Ο 4ος μ. Χ. αιώνας υπήρξε η πιο κρίσιμη εποχή για τόσο για την Εκκλησία, όσο και για την παγκόσμια ιστορία. Κι’ αυτό διότι οι χρόνοι εκείνοι ήταν η μεταβατική περίοδος από τον παλιό προχριστιανικό κόσμο, στον καινούριο, τον χριστιανικό. Σε αυτή την μετάβαση, η οποία δεν ήταν πάντα ήρεμη, συνέβαλλαν τα μέγιστα οι Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ένας από αυτούς ήταν και ο άγιος Μελέτιος Επίσκοπος Αντιοχείας.
Γεννήθηκε στην πόλη Μελιτηνή της Μικράς Αρμενίας το 310. Δεν γνωρίζουμε σχεδόν τίποτε για την παιδική και νεανική του ζωή. Για πρώτη φορά αναφέρεται το έτος 357, ο οποίος εμφανίζεται ως αντίπαλος των αιρετικών Ομοιουσιανών, μιας αρειανικής παρατάξεως, και οπαδός του Επισκόπου Καισαρείας της Παλαιστίνης Ακακίου. Με εισήγηση του Ακακίου, ο Μελέτιος εξελέγη από την Σύνοδο του 358, Επίσκοπος Σεβαστείας. Απ’ ότι φαίνεται, δεν έμελλε να στερεώσει στο θρόνο του, διότι, οι φανατικοί οπαδοί του προηγουμένου Επισκόπου Σεβαστείας Ευσταθίου, του είχαν κηρύξει τον πόλεμο και γι’ αυτό αναγκάστηκε να παραιτηθεί σε λίγο καιρό και να μεταβεί στη Βέροια της Συρίας.
Το έτος 360 εκλέχτηκε Αρχιεπίσκοπος Αντιοχείας, στη θέση του μετατεθέντος στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως, Ευδοξίου. Όταν έφτασε στην Αντιόχεια ο πιστός λαός βγήκε στους δρόμους και του επιφύλαξε λαμπρή υποδοχή, διότι είχαν πληροφορηθεί για την αγιότητά του και την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία, η οποία δοκιμάζονταν σκληρά από τους αιρετικούς αρειανούς. Όμως και εδώ δεν κατάφερε να στερεώσει. Οι φανατικοί αρειανοί κατάφεραν να πείσουν τον αρειανόφρονα αυτοκράτορα Κωνστάντιο (337-361) να τον εκθρονίσει και να τον στείλει εξορία στην Αρμενία. Στη θέση του δε επέβαλε ένα παλιό συνεργάτη του Αρείου, τον Ευζώιο.
Όμως οι αρειανοί δεν είχαν υπολογίσει στην αντίδραση του ορθοδόξου λαού της Αντιόχειας, ο οποίος αντέδρασε σφόδρα, στην εκθρόνιση του Μελετίου και την αντικατάστασή του από τον αιρετικό Ευζώιο. Μάλιστα κάποιοι από αυτούς αποσχίστηκαν και δημιούργησαν το σχίσμα των «Μελετιανών». Παρ’ όλη την αναστάτωση της τοπικής Εκκλησίας, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος επαινούσε την δίκαιη αντίδραση των Ορθοδόξων Αντιοχέων και αυτόν τον ίδιο τον Μελέτιο για την προσήλωσή του στην Ορθοδοξία. Η ολιγοήμερη επισκοπική του διακονία κατέστη ικανή να δημιουργήσει ισχυρή αντίσταση στην επιδρομή των αρειανών, οι οποίοι είχαν την αυτοκρατορική στήριξη.
Ο ιερός Χρυσόστομος, εξαίροντας την αγιότητα και το ήθος του Μελετίου, αναφέρει έναν χαρακτηριστικό επεισόδιο από την εκθρόνισή του. Όταν συνέλαβαν τον άγιο και τον οδηγούσαν στην εξορία, με επικεφαλής τον διοικητή της πόλεως, οι ορθόδοξοι περίμεναν την πομπή έξω από την πόλη. Σταμάτησαν την άμαξα που οδηγούσε τον άγιο στην εξορία, και ζητούσαν να πάρουν την ευχή του. Όταν είδαν και τον διοικητή όρμισαν να τον λιθοβολήσουν, για την υλοποίηση της αδικίας εις βάρος του αγίου Επισκόπου τους. Μάταια προσπαθούσε ο Μελέτιος να τους σταματήσει. Τότε κάλυψε με το σώμα του το σώμα του διώκτη του διοικητή, σώζοντας τη ζωή του από την μανία του οργισμένου πλήθους!
Παρέμεινε στην εξορία ως το 362, όταν επανέφερε όλους τους εξόριστους Επισκόπους ο νέος αυτοκράτορας Ιουλιανός ο Παραβάτης (361-363), ο οποίος, ήθελε, φαινομενικά μεν να εφαρμόσει την ανεξιθρησκία, δόλια δε, να πλήξει την Εκκλησία, με εμφύλιο! Επαναφέροντας του εξορίστους ορθοδόξους, που είχαν εξορίσει οι αρειανοί, υπέβαλλε την Εκκλησία σε μια μεγάλη και ευτυχώς σύντομη δοκιμασία. Δύο χρόνια μετά, το 365, εξορίστηκε και πάλι από το νέο-αρειανόφρονα αυτοκράτορα Ουάλη (364-378), στα Γήτασα της Αρμενίας, κοντά στα σύνορα με την Καππαδοκία. Από εκεί ο Μελέτιος είχε επικοινωνία με τον Μ. Βασίλειο και συζητούσαν για τα μεγάλα προβλήματα της Εκκλησίας.
Το 379 αποκαταστάθηκε και πάλι στην Επισκοπή του. Γυρίζοντας στην Αντιόχεια, ο πιστός λαός του επιφύλαξε θερμή υποδοχή. Πρώτη του ενέργεια ήταν να συγκαλέσει Σύνοδο, η οποία θα ομολογούσε πίστη στις αποφάσεις της Α΄ εν Νικαία Οικουμενικής Συνόδου (325), η οποία είχε καταδικάσει όλες τις μέχρι τότε αιρέσεις και ιδιαίτερα την πιο επικίνδυνη, τον αρειανισμό. Η τοπική αυτή Σύνοδος θεωρείται από τις σημαντικότερες Τοπικές Συνόδους αυτής της εποχής.
Το 381 κλήθηκε από τον αυτοκράτορα Θεοδόσιο Α΄ (379-395) να συμμετάσχει στην Β΄ Οικουμενική Σύνοδο στην Κωνσταντινούπολη. Ο άγιος Επίσκοπος ανταποκρίθηκε στο κάλεσμα της Εκκλησίας και έφτασε την Βασιλεύουσα. Λόγω του σεβασμού των συνέδρων προς το πρόσωπό του, ορίστηκε πρόεδρος της Συνόδου. Σε αυτή ο Μελέτιος έδειξε την προσήλωσή του στην ορθόδοξη πίστη και επέδειξε υποδειγματική σωφροσύνη και πνευματική ωριμότητα. Όμως δυστυχώς, κατά τη διάρκεια των εργασιών της Συνόδου ασθένησε και κοιμήθηκε. Οι Πατέρες της Συνόδου, με επικεφαλής τον αυτοκράτορα και τη συνοδεία του πιστού λαού της Βασιλεύουσας κήδευσαν με τιμές τον άγιο Επίσκοπο. Τον επικήδειό του εξεφώνησε ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης, ο οποίος σκιαγράφησε την προσωπικότητα του μεγάλου εκκλησιαστικού άνδρα. Μίλησε για απορφανισμό της Εκκλησίας της Αντιόχεις και ολοκλήρου της Εκκλησίας. Έκαμε λόγο για την γλυκύτητα του χαρακτήρα του, την ταπείνωσή του και την ιώβεια υπομονή του από τους ατέλειωτους διωγμούς του.
Λίγο αργότερα, κατ’ απαίτηση του πιστού λαού της Αντιόχειας, το σεπτό του λείψανο μεταφέρθηκε με μεγάλη και μεγαλόπρεπη πομπή και τοποθετήθηκε στον τάφο του Αγίου Μάρτυρα Βαβύλα, στο ομώνυμο ναό της πόλεως. Η μνήμη του τιμάται στις 12 Φεβρουαρίου.
(Πηγή: «ΑΓΙΟΣ ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΝΤΙΟΧΕΙΑΣ», Λάμπρου Κ. Σκόντζου, Θεολόγου – Καθηγητού, Ακτίνες)
Ο βίος και η πολιτεία του μας δίνουν την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα
Πρώτον. Έχουν τεράστια ευθύνη ενώπιον Θεού και ανθρώπων όσοι δημιουργούν σχίσματα και διαιρέσεις στην Εκκλησία, επειδή, συν τοις άλλοις, σκανδαλίζουν τους ασθενεστέρους στην πίστη, παραλύουν την διάθεση τους για πνευματικό αγώνα και οδηγούν πολλούς στην απώλεια. Επίσης, ανάλογη ευθύνη έχουν και εκείνοι, οι οποίοι με το κύρος και την εξουσία τους ενθαρρύνουν και στηρίζουν όσους διασπούν την ενότητα του Σώματος του Χριστού. Ασφαλώς θα δώσουν λόγο στον Θεό, ωστόσο όμως οι άνθρωποι του Θεού, όταν υπομένουν τις θλίψεις, τις αδικίες και τις παντός είδους δοκιμασίες ευχαριστώντας και δοξολογώντας τον Θεό ωφελούνται πνευματικά και αγιάζονται.
Αυτό επισημαίνει ο Μ. Βασίλειος στους Χριστιανούς της Αντιοχείας, που υπέφεραν εξ αιτίας του ότι εστερούντο για αρκετά χρόνια τον εξόριστο ποιμένα τους. «Απαιτώ να έχετε και σεις την ιδία παρηγορία και να υπομένετε τον παρόντα πόνο των θλίψεων με την ελπίδα της παρηγορίας της... Ας μη αποκάμουμε, λοιπόν, αθλούντες στους αγώνες υπέρ της ευσεβείας και ας μη πετάξουμε λόγω απελπισίας όλους τους έως τώρα κόπους μας... Να προσδοκάς θλίψη έπειτα από θλίψη, ελπίδα έπειτα από ελπίδα, ολίγον ακόμη, ολίγον ακόμη. Με αυτόν τον τρόπο γνωρίζει να ψυχαγωγή το Άγιο Πνεύμα τους τροφίμους του με την επαγγελία του μέλλοντος. Διότι μετά τις θλίψεις έρχεται η ελπίδα και τα ελπιζόμενα ευρίσκονται πολύ κοντά. Και εξ άλλου όλον τον ανθρώπινο βίο να υπολογίση κανείς είναι εντελώς μικρότατο διάστημα σε σύγκριση με εκείνο τον απέραντον αιώνα, ο οποίος απόκειται στις ελπίδες» (ενθ. αν. σελ. 337).
Δεύτερον. Η επικοινωνία με πρόσωπα τα οποία είναι φορείς της γνήσιας αγάπης, είναι γεγονός πάντοτε ευχάριστο, περισσότερο όμως σε περίοδο δοκιμασιών και πόνου, επειδή γίνεται πρόξενος αληθινής παρηγοριάς και πνευματικής αγαλλίασης. Ιδαίτερα μάλιστα σε μια εποχή, όπως η δική μας, όπου η ανθρώπινη επικοινωνία, στην αυθεντική της μορφή, έχει καταχωρηθεί στον κατάλογο των ειδών προς εξαφάνιση. Γι’ αυτό και είναι πολύ σημαντικό να έχη κανείς γνησίους φίλους, κυρίως στις δύσκολες στιγμές της ζωής του. Βέβαια, το σημαντικότερο είναι να βρη κανείς τον τρόπο να «στέκεται στα πόδια του», κατά το κοινώς λεγόμενο, και η παρηγοριά να πηγάζη εσωτερικά από μέσα του, το ένα όμως δεν αναιρεί το άλλο και σίγουρα αισθάνεται κανείς ευχαρίστηση, καρδιακή γλυκύτητα και αληθινή παρηγοριά από την επικοινωνία με αληθινούς ανθρώπους, όπως είναι οι άγιοι.
Μελετώντας κανείς τους βίους και τους λόγους των αγίων θαυμάζει τον τρόπο με τον οποίο συμπαραστέκονταν και παρηγορούσαν τους πονεμένους, καθώς επίσης αντιλαμβάνεται και την αξία της επικοινωνίας των αγαπωμένων προσώπων. «Εάν η θεοσέβειά σου ημπορούσε να αντιληφθή κάπως το μέγεθος της ευφροσύνης που εμπνέεις σε μας όσες φορές γράφεις, γνωρίζω ότι δεν θα άφηνες να περάση καμμιά ευκαιρία για αποστολή γράμματος• θα επινοούσες, μάλιστα, αφορμές για να μας γράφης συχνά, αφού γνωρίζεις την αμοιβή που επιφυλάσσεται από τον φιλάνθρωπο Δεσπότη, για την περίπτωση της ψυχαγωγήσεως των θλιβομένων... Ώστε, όταν λαμβάνουμε επιστολή σου... δοκιμάζουμε χαρά για κάθε λόγο που συναντούμε, ενώ όταν προσεγγίζουμε στο τέλος αυτής στενοχωρούμεθα. Τόσο αγαθό είναι ο,τι και να λέγης στις επιστολές σου! Διότι το περίσσευμα που ρέει από αγαθή καρδία είναι αγαθό» (Μ. Βασιλείου, προς Μελέτιο Αντιοχείας, ενθ. αν. σελ. 315).
Η μεγαλύτερη παρηγοριά, κατά την περίοδο των πειρασμών και των θλίψεων είναι εκείνη που απορρέει από την επικοινωνία με τον Τριαδικό Θεό και τους φίλους Του, τους Αγίους, ζώντας και κεκοιμημένους. Άλλωστε, δεν υπάρχουν γνησιότεροι φίλοι από τους Αγίους. Ένας από αυτούς είναι και ο άγιος Μελέτιος, του οποίου είθε να έχουμε τις ευχές και τις πρεσβείες.
(Πηγή: «Ἀπὸ τὸ Ἁγιολόγιο τοῦ Μηνός: Ἅγιος Μελέτιος Ἀντιοχείας, 12 Φεβρουαρίου», Πρωτ. π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα, Εκκλησιαστική Παρέμβαση)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας Πίστεως.
Νόμον ἔνθεον, ἐμμελετήσας, τὴν οὐράνιον, γνῶσιν ἐκλάμπεις, τῇ Ἐκκλησίᾳ Ἱεράρχα Μελέτιε· τὴν γὰρ Τριάδα κηρύττων ὁμότιμον, αἱρετικῶν διαλύεις τᾶς φάλαγγας. Πάτερ Ὅσιε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. β’. Τὴν σωματικήν σου παρουσίαν.
Τὴν πνευματικήν σου παρρησίαν, δεδοικὼς ὁ ἀποστάτης, φεύγει Μακεδόνιος· τὴν πρεσβευτικὴν δὲ λειτουργίαν, ἐκπληροῦντές σου οἱ δοῦλοι, πόθῳ σοι προστρέχομεν, τῶν Ἀγγέλων ἐφάμιλλε Μελέτιε, ἡ πύρινος ῥομφαία Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ ἡμῶν, ἡ πάντας τοὺς ἀθέους κατασφάττουσα· ἀνυμνοῦμέν σε τὸν φωστῆρα, τὸν φωτίσαντα τὰ πάντα.
Ἕτερον Κοντάκιον Ἦχος β’. Τοῖς τῶν αἱμάτων σου ῥείθροις.
Ὀρθοδοξίας τοῖς τρόποις κοσμούμενος, τῆς Ἐκκλησίας προστάτης καὶ πρόβολος, ἐδείχθης παμμάκαρ Μελέτιε, καταπυρσεύων τὰ πέρατα δόγμασι, λαμπτὴρ Ἐκκλησίας φαεινότατε.
Μεγαλυνάριον
Μελέτῃ δογμάτων πανευσεβῶν, τῆς Ὀρθοδοξίας, ἀναβλύζεις τὸν γλυκασμόν, καὶ τῆς ἀνομίας, ἐξαίρεις τὴν πικρίαν, Μελέτιε παμμάκαρ, Τριάδος πρόμαχε.