθεῖ  στὰ θέματα τοῦ ἐκσυγχρονισμοῦ της Εκκλησίας , διότι ἡ Ἐκκλησία δὲν εἶναι κοσμικὸ ἵδρυμα ἀλλὰ θεῖον . Ὁ ἱδρυτής της, ὁ  Κύριος ἠμῶν Ἰησοῦς Χριστός,  χθὲς καὶ σήμερα  καὶ σὲ  ὅλους τους αἰῶνες ἦταν , εἶναι καὶ θὰ εἶναι ὁ αὐτός, δὲν ἀλλάζει. Παραμένει ὃ ἴδιος ὡς πρὸς τὴ διδασκαλία του  καὶ τὰ δόγματα τῆς πίστεώς μας  τὰ ὁποῖα οἱ ὑμνογράφοι σαφῶς διατύπωσαν στοὺς ὕμνους τῆς Ἐκκλησίας μας. Ὅπως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀλλάξουμε τὸ περιεχόμενο τοῦ  ἱεροῦ Εὐαγγελίου, τὸ ἴδιο δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ἀλλάξουμε  κατὰ χιλιοστὸ μὲ τὶς μεταφράσεις  καὶ τὸ  δογματικὸ περιεχόμενο  τοῦ συμβόλου τῆς πίστεώς μας  καὶ τῶν  ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων. Στὴ διατύπωση τῶν δογματικῶν ἀληθειῶν ὑπάρχουν ἀναντικατάστατες φράσεις  μὲ ὁποιοδήποτε τρόπο μεταφράσεως. Ἡ Α΄Οἰκουμενική Σύνοδος το 325  μ. Χ επέμεινε στο δόγμα  τῆς ὀρθόδοξης  πίστεως  για ἕνα ι  μεταξύ τῶν λέξεων ομοούσιος και ομοιούσιος

Ἡ  Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ὡς γνωστὸ δὲν βιάζεται στὶς ἀποφάσεις της , καὶ καλὰ κάνει, γιατί ἀλλοίμονο ἂν ἄκουγε τὸν οἱονδήποτε καὶ ἔκανε κάθε φορὰ ἀλλαγὲς στὴν ὅλη ὀργάνωση τῆς λατρείας. Τότε δὲ θὰ ἦταν ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἀλλὰ μία ἀπὸ τὶς ἑκατοντάδες παραφυάδες ὁποιασδήποτε ἄλλης Ἐκκλησίας. 

Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία παρέμεινε Ὀρθόδοξη, διότι τήρησε τὴν ἱερὴ παράδοσή της και  δέν  ἐπηρέαστηκε ἀπὸ τοὺς νεωτεριστές .

3 . Τὰ αἴτια τῆς ὀξύνσεως τοῦ προβλήματος τῆς μεταφράσεως τῶν Ἐκκλησιαστικῶν κειμένων

Τὸ πρόβλημα μὲ τὴν πάροδο τοῦ χρόνου γίνεται ὀξύτερο ἀπὸ τῆς  καθιερώσεως τῆς  Δημοτικῆς  ὡς ἐπίσημης γλώσσας τῶν Ἑλλήνων, μὲ τὴ φράση τοῦ ὑπογράψαντος ὅτι σήμερα  ὑπογράφουμε τὴ ληξιαρχικὴ πράξη  τοῦ θανάτου τῆς Ἑλληνικῆς καθαρεύουσας. Ἔκτοτε  οἱ νέοι μας βλέπουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ Ἑλληνικὴ  γλώσσα   σὰν νεκρή. Τὰ παιδιὰ σήμερα δυσανασχετοῦν νὰ διαβάσουν βιβλία τῆς πρὸ πεντηκονταετίας ὁμιλουμένης  ἁπλῆς καθαρεύουσας καί πῶς εἶναι δυνατὸ νὰ διαβάζουν καὶ νὰ καταλαβαίνουν κείμενα τῆς ελληνιστικής ἐποχῆς ; Ὅταν συστήσεις σὲ παιδιὰ τοῦ Γυμνασίου νὰ διαβάσουν τὰ βιβλία τοῦ Παπαδιαμάντη καὶ ἄλλων συγγραφέων τῆς καθαρεύουσας, δυσανασχετοῦν τα ἀπορρίπτουν  σὰν νὰ εἶναι γραμμένα σὲ ξένη γλώσσα ποὺ τὴν ἀγνοοῦν.

.Ἐξέλειπε  ἡ ὑπομονὴ τῶν νέων νὰ διαβάζουν δύσκολα κείμενα  και  να ἐτυμολογούν  τὶς λέξεις  των γιὰ  νὰ βροῦν τό νόημά τους Πολλοὶ παράγοντες παρεμβαίνουν  σήμερα στὴν ἄγνοια τῆς γλώσσας μας.

Οἱ «προοδευτικοί» νεωτεριστὲς ἐρωτοῦν : «Εἶναι δυνατὸν νὰ ὀπισθοχωρήσουμε στὴ Παιδεία καὶ νὰ γυρίσουμε στὴν καθαρεύουσα ; » Νομίζω ὅτι  πρέπει   νὰ τὸ σκεφθοῦμε  μὲ ἠρεμία γιὰ  μία μέση λύση ,  διότι ὅλα ἔγιναν βεβιασμένα σὰν νὰ ἦταν οἱ μαθητὲς πειραματόζωα. Πρέπει κάτι νὰ κάνουμε  στὰ σχολεῖα  καὶ στὴ κοινωνία  γιὰ νὰ καταλαβαίνουν οἱ Ἕλληνες μερικὰ πράγματα ἀπὸ τὴ χθεσινὴ ἑλληνικὴ γλώσσα . Επιβάλλεται να αμυνθούμε για ἐθνικούς λόγους  εναντίον της γενικής καταστροφῆς της Ελληνικῆς γλῶσσας. Ο καλλίτερος τρόπος γιά νά κρατήσουμε στή μνήμη τοῦ Ελληνικοῦ λαού τη πατριοπαροτη Ἑλληνική  γλῶσσα εἶναι να διατήρήσουμε τα κείμενα της λατρείας τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας. Μερικοὶ νεωτεριστὲς κατηγόρησαν τόσο πολὺ τὴν καθαρεύουσα στὰ παιδιὰ, ὥστε νὰ εἶναι προκατειλημμένα ἐναντίον της καὶ νὰ τὴν ἀπεχθάνονται. Ἀποστρέφονται ἀκόμη καὶ τὰ πολυτονικὰ κείμενα. Θέλουν να ἁπλοποιηθεῖ ὅσο τὸ δυνατὸν περισσότερο ἡ γλώσσα μας. Ἄν εἶναι  δυνατόν να ἀλλάξει τὸ Ἑλληνικὸ ἀλφάβητο καὶ νὰ  εἰσαχθεῖ τὸ Λατινικὸ γιὰ νὰ καταργηθοῦν   τὰ φωνήεντα η, υ, ω καὶ οἱ δίφθογγοι αι , οι, ει  ευ, η  και η ορθογραφία. Τὰ θέλουν ὅλα στὸ ἔπακρον ἁπλοποιημένα,  ἕτοιμα, μασημένα. Θέλουν νὰ ἔχουν ὅσο τὸ δυνατὸ λιγότερα γράμματα και λέξεις στὸ λεξιλόγιο τοὺς.

Τὸ πρόβλημα τῆς γλῶσσας ὑπῆρχε πάντοτε ,  διότι πάντοτε ὑπῆρχαν ἀγράμματοι καὶ μάλιστα περισσότεροι ἀπὸ ὅτι σήμερα, πού εἰσάχθηκε  ἡ ὑποχρεωτικὴ  ἐννεαετὴς  κρατικὴ ἐκπαίδευση.  Καὶ ὅμως αὐτοὶ οἱ ἐντελῶς ἄλλοτε ἀγράμματοι  καταλάβαιναν  καλύτερα ἀπὸ  τοὺς σημερινοὺς ἀποφοίτους του Γυμνασίου τὴν Ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα.  Γιατί ;

Διότι ἄλλοτε ὑπῆρχε μεγαλύτερη θρησκευτικὴ διάθεση ἀκροάσεως  τῶν ἐκκλησιαστικῶν  ἀκολουθιῶν ἀπὸ τὸ μεγαλύτερο ποσοστὸ τῶν Ὀρθόδοξων Ἑλλήνων. Ἄκουγαν  εὐχαρίστως τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα καὶ τοὺς ὕμνους στὴ γλώσσα ποὺ εἶναι γραμμένα καὶ χαίρονταν , ἐνῶ σήμερα προκατειλημμένοι  πολλοὶ βρίσκουν ὡς δικαιολογία τὴ γλώσσα γιὰ νὰ μὴν ἐκκλησιάζονται.

Ἄλλοτε δὲν ὑπῆρχαν τόσοι  πολλοὶ ἀντιδραστικοὶ στὴν  ἱερὰ παράδοση  τῆς Ἐκκλησίας, γιὰ  νὰ ὑποκινοῦν   τοὺς ἄλλους νὰ μεταφραστοῦν τὰ κείμενα τῆς λατρείας της . Σήμερα   πολλοὶ νέοι, οἱ ὁποῖοι   λόγω τῆς εὐμάρειας καὶ τῶν διασκεδάσεων  κοιμοῦνται μέχρι τὸ μεσημέρι τὶς Κυριακές, προφασίζονται ὅτι δὲν  ἐκκλησιάζονται  ἐπειδὴ ἀγνοοῦν τὴ  γλώσσα τῆς Ἐκκλησίας . Ἂν γίνει ἕνα «τέστ» μεταξὺ τῶν νέων ἡλικίας  15- 30 ἐτῶν , θὰ διαπιστώσουμε ὅτι τὸ 50% γιὰ νὰ δικαιολογηθεῖ  τάσσεται  ὑπὲρ τῆς μεταφράσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.

Πρὸ ἐτῶν οἱ χριστιανοὶ  θεωροῦσαν βεβήλωση νὰ ἀλλάξουν ὁτιδήποτε στὴν παράδοση τῆς Ἐκκλησίας. Ὁποιαδήποτε μετάφραση τοῦ Εὐαγγελίου καὶ τῶν λειτουργικῶν κειμένων καὶ ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων της θὰ δημιουργοῦσε πανελλήνιο πρόβλημα. Γνωστὴ εἶναι ἡ ὑπόθεση τῶν Εὐαγγελικῶν του 1900, ὅταν μετεφράσθηκε ἡ Καινὴ Διαθήκη στὴ γλώσσα τοῦ λαοῦ, ἀπὸ τὸν Πάλλη. Συλλαλητήρια διαμαρτυρίας ἔγιναν στὴν Ἀθήνα ἐναντίον τῆς μεταφράσεως αὐτῆς καὶ ὁλόκληρη κυβέρνηση ἔπεσε. Στὰ χρόνιά μας μπορεῖ νὰ συμβεῖ τὸ ἀντίθετο, δήλαδή νὰ διοργανώσουν συλλαλητήρια γιὰ νὰ γίνει ὁπωσδήποτε ἡ μετάφραση τῶν  εκκλησιαστικών  κειμένων.  

Πρὸ πεντηκονταετίας και πλέον παρ’ ὅλη τὴν ἀμάθεια καὶ τὴν ἀγραμματοσύνη τῶν πολλῶν χιλιάδων ἀναλφάβητων παρακολουθοῦσαν οἱ πιστοὶ μὲ πολὺ εὐλάβεια τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας. Τὶς ἔνιωθαν περισσότερο μὲ τὴν καρδιά τους καὶ λιγότερο μὲ τὴ λογική.. Πολλὲς οἰκογένειες  διάβαζαν καὶ ἔψαλλαν κατ’ οἶκο τὸ Μικρὸ καὶ Μεγάλο ἀπόδειπνο, τὸν μικρὸ καὶ μεγάλο Παρακλητικὸ κανόνα, τὴ Θεία Μετάληψη καὶ ἄλλες ἱερὲς ἀκολουθίες τῆς ἐκκλησίας μας. Πολλὲς ἡλικιωμένες κυρίες ἀποστήθιζαν τὸ μεγαλύτερο μέρος αὐτῶν. Ἔψαλλαν μὲ πολὺ κατάνυξη τοὺς ὕμνους. Διάβαζαν ἀπ’ τὸ πρωτότυπο τὴν Εὐαγγελικὴ καὶ Ἀποστολικὴ περικοπῆ τῆς Κυριακῆς κάθε Σάββατο βράδυ καὶ προετοιμάζονταν μὲ πίστη καὶ πόθο γιὰ τὴ Θεία Λειτουργία. Γυναῖκες ἀγράμματες, τῆς δευτέρας Δημοτικοῦ, ποὺ μετὰ βίας γνώριζαν ἀνάγνωση καὶ γραφὴ τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας, ἤξεραν ἀπ’ ἔξω  τὰ ἀπολυτίκια  ὅλων τῶν κινητῶν καὶ ἀκίνητων ἑορτῶν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἔτους   καὶ ὅλες τὶς ἱερὲς ἀκολουθίες (μεσονυχτικό, ὧρες, ὄρθρο, ἑσπερινό.κ.λπ.). Εἶχαν τριβεῖ τόσο πολὺ μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα ποὺ τὴν ἔνιωθαν σὰν μητρική τους γλώσσα. Ἡ τριβή  συντελεῖ πολύ στη  μάθηση τῆς γλῶσσας.

 Ὅσοι χριστιανοὶ ἐπιδίδονταν   μὲ ζῆλο στὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς ἀπὸ τὸ πρωτότυπο ἐξοικειώνονταν  εὔκολα στὴ γλώσσα τῶν λειτουργικῶν κειμένων. Μὲ τὴ θερμὴ  πίστη τους,  τὴ φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μὲ τὴ δική τους προσπάθεια, εἰσέδυον στὸ βαθύτερο νόημα τῶν ἀναγιγνωσκομένων καὶ  καταλάβαιναν ἀπὸ τὰ συμφραζόμενα τὰ Ἐκκλησιαστικὰ  κείμενα. Μοῦ ἔκανε ἐντύπωση ὅταν ἄκουσα ἀπὸ μαγνητοφωνημένη κασέτα κάποιον ἀγράμματο βοσκό, ὀνόματι Γιάννη, νά ἀπαγγέλει ἀπ’ ἔξω ὁλόκληρη τὴν Καινὴ Διαθήκη. Ἐπρόκειτο νὰ χάσει τὸ φῶς του καὶ γιὰ νὰ μὴ στερηθεῖ τὴ μελέτη τῆς Ἁγίας Γραφῆς τὴν ἀποστήθισε ἀπέξω  καὶ συνέχισε νὰ τὴν μελετᾶ καὶ  ὅταν ἔχασε τὸ φῶς του.  Ὅσες φορὲς τοῦ ζήτησαν νὰ ἑρμηνεύσει ὁρισμένες δύσκολες λέξεις καὶ προτάσεις τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων   κατόρθωνε ἐκ τῶν συμφραζομένων καὶ  μὲ τὴν φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος  νὰ δίδει σωστὴ ἀπάντηση. Πῶς ἐξηγεῖται τὸ φαινόμενο αὐτὸ ἀπὸ ἕνα ἀγράμματο ; Πολλοὶ πιστοὶ χριστιανοὶ δὲ καταλαβαίνουν στὴν ἀρχὴ τὸ νόημα τῶν ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων, ἀλλὰ ἐπειδὴ τὰ ἐπαναλαμβάνουν καθημερινά, τὰ ἀποστηθίζουν καὶ τὰ ζοῦν,  και μὲ τὴ φώτιση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, ὅπως συνέβη στοὺς Ἀποστόλους, τὰ κατανοοῦν μὲ τὴν καρδιά τους. Αὐτό μοῦ θυμίζει ἕναν ἱεραπόστολο τῆς Ἀφρικῆς ποὺ δὲ γνώριζε νὰ μεταφράσει σὲ μία ἀφρικανικὴ διάλεκτο τὴ λέξη «πιστεύω» καὶ ρώτησε ἕναν ἰθαγενῆ χριστιανό. Ἐκεῖνος τοῦ ἀπάντησε: «Πιστεύω σημαίνει ὅτι ἀκούω καὶ καταλαβαίνω μὲ τὴν καρδιά μου.» Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ πολλοὶ φτωχοὶ ἀγράμματοι χριστιανοί. Ἀκούγουν καὶ καταλαβαίνουν μέ τή μακροχρόνια τριβή  τὰ λειτουργικὰ κείμενα καὶ τοὺς ὕμνους τῆς ἐκκλησίας μὲ τὴν καρδιά τους.

4 . Μειονεκτήματα  στὴν παιδεία  τῶν Χριστιανῶν γιὰ τή μάθηση  τῆς Ἐκκλησιαστικὴς γλώσσας

Ἄλλοτε στὰ σχολεῖα μάθαιναν πάρα πολλοὺς ὕμνους. Ἀποστήθιζαν  τὰ περισσότερα ἀπολυτίκια καὶ κοντάκια τῶν Δεσποτικῶν καὶ Θεομητορικῶν γιορτῶν καὶ τῶν  Ἁγίων της ἐκκλησίας μας καὶ τὰ ἔψαλλαν  μὲ πίστη καὶ ζῆλο  σὲ κάθε γιορτὴ .

Μάθαιναν μὲ πολὺ ἐνδιαφέρον τὸ μέλος ὅλων αὐτῶν καὶ ἀνάλογα μὲ τὶς γιορτὲς ποὺ γιόρταζαν τὰ ἔψελναν στὴν ὁμαδικὴ πρωινὴ προσευχὴ τοῦ σχολείου καὶ στὸ τέλος τῶν μαθημάτων τῆς ἡμέρας μέσα σὲ κάθε τάξη. Οἱ περισσότεροι ἐκπαιδευτικοὶ τῆς στοιχειώδους καὶ Μέσης Ἐκπαίδευσης ἦταν στενὰ συνδεδεμένοι μὲ τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή. Ἄλλοτε ἡ μόρφωση  ἀπέβλεπε  περισσότερο στὴ διαμόρφωση ἐνάρετων χαρακτήρων καὶ τὴ σύνδεση τοῦ ἀνθρώπου μὲ τὸ Θεό. Σήμερα δυστυχῶς σκανδαλίζονται   οἱ ὑπεύθυνοί της Ἑλληνικῆς παιδείας   ἀπὸ τὴ γνώμη τοῦ Μ. Βασιλείου ὅτι πρέπει στὴν παιδεία  τοῦ ἀνθρώπου νὰ ἐπιδιώκουμε  : «Ὁμοιωθῆναι Θεῶ κατὰ τὸ δυνατὸν ἀνθρώπου. Ὁμοίωσις δὲ οὐκ ἄνευ γνώσεως, ἡ δὲ γνῶσις οὐκ ἐκτὸς διδαγμάτων» (περὶ Ἄγ. Πνεύματος 1, 2 ἔπ. 32, 69).

Μεγάλος ἀγώνας καταβλήθηκε τελευταῖα στὸ ὑπουργεῖο Παιδείας γιὰ νὰ ἀφαιρέσουν τὴ φράση Ἑλληνοχριστιανικὴ ἀγωγὴ στὸ καθορισμὸ τοῦ σκοποῦ τῆς Ἑλληνικῆς Παιδείας. Σήμερα πρωτεύων σκοπὸς τῆς παιδείας γιὰ πολλοὺς Ἕλληνες δὲν εἶναι ἡ ψυχικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου στὴν ἀρετή, στὸν ἀνθρωπισμὸ καὶ στὴν ἁγιότητα, ἀλλὰ ἡ ἀνάπτυξη τῆς τεχνολογίας , τὴς ἡλερκτρονικῆς τῆς  παραγωγῆς καὶ τοῦ κέρδους, τῆς  ὑλιστικῆς ζωῆς.

Μὲ αὐτὸ τὸ σκοπὸ τῆς παιδείας βλέπουμε ὅτι οἱ μαθητές μας ἀπομακρύνονται σιγὰ – σιγὰ ἀπὸ τὴ Ἐκκλησία καὶ ἀπὸ ὅ,τι ἔχει σχέση μὲ τὴ θρησκεία και το ἔθνος . Ἀποξενώνονται ἀπ’ τὸν ἐκκλησιασμὸ μὲ τὴ πρόφαση ὅτι δὲν καταλαβαίνουν τὴ γλώσσα. Τὴν θεωροῦν  σὰν ξένη γλώσσα καὶ γι’ αὐτὸ δὲν ἐνδιαφέρονται νὰ τὴ μάθουν. Ἂν πάλι τοὺς γράψεις στὸ πίνακα τῆς τάξης κάποια ἁγιογραφικὴ φράση ἀπὸ τὸ πρωτότυπό  της Κ. Διαθήκης, τὴ θεωροῦν σὰν νὰ τοὺς  γράφεις σὲ ξένη γλώσσα καὶ φωνάζουν: «Κύριε, ἐξηγῆστε τὸ στὰ Ἑλληνικά». Καὶ ὁ καθηγητὴς ἀπαντᾶ: «Στὰ Ἑλληνικὰ τὸ ἔγραψα παιδιὰ κι ὄχι στὰ Κινέζικα.» Γιὰ τοὺς μαθητὲς ὅμως τῆς ἐποχῆς μας ποὺ ἀποκόπηκαν ἀπὸ τὶς ρίζες τῆς καθαρεύουσας, ἡ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα τοὺς φαίνεται ξένη, διότι πολλοὶ νέοι  ἀγνοοῦν τὶς καταλήξεις τῶν διαφόρων χρόνων καὶ ἐγκλίσεων τῶν ρημάτων τῆς καθαρεύουσας καὶ ἐξαιτίας τούτου δὲν καταλαβαίνουν τὸ νόημα καὶ τῶν πιὸ ἁπλούστερων συνηθισμένων λέξεων .

Ἐὰν ἐρευνήσει κανεὶς τὸ ποσὸν καὶ τὸ ποιὸν τοῦ λεξιλογίου τῶν περισσότερων νέων μας θὰ διαπιστώσει μὲ λύπη  ὅτι εἶναι πάρα πολὺ φτωχὸ καὶ ρηχό. Ἀρκοῦνται οἱ περισσότεροι στὶς πλέον βασικὲς λέξεις τοῦ ἑλληνικοῦ λεξιλογίου καὶ ἀποφεύγουν τὶς ἄλλες. Μερικοὶ ποὺ ἀσχολοῦνται μὲ διάφορες κομματικὲς ἰδεολογίες, ἔχουν ἕνα παράξενο, πομπῶδες λεξιλόγιο πολιτικολογίας, ποὺ δεν καταλαβαίνεις τι λένε . Αυτοί θέλουν να απλοποιήσουν τη γλώσσα!

Ἡ συντακτικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ πολυλεξικοῦ «Ἐπιστήμη καὶ Ζωή», γράφει στὸ πρόλογό  τοῦ πολυλεξικοῦ ὅτι τὸ πρόβλημα γίνεται δυσκολότερο στὴ γλώσσα μας, ἐπειδὴ λείπουν τὰ σαφῆ ὅρια ἀνάμεσα στὶς δυὸ γλωσσικὲς μορφὲς τῆς δημοτικῆς καὶ τῆς καθαρεύουσας. Γίνεται μεγάλη κακοποίηση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας ἀπὸ ἀνεύθυνα ἄτομα καὶ ἀπὸ  νεωτερίζοντες   λογοτέχνες. Ἀσύδοτη κατάντησε  ἡ πολιτογράφηση ξένων λέξεων στὴ γλώσσα μας. Ἂν εἶναι δυνατὸν νὰ  πνίξουμε  τὴ γλώσσα τῶν προγόνων μας  γιὰ χάρη τῶν νεωτεριστῶν . Πολλὲς λέξεις τὶς ἐκβαρβαρίζουμε, μὲ τὴν ἐσφαλμένη γνώμη ὅτι δῆθεν τὶς κάνουμε σύγχρονες. Ἀλλάζουμε τὰ ὀνόματα τῶν μηνῶν, καὶ ἀντὶ Ἰούνιος καὶ Ἰούλιος μερικοὶ γράφουν «Γιούνι» καὶ «Γιούλι».. Ποῦ ἄραγε θὰ καταλήξουμε τὴ γλώσσα μας ; Κανεὶς δὲ ξέρει. Θὰ λέγαμε ὅτι πάμε στὴν ἐποχὴ τῆς συγχύσεως τῆς γλώσσας τῶν οἰκοδόμων τῆς Βαβέλ.

Πολλοὶ γονεῖς δὲν μποροῦν νὰ συνεννοηθοῦν ὡς πρὸς τὸ λεξιλόγιο μὲ τὰ παιδιά τους. Μᾶς φαίνονται ἀστεία ὅταν βλέπουμε στὴ τηλεόραση κωμωδίες ποὺ λόγω τοῦ διαφορετικοῦ ἑλληνικοῦ λεξιλογίου δὲν μποροῦν νὰ συνεννοηθοῦν μεταξὺ τοὺς οἱ Ἕλληνες, καὶ ὅμως αὐτὸ συμβαίνει στὴν πραγματικότητα πολλὲς φορές. Δὲν εἶναι θέμα ἰδιωματισμοῦ ἀλλὰ θέμα λέξεων. Ἀλλάζουν τὶς λέξεις ὅπως τοὺς βολεύει π. χ τὸ φίλο τὸν λένε κολλητό,  ἐπειδὴ δυὸ ἄνθρωποι εἶναι συνεχῶς μαζὶ   σὰν νὰ εἶναι κολλημένοι  .

Σήμερα ἁπλοποιήθηκε τόσο πολὺ τὸ λεξιλόγιο τῶν νέων, ποὺ τὸ ρῆμα κάνω ἢ φτιάχνω ἀντικατέστησε δεκάδες ἄλλα ρήματα , π.χ. ἀντικατέστησε τὰ ρήματα δημιουργῶ, κατασκευάζω, φιλοτεχνῶ, γεννῶ, διενεργῶ, ἐκτελῶ κοστίζω, ἐκλέγω, διορίζω, ὑποκρίνομαι, συμπεριφέρομαι, ἐπιχειρῶ, ἐξαναγκάζω, μαγειρεύω καὶ πολλὰ ἄλλα. Τὸ κάνω ἀντικατέστησε 29 ρήματα. Ἀντὶ  γεννάω  λένε κάνω παιδί αντί μαγειρεύω λένε  κάνω φαγητὸ  καὶ οὕτω καθεξῆς.  Ποῦ νὰ βρεῖς ἄκρη καὶ ἀκρίβεια κυριολεξίας στὴ κάθε περίπτωση; Μὲ τὴν ἁπλοποίηση πολλοὶ πιστεύουν ὅτι πρέπει νὰ παραγκωνισθοῦν ἢ νὰ ἐξαφανιστοῦν ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο ὅλες οἱ ἄλλες συνώνυμες λέξεις. Γι’ αὐτὸ καὶ τὸ λεξιλόγιο ποὺ χρησιμοποιοῦν πολλοὶ σύγχρονοι Ἕλληνες περιορίζεται σ’ ἕνα ἀριθμὸ δυὸ ἑὡς τριῶν χιλιάδων λέξεων, ἐνῶ μόνο τὸ ἀρχαῖο ἑλληνικὸ λεξιλόγιο τοῦ Λίντε Σκὸττ ἔχει 360.000 λέξεις καὶ τὸ σύγχρονο πολυλεξικὸ «Ἐπιστήμη καὶ Ζωή» περίπου 250.000 λήμματα. Τὸ σύνολο τῆς Ἀρχαίας καὶ Νέας ἑλληνικῆς γλώσσας πρέπει νὰ φθάνει – κατὰ μέσο ὄρο – περίπου τὶς 500.000 λέξεις, ἐνῶ ἡ γαλλικὴ γλώσσα ἔχει μόνο 80.000 λέξεις. Πῶς θὰ ἦταν δυνατὸ μὲ τὶς τόσο λίγες λέξεις ποῦ ξέρει ὁ νεοέλληνας, ἀπ’ τὸ πλουσιότατο λεξιλόγιο τῆς γλώσσας του, ν’ ἀντιλαμβάνεται τὸ νόημα τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων ποῦ ἔχουν σχεδὸν τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἑλληνικοῦ λεξιλογίου; Πῶς εἶναι δυνατόν μέ τρείς χιλιάδες μόνο ἑλληνικές λέξεις να μεταφράσεις  τά ἐκκλησιαστικά κείμενα;    

Ἡ ὑμνολογία ἀπὸ τοὺς νεωτεριστὲς καὶ τοὺς περισσότερους νέους  θεωρεῖται κάτι τὸ ἀπαρχαιωμένο καὶ τὸ κατεστημένο.  Ἡ ἀπασχόλησή  τους μὲ αὐτὴ θεωρεῖται  ὀπισθοδρόμηση. Οἱ νέοι μας σήμερα εὐφραίνονται μὲ τὰ ξένα τραγούδια. Οἱ Σιωνιστὲς πληρώνουν τεράστια χρηματικὰ ποσὰ στὶς ἑταιρεῖες δίσκων γιὰ νὰ ἀπαλλοτριώσουν τοὺς νέους ἀπὸ τὸ ἐθνικὸ λαϊκὸ τραγούδι καὶ ἀπὸ τοὺς ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους. Γιὰ νὰ ἐπικρατήσουν δὲ οἱ ἰδεολογίες μερικῶν προερχομένων ἐξ Ἀνατολῶν καὶ  ἐκ Δυσμῶν, πρέπει πρῶτα νὰ ἐκτοπισθοῦν, ἢ καλλίτερα νὰ ἐκριζωθοῦν, οἱ ἐθνικὲς ἰδεολογίες κάθε λαοῦ, τὰ ἤθη καὶ τὰ ἔθιμα, τὰ τραγούδια τους, καὶ πρὸ πάντων οἱ ἐθνικὲς των παραδόσεις, ἡ θρησκευτική τους πεποίθηση καὶ τὰ μέσα ποὺ ἐνισχύουν καὶ ἐνδυναμώνουν αὐτήν, π.χ. ἡ θρησκευτικὴ παράδοση, ἡ ἐκκλησιαστικὴ ὑμνολογία, οἱ θρησκευτικὲς καὶ ἐθνικὲς γιορτὲς καὶ ἄλλα.

Γνωστὸ εἶναι ὅτι μερικοὶ προτείνουν τὴν κατάργηση τῆς προσευχῆς στὰ σχολεῖα καὶ τοῦ ὁμαδικοῦ ἐκκλησιασμοῦ τῶν μαθητῶν, τῶν ἐθνικῶν ἑορτῶν  καὶ παρελάσεων καὶ ἄλλα πολλὰ μὲ  τὰ ὁποῖα θέλουν νὰ ἀπομακρύνουν τοὺς μαθητὲς ἀπὸ τὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ και ἀπό τις ρίζες τοῦ ἔθνους τους. Πρὸ τριακονταετίας  ἄκουγε κανεὶς σ’ ὅλα τὰ προαύλια τῶν σχολείων τῆς Στοιχειώδους καὶ Μέσης ἐκπαίδευσης τὶς ἀγγελικὲς φωνὲς τῶν παιδιῶν νὰ ψάλλουν στὴν πρωινὴ προσευχὴ κάποιο ἐκκλησιαστικὸ ὕμνο, π.χ. τὴ Μ. Τεσσαρακοστὴ τὸ «Τὴ ὑπερμάχω στρατηγῶ τὰ νικητήρια». Μετὰ τὸ Πάσχα τὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» τὴ Πεντηκοστὴ  τὸ «Εὐλογητὸς  σοὶ Χριστὲ ὁ Θεὸς ἠμῶν» καὶ στὶς ἄλλες περιόδους τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἑορτολόγιου κάποιον ἄλλο ὕμνο.

Σήμερα σε πολλά σχολεῖα δὲν ψάλλεται ὕμνος στὴν προσευχὴ, παρότι  ὑπάρχουν σ’ αὐτὰ καθηγητὲς μουσικῆς.  Ἀρχίζουν  τὴν τελετὴ στὶς σχολικὲς γιορτές, τῶν  Χριστουγέννων, τῆς 25ης Μαρτίου κ. λ. π.  χωρὶς τὸ σχετικὸ ὕμνο. Γι’ αὐτὸ κι οἱ νέοι μας  ἀγνοοῦν  τοὺς ὕμνους ἐξ ὁλοκλήρου Οἱ  καθηγητὲς τῆς μουσικῆς δυσκολεύονται νὰ διδάξουν στοὺς μαθητὲς τῆς χορωδίας  των ὄχι μόνο τὸ μέλος τῶν θρησκευτικῶν ὕμνων, ἀλλὰ καὶ τῶν ἐθνικῶν μας ἀκόμη τραγουδιῶν, διότι οἱ νέοι μας ἀποξενώθηκαν ἀπ’ τὴν ἑλληνικὴ μουσική. Συνέχεια ἀκοῦνε τὴν μουσικὴ τῶν ἀγρίων φυλῶν, στὴν ὁποία ἔδωσαν διάφορα ὀνόματα γιὰ νὰ τὴ χαρακτηρίσουν ὡς σύγχρονη καὶ πολιτισμένη μουσικὴ .

Ὅταν ἕνα πρωί, μετὰ ἀπὸ τὴ σχολικὴ προσευχή, ἀνακοίνωσε ὁ Γυμνασιάρχης στοὺς μαθητὲς ἑνὸς σχολείου, ὅτι ὁ σύλλογος Ἱεροψαλτῶν τῆς πόλεως των  προσφέρονταν νὰ διδάξει στοὺς καλλίφωνους μαθητὲς τοῦ σχολείου Βυζαντινὴ μουσικὴ δωρεάν, οἱ περισσότεροι ἀπὸ τοὺς μαθητὲς χαμογέλασαν εἰρωνικὰ μὲ περιφρόνηση.

5 . Μερικές  αφορμές  των υπηρετούντων στους ναούς  πού ἀπομακρύνουν  τούς χριστιανούς ἀπὸ τὴ θεία λατρεία

Τί τέλος πάντων εἶναι αὐτὸ ποὺ ἀπωθεῖ τοὺς νέους καὶ πολλοὺς μεγάλους ἀγράμματους και ἐγγραμμάτους  ἀπό τὴν  Ορθδόδοξη λατρέια;  Θὰ ἀπαντήσει κάποιος ὅτι εἶναι ἡ ἔλλειψη πίστεως, ευσέβειας καὶ καλῆς διαθέσεως. Ὄχι μόνον ἡ ἔλλειψη αὐτῶν  ἀλλὰ καὶ ἄλλα, διότι παρότι ὑπάρχουν πολλοὶ  ποὺ ἐκκλησιάζονται μὲ πίστη καὶ καλή διάθεση, ἀλλά ἀπογοητεύονται ἀπὸ μερικὲς παράτυπες ἐνέργειες  μερικῶν ἱερέων καὶ ἱεροψαλτῶν τῆς Ἐκκλησίας, που διώχνουν μέ τίς ἐνέργειές των  πολλούς ανθρώπους από τη λατρεία.

Πολλοὶ  ἐκκλησιαζόμενοι παρακολουθοῦν μὲ πίστη και προσοχή τὶς λατρευτικὲς ἀκολουθίες  ἀλλὰ  δὲν ἀντιλαμβάνονται τὶς λέξεις  τῶν  ὕμνων, διότι   μερικοί  ψάλτες  δὲν τὶς διατυπώνουν καθαρὰ, ἀλλὰ  μασοῦν τίς λέξεις   ψάλλοντας χωρὶς σωστὴ ἔκφραση. Αναφέρθηκε με  παράπονο σε Θεολογικὸ σεμινάριο ὅτι ο ψάλτης  τοῦ χωριοῦ τους  δὲν  ἄθρωνε τις λέξεις ἂλλ ἁπλῶς τοὺς νανούριζε μὲ  τὰ παρατεταμένα α, α, α ,  ε, ε, ε  ι, ι ,ι. Μερικοὶ  ψάλτες  ψάλλουν    μὲ συρόμενη και ρινόφωνη  φωνὴ  ὑπερτονίζοντας μόνο τὰ φωνήεντα τῶν λέξεων  ἢ τὸ χειρότερο ἕνα συνεχῆ τουρκικὸ ἀμανὲ,  χωρὶς νὰ καταλαβαίνεις  οὔτε  μία λέξη ἀπὸ τὴ ψαλμωδία τους.  Ἐπιδίδονται περισσότερο στὴν ἐπίδειξη  τῆς φωνῆς  καὶ  τῆς ψαλμωδίας τους  καὶ ὄχι στὴν καθαρὴ  διατύπωση τοῦ νοήματος τῶν ὕμνων .

 Τὸ ἴδιο κάνουν καὶ μερικοὶ ἱερεῖς στὶς ἐκφωνήσεις  τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Λέγουν τὶς δεήσεις  καὶ γενικὰ  τὴ θεία Λειτουργία μὲ παραττεταμένητη ψαλμωδία σχεδὸν τραγουδιστά. Ὑπάρχουν μερικοί  ἱερεῖς, , πού αδυνατοῦν νά ἀναγνώσουν τό Εύαγγέλιο σωστά. Ἄλλοι πάλι διαβάζουν τὴν  Εὐαγγελικὴ περικοπῆ  με  μακρόσυρτη ψαλμωδία  διαστρευλώνοντας τὸ νόημα αὐτῆς. Μερικοί  ψάλτες δεν  ἀναγινώσκουν καθαρὰ τὸ περιεχόμενο τῶν ἀποστολικῶν περικοπῶν, ἀλλὰ τὸ λένε τραγουδώντας μὲ παρατεταμένη ψαλμωδία,  πνίγοντας τὸ νόημα . Ἕνας μητροπολίτης ὅταν πῆγε ὁ ἀναγνώσας τὴν ἀποστολικὴ περικοπῆ γιὰ  νὰ  τὸν εὐλογήσει ἀντὶ νὰ  τοῦ πεῖ:    Εἰρήνη σοὶ τῷ ἀναγνώσαντι, τοῦ εἶπε, Εἰρήνη σοὶ τῷ   τραγουδήσαντι, διότι τραγούδησε  τὴν ἀποστολικὴ περικοπῆ καὶ δὲν τὴν ἀνέγνωσε.

  Σὲ μερικούς ναοὺς καὶ  μοναστήρια οἱ ψάλτες καὶ οἱ ἱερεῖς γιὰ νὰ τελειώσουν γρήγορα τὶς μακρὲς ἐκκλησιαστικὲς ἱερὲς ἀκολουθίες τὶς ἀναγινώσκουν ἢ τὶς  ἀπαγγέλουν πολὺ βιαστικά,  σὲ σημεῖο ποὺ περικόπτουν συλλαβὲς και  λέξεις.  Λείπει  ἡ ειλικρινής  εὐλάβεια καὶ  ὁ σεβασμὸς πρὸς αὐτὰ ποὺ τελοῦν.  Δὲ συνδυάζουν πάντα τὸ μέλος μὲ τὴν ἀπόδοση τοῦ νοήματος, ἀλλὰ σκοτώνουν τὸ νόημα μὲ τὸ μέλος  Ψάλλουν πολὺ βιαστικὰ ἤ πολὺ ἀργὰ και  δυσανασχετοῦν τὸ ἐκκλησίασμα Οἱ  ἐκκλησιαζόμενοι,  δὲν καταλαβαίνουν τίποτε ἀπὸ ὅσα ἀναγιγνώσκονται καὶ ψάλλονται . Ἀκοῦν μόνον μία ψαλμωδία, χωρὶς νὰ διακρίνουν  τὶς λέξεις.. Τὸ κίνητρο μερικῶν ἱεροψαλτῶν εἶναι ἀποκλειστικὰ  ἡ ἐπίδειξη φωνῆς. Σκοπὸς μερικῶν  εἶναι νὰ δοξάσουν τὸν ἑαυτό τους καὶ ὄχι τὸ Θεό. Νὰ φανοῦν καλλίφωνοι, μὲ ἐντυπωσιακὴ φωνή. Ἐπίσης  βάζουν τὰ μεγάφωνα σ’ ἐκκωφαντικὴ ἔνταση, ποὺ δεν  διαφέρει ἀπ’ τὴν ἔνταση τῶν μεγάφωνων ἑνὸς κέντρου διασκέδασης. Ἀντὶ νὰ περιέλθει ὁ  ἐκκλησιαζόμενος σὲ κατάνυξη προσευχῆς ἐκνευρίζεται, κουράζεται ψυχικὰ καὶ ἀπομακρύνεται ἀπὸ τοὺς ναούς στη μέση της Θείας Λειτουργίας. 

Η Χριστιανικὴ Ὀρθόδοξος λατρεία εἶναι  πνευματική,  Ὀ Χριστὸς εἶπε στὴ Σαμαρίτεισα  – «Ἀλλ’ ἔρχεται ὤρα καὶ νῦν ἐστίν, ὄτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταί, προσκυνήσουσι τῷ Πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθεία. Καὶ γὰρ ὁ Πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας Αὐτόν. Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας Αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνείν» (Ἰωάννου Δ΄, 23, 24) – καὶ  ἐμείς  προσκυνούμε το Θεό ὄχι «’εν πνεύματι καὶ ἀληθεία»»   ἀλλὰ μὲ   ἐπίδειξη φωνῆς, ἐκκωφαντικῶν ἤχων,  μετατρέποντάς την προσκύνηση   σε  κοσμικό γεγονὸς  .

Ἡ κατανόηση τοῦ περιεχομένου τῶν ὕμνων  ἐξαρτᾶται περισσότερο ἀπὸ τὴ σωστή, χωρὶς λάθη, καθαρὴ , κατανοητὴ ἀνάγνωση καὶ ψαλμωδία Τίθεται τὸ ἐρώτημα καὶ ἂν ἀκόμα μεταφράσουμε στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα ὅλο τὸ περιεχόμενο τῶν βιβλίων τῆς λατρείας μας καὶ συνεχίσουν μερικοὶ ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς  καὶ  τοὺς ἱεροψάλτες μας νὰ ψάλουν καὶ νὰ ἀναγιγνώσκουν κατὰ τὸν ἴδιο ἀκατανόητο τρόπο δὲν θὰ καταλαβαίνουν καὶ πάλι τὸ νόημα τῶν ὕμνων οἱ ἐκκλησιαζόμενοι.  Σὲ τί θὰ ὠφελήσει ἡ μετάφραση ; Πρέπει νὰ διορθωθοῦν αὐτὰ τὰ τρωτά  της λατρείας    ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς καὶ τοὺς ψάλτες πρῶτα   καὶ μετὰ νὰ σκεφθοῦμε ἂν πρέπει νὰ μεταφραστοῦν ἡ ὄχι τὰ Ἐκκλησιαστικὰ κείμενα. .

6 . Τρόποι ἐξοικειώσεως καὶ τριβῆς τῶν χριστιανῶν

 στὴν Ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα.

 1)Νὰ στρέψουμε τὴ προσοχὴ   καὶ τὸ ἐνδιαφέρον τῶν χριστιανῶν   στὴν πνευματικὴ γνήσια   Θεία Λατρεία.  Νὰ γνωρίσουν οἱ νέοι τὴν πλούσια σὲ λέξεις καὶ νοήματα   ἐκκλησιαστική γλώσσα ἀπὸ τὸ σχολεῖο. Στὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν ὁ θεολόγος  νὰ ἐξοικονομεῖ ἀπὸ τὸ ἀναλυτικὸ πρόγραμμά του  ὁρισμένα λεπτὰ τῆς ὥρας  τῆς  διδασκαλίας του γιὰ  τὴν ἑρμηνεία τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν  καὶ ὅλων τῶν ἀντιπροσωπευτικῶν ἐκλεκτῶν ὕμνων τῶν μεγάλων ἑορτῶν τῆς ἐκκλησίας μας.

 Νὰ ἐπωφελεῖται   κάθε εὐκαιρία στὸ  μάθημά του γιὰ   νὰ ἑρμηνεύει  στοὺς μαθητὲς του τὶς  φράσεις τῆς ἁγίας Γραφῆς  καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς  ὑμνολογίας ποὺ συναντοῦν οἱ μαθητὲς κατὰ τὴν ἐξέταση καὶ τὴν παράδοση τῶν μαθημάτων του  τὴν ὥρα διδασκαλίας. Νὰ γίνεται ἀνάλυση ταῆς Θείας Λειτουργίας  καί τῶν  ὕμνων τῆς ἐκκλησίας  ὅταν παρουσιάζεται εὐκαιρία  στὴ διδασκαλία του .

Ἀπὸ μία προσπάθεια μεταφράσεως τῆς Θείας Λειτουργίας ποὺ ἔκανα στοὺς μαθητὲς τοῦ Γυμνασίου διαπίστωσα ὅτι οἱ περισσότεροι ἐνδιαφέρονται νὰ γνωρίσουν τὸ νόημα τῶν κειμένων αὐτῆς.. Μὲ τὴν ἑρμηνεία  τριάντα μὲ σαράντα  δύσκολων μόνο λέξεων καταλαβαν εὔκολα τὸ νόημα ὅλης της Θείας Λειτουργίας. Παρατήρησα ὅτι ἀγνοοῦν τὶς καταλήξεις τῶν περισσότερων χρόνων καὶ ἐγκλίσεων, τῶν ρημάτων, τῶν μετοχῶν και τῶν κλίσεων  τῶν ὀνομάτων καὶ τῶν ἐπιθέτων της Ἀρχαίας Γραμματικῆς, καὶ γι’ αὐτὸ ρωτοῦν ἀπὸ τὴ θεία λειτουργία νὰ τοὺς ἐξηγήσεις καὶ τὶς πιὸ γνωστὲς λέξεις,  π. χ  ἀγνοοῦν τὴ δοτικὴ  πτώση τῆς τρίτης κλίσεως  τῶν ὀνομάτων  χάριτι, νεάνισιν, δυσί, τρισί, καὶ τὶς καταλήξεις τῶν ρημάτων και ταῶν ονομάτων  στὴ καθαρεύουσα π. χ  παραθώμεθα, αἰτησόμεθα, καθὼς καὶ τὶς καταλήξεις  μετοχῶν π, χ. ὄντων, οἰκούντων, νοσούντων, μνημονεύσαντες. Γνωρίζουν τὰ οὐσιαστικὰ χάρις  καὶ νεάνις  καὶ ἀγνοοῦν  τὴ δοτικὴ  χάρισι καὶ  νεάνισι. Γνωρίζουν  τὸ ρῆμα παρατίθημι  καί  ἀγνοοῦν τὸ παραθώμεθα, Γνωρίζουν τὸ ρῆμα νοσῶ καὶ ἀγνοοῦν τὴ μετοχὴ νοσούντων. Ἐὰν κατατοπιστοῦν στὶς γραμματικὲς  καταλήξεις  ποὺ βρίσκονται τὰ ὀνόματα καὶ τὰ ρήματα κατανοοῦν εὔκολα τὸ ὅλο  νόημα  τοῦ παρουσιαζομένου κειμένου.

Ἡ ἐξοικείωση τῶν χριστιανῶν  στὴν ἐκκλησιαστικὴ  ὑμνολογία  ἐπιτυγχάνεται  καὶ μὲ τὴ συμμετοχὴ  αὐτῶν στὶς ψαλμωδίες τῶν  ὕμνων. Οἱ μαθητὲς πρέπει ἀπὸ μικροὶ νὰ ψάλλουν  ὕμνους τῶν ἑορτῶν τῆς Ἐκκλησίας Ὁ Θεολόγος καθηγητὴς ὅταν  ἔχει γνώσεις Βυζαντινῆς μουσικῆς ἢ πρακτικῆς ψαλτικῆς ἢ  μὲ μαγνητοφωνημένες κασέτες, μπορεῖ νὰ συμβάλλει πάρα πολὺ καὶ σὲ αὐτὸ . Ἡ διοργάνωση σχολικῆς χορωδίας Βυζαντινῆς μουσικῆς στὸ σχολεῖο και στις ἐνορίες θὰ βοηθήσει  πολὺ στὸ σκοπὸ αὐτὸ .

Ἡ οἰκογένεια, χάριν τῆς διατηρήσεως τῆς προγονικῆς μας γλώσσας καὶ τῆς καλῆς θρησκευτικῆς ἀγωγῆς τῶν παιδιῶν της, νὰ προτρέπει μὲ τὸ παράδειγμά της τὸν τακτικὸ ἐκκλησιασμὸ τῶν παιδιῶν της. Νὰ τὰ προμηθεύσει ἐγκόλπια τῆς Θείας Λειτουργίας, καθὼς καὶ ἄλλα βιβλιαράκια μὲ κείμενο καὶ μετάφραση τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν. Νὰ παρακολουθοῦν κατὰ τὴν ὥρα τοῦ ἐκκλησιασμοῦ τους μαζί με τά παιδιά τους  αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται στοὺς ναοὺς. Νὰ  τὰ καθοδηγοῦν, ὅταν συναντοῦν δυσκολίες στὴν εὕρεση τῶν περικοπῶν ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται στὴν Ἐκκλησία. Νὰ συζητοῦν σὲ κάθε εὐκαιρία τὸ βάθος τοῦ νοήματος τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων.

7 . Προσπάθειες τῆς Ἐκκλησίας  γιὰ τὴ διόρθωση τῆς καταστάσεως

 Γιά  τή διόρθωση της ἐπικρατούσης καταστάσεως  στή  λατρεία   διατυπώνονται μερικὲς  σκέψεις:

α) Οἱ ἐκκλησιαστικὲς ἐνορίες  νὰ προγραμματίζουν τακτικὰ  ὁμιλίες καὶ διαλέξεις  ἑρμηνείας  τῶν τελουμένων  ἱερῶν ἀκολουθιῶν στοὺς ναοὺς καὶ τῶν ἀναγινοσκομένων ὕμνων  καὶ ἁγιογραφικῶν περικοπῶν. 

β)Γιά τὴν ὀρθὴ ἀπαγγελία, ἀνάγνωση καὶ ψαλμωδία τῶν λειτουργικῶν κειμένων καὶ ὕμνων, μὲ σωστὴ καὶ κατανοητὴ ἀπόδοση τοῦ νοήματος αὐτῶν, ἀπὸ μέρους τῶν ἱερέων καὶ τῶν ἱεροψαλτῶν,  νὰ διοργανώνονται τακτικὰ σεμινάρια στὴν ἕδρα τῆς κάθε Μητρόπολης γιὰ νὰ γίνονται ὑποδειγματικὲς διδασκαλίες στὰ καθήκοντα τους  . γ) Νὰ λειτουργεῖ σὲ κάθε Μητρόπολη Σχολὴ Βυζαντινῆς μουσικῆς, γιὰ νὰ διαλέγονται οι καταλληλότεροι πιστοί  ἱεροψάλτες μὲ πολλά  πνευματικὰ καὶ φωνητικὰ προσόντα καὶ γνώσεις μουσικῆς .

δ) Ὁ προϊστάμενος τῆς ἐνορίας κάθε ναοῦ  νὰ εἶνα ὑπευθυνος γιὰ τὴν ἀκριβῆ τήρηση τῆς ἐφαρμογῆς τῆς ὀρθῆς ἀναγνώσεως καὶ ψαλμωδίας ὅλων τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τοῦ ναοῦ ποὺ προΐσταται. Νὰ ὑπάρχει ἕνα κουτὶ παραπόνων καὶ παρατηρήσεων δίπλα στὸ παγκάρι τοῦ ναοῦ, γιὰ  νὰ ρίπτουν οἱ ἐκκλησιαζόμενοι σ’ αὐτὸ γραπτῶς τὶς παρατηρήσεις τους καὶ τὰ παράπονά τους  γιὰ ὅλα τὰ θέματα τας λατρείας  της  ἐνορίας των. Νὰ ἀποσφραγίζεται μὲ τὴν παρουσία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἐπιτροπῆς καὶ νὰ γίνεται εἰλικρινὴς καὶ θετικὴ προσπάθεια διορθώσεως τῶν ἀναφερομένων παρατηρήσεων  .

ε)Γιὰ νὰ μὴν παρατείνεται  πολὺ ἡ ἀκολουθία προτείνουν μερικοί νὰ μὴν ψάλλονται  μερικὰ  ἀπολυτίκια,   τροπάρια δυὸ καὶ τρεῖς φορὲς   ἀλλὰ   μόνον μία φορᾶ . Ἐπίσης  νὰ  ψάλλονται μὲ γρηγορότερο ρυθμὸ  τὰ πολὺ βραδέως    ψαλλόμενα (Χερουβικὸ καὶ Κοινωνικό). Καλύτερα νὰ ψάλλονται σύντομα καὶ κατανοητὰ παρὰ βραδέως  καί ἀκατανόητα. 

στ)Μερικοὶ  εἰσηγοῦνται νὰ διαβάζονται  τὰ ἁγιογραφικὰ κείμενα τῆς λατρείας μας  και   σὲ μετάφραση. Αὐτό που εισηγούνται τό προνόησε ἡ Ἐκκλησία    ἀπὸ τοὺς πρώτους χρόνους.  Καθιέρωσε  το θεῖον κήρυγμα τῆς  ἑρμηνείας καὶ ἀναπτύξεως τῶν  εὐαγγελικῶν  καὶ ἀποστολικῶν περικοπῶν ἀπὸ τόν  ἄμβωνα μετά από την ἀνάγνωσή των.  Μὲ τὸ θεῖον κήρυγμα  οἱ ἐκκλησιαζόμενοι κατανοοῦν τὸ νόημα  τῶν ἀναγινοσκομένων καὶ ψαλλομένων  καὶ  γεύονται τὸ πνευματικὸ νέκταρ τῆς  θείας λατρείας. Δυστυχῶς τὸ τακτικὸ ζωντανὸ κήρυγμα παραμελεῖται σήμερα ἀπό  αρκετούς  ναοὺς. Σκοπὸς τῆς ἐκκλησίας εἶναι νὰ βοηθήσει τοὺς ἀδύνατους, στην κατανόηση  τοῦ περιεχομένου τας λατρείας Οἱ δε  κατανοοῦντες  τὰ κείμενα, ἂς κάνουν ὑπομονὴ γιὰ  νὰ βοηθηθοῦν  τούς ἐν Χριστῷ ἀδελφοί τους ..

  Ἠ Εκκλησία ὁμοιάζει μὲ  κλινικὴ,   ποὺ ἔχει ἄφθονη μέν ὑγιεινὴ τροφὴ γιὰ τοὺς ἀρρώστους της , ἀλλὰ δὲν μποροῦν νὰ τὴν  δεχτοῦν οι εκκλησιαζόμενοι  ὅπως εἶναι . Τί θὰ κάνει λοιπὸν ; Θὰ πετάξει  τὴν τροφὴ ὡς ἄχρηστη ἢ θὰ τὴ δώσει  ἀδιαφορώντας γιὰ τὸ ἀποτέλεσμα στους ασθενεῖς; Οὔτε τὸ ἕνα, οὔτε τὸ ἄλλο, ἀλλὰ  θὰ βρεῖ μία μέση λύση. Ὅπως ἀκριβῶς γίνεται  στὰ βρέφη  τῶν 10 μηνῶν, στα οποῖα  δὲν εἶναι δυνατόν  νὰ  δώσουμε τὸ κρέας ὅπως εἶναι . Τὸ ἀλέθουμε καὶ  τὸ κάνουμε κρεατόσουπες. Ἔτσι ἀξιοποιοῦμε τὴν τροφὴ καὶ συντηροῦμε καλὰ τὸ παιδὶ  . Ὅταν μεγαλώσει θὰ τοῦ δώσουμε  τὸ κρέας χωρὶς νὰ τὸ ἀλέσουμε.. Κάτι παρόμοιο γράφει ὁ Ἄπ. Παῦλος πρὸς τοὺς Κορινθίους: «Καὶ ἐγὼ ἀδελφοί, οὐκ ἠδυνήθην ὑμὶν λαλῆσαι ὡς πνευματικοίς, ἀλλ’ ὡς σαρκικοίς, ὡς νηπίοις ἐν Χριστῷ. Γάλα ὑμᾶς ἐπότισα καὶ οὐ βρῶμα. Οὔπω γὰρ ἠδύνασθε. Ἀλλ’ οὔτε ἔτι νῦν δύνασθε ἔτι γὰρ σαρκικοὶ ἐστέ» (Ἅ΄ Κορινθ. Γ΄ 1-2).Το ἴδιο κάνει  και  ἡ Ἐκκλησία  ἡ οποῖα     με τό τακτικὸ  της κήρυγμα στοὺς ἱεροὺς ναούς  προσφέρει δια  της  ἑρμηνείας καὶ ἀναλύσεως τῶν   κείμενων  καὶ τῶν ὕμνων  τῆς λατρείας την πνευματικὴ τροφή ἁπλοποιημένη σὲ ὅσους δὲν μποροῦν νὰ την κατανοήσουν.   Ἐπίσης παραχωρεῖ  ἐντός τοῦ ναοῦ βιβλιάρια  ἑρμηνείας  τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ ὅλων τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν τας λατρείας , σὲ δυὸ παράλληλες στῆλες ἢ σελίδες, ὅπου στὴ μία στήλη ἢ σελίδα  ἀναγράφεται τὸ πρωτότυπο κείμενο καὶ στὴ διπλανὴ στήλη ἢ σελίδα  ἀναγράφεται ἡ πιὸ ἁπλὴ καὶ ἀποδοτικὴ σὲ νόημα μετάφραση. Με αὐτό  τό τρόπο οἱ ἐκκλησιαζόμενοι  παρακολουθοῦν τὸ κείμενο καὶ ὅπου δὲν καταλαβαίνουν  προστρέχουν στὴ μετάφραση.

Τὰ βιβλία αὐτὰ  καλόν εἶναι να  ὑπάρχουν  στὶς εἰσόδους ὅλων τῶν ἱερῶν ναῶν, δίπλα ἀπὸ τὸ παγκάρι, γιὰ νὰ τὰ δανείζονται  οἱ πιστοὶ ἐλεύθερα. Νὰ τὰ χρησιμοποιοῦν τὴν ὥρα τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν. και να  τὰ ἀφήνουν  στὴ θέση τους ὅταν φεύγουν. Ὅταν τα   θέλουν για δικά τους , νὰ ἀφήνουν τὸ ἀντίτιμο στὸ παγκάρι γιὰ νὰ τὰ ἀγοράζουν. Νὰ ἐκδοθοῦν ὁμοιόμορφα ἀπὸ τὴν Ἀποστολικὴ Διακονία γιὰ ὅλους τους Ὀρθόδοξους ναοὺς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. Ἂν ἀπὸ τὰ διαθέσιμα στοὺς ἱεροὺς ναοὺς βιβλία χαθοῦν (ἁρπαχθοῦν) μερικὰ δὲ νομίζω ὅτι εἶναι ἄξιο συζήτησης. Μακάρι νὰ ὠφελήσουν κι ἂς χαθοῦν..

8 . Εἶναι δυνατὸν νὰ μεταφραστοῦν ἢ  νὰ γραφοῦν νέοι ἐφάμιλλοι ὕμνοι τῆς Ἐκκλησίας στη δημοτική γλώσσα ;

Τὸ ἐρώτημα εἶναι κατὰ πόσο εἶναι δυνατὸν  νὰ μεταφραστοῦν στη δημοτική γλώσσα τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα ἤ να γραφοῦν καινουργια σε ἁπλῆ σὲ ἐφάμιλλο ὕψος τοῦ περιεχομένου τους; Δυστυχῶς κατεβάσαμε τὴν ὁμιλουμένη νεοελληνικὴ γλώσσα σὲ τόση πολὺ χαμηλὴ στάθμη, ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ ἀποδώσει πλήρως τὸ οὐσιαστικὸ καὶ κύριο νόημα τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων ἔστω καὶ γιὰ βοήθημα .

Ὑπάρχουν ἐκκλησιαστικοὶ  ὕμνοι ἀναντικατάστατοι καὶ ἀνεπανάληπτοι στὸ ὕφος,  στὸ νόημα, στὸ  εἶδος καί στό μέλος τους . Δὲν εἶναι δυνατὸ  νὰ διατηρήσουν  ὅλα,  τὸ  βάθος καὶ τὸ ὕψος τοῦ λογοτεχνικοῦ  καὶ νοηματικοῦ μεγαλείου τους μὲ ὁποιαδήποτε ἀρίστη μετάφραση στὴ ὁμιλουμένη Ἑλληνικὴ γλώσσα.   Ὅπως  συμβαίνει στὶς εἰκαστικὲς τέχνες, τῆς γλυπτικῆς, τῆς ζωγραφικῆς κ. λ. π., ποῦ  τὰ ἔργα  τῶν μεγάλων καλλιτεχνῶν   καθίστανται  ἀνεπανάληπτα, ὁσονδήποτε   καὶ ἂν προσπαθήσουν νὰ τὰ  ξαναφτιάξουν  οἱ ἴδιοι  ἢ ἄλλοι  διακεκριμένοι καλλιτέχνες , ἔτσι καὶ  στὴν ἐκκλησιαστικὴ ποίηση καὶ  λογοτεχνία ὑπάρχουν κείμενα καὶ ὕμνοι ποὺ δὲ μποροῦν νὰ ξαναγίνουν παρόμοια  μὲ κανένα τρόπο μὲ ἄλλες λέξεις. Εἶναι ἔργα τόσο μεγάλης ἀξίας ποὺ καὶ αὐτὸς ὁ πανδαμάτωρας χρόνος τὰ σεβάστηκε καὶ τὰ ἀναγνώρισε ὡς ἀριστουργήματα τῶν αἰώνων π.χ. οἱ ὕμνοι τῶν Χριστουγέννων, τῶν Θεοφανείων, τας Ὑπαπαντῆς,τοῦ Τριωδίου, τῆς Μ. Τεσσαρακοστῆς, τῆς Μ. Ἑβδομάδας, τοῦ Πάσχα, τῆς Πεντηκοστῆς καὶ ἄλλων ἑορτῶν,τά ὁποῖα  εἶναι ἀδύνατο νὰ τά μεταφράσει κανείς  στὴν ὁμιλουμένη γλώσσα, με  τὴν ἴδια λογοτεχνικὴ δύναμη καὶ  συμπύκνωση τῶν νοημάτων και τό ίδιο μέλος . Ἡ προσέγγιση τοῦ ἑνὸς σημείου  θὰ εἶναι πάντα σὲ βάρος τοῦ ἄλλου. Θὰ ἀπωλέσουμε μεγάλο μέρος ἀπὸ τὸ βαθὺ νόημα,  τὸ λογοτεχνικὸ μεγαλεῖο και  τὴν ἀσύγκριτη  ἀξία,τῶν λειτουργικῶν μας κειμένων καὶ τῶν ἐκκλησιαστικῶν μας ὕμνων. Ὅσο καὶ ἂν προσπαθήσουμε δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ πετύχουμε  τὴν ἴδια λογοτεχνικὴ ὡραιότητα καὶ τὸ ἴδιο κατανυκτικὸ μέλος.

Ἕνας ἄλλος τρόπος λύσεως τοῦ προβλήματος εἶναι νὰ γραφτοῦν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν ἁπλὴ ὁμιλουμένη γλώσσα νέοι ὕμνοι καὶ εὐχὲς μὲ τὸ ἴδιο ἁγιογραφικό, δογματικὸ καὶ θεολογικὸ περιεχόμενο. Αὐτό θὰ  ἀποδεσμεύσει τοὺς  συγγραφεῖς ἀπὸ τὴ προσκόλλησή τους στὰ παλαιά κείμενα τῆς ἐκκλησιαστικής λατρέιας . Ὁμοιάζει μὲ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ  ποὺ κτίζει ἀπὸ τὴν ἀρχὴ μία πόλη χωρὶς νὰ δεσμεύεται ἀπὸ τὴν παλιὰ ρυμοτομία καὶ τὰ σχέδια τῶν παλιῶν κτιρίων.

Ἡ μετάφραση ομοιάζει μὲ τὴν ἀρχιτεκτονικὴ ποὺ ἐπιδιορθώνει καὶ τροποποιεῖ τὰ παλιὰ ρυμοτομικά σχέδια  καί τά οἰκοδομήματα μίας πόλης. Δὲ μπορεῖ νὰ κινηθεῖ ἐλεύθερα στὸ ἔργο τῆς ρυμοτομίας καὶ τῶν ἀρχιτεκτονικῶν σχεδίων. Ὁ μεταφραστὴς δεσμεύεται    ἀπὸ τὴν ὑμνολογία τῆς ἐκκλησίας , γιατί τὸ ἀπαιτεῖ να κρατηθεῖ  γνήσιο τὸ δόγμα καὶ ἡ παράδοσή τῆς πίστεώς μας. Ο  μεταφραστὴς ὁσαδήπτε  προσόντα καὶ ἂν ἔχει, εὐσέβεια, πίστη, εὐφυΐα  μόρφωση , μακροχρόνια  πείρα,  δὲν θὰ κατορθώσει  νὰ  μεταφράσει τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα  στὸ ἴδιο  μεγαλεῖο τῆς λογοτεχνικῆς τῶν  ἐκφράσεως καὶ δύναμης τῶν νοημάτων των. Θὰ    εἶναι ἀμφίβολη σὲ μεγάλο ποσοστὸ ἡ διατήρηση τοῦ ἀρχικοῦ ὕφους, τῆς λογοτεχνικῆς ἀξίας τοῦ μέλους καὶ τοῦ βάθους τοῦ νοήματος τοῦ κάθε ὕμνου.

Τὰ εκκλησιαστικά κείμενα συντάχθηκαν κάτω ἀπὸ εἰδικὲς συνθῆκες πίστεως, ἀφοσιώσεως καὶ θερμῆς, εἰλικρινοῦς ἀγάπης πρὸς τὸ Θεό. Πολλοὶ ἀπὸ τοὺς συγγραφεῖς των ἔζησαν σὲ πολὺ δύσκολα χρόνια, βαρβαρικῶν ἐπιδρομῶν, μακροχρόνιων αἱματηρῶν ἐμφυλίων ἢ ἀλλόφυλων πολέμων, συχνῶν θανατηφόρων ἐπιδημικῶν ἀσθενειῶν, ποὺ δὲν ὑπῆρχε ἄλλο καταφύγιο παρὰ μόνο ὁ Τριαδικὸς Θεός, ἡ Ὑπεραγία Θεοτόκος, οἱ Ἅγιοι Ἀπόστολοι, οἱ  ἅγιοι, οἱ μάρτυρες καὶ Ὅσιοί της ἐκκλησίας μας. Ὅταν  έγραφαν ὕμνους ἀνέθεταν  τὶς  ἐλπίδες τῆς σωτηρίας τῶν  μὲ πολλὴ θερμή πίστη καὶ ἀφοσίωση στὴν Ἁγία Τριάδα , στὴν Παναγία  καὶ στοὺς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας. Οἱ ὕμνοι εἶναι τὸ  ξεχείλισμα τῆς ψυχῆς των. Πρέπει νὰ βρεθοῦν ἄνθρωποι τῆς ἴδιας πνευματικῆς στάθμης, πίστεως, ταπεινώσεως καὶ ἀγάπης πρὸς τὸ Θεό, μὲ τὶς ἴδιες κατανυκτικὲς συνθῆκες τῶν συγγραφέων ποὺ ἔγραψαν τοὺς μέχρι σήμερα ὑπάρχοντας ὕμνους για να μεταφράσουν ἤ να γράψουν καινούργιους ὕμνους  . Τὸ νὰ γράφει κανεὶς ὡραῖα κοσμικὰ ποιήματα  λογοτεχνίας εἶναι ἐν μέρει ἔμφυτο, ἀλλὰ τὸ νὰ γράψει ἐκκλησιαστικοὺς  ὕμνους  πίστεως καὶ δόγματος    εἶναι   θεῖον χάρισμα  καὶ  χριστιανικὸ βίωμα τοῦ συγγραφέα.

Ἀπὸ μία σύντομη ἀνασκόπηση  των δέκα τελευταίων αἰώνων, φαίνεται ὅτι ἀνάμεσα στὰ δισεκατομμύρια τῶν πιστῶν χριστιανῶν ποὺ ἔζησαν, ἐλάχιστοι χριστιανοὶ  συγγραφεῖς βρέθηκαν  νὰ γράψουν ὕμνους  διαχρονικοὺς ἐφάμιλλους  μὲ τοὺς πρώτους ἐκκλησιαστικοὺς ὕμνους. Εἶναι δύσκολο νὰ βρεθοῦν σήμερα κατὰ παραγγελία ἐφάμιλλοι ὑμνογράφοι γιὰ  νὰ μεταφράσουν ἢ νὰ γράψουν ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν ἐξασθενημένη ἀπὸ ἀπόψεως βάθους νοημάτων και πλούτο λέξεων   Νεοελληνικὴ Δημοτικὴ γλώσσα νέους ὕμνους ἐξ ἴσου ὡραίους στό ὗφος καί στό μέλος  μὲ τοὺς παλαιούς ὕμνους . Δὲν ὑπάρχουν οἱ ἴδιες ψυχολογικὲς συνθῆκες ἀπό κάθε ἄποψη.

9 . Σκέψεις  γιὰ τὴν ἐνδεχομένη μετάφραση τῶν Ἐκκλησιαστικῶν

κειμένων ὡς βοηθημάτων

Οἱ ἁρμόδιοι  μὲ τὸ θέμα τῶν μεταφράσεων τῶν ὕμνων πρέπει νὰ ἀσχοληθοῦν πολλὰ χρόνια. Νὰ μὴν ἀρκεστοῦν στὶς πρῶτες μεταφράσεις, ἀλλὰ κατὰ καιροὺς νὰ τὶς δουλεύουν πρὸς τὸ καλύτερο  γιὰ νὰ ἀποφύγουν τὴν ὁλοκληρωτικὴ καταστροφὴ τῶν πρωτοτύπων κειμένων . Νὰ μὴν αποκάμουν ποτέ ,  άλλά καί νά μήν   καταστρέφουν τὶς προηγούμενες μεταφράσεις των. Να  κρατοῦν ὅλα τὰ ἀντίγραφα αὐτῶν, διότι  πολλὲς φορὲς στὴν προσπάθεια διορθώσεως μίας μεταφράσεως ἀντὶ νὰ τὴ βελτιώσουμε  τὴν κάνουμε χειρότερη . Νὰ  ὑπάρχουν οἱ προηγούμενες μεταφράσεις γιὰ νὰ γίνει στὸ τέλος μία σύγκριση γιὰ τὴν ἐκλογὴ τῆς καλύτερης, ἔστω και ως βοήθημα για τους πιστούς .

Ἡ συνεργασία πολλῶν μεταφραστῶν   γιὰ μία κοινὴ μετάφραση τῶν ὕμνων, ὅπως ἔγινε μὲ τὴ  μετάφραση  τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης ἀπό τους Ο΄(ἑβδομήκοντα)  τὸ 260 π.Χ., ἔχει τὰ ὑπὲρ ἀλλὰ καὶ τὰ κατά. Τὸ δεύτερο μάτι μπορεῖ νὰ διορθώσει τὰ σφάλματα τῆς μεταφράσεως τῶν ἄλλων, ἀλλὰ μπορεῖ καὶ νὰ δημιουργήσει διαφωνίες καὶ νὰ ἀλλάξει τὸ ὕφος αὐτῶν. Μπορούν νὰ γίνουν πολλὲς μεταφράσεις τοῦ ἴδιου ὕμνου ἀπὸ πολλοὺς ἐκλεκτοὺς μεταφραστὲς καὶ νὰ ἐκλεγεῖ ἡ καλύτερη  γιὰ κάθε ὕμνο χωριστὰ ἀπὸ μία ἀνώτερη ἐπιτροπὴ διακεκριμένων πιστῶν καὶ ἐνάρετων λογοτεχνῶν. Ὑπάρχει καὶ μία ἄλλη ἐκδοχὴ νὰ ληφθοῦν οἱ ὡραιότερες προτάσεις μεταφράσεων τοῦ ἰδίου  ὕμνου ἀπὸ τὶς διάφορες μεταφράσεις τῶν διαφόρων μεταφραστῶν ἀπὸ εἰδικὴ ἀνώτερη ἐπιτροπὴ γιὰ νὰ προκύψει μία τέλεια μετάφραση. ¨Όσο  καὶ ἂν προσπαθήσουμε ἡ μετάφραση θὰ εἶναι μπαλώματα χωρὶς τελειότητα καὶ πιθανὸν χωρὶς συνειρμὸ νοημάτων.

10 .Συμπεράσματα  από τό τέστ  τῶν 336 μαθητών Γυμνασίου –Λυκείου  σέ  δύο  ερωτήσεις 

Δόθηκαν σὲ 205 μαθητές  τοῦ Τρίτου Γυμνασίου καὶ 131 τοῦ Τρίτου Λυκείου Σερρῶν οἱ ερωτήσεις:  1)  Τί καταλαβαίνω  κατά τόν εκκλησιασμό μου στό ναό ἀπὸ αὐτὰ ποὺ ψάλλονται καὶ διαβάζονται; 2) Πῶς  θέλω να γίνονται οι ἱερές ακολουθίες στους ναούς για να προσεύχομαι και να λατρεύω το Θεό καλύτερα;

 Κατόπιν προσεκτικῆς μελέτης καὶ ταξινόμησης τῶν χωρίς ὄνομα ἀπαντήσεων, σταχυολόγησα τὶς ἑξῆς περίπου ἀπαντήσεις: Οἱ γνῶμες τῶν μαθητῶν εἶναι συγκρουόμενες. Πολλοί  ζητοῦν νὰ μεταφραστοῦν ὅλα  τὰ ἐκκλησιαστικὰ κείμενα και μερικοί  μονο τα δύσκολα σημεῖα  Οἱ  μαθητὲς τοῦ Λυκείου καταλαβαίνουν περισσότερα , ἐνῶ  τοῦ Γυμνασίου, που δε διδάσκονταν τότε  αρχαία, δήλωσαν την ἄγνοιά τους.  Οἱ περισσότεροι συμφωνοῦν ὅτι:   1) Η κατανόηση τῶν περισσότερων ἐκκλησιαστικών  κειμένων εξαρτάται ἀπὸ τὴν καθαρὴ προφορὰ καὶ διάρθρωση τῶν συλλαβῶν καὶ τῶν λέξεων ἀπὸ τοὺς ἀναγνῶστες, τοὺς ψάλτες καὶ τοὺς ἱερεῖς. Ὅταν ἀναγινόσκονται καὶ ψάλλονται καθαρὰ καὶ κανονικά,  ὅπως πρέπει, καταλαβαίνουν τα  περισσότερα.

   .2) Ἡ συγκέντρωση τῆς προσοχῆς των ἐξερτάται ἀπὸ τὴν ἡσυχία καὶ τὴν κατανυκτικότητα τοῦ εκκλησιἀσματος , και της  ήρεμης ψαλμωδίας   χωρὶς την ὑπερένταση τῶν μεγαφώνων.    3) Πστεύουν ὅτι ὁ Θεός μας ἀκούει ὅταν   προσευχόμαστε, μὲ τὴ γλώσσα τῆς καρδιᾶς μας.    4)Καταλαβαίνουν περισσότερο αὐτά πού διδάχθηκαν  στὸ μάθημα τῶν θρησκευτικῶν στὸ σχολεῖο. 

5) Οἱ μαθητές  τοῦ Λύκείου, πού διάσκονται  ἀρχαῖα,  κατανοοῦν περισσότερο   τήν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα  καί ἐκφράζουν τὴν ἱκανοποίησή τους. Οἱ μαθητές τοῦ Γυμνασίου ζητοῦν νὰ διδάσκονται  ἀποδοτικότερα  τα  ἀρχαῖα.

 6)Με τον  τακτικό, ἐκκλησιασμό τους   καί τά βοηθητικά βιβλία ἑρμηνείας  τῆς Θείας Λειτουργίας καὶ τῶν ἄλλων ἱερῶν ἀκολουθιῶν ἐξοικειώνονται   εὔκολα στήν γλῶσσα  τῆς  λατρείας  τῆς Ἐκκλησίας .

7) Το τακτικὸ κήρυγμα στις Εὐαγγελικές καί  Ἀποστολικές  περικοπές    καί στούς  ὕμνους τῆς Εκκλησίας  τους βοηθάει πάρα πολύ .

8)Προτείνουν  τήν ἐνεργό συμμετοχή  τοῦ ἐκκλησιάσματος  στή λατρεία. Νά  συμψάλλουν νοερῶς  τους γνωστούς  ὕμνους γιὰ  να τους ενστερνίζονται.  Προτείνουν  την συγκρότηση  ἐκκλησιαστικών  χορωδιῶν σ’ ὅλους τούς ναοὺς καί τήν  ἐσωτερική   συμμετοχή τοῦ εκκλησιάσματος στην  ψαλμωδία. 

9), Καταφέρονται  κατ’ αυτῶν που  συζητούν στούς ναούς.  Ζητοῦν την  ευταξία, την κατάνυξη  κατά τό δυνατόν ὅλων  και την ἄνεση  στους  χώρους τῆς  λατρέιας.

 10)Προτείνουν τη συντόμευση  τῶν  μακρῶν  ἱερῶν  άκολουθιών μέ τήν ἀποκοπή τῶν ἐπαναλήψεων  τῶν ἴδιων ὕμνων καί μέ τή  σύντομη  ψαλμωδία στή  λατρεία .

11) Ἀποστρέφονται τὴ φωνητικὴ ἐπίδειξη τῶν ψαλτῶν  καὶ τῶν ἱερέων  στὶς ψαλμωδίες και των  εκκκλησιαζομένων  τίς ἐπιδεικτικές  ἐνδυμασίες, τά ἀρώματα,   καί την προβολή τῶν αξιωμάτων των..

12)  Ἐπηρεασμένοι μερικοιί άπὸ τὴ Δυτικὴ ἐκκλησία,  προτείνουν τὴν χρήση μουσικοῦ ὀργάνου (ἁρμόνιου) στοὺς ναοὺς.

13) Μερικοί απορρίπτουν  τη μετάφραση Εκκλησιαστικῶν λειτουργικῶν κειμένων,  με το ἐπιχείρημα ὅτι  θὰ ξεχαστεῖ ἐντελῶς από τό  λαό ἡ πατριοπαράδοτη Ἑλληνικὴ γλώσσα.  Ὅ,τι κατεστρεψαν οἱ νεωτεριστές να το διατηρήσει η Ἐκκλησία 1).Δέν πρέπει ν’ ἀλλάξει ἡ ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα, ἀλλὰ ὁ τρόπος τῆς σκέψης καὶ τῆς ζωῆς μας, καθὼς καὶ ὁ τρόπος τῆς ψαλμωδίας καὶ τῆς ἀνάγνωσης τῶν κειμένων τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἄν μεταφραστοῦν τά κείμενα , θὰ εἶναι εὔκολα καὶ  δὲ θὰ  συγκεντρωνόμαστε πνευματικά την ὥρα τῆς λατρείας ». Γι’ αὐτὸ τὸ πρόβλημα εἶναι περισσότερο ἠθικὸ, ἔλλειψης θελήσεως  για μάθηση  και πίστεως στην Εκκλησία  παρὰ γλωσσικό..

Πίνακας ποσοστοῦτων μαθητών που καταλαβαίνουν τά κείμενα

Ποσοστό κατανοήσεως

Γυμνάσιο

Λύκειο

Σύνολο

Ποσοστό %

Σχεδόν τίποτα    1-2%

8

2

10

3,36

Ελάχιστα            2-10%

45

27

72

21,07

Λίγα                 10-30%

54

31

85

25,74

Αρκετά             30-50%

56

20

76

22,61

Καλά                50-70%

20

14

34

10

Πολύ καλά       70-90%

0

8

8

        0,32

Άριστα            90-100%

0

0

0

0

Ό, τι διδάχθηκαν στο σχολεῖο.

22

29

51

15,1

ΣΥΝΟΛΟ

205

131

336

100,00

Πίνακας  μαθητῶν  «Πῶς  θέλουν  να γίνεται  η Θεία Λειτουργία και οἱάλλες ιερές ακολουθίες»,

 

Γυμνασ.

Λύκειο

Σύνολο

Ποσοστό

Ἀπό  τη  μετάφραση των κειμένων στη Δημοτική

145

75

220

65,40%

Να  διατηρηθεῖἡ  εκκλ. γλώσσα

42

11

53

15,77%

Δεν διατύπωσαν γνώμη

18

45

63

18,83

ΣΥΝΟΛΟ

205

131

336

100,00%

 

11. Ἡ στάση τῆς Ἐκκλησίας στὸ θέμα τῆς μεταφράσεως

τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων.

Τὸ πρόβλημα τῆς μεταφράσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων καί ὕμνων  συγκρούεται μεταξύ τῆς προσελκύσεως  τῶν  ἀγνοούντων  τή γλώσσα  τῆς ὀρθόδοξης λατρείας  καί τῆς χρήσεως καί διατηρήσεως   τῶν ἀριστουργημάτων  τῶν εκκλησιαστικῶν κειμένων  στή γλώσσα τους. Ἡ διατηρησή των θά ἀπομακρύνει τούς νέους  ἀπό τόν ἐκκλησιασμό,  ἐνώ  ἠ μετάφρσή των θά  ἀχρηστεύσει καί θά καταστρέψει τά άνεπανάληπτα ἐκκλησιαστικά κείμενα  καί τά ἀσύγκριτα λογοτεχνικά   ἔργα τῆς Ἑλληνικῆς  ὑμνολογίας  τῆς Ἐκκλησίας.  Θὰ ξεχαστεῖ ἐντελῶς ἡ  πλούσια σέ λέξεις και  νόήματα ἐμπνευσμένη Ἑλληνικὴ γλώσσα. Θὰ περιφρονήσουμε  τὸ θησαυρὸ τῆς λογοτεχνίας τοῦ ἔθνους μας  καὶ θά  παραβιάσουμε τὴν ἱερὰ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας .  Ἡ Ἐκκλησία δὲν πρέπει νὰ βιαστεῖ  καὶ νὰ ἐνεργήσει στὸ ζήτημα αὐτὸ ἐπιπόλαια, οὔτε κατὰ οὔτε ὑπέρ. Ἂς ἀφήσει νὰ ὡριμάσει τὸ θέμα  Μὲ τὸ πέρασμα τοῦ χρόνου   ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ  θὰ  τῆς δείξει τί πρέπει νὰ κάνει. Μὲ σύνεση νὰ σφυγμομετρήσει τοὺς κτύπους τῆς διαθέσεως τῶν πιστῶν της, νὰ ἐξετάσει προσεκτικὰ καὶ μὲ κατανόηση καὶ τὶς δυὸ παρατάξεις, νὰ ἐνσκήψει στὸ πρόβλημα αὐτὸ τοῦ ἁπλοῦ λαοῦ, ποὺ θέλει νὰ κατανοεῖ τὰ ὅσα ψάλλονται καὶ διαβάζονται στὴν Ἐκκλησία. Πρωτεύει   νὰ καλύψει τὰ κενὰ  τῶν γνώσεων τῆς ἐκκλησιαστικῆς γλώσσης στὸ ποίμνιό της  καὶ νὰ προσπαθήσει   νὰ  διατηρήσει  στὴ λατρεία της τὰ ἀριστουργήματα τῆς Ἐκκλησιαστικῆς λογοτεχνίας, ἀνεβάζοντας τὴ πνευματικὴ στάθμη τοῦ ποιμνίου της  καὶ σὲ αὐτὸν τὸν  τομέα.Μέ αυτό θα ὠφελήσουμε τό λαό.

  Νὰ μὴν παρασυρθεῖ  ἀπὸ τὶς φωνὲς ὁρισμένων «προοδευτικῶν»  νεωτεριστῶν, ποὺ θέλουν νὰ τὰ γκρεμίσουν ὅλα γιὰ νὰ κτίσουν δῆθεν μία νέα κοινωνία, ἀλλ’ οὔτε πάλι νὰ ἀρκεσθεῖ στὶς γνῶμες ὁρισμένων μορφωμένων ποὺ γνωρίζουν τὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα καὶ ἀδιαφοροῦν γιὰ τοὺς ἀγράμματους. Νὰ μὴν ρωτήσει μόνο τοὺς χορτάτους ἀπὸ γνώσεις, ἀλλὰ καὶ τοὺς νηστικούς, γιατί κατὰ τὴν λαϊκὴ παροιμία «ὁ χορτάτος τὸν νηστικὸ δὲν τὸν πιστεύει». Νά ἀνεβάσει τήν πνευματική στάθμη τοῦ λαοῦ για νά χορτάσει πνευματικά ο λαόςἀπό τα κείμενα τῆς Ἐκκλησίας.

Στὸ θέμα τῆς  διατηρήσεως τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων ὑπάρχουν πάρα πολλὰ ὑπὲρ καὶ ἐλάχιστα  ἐναντίον,  τὰ ὁποία μποροῦν νὰ ἀντιμετωπισθοῦν μὲ τὴ μόρφωση  καὶ τὴν τριβὴ τοῦ ποιμνίου στὴν ἐκκλησιαστικὴ γλώσσα. Αὐτὰ πρέπει νὰ ζυγισθοῦν στὴν πιὸ εὐαίσθητη πλάστιγγα ἀκριβείας (πλάστιγγα φαρμακείου) γιὰ νὰ ἐξακριβωθεῖ ἀμερόληπτα πρὸς τὰ ποὺ βαραίνει περισσότερο ἡ πλάστιγγα .

 Νὰ ἐξετάσει ψυχολογικὰ  ἐκ τῶν προτέρων  τους ἰσχυριζόμενους   τὴ μετάφραση  τῶν Ἐκκλησιαστικῶν  κειμένων  ἂν  θὰ ἀλλάξουν  πρὸς τὸ καλὸ ἢ θὰ  μείνουν καὶ πάλι ἀδιάφοροι; Στὴ πράξη διαψεύσθηκαν πολλὲς φορές, Πολλοὶ ζήτησαν νὰ μετεφρασθεῖ τὸ Εὐαγγέλιο στὴν κοινὴ γλώσσα γιὰ νὰ τὸ διαβάζουν κατ’ οἶκον, ἀλλὰ δεν φάνηκαν συνεπεῖς ὅταν μεταφράστηκε . Πολλά εἶναι προφάσεις γιὰ νὰ δικαιολογοῦνται  γιὰ τὴ παράληψη τῶν θρησκευτικῶν  των  καθηκόντων .

Ἡ Ἐκκλησία νὰ  ἀντιμετωπίσει τό θέμα κατόπιν μακρᾶς προετοιμασίας  μὲ πολὺ σύνεση ἐπ’ ὠφελεία τῆς σωτηρίας τῶν πιστῶν καὶ τῆς διατηρήσεως τῶν ἐκκληστικῶν κεμένων κατὰ τὸ μέτρο τοῦ δυνατοῦ τῶν ἀρχῶν τῆς Ἱερῆς της Παράδοσης. Πρὸς τὸ παρὼν νὰ δραστηριοποιηθεῖ σὲ ἁπλὲς μεταφράσεις γιὰ βοηθήματα τῶν ἐκκλησιαζομένων καὶ σὲ τακτικὲς ὁμιλίες ἑρμηνείας καὶ ἀναλύσεως ὅλων  τῶν ἐκκλησιαστικῶν κειμένων, ὕμνων καὶ ἱερῶν ἀκολουθιῶν  τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας.

Ἀνώδεινη λύση δίδεται στο πρόβλημα αὐτό, εάν, σύμφωνα με τις δημοκρατικές ἀρχές, ἀνεβάσουμε σέ  ὅλες τίς τάξεις τοῦ λαοῦ  τήν πνευματική στάθμη  αὐτοῦ  στή μάθηση, στήν  τριβή καί στήν ἐξάσκηση  του στήν  γνήσια Ἑλληνική γλῶσσα.

 

 


[1]Περίληψη άπό τήνεἰσήγηση του Παπακυριάκου Κυριάκου, στή Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης  στό μαθημα της Λειτουργικης. Βελτιάθηκα και με σκέψεις του 2010

[2]Περίληψη ἀπό τήνεἰσήγηση του Παπακυριάκου Κυριάκου, στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης  στο μαθημα της Λειτουργικης 

[3]Περίληψη ἀπό τήνεἰσήγηση του Παπακυριάκου Κυριάκου, στη Θεολογική Σχολή του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης  στο μαθημα της Λειτουργικης

Η ΘΕΙΑ Λειτουργία αποτελεί το κέντρο της ορθόδοξης λατρείας. Είναι το μεγαλύτερο μυστήριο της Εκκλησίας μας, το μυστήριο της παρουσίας του Χριστού ανάμεσά μας. Γι' αυτό και παραμένει πάντα η μοναδική ελπίδα αληθινής ζωής για τον άνθρωπο. Στον πνευματικό χώρο της θείας Λειτουργίας μας εισάγει αριστοτεχνικά ο άγιος Νικόλαος Καβάσιλας, μεγάλος μυστικός θεολόγος και κορυφαίος θεωρητικός της λειτουργικοπνευματικής ζωής, ο σημαντικότερος εκπρόσωπος του ορθόδοξου ανθρωπισμού του 14ου αιώνα.
Ο θεόπνευστος λόγος του αγίου ανοίγει τα πνευματικά μας μάτια, κάνοντάς μας ικανούς να πλησιάσουμε με αίσθηση ψυχής τη θεία Λειτουργία και να γίνουμε ουσιαστικοί συμμέτοχοί της, όχι παθητικοί θεατές της. Έτσι θα μπορέσουμε ν ανταποκριθούμε με επίγνωση στο ευφρόσυνο κάλεσμα που η μητέρα μας Εκκλησία επαναλαμβάνει σε κάθε ευχαριστιακή της σύναξη: «Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος».
ΕΡΓΟ της θείας Λειτουργίας είναι η μεταβολή των δώρων που προσφέρουν οι πιστοί – του άρτου και του οίνου – σε σώμα και αίμα Χριστού. Και σκοπός της είναι ο αγιασμός των πιστών, οι οποίοι με τη θεία μετάληψη αποκομίζουν την άφεση των αμαρτιών τους, την κληρονομία της βασιλείας των ουρανών και κάθε πνευματικό αγαθό. Σ αυτό το έργο και το σκοπό συμβάλλουν οι προσευχές, οι ψαλμωδίες, τα αγιογραφικά αναγνώσματα και όλα εκείνα που τελούνται και λέγονται στη διάρκεια της Λειτουργίας. Μέσα σε αυτά είναι σαν να βλέπουμε σε ένα πίνακα ζωγραφισμένη ολόκληρή τη ζωή του Χριστού, από την αρχή ως το τέλος της. Γιατί ο καθαγιασμός των δώρων, η ίδια δηλαδή η θυσία, διακηρύσσει τον θάνατο, την ανάσταση και την ανάληψή Του, καθώς τα δώρα αυτά μεταβάλλονται στο ίδιο το σώμα του Κυρίου, δηλαδή την έλευσή Του στον κόσμο, τη δημόσια εμφάνισή Του, τα θαύματα και τη διδασκαλία Του. Κι εκείνα που έπονται της θυσίας, συμβολίζουν την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στους Αποστόλους, την επιστροφή των ανθρώπων στο Θεό και την κοινωνία τους μαζί Του.
Οι πιστοί που εκκλησιάζονται και συμμετέχουν σε όλα αυτά με προσηλωμένο το νου, γίνονται πιο σταθεροί στην πίστη, πιο θερμοί στην ευλάβεια και την αγάπη τους προς τον Θεό. Με τέτοιες λοιπόν διαθέσεις αξιώνονται να πλησιάσουν και τη φωτιά των μυστηρίων και να μεταλάβουν με κάθε ασφάλεια και οικειότητα. Αυτό είναι συνοπτικά το νόημα της Θείας Λειτουργίας. Ας την εξετάσουμε τώρα όσο μπορούμε λεπτομερέστερα, αρχίζοντας με εκείνα που τελούνται στην αγία Πρόθεση [Ειδικός χώρος που βρίσκεται αριστερά από την αγία τράπεζα, όπου τοποθετούνται (προτίθενται-πρόθεση) τα δώρα που προσφέρουν (προσκομίζουν-προσκομιδή) οι πιστοί για τη θεία Ευχαριστία. Εδώ γίνεται η αναγκαία προετοιμασία τους από τον λειτουργό ιερέα].

 

Η ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗ
Το ψωμί και το κρασί που προσφέρουν οι πιστοί για τη λειτουργία, και τα οποία συμβολίζουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, δεν τοποθετούνται από την αρχή στο Θυσιαστήριο για τη θυσία, αλλά πρώτα τοποθετούνται στην αγία Πρόθεση και αφιερώνονται στο Θεό σαν δώρα τίμια – αυτή είναι πλέον και η ονομασία τους. Προσφέρουμε στο Θεό ψωμί και κρασί, γιατί αυτά αποτελούν τροφή αποκλειστικά ανθρώπινη, με την οποία συντηρείται και εκδηλώνεται η ζωή μας. Για αυτό και πιστεύεται πως, όταν προσφέρει κανείς τροφή, είναι σαν να προσφέρει την ίδια τη ζωή. Επειδή λοιπόν με τα μυστήρια ο Θεός μας χαρίζει την ανθρώπινη ζωή, ήταν φυσικό και το δικό μας δώρο να είναι κατά κάποιο τρόπο ζωή, για να μην είναι αταίριαστη η προσφορά μας με την ανταπόδοση του Θεού, αλλά να έχει κάτι συγγενικό. Άλλωστε ο Κύριος παρήγγειλε να Του προσφέρουμε ψωμί και κρασί, κι Αυτός πάλι μας ανταποδίδει «άρτον ουράνιον» και «ποτήριον ζωής». Θέλησε να Του προσφέρουμε εμείς εφόδια της πρόσκαιρης ζωής, κι Εκείνος να μας αντιπροσφέρει την αιώνια ζωή. Για να φανούν έτσι η χάρη Του σαν αμοιβή και το αμέτρητο έλεός Του σαν πράξη δικαιοσύνης.
Ο ιερέας αφού πάρει στα χέρια του τον άρτο, από τον οποίο θα κόψει το ιερό τμήμα που θα μεταβληθεί σε σώμα Χριστού, λέει: «Εις ανάμνησιν του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού». Τα λόγια αυτά αναφέρονται σε όλη τη λειτουργία και ανταποκρίνονται στην παραγγελία που άφησε ο Χριστός όταν παρέδωσε το μυστήριό της Θείας Ευχαριστίας: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22:19). Αλλά ποια είναι αυτή η ανάμνηση; Πως θα θυμηθούμε τον Κύριο στη Λειτουργία και τι θα διηγηθούμε για Αυτόν; Μήπως εκείνα που Τον απέδειξαν Θεό παντοδύναμο; Ότι δηλαδή ανέστησε νεκρούς, χάρισε το φως σε τυφλούς, πρόσταξε τους ανέμους να κοπάσουν, χόρτασε χιλιάδες ανθρώπους με λίγα ψωμιά; Όχι, ο Χριστός δεν ζήτησε να θυμόμαστε αυτά, αλλά μάλλον εκείνα που φανερώνουν αδυναμία, δηλαδή τη σταύρωση, το πάθος, το θάνατο. Γιατί τα πάθη ήταν πιο αναγκαία από τα θαύματα. Τα πάθη του Χριστού μας προξενούν τη σωτηρία και την ανάσταση, ενώ τα θαύματά Του αποδεικνύουν μόνο ότι Αυτός είναι ο αληθινός Σωτήρας.
Αφού λοιπόν ο ιερέας πεί, «Εις ανάμνησιν του Κυρίου…», προσθέτει εκείνα που δηλώνουν τη σταύρωση και το θάνατο. Τεμαχίζει δηλαδή με το μαχαίρι τον άρτο, λέγοντας την προφητεία: «Σάν πρόβατο οδηγήθηκε στην σφαγή. Και σαν αρνί αμώμητο, που παραμένει άφωνο μπροστά σ αυτόν που το κουρεύει, έτσι κι Αυτός δεν ανοίγει το στόμα Του. Καταδικάστηκε σε ταπεινωτικό θάνατο και Του αρνήθηκαν δίκαιη κρίση. Και ποιός μπορεί να μας μιλήσει για την καταγωγή του; Γιατί εξαλείφθηκε η ζωή Του από το πρόσωπο της γης» (Ησ. 53:7-8). Κι αφού εναποθέσει στο άγιο Δισκάριο το ιερό τμήμα που έκοψε (Αμνό), προσθέτει τα λόγια: «Θυσιάζεται ο Αμνός του Θεού, που παίρνει επάνω Του την αμαρτία των ανθρώπων» (πρβλ. Ιω. 1:29). Μετά χαράζει πάνω στον Αμνό το σημείο του σταυρού, δείχνοντας έτσι τον τρόπο που έγινε η θυσία: με το σταυρό. Ύστερα, με το μαχαίρι που έχει σχήμα λόγχης, κεντάει τον Αμνό στο δεξί μέρος και λέει: «Ένας από τους στρατιώτες Του τρύπησε την πλευρά με τη λόγχη». Και χύνοντας μέσα στο άγιο Ποτήριο κρασί και νερό, συμπληρώνει: «κι αμέσως βγήκε αίμα και νερό» (Ιω. 19:34).
Ο ιερέας συνεχίζει την Προσκομιδή. Αφαιρεί τώρα μικρά κομματάκια (μερίδες) από τους υπόλοιπους άρτους, και σαν δώρα ιερά τα τοποθετεί στο άγιο Δισκάριο, λέγοντας για το καθένα: «Εις δόξαν της Παναγίας του Θεού Μητρός», ή «Εις πρεσβείαν του τάδε ή του τάδε Αγίου» ή «Εις άφεσιν αμαρτιών των τάδε ζώντων ή των τάδε τεθνεώτων». Τι σημαίνουν αυτά; Ευχαριστία στο Θεό και ικεσία. Γιατί με τα δώρα μας είτε ανταποδίδουμε στον ευεργέτη την ευεργεσία που μας έκανε είτε καλοπιάνουμε κάποιον για να μας ευεργετήσει. Έτσι και εδώ η Εκκλησία, με τα δώρα που προσφέρει στο Θεό, Τον ευχαριστεί γιατί στα πρόσωπα των Αγίων της της δόθηκαν η άφεση των αμαρτιών και η βασιλεία των ουρανών. Και Τον ικετεύει να δοθούν αυτά τα αγαθά και στα παιδιά της που ακόμα ζούν και το τέλος τους είναι αβέβαιο, καθώς επίσης και σε εκείνα που έχουν πεθάνει, αλλά με ελπίδες όχι τόσο καλές και σίγουρες. Για αυτό λοιπόν μνημονεύει ονομαστικά πρώτα τους Αγίους, έπειτα τους ζώντες και τέλος τους κεκοιμημένους. Και για τους Αγίους ευχαριστεί, ενώ για τους άλλους ικετεύει.
Τα όσα ειπώθηκαν και έγιναν πάνω στον Αμνό, για να συμβολίσουν το θάνατο του Κυρίου, είναι απλές περιγραφές και σύμβολα. Ο Αμνός παρέμεινε άρτος, μόνο που τώρα έγινε δώρο αφιερωμένο στο Θεό, και συμβολίζει το σώμα του Χριστού στην πρώτη Του ηλικία. Για αυτό ο ιερέας αναπαριστά τα θαύματα που έγιναν στον νεογέννητο Κύριο στη φάτνη. Βάζει πάνω στον άρτο τον λεγόμενο Αστερίσκο και λέει: «Και να, το αστέρι ήρθε και στάθηκε πάνω από τον τόπο, όπου ήταν το Παιδί» (Ματθ. 2:9). Ύστερα σκεπάζει το Δισκάριο και το Ποτήριο με πολυτελή καλύμματα και θυμιάζει. Γιατί αρχικά ήταν συγκαλυμμένη η δύναμη του Χριστού, μέχρι τον καιρό που Αυτός άρχισε να θαυματουργεί, και ο Θεός Πατέρας έδινε τη μαρτυρία Του από τον ουρανό.
Αφού λοιπόν ολοκληρωθεί η Προσκομιδή, ο λειτουργός έρχεται στο Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστά στην αγία Τράπεζα και αρχίζει τη Λειτουργία.

Η ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ
Δοξολογία
«Ευλογημένη η βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος…». Μ αυτή τη δοξολογία αρχίζει ο ιερέας τη Λειτουργία. Γιατί και οι ευγνώμονες δούλοι το ίδιο κάνουν όταν παρουσιάζονται στον κύριό τους. Πρώτα-πρώτα δηλαδή τον εγκωμιάζουν, κι έπειτα τον παρακαλούν για τις δικές τους υποθέσεις. Και ποια είναι η πρώτη αίτηση του ιερέα; «Υπέρ της άνωθεν ειρήνης και της σωτηρίας των ψυχών ημών». Λέγοντας ειρήνη, δεν εννοεί μόνο τη μεταξύ μας ειρήνη, όταν δηλαδή δεν μνησικακούμε εναντίον κανενός, αλλά και την ειρήνη προς τους εαυτούς μας, όταν δηλαδή η καρδιά μας δεν μας κατηγορεί για τίποτα. Την αρετή της ειρήνης, βέβαια, την έχουμε πάντοτε ανάγκη, μά ιδιαίτερα την ώρα της προσευχής, γιατί χωρίς αυτήν κανείς δεν μπορεί να προσευχηθεί σωστά και να απολαύσει κάποιο καλό από την προσευχή του.
Στη συνέχεια παρακαλούμε για την Εκκλησία, για το κράτος και τους άρχοντες, για όσους βρίσκονται σε κινδύνους, για όλους γενικά τους ανθρώπους. Και δεν προσευχόμαστε μόνο για ό,τι ενδιαφέρει την ψυχή, αλλά και για τα αναγκαία υλικά αγαθά – «υπέρ ευκρασίας αέρων, ευφορίας των καρπών της γης…». Γιατί ο Θεός είναι ο αίτιος και χορηγός όλων, και σ Αυτόν μόνο πρέπει να έχουμε στραμμένα τα βλέμματά μας. Σε όλες τις αιτήσεις οι πιστοί επαναλαμβάνουν μία μόνο φράση, το «Κύριε, ελέησον». Το να ζητάμε το έλεος του Θεού ισοδυναμεί με το να ζητάμε τη βασιλεία Του. Γι' αυτό και οι πιστοί αρκούνται σ αυτή τη δέηση, γιατί αυτή τα περιλαμβάνει όλα.
Έπειτα αρχίζουν οι ψαλμωδίες που περιέχουν θεόπνευστα λόγια από τους Προφήτες. Τα αντίφωνα -έτσι λέγονται- μας αγιάζουν και μας προπαρασκευάζουν για το μυστήριο. Ταυτόχρονα όμως μας θυμίζουν τα πρώτα χρόνια της παρουσίας του Χριστού στη γη, τότε που Εκείνος δεν φαινόταν ακόμα στον πολύ κόσμο, και για αυτό ήταν απαραίτητα τα προφητικά λόγια. Όταν αργότερα εμφανίστηκε ο Ίδιος, δεν υπήρχε πλέον ανάγκη των προφητών, αφού Τον έδειχνε παρόντα ο Βαπτιστής Ιωάννης.
Την ώρα που ψάλλεται το τρίτο αντίφωνο, γίνεται η είσοδος του Ευαγγελίου με τη συνοδεία λαμπάδων. Το Ευαγγέλιο το κρατάει ο διάκονος ή, αν δεν υπάρχει διάκονος, ο ιερέας. Ενώ λοιπόν αυτός πρόκειται να εισέλθει στο Ιερό, στέκεται σε μικρή απόσταση από την Ωραία Πύλη και παρακαλεί τον Θεό να τον συνοδεύσουν άγιοι άγγελοι, για να γίνουν συμμέτοχοί του στην ιερουργία και τη δοξολογία. Στη συνέχεια σηκώνει ψηλά το Ευαγγέλιο, το δείχνει στους πιστούς και, αφού εισέλθει στο Θυσιαστήριο, το αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
Η ύψωση του Ευαγγελίου συμβολίζει την ανάδειξη του Κυρίου όταν άρχισε να εμφανίζεται στα πλήθη. Γιατί με το Ευαγγέλιο δηλώνεται ο ίδιος ο Χριστός. Τώρα λοιπόν που φανερώνεται ο Χριστός, κανείς δεν προσέχει τα λόγια των Προφητών, Γι' αυτό, μετά τη μικρή Είσοδο, ψάλλουμε ό,τι έχει σχέση με την καινούρια ζωή που έφερε ο Χριστός. Υμνούμε τον ίδιο τον Χριστό για όσα έκανε για μας. Εγκωμιάζουμε επίσης την Παναγία ή άλλους Αγίους, ανάλογα με την εορτή ή τον Άγιο που τιμά η Εκκλησία κάθε φορά.
Ανυμνούμε τέλος τον ίδιο τον Τριαδικό Θεό, ψάλλοντας: «Άγιος ο Θεός, άγιος ισχυρός, άγιος αθάνατος, ελέησον ημάς». Το «Άγιος, άγιος, άγιος…» αποτελεί τον ύμνο των αγγέλων (Ησ. 6:3). Και τα «Θεός», «ισχυρός» και «αθάνατος» είναι λόγια του προφήτη Δαβίδ: «Εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν, τον ισχυρόν, τον ζώντα» (Ψαλμ. 41:3). Ψάλλουμε τον Τρισάγιο Ύμνο μετά την είσοδο του Ευαγγελίου, για να διακηρύξουμε πως με την έλευση του Χριστού άγγελοι και άνθρωποι ενώθηκαν και αποτελούν πλέον μία Εκκλησία.
Αμέσως μετά ο ιερέας παραγγέλλει σε όλους να μη στέκονται με οκνηρία, αλλά να έχουν προσηλωμένο το νου τους σε εκείνα που θα ακολουθήσουν. Αυτό σημαίνει το «Πρόσχωμεν». Και με το «Σοφία» υπενθυμίζει στους πιστούς τη σοφία με την οποία πρέπει να συμμετέχουν στη Λειτουργία. Αυτή είναι οι καλοί λογισμοί που έχουν όσοι είναι πλούσιοι σε πίστη και ξένοι από καθετί ανθρώπινο. Είναι πράγματι ανάγκη να παρακολουθούμε τη Λειτουργία με τους πρέποντες λογισμούς, αν βέβαια θέλουμε να μην χάνουμε άδικα τον καιρό μας. Επειδή όμως κάτι τέτοιο δεν είναι εύκολο, χρειάζεται και η δική μας προσοχή και η εξωτερική υπενθύμιση, ώστε να ξανασυγκεντρώνουμε το νου μας, που συνεχώς ξεχνιέται και παρασύρεται σε μάταιες φροντίδες.
Επίσης και η εκφώνηση «Ορθοί» περιέχει παραίνεση. Θέλει μπροστά στο Θεό να στεκόμαστε πρόθυμοι, με ευλάβεια και ζήλο πολύ. Και πρώτο σημάδι αυτού του ζήλου είναι η όρθια στάση του σώματός μας. Ύστερα από αυτές τις εκφωνήσεις, διαβάζονται το Αποστολικό και το Ευαγγελικό ανάγνωσμα. Αυτά δηλώνουν τη φανέρωση του Κυρίου, όπως γινόταν σιγά-σιγά μετά την πρώτη Του εμφάνιση στους ανθρώπους. Στη μικρή Είσοδο το Ευαγγέλιο ήταν κλειστό και συμβόλιζε το διάστημα των τριάντα πρώτων ετών του Κυρίου, τότε που ο Ίδιος ακόμα σιωπούσε. Τώρα όμως που διαβάζονται τα αναγνώσματα, έχουμε την πληρέστερη αποκάλυψή Του, με όσα ο Ίδιος δίδασκε δημόσια και με όσα πρόσταζε τους Αποστόλους να κηρύσσουν.
Μεγάλη Είσοδος
Σε λίγο ο λειτουργός θα προχωρήσει πλέον στη θυσία, και πρέπει τα δώρα που πρόκειται να θυσιαστούν, να τοποθετηθούν στην αγία Τράπεζα. Για αυτό έρχεται τώρα στην Πρόθεση, παίρνει τα τίμια δώρα, τα κρατάει στο ύψος του κεφαλιού του και βγαίνει από το Ιερό. Προχωρώντας με πολλή κοσμιότητα και με βήμα αργό, τα περιφέρει στο ναό, ανάμεσα στο πλήθος, συνοδευόμενος από λαμπάδες και θυμιάματα. Τελικά εισέρχεται στο θυσιαστήριο και τα αποθέτει στην αγία Τράπεζα.
Στο πέρασμα του ιερέα οι πιστοί ψάλλουν και προσκυνούν με κάθε σεβασμό παρακαλώντας να τους μνημονεύει την ώρα που θα προσφέρει στο Θεό τα τίμια δώρα. Γιατί ξέρουν πως δεν υπάρχει αποτελεσματικότερη ικεσία από τούτη τη φρικτή θυσία, που καθάρισε δωρεάν όλες τις αμαρτίες του κόσμου (Χαρακτηριστικό λειτουργικό στοιχείο της Μεγάλης Εισόδου είναι ο Χερουβικός Ύμνος, που ψάλλεται σε αργό μέλος από το χορό: «Οι τα Χερουβίμ μυστικώς εικονίζοντες και τη ζωοποιώ Τριάδι τον τρισάγιον ύμνον προσάδοντες, πάσαν την βιοτικήν αποθώμεθα μέριμναν, ως τον βασιλέα των όλων υποδεξόμενοι, ταις αγγελικαίς αοράτως δορυφορούμενον τάξεσιν. Αλληλούια». Δηλαδή: «Εμείς που μυστικά εικονίζουμε τα Χερουβείμ και ψάλλουμε στη ζωοποιό Τριάδα τον τρισάγιο ύμνο, ας αφήσουμε κάθε βιοτική μέριμνα, για να υποδεχθούμε τον Βασιλιά των όλων, που αόρατα συνοδεύεται από τα αγγελικά τάγματα. Αλληλούια»). Η μεγάλη Είσοδος συμβολίζει την πορεία του Χριστού προς την Ιερουσαλήμ, όπου έπρεπε να θυσιαστεί. Καθισμένος τότε πάνω σε ζώο, έμπαινε στην Αγία Πόλη, συνοδευόμενος και υμνούμενος από τα πλήθη.
Σύμβολο της πίστεως
Ο ιερέας καλεί τώρα τους πιστούς να προσευχηθούν «υπέρ των προτεθέντων τιμίων δώρων»: «Ας παρακαλέσουμε τον Θεό να αγιαστούν τα τίμια δώρα που είναι μπροστά μας, ώστε να εκπληρωθεί έτσι ο αρχικός μας σκοπός». Ύστερα, αφού προσθέσει και άλλες αιτήσεις, παρακινεί όλους να έχουν μεταξύ τους ειρήνη («Ειρήνη πάσι») και αγάπη («Αγαπήσωμεν αλλήλους…»). Κι επειδή τη μεταξύ μας αγάπη ακολουθεί η αγάπη στο Θεό και η τέλεια και ζωντανή μας πίστη σ Αυτόν, Γι' αυτό, αμέσως μετά ομολογούμε τον αληθινό Θεό: «Πατέρα, Υιόν και άγιον Πνεύμα, Τριάδα ομοούσιον και αχώριστον».
«Τας θύρας, τας θύρας· εν σοφία πρόσχωμεν», συμπληρώνει ο λειτουργός. Μ αυτό θέλει να πεί: «Ανοίξτε διάπλατα όλες τις πόρτες, δηλαδή τα στόματα και τα αυτιά σας, στην αληθινή σοφία, δηλαδή σε όσα υψηλά μάθατε και πιστεύετε για το Θεό. Αυτά συνεχώς να λέτε και να ακούτε, και μάλιστα με ζήλο και προσοχή». Τότε οι πιστοί απαγγέλλουν δυνατά το Σύμβολο της Πίστεως («Πιστεύω εις έναν Θεόν…») .
Αγία αναφορά
«Στώμεν καλώς· στώμεν μετά φόβου. Πρόσχωμεν την αγίαν αναφοράν εν ειρήνη προσφέρειν», προτρέπει πάλι ο ιερέας. Δηλαδή: «Ας σταθούμε γερά σε όσα ομολογήσαμε με το «Πιστεύω…», χωρίς να κλονιζόμαστε από τους αιρετικούς. Ας σταθούμε με φόβο, γιατί είναι μεγάλος ο κίνδυνος να πλανηθούμε. Όταν έτσι σταθεροί παραμένουμε στην πίστη, τότε ας προσφέρουμε τα δώρα μας στο Θεό με ειρήνη». Στο σημείο αυτό οι πιστοί πρέπει να έχουν στο νου τους και τα λόγια του Κυρίου: «Αν προσφέρεις το δώρο σου στο θυσιαστήριο και θυμηθείς ότι κάποιος κάτι έχει εναντίον σου, συμφιλιώσου πρώτα μαζί του, και μετά έλα να προσφέρεις το δώρο σου» (Ματθ. 5:23 -24).
Αφού λοιπόν ο ιερέας ανυψώσει τις ψυχές και τα φρονήματα των πιστών από τα επίγεια προς τα ουράνια, αρχίζει την ευχαριστήρια προσευχή. Μιμείται έτσι τον πρώτο Ιερέα, τον Χριστό, που ευχαρίστησε το Θεό Πατέρα προτού παραδώσει το μυστήριό της θείας Ευχαριστίας. Τον δοξολογεί τώρα κι αυτός και Τον υμνεί μαζί με τους αγγέλους. Τον ευγνωμονεί για όλες τις ευχαριστίες που μας έκανε από την αρχή της δημιουργίας. Τον ευχαριστεί ιδιαίτερα για την έλευση του Μονογενούς Του Υιού στον κόσμο και για την παράδοση του μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας. Διηγείται μάλιστα και τα σχετικά με τον Μυστικό Δείπνο, επαναλαμβάνοντας τα ίδια τα λόγια του Κυρίου: «Λάβετε, φάγετε… Πίετε εξ αυτού πάντες…» (Ματθ. 26:26–27).
Ο ιερέας, αφού πεί, «Έχοντας λοιπόν στο νου μας αυτή τη σωτήρια εντολή και όλα όσα έχουν γίνει για μας, δηλαδή τη σταύρωση, την ταφή, την τριήμερη ανάσταση, την ανάληψη στους ουρανούς, την ενθρόνιση στα δεξιά του Πατέρα, τη δεύτερη και ένδοξη πάλι παρουσία», καταλήγει με την εκφώνηση: «Τα σά εκ των σών σοί προσφέροντες κατά πάντα και δια πάντα, σε υμνούμεν, σε ευλογούμεν, σοί ευχαριστούμεν, Κύριε, και δεόμεθά σου, ο Θεός ημών». Με τούτα τα λόγια είναι σαν να λέει στον ουράνιο Πατέρα: «Σου προσφέρουμε την ίδια εκείνη προσφορά που ο ίδιος ο Μονογενής Σου Υιος πρόσφερε σ Εσένα, το Θεό και Πατέρα. Και προσφέροντας την, Σ ευχαριστούμε, γιατί κι Εκείνος προσφέροντας την Σ ευχαριστούσε. Τίποτα δικό μας δεν προσθέτουμε σ αυτή την προσφορά των δώρων. Γιατί δεν είναι δικά μας έργα τούτα τα δώρα, αλλά δικά Σου δημιουργήματα. Ούτε και δική μας επινόηση είναι αυτός ο τρόπος της λατρείας, αλλά Εσύ μας τον δίδαξες κι Εσύ μας παρακίνησες να Σε λατρεύουμε με αυτόν τον τρόπο. Γι' αυτό, όσα Σου προσφέρουμε, είναι εξ ολοκλήρου δικά Σου. . . ».
Την ίδια στιγμή ο ιερέας προσπίπτει και ικετεύει θερμά το Θεό. Παρακαλεί για τα δώρα που έχει μπροστά του, ώστε να δεχθούν το πανάγιο και παντοδύναμο Πνεύμα Του και να μεταβληθούν ο μεν άρτος στο ίδιο το άγιο σώμα του Χριστού, ο δε οίνος στο ίδιο το άχραντο αίμα Του. Μετά απ αυτές τις ευχές, η θεία ιερουργία ολοκληρώθηκε! Τα δώρα αγιάστηκαν! Η θυσία πραγματοποιήθηκε! Το μεγάλο θύμα και σφάγιο, που θυσιάστηκε για χάρη του κόσμου, βρίσκεται μπροστά στα μάτια μας, πάνω στην αγία Τράπεζα! Γιατί ο άρτος δεν είναι πλέον τύπος του Δεσποτικού σώματος. Είναι το ίδιο το πανάγιο σώμα του Κυρίου που δέχτηκε όλες εκείνες τις προσβολές, τα ραπίσματα, τα φτυσίματα, τις πληγές, τη χολή, τη σταύρωση. Και ο οίνος είναι το ίδιο το αίμα που ξεπήδησε όταν σφαζόταν το σώμα. Αυτό είναι το σώμα, αυτό είναι το αίμα που έλαβε σύσταση από το Άγιο Πνεύμα, που γεννήθηκε από τον Παρθένο Μαρία, που θάφτηκε, αναστήθηκε την τρίτη ημέρα, ανέβηκε στους ουρανούς και κάθησε στα δεξιά του Πατέρα. Και πιστεύουμε πως έτσι είναι, γιατί ο ίδιος ο Κύριος είπε: «Τούτο εστί το σώμα μου… τούτο εστί το αίμα μου» (Μαρκ. 14:22, 24). Και γιατί ο Ίδιος παρήγγειλε στους Αποστόλους και σ όλη την Εκκλησία: «Τούτο ποιείτε εις την εμήν ανάμνησιν» (Λουκ. 22:19). Δεν θα πρόσταζε να επαναλαμβάνουν αυτό το μυστήριο, αν δεν είχε σκοπό να τους δώσει δύναμη να το επιτελούν. Και ποια είναι η δύναμη; Το Άγιο Πνεύμα. Αυτό είναι που με το χέρι και τη γλώσσα των ιερέων τελεσιουργεί τα μυστήρια. Ο λειτουργός είναι υπηρέτης της χάριτος του αγίου Πνεύματος, χωρίς να προσφέρει τίποτε από τον εαυτό του. Γι' αυτό και δεν έχει σημασία αν τύχει να είναι ο ίδιος γεμάτος αμαρτίες. Κάτι τέτοιο δεν νοθεύει την προσφορά των δώρων, τα οποία είναι πάντοτε ευάρεστα στο Θεό. Όπως κι ένα φάρμακο που κατασκευάστηκε από άνθρωπο άσχετό με την ιατρική επιστήμη, δεν χάνει τη θεραπευτική του δράση, αρκεί μόνο να κατασκευάστηκε σύμφωνα με τις οδηγίες του γιατρού.
Αφού λοιπόν συμπληρωθεί η θυσία, ο ιερέας, βλέποντας μπροστά του το ενέχυρο της θείας φιλανθρωπίας, τον Αμνό του Θεού, ευχαριστεί και ικετεύει. Ευχαριστεί το Θεό για όλους τους αγίους, γιατί στο πρόσωπό τους η Εκκλησία βρήκε εκείνο που ζητάει, τη βασιλεία των ουρανών. Ιδιαίτερα -«εξαιρέτως»- ευχαριστεί για την υπερευλογημένη Θεοτόκο και αειπάρθενο Μαρία, γιατί αυτή υπερβαίνει κάθε αγιοσύνη. Και ικετεύει ο ιερέας για όλους τους πιστούς -τους κεκοιμημένους και τους ζώντες- γιατί αυτοί δεν έφτασαν στην τελειότητα ακόμα κι έχουν ανάγκη από προσευχή.

 

Θεία Κοινωνία
Σε λίγο ο λειτουργός θα κοινωνήσει ο ίδιος και θα προσκαλέσει και τους πιστούς στα θεία Μυστήρια. Επειδή όμως δεν επιτρέπεται σε όλους ανεξαίρετα η θεία Μετάληψη, ο ιερέας, υψώνοντας τον ζωοποιό Άρτο και δείχνοντάς Τον, εκφωνεί: «Τα άγια τοις αγίοις». Είναι σαν να λέει: «Να ο Άρτος της ζωής! Τον βλέπετε. Λοιπόν, τρέξτε να τον μεταλάβετε. Όχι όμως όλοι, αλλά όποιος είναι άγιος. Γιατί τα άγια επιτρέπονται μόνο στους αγίους». Αγίους εδώ εννοεί όχι μόνο εκείνους που έφτασαν στην τελειότητα της αρετής, αλλά κι εκείνους που αγωνίζονται να φτάσουν σ αυτήν, έστω κι αν ακόμα υστερούν. Για αυτό οι χριστιανοί, αν δεν πέφτουν σε θανάσιμα αμαρτήματα που τους εμποδίζουν από το Χριστό και τους νεκρώνουν πνευματικά, δεν έχουν κανένα εμπόδιο να κοινωνούν [Άλλωστε η θεία Λειτουργία γίνεται για να κοινωνούν οι πιστοί. Όπως λέει ο Μέγας Βασίλειος, «το να κοινωνεί κανείς και να μεταλαμβάνει κάθε μέρα το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού, είναι καλό και ωφέλιμο». Η συχνή θεία Κοινωνία, όμως, προϋποθέτει τον συνεχή πνευματικό αγώνα και την κατάλληλη προετοιμασία (νήψη-προσευχή, μετάνοια-εξομολόγηση κ. λπ. )].
Στην εκφώνηση του ιερέα, «Τα άγια τοις αγίοις», οι πιστοί αποκρίνονται δυνατά: «Εις άγιος, εις Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν Θεού Πατρός». Γιατί κανείς δεν έχει την αγιότητα από μόνος του, ούτε είναι και κατόρθωμα της ανθρώπινης αρετής, αλλά, όλοι από τον Χριστό την αντλούν. Και όπως, αν κάτω από τον ήλιο τοποθετηθούν πολλοί καθρέφτες, όλοι ακτινοβολούν, και νομίζεις ότι βλέπεις πολλούς ήλιους, ενώ στην πραγματικότητα ένας είναι ο ήλιος που αστράφτει σε όλους τους καθρέφτες, έτσι και ο μόνος Άγιος, ο Χριστός, καθώς διαχέεται με τη μετάληψη μέσα στους πιστούς, φαίνεται σε πολλές ψυχές και παρουσιάζει πολλούς ως αγίους. Αυτός όμως είναι ο ένας και μοναδικός Άγιος.
Αφού λοιπόν μ αυτόν τον τρόπο συγκαλέσει ο λειτουργός τους πιστούς στο ιερό δείπνο, μεταλαμβάνει πρώτα ο ίδιος και οι άλλοι κληρικοί που βρίσκονται στο άγιο Βήμα. Προηγουμένως όμως χύνει θερμό νερό μέσα στο άγιο Ποτήριο, πράγμα που υποδηλώνει την κάθοδο του Αγίου Πνεύματος στην Εκκλησία. Γιατί αυτό το ζεστό νερό, επειδή και νερό είναι αλλά και φωτιά έχει μέσα του λόγω του βρασμού, φανερώνει το Άγιο Πνεύμα, το οποίο με «ύδωρ ζων» (Ιω. 7:38) το παρομοίασε ο Κύριος, και με τη μορφή της φωτιάς κατέβηκε στους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής. Στη συνέχεια ο ιερέας στρέφεται προς το εκκλησίασμα και, δείχνοντας τα Άγια, προσκαλεί όσους θέλουν να κοινωνήσουν, να προσέλθουν «μετά φόβου Θεού και πίστεως». Να μην καταφρονήσουν δηλαδή την ταπεινή εμφάνιση που έχουν το σώμα και το αίμα του Κυρίου, αλλά να πλησιάσουν έχοντας επίγνωση της αξίας των μυστηρίων και πιστεύοντας ότι αυτά προξενούν την αιώνια ζωή σ εκείνους που μεταλαμβάνουν.
Το σώμα και το αίμα του Χριστού είναι αληθινή τροφή και αληθινό ποτό. Και όταν τα μεταλαμβάνει κανείς, δεν μετατρέπονται αυτά σε ανθρώπινο σώμα, όπως γίνεται με τις συνηθισμένες τροφές, αλλά το ανθρώπινο σώμα μεταβάλλεται σε εκείνα. Όπως και το σίδερο, όταν έρθει σε επαφή με τη φωτιά, γίνεται κι αυτό φωτιά· δεν κάνει τη φωτιά σίδερο. Τη θεία Κοινωνία τη δεχόμαστε βέβαια με το στόμα, αλλά αυτή εισέρχεται πρώτα στην ψυχή κι εκεί πραγματοποιείται η ένωσή μας με το Χριστό, όπως λέει και ο Απόστολος Παύλος: «Εκείνος που ενώνεται με τον Κύριο, γίνεται ένα πνεύμα με Αυτόν» (Α΄ Κορ. 6:17). Χωρίς την ένωσή του με το Χριστό, ο άνθρωπος, από μόνος του, είναι ο παλαιός άνθρωπος, ο άνθρωπος που δεν έχει τίποτα κοινό με το Θεό.
Ποια όμως είναι εκείνα που ζητάει από εμάς ο Χριστός για να μας αγιάσει με τα θεία μυστήρια; Είναι η κάθαρση της ψυχής, η πίστη και η αγάπη στο Θεό, ο διακαής πόθος και η λαχτάρα μας για τη θεία Κοινωνία. Αυτά ελκύουν τον αγιασμό, κι έτσι πρέπει να κοινωνούμε. Γιατί πολλοί είναι εκείνοι που προσέρχονται στα μυστήρια, και όχι μόνο δεν ωφελούνται καθόλου, αλλά φεύγουν χρεωμένοι με αμέτρητες αμαρτίες.

 

Απόλυση
Αφού κοινωνήσουν οι πιστοί, εύχονται να παραμείνει μέσα τους ο αγιασμός που έλαβαν, και να μην προδώσουν τη χάρη ούτε να χάσουν τη δωρεά. Ο ιερέας τους καλεί τώρα να ευχαριστήσουν με ζήλο το Θεό για τη θεία Μετάληψη. Γι' αυτό λέει: «Ορθοί. . . αξίως ευχαριστήσωμεν τω Κυρίω». Όχι δηλαδή ξαπλωμένοι ούτε καθισμένοι, αλλά υψώνοντας την ψυχή και το σώμα προς Αυτόν. Και οι πιστοί με λόγια της Γραφής δοξολογούν το Θεό, που είναι αίτιος και χορηγός όλων των αγαθών: «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και έως του αιώνος» (Ψαλμ. 112:2). Αφού ψάλλουν τρεις φορές αυτόν τον ύμνο, ο ιερέας βγαίνει από το Θυσιαστήριο, στέκεται μπροστά στο πλήθος και απευθύνει την τελευταία ευχή: «Χριστός ο αληθινός Θεός ημών. . . ». Ζητάει από τον Κύριο να μας σώσει με το έλεός Του, γιατί από τον εαυτό μας δεν έχουμε να επιδείξουμε τίποτε άξιο σωτηρίας. Γι' αυτό και ως πρεσβευτές μνημονεύει πολλούς αγίους και ιδιαίτερα την παναγία Του Μητέρα.
Τέλος, ο λειτουργός μοιράζει το αντίδωρο. Αυτό έχει αγιαστεί, καθώς προέρχεται από τον αρχικό άρτο, που προσφέραμε στο Θεό για την τέλεση της θείας Ευχαριστίας. Οι πιστοί παίρνουν με ευλάβεια το αντίδωρο, φιλώντας το δεξί χέρι του ιερέα. Γιατί αυτό το χέρι, μόλις πριν, άγγιξε το πανάγιο σώμα του Χριστού, δέχτηκε από εκείνο τον αγιασμό και τον μεταδίδει τώρα σε όσους το ασπάζονται.
Εδώ η θεία Λειτουργία φτάνει στο τέλος της και το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας ολοκληρώνεται. Γιατί και τα δώρα, που προσφέραμε στο Θεό, αγιάστηκαν και τον ιερέα αγίασαν και στο υπόλοιπο πλήρωμα της Εκκλησίας μετέδωσαν τον αγιασμό. Για όλα αυτά, λοιπόν, στο Χριστό, στον αληθινό Θεό μας, πρέπει κάθε δόξα, τιμή και προσκύνηση, μαζί με τον άναρχο Πατέρα Του και το πανάγιο Πνεύμα Του, τώρα και πάντοτε και στην ατέλειωτη αιωνιότητα. Αμήν.

 

Πηγή: apfilipposgrammatikous.blogspot.com

Σελίδα 1 από 2

Δεν ξεχνώ

ΦΑΚΕΛΟΣ ΕΚΤΡΩΣΕΙΣ [1986 - 2016]: 30 Χρόνια από τήν ψήφιση…

Ιωάννης Θαλασσινός, Διευθυντής Π.Ε.ΦΙ.Π. 04-10-2017

Ποιός ἄραγε θυμᾶται τή θλιβερή ἐπέτειο τῆς ψήφισης, ἀπό τή Βουλή τῶν Ἑλλήνων, τοῦ ἐπαίσχυντου...

ΕΛΛΗΝΕΣ και ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ ΟΡΘΟΔΟΞΟΙ μποϊκοτάρετε τα προϊόντα εταιρειών που αφαιρούν…

Χριστιανική Εστία Λαμίας 03-10-2017

Οἱ μάσκες ἔπεσαν γιά ἀκόμα μιά φορά. Ἑταιρεῖες γνωστές στούς Ἕλληνες καταναλωτές ἀφαίρεσαν ἀπό τά...

Σύμφωνο Διαστροφικής Συμβίωσης

TIDEON 21-12-2015

Επιμένει να προκαλεί Θεό και ανθρώπους η ελληνική Κυβέρνηση, ψηφίζοντας στις 22 Δεκεμβρίου 2015 ως...

ΚΑΡΤΑ ΤΟΥ ΠΟΛΙΤΗ: Δεν θα γίνω ευκολόπιστο θύμα!

Tideon 14-12-2015

Η Κυβέρνηση μας μίλησε για την «αναγκαιότητα» και για τα πλεονεκτήματα της «Κάρτας του Πολίτη»...

Η καταιγίδα των αντιδράσεων για το «αντιρατσιστικό»

TIDEON 27-08-2014

  Λαμβάνουν διαστάσεις καταιγισμού οι αντιδράσεις πλήθους φορέων και πολιτών για το λεγόμενο «αντιρατσιστικό» νομοσχέδιο το...

Δεν θα γίνω «δωρητής» οργάνων χωρίς να το θέλω! …

tideon.org 02-05-2013

  Kαταθέτουμε την αρνητική δήλωση μας προς τον Εθνικό Οργανισμό Μεταμοσχεύσεων (ΕΟΜ). Ο νόμος αφήνει πολλά...

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές...

Tideon 31-12-2012

Ποια είναι η λύση αν πλήρωσες «τσουχτερές» τιμές στο Κυλικείο του Νοσοκομείου, του Αεροδρομίου, του...

Όχι, δεν θα φύγω

Νικόλαος Ἀνδρεαδάκης, ὁδηγός 03-04-2012

Εἶμαι νέος μὲ οἰκογένεια, ἔχω ὅλη τὴ ζωὴ μπροστά μου… Λόγῳ ἐπαγγέλματος ἔχω τὴ δυνατότητα...

ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων…

tideon 07-11-2011

  ΜΝΗΜΟΝΙΟ: Δεν ξεχνώ αυτούς που παρέδωσαν αμετάκλητα και άνευ όρων την ΕΘΝΙΚΗ ΚΥΡΙΑΡΧΙΑ και έκαναν...

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ...;

ΚΑΤΑΛΑΒΕΣ ΤΩΡΑ ... 15-02-2011

   Κατάλαβες τώρα ... γιατί σε λέγανε «εθνικιστή» όταν έλεγες πως αγαπάς την Πατρίδα σου;    Για να...

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου…

ΤΡΑΠΕΖΑ ΙΔΕΩΝ 25-12-2010

Τώρα πια γνωρίζω τους 10 τρόπους που τα ΜΜΕ μου κάνουν πλύση εγκεφάλου και πώς...