Γεννήθηκε στη Βαλλύνια κατά το δεύτερο ήμιση του 13ου αιώνα από τους ευσεβείς γονείς Θεόδωρο και Ευπραξία. Όταν ήταν μικρός δεν μπορούσε να μιλήσει αλλά κατά θαυματουργική παρέμβαση έγινε καλά. Στα 12 του χρόνια μπήκε στο μοναστήρι και έμαθε και την τέχνη της αγιογραφίας. Με την ευλογία του ηγουμένου του έζησε απομονωμένος στις όχθες του ποταμού Ράτα. Εκεί σιγά-σιγά διαμορφώθηκε μια μοναστική αδελφότητα και χτίστηκε μια μονή προς τιμήν του Σωτήρος Χριστού. Η φήμη του είχε εξαπλωθεί παντού.
Ανεδείχθηκε Μητροπολίτης Ρωσίας υποστηριζόμενος από τόν ηγεμόνα τῆς Γαλικίας Γεώργιο Λβόβιχ καί χειροτονήθηκε στήν Κωνσταντινούπολη ἀπό τόν Πατριάρχη Αθανάσιο Α’. Η Πρωθιεραρχεία του σημαδεύθηκε ἀπό τήν μεταφορά της Μητροπολιτικής έδρας ἀπό τό Κίεβο στή Μόσχα, χωρίς καί πάλι νά αλλάξει ὁ τίτλος του Μητροπολίτη Ρωσίας, γεγονός πού ἐνίσχυσε τήν θέση της Ἡγεμονίας απέναντι στίς άλλες. Κατά τήν εμφύλια διαμάχη μεταξύ των ηγεμόνων Μιχαήλ Γιαροσλάβιτς του Τβέρ καί Γεωργίου Ντανίλοβιτς της Μόσχας, υποστήριξε ανοικτά τόν δεύτερο, διότι διέβλεπε τήν ἀνάγκη ἑνώσεως τῶν μικρών Ρωσικών Ἡγεμονιών κάτω ἀπό μία πολιτική έδρα καί ἕναν ηγεμόνα. Τελικά ὁ τίτλος τοῦ Μεγ. Ηγεμόνα κατακτήθηκε ἀπό τόν Ηγεμόνα της Μόσχας Ιωάννη Α’ Ντανίλοβιτς Καλιτά (1326), από τόν ὁποῖο ὁ Μητροπ. Πέτρος ζήτησε τήν ανέγερση του Καθεδρικού Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Κρεμλίνου (Ουσπένσκυ Σομπόρ), στον οποίο καί ενταφιάσθηκε.
Ιδιαίτερα σημαντικά είναι τα γραπτά που έχουν διασωθεί απ'αυτόν και στα οποία εκφράζει την ανυσηχια και την φροντίδα του για τον πιστό λαό. Την εποχή εκείνη η Ρωσία υπέφερε από τους Τατάρους. Το 1313 επισκέφθηκε τον Τατάρο Χαν Ουζμπέκ στο στρατόπεδο της Χρυσής Ορδής και πέτυχε την έκδοση ενός διατάγματος ευνοικού για την εκκλησία.
Εκοιμήθη στις 21 Δεκεμβρίου 1326. Το άφθαρτο λείψανό του βρίσκεται στο Κρεμλίνο στον Καθεδρικό Ναό της Κοιμήσεως της Θεοτόκου.
Πηγή: Προσκυνητής