Σαν το πλήθος των άστρων που στολίζουν τον απέραντο ουρανό, και ακόμα περισσότεροι, είναι εκείνοι που αγάπησαν σ’ αυτή τη γη με όλη τους την καρδιά τον μοναδικό Βασιλιά ουρανού και γης, τον Δημιουργό όλου του κόσμου, τον Κύριό μας Ιησού Χριστό.
Ανάμεσα τους, άνδρες και γυναίκες, μεγάλοι και μικροί, πλούσιοι και φτωχοί, ασήμαντοι άνθρωποι αλλά και βασιλιάδες.
Αν και γνώριζαν όλοι ότι η αγάπη και η αφοσίωσή τους στον γλυκύ Ιησού υπήρχε περίπτωση να τους έφερνε αντιμέτωπους με τον μίσος των φανατικών ειδωλολατρών και κατά συνέπεια με φριχτά μαρτύρια που έφταναν ως τον θάνατο, ωστόσο, με τίποτε σ’ αυτή τη γη δεν ήθελαν να ανταλλάξουν το πιο πολύτιμο που έκαιγε μέσα στην καρδιά τους.
Τι ήταν αυτό;
Ήταν η απέραντη σαν τη θάλασσα και πιο πύρινη από τη λάβα, που βγαίνει από τα στήθη της γης, μέσα από τα ηφαίστεια, η γλυκιά αγάπη και θείος έρωτας στο Βασιλιά Χριστό, που έκαιγε μέρα - νύχτα, αδιάκοπα μέσα στην καρδιά τους.
Η απέραντη αυτή γλυκιά αγάπη που είχαν στην καρδιά τους, μαζί με το παράδειγμά τους, γινόταν φως, φως λαμπρό που φώτιζε και καθοδηγούσε αναρίθμητες ψυχές, που αναζητούσαν με αγωνία τον αληθινό δρόμο για την πραγματική ευτυχία σ’ αυτή τη γη αλλά και την απόκτηση της αιώνιας ζωής.
Έτσι, οι γλυκές αυτές ουράνιες υπάρξεις, μέσα στις οποίες κατοικούσε ο ίδιος ο Θεός, γινόντουσαν ολόδροσες πηγές στις οποίες κατέφευγαν πλήθη ανθρώπων για να ξεκουραστούν και να δροσιστούν από τα γάργαρα νερά της θείας ευλογίας που σκορπούσαν τα αγιασμένα λόγια τους.
Ένας τέτοιος άγγελος, σταλμένος από τον ουρανό να γίνεται άλλοτε φωτεινό αστέρι για να φωτίζει τα σκοτάδια και άλλοτε να γίνεται ολόδροση πηγή για να δροσίζει από τον καύσωνα της αμαρτίας τους ταλαίπωρους ανθρώπους από τις πανουργίες του σατανά είναι και η πανέμορφη νύμφη του Χριστού, η μεγαλομάρτυς αγία Παρασκευή.
ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΤΩΝ ΠΡΟΣΕΥΧΩΝ
Κοντά στα περίχωρα της Ρώμης, σε ένα πανέμορφο τοπίο, ψηλά σε ένα μικρό λόφο που το στόλιζαν πλήθος τα δένδρα και τα λουλούδια, είχε κτισμένο το σπίτι του ένας ευσεβής και πλούσιος χριστιανός, ο Αγάθων. Μαζί με την επίσης ευσεβή γυναίκα του, την Πολιτεία, ήταν γνωστός σε όλους για τις πολλές αρετές που τον στόλιζαν αλλά πιο πολύ για το πλήθος τις καλοσύνες και φιλανθρωπίες που έκανε.
Πλήθος ήταν οι φτωχοί που έβρισκαν στο χριστιανικό αυτό σπίτι αγάπη, φαγητό αλλά και μια ευσπλαχνική καρδιά για τους να ανακουφίσει με λόγια και με πράξεις από τις πίκρες, τα βάσανα και τις ταλαιπωρίες της ζωής τους. Αυτοί όμως που σκορπούσαν σ’ όλο τον κόσμο αγάπη και χαρά, είχαν μια μεγάλη λύπη και πόνο στην δική τους καρδιά. Ποια ήταν η αιτία;
Δεν τους είχε ακόμα χαρίσει ο Θεός το πιο μεγάλο δώρο που δίνει σ’ όλους εκείνους που ακολουθούν την ιερή πορεία του γάμου, ένα παιδί! Πολλές φορές δεν μπορούσαν να κρύψουν την θλίψη και τα δάκρυά τους. Δεν έχαναν όμως και την πίστη τους στο Θεό. Γι’ αυτό, με περισσότερες ελεημοσύνες και πιο πολλές προσευχές χτυπούσαν καθημερινά την πόρτα του ελέους του Θεού, ώστε να αξιωθούν και αυτοί να αποκτήσουν το κορυφαίο δώρο του Θεού στην οικογένεια, ένα μικρό αγγελάκι, ένα γλυκό παιδί. Μάλιστα Του υποσχέθηκαν πως θα το αφιέρωναν σ’ Αυτόν, για να δοξάζεται παντοτινά το άγιο όνομά Του.
Ο Θεός, που δεν παραβλέπει ποτέ τις θερμές προσευχές των δούλων του, άκουσε και τις παρακλήσεις των ευσεβών χριστιανών, του Αγάθωνα και της Πολιτείας και τους χάρισε ένα χαριτωμένο μωρό. Ένα πανέμορφο αγγελάκι, που επρόκειτο κατόπιν με την αγιασμένη του ζωή να γίνει φως και οδηγός σε αναρίθμητο πλήθος ανθρώπων.
Ήταν ημέρα Παρασκευή του έτους 117 μ.Χ. όταν γέννησε η ευσεβής Πολιτεία την αγία μας, γι’ αυτό και όταν την βάφτισαν της έδωσαν το όνομα Παρασκευή. Αυτοκράτορας τότε της Ρώμης ήταν ο Αδριανός.
ΑΠΟ ΜΙΚΡΗ ΖΕΙ ΑΓΙΑΣΜΕΝΑ
Από μικρό κοριτσάκι ακόμα ξεχώριζε η Παρασκευή από τα υπόλοιπα κορίτσια του τόπου της. Ήταν τόσο όμορφη στο σώμα και τόσο χαριτωμένη στη ψυχή, που σου έδινε την αίσθηση ότι ήταν ένας άγγελος που κατέβηκε από τον Ουρανό στη γη. Απλή και σεμνή στους τρόπους, ευγενική στο χαρακτήρα, καλοσυνάτη στη ψυχή, φιλάνθρωπη στην καρδιά, γεμάτη πίστη και αγάπη στο Θεό, έμοιαζε σαν ένα μοναδικό πανέμορφο λουλούδι, που πλημμύριζε με το μεθυστικό άρωμα των αρετών της όχι μόνο το δικό της σπίτι αλλά και όσους την συναναστρεφόταν.
Ωραιότητα και εξυπνάδα, τα δύο αυτά ουράνια χαρίσματα, προκαλούσαν την προσοχή όλων. Με μια ασυνήθιστη για παιδιά ωριμότητα απέφευγε επιμελώς ότι θα μπορούσε να βλάψει την ψυχή της και να πικράνει τον Θεό της. Καθισμένη πότε στα γόνατα του αγαπημένου της πατέρα και πότε χωμένη στην ζεστή αγκαλιά της ευσεβούς μητέρας της, άκουγε με πολύ προσοχή τις ιστορίες που της έλεγαν από τη ζωή του Κυρίου μας Ιησού. Τόσο πολύ γοητευόταν από τις υπέροχες διηγήσεις των θαυμάτων του Κυρίου μας και τις υπέροχες διδασκαλίες Του, που σε λίγο χρονικό διάστημα, τις ήξερε σχεδόν όλες απ’ έξω. Η χαρά της ήταν απερίγραπτη όταν της δινόταν η ευκαιρία να διηγηθεί με τη σειρά της σε άλλους και στις φίλες της αυτά που της διάβαζαν από το ιερό Ευαγγέλιο οι αγαπημένοι της γονείς.
Με πρωτοφανή ενθουσιασμό αλλά και εμφανή την μεγάλη αγάπη που έκρυβε μέσα στην καρδιά της για τον πολυαγαπημένο της Ιησού, η μικρούλα Παρασκευή συγκινούσε και γοήτευε με τα λόγια της όποιον την άκουγε. Έκανε τον κάθε ακροατή της να θέλει και αυτός να γνωρίσει περισσότερο τον Κύριό της και να Τον αγαπήσει πολύ, όπως και αυτή.
Στο σχολείο της ξεχώριζε όχι μόνο για την εξυπνάδα της αλλά και για την φρόνιμη συμπεριφορά της. Απέφευγε με επιμέλεια να μολύνει το στόμα της με άπρεπα λόγια και το σώμα της με άσεμνες πράξεις, τόσο συνήθεις στους ειδωλολάτρες συμμαθητές της. Με βαθιά λύπη στην καρδιά άκουγε στο σχολείο της, στο μάθημα των θρησκευτικών, τις διηγήσεις για τους ψεύτικους θεούς της Ρώμης. Και μέσα στο μικρό και σοφό μυαλουδάκι της δεν μπορούσε να κατανοήσει πως μπορούσαν οι άνθρωποι να πιστεύουν, να λατρεύουν και να ακολουθούν μια τόσο επαίσχυντη θρησκεία, που οι θεοί της δεν έκαναν τίποτε άλλο από το να προβάλλουν και να διδάσκουν ό,τι ψεύτικο και ανήθικο, που καταστρέφει την πραγματική χαρά και ευτυχία του ανθρώπου.
Με απορία και έκπληξη άκουγε π.χ. να λατρεύουν στο πρόσωπο του θεού Δία τον εγωισμό, την ψευτιά και την πονηριά. Στο πρόσωπο της θεάς γυναίκας του, της Ήρας, τις συζυγικές απάτες. Στο πρόσωπο του Διόνυσου το μεθύσι. Στο πρόσωπο του Άρη τον πόλεμο και το φόνο και στο πρόσωπο της Αφροδίτης την ανηθικότητα και την ακολασία. Να φανταστεί κανείς πως μόνο στην αρχαία Κόρινθο υπήρχαν στο ναό της Αφροδίτης χίλιες «ιερόδουλες» που υπηρετούσαν δήθεν τη θεά με την ανήθικη ζωή τους.
Μπορούσαν οι ειδωλολάτρες να ζουν με κάθε αμαρτία και ανηθικότητα, ακολουθώντας το παράδειγμα των ψεύτικων θεών τους, πιστεύοντας ότι έτσι θα είναι αρεστοί στους θεούς τους.
Όλες αυτές οι ειδωλολατρικές διδασκαλίες έκαναν τη μικρή μας αγία να αγαπάει ακόμα περισσότερο τον Κύριό μας Ιησού και το άγιο Ευαγγέλιό Του. Τη τεράστια διαφορά στη διδασκαλία των δύο θρησκειών! Η μια, η ειδωλολατρική, δίδασκε έκλυτο βίο, απάτη, ψέμα, βία και ανηθικότητα, μια ζωή γεμάτη άγχος και θλίψη. Ενώ η δική της θρησκεία, του αγαπημένου της Ιησού, δίδασκε αγάπη, αλήθεια, ηθική ζωή, ευγένεια, καλοσύνη, φιλανθρωπία αλλά και κάθε αρετή, μέσα στην οποία ο κάθε άνθρωπος μπορεί να ζει με πραγματική ευτυχία. Πόσο θα ήθελε να κηρύξει σ’ όλο τον κόσμο τον αγαπημένο της Κύριο για να γνωρίσουν όλοι οι άνθρωποι το μεγαλείο της χαράς και της ειρήνης που χαρίζει η χριστιανική θρησκεία.
Η επιθυμία της αυτή, μέρα με τη μέρα μεγάλωνε και ρίζωνε βαθιά μέσα στην ψυχή της. Ο Κύριος που έβλεπε και παρακολουθούσε την αγαπημένη του κόρη με τις κρυφές αγίες της επιθυμίες, την ευλογούσε και κάθε μέρα που περνούσε την γέμιζε με όλο και περισσότερα χαρίσματα. Ετοίμαζε έτσι σιγά – σιγά την μελλοντική ιεραπόστολό Του.
ΑΓΩΝΙΖΕΤΑΙ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ
Η αγία μας, λες και καταλάβαινε αυτό για το οποίο την προετοίμαζε ο πολυαγαπημένος Κύριός της και όλο και πιο πολύ αγωνιζόταν μυστικά στο ευλογημένο σπιτάκι της, μαζί με τους ευσεβείς γονείς της. Αγωνιζόταν με σθένος εναντίον των τριών μεγάλων κακών που χρησιμοποιεί σαν όπλα ο σατανάς για να καταδυναστεύει τους ανθρώπους. Της φιλαργυρίας, της φιλοδοξίας και της φιληδονίας. Την φιλαργυρία, την αγάπη δηλαδή στα χρήματα και στον πλούτο, την πολεμούσε με τις πολλές ελεημοσύνες και φιλανθρωπίες που έκανε. Φωτεινό παράδειγμα είχε εξάλλου τους αγαπημένους της γονείς που είχαν μετατρέψει το σπίτι τους σε λιμάνι αγάπης και θαλπωρής για τον κάθε ανήμπορο και φτωχό περαστικό. Ποιος πεινούσε και δεν εύρισκε λίγο ζεστό φαγητό στο φιλόξενο σπίτι του Αγάθωνα; Ποια χήρα πικραμένη, που δεν είχε να ντύσει τα ορφανά της, έφθανε στο σπίτι της Πολιτείας και δεν θα έπαιρνε τα δώρα της αγάπης από την ευσεβή μητέρα της αγίας μας; Όλοι μικροί και μεγάλοι αγαπούσαν το σπίτι αυτό του Αγάθωνα και της Πολιτείας γιατί ήταν, όπως όλοι ομολογούσαν, το σπίτι της αγάπης και της συμπόνιας.
Μέσα σε ένα τέτοιο σπίτι και με τέτοια φωτεινά παραδείγματα γονιών μεγάλωσε η αγία μας. Όχι μόνο ακολούθησε τα βήματα των γονιών της αλλά και τους ξεπέρασε σε ελεημοσύνες και αγαθοεργίες. Σαν άγγελος φωτεινός σκορπούσε στο πέρασμά του, εκτός από τις ελεημοσύνες και την αισιοδοξία στις καρδιές των δυστυχισμένων ανθρώπων. Με τα γλυκά της λόγια γαλήνευε τους απεγνωσμένους και με το ζεστό χαμόγελό της ξαναζωντάνευε τη χαρά στα χείλη των πικραμένων. Η παρουσία της λες και έφερνε την άνοιξη στις χειμωνιάτικες από τα βάσανα ψυχές. Η ίδια όχι μόνο ασκούσε την ελεημοσύνη στον πιο ψηλό βαθμό της αλλά και προκαλούσε τις φιλενάδες της να το κάνουν και αυτές σαν τη μέγιστη χαρά της ψυχής.
Μια άλλη μεγάλη αρετή που αγαπούσε επίσης πάρα πολύ η αγία μας ήταν και η ταπείνωση. Την θεωρούσε το ωραιότερο κόσμημα της ψυχής. Ήταν το ουράνιο αντίδοτο στον πόλεμο κατά της φιλοδοξίας. Ένα πάθος ολέθριο και σατανικό, ικανό να σε κρημνίσει από τον Ουρανό εις τον άδη. Αυτό ήταν εξάλλου εκείνο που γκρέμισε τον πρώην αρχάγγελο του Θεού, τον Εωσφόρο, από τον Ουρανό και τον έκανε διάβολο. Η αγία μας αγωνιζόταν με πολλές προσευχές και νηστείες να ξεριζώσει μέσα από την ψυχή της κάθε είδος εγωισμού, υπερηφάνειας και φιλοδοξίας. Ήξερε ότι ο πόλεμος αυτός δεν ήταν καθόλου εύκολος, γιατί όλοι οι άνθρωποι φέρνουμε μέσα μας έντονα τα σημάδια της αυταρέσκειας και του εγώ μας.
Προσπαθούσε σαν κοπέλα να ντύνεται απλά και σεμνά, για να μη προκαλεί το σκανδαλισμό των παλικαριών, μια συνήθεια πολύ συνηθισμένη στα κορίτσια της εποχής της. Αντί για φτιασίδια, αρώματα, σκουλαρίκια και άλλα γυναικεία τεχνάσματα που προβάλουν με τεχνικό τρόπο την κοριτσίστικη ομορφιά, αυτή στολιζόταν με τα πιο όμορφα φυσικά δώρα του Θεού. Η σεμνότητα και η αγνότητα έδιναν στο πρόσωπό της την πιο αγγελική μορφή. Τα χαριτωμένα και καθαρά από κάθε ανοησία λόγια της σκορπούσαν μεθυστικό άρωμα που χαιρόσουν να την ακούς. Οι ευγενικοί τρόποι συμπεριφοράς της, στολισμένοι με τα ωραιότερα άνθη των αρετών, που καλλιεργούσε με επιμέλεια, την έκαναν να μοιάζει με μοναδικό γυναικείο πρότυπο, που θα μπορούσε κάθε κοπέλα να ονειρεύεται.
Πολλές οικογένειες επιθυμούσαν να την έχουν για δική τους θυγατέρα ή νύμφη τους και γυναίκα των αγοριών τους. Πολλά προξενιά της έγιναν από μεγάλες και επιφανείς οικογένειες. Η ίδια όμως δεν είχε αφήσει την καρδιά της σε κανένα από τα παλικάρια που την ζητούσαν σε γάμο, γιατί μέσα στην καρδιά της μια άλλη μεγάλη αγάπη είχε κερδίσει όλη της την ύπαρξη. Ήταν ο θεϊκός έρωτας στον πολυαγαπημένο της Ιησού, που σαν πύρινη λάβα έβγαινε μέσα από το ηφαίστειο της παιδικής καρδιάς της.
Μάταια ο δαίμονας αγωνιζόταν να την ρίξει στο φλογερό καμίνι της φιληδονίας, του άκρατου δηλαδή πάθους της ακολασίας.
Μάταια προσπαθούσε ο σατανάς να της παρουσιάζει τις ποικίλες χαρές και ηδονές του κόσμου.
Η φωτιά που έκαιγε μέσα της για την αγάπη στο Χριστό, ήταν τόσο δυνατή και τόσο πολύ μεγάλη, που η σατανική δύναμη των ηδονών που έσπερνε μέσα της ο δαίμονας είχε αποδυναμωθεί και εκμηδενιστεί. Αν άνοιγες την καρδιά της, δεν θα μπορούσες να δεις τίποτε άλλο χαραγμένο μέσα σ’ αυτήν, εκτός από ένα όνομα και μια μορφή. Αυτήν του πολυαγαπημένου της Νυμφίου και Λυτρωτή. Του γλυκύτατου Θεού και Σωτήρα, του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Οι πιο ωραίες στιγμές της ζωής της ήταν εκείνες που μόνη μέσα στην ησυχία του δωματίου της σήκωνε τα μάτια της ψυχής της στον Ουρανό και μιλούσε ώρες πολλές με την μοναδική λατρευτή αγάπη της καρδιάς της, τον πολυαγαπημένο της Ιησού. Γινόταν τότε όλη μια φλόγα, μια πύρινη στήλη αγάπης και λατρείας στον αληθινό Θεό. Ο Θεός άκουγε την προσευχή της αγαπημένης του κόρης και την ευλογούσε, γεμίζοντας την ψυχή της με πλούσια Ουράνια χαρίσματα. Εκείνη, βλέποντας την άπειρη αγάπη και το έλεος του Θεού, δεν μπορούσε να συγκρατήσει τα μάτια της, που άφηναν πλούσια τις υδάτινες δροσοσταλίδες να κυλούν ασταμάτητα στα ροδαλά μαγουλά της.
Η ΑΓΙΑ ΜΕΝΕΙ ΟΡΦΑΝΗ
Όταν η αγία μας έγινε είκοσι χρονών, μια μεγάλη λύπη και ένας τρομερός πόνος σημάδεψε τη ζωή της. Πεθαίνουν οι γονείς της, οι οποίοι ήταν ήδη μεγάλης ηλικίας, και μένει μόνη στο σπίτι χωρίς το στήριγμα και την προστασία των ευσεβών γονιών της, αλλά με μια τεράστια περιουσία και πλούτη πολλά στα χέρια της. Η αγία μας πένθησε τους γονείς της με δάκρυα πολλά, γιατί γι’ αυτήν δεν ήταν απλώς σαρκικοί γονείς αλλά και πνευματικοί γονείς που την οδήγησαν με τα λόγια και τα έργα τους στον αληθινό δρόμο της ευσεβείας και της αγάπης του Θεού.
Έπειτα, για πολλές μέρες, με νηστείες και προσευχές, παρακαλούσε τον Θεό, τον μοναδικό πλέον γι’ αυτήν Προστάτη και Οδηγό, να της δείξει ποιο είναι το θέλημά Του, για να το εφαρμόσει πιστά. Και ο Θεός έδειξε στη μικρή μας αγία τι έπρεπε να κάνει από τώρα και στο εξής. Η αγία μας ήταν πανευτυχής που ο αγαπημένος της Ιησούς την ήθελε αποκλειστικά δική Του, αφιερωμένη πλήρως στο έργο της σωτηρίας των ψυχών, για τις οποίες ο ίδιος έχυσε το πανάγιο αίμα Του.
Αμέσως πούλησε την τεράστια περιουσία της και μοίρασε τα χρήματα της σε όσους είχαν ανάγκη βοηθείας. Έδωσε σε φτωχούς, σε χήρες, σε ορφανά, σε αρρώστους, σε τυφλούς και αναπήρους και γενικά σε όσους είχαν απόλυτη ανάγκη επιβίωσης ή θεραπείας. Έδωσε ένα μεγάλο ποσό στην Εκκλησία για το μεγάλο φιλανθρωπικό έργο της και ενίσχυσε οικονομικά όλες εκείνες τις οικογένειες των αγίων μαρτύρων, που ο μαρτυρικός θάνατός τους στέρησε από την οικογένειά τους και αυτά ακόμη τα απαραίτητα προς το ζην. Τέλος, με τα υπόλοιπα χρήματα στήριξε έναν Παρθενώνα, μέσα στον οποίο ζούσαν με προσευχές και ελεημοσύνες αγνές κοπέλες που είχαν τάξει τον εαυτόν τους να υπηρετούν μόνο τον Θεό, είτε με προσευχές και ελεημοσύνες, είτε πάλι, όποτε ήταν δυνατόν, διδάσκοντας και κατηχώντας Εβραίους και ειδωλολάτρες στην αληθινή πίστη του Χριστού.
Όλες αυτές οι κοπέλες, ενώ ήταν από διαφορετικά σπίτια, ζούσαν όλες σαν αδελφές με αγάπη και ταπείνωση σε μια πρώτη μορφή κοινοβιακής ζωής μοναστηριού. Με καθημερινές προσευχές και πνευματικά αναγνώσματα από την αγία Γραφή, έθρεφαν τις ψυχές τους με ουράνια τροφή. Σ’ αυτόν τον Παρθενώνα πήγε στην αρχή και έμεινε για μεγάλο χρονικό διάστημα η αγία μας Παρασκευή. Εκεί, συντροφιά με τις υπόλοιπες άγιες νεαρές κοπελίτσες, ασκήθηκε περισσότερο στις διάφορες αρετές και έγινε μοναδικό πρότυπο για μίμηση. Κάθε μέρα αγωνιζόταν με νηστείες, προσευχές και ανυπόκριτη αγάπη προς όλους, στο πνευματικό στάδιο των αρετών και ο Θεός, που έβλεπε τους ιερούς αγώνες του παιδιού Του, στόλιζε την ψυχή της με τα πολύτιμα πετράδια των θείων χαρισμάτων.
Αποφασισμένη να αφήσει όλο τον εαυτό της στα χέρια του αγαπημένου της δεν έκανε ποτέ τίποτε αν δεν ήξερε πρώτα πως αυτό θα ευχαριστούσε τον πολυαγαπημένο της Ιησού. Ζούσε και ανάπνεε μόνο για Εκείνον. Όποτε έπρεπε να πει κάτι, μόνο γι’ Αυτόν μιλούσε. Η παρουσία της δημιουργούσε σ’ όλους ένα γλυκό αίσθημα χαράς και ειρήνης, ένα ανεξήγητο αίσθημα της παρουσίας του Θεού. Αν και νήστευε πολύ και για πολλές μέρες, εν τούτοις το σώμα της δεν εξασθενούσε και το γλυκό πρόσωπό της έλαμπε σαν άγγελος εξ Ουρανού. Ήταν αρκετό καμιά φορά και μόνο να την κοιτάς, για να ηρεμείς και να γαληνεύεις από τα βάσανα της ζωής. Ο Ιησούς είχε στολίσει το παιδί του, την μικρή μας αγία Παρασκευή με πλούσια θεία χαρίσματα και πολλές ευλογίες. Ήδη την είχε ετοιμάσει για το μεγάλο έργο που της είχε αναθέσει. Έπρεπε τώρα να κηρύξει το άγιο Ευαγγέλιο Του παντού, για να γνωρίσουν όλοι οι άνθρωποι το μεγαλείο της θείας Ευσπλαχνίας Του.
ΠΟΡΕΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΙΚΗ
Γλυκοχάραζε η αυγή όταν άνοιξε η πόρτα του Παρθενώνα για να βγει απ’ αυτόν η αγία μας και να ξεκινήσει το μεγάλο ιεραποστολικό της έργο. Ήξερε πως το έργο αυτό ήταν δύσκολο και επικίνδυνο. Όχι μόνο έπρεπε να αντιμετωπίσει τους πάσης φύσεως κινδύνους που επισύρει η κοριτσίστικη αλλά και γενικά η γυναικεία φύση, που την ήθελαν τα έθιμα της εποχή της να είναι κλεισμένες στα σπίτια και να μη γυρίζουν μόνες έξω, αλλά και γιατί έπρεπε να αντιμετωπίσει το μίσος των ειδωλολατρών και την μεγάλη έχθρα που είχαν κατά των Χριστιανών.
Η αγία μας, όμως, οπλισμένη με τη βαθιά πίστη στο Χριστό και την μεγάλη αγάπη που Του είχε, δεν δίστασε να παραβλέψει όλους αυτούς τους κινδύνους και με απόφαση ακόμα να μαρτυρήσει γι’ Αυτόν, ξεκίνησε το ύψιστο έργο της διάδοσης του Λόγου του Θεού και της σωτηρίας των ανθρώπων. Είναι άξιο όχι μόνο απορίας αλλά και προσοχής, πως ο Θεός έστελνε στον αγρό του Ευαγγελικού κηρύγματος μια μικρή και από τη γυναικεία φύση αδύναμη κοπέλα, για να μεταφέρει στους σκληροτράχηλους ειδωλολάτρες το Ουράνιο μήνυμα της Ευαγγελικής Αγάπης και Αλήθειας.
Με μόνη συντροφιά την απέραντη γλυκιά αγάπη στο Χριστό, περιόδευσε πόλεις και χωριά, κηρύττοντας παντού τις ευαγγελικές αλήθειες. Πλημμυρισμένη από τη θεία Χάρη έπιανε συζητήσεις ακόμα και με σοφούς και φιλοσόφους, για φιλοσοφικά και θρησκευτικά θέματα και κατόρθωνε με τη φώτιση του Θεού να τους φέρνει κοντά στο Χριστό. Οι άνθρωποι, γοητευμένοι από τη δύναμη και τη χάρη των λόγων της, άφηναν τη ψεύτικη θρησκεία των ειδώλων και πίστευαν στη νέα θρησκεία.
Αυτό όμως που προκαλούσε μεγάλη εντύπωση στους ειδωλολάτρες ήταν η δύναμη της προσευχής της στον αγαπημένο Σωτήρα και Λυτρωτή της, με την οποία έκανε πολλά θαύματα. Γιάτρευε τυφλούς, θεράπευε κωφούς και αναπήρους και έδινε την υγεία στους αρρώστους. Ακόμα και νεκρούς ανέστησε με την θερμή προσευχή της, προκαλώντας έτσι τον θαυμασμό των ειδωλολατρών για την δύναμη της νέας πίστης.
ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΤΟ ΒΑΣΙΛΙΑ
Η αγία Παρασκευή δεν διδάσκει το Ευαγγέλιο μόνο στους ειδωλολάτρες, αλλά και σε πολλούς Εβραίους, τους οποίους πείθει με αγιογραφικές αποδείξεις ότι ο Χριστός ήταν Αυτός που προφήτευσαν οι προφήτες τους, δηλαδή ο αναμενόμενος Μεσσίας.
Φωτισμένη από το Θεό, τους αναλύει την Παλαιά Διαθήκη με τέτοια σοφία και πειθώ που κάνει πολλούς Εβραίους να ασπαστούν τον Χριστιανισμό.
Αυτό βέβαια εξοργίζει πολύ τους προεστούς των Ιουδαίων και τους Ραβίνους οι οποίοι σε συνεργασία με φανατικούς ειδωλολάτρες ψάχνουν να βρουν τρόπο να σταματήσουν το κήρυγμα της αγίας μας. Την περίοδο αυτή που η αγία μας οργώνει στην κυριολεξία τις πόλεις και τα χωριά κηρύττοντας την αληθινή πίστη στο Χριστό, αυτοκράτορας της Ρώμης είναι ο Αντωνίνος, ο επικαλούμενος «Ευσεβής» ο οποίος διαδέχτηκε το 138 μ.Χ. τον αυτοκράτορα Ανδριανό. Μια μέρα λοιπόν, όλοι αυτοί οι εχθροί του Χριστού και της αγίας Παρασκευής, παρουσιάζονται στον αυτοκράτορα Αντωνίνο και του λένε:
› Ένδοξε βασιλιά μας, όλοι εμείς εδώ είμαστε πιστοί και νομοταγείς πολίτες της βασιλείας σου και υπακούμε πρόθυμα τις εντολές και τα προστάγματά σου. Υπάρχει όμως μια γυναίκα που τη λένε Παρασκευή η οποία όχι μόνο δεν σέβεται τους νόμους αλλά και κηρύττει δημόσια έναν άλλο βασιλιά και Θεό, εκτός από σένα, κάποιον Ιησού, τον οποίον οι πατέρες μας και ο Ρωμαίος διοικητής καταδίκασαν και σταύρωσαν ως ψεύτη και λαοπλάνο. Αυτή η γυναίκα λέει στο λαό, ότι Αυτός είναι ο μόνος αληθινός Θεός και ότι οι θεοί που προσκυνάς εσύ είναι ψεύτικοι.
Μόλις τα άκουσε αυτά ο βασιλιάς Αντωνίνος, θύμωσε πολύ και διέταξε να την συλλάβουν αμέσως και να την οδηγήσουν μπροστά του. Έτσι και έγινε. Μόλις όμως αυτός αντίκρισε την αγία μας, τα έχασε από έκπληξη και θαυμασμό. Ήταν τόση η ομορφιά και η ωραιότητα της αγίας μας, που νόμισε πως είχε μπροστά του κάποια θεά του Ολύμπου ή κάποια νεράιδα των παραμυθιών. Γι’ αυτό και άρχισε με γλυκά λόγια να της μιλά και να της λέει:
› Άκουσε, Παρασκευή, βλέπω ότι οι θεοί σε αγαπούν πολύ, γι’ αυτό και σε στόλισαν με υπερβολική ομορφιά. Δεν πιστεύω όμως εσύ να είσαι αχάριστη και να μη θέλεις να τους ευχαριστήσεις από ευγνωμοσύνη! Έχω ακούσει πολλά για την εξυπνάδα που σε διακρίνει, ώστε ακόμα και πολλοί δικοί μας σοφοί να σε παραδέχονται και να αναγνωρίζουν τη σύνεση και τη σοφία με την οποία οι μεγάλοι μας θεοί σε προίκισαν. Εγώ, εκτιμώντας τα πολλά χαρίσματα και την ομορφιά σου, θέλω να σε γεμίσω με πολλά δώρα και να σε τιμήσω δίνοντας σου, αν θέλεις, τον πιο όμορφο και τον πιο πλούσιο άρχοντα ή αξιωματικό για άντρα σου.
› Άκουσε και συ βασιλιά, τα λόγια που έχω να σου πω, για να μάθεις καλά ποιον η καρδιά μου αγαπά μοναδικά και ποιον Θεό πιστεύει και λατρεύει. Εγώ μόνο τον Έναν και αληθινό Θεό πιστεύω και λατρεύω. Αυτόν, που από την αγάπη Του για μας άφησε τον Ουρανό και ήρθε σαν άνθρωπος ταπεινός να ζήσει ανάμεσά μας. Αυτόν, που ήρθε στη γη τον κόσμο να φωτίσει, ώστε την πλάνη της κακίας να απαρνηθεί και τον δρόμο της Αγάπης να ακολουθεί. Αυτόν, που στο πέρασμά του σκορπούσε τη χαρά και τη γαλήνη και εύρισκε μέσα στη ζεστή Του αγκαλιά ο κάθε αμαρτωλός ευσπλαχνία, έλεος και ειρήνη. Αυτόν, που με μόνο μια κουβέντα θεράπευε τα πλήθη των αρρώστων και ανάσταινε νεκρούς. Αυτόν, που με τα γλυκά του θεϊκά λόγια έδιωχνε από τους αμαρτωλούς την απελπισία και τους γέμιζε με ουρανόσταλτη αισιοδοξία. Αυτόν, που η καρδιά μου αγαπά τόσο πολύ, ώστε και στο θάνατο είμαι έτοιμη να πάω, για να μην Τον χάσω. Αυτόν, που και συ βασιλιά μου αν θα γνωρίσεις, να είσαι σίγουρος πως άλλον θεό, εκτός απ’ Αυτόν, δεν θα θέλεις να υπηρετήσεις.
Αυτά και άλλα τόσα έλεγε, πλημμυρισμένη από το θεϊκό έρωτα στο Χριστό η αγία μας, που ο βασιλιάς και οι υπόλοιποι άρχοντες δίπλα του που την άκουγαν, φαινόντουσαν σαν υπνωτισμένοι από τη χάρη και την ευγλωττία των λόγων της. Μάλιστα, για λίγα λεπτά επικράτησε άκρα σιωπή, λες και δεν είχε ο βασιλιάς τι να πει μπροστά σ’ αυτό το χείμαρρο της χαριτωμένης και πειστικής ομιλίας της. Έπρεπε να επέμβει ένας φανατικός ειδωλολάτρης κατήγορος, για να επαναφέρει τη συζήτηση στη σκληρή πραγματικότητα.
› Δεν μπορεί, ένδοξε βασιλιά μου, μια νεαρή χριστιανή να παρακούει τις βασιλικές εντολές σου και να αρνείται να λατρέψει τους αθάνατους θεούς μας.
› Ναι, Παρασκευή, νομίζω πως καταχράστηκες την υπομονή και την ανοχή μου και εκτράπηκες σε βλάσφημες και απαράδεκτες απόψεις που προσβάλουν και το ήθος σου αλλά και τον βασιλιά σου. Ελπίζω να αντιλαμβάνεσαι πως τα λόγια σου αυτά είναι μεγάλες προσβολές κατά του βασιλιά σου και των εντολών του και επισύρουν βαριές τιμωρίες και φοβερά βασανιστήρια. Τέτοια, που και ο πιο σκληροτράχηλος άνδρας δεν μπορεί να αντέξει και πεθαίνει. Εσύ αυτό θέλεις και επιδιώκεις; Να πεθάνεις πάνω στο άνθος της ηλικίας σου και της ομορφιάς σου; Τώρα που όλοι οι δρόμοι και οι χαρές της γης είναι μπροστά σου και σε φωνάζουν να τις χαρείς; Γι’ αυτό, σκέψου λογικά και έλα να θυσιάσεις στους αθάνατους θεούς μας.
› Ποιος λογικός άνθρωπος, βασιλιά μου, θα μπορούσε να πιστέψει και να λατρέψει για θεούς, ανύπαρκτα πρόσωπα των οποίων η ανήθικη ζωή και οι διδασκαλίες θα έκαναν τον κάθε σοβαρό και συνετό άνθρωπο να ντρέπεται και να τους αποδοκιμάζει; Πως μου ζητάς ν’ αφήσω την πίστη στον ένα και αληθινό Θεό, τον Δημιουργό όλου του κόσμου, που με την υπέροχη διδασκαλία της αγάπης, της καλοσύνης, της ηθικής ζωής δίνει πραγματική χαρά και ευτυχία στη ζωή μας και να ακολουθήσω ψεύτικους θεούς σαν το Δία με τον εγωισμό και τα πονηρά τεχνάσματά του, την Ήρα με τις συζυγικές απάτες, τον Διόνυσο με τα μεθύσια και ξέφρενα άσεμνα ξεφαντώματα, την Αφροδίτη με την φημισμένη ανήθικη ζωή, τον Άρη με τους πολέμους και γενικά όλους αυτούς τους θεούς που οδήγησαν τον κόσμο μας μέσα στον ατέρμονα δρόμο μιας παράλογης βίας, μίσους, δυστυχίας και κακίας; Εγώ θα σε προέτρεπα, βασιλιά μου, να εγκαταλείψεις και συ την ψεύτικη θρησκεία των δαιμόνων και να γνωρίσεις το μεγαλείο της υπέροχης νέας πίστης των Χριστιανών!
Τα λόγια αυτά της Παρασκευής πλήγωσαν βαθιά τον εγωισμό του βασιλιά Αντωνίνου, που είδε μια νεαρή χριστιανή όχι μόνο να αντιστέκεται στα βασιλικά του διατάγματα, πράγμα πρωτόγνωρο για τα αυστηρά Ρωμαϊκά έθιμα, αλλά και να ξευτελίζει με πειθώ την επίσημη θρησκεία του Κράτους του. Είδε στα μάτια όλων των αρχόντων που τον περιστοίχιζαν την οργή και την αγανάκτηση τους γι’ αυτά που με ρητορική δεινότητα είπε η Παρασκευή και, για να μη ταπεινωθεί περισσότερο μπροστά τους, αποφάσισε να δράσει αμέσως αυστηρά κατά της νεαρής Χριστιανής.
› Άκουσε νεαρή αυθάδης. Αρκετά σε ανέχτηκα και είπες όλα αυτά τα βλάσφημα κατά των ένδοξων θεών μας. Αυτή τη στιγμή σε διατάζω να ζητήσεις συγνώμη από τους ένδοξους θεούς μας για όλα αυτά τα κακά που τόλμησες να εκστομίσεις εναντίον τους και σαν δείγμα μετανοίας να θυμιάσεις τα ένδοξα αγάλματά τους. Διαφορετικά, βασανιστήρια σκληρά και φοβερά σε περιμένουν, που θα ταπεινώσουν το χριστιανικό σου εγωισμό.
Τότε η αγία μας, περιχαρής που για την αγάπη της στον γλυκύ Βασιλιά της καρδιάς της, τον πολυαγαπημένο της Ιησού, θα αξιωνόταν να μαρτυρήσει, με θάρρος φανταστικό και ασύγκριτη δύναμη πίστης γυρνά στο βασιλιά και τους λοιπούς άρχοντες και τους λέει:
› Μη νομίζεις βασιλιά, ότι με τις κολακείες σου και τις απειλές σου θα αρνηθώ εγώ ποτέ τον γλυκύτατο μου βασιλιά Χριστό. Διότι δεν υπάρχει κανένα βάσανο και καμιά τιμωρία, που να με χωρίσει από την αγάπη Του. Γι’ αυτό, ό,τι είναι να κάνεις να το κάνεις το γρηγορότερο, γιατί και εγώ ανυπομονώ πότε θα βρεθώ στην αγκαλιά του αγαπημένου μου στον Ουρανό!
ΤΗΣ ΦΟΡΟΥΝ ΠΥΡΑΚΤΩΜΕΝΗ ΠΕΡΙΚΕΦΑΛΑΙΑ
Τότε ο βασιλιάς, πλήρης οργής και θυμού από τα θαρρετά λόγια της αγίας μας, διατάζει τους στρατιώτες του:
› Πάρτε γρήγορα από μπροστά μου αυτή τη θρασύτατη Χριστιανή και, αφού πυρώσετε καλά μια σιδερένια περικεφαλαία μέχρι να κοκκινίσει, βάλτε την τότε στο αγύριστο κεφάλι της.
Πράγματι! Της φόρεσαν στο κεφάλι μια κατακόκκινη από τη φωτά σιδερένια περικεφαλαία και περίμεναν όλοι να δουν με αγωνία πως θα καιγόταν το κεφάλι της πανέμορφης Χριστιανής. Με έκπληξη, όμως, και θαυμασμό είδαν ότι η φωτιά δεν πείραξε καθόλου το κεφάλι της αγίας, που λες και δροσιζόταν απ’ αυτό που φορούσε, ενώ η ίδια ήταν πλήρως αφοσιωμένη στην αγκαλιά της πύρινης προσευχής της προς τον αγαπημένο της Ιησού. Μόλις είδαν το θαύμα αυτό τα πλήθη των ειδωλολατρών, θαύμασαν τη δύναμη της νέας πίστης των Χριστιανών και πάρα πολλοί απ’ αυτούς πίστεψαν στο Χριστό. Αυτό εξόργισε πολύ τον βασιλιά, ο οποίος διέταξε αμέσως να τους συλλάβουν και να τους θανατώσουν. Έτσι, άλλους απ’ αυτούς τους αποκεφάλισαν, άλλους τους έγδαραν και άλλους τους έπνιξαν στον Τίβερη ποταμό, που περνά μέσα από τη Ρώμη. Την αγία μας διέταξε και την έκλεισαν φυλακή, μέχρι να σκεφθεί με ποιο σκληρό τρόπο να την βασανίσει.
Μέσα στην κατασκότεινη φριχτή φυλακή, η Αγία μας ευχαριστεί και δοξάζει τον πολυαγαπημένο της Ιησού, που την αξιώνει για χάρη της αγάπης Του να υποφέρει τούτα τα βάσανα και Τον παρακαλεί θερμά ποτέ να μην την εγκαταλείψει και σ’ όλα τα υπόλοιπα που θα έρθουν. Την νύχτα όλη την περνάει με προσευχές και ψαλμωδίες κάνοντας ακόμα και αυτούς τους σκληροτράχηλους φύλακες της να θαυμάζουν τη νεαρή αυτή Χριστιανή.Κατά το μεσονύχτιο και ενώ αυτή γονατισμένη προσευχόταν, ξάφνου ένα λαμπερό φως φωτίζει την κατασκότεινη φυλακή και ένας αστραφτερός άγγελος παρουσιάζεται μπροστά της. Κρατάει στα χέρια του ένα φωτεινό Σταυρό, ένα καλάμι, ένα σπόγγο και ένα ακάνθινο στεφάνι. Με ένα ουράνιο χαμόγελο την χαιρετά και της λέει:
› Χαίρε, Παρασκευή, αθληφόρε του Κυρίου. Μη φοβάσαι τα βασανιστήρια των τυράννων. Ο Κύριος μας, που καταδέχτηκε για τη σωτηρία των ανθρώπων να σταυρωθεί, να δαρεί και να του φορέσουν ακάνθινο στεφάνι, και για Τον οποίο εσύ υποφέρεις όλα αυτά τα βάσανα, θα είναι πάντα μαζί σου, για να σε βοηθάει, να σε ενισχύει και να σε γλυτώνει από κάθε πειρασμό.
Ο ουρανόσταλτος Άγγελος της έλυσε όλα τα δεσμά με τα οποία την είχαν αλυσοδέσει λες και ήταν επικίνδυνος κακούργος η αγία μας και, αφού και πάλι την χαιρέτησε τρυφερά, ανέβηκε στον Ουρανό. Η Παρασκευή, έκπληκτη από την ουράνια παρουσία, δεν μπορούσε να κρύψει τη χαρά και την ευτυχία της καρδιάς της, που ο πολυαγαπημένος Νυμφίος της Ιησούς έστειλε Άγγελο δικό του να την παρηγορήσει και να την ενισχύσει. Ήταν τόσο μεγάλος ο ενθουσιασμός και η ευτυχία της που όλη την νύχτα την πέρασε ξάγρυπνη με προσευχές και δεήσεις. Λες και η κατασκότεινη φυλακή ήταν γι’ αυτήν ένα Παλάτι λαμπερό με χίλιες δυο ομορφιές.
ΤΗΣ ΚΑΙΝΕ ΤΙΣ ΣΑΡΚΕΣ
Την άλλη μέρα, διέταξε ο βασιλιάς να φέρουν την αγία μας μπροστά στο θρόνο του. Είχε αγωνία να δει αν τα βασανιστήρια και η σκοτεινή φυλακή τρομοκράτησαν τη νεαρή Χριστιανή. Όταν οι στρατιώτες πήγαν στη φυλακή για να φέρουν την Παρασκευή στο βασιλιά, έμεινα έκπληκτοι απ’ αυτό που είδαν. Η Παρασκευή λυμένη από τα δεσμά της με παράδοξο τρόπο, καθόταν χαρούμενη και τους περίμενε. Ο βασιλιάς Αντωνίνος, μη μπορώντας να εξηγήσει την ειρηνική και χαρούμενη έκφραση της Παρασκευής, την ρωτά ξανά αν μετάνιωσε από την εμμονή της στη νέα πίστη και αν θέλει επιτέλους να θυσιάσει στους θεούς του. Για άλλη μια φορά, όμως, παίρνει τη σταθερή και θαρραλέα απάντηση της αγίας μας.
› Μάταια, ανόητε βασιλιά, προσπαθείς να με πείσεις να θυσιάσω στους ψεύτικους θεούς σου. Με τίποτα σ’ αυτή τη γη δεν ανταλλάζω την αγάπη που έχω στην καρδιά μου για τον μοναδικό Βασιλιά της ψυχής μου και του κόσμου όλου, τον γλυκύ μου Ιησού. Και πλανάσαι, αν νομίζεις ότι μπορούν να με τρομάξουν όλα αυτά τα βασανιστήρια, με τα οποία με απειλείς.
Η σταθερή και γεμάτο πίστη απάντηση της Παρασκευής εξοργίζει ακόμα περισσότερο το βασιλιά, που γεμάτος θυμό διατάζει τους στρατιώτες του να κρεμάσουν την αγία μας από τα μαλλιά της κεφαλής της και με αναμμένες λαμπάδες να της καίνε όλο της το σώμα. Η αγία μας πονάει τρομερά από το φοβερό αυτό μαρτύριο αλλά σιωπά, υπομένει και προσεύχεται θερμά. Φαίνεται τόσο απορροφημένη από την προσευχή, που σου δίνει την αίσθηση ότι όλη της ύπαρξη λες και βρίσκεται αλλού, σε άλλους χώρους χαράς και ευφροσύνης. Αυτό δεν περνά απαρατήρητο από το λαό που βρίσκεται εκεί και παρακολουθεί τα μαρτύρια της αγίας μας. Εντυπωσιάζεται που ο Χριστός δίνει τέτοια δύναμη και αντοχή σ’ αυτούς που Τον πιστεύουν και Τον ακολουθούν. Πολλοί μάλιστα αρχίζουν και συμπαθούν τη νεαρή Χριστιανή και την πίστη της.
ΣΤΟ ΚΑΖΑΝΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΙΣΣΑ
Όταν ο βασιλιάς Αντωνίνος είδε πως με τίποτε δεν άλλαζε η Παρασκευή, διέταξε χειρότερο μαρτύριο να της ετοιμάσουν. Είπε να γεμίσουν ένα μεγάλο καζάνι με πίσσα και λάδι και να το βράσουν με δυνατή φωτιά τόσο πολύ, ώστε να κοχλάζει. Έπειτα, να την ρίξουν μέσα για να καεί. Καινούριο, όμως, θαύμα προκαλεί αίσθηση φοβερή τόσο στο βασιλιά όσο και στο πλήθος των ειδωλολατρών. Η αγία μας στέκεται στη μέση του μεγάλου καζανιού με την καυτή πίσσα και το λάδι, αβλαβής, λες και ήτανε μέσα σε δροσερή πηγή. Ο βασιλιάς απορεί για το θαύμα αυτό και με παιδική αφέλεια την ρωτά:
› Παρασκευή, γιατί δεν καίγεσαι;
› Γιατί, ο Χριστός, Τον οποίο αγαπώ και λατρεύω, δρόσισε το καζάνι και το καυτό περιεχόμενό του και δεν καίγομαι.
Στην καινούρια απορία του, ρωτά πάλι την αγία μας με φανερή περιέργεια:
› Ράντισε με και μένα, για να δω αν καίει…
Πήρε τότε η αγία μας με τα δυο της χέρια λίγο από το περιεχόμενο του καζανιού και το έριξε στο πρόσωπο του βασιλιά. Τότε, ω του θαύματος! Κάηκαν αμέσως τα μάτια του βασιλιά και τυφλώθηκε, το δε πρόσωπό του παραμορφώθηκε από τα φοβερά εγκαύματα. Φοβεροί πόνοι τον έκαναν να ουρλιάζει και να παρακαλεί την αγία μας να τον σώσει:
› Λυπήσου με αγία του Θεού και κάνε με καλά. Πιστεύω και εγώ τώρα στο Θεό των Χριστιανών. Θεράπευσε τα μάτια μου και θα γίνω και εγώ μαθητής του Χριστού!
Κανείς απ’ όλους όσους παρευρισκόταν εκεί δεν θα μπορούσε να διανοηθεί μια τέτοια αναπάντεχη εξέλιξη. Η Αγία μας βγήκε από το καζάνι και με λόγια συνετά κατήχησε στη Χριστιανική πίστη το βασιλιά. Στη συνέχεια τον βάπτισε στο όνομα του Πατρός και του Υιού και του αγίου Πνεύματος. Τη στιγμή μάλιστα που το νερό της βάφτισης έπεφτε πάνω στο βασιλιά, νέο θαύμα προκαλούσε ιερή συγκίνηση. Τα μάτια του βασιλιά έβλεπαν ξανά το φως του ήλιου, θεραπευμένα πλήρως, ενώ στη ψυχή του έμπαινε ένα άλλο φως, το Φως του Χριστού.
Όσοι Χριστιανοί βρισκόντουσαν εκεί, δόξασαν μαζί με την αγία μας το Χριστό, που με χίλιους δυο τρόπους καθοδηγεί στη σωτηρία τα πλανεμένα του πρόβατα. Ο βασιλιάς Αντωνίνος, ο επονομαζόμενος "ευσεβής" σταμάτησε αμέσως τον διωγμό των Χριστιανών και ελευθέρωσε πλήρως την αγία Παρασκευή. Μετά από αυτό το θαύμα, η αγία μας έλαβε το χάρισμα να θεραπεύει τους πάσχοντας από τα μάτια, όπως κάποιοι άλλοι άγιοι έλαβαν ανάλογα χαρίσματα. Όπως, π.χ. ο άγιος Αντύπας τα δόντια, ο άγιος Τρύφων τα λαχανικά, ο άγιος Γεράσιμος τους δαιμονιζόμενους, ο άγιος Σεραφείμ την ακρίδα και λοιπά, έτσι και η αγία Παρασκευή έχει το χάρισμα να θεραπεύει τα μάτια και να δίνει το φως στους τυφλούς.
ΥΠΕΡΟΧΗ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑ
Μετά την απελευθέρωσή της από το βασιλιά Αντωνίνο, η αγία μας άρχισε να τριγυρνά πόλεις και χωριά και να τους ευαγγελίζει στην νέα πίστη, στον αληθινό Θεό των Χριστιανών. Με δύναμη λόγου αλλά και με πολλά θαύματα προσέλκυε πλήθος ειδωλολατρών στο Χριστό. Η φήμη του ονόματός της προέτρεχε πολλές φορές της παρουσίας της και οι διψασμένοι για την αλήθεια άνθρωποι έτρεχαν κοντά της για να ακούσουν το κήρυγμα του Ευαγγελίου.
Η ηθική ζωή των Χριστιανών με τον τέλειο τρόπο κοινωνικής συμπεριφοράς τους, που ήταν γεμάτος αγάπη, ειλικρίνεια, σεβασμό στο συνάνθρωπο καθώς και οι λοιπές αρετές με τις οποίες ήταν στολισμένοι, δεν άφηναν ανεπηρέαστους τους καλοπροαίρετους ειδωλολάτρες. Γι’ αυτό και πλήθος ήταν όλοι εκείνοι, που με λαχτάρα πραγματική ζητούσαν από την αγία μας να τους κατηχήσει στη χριστιανική πίστη και να τους κάνει Χριστιανούς. Βέβαια, αυτό ποτέ δεν άρεσε στους ειδωλολάτρες ιερείς, οι οποίοι δεν έπαψαν να ξεσηκώνουν τα φανατικά πλήθη των ειδωλολατρών και τους άρχοντές τους εναντίον της αγίας μας.
Έτσι, κάποτε που η Παρασκευή πήγε σε μια πολιτεία να κηρύξει το Χριστό, πήγαν στο βασιλιά του τόπου εκείνου, ονομαζόμενο Ασκληπιό και κατήγγειλαν την Παρασκευή. Εκείνος διέταξε τότε να συλλάβουν την αγία μας και να την οδηγήσουν στο δικαστήριο, για να την δικάσουν.
› Ποια είσαι συ και ποιον καινούριο Θεό κηρύττεις; Την ρώτησε αυστηρά εκείνος.
Εκείνη, αφού έκαμε το σήμα του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού πάνω της και επικαλέστηκε την βοήθεια του Χριστού, του λέει:
› Το ποια είμαι και από πού κατάγομαι δεν νομίζω ότι σε απασχολεί, βασιλιά. Ο Θεός όμως Τον οποίο λατρεύω και κηρύττω θέλω να ξέρεις ότι δεν είναι κανένας καινούριος, γιατί είναι ο μόνος αληθινός Θεός που υπάρχει σε σχέση με τους ψεύτικους θεούς που γνωρίζεις και που είναι ο Δημιουργός όλου του κόσμου. Είναι αυτός που έπλασε τον Ουρανό και τη Γη και όλες τις ομορφιές αυτού του κόσμου, με τα δένδρα, τα ζώα, τα πουλιά, τη θάλασσα και τα άστρα και ότι άλλο βλέπεις με μόνο ένα πρόσταγμά του. Στο τέλος έπλασε και την κορωνίδα της δημιουργίας του, τον άνθρωπο τον οποίο έβαλε μέσα σ’ ένα πανέμορφο χώρο, τον Παράδεισο, για να είναι ευτυχισμένος και χαρούμενος. Εκεί, όμως, ο εχθρός του ανθρώπου, ο σατανάς, με τη μορφή του φιδιού, ξεγελά το πρώτο ζευγάρι των ανθρώπων, τον Αδάμ και την Εύα, και με τη φιλοδοξία που τους ενέπνευσε, να γίνουν δηλαδή και αυτοί δήθεν θεοί, τους έβγαλε από τον Παράδεισο. Έκτοτε ο άνθρωπος παρασυρμένος από τα διάφορα πάθη του ζούσε μέσα στην αμαρτία, μακριά από το Θεό και τις θεϊκές εντολές του. Έφτασε στο σημείο να πιστεύει και να λατρεύει, αντί τον Δημιουργό, τα άψυχα δημιουργήματά του Θεού. Αντί τον Κτίστη, τα κτίσματά του. Έτσι, ο πόνος και η δυστυχία, το λάθος και η κακία ήταν καθημερινό βίωμά του. Μέχρι που λυπήθηκε ο Θεός το ανθρώπινο γένος και απέστειλε στη γη το μοναχοπαίδι του, τον Ιησού Χριστό να γεννηθεί απλά και φτωχικά μέσα σε μια φάτνη ταπεινή, να ζήσει ανάμεσά μας και να μας δείξει τον αληθινό δρόμο της αγάπης, της χαράς και της ευτυχίας. Ο Κύριός μας Ιησούς, με θαύματα και με μια υπέροχη και μοναδική διδασκαλία, που είχε σαν κέντρο της μόνο την αγάπη και το σεβασμό στον συνάνθρωπό μας, γιατί είμαστε όλοι παιδιά του Θεού και αδέλφια μεταξύ μας, έδειξε σε όλους εκείνους που αγαπούν την αλήθεια, τον αληθινό δρόμο για τη σωτηρία της ψυχής τους. Γνωρίζοντας τον αληθινό Θεό και ζώντας σύμφωνα με τις θεϊκές εντολές Του, γίνεσαι καλύτερος και τέλειος άνθρωπος, χαρούμενος και ευτυχισμένος. Την λύτρωση, όμως, αυτή του ανθρώπου ποτέ δεν ήθελε ο πρωτομάστορας της κακίας και της αμαρτίας, ο καταραμένος σατανάς, γι’ αυτό και με δόλια τεχνάσματα έπεισε τους ανθρώπους να μην πιστέψουν στην αλήθεια, αλλά να παραμείνουν με φανατική προσήλωση στο ψέμα και την κακία. Οι άνθρωποι, αντί να αγαπήσουν την αλήθεια και να μισήσουν το ψέμα, πείστηκαν από τον σατανά και σταύρωσαν τον Υιό του Θεού σαν κακούργο. Εκείνος, όμως, αναστήθηκε μετά από τρεις μέρες και πριν αναληφθεί στους Ουρανούς άφησε εντολή στους μαθητές Του να κηρύξουν το Ευαγγέλιο της Αγάπης Του σε όλο τον κόσμο, χαρίζοντας στον καθένα που θα Τον πίστευε και θα ζούσε σύμφωνα με τις εντολές του, το πιο πολύτιμο δώρο σε γη και Ουρανό, τη Χάρη του Παναγίου Πνεύματος. Την απόλυτη χαρά, ειρήνη και ευτυχία που ανθρώπινος νους δεν μπορεί να περιγράψει. Εγώ δεν είμαι τίποτε άλλο παρά ένας μικρός και ταπεινός κήρυκας της θείας αγάπης και ευσπλαχνίας Του, που επιθυμεί τούτη τη στιγμή να γνωρίσετε και σεις το μεγαλείο της Χριστιανικής πίστης και τη χαρά, που πηγάζει από την πίστη στον αληθινό Θεό.
Τα λόγια αυτά της αγίας μας και η πειστική ευγλωττία της έκαναν πολλούς ειδωλολάτρες να προβληματιστούν και να θέλουν να ακούσουν περισσότερα για τη Χριστιανική πίστη. Βέβαια δεν ήταν το ίδιο για το βασιλιά Ασκληπιό καθώς και τους φανατικούς ειδωλολάτρες, οι οποίοι αξίωσαν από τον βασιλιά τους να τιμωρήσει παραδειγματικά την Παρασκευή μαζί με τη νεόφερτη θρησκεία της.
ΤΗΝ ΡΙΧΝΟΥΝ ΜΕΣΑ ΣΤΑ ΦΙΔΙΑ
Ο Ασκληπιός, ακολουθώντας τη συμβουλή των φανατικών ειδωλολατρών, διέταξε να πάρουν την Παρασκευή και να την φέρουν έξω από την πόλη, σε ένα μεγάλο λάκκο όπου φώλιαζαν πολλά δηλητηριώδη φίδια και ιδιαιτέρως ένα τόσο μεγάλο και φοβερό, που φάνταζε σαν δράκος των παραμυθιών. Μέσα σ’ αυτό το λάκκο έριχναν κατά καιρούς τους διάφορους καταδίκους, οι οποίοι πέθαιναν ακαριαία από τα θανατηφόρα δαγκώματα των φιδιών. Εδώ λοιπόν έφεραν και έριξαν την αγία Παρασκευή, για να την κάνουν τροφή των φιδιών.
Όταν την έριξαν μέσα περίμεναν όλοι να δουν αμέσως νεκρή τη νεαρή Χριστιανή. Τι έκπληξη όμως τους περίμενε, σαν είδαν τα φίδια να μαζεύονται γύρω της και κανένα να μη τολμά να της επιτεθεί. Όλοι περίμεναν με αγωνία να δουν τι θα έκανε και ο φοβερός δράκος, το μεγάλο και φοβερό φίδι που ήταν ακόμα τρυπωμένο μέσα στη φωλιά του. Όταν εκείνο με μεγάλο θόρυβο και συριγμό άρχισε να ξετρυπώνει από τη φωλιά του και να παίρνει στάση επιθετική εναντίον της αγίας μας, η αγωνία όλων είχε κορυφωθεί. Η αγία μας έστρεψε τα βλέμματα στον Ουρανό και προσευχήθηκε θερμά στον αγαπημένο Κύριο της, να την βοηθήσει και να σκοτώσει το τρομερό θεριό. Μετά γύρισε ήρεμη προς το μέρος του θεριού και με το δεξί της χέρι σημείωσε στον αέρα, απέναντι στο φοβερό φίδι, το σημείο του ένδοξου συμβόλου των Χριστιανών, το σημείο του Σταυρού.
Το φίδι, λες και κάποιος το βασάνιζε δυνατά, άρχισε να χτυπιέται και να στριφογυρίζει πέρα δώθε με τέτοια μανία, που προκαλούσε στον καθένα φόβο και μεγάλο τρόμο. Μόνο η αγία μας στεκόταν εκεί, απέναντί του, ήρεμη, έτοιμη να δείξει σ’ όλους τη μεγάλη δύναμη που έχει το σημείο του Σταυρού του Χριστού και η αληθινή πίστη στον Ένα και μοναδικό Θεό. Γνώριζε πολύ καλά πως απ’ αυτή τη μάχη δεν θα σκοτωνόταν μόνο το φίδι αυτό, αλλά και το νοητό φίδι, ο σατανάς, που πειράζει στην αμαρτία τα έμψυχα πλάσματα του Θεού, τους ανθρώπους, για χάρη των οποίων έχυσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός το πανάγιο Αίμα Του πάνω στο Σταυρό. Με ιερή μεγαλοπρέπεια σηκώνει η αγία μας το χέρι της, για άλλη μια φορά, ψηλά στον αέρα, απέναντι από το φοβερό δράκοντα, και κάνει το σημείο του Σταυρού, επικαλούμενη τη θεία βοήθεια. Τότε, λες και ένα μαχαίρι κοφτερό πέρασε πάνω από το φίδι, το έκοψε στα δύο και το άφησε ευθύς νεκρό και ασάλευτο μπροστά στα πόδια της αγίας μας.
Το τι επακολούθησε τότε από τον κόσμο που παρακολουθούσε τα γινόμενα δεν περιγράφεται. Σκηνές ξέφρενης χαράς και ενθουσιασμού που έδειχναν πόσο τους είχε επηρεάσει τούτο το θαύμα της νεαρής Χριστιανής. Με δυνατές φωνές και αλαλαγμούς φώναζαν και ομολογούσαν ότι είναι μεγάλη η δύναμη του Χριστού, που κηρύττει η Παρασκευή. Ακόμα και ο βασιλιάς ενθουσιάστηκε τόσο πολύ, που ζήτησε από την αγία μας να τους πει περισσότερα για το Χριστό και το Ευαγγέλιό Του. Εκείνη, με καταπληκτική ευγλωττία, φωτισμένη από το Θεό, τους είπε πολλά γύρω από τα θαύματα του Χριστού και την υπέροχη και μοναδική χριστιανική διδασκαλία. Μεγάλο πλήθος του λαού, μαζί με τον βασιλιά Ασκληπιό, έγιναν Χριστιανοί και βαπτίστηκαν στο όνομα της αγίας Τριάδος.
ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Μετά από κει, η αγία μας ταξίδεψε σε πολλές χώρες και πόλεις κηρύττοντας με δύναμη και πάθος το Ευαγγέλιο του Χριστού και κάνοντας αναρίθμητες ψυχές να γνωρίσουν και να αγαπήσουν τον Κύριό μας Ιησού. Στο τέλος, ήρθε και στην Ελλάδα. Έφθασε κοντά στη Θεσσαλονίκη και συγκεκριμένα στην ωραία κοιλάδα των Τεμπών. Και εκεί, πολλοί καλοπροαίρετοι άκουσαν με ενδιαφέρον το Ευαγγελικό κήρυγμα και πίστεψαν στο Χριστό.
Σαν έμαθε ο άρχοντας του τόπου εκείνου, κάποιος Ταράσιος, τη μεγάλη δράση της Παρασκευής, δεν άργησε να την κυνηγήσει και να στείλει τους άνδρες του για να τη συλλάβουν και να την φέρουν δέσμια μπροστά του. Οι στρατιώτες του την έψαξαν και την βρήκαν την ώρα που στην όμορφη κοιλάδα των Τεμπών μιλούσε στα πλήθη για το Χριστό. Αφού την αλυσόδεσαν την έφεραν σε μια πόλη κοντά στη Θεσσαλονίκη, όπου βρισκόταν τότε ο Ταράσιος. Σήμερα, στο σημείο που συνέλαβαν οι στρατιώτες την αγία μας υπάρχει Ναός της αγίας Παρασκευής.
Ο Ταράσιος, άνθρωπος σκληρός και φανατικός ειδωλολάτρης, μόλις είδε την αγία μας, της λέει με θυμό και οργή.
› Ποιος δαίμονας κακός σε έφερε στα μέρη μας να βλαστημάς τους θεούς μας και να κηρύττεις για Θεό έναν που γεννήθηκε πριν 150 χρόνια και που ο Καίσαρας Αύγουστος και οι Εβραίοι σταύρωσαν ως κακούργο;
› Κανένας πονηρός δαίμονας, του απαντά τότε η αγία μας, δεν με έφερε εδώ αλλά η αγάπη στον Ένα και αληθινό Θεό, που συ αγνοείς. Αυτόν, που ήρθε στη γη για να διώξει από τον κόσμο μας το μίσος και την κακία και να γεμίσει τις ψυχές μας με αγάπη, χαρά και ευτυχία. Αυτόν, που θέλει να κρημνίσουμε από το βάθρο της ψυχής μας κάθε ψευτιά και αμαρτία και στη θέση του να υψώσουμε το λάβαρο της αλήθειας και της ανθρωπιάς. Αυτόν, που θέλει να είμαστε όλοι αδέλφια, μικροί και μεγάλοι, πλούσιοι και φτωχοί και όχι τύραννοι απάνθρωποι και σκληροί. Αυτόν, που ήρθε να μας πει ότι όλοι είμαστε αδέλφια, γιατί είμαστε δικά του δημιουργήματα, δικά του παιδιά. Αυτόν, τον Θεό ευαγγελίζομαι τώρα σε όλους εσάς, παρακαλώντας σας να αφήσετε τα ψεύτικα είδωλα, τα οποία χρησιμοποιούν με πονηριά οι δαίμονες για να σας παραπλανούν και να σας κρατούν σφιχτά κάτω από τα σκοτεινά και πονηρά δεσμά τους.
ΣΤΟ ΚΑΖΑΝΙ ΜΕ ΤΗΝ ΠΙΣΣΑ ΚΑΙ ΤΟ ΛΑΔΙ
Σαν άκουσε ο σκληροτράχηλος Ταράσιος όλα αυτά που είπε η αγία μας ταράχτηκε φοβερά και οργίστηκε πολύ. Διέταξε τους στρατιώτες του να βράσουν αμέσως ένα μεγάλο καζάνι με λάδι, πίσσα και μολύβι και μετά να ρίξουν μέσα την Παρασκευή. Για άλλη μια φορά, όμως, ο Θεός επεμβαίνει και σώζει το αγαπημένο και πιστό του παιδί. Όπως παλιά έστειλε τον άγγελό Του στη φλογισμένη κάμινο Της Βαβυλώνας, μέσα στην οποία είχαν ρίξει τους αγίους Τρεις Παίδες και τη δρόσισε, έτσι και τώρα, στέλνει ξανά τον άγγελό Του και μετατρέπει σε δροσιά το περιεχόμενο του καζανιού που κόχλαζε από τη μεγάλη φωτιά που έκαιγε από κάτω του. Έτσι, η αγία μας στεκόταν στο μέσο του καζανιού, σαν σε δροσερή πηγή και έψελνε ύμνους ευχαριστίας και δοξολογίας στον παντοδύναμο Θεό.
Οι ειδωλολάτρες, που είδαν αυτό το θαύμα, ενθουσιάστηκαν από την δύναμη της καινούριας θρησκείας και έβλεπαν τώρα με συμπάθεια και πολύ αγάπη τη χαριτωμένη νεαρή Χριστιανή. Πολλοί απ’ αυτούς πίστεψαν αμέσως στο Χριστό και ήθελαν να μάθουν περισσότερα για τη νέα αυτή πίστη. Αυτό, βέβαια, εξόργισε ακόμα περισσότερο τον Ταράσιο. Άρχισε, λοιπόν, να κατηγορεί την αγία μας ότι ήταν μια πονηρή μάγισσα, την οποία έπρεπε γρήγορα να τιμωρήσει με φριχτά βασανιστήρια. Για το λόγο αυτό διατάζει τους στρατιώτες του:
› Πιάστε γρήγορα την ελεεινή αυτή Χριστιανή και τεντώστε το σώμα της καταγής από τα χέρια και τα πόδια. Έπειτα, μαστιγώστε την αλύπητα με βούνευρα, ώστε να αναγκασθεί ή να θυσιάσει στους αθάνατους θεούς μας ή να πεθάνει.
Οι στρατιώτες εκτέλεσαν αμέσως τις εντολές του και άρχισαν όλοι εκ περιτροπής να χτυπούνε δυνατά και με μανία την αγία μας. Το πορφυρό αίμα της μάρτυρος, που ύστερα από κάθε χτύπημα, με αφθονία πλημμύριζε το πάναγνο σώμα της και κοκκίνιζε το έδαφος πάνω στο οποίο την είχαν τεντώσει, έκανε τον κόσμο αφ’ ενός να αγανακτεί κατά του Ταράσιου και της σκληρής και απάνθρωπης θρησκείας τους και αφ’ ετέρου να συμπαθούν όλο και περισσότερο τη Χριστιανική πίστη που έδινε τόση δύναμη και κουράγιο στους πιστούς της. Οι στρατιώτες, ενώ ο ένας μετά τον άλλο κουρασμένοι και καταϊδρωμένοι παρατούσαν το σκληρό τους καθήκον, η αγία μας έδειχνε σαν να μη ζούσε σ’ αυτό τον κόσμο. Παραδομένη στην αγκαλιά του Θεού, μέσα στη πύρινη προσευχή που ψέλλιζαν διαρκώς τα αιματοβαμμένα χείλη της, έδειχνε να περιμένει με χαρά το τέλος της που θα την έφερνε μια ώρα γρηγορότερα στην ουράνια κατοικία του Παραδείσου.
Ούτε και ο Ταράσιος μπόρεσε να μην ομολογήσει τη μεγάλη υπομονή και τη θαυμαστή καρτερία της μάρτυρας στα οδυνηρά τούτα βασανιστήρια. Βλέποντας τον κόσμο να αγανακτεί εναντίον του για την τόση σκληρή μεταχείριση απέναντι σε ένα κοριτσόπουλο, ντράπηκε κάποια στιγμή και διέταξε τους στρατιώτες του να σταματήσουν προς στιγμή τα βασανιστήρια της αγίας μας μπροστά στον κόσμο. Σκληρός και κακότροπος καθώς ήταν, διέταξε να κλείσουν στη φυλακή την Παρασκευή και κει να την τεντώσουν ξανά από τα τέσσερα σημεία. Έπειτα να της βάλουν στο στήθος ένα μεγάλο ογκόλιθο, για να μη μπορεί να αναπνεύσει εύκολα, και έτσι να την αφήσουν έως το άλλο πρωί, μέχρι να σκεφτεί κάποιο άλλο πιο φριχτό βασανιστήριο.
Είναι να απορεί κανείς πως μπορούσε να υπάρχει μέσα σε μια ανθρώπινη καρδιά τόσο μίσος και κακία, που μόνο ο σατανάς μπορούσε να έχει. Γίνεται όμως κατανοητό αυτό αν πιστέψουμε πως αυτοί οι άνθρωποι, ήταν τόσο πλανεμένοι και δεμένοι με τα φριχτά δεσμά του σατανά και της σατανικής θρησκείας που ακολουθούσαν, ώστε να μη μπορούν να δουν την αλήθεια και να κάνουν ό,τι ο αρχηγός τους σατανάς τους υπαγόρευε.
ΕΜΦΑΝΙΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ
Μέσα στη σκοτεινή φυλακή, με τον ογκόλιθο στο στήθος της η μεγαλομάρτυς Παρασκευή, προσπαθούσε με δυσκολία να αναπνεύσει αλλά όχι και να προσευχηθεί. Παρακαλούσε με δάκρυα στα μάτια τον πολυαγαπημένο της Ιησού να της δίνει δύναμη και κουράγιο για να αντέξει και τούτο το μαρτύριο. Ο σατανάς χαιρόταν που έβλεπε τη νεαρή Χριστιανή να υποφέρει πολύ και να αγωνίζεται να αναπνεύσει με τον μεγάλο ογκόλιθο στο στήθος. Ήξερε καλά πως ο Χριστός δεν θα εγκατέλειπε ποτέ την δούλη του.
Όσες φορές τόλμησε να πειράξει με τα δαιμονικά βέλη του την Παρασκευή, παρουσιαζόταν ευθύς η Χάρις του Θεού και χαλούσε τα πονηρά του σχέδια. Τώρα, όμως, είδε ότι αργούσε αυτή η Χάρις του Θεού να εμφανιστεί και να επουλώσει τις πληγές της μάρτυρας. Αυτό άρπαξε σαν ευκαιρία για να αποτολμήσει άλλη μια πονηρή έφοδο κατά της ταλαιπωρημένης μάρτυρας. Έρχεται αόρατα δίπλα της και σφυρίζει στ’ αυτιά της λόγια απιστίας και απόγνωσης.
› Μη νομίζεις ταλαίπωρη Παρασκευή ότι ο Θεός είναι μαζί σου. Είσαι ανόητη που αρνήθηκες να θυσιάσεις στους θεούς του βασιλιά. Τι πέτυχες με την άρνηση σου αυτή; Θα πεθάνεις πάνω στο άνθος της ηλικίας σου, και τα ωραία νιάτα σου θα χαραμιστούν για κάποιον που πέθανε πάνω στο σταυρό. Φώναξε δυνατά να έρθει ο φύλακας της φυλακής να σου βγάλει τον ογκόλιθο από το στήθος σου, που δε σε αφήνει να αναπνεύσεις και πες του ότι είσαι έτοιμη να θυσιάσεις στους θεούς τους. Εσύ, αν θέλεις, κράτα μέσα σου την πίστη στο σταυρωμένο σου. Ο Θεός σου θα σε καταλάβει ότι δεν άντεξες αυτό το μαρτύριο και δε θα σου θυμώσει. Έλα τι περιμένεις! Αρνήσου μια φορά μόνο το Θεό σου, για να γλυτώσεις τώρα το θάνατο και μετά βλέπεις και κάνεις.
Αυτά και άλλα τόσα της έλεγε με πονηριά και κακία μέσα στο μυαλό της ο πολυμήχανος σατανάς και έλπιζε να την καταφέρει να τον πιστέψει. Η αγία μας, παρά την μεγάλη εξάντληση και τους αφόρητους πόνους που είχε, γρήγορα κατάλαβε την πανουργία του σατανά. Επιστράτευσε γρήγορα όσες ψυχικές δυνάμεις της είχαν απομείνει και με μεγάλη φωνή έβγαλε μέσα από τα βάθη της καρδιάς της, με δάκρυα στα μάτια, για άλλη μια φορά, θερμή προσευχή στον πολυαγαπημένο της Ιησού. Μόνο που αυτή τη φορά δεν είχε κουράγιο ούτε μια φράση να αρθρώσει, εκτός από μια λέξη αγαπημένη. Μια λέξη που είχε γίνει ένα με την καρδιά της, τα χείλη και το μυαλό της. Μια λέξη, που έκλεινε μέσα της όλη την αγάπη και τα όνειρά της, γιατί προσδιόριζε τη μια και μοναδική μορφή που είχε αγαπήσει με δύναμη και πάθος σ’ αυτή τη ζωή και που για χάρη της τώρα υπέφερε και μαρτυρούσε. Ήταν αυτή η λέξη, η ίδια της η ζωή, γιατί ήταν το όνομα του λατρευτού της Ιησού. Μόνο, λοιπόν αυτή τη λέξη μπόρεσε να πει με αγάπη ζηλευτή τρεις φορές:
› Ιησού μου, Ιησού μου, Ιησού μου!!!
Στο άκουσμα αυτό, που με τόση αγάπη πρόφεραν τα χείλια της μεγαλομάρτυρας Παρασκευής, τρόμαξε υπερβολικά ο σατανάς. Σαν φωτιά ανήλεη, το πανάγιο όνομα του Ιησού, του έκαψε τα σωθικά και σαν χίλιοι κεραυνοί μαζί τον χτύπησε δυνατά και τον πέταξε μακριά από την βασανισμένη μεγαλομάρτυρα. Για άλλη μια φορά νιώθει η αγία μας στη πράξη πόσο ο Χριστός αγαπάει και βοηθάει όσους Τον επικαλούνται με πίστη και αγάπη. Για άλλη μια φορά αντιλαμβάνεται πόση μεγάλη δύναμη έχουν οι προσευχές των αγίων. Φτάνει το όνομα του Θεού τους να πουν, κι Εκείνος τρέχει γρήγορα κοντά τους να βρεθεί!
Αυτόν τον έστελνε στα τάρταρα και στα βασανιστήρια του Άδη να τυραννιέται και ο Κύριος τώρα εμφανιζόταν με αναρίθμητο πλήθος αγγέλων δίπλα Του στη νεαρή πιστή μαθήτριά Του. Πράγματι! Εκείνη τη στιγμή, που η αγία μας φώναξε δυνατά το πανάγιο όνομα του αγαπημένου της Κυρίου, λες και άνοιξαν οι ουρανοί και ένα υπέρλαμπρο φως φώτισε και έκανε μέρα την κατασκότεινη φυλακή. Μέσα απ’ αυτό το φως, ένα άλλο πιο υπέρλαμπρο και πιο αστραφτερό φως, η γλυκιά μορφή του πολυαγαπημένου της Ιησού εμφανίστηκε, ανάμεσα σε μυριάδες αγγέλους. Μια παναρμόνια ουράνια μελωδία απλώθηκε παντού και η μικρή, στενή και αποπνικτική φυλακή της αγίας μας, έγινε ένας μικρός Παράδεισος στη γη.
Ακόμα και ο καλύτερος ζωγράφος του κόσμου θα δυσκολευόταν να αποτυπώσει τέλεια σε πίνακα ζωγραφικής το υπέρμετρο μεγαλείο χαράς και ευτυχίας που ζωγραφίστηκε στα γλυκά ματάκια της αγίας μας, σαν είδε μπροστά της Αυτόν που με όλη τη δύναμη της ψυχής της αγάπησε μοναδικά σ’ αυτή τη γη. Γλυκά και τρυφερά δάκρυα αγάπης, σαν μαργαριτάρια πολύτιμα, κύλισαν από τα πανέμορφα μάτια της στον πληγωμένο και αιματοβαμμένο από τα δεσμά λαιμό της, για να το στολίσουν σαν πανάκριβο περιδέραιο. Ο Αγαπημένος της Ιησούς έσκυψε μπροστά της, της χαμογέλασε γλυκά, σκούπισε τα δάκρυά της, πήρε τον πόνο της, γέμισε την καρδιά της με μια ουράνια γαλήνη και χαρά και ύστερα, αφού την κοίταξε μ’ εκείνα τα μοναδικά, γλυκά και τρυφερά πατρικά μάτια, που όμοιά του δεν υπάρχουν πουθενά σ’ αυτή τη γη, της είπε:
› Χαίρε Παρασκευή καλλιπάρθενε. Χαίρε πιστή μου θυγατέρα. Έχε θάρρος και μη δειλιάσεις στα βασανιστήρια. Η Χάρις μου θα είναι μαζί σου για να σε ενισχύει και να σε δυναμώνει. Λίγο ακόμα θα υπομείνεις και μετά θα έρθεις να βασιλέψεις μαζί μου αιώνια!
Με τα τελευταία λόγια ο Κύριος αναλήφθηκε στον Ουρανό και το μεγαλειώδες όραμα χάθηκε. Η φυλακή έγινε όπως και πριν ενώ η μεγαλομάρτυρας του Κυρίου έμεινε μόνη να χύνει δάκρυα αγάπης και χαράς που αξιώθηκε να δει την μοναδική και λατρευτή αγάπη της καρδιάς της. Μόνο που τώρα ούτε πονούσε αλλά ούτε και τα σημάδια των βασανιστηρίων είχε πάνω της. Απεναντίας μια καταπληχτική σωματική ευεξία και δύναμη ένιωθε πάνω σ’ όλο της το κορμί. Ο πολυαγαπημένος της Σωτήρας την είχε γιατρέψει από όλες της τις πληγές. Ένα κύμα ευχαριστίας βγήκε μέσα από την καρδιά της για να γίνει μελωδία και δοξολογία στον αληθινό Θεό και Λυτρωτή!
ΚΡΗΜΝΙΖΕΙ ΤΑ ΑΓΑΛΜΑΤΑ ΤΩΝ ΨΕΥΤΙΚΩΝ ΘΕΩΝ
Σαν ξημέρωσε η άλλη μέρα, έστειλε ο Ταράσιος τους στρατιώτες του για να φέρουν ενώπιον του δικαστηρίου την αγία μας. Δεν μπορεί κανείς να φανταστεί την έκπληξη και το θαυμασμό του σαν την είδε υγιή και πανέμορφη να στέκεται σαν άγγελος φωτεινός μπροστά του. Για να μη φανεί ταραγμένος και προβληματισμένος με πονηριά και υποκρισία της λέει:
› Από ότι βλέπω, Παρασκευή, σε αγαπούν πολύ οι μεγάλοι μας θεοί, αφού σε γιάτρεψαν από τις φοβερές πληγές σου και μετέτρεψαν την ασχήμια από τα βασανιστήρια σε ομορφιά μοναδική. Εσύ δεν πρέπει να δείξεις τώρα αχαριστία. Γι’ αυτό, έλα να πάμε μαζί στο ναό των θεών μας για να τους προσκυνήσεις και να τους ευχαριστήσεις. Εγώ μετά θα σε γεμίσω με τόσα πολλά και πλούσια δώρα που καμιά άλλη γυναίκα δεν θα έχει.
› Κατ’ αρχάς, ω βασιλιά, δεν με γιάτρεψαν οι θεοί σου, αλλά Εκείνος που η καρδιά μου αγαπά, πιστεύει και λατρεύει και που αυτή τη νύχτα με αξίωσε να Τον δω και να γεμίσω από χαρά και ευτυχία. Αφού θέλεις να πάμε στο ναό, ας πάμε να δει όλος ο κόσμος ποιους θεούς θέλεις να προσκυνήσω.
Ο Ταράσιος όταν άκουσε από την Παρασκευή ότι δέχτηκε να πάνε μαζί στο ναό, χάρηκε πολύ και διέταξε τους στρατιώτες και όλο τον κόσμο να τον ακολουθήσουν μέχρι εκεί. Με χαρές και πανηγυρισμούς ξεκίνησαν όλοι για τον ναό, εγκωμιάζοντας ταυτόχρονα τον Ταράσιο που κατάφερε την αγία μας να αποδεχτεί την πρότασή του. Όταν έφθασαν στο ναό, περίμεναν όλοι με αγωνία να δουν τι θα κάνει η αγία μας. Η αγωνία όλων είχε κορυφωθεί. Η αγία Παρασκευή πήγε και στάθηκε μπροστά στο άγαλμα του θεού Απόλλωνα και με δυνατή φωνή, για να την ακούνε όλοι, του λέει:
› Θέλεις άψυχο είδωλο, να πάρεις σαν θεός από μένα θυσία;
Τότε το δαιμόνιο που κατοικούσε μέσα στο άγαλμα φώναξε με μεγάλη φωνή, που την άκουσαν όλοι και μέσα στο ναό και έξω απ’ αυτόν.
› Δεν είμαι Θεός εγώ, αλλά ούτε και κανένας άλλος από εμάς είναι. Μόνο Αυτός, που κηρύττεις εσύ είναι Θεός αληθινός. Εμείς ήμασταν βέβαια στην αρχή άγγελοι, αλλά για την περηφάνια μας γίναμε διάβολοι και εξαπατούμε τους ανθρώπους να μας προσκυνούν για θεούς.
› Γιατί τότε στέκεστε εδώ μέσα, όπου είμαι και εγώ, η αληθινή δούλη του Θεού; Γκρεμισθείτε και φύγετε απ’ αυτόν τον τόπο.
Τα τελευταία λόγια της αγίας μας έπεσαν σαν κεραυνός πάνω στα δαιμόνια που κατοικούσαν μέσα στα αγάλματα. Ένας θρήνος γοερός ακούστηκε να βγαίνει μέσα από τα αγάλματα και ένας τρομερός σεισμός συντάραξε το ναό. Όλα τα αγάλματα των ψεύτικων θεών έπεσαν κάτω και έγιναν συντρίμμια. Οι ειδωλολάτρες ιερείς και υπηρέτες του σατανά, που υπηρετούσαν στο ναό θύμωσαν τόσο πολύ που άρπαξαν την αγία μας και δέρνοντας την, την έφεραν μπροστά στον Ταράσιο, ζητώντας την παραδειγματική τιμωρία της.
› Ένδοξε άρχοντά μας, σκότωσε αυτήν την βλάσφημη Χριστιανή, προτού γκρεμίσει και εσένα και το ναό μας.
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ
Ο Ταράσιος, οργισμένος από αυτό που έκανε μέσα στο ναό η Παρασκευή αλλά και επειδή διαπίστωσε ότι δεν επρόκειτο να πετύχει τίποτε με τις φοβέρες και τα μαρτύρια, αποφάσισε τη θανατική καταδίκη της.
› Παρασκευή, την υβρίστριαν των θεών μας και καταφρονήτρα των βασιλικών διαταγών μου, η ο οποία κηρύττει για αληθινό Θεό τον πλάνο Χριστό, διατάζω να της κόψετε τη μιαρά κεφαλή.
Αμέσως οι στρατιώτες άρπαξαν με μανία και οργή την αγία μας και την οδήγησαν έξω από την πόλη για να την αποκεφαλίσουν. Όταν φθάσανε στον τόπο της εκτέλεσης, ζήτησε από τους δημίους της η μεγαλομάρτυς Παρασκευή λίγο χρόνο για να προσευχηθεί. Εκείνοι την άφησαν. Η αγία μας περιχαρής που σε λίγο θα ήταν στον Ουρανό, μέσα στην αγκαλιά του πολυαγαπημένου της Ιησού, σήκωσε τα χέρια στον ουρανό και μέσα σε γλυκά δάκρυα χαράς και ευτυχίας προσευχήθηκε με τα εξής λόγια:
› Κύριε μου Ιησού Χριστέ, Υιέ και Λόγε του αθανάτου Πατρός, ο Οποίος για τη δική μας σωτηρία ήλθες από τον Ουρανό στη γη, σε ευχαριστώ, γιατί με αξίωσες να υπομείνω βάσανα και τιμωρίες για το άγιο Όνομά Σου. Σε δοξολογώ, γιατί αξιώθηκα να μιμηθώ το πάθος Σου. Σε υμνολογώ, γιατί με δυνάμωσες να μαρτυρήσω για την αγάπη Σου. Τώρα, αξίωσε με και της Βασιλείας Σου. Παράλαβε την ταπεινή μου ψυχή και ανάπαυσε την μετά των φρονίμων Σου παρθένων. Διότι, με το να περιμένω την μεγάλη Σου δόξα, υπέμεινα τις τιμωρίες και τα βάσανα. Με το να ελπίζω εις την ανταμοιβή Σου, θα λάβω τώρα και τον θάνατο. Γι’ αυτό, κατάταξε κι εμένα με το χορό των αγίων Σου μαρτύρων. Θυμήσου, Κύριε, και όλους όσους επικαλούνται το όνομά Σου, δι’ εμού, κατά τον καιρό της θλίψης, ότι ευλογημένος είσαι Συ εις τους αιώνες. Αμήν.
Αφού τέλειωσε την προσευχή της, έγειρε με χαρά και ευφροσύνη μπροστά στους δήμιους την αγία της κεφαλή, για να δεχτεί το τελευταίο μαρτύριο. Έτσι, μόλις ο στρατιώτης έκοψε με ξίφος την άγια κεφαλή της, η πάναγνη και αγία ψυχή της πέταξε σαν κάτασπρο περιστέρι στην ατέλειωτη χαρά του Παραδείσου, μέσα στην αγκαλιά του πολυαγαπημένου της Ιησού, που αγάπησε υπερβολικά και μοναδικά σ’ αυτή τη γη. Το άγιο λείψανό της το παρέλαβαν κρυφά μερικοί ευσεβείς Χριστιανοί που παρακολουθούσαν από κοντά το μαρτύριό της και αφού το άλειψαν με μύρα και αρώματα το ενταφίασαν με δόξες και τιμές.
Ο Θεός ευλόγησε τόσο πολύ την μεγαλομάρτυρα Παρασκευή, ώστε ο τάφος της έγινε πηγή ιαμάτων θαυμαστών. Αμέτρητα είναι τα πλήθη των αρρώστων που ήρθαν να ζητήσουν πάνω από τον τάφο της τη θεραπεία των ασθενειών τους και θεραπεύθηκαν. Κουτσοί περπάτησαν, δαιμονισμένοι ελευθερώθηκαν, στείρες γυναίκες τεκνοποίησαν, αλλά προ πάντων πολλοί τυφλοί είδαν το φως τους. Στο μέρος εκείνο, που κατά την παράδοση τάφηκε το σώμα της, υπάρχει σήμερα Ναός και μοναστήρι της αγίας Παρασκευής.
Τα θαύματα που επιτελεί σε όσους την φωνάζουν σε βοήθεια είναι τόσα πολλά, ώστε από ευσέβεια οι Χριστιανοί της έχουν κτίσει σε όλο τον κόσμο πολυάριθμους Ναούς. Την ημέρα της γιορτής της, που είναι στις 26 Ιουλίου, με πίστη και ευλάβεια οι Χριστιανοί έρχονται μπροστά στην αγία της εικόνα για να την παρακαλέσουν να προστατεύει τα σπίτια τους, να φωτίζει τα παιδιά τους και να τους λυτρώνει με τη δυνατή μεσιτεία της από κάθε κακό.
Είθε η μεγαλομάρτυρας του Χριστού αγία Παρασκευή να φωτίζει και να καθοδηγεί όλους μας στην αγάπη του Θεού και τη σωτηρία της ψυχής μας.
Αμήν.
Πηγή: (Εκδόσεις Φως Χριστού, υπό του π. Ελπιδίου Βαγιανάκη), Ανθολόγιο Χριστιανικών Μηνυμάτων