Ἀρχαγγελικὼς ὁμιλῶν τῇ Παρθένῳ,
Τὸ χαιρ᾿ ἀκούεις παρ᾿ αὐτῆς, Ἰωάννη.
Πτωχοὺς ἐλεῶν ὁ νέος Ἐλεήμων,
Μισθὸν λαμβάνει μὴ κενούμενον πλοῦτον.
Εἰκᾶδ᾿ ἐνάτη ὁ νέος Ἐλεήμων,
Ἔλαβε πότμον εἰρηναιον Ἰωάννης.
Βιογραφία
«Τῇ 29η τοῦ μηνός Ἀπριλίου μνήμη του εν Ἁγίοις Πατρός ημών Ἰωάννου Μητροπολίτου Θηβῶν καί ἐξάρχου πάσης Βοιωτίας τοῦ Καλοκτένους καί νέου Ἐλεήμονος.»
Κατά τον Μέγα Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας:
«… διά να μάθη τις τόν βίον ἀνθρώπου παλαιοτέρας ἐποχής, πρέπει νά γνωρίση την κοινωνικήν καί πολιτικήν κατάστασιν τῶν χρόνων ἐκείνων, να γνωρίζη τόν τρόπον τῆς ζωῆς τῶν τότε ἀνθρώπων, την χώραν, είς τήν ὁποίαν ἐκείνος ἔζησε, καί ἐπί τούτων στηριζόμενος ὡς ἐπί ἀσφάλῶν θεμελίων νά μελετήση καί περιγράψη τόν βίον τοῦ προσώπου.»
Αυτό ισχύει πολύ περισσότερο για τη ζωή και τη δράση του Αγίου Ιωάννη του Καλοκτένη. Η εποχή στην οποία έζησε ο Άγιος (12ος αιώνας μ.Χ.) χαρακτηρίζεται από σοβαρά ιστορικά γεγονότα και κοινωνικές ανακατατάξεις όχι μόνο στην περιοχή της Βοιωτίας, αλλά και σε ολόκληρη την Βυζαντινή Αυτοκρατορία από τα βόρεια σύνορα της μέχρι τα ακρότατα, τα νοτιότατα σύνορα. Η Αυτοκρατορία επί βασιλείας Μανουήλ Α΄ του Κομνηνού απειλείται από παντού από εχθρούς οι οποίοι οραματίζονταν τον πλούτο του Κράτους. Οι Νορμανδοί με το βασιλιά τους Ρογήρο κατέρχονταν προς τα νότια καί απειλούσαν τις ακραίες περιοχές του Βυζαντίου. Οι πρώτοι Σταυροφόροι εγκαθιδρυμένοι από πολλά χρόνια στην περιοχή των Ιεροσολύμων, απειλούνταν από τους Σαρακηνούς και ζητούσαν βοήθεια από τη Δύση την οποία και έδωσαν οι βασιλείς της Γαλλίας Λουδοβίκος Ζ΄ καί της Γερμανίας Κονράδος Γ΄. Ταυτόχρονα οι Νορμανδοί εισβάλλουν στην Ελλάδα, καταλαμβάνουν την Κέρκυρα, περιπλέουν την Πελοπόννησο, λεηλατούν την Αιτωλοακαρνανία, εισπλέουν στον Κορινθιακό καί μέσω της Κρίσας (σημερινό Χρυσό) επιτίθενται εναντίον των Θηβών.
Η Θήβα την εποχή εκείνη είχε μεγάλη ακμή. Ήταν σπουδαίο εμπορικό και βιομηχανικό κέντρο. Φημισμένα ήταν τα μεταξουργεία των Θηβών. Η πόλη κατείχε τα πρωτεία στη Στερεά Ελλάδα καί ήταν πρωτεύουσα της. Εκεί είχε την έδρα του ο Μητροπολίτης Θηβών ο οποίος έφερνε τον τίτλο «Έξαρχος πάσης Βοιωτίας». Στην πόλη αυτή επέδραμαν οι Νορμανδοί, την βρήκαν ανυπεράσπιστη, επειδή τα βασιλικά στρατεύματα φρόντιζαν την Κωνσταντινούπολη, και την κατέλαβαν. Χαρακτηριστική είναι η περιγραφή του εθνικού μας Ιστορικού Παπαρρηγόπολου:
«Χρυσός, άργυρος, πολύτιμοι λίθοι, τα πάντα απήχθησαν, εμπορικαί αποθήκαι, ιδιωτικαί οικίαι, ιεροί Ναοί, τα πάντα εγυμνώθησαν καί έπειτα πάντες οι πολίται ηναγκάσθησαν να ομόσωσιν ότι ουδέν απέκρυψαν των πολυτίμων πραγμάτων, καί ουδέ τούτο ήρκεσεν, αλλά πολλοί ηχμαλωτεύθησαν και άνδρες καί γυναίκες, καί μάλιστα όσοι εφημίζοντο ως επιτήδειοι μεταξουργοί.»
Την ίδια εποχή λεηλατήθηκαν η Κόρινθος, η Ευβοια καί η Αθήνα. Οι Θηβαίοι αιχμάλωτοι μεταφέρθηκαν στο Πάνορμο της Σικελίας όπου δίδαξαν την τέχνη του μεταξιού στους κατοίκους.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες γεννήθηκε στα μέσα του 12ου αιώνα μ.Χ. στην Κωνσταντινούπολη από γονείς ευγενείς – τον Κωνσταντίνο Καλοκτένη και τη σύζυγό του Μαρία – ο Ιωάννης. Παρά όμως την κοινωνική καταξίωση και την οικονομική ευμάρεια, οι γονείς του, πριν φυσικά από την γέννηση του μονογενούς υιού τους, ήταν σε πνευματική δοκιμασία επειδή δεν μπορούσαν να τεκνοποιήσουν.
Συντροφιά στον ψυχικό πόνο τους είχαν την αδιάλειπτη προσευχή και το πρόσωπο της Θεομήτορος στην οποία και υπεσχέθηκαν ότι εάν αποκτούσαν ένα παιδί θα το αφιέρωναν στην Εκκλησία. Εισακούστηκαν οι εκτενείς και ζώπυρες υποσχέσεις τους, οπότε μετ’ ολίγον εγεννήθη το πρωτότοκο παιδί τους, το οποίο εβάπτισαν και ονόμασαν Ιωάννη. Θαυμαστή η γέννηση του παιδίου και έκδηλη η παρουσία του θεού στη ζωή του. Καρπός προσευχής και πίστεως ο μικρός Ιωάννης και επρόκειτο να διακονήσει την Αγία Εκκλησία επαληθεύοντας την υπόσχεση των γονέων του ότι το παιδίον που θα αποκτούσαν, θα το αφιέρωναν στον Χριστό και την Εκκλησία του.
Οι ευσεβείς γονείς ανέθρεψαν το παιδί τους «εν παιδεία και νουθεσία Κυρίου». Ο μικρός Ιωάννης ήταν προικισμένος και κεκοσμημένος με τα χαρίσματα και τα τάλαντα που χορηγεί το Πανάγιο Πνεύμα. Ήταν ευφυής, επιμελής και αριστούχος μαθητής απολαμβάνοντας την αγάπη, την εκτίμηση και το δίκαιο έπαινο των διδασκάλων του. Στο πρόσωπο του παιδιόθεν υπήρχε ο συγκερασμός της κατά θεόν και κατά κόσμον σοφίας καθώς και το χριστιανικό ήθος σύμφωνα με τις επιταγές του Ευαγγελικού λόγου.
«Από μαθήσεως εις μάθησιν προβαίνων ο Άγιος, χάρις εις την μεγάλην αυτού επιμέλειαν καί ευφυΐαν, εγένετο πρότυπο αληθούς μαθητού.»
Ο μικρός Ιωάννης είχε ιδιαίτερη πνευματική σχέση με τη Θεοτόκο προς και την οποία αδιαλείπτως έψαλλε τους ύμνους της και εκείνη, όπως καταγράφει ο συγγραφέας πρωθιερεύς π. Γεώργιος Αθ. Παπαγεωργίου, τον απεκάλυψε θαυμαστώ τω τρόπω το μέλλον του μέσα στην Εκκλησία: «Χαίροις και συ των Θηβών προστάτα». Τούτο συνέβη, όταν ο μικρός Ιωάννης προσφωνούσε την Θεομήτορα με τον στίχο: «Χαίρε νύμφη ανύμφευτε». Και όντως απεδείχθη Επίσκοπος και προστάτης Θηβών.
Δωδεκαετή τον παρέδωσε ο πατέρας του στον Μέγα Δομέστικο της Βυζαντινής Αυλής, στον αρχηγό των στρατιωτικών, προκειμένου να τον εκπαιδεύσει στα στρατιωτικά. Όμως η κλίση του προς την Εκκλησία παρά προς το στρατό, η επίδραση της μητέρας του, αλλά και η ευχή που είχαν κάνει οι γονείς του, υποχρέωσαν τον Μέγα Δομέστικο να τον κατατάξει στην τάξη των ιερομονάχων. Έκτοτε ο Ιωάννης άρχισε να προετοιμάζεται με περισσότερη δραστηριότητα για το υψηλό αξίωμα. Από μικρή ηλικία έδειξε την κλήση του στα γράμματα. Σπούδασε τα «ἱερά γράμματα», Ρητορική, Φιλοσοφία άλλες «θύραθεν ἔπιστῆμες».
Εν τω μεταξύ η εκκλησιαστική κατάσταση στην πόλη των Θηβών ήταν απελπιστική. Ο Μητροπολίτης Θηβών από τη μεγάλη λύπη για την κατάσταση αυτή και λόγω των καταπιέσεων των Νορμανδών πέθανε. Ο νέος Μητροπολίτης που εκλέγεται στην Κωνσταντινούπολη, πεθαίνει καθ’ οδόν. Το Πατριαρχείο δεν είχε λάβει σοβαρά υπόψη την κατάσταση της Θήβας. Κάτω όμως από την πίεση των Θηβαίων επέλεξε ως καταλληλότερο πρόσωπο για την έδρα Πάσης Βοιωτίας τον Ιωάννη, ο οποίος μόναζε σε Μονή της Κωνσταντινούπολης. Εξελέγη Επίσκοπος Θηβών χειροτονηθείς στον τρίτο βαθμό της ιερωσύνης από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Λουκά Χρυσοβέργη (1156-1169) στον ναό της Του Θεού Σοφίας.
Ο λαός των Θηβών υπεδέχθη με πνευματική ευφροσύνη τον νέο Επίσκοπο και πνευματικό του πατέρα καθώς η φήμη για την πολύπλευρη μόρφωσή του και κυρίως για το ήθος και την πνευματικότητά του είχαν φθάσει πολύ πριν την άφιξή του. Η ενθρόνιση του Επισκόπου Ιωάννου έγινε στον Μητροπολιτικό ναό των Θηβών (Λόντζα) που και σήμερα είναι αφιερωμένος στην Θεοτόκο.
Ο Άγιος Ιωάννης υπήρξε άνθρωπος του πνεύματος και της δράσης. Ο νέος Επίσκοπος από της πρώτης στιγμής έγινε μέτοχος και κοινωνός των πνευματικών και υλικών δυσχερειών του ποιμνίου του. Δεν παρέμεινε εφησυχασμένος στις «δάφνες του επισκοπικού αξιώματος» και δεν επεδίωξε να γευθεί την κοσμική δόξα, τον υλικό πλούτο και την ραστώνη-ακηδία του θρόνου του. Πάντα ταύτα δεν υπήρχαν στη σκέψη, τις επιλογές και τις πράξεις του. Όχι μόνο ανακούφιζε τους πτωχούς Χριστιανούς της επαρχίας του με την ελεημοσύνη, αλλά αγωνίσθηκε και έδωσε ώθηση στην κοινωνική και οικονομική ζωή. Βρήκε κατεστραμμένη την πόλη και την περιοχή και γι’ αυτό ξεκινά αμέσως το δύσκολο έργο του.
Και πράγματι με την είσοδο του ο Άγιος στην πόλη άρχισε αμέσως να εργάζεται για την ευτυχία της. Τα εμπόδια ήταν πολλά. Από τη μία οι Νορμανδοί είχαν στην κυριολεξία αφανίσει κάθε πλούτο από την περιοχή και από την άλλη οι 2.000 περίπου Εβραίοι, οι οποίοι εν τω μεταξύ είχαν καταφθάσει, προσπαθούσαν να αλλοιώσουν το φρόνημα των Θηβαίων προσφέροντες δουλειά και χρήματα. Η απουσία υλικών αγαθών και η διάβρωση της Χριστιανικής πίστης ήταν δύο μέτωπα εναντίον των οποίων έπρεπε να αγωνισθεί ο Άγιος.
Η ανέγερση του Ναού της Θεοτόκου με χρήματα από την πατρική του περιουσία, η πατρική διδασκαλία του, η διαρκής ελεημοσύνη του και βοήθεια έκανε πολλούς Εβραίους και Αρμένιους να ασπαστούν τη Χριστιανική πίστη, ο δε πιστός λαός από τότε του έδωσε το όνομα του Νέου Ελεήμονος. Ως άλλος Μέγας Βασίλειος, ο Επίσκοπος Θηβών Ιωάννης ο Καλοκτένης ως αφιλάργυρος και φιλάνθρωπος πνευματικός πατέρας κατασκεύασε στην πόλη των Θηβών την ονομαστή «Ιωαννιάδα» μια «Νέα Βασιλειάδα», ένα νέο οργανωμένο συγκρότημα ευαγών φιλανθρωπικών και κοινωφελών ιδρυμάτων υπέρ του ποιμνίου του. Πίστευε ότι ο Επίσκοπος δεν θα πρέπει να συγκεντρώνει αφειδώς χρήματα προς «ιδίον όφελος» αλλά για την διακονία και ψυχοσωματική ενίσχυση του λαού του με «έργα ευποιΐας». Στο πλαίσιο τούτο ανήγειρε Γηροκομείο, πτωχοκομείο και εξοπλισμένο για τα δεδομένα της εποχής του Νοσοκομείο στην πόλη των Θηβών.
Η μέριμνα του Αγίου επεκτάθηκε και στην εκπαίδευση των νέων κορασίδων και τούτο αποδεικνύεται εκ του γεγονότος ότι ανίδρυσε «Πρότυπο Παρθενώνα» (Σχολή Γυναικών) στον οποίο οι γυναίκες της πόλεως και της πέριξ περιοχής της Βοιωτίας ελάμβαναν την στοιχειώδη εκπαίδευση και μάθαιναν γράμματα και διάφορες τέχνες όπως ραπτική, κέντημα κ.α. Με τα χειροτεχνήματα τους, βοηθούσαν τους εμπερίστατους. Πολλές από τις κοπέλες που φοιτούσαν στον Παρθενώνα, όπου εδίδασκαν μοναχές, εκτός από τον οικογενειακό, ακολουθούσαν και τον μοναχικό βίο.
Εκτός από αυτά ο Άγιος έκανε πολλά έργα κοινής ωφέλειας στην πόλη. Η εκτροπή του ποταμού Ισμηνου προσέφερε στην πεδιάδα των Θηβών, αλλά και στα προάστια, Πυρί και Άγιος Θεόδωρος, γονιμότητα και δύναμη. Έθεσε σε λειτουργία 25 υδρόμυλους που λειτουργούσαν μέχρι και πριν από λίγες δεκαετίες, και θεμελίωσε υδραγωγεία. Το ποτάμι αυτό πήρε αργότερα το όνομα Αγίαννης. Στο σημείο της εκτροπής οι Θηβαίοι έκτισαν ναό προς τιμήν του Αγίου, ερείπια του οποίου σώζονται μέχρι σήμερα. Με δική του πρωτοβουλία κατασκευάστηκαν πετρόκτιστες γέφυρες – μία εξ αυτών στον ποταμό Άσωπο σώζεται μέχρι και σήμερα και είναι γνωστή ως η «γέφυρα του Μητροπολίτη» ή «γέφυρα του Αγιάννη», διευκολύνοντας τη διέλευση των ανθρώπων.
Άοκνες όμως υπήρξαν οι προσπάθειες του και για την αποξήρανση της πεδιάδος στην επαρχία Θηβών όπου λόγω της ελονοσίας αποδεκατίζονταν οι κάτοικοι της περιοχής. Οι τάφροι που κατασκεύασε προς τον σκοπό τούτου φέρουν ακόμη και σήμερα το όνομά του: «Αγιάννης». Ο πολυπράγμων, ευφυής και δραστήριος Επίσκοπος Ιωάννης ενδιαφέρθηκε και για την οικονομική ανάπτυξη του τόπου με την καθιέρωση νέων μορφών καλλιέργειας για τους αγρότες της επαρχίας του. Έτσι έπεισε τον εντόπιο αγροτικό πληθυσμό να καλλιεργήσει συστηματικά μορεόδεντρα εκ των οποίων τα φύλλα χρησιμεύουν για την εκτροφή του μεταξοσκώληκα προκειμένου να παραχθούν τα λεγόμενα «κουκούλια» εκ των οποίων κατασκευάζονται οι μεταξωτές ίνες.
Όλα τα έργα τα επέβλεπε καθημερινά προσωπικώς:
«Δεν άφησε το πλοίον εις την διάκρισην των ανέμων και της τρικυμίας, αλλ’ως επιδέξιος κυβερνήτης προεφύλαττε τούτο από πάσης επικινδύνου πορείας, ίνα μη επιπίπτουν εις τους βράχους συντριβή» σημειώνει ο Συναξαριστής.
Δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι ο Άγιος τη δύσκολη εκείνη εποχή όχι μόνο έσωσε την πόλη από ολοσχερή καταστροφή, τέτοια που ούτε τα θεμέλια της δεν θα βρίσκαμε σήμερα, αλλά και την ανύψωσε σε θέση περιωπής και την κατέστησε μεγάλο βιομηχανικό και εμπορικό κέντρο. Γι’ αυτό οι Θηβαίοι ενόσω ακόμη ζούσε ο Άγιος τον είχαν ανακηρύξει προστάτη τους.
Ως επίσκοπος της Εκκλησίας ο Άγιος Ιωάννης διακρινόταν και για τη θεολογική του κατάρτιση την οποία χρησιμοποιούσε ως «πνευματικό εργαλείο» για την διαφύλαξη ανοθεύτου της ορθοδόξου πίστεως και Ευαγγελικής αληθείας από την κακόδοξη πλάνη και το εωσφορικό ψεύδος των αιρέσεων. Το υψηλό επίπεδο της Θεολογικής καταρτίσεως του Αγίου Πατρός πιστοποιείται και εκ του γεγονότος ότι έλαβε μέρος στην εν Κωνσταντινουπόλει συγκληθείσα Σύνοδο κατά το έτος 1166 μ.Χ. επί Αυτοκράτορος Μανουήλ Κομνηνού, στην οποία θεολόγησε ορθοδόξως σχετικά με την ερμηνεία του δύσκολου χωρίου του κατά Ιωάννην Ευαγγελίου: «Ότι ο πατήρ μου μείζων μου εστί». Από τα πρακτικά αυτής της Συνόδου, διασώζεται η θεολογική διδασκαλία του Αγίου:
«Ἐρωτηθεὶς ὁ Θηβῶν Ἰωάννης εἶπεν: Ἐπεί τὸν Υἱὸν συγκτίστην καὶ συνδημιουργὸν τῷ Πατρὶ οἶδα, δι’ Αὐτοῦ γὰρ καὶ τοὺς αἰῶνας ἐποίησεν , ἴσον ἔχω Τοῦτον τῷ Πατρί. Ἐπεί δ’ εἶπεν ὅτι ὁ Πατήρ μου μείζων μού ἐστι, καὶ ἐτυπώθη τῆ προτεραία κατεξετασθῆναι, πῶς τινες τῶν Ἁγίων προσέθεντο. Καὶ κατὰ τὸ ἀνθρώπινον νοῶ τοῦτο εἰρῆσθαι παρ’ Αὐτοῦ διὰ τὴν ταπείνωσιν καὶ τὴν ἄκραν συγκατάβασιν πρὸς τὴν φύσιν τὴν ἀνθρωπίνην ἣν προσελάβετο, καθ’ ἣν παραπλησίως ἡμῖν σαρκὸς καὶ αἵματος κεκοινώνηκεν.»
Η μαρτυρία αυτή είναι πολύ σημαντική, διότι αποδεικνύει τη μεγάλη θεολογική κατάρτιση και τη βαθιά πίστη του Αγίου. Έλαβε δε μέρος και στην επί του ιδίου θεολογικού ζητήματος συγκληθείσα Σύνοδο του 1170.
Ο Άγιος Ιωάννης πιθανότατα εκοιμήθη ως Επίσκοπος Θηβών περί τα τέλη του ΙΒ΄ μ.Χ. αιώνος και ακριβέστερα περί το 1193. Η δε ιερά μνήμη του τιμάται υπό της Ορθοδόξου Εκκλησίας και από την τοπική Εκκλησία της αγιοτόκου Βοιωτίας, την 29η Απριλίου εκάστου έτους, καθώς είναι ο προστάτης, πολιούχος και πνευματικός Έφορος των Θηβών.
Το ιερό λείψανό του δεν ευρέθη ακόμη και υπεστηρίχθη κατά καιρούς από τους διαφόρους ερευνητές και μελετητές ότι το σκήνωμα του Αγίου Πατρός πιθανότατα ενταφιάσθηκε στον περίβολο του ιερού Μητροπολιτικού ναού της Θεοτόκο, τον οποίο ο ίδιος ως επίσκοπος Θηβών ανήγειρε, ενώ άλλοι πιστεύουν ότι μετεφέρθη από τον Μητροπολιτικό ναό στον μετέπειτα ανεγερθέντα προς τιμήν του ναό των Θηβών ή ακόμη ότι μετεφέρθη στον ναό των Αγίων Δώδεκα Αποστόλων της Κωνσταντινουπόλεως. Υπεστηρίχθη και η άποψη ότι το λείψανό του εκλάπη από τους Φράγκους και μετεφέρθη στο Βατικανό. Σήμερα σώζεται μόνο η προσωπική του σφραγίδα, ένα βυζαντινό μολυβδόβουλο με το οποίο κατά την βυζαντινή περίοδο οι αρχιερείς εσυνήθιζαν να σφραγίζουν τα επίσημα εκκλησιαστικά και άλλα κρατικά έγγραφα που τους αφορούσαν στο πλαίσιο της εν γένει εκκλησιαστικής και πνευματικής δικαιοδοσίας τους.
Μετά την εν Κυρίω Κοίμηση του Αγίου Ιωάννου Καλοκτένη ο ευσεβής λαός των Θηβών και της όλης επαρχίας ανήγειρε πολλούς ναούς προς τιμήν του εκ των οποίων άλλοι κατεστράφησαν κατά την περίοδο της οθωμανοκρατίας ενώ νέοι ανηγέρθησαν στην ίδια τοποθεσία που είχαν ανεγερθεί οι πρώτοι. Σήμερα και επί των ερειπίων του παλαιού καταστραφέντος ναού του Αγίου Ιωάννου δεσπόζει ο νέος ναός, ο οποίος ανηγέρθη κατά το έτος 1900 επί της κεντρικής πλατείας των Θηβών με εξ ολοκλήρου δαπάνη των Βασιλέων Γεωργίου Α΄ και της συζύγου του Όλγας.
Πολλά τα θαύματα που μέχρι και σήμερα επιτελεί ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης, καθώς έχει παρρησία ενώπιον του τρισάγιου Θεού. Στους δε δίσεκτους χρόνους που ζούμε και ο λαός μας αναζητά πολλές φορές απεγνωσμένα «το γνήσιο και αληθινό», την «ορθοδοξία και την ορθοπραξία» από τους Επισκόπους και εν γένει τους κληρικούς της Εκκλησίας, η μορφή, η βιοτή και το εν γένει πνευματικό, φιλανθρωπικό και κοινωφελές έργο του Επισκόπου και Μητροπολίτου Αγίου Ιωάννου του Καλοκτένη αποτελούν «κανόνα και πρότυπο» αξιομίμητο. Δεν είναι μάλιστα διόλου τυχαίο το γεγονός ότι ο Άγιος Ιωάννης ονομάστηκε ως ο «Νέος Ελεήμων». Από «ελεήμονες επισκόπους» έχει ανάγκη η Εκκλησία και το πλήρωμά της, και όχι από διαχειριστές της εκκλησιαστικής εξουσίας που επαναπαύονται στις «δάφνες» του «επισκοπικού αξιώματος». Ο Άγιος Ιωάννης ο Καλοκτένης ήταν Επίσκοπος και όχι δεσπότης. Στην σύγχρονη όμως εποχή και σε πολλές των περιπτώσεων ο όρος Επίσκοπος ως πράξη και διακονία είναι «νεκρός τίτλος» αφού έχει, δυστυχώς, αντικατασταθεί με τον όρο «Δεσπότης» και σε λόγους και σε πράξεις «δεσποτισμού».
Ἀπολυτίκιον Ἦχος πλ. δ'.
Ἐκ μέσης τὸν Κύριον, ἐπιποθήσας ψυχῆς, τὰ ῥέοντα ἔφυγες, καὶ ἐπιπόνῳ ζωή, τὴν σάρκα ἐξέτηξας· ἔσπευσας Ἱεράρχα, Βοιωτὼν Ἰωάννη, φίλος Χριστοῦ γενέσθαι, διὰ οἶκτον πενήτων· διὸ καὶ νέος ἐλεήμων, ἐκλήθης μακάριε.
Κοντάκιον Ἦχος πλ. δ'. Τῇ ὑπερμάχῳ.
Τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Θεοῦ σοφὲ τοὺς οἴακας, ἐπιστημόνως χειρισθεὶς ταύτην ἀκύμαντον, διεχήρησας μακάριε Ἰωάννη, τὰς ζαλώδεις καταιγίδας ἐκκρουσάμενος, καὶ βιαίας τρικυμίας τῶν αἱρέσεων· ὅθεν κράζω Σοι· Χαίροις, Πάτερ πανεύσπλαγχνε.
Κάθισμα Ἦχος πλ. δ´. Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον.
Ἀναβὰς εἰς τὰ ὕψη τῶν ἀρετῶν, καὶ τῇ θεία ἐκείνη καταυγασθείς, ὢ Πάτερ λαμπρότητι, τῶν δογμάτων τοῦ Πνεύματος, ἀληθῶς ἐδείχθης φωστὴρ διαυγέστατος, ἀστραπαῖς φωτίζων, τοῦ Πνεύματος ἅπαντας· ὅθεν καὶ ὁμίχλην, τῶν παθῶν ἐκδιώξας, λαὸν σου ἐποίμανας, θεαρέστως μακάριε· διὰ τοῦτο βοῶμεν σοι· Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν φωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν μνήμην σου.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος α´. Τὸν τάφον σου Σωτήρ.
Ποιμένα σε Θηβῶν, καὶ προστάτην τιμῶντες, χήρων καὶ ὀρφανῶν, μὴ κενούμενον πλοῦτον, ἀξίως δοξάζομεν, Ἰωάννη τὴν μνήμην σου, ἢν ἐδόξασεν, ὁ τῶν ἁπάντων Δεσπότης, ὃν ἱκέτευε, ἐκ πειρασμῶν καὶ κινδύνων, σωθῆναι τοὺς δούλους σου.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος γ´. Τὴν ὡραιότητα.
Τὴν καθαρότητα, Πάτερ τοῦ βίου Σου, καὶ τὴν λαμπρότητα,τῆς πολιτείας Σου, ἡ Θεοτόκος Μαριάμ, ἐδήλωσε παραδόξως· ὅθεν καὶ Ποιμένα σε, Βοιωτία προσήκατο, ἤν περ καὶ ἐποίμανας, θεία ῥάβδῳ τῶν λόγων σου, τὴν θάλασσαν παθῶν διαῤῥήξας, τὸν νέον Ἰσραὴλ ἐκλυτρούμενος.
Ἕτερον Κάθισμα Ἦχος δ´. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῶ.
Τὸν Ἱεράρχην τοῦ Χριστοῦ Ἰωάννην, τὸν Βοιωτίας ἐλεήμονα νέον, χρεωστικὼς τιμήσωμεν φιλέορτοι, πόθῳ ἐκμιμούμενοι, τὴν αὐτοῦ πολιτείαν, ἵνα ὑπαντήσωμεν, τῷ Χριστῷ ἐν ἐλέω, λαμπαδηφόροι πάντες οἱ πιστοί, ἐν οὐρανίοις σκηναῖς ἀγαλλόμενοι.
Ὁ Οἶκος
Ἄγγελος σαρκοφόρος, ἐπὶ γῆς ἀνεφάνης, τὴν φλόγα τῆς σαρκὸς κατασβέσας· καὶ τὰ θανατηφόρα Σατάν, καὶ πυρφόρα βέλη κραταιῶς Ὅσιε, συνέτριψας· διὰ τοῦτο Σοι κράζω Ἰωάννη ταὐτά:
Χαῖρε, ποιμὴν λογικῶν προβάτων·
Χαῖρε, λιμὴν τῶν ἐν ζάλη τοῦ βίου.
Χαῖρε, τῶν πενήτων τροφὴ ἀδαπάνητε·
Χαῖρε, τῶν Ὁσίων ἁπάντων ἐφάμιλλε.
Χαῖρε, ὅτι διεσκέδασας τὴν ὁμίχλην τῶν παθῶν·
Χαῖρε, ὅτι κατεφώτισας τὰς καρδίας τῶν πιστῶν.
Χαῖρε, τοῦ Βυζαντίου ὁ θεοφυτος κλάδος·
Χαῖρε, τῆς Βοιωτίας ὁ σεπτὸς Ἱεράρχης.
Χαῖρε, λαμπρὸν Θεοῦ ἐνδιαίτημα·
Χαῖρε, σεπτὸν Ναοῦ ἐγκαλλώπισμα.
Χαῖρε, γυμνῶν ἀναπήρων τε σκέπη·
Χαῖρε, Θηβῶν μέγα κλέος καὶ στῦλε,
Χαίροις, Πάτερ πανεύσπλαγγνε.
Μεγαλυνάριον
Τῶν Ἀρχιερέων ἡ καλλονή, καὶ τῶν ἐν κινδῦνοις, ἀντιλήπτωρ καὶ βοηθός· Χαίροις ὁ τὸ χαῖρε, παρὰ τῆς Θεοτόκου, λαβὼν ω Ἰωάννη, Θηβῶν τὸ καύχημα.
Πηγή: Ελλήνων Εκκλησία , Ενωμένη Ρωμηοσύνη