Στις 13 Σεπτεμβρίου η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και γεραίρει τη μνήμη του Αγίου Αριστείδου, του επιφανούς και ευγλωττότατου αυτού Αθηναίου φιλοσόφου και πανευφήμου μάρτυρος του Χριστού, ο οποίος έμεινε γνωστός στην Εκκλησιαστική Ιστορία και Πατρολογία από την περίφημη απολογία του υπέρ των διωκομένων χριστιανών.
Ο Άγιος Αριστείδης γεννήθηκε στην ένδοξη πόλη των Αθηνών και έδρασε σ’ αυτήν κατά τον 2ο μ.Χ. αιώνα. Υπήρξε επιφανής φιλόσοφος, αφού είχε σπουδάσει κλασική φιλοσοφία στην περίφημη Φιλοσοφική της Σχολή. Κατά το τελευταίο όμως τέταρτο του 1ου μ.Χ. αιώνα ακτινοβολούσαν στην Αθήνα με το πύρινο χριστοκεντρικό τους κήρυγμα και τη φωτεινή πνευματική τους παρουσία δύο επιφανείς επίσκοποι της πόλεως των Αθηνών, ο Άγιος Ιερόθεος και ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, οι οποίοι καλλιέργησαν στον ευγλωτόττατο φιλόσοφο Αριστείδη την ευσέβεια και την πίστη στον ένα και αληθινό Θεό. Οι δύο φωτισμένοι ιεράρχες των Αθηνών μεταλαμπάδευσαν τόσο βαθιά τη χριστιανική πίστη στον Αθηναίο φιλόσοφο Αριστείδη, ώστε αργότερα αναδείχθηκε ένθερμος υπερασπιστής του χριστιανισμού και του ήθους των χριστιανών.
Ο Άγιος Αριστείδης έζησε σε μια ιδιαίτερα δύσκολη και κρίσιμη εποχή για την πορεία της Εκκλησίας, αφού ανέλαβε με το περίφημο απολογητικό του έργο να αποδείξει και να θεμελιώσει την ορθότητα και ανωτερότητα της χριστιανικής πίστεως, τις αιώνιες αλήθειες του Ευαγγελίου του Χριστού, το εξαίρετο ήθος των χριστιανών και την άδικη και σκληρή στάση της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας απέναντι στους χριστιανούς. Η συμβολή του Αγίου στην εδραίωση και διάδοση του μηνύματος της χριστιανικής αλήθειας στην «κατείδωλον» πόλη των Αθηνών υπήρξε πολύτιμη και αποφασιστική και ο αγώνας, που έπρεπε να φέρει σε πέρας, ήταν ιδιαίτερα επίπονος και επικίνδυνος, αφού οι ειδωλολάτρες έπρεπε να επηρεαστούν θετικά υπέρ της πίστεως του αληθινού Θεού και να σταματήσει η ιουδαϊκή αμφισβήτηση έναντι του χριστιανισμού.
Κατά το πρώτο τέταρτο του 2ου μ.Χ. αιώνα επισκέφθηκε την Αθήνα και ο Ελληνολάτρης Ρωμαίος αυτοκράτορας Αδριανός (117 – 138), που πλούτισε και ευεργέτησε την πόλη με μνημειώδη έργα. Την ίδια στιγμή όμως στη Ρώμη είχε εξαπολύσει σκληρούς διωγμούς εναντίον των χριστιανών και πολλοί ήταν εκείνοι, που βασανίστηκαν ανελέητα και συναριθμήθηκαν στη χορεία των ενδόξων μαρτύρων της πίστεως μας. Ο κίνδυνος όμως δεν αφορούσε μόνο τους χριστιανούς της Ρώμης, αλλά και των επαρχιών της, όπως ήταν η Αθήνα με την ολιγάριθμη χριστιανική κοινότητα. Γι’ αυτό και ο σοφός Αθηναίος χριστιανός φιλόσοφος Αριστείδης ανέλαβε σθεναρά την υπεράσπισή τους και έγραψε την αρχαιότερη σωζόμενη απολογία, που έχει τον τίτλο «Περί θεοσεβείας». Χάρη στην περίφημη αυτή απολογία υπέρ των διωκομένων χριστιανών έχουμε την ιστορική συνάντηση του πνεύματος της ελληνικής φιλοσοφίας με τις ακατάλυτες αλήθειες του χριστιανισμού. Από τη συνάντηση αυτών των δύο διαφορετικών κόσμων θα κρινόταν η μελλοντική συμμετοχή του ανθρώπου στη λατρεία του ενός και αληθινού Θεού ή η προσήλωση και επιστροφή του στην ψεύτικη λατρεία των ειδώλων.
Η συγγραφείσα από τον Άγιο Αριστείδη αρχαιότερη σωζόμενη απολογία υπέρ των διωκομένων χριστιανών αποτέλεσε σημαντική πηγή έμπνευσης και για το περίφημο απολογητικό έργο του Αγίου μάρτυρος Ιουστίνου του φιλοσόφου και απολογητού, πολλά δε στοιχεία της απολογίας του διαπρεπούς Αθηναίου φιλοσόφου χρησιμοποιήθηκαν από τους μεταγενέστερους. Γι’ αυτό και αποτέλεσε τη σταθερή βάση, πάνω στην οποία οικοδομήθηκε η μετέπειτα απολογητική. Επιπλέον η πνευματική της βαρύτητα είναι ιδιαίτερα σημαντική, αφού με τον εύστοχο και πειστικό απολογητικό λόγο του Αγίου έγινε μία συνειδητή προσπάθεια προκειμένου να απαλλαγεί ο χριστιανισμός και οι χριστιανοί από τις άδικες και αήθεις κατηγορίες. Παράλληλα η απολογία του Αγίου Αριστείδου εμφανίζεται στη σημερινή αλλοπρόσαλλη εποχή μας περισσότερο επίκαιρη από ποτέ. Η αξία της βρίσκεται στο ότι οι πνευματικά ανήσυχοι και ευάλωτοι άνθρωποι αναζητούν απεγνωσμένα την αλήθεια και το φως συχνά μέσα από φιλοσοφικές περιπλανήσεις, αποκρυφιστικές θεωρίες και παγανιστικές τελετές και αγνοούν τον πνευματικό θησαυρό του χριστιανισμού, ο οποίος σύμφωνα με τον Άγιο Αριστείδη είναι η μόνη αληθινή θρησκεία που έχει διαμορφώσει μία ξεκάθαρη ιδέα για τον Θεό ως δημιουργό του σύμπαντος και επιδιώκει την ηθική αγνότητα και τελείωση του ανθρώπου. Αξιοσημείωτη είναι η διατύπωση του Αγίου για την κοσμολογική απόδειξη της υπάρξεως του Θεού. Έτσι στην απολογία του ο επιφανής Αθηναίος φιλόσοφος αναφέρεται εκτενώς στον Θεό, ο Οποίος εκ της φύσεως Του είναι ασύλληπτος, αυτογενές είδος, άναρχος, ατελεύτητος, αναλλοίωτος, αθάνατος, απόλυτος, αμετακίνητος, απεριόριστος, άρρητος, είναι δε νους και σοφία και Εκείνος που δεν έχει ανάγκη από θυσίες και σπονδές, αλλά όλοι και όλα Τον έχουν απόλυτη ανάγκη. Σημαντική είναι και η αναφορά του Αγίου στους χριστιανούς, οι οποίοι «γενεαλογούνται από του Κυρίου Ιησού Χριστού», έχουν αληθινή θεογνωσία, λατρεύουν τον Θεό με τον προσήκοντα τρόπο και διακρίνονται για το ήθος, την αγάπη, τη σεμνότητα και την αλληλεγγύη τους, γεγονός που τους καθιστά δίκαιους και αγίους. Γι’ αυτό και αυτό που λέγεται από το στόμα των χριστιανών είναι θείο και η διδασκαλία τους είναι πύλη φωτός.
Ο αγώνας του Αγίου Αριστείδου, του γενναίου αυτού κήρυκος της χριστιανικής πίστεως, για την υπεράσπιση των χριστιανών υπήρξε επίπονος και διαρκής. Την υπομονή και τη δύναμη για τη συνέχιση του κοπιώδους έργου του για την εδραίωση και διάδοση της χριστιανικής αλήθειας λάμβανε από τον Θεό και από την αδιάλειπτη προσευχή του σε Αυτόν. Γι’ αυτό και σύμφωνα με ευσεβή προφορική παράδοση, διασωθείσα από τον αείμνηστο Αθηναίο ζωγράφο Αριστείδη Περιστέρη, ο διαπρεπής Αθηναίος φιλόσοφος και απολογητής κατέφευγε για να προσευχηθεί και να αντλήσει τη χάρη του Θεού σε απομονωμένο σπήλαιο στη νοτιοδυτική πλευρά του λόφου του Λυκαβηττού, το οποίο αποτέλεσε το ασφαλές πνευματικό του καταφύγιο. Το σωζόμενο μέχρι σήμερα ιερό και κατανυκτικό αυτό σπήλαιο φέρει το όνομα του Αγίου για να θυμίζει στον φιλίστορα και φιλάγιο επισκέπτη τη φωταυγή του παρουσία στον ευλογημένο αυτό χώρο.
Η ακλόνητη πίστη του Αγίου στον Χριστό και ο διαρκής αγώνας του υπέρ των διωκομένων χριστιανών και των αληθειών του χριστιανισμού, δημιούργησαν έντονη δυσφορία και αγανάκτηση στον Ρωμαίο αυτοκράτορα Αδριανό, ο οποίος αποφάσισε τη δίωξή του.
Ο Άγιος μετέβη στη Ρώμη για να απολογηθεί, αλλά στη συνέχεια μεταφέρθηκε στην Αθήνα, όπου συνέχισε να κηρύττει σταυροθέντα και αναστάντα Χριστό, παρά το πλήθος των βασανιστηρίων, στα οποία υπεβλήθη. Στο τέλος της επίγειας ζωής του, οδηγήθηκε από τους Ρωμαίους στην κοίλη της αγοράς των Αθηνών, όπου αφού τον κρέμασαν, υπέστη τον μαρτυρικό θάνατο δι’ αγχόνης στις 13 Σεπτεμβρίου του 120 ή 134μ.Χ., ημέρα κατά την οποία τιμάται και εορτάζεται η μνήμη του από την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Έτσι ο Άγιος Αριστείδης, για τον οποίο ο Άγιος Ιερώνυμος έγραψε εγκώμιο, που τον εξυψώνει σε ισαπόστολο, συναριθμήθη στους ομολογητές και μάρτυρες του ονόματος του Κυρίου και με τον δι’ αγχόνης μαρτυρικό του θάνατο εδραίωσε το δένδρο της χριστιανικής πίστεως στην ένδοξη πόλη των Αθηνών. Η φλογερή πίστη και το αγωνιστικό του φρόνημα υμνούνται και μέσα από την ακολουθία του, την οποία εποίησε το 1990 ο Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας Δρ. Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας. Ο ίδιος χαρισματικός υμνογράφος εποίησε το 2006 Παρακλητικό Κανόνα και το 2009 Χαιρετιστηρίους Οίκους προς τιμήν του Αγίου.
Πολλοί αγιογράφοι, με πρώτο τον κορυφαίο Φώτη Κόντογλου, έχουν ιστορήσει τη μορφή του Αγίου σε ναούς και μοναστήρια της πατρίδος μας. Περίτεχνη είναι και η διά χειρός Παναγιώτου Μαρκοπούλου φορητή εικόνα του Αγίου Αριστείδου, η οποία φυλάσσεται στον ιστορικό και περικαλλή Ιερό Ναό της Κοιμήσεως Θεοτόκου Χρυσοσπηλαιωτίσσης οδού Αιόλου Αθηνών.
Αντίγραφο της εικόνος κατέχει η οικογένεια του αειμνήστου Αθηναίου ζωγράφου Αριστείδου Περιστέρη, ο οποίος μας διέσωσε την ευσεβή προφορική παράδοση για το σπήλαιο του Αγίου Αριστείδου στον ιστορικό λόφο του Λυκαβηττού.
Η διάδοση του ονόματος του Αγίου Αριστείδου σε ολόκληρη την ελληνική επικράτεια συντέλεσε και στη διάδοση της τιμής του με την ανέγερση ιερών ναών επ’ ονόματί του σε διάφορες περιοχές της πατρίδος μας.
Η τιμή του Αθηναίου Αγίου ξεκίνησε το 1986 από την Κρήτη, όπου ο άγιος τιμάται με τρεις ναούς (Ζερβιανά Κισάμου, Ανώγεια Μυλοποτάμου, Στύλος Αποκορώνου).
Στη συνέχεια η τιμή του εξαπλώθηκε στις Κυκλάδες και συγκεκριμένα στη Σαντορίνη. Στο πανέμορφο αυτό κυκλαδίτικο νησί εγκαινιάσθηκε το 1999 ο περικαλλής ιερός ναός του Αγίου, που αποτελεί κατ’ έτος επίκεντρο λαμπρών εορταστικών εκδηλώσεων, καθιστώντας το ετήσιο πανηγύρι στη μνήμη του θεσμό για τη Σαντορίνη.
Αλλά η τιμή του Αγίου άρχισε σιγά σιγά να διαδίδεται και στην περιοχή της Ρούμελης, όπου ναοί αφιερωμένοι στον Άγιο Αριστείδη υπάρχουν στην πόλη του Καρπενησίου και στην Αρκίτσα Φθιώτιδος, ενώ ο Άγιος τιμάται και στην ενορία του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου στη συνοικία Γαρδικάκι των Τρικάλων.
Όμως ιερός ναός του Αγίου Αριστείδου υπάρχει και στο ευλογημένο νησί της Μεγαλόχαρης, στην Ιερά Νήσο Τήνο, για τον οποίο θα γίνει ιδιαίτερη μνεία παρακάτω λόγω της θαυμαστής αποκάλυψής του στον γράφοντα τις γραμμές αυτές, στις 13 Σεπτεμβρίου 2010, ανήμερα δηλαδή της εορτής του Αγίου!!!
Ο ιερός ναός του Αγίου Αριστείδου της Ιεράς Νήσου Τήνου ανεγέρθηκε το 2007 από την οικογένεια του κ. Αντωνίου Βίδου, κατοίκου του χωριού Στενή, εις μνήμην του πατρός του Αριστείδου και βρίσκεται στην περιοχή του Τσικνιά και σε απόσταση τριών χιλιομέτρων από το χωριό Στενή.
Τα θυρανοίξια του ναού τελέσθηκαν στις 12 Σεπτεμβρίου 2007, παραμονή της εορτής του Αγίου, με τις ευλογίες του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σύρου κ. Δωροθέου Β΄, παρουσία του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου π. Ιακώβου Σέττα, του Αρχιερατικού Επιτρόπου Τήνου, Αιδεσιμολογιωτάτου Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Φανερού και πλήθους κόσμου.
«Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις Αυτού» και θαυμαστός υπήρξε στον γράφοντα ο τρόπος της αποκάλυψης του ναού του Αγίου της Τήνου, όπως εξιστορείται παρακάτω:
«Τον Μάρτιο του 2009 συνάντησα σε γραφείο της Ιεράς Συνόδου στην Αθήνα τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σύρου κ. Δωροθέο Β΄. Ο αρμόδιος του γραφείου μίλησε με επαινετικά λόγια για το βιβλίο του Αγίου Αριστείδου, το οποίο έχω συγγράψει και επιμεληθεί, και από την πλευρά μου ευχήθηκα στον επίσκοπο να αποκτήσει στο μέλλον η πολυνησιακή του μητρόπολη έναν ναό στο όνομα του Αγίου.
Έκπληκτος έλαβα τότε την απάντηση ότι ήδη υπάρχει ναός του Αγίου και μάλιστα έχουν τελεσθεί και τα θυρανοίξιά του! Στην ερώτηση μου σε ποιο νησί βρίσκεται ο ναός, μου δόθηκε η απάντηση στη Μύκονο. Επικοινώνησα στη συνέχεια με τον Αρχιερατικό Επίτροπο Μυκόνου, π. Βασίλειο Τζανιδάκη, ο οποίος με διαβεβαίωσε ότι ναός με τέτοιο όνομα δεν υπάρχει στο νησί.
Επιπλέον με ενημέρωσε ότι πρόσφατα τελέσθηκαν στη Μύκονο τα θυρανοίξια του ναού του Αγίου Αρσενίου του εν Πάρῳ. Από την πληροφορία αυτή συμπέρανα, ότι πιθανόν ο επίσκοπος να έκανε σύγχυση του ονόματος του Αγίου Αριστείδου με αυτό του Αγίου Αρσενίου. Άλλωστε και στο ενημερωτικό περιοδικό «Θαλασσοπούλια», το οποίο εκδίδεται στη Μύκονο με πρωτοβουλία του π. Πέτρου Μαραγκού και καλύπτει με πλούσιο φωτογραφικό υλικό μεγάλο μέρος της λειτουργικής δραστηριότητος του επισκόπου, ουδέποτε υπήρξε αναφορά σε θυρανοίξια ναού του Αγίου Αριστείδου στην περιφέρεια της Ιεράς Μητροπόλεως Σύρου.
Αργότερα και στα πλαίσια των αγιολογικών μελετών μου αναζήτησα στην Τήνο την ύπαρξη ή μη ναών αφιερωμένων σε συγκεκριμένους αγίους. Για το θέμα αυτό βρήκα σημαντικές πληροφορίες στο βιβλίο της Μαρίας Βιδάλη «Γη και χωριό – Τα εξωκκλήσια της Τήνου» (Εκδόσεις futura, Αθήνα 2009), στο οποίο γίνεται απογραφή όλων των ορθοδόξων και "καθολικών" ναϋδρίων του νησιού μέχρι το 1974. Φυσικά μία τέτοια παλιά απογραφή δεν θα ήταν δυνατόν να συμπεριλαμβάνει τον νεοανεγερθέντα ναό του Αγίου Αριστείδου.
Στις 13 Σεπτεμβρίου 2010 η εορτή του Αγίου Αριστείδου με βρήκε στη Σαντορίνη προσκεκλημένος για δεύτερη φορά στη μεγάλη πανήγυρη του εκεί ιερού ναού. Αργά το βράδυ μεταξύ των άλλων ευχετηρίων τηλεφωνημάτων και μηνυμάτων δέχθηκα και τις ευχές του τηνιακής καταγωγής π. Πέτρου Μαραγκού, εφημερίου του Ιερού Μητροπολιτικού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Μυκόνου, ο οποίος μου ανέφερε ότι την ημέρα εκείνη είχε τηλεφωνική επικοινωνία με τον ιερέα αδελφό του, π. Νικόλαο Μαραγκό, εφημέριο του χωριού Στενή της Τήνου. Κατά τη συνομιλία τους αυτή ο π. Νικόλαος ανέφερε μεταξύ άλλων ότι την ημέρα εκείνη είχε λειτουργήσει στο εκκλησάκι του Αγίου Αριστείδου, που βρίσκεται έξω από το χωριό Στενή!!!
Μετά από αυτή την αποκάλυψη δοξάζω τον Θεό και ευχαριστώ τον προστάτη μου άγιο, τον Άγιο Αριστείδη, ο οποίος με αξίωσε ανήμερα της εορτής του να μου αποκαλύψει τον ναό του στο ευλογημένο νησί της Τήνου.»
Η παραπάνω εξιστόρηση αποκαλύπτει και αποδεικνύει περίτρανα και χωρίς αμφιβολίες την ύπαρξη του Θεού και των αγίων Του, όταν η επίκληση του ονόματός Του γίνεται με καθαρή καρδιά και όταν υπάρχει μέσα μας βαθιά πίστη και ευλάβεια!
«Μετά τη θαυμαστή αποκάλυψη του ναού του Αγίου Αριστείδου της Ιεράς Νήσου Τήνου, αποφάσισα να επισκεφθώ τον ναό και να προσκυνήσω ευλαβικά τον προστάτη μου άγιο, παράλληλα δε να φωτογραφίσω το εκκλησάκι και τη γύρω περιοχή υπό καλές καιρικές συνθήκες.
Όμως ο εφημέριος του χωριού Στενή, π. Νικόλαος Μαραγκός, ο εφημέριος του Ιερού Ναού Αγίου Νικολάου Πύργου Τήνου, π. Ευάγγελος Βελούδιος, ο οποίος περιέρχεται συχνά τα πολυπληθή εξωκκλήσια του νησιού, αλλά και ο ιδιοκτήτης του ναού, κ. Αντώνιος Βίδος, με ενημέρωσαν ότι η περιοχή του Τσικνιά, στην οποία βρίσκεται ο ναός του Αγίου Αριστείδου, καταλαμβάνεται τις περισσότερες φορές από καταχνιά και σύννεφα και είναι σπάνιο να φωτογραφηθεί ο ναός σε ηλιόλουστο και φωτεινό τοπίο. Άλλωστε και στον Τουριστικό Οδηγό της Τήνου του Στυλιανού Λαγουρού (Εκδόσεις Τήνος) καταγράφεται ο Τσικνιάς, το υψηλότερο βουνό του νησιού, ως πάντα «νεφοσκεπής».
Την επιθυμία μου να προσκυνήσω στον ναό του προστάτου μου αγίου, σκέφθηκα να εκπληρώσω επισκεπτόμενος την Τήνο το διήμερο 29-30 Ιανουαρίου 2011 επ’ ευκαιρία της εορτής της Ευρέσεως της Ιεράς Εικόνος της Μεγαλόχαρης.
Όμως λόγω άσχημων καιρικών συνθηκών το ταξίδι ματαιώθηκε. Αποφάσισα τότε να πραγματοποιήσω την προσκυνηματική επίσκεψή μου στις 25 Μαρτίου 2011 επ’ ευκαιρία της μεγάλης πανηγύρεως του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου. Όμως η αιφνίδια εισαγωγή συγγενούς μου σε νοσοκομείο και η πολύωρη χειρουργική επέμβαση, στην οποία υποβλήθηκε, ματαίωσε για δεύτερη φορά το ταξίδι.
Τότε αποφάσισα να μεταβώ στην Τήνο κατά τη διάρκεια της Εβδομάδος της Διακαινησίμου, δεδομένου ότι για την Τετάρτη της Διακαινησίμου βρήκα σε εξαιρετικά χαμηλή τιμή εισιτήριο στη διαδρομή Ραφήνα -Τήνος και μάλιστα με ταχύπλοο πλοίο. Όμως οι άστατες καιρικές συνθήκες δεν επέτρεψαν για μία ακόμη φορά το ταξίδι.
Μάλιστα σε τηλεφωνική επικοινωνία μου με τον π. Νικόλαο Μαραγκό με ενημέρωσε, ότι μέχρι στιγμής η οικογένεια του κ. Αντωνίου Βίδου δεν έχει αποφασίσει ποια ημέρα κατά την περίοδο από τη Δευτέρα της Διακαινησίμου μέχρι και την εορτή της Αποδόσεως του Πάσχα θα τελέσει Θεία Λειτουργία ή Εσπερινό στον ναό του Αγίου Αριστείδου. Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθεί, ότι στην Τήνο υπάρχει το παλαιό λατρευτικό έθιμο να λειτουργούνται όλα τα εξωκκλήσια μία ημέρα κατά τη διάρκεια της μεταπασχαλινής περιόδου.
Το πολυπόθητο ταξίδι μου στην Τήνο σκέφθηκα να πραγματοποιήσω την Κυριακή 8 Μαΐου 2011, αφού είχα ήδη ενημερωθεί για τις ευνοϊκές καιρικές συνθήκες που θα επικρατούσαν. Όμως οικογενειακές υποχρεώσεις με ανάγκασαν να μείνω και πάλι στην Αθήνα.
Τότε αποφάσισα να μεταβώ στην Τήνο το Σάββατο 14 Μαΐου 2011 χωρίς άλλη αναβολή. Γι’ αυτό τον λόγο την Παρασκευή 13 Μαΐου επικοινώνησα τηλεφωνικά με την οικογένεια του κ. Αντωνίου Βίδου για να την ενημερώσω για την επίσκεψή μου στο νησί.
Ο κ. Βίδος χάρηκε ιδιαίτερα για την πρόθεσή μου να έρθω στην Τήνο στις 14 Μαΐου, επειδή την ημέρα εκείνη είχε προγραμματίσει να πραγματοποιηθεί στο εκκλησάκι του Αγίου Αριστείδου η για το έτος 2011 καθιερωμένη μεταπασχαλινή εορτή με την τέλεση Πανηγυρικού Εσπερινού και την παράθεση πλουσιώτατης τράπεζας στους παρευρισκόμενους πιστούς!!!
Με άλλα λόγια ο Άγιος Αριστείδης, αφού με αξίωσε να μου αποκαλύψει τον ναό του στην Τήνο ανήμερα της εορτής του, με αξίωσε να έρθω προσκυνητής στον ναό του μετά από αλλεπάλληλες αναβολές την ημέρα της τέλεσης της μεταπασχαλινής εορτής, χωρίς να το γνωρίζω και χωρίς να έχω κάποια ενημέρωση από πριν!!!
Η δεύτερη αυτή θαυμαστή αποκάλυψη γέμισε την ψυχή μου με συγκίνηση και δέος για τα θαύματα, τα οποία επιτελεί με τη χάρη του Θεού ο Άγιος Αριστείδης. Το μόνο που με προβλημάτιζε ήταν, ότι ο καιρός στην περιοχή του Τσικνιά ήταν συννεφιασμένος και ψυχρός, σύμφωνα με την ενημέρωση που είχα την Παρασκευή από την οικογένεια του κ. Βίδου.
Το πρωί του Σαββάτου 14 Μαΐου αναχώρησα με αίθριο καιρό από τη Ραφήνα για την Τήνο έχοντας όμως ανησυχία για την πιθανή αλλαγή του καιρού. Όμως ο προστάτης μου άγιος θαυματούργησε για μια ακόμη φορά. Φτάνοντας στο λιμάνι της Τήνου ο καιρός ήταν αίθριος και ο ουρανός ήταν καταγάλανος χωρίς σύννεφα.
Η ηλιόλουστη και φωτεινή αυτή ατμόσφαιρα δεν επικρατούσε μόνο στην περιοχή της Χώρας, αλλά και στην πάντα «νεφοσκεπή» περιοχή του Τσικνιά!!! Μάλιστα σύμφωνα με μαρτυρίες των κατοίκων του νησιού, το Σάββατο 14 Μαΐου 2011 ήταν η πρώτη πραγματικά ηλιόλουστη και ανοιξιάτικη ημέρα μετά από μεγάλο χρονικό διάστημα!
Έτσι όταν έφτασα στο πανέμορφο εκκλησάκι του θαυματουργού Αγίου Αριστείδου με την υπέροχη θέα στη Μύκονο, το βρήκα λουσμένο μέσα στο άπλετο φως του ήλιου και μέσα στην απερίγραπτη ομορφιά της ανοιξιάτικης φύσης της Τήνου, έτοιμο και με ανοιχτή την πόρτα να δεχθεί τους ευλαβείς χριστιανούς για να γιορτάσουν το χαρμόσυνο και σωτήριο μήνυμα της λαμπροφόρου Αναστάσεως του Χριστού μας, αλλά και για να διατρανώσουν την πίστη τους στη ζωντανή και αναμφισβήτητη ύπαρξη του Θεού και στη θαυματουργική δύναμη των αγίων Του!»
Πηγές:
http://anavaseis.blogspot.gr/2012/09/13_1554.html
http://kallimasia.blogspot.gr/2015/09/blog-post_12.html
http://koimisikallimasia.blogspot.gr/2010/09/blog-post_13.html
http://hellas-orthodoxy.blogspot.gr/2013/09/blog-post_2579.html
Σημ: Όλα τα κείμενα που χρησιμοποιήθηκαν είναι του εκπαιδευτικού Αριστείδη Γ. Θεοδωρόπουλου.
(Πηγή: «Άγιος Αριστείδης. Ο αθηναίος φιλόσοφος που μαρτύρησε για τον Χριστό. 13 Σεπτεμβρίου», Χώρα του Αχωρήτου)
Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΚΙ ΕΓΩ
Του Αριστείδου Σ. Περιστέρη, Ζωγράφου
Η ακόλουθη ιστορική διήγηση γράφτηκε από τον αείμνηστο επιφανή και φιλίστορα Αθηναίο ζωγράφο Αριστείδη Περιστέρη, γόνο ευγενούς αθηναϊκής οικογένειας με μακρόχρονη καλλιτεχνική παράδοση, ο οποίος μας διέσωσε την ευσεβή προφορική παράδοση για το σπήλαιο του Αγίου Αριστείδου στον ιστορικό λόφο του Λυκαβηττού, όπου ο ένδοξος Αθηναίος φιλόσοφος, απολογητής και μάρτυς του 2ου μ.Χ. αιώνα κατέφευγε και προσευχόταν. Από το έτος 1999 τελείται στις 13 Σεπτεμβρίου στον ευλογημένο αυτό χώρο του σπηλαίου ο κατ’ έτος πανηγυρικός εορτασμός της μνήμης του Αγίου Αριστείδου με Πανηγυρικό Εσπερινό την παραμονή της εορτής και Πανηγυρική Θεία Λειτουργία την κυριώνυμο ημέρα εορτασμού της μνήμης του. Ο διαπρεπής ζωγράφος Αριστείδης Περιστέρης ήταν ο πρώτος, ο οποίος ενδιαφέρθηκε για τον ευπρεπισμό και τη διαμόρφωση του σπηλαίου και αυτός, ο οποίος θα μείνει εσαεί στην Ιστορία της περιωνύμου πόλεως των Αθηνών ως ο πρώτος αναμορφωτής του ιστορικού σπηλαίου του Αγίου Αριστείδου. Γι’ αυτό και η εξιστορούμενη ενδιαφέρουσα διήγηση που ακολουθεί, αποτελεί μνημόσυνο αιώνιο για τον αείμνηστο Αριστείδη Περιστέρη, τον ρομαντικό, ευαίσθητο και αξιαγάπητο ζωγράφο με τα πλούσια ψυχικά χαρίσματα, τον οποίο ο Κύριος της ζωής και του θανάτου κάλεσε κοντά Του κατά την πανίερη ημέρα της εορτής της εις Ουρανούς ενδόξου και θείας Αναλήψεώς Του, 24 Μαΐου 2012.
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός
«Ήμουν δεν ήμουν 8 χρονών, όταν ανοίξαμε το παράθυρο του σπιτιού μας. Το θέαμα ήταν καταπληκτικό. Όλη η Αθήνα ήταν άσπρη στα χιόνια. Αμέσως ο πατέρας μου βγήκε στον κήπο και γέμισε μια λεκάνη με χιόνι. Την έφερε μέσα και όλοι πήραμε λίγο χιόνι και βάλαμε στο στόμα μας. Έτσι ήταν το έθιμο στην Αθήνα. Σε λίγο ήρθε και ο παππούς. Ο Χρήστος Συράκος. Μεγάλος ζωγράφος. Αδελφός της γιαγιάς μου. Τότε ο πατέρας μου είπε:
«Πάμε να χαρούμε τα χιόνια.»
Τότε κατοικούσαμε στην έπαυλη Μητσέα. Ένα νεοκλασικό σπίτι στους πρόποδες του Λυκαβηττού. Ήταν θαυμάσιο. Μέσα σ’ έναν μεγάλο κήπο, με στέρνα, μύλο και πηγάδι. Φωτίου Πατριάρχου, Σαρανταπήχου, Αγίου Ισιδώρου και Δοξαπατρή. Ήταν κάποτε το σπίτι του Αυλάρχη του Όθωνα. Είχε ακόμα στάβλους για τ' άλογα και τις άμαξες.
Αφού ντυθήκαμε καλά και οι τρεις μας, ξεκινήσαμε για να χαρούμε το χιόνι. Πού αλλού; Στον Λυκαβηττό, με προορισμό την εκκλησία του Αγίου Σιδερέα. Κι ο παππούς και ο πατέρας είχανε αδυναμία. Ο δε παππούς είχε φτιάξει τις σκάλες που ανεβαίνανε τότε στον ναό. Και καμάρωνε για το έργο του. Το χιόνι ήτανε πολύ και το έδαφος πολύ ανώμαλο. Να σκεφθεί κανείς, πως ένας καρόδρομος ερχόταν από τα νταμάρια, εκεί που σήμερα είναι το θέατρο και κατέβαζαν τα κάρα πέτρα, με χίλια βάσανα. Καρόδρομος ήταν και η σημερινή Σαρανταπήχου. Η χαρά μου ήταν μεγάλη. Κυλιόμουν στα χιόνια και ο παππούς κι ο πατέρας όλο μου φώναζαν για να μη χτυπήσω.
Όταν φθάσαμε στον Άγιο Σιδερέα ο παππούς μου λέει:
«Μιας που ήρθαμε να σου δείξω κάτι.»
Η παιδική μου περιέργεια άναψε και μαζί με τον πατέρα μου ακολουθήσαμε τον παππού. Ήταν δύσκολο να ανεβούμε. Το χιόνι σκέπαζε και τα λιγοστά πατήματα που υπήρχαν. Σκαρφαλώσαμε και τελικά μπήκαμε σ' ένα σπήλαιο. Τότε πετάχτηκαν φοβισμένα πολλά περιστέρια.
«Μα αυτό» λέει ο πατέρας μου «είναι η σπηλιά του κόρακα. Έτσι το λένε στη γειτονιά. Είναι κάπου γραμμένο».
«Όχι», λέει ο παππούς. «Δεν είναι έτσι. Ελάτε να δείτε».
Προχωρήσαμε στο βάθος και σ' έναν απολιθωμένο σταλακτίτη έγραφε καθαρά "Αριστείδες”.
«Έλα Αριστειδάκι να δεις, το όνομά σου.»
Η χαρά μου δεν περιγράφεται. Το θέαμα ήταν καταπληκτικό. Στο πάνω μέρος του σπηλαίου ο βράχος σχημάτιζε την εικόνα της Παναγίας. Και πράγματι, εγώ με την παιδική μου φαντασία την έβλεπα και τη βλέπω ακόμα και σήμερα. Παρακάτω, ο βράχος παρουσίαζε τον Παντοκράτορα. Αυτόν που τώρα τελευταία ζωγράφισα με φύλλο χρυσού το φωτοστέφανο και τα γένια ασημένια.
«Και τώρα ελάτε να δείτε αυτό που λέτε σπηλιά του Κόρακα.»
Στον βράχο απάνω είναι σκαλισμένο το Σ.Κ. Αυτό το Σ.Κ. είναι σκαλισμένο από τον μεγάλο χριστιανό φιλόσοφο τον Άγιο Αριστείδη, που έζησε στα πρώτα χριστιανικά χρόνια και σημαίνει Σωτήρ Κύριος, και ο οποίος ερχόταν εδώ και προσηύχετο. Εγώ το μικρό παιδάκι έμεινα άφωνος. Ο πατέρας ήταν όλο ερωτήσεις. Εγώ καμάρωνα που ήταν το όνομά μου.
«Πάμε τώρα να φύγουμε. Το κρύο είναι πολύ και θα αρρωστήσουμε.»
Φεύγοντας, πέφτω κάτω και χτυπάω τη μύτη μου κι άρχισε να τρέχει αίμα. Οι σταγόνες, το αίμα πάνω στο χιόνι σχημάτιζαν μια γραμμή. Σα να μας έδειχνε τον δρόμο για το σπήλαιο. Ακόμα και σήμερα άμα κλείσω τα μάτια μου το βλέπω. Ευτυχώς ο πατέρας μου, έσφιξε το χέρι μ’ ένα μαντήλι και σταμάτησε το αίμα.
Το θέαμα ήταν καταπληκτικό. Πού να ζούσαμε στα αρχαία χρόνια, που απ' εδώ πήγαζε ο Ηριδανός ποταμός και κατέβαινε κάτω στην κοιλάδα! Εγώ όλο χαρά που ήταν το όνομά μου στη σπηλιά τόλεγα και το ξανάλεγα. Το έλεγα στο σχολείο κι όπου βρισκόμουνα και καμάρωνα.
Περνούσαν τα χρόνια. Πάντα ανέβαινα να ρίξω μια ματιά να δω τι γίνεται. Ήρθε η κατοχή. Οι Ιταλοί και οι Γερμανοί απαγόρευσαν να πλησιάζουν. Μόνο στο εκκλησάκι πηγαίναμε. Εκεί μόνο, στην εκκλησία του Αγίου Σιδερέα. Χρόνια και χρόνια περνούν. Σπουδές-σπουδές, στρατιωτικό. Θα ήμουν 25 χρονών, όταν πλέον ανεβαίνω στο σπήλαιό μου. Το δικό μου σπήλαιο. Μόνο τίτλους ιδιοκτησίας δεν είχα. Άλλωστε ήταν και τ' όνομά μου γραμμένο. Έτρεμα ολόκληρος. Και σας το ομολογώ. Είδα τις σταγόνες από το αίμα μου και τις ακολούθησα. Όταν πήγα μέσα κατευθείαν για το όνομά μου, κατάπληκτος κοίταξα. Ο βράχος κομμένος. Το κομμάτι αυτό που σχημάτιζε σταλακτίτη είχε αφαιρεθεί. Δυστυχώς ήταν κομμένος ο βράχος και το είχανε πάρει. Χάιδεψα με τα χέρια μου το μέρος εκείνο και έκαμα τον σταυρό μου. Κάποιος Ιταλός ή κάποιος Γερμανός το είχε κόψει και το πήρε. Εδώ σταματάει το μεγάλο μου ενδιαφέρον για το σπήλαιο.
Περνούν τα χρόνια. Δημιουργώ οικογένεια με τρία παιδιά: δυο γιούς και μια κόρη. Η γυναίκα μου κι εγώ έχουμε ρίξει όλο το βάρος στις σπουδές των παιδιών. Οι παππούδες έχουνε φύγει, οι γονείς το ίδιο. Τώρα παίρνουμε σιγά σιγά τη θέση τους. Και όλα αυτά τα χρόνια της ζωής μου, ο Άγιος Αριστείδης, το σπήλαιο εξακολουθούν να είναι δικά μου.
Ήταν πλέον χειμώνας του 1996. Είχα κάθε βράδυ στη σκέψη μου να τοποθετήσω την εικόνα του Αγίου Αριστείδη στο σπήλαιο. Το λέω στον τότε ιερέα της εκκλησίας, π. Δαμασκηνό Βελισσαρίου.
«Εκεί;» μου λέει. «Ναι εκεί» του απαντώ.
«Βεβαίως να γίνει μια αρχή να αξιοποιηθεί το σπήλαιο.»
Το είπα και σε άλλους. Η λέξη «σε εμπιστευόμαστε», «είσαι άξιος», μου έδωσαν δύναμη για να εργασθώ. Μετά από λίγες ημέρες επισκέφθηκα το σπήλαιο. Ήξερα εγώ τουλάχιστον, ότι επί 50 χρόνια, εχρησιμοποιείτο για οποιαδήποτε χρήση. Δεν φαντάστηκα όμως ότι θα εύρισκα την κόπρο του Αυγείου και ό,τι άλλο φανταστεί κανείς. Μετά κάθισα και σκέφθηκα. Σκέφθηκα πολύ για να αποφασίσω. Άκουγα το «μπράβο» του ιερέα, άκουγα το «είσαι ικανός» και έτσι δεν έκανα πίσω.
Την άλλη μέρα ήρθα με δύο εργάτες και καθαρίσαμε τον χώρο, που μέχρι τότε κανείς μα κανείς δεν είχε ενδιαφερθεί για την καθαριότητα. Αυτό ήταν. Από τότε, επί χρόνια, δουλεύω, ζωγραφίζω και ξοδεύω με μεγάλη ικανοποίηση. Ανέτρεξα στη Γεννάδιο και Βαλιάνειο Βιβλιοθήκη, σε εγκυκλοπαίδειες και διατριβές από τη Θεολογική Σχολή, για να πλησιάσω την αλήθεια για τον Άγιο Αριστείδη. Μέσω Internet τα παιδιά μου βρήκαν την απολογία του Αγίου Αριστείδη του Αθηναίου φιλοσόφου και ό,τι άλλο σχετικό. Στη Συριακή γλώσσα, στην Αρμενική και στην Αγγλική. Ήταν δύσκολο να μεταφραστεί. Αλλά τίποτε το ακατόρθωτο. Τη μεταφράσαμε στα Ελληνικά. Σταμάτησα για λίγο, εξαιτίας του οικονομικού. Αλλά μετά το καλοκαίρι συνέχισα. Όλα τα παραπάνω συγκεντρώθηκαν μαζί με πρωτοχριστιανικά εκκλησιαστικά σκεύη, που άλλα φιλοτέχνησα εγώ και άλλα τα αγόρασα, συμβουλευόμενος το Μουσείο Μπενάκη, το Βυζαντινό και της Πάτμου.
Ερευνώντας, πείσθηκα πως το σπήλαιο ήτανε ασκηταριό και κατά πάσα πιθανότητα, ότι εκεί συνελήφθη ο Άγιος Αριστείδης. Εκεί κατέφευγε και προσηύχετο. Ήταν το καταφύγιο του. Ήταν το όνομα του Αριστείδη, που δυστυχώς δεν υπάρχει. Εκεί είναι σκαλισμένο το «Σωτήρ Κύριος». Ίσως να ήταν σκαλισμένο από τα χέρια του Αγίου. Συνέχισα, ζωγράφισα ολόσωμο τον Άγιο Αριστείδη. Έφερα μια κασέλα και ζωγράφισα φύλλα ορεινής αμπέλου. Μέσα στην κασέλα υπήρχε ύφασμα απομίμηση του χιτώνα των πρώτων Χριστιανών. Έφερα ζωγραφικό τρίποδο με ροζέτα εκκλησιαστική επιχρυσωμένη και τοποθέτησα την εικόνα του Αγίου Αριστείδη, αγορασμένη από τη Μπιενάλε της Βενετίας. Αυτή η εικόνα τώρα βρίσκεται μέσα στην εκκλησία των Αγίων Ισιδώρων. Κατασκεύασα βιτρίνα και τοποθέτησα όλα τα παλαιοχριστιανικά εκκλησιαστικά σκεύη. Μερικά βρίσκονται στη βιτρίνα του γραφείου της εκκλησίας. Ζωγράφισα τη μορφή του Παντοκράτορα που σχημάτιζε ο βράχος. Έφτιαξα έναν σταυρό από κορμούς δέντρων με αγκάθινο στεφάνι. Αυτό υπάρχει ακόμα ψηλά μέσα στο σπήλαιο. Έφερα κινητό καντηλέρι, απομίμηση της Πάτμου. Δημιούργησα γωνιά ασκηταριού με διάφορα αντικείμενα χρήσης. Κορμούς δέντρων για καθίσματα, πήλινα δοχεία και κύπελλα. Δοχεία πήλινα και ξύλινα με άμμο για τα κεριά, και άλλα πολλά. Ο Άγιος μου έδινε δύναμη. Όταν τοποθέτησα το σιδερένιο διαχώρισμα, έβαλα κλειδαριά και λουκέτο. Είπα σ’ ευχαριστώ Θεέ μου, σ’ ευχαριστώ Άγιέ μου. Και έγραψα σε λίθο με μια πινακίδα:
«Ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλέτω.»
Φεύγοντας, ήταν βράδυ γιατί ξημεροβραδιαζόμουν εκεί, ακούω μια καμπάνα να κτυπά. Και όσο κατέβαινα τόσο δυνατότερα. Γυρίζω και μια έντονη δύναμη μου έλεγε «μια καμπάνα εδώ». Το θαύμα έγινε την άλλη μέρα. Πηγαίνω και παραγγέλνω ένα καμπανάκι που υπάρχει και τώρα στο σπήλαιο. Όταν πήγα και το παρέλαβα, το έφερα μ’ ένα ταξί. Ο οδηγός αρνήθηκε να το ανεβάσει επάνω και το ακούμπησε κάτω στον δρόμο και έφυγε. Κανείς στην εκκλησία, κανείς στον δρόμο. Τότε λέω:
«Άγιέ μου, δεν μπορώ να το σηκώσω και θα φύγω.»
Τότε μια φωνή μου λέει:
«Το θέλω απάνω.»
Σκύβω και το πιάνω. Το καμπανάκι λες και είχε γίνει πούπουλο. Το σήκωσα, το ανέβασα και το πήγα μέσα στο σπήλαιο. Τότε, κάνω την προσευχή μου και είπα:
«Άγιέ μου σ’ ευχαριστώ. Έγινε το θαύμα.»
Το 1999 τοποθετείται μια πλακέτα που έγραφε το ιστορικό και είναι η πρώτη φορά που γίνεται λειτουργία στο σπήλαιο του Αγίου Αριστείδη. Και είχα φτιάξει πλακέτες για το γεγονός.
Tο ενδιαφέρον μου βέβαια δεν τελείωσε και δεν θα τελειώσει ποτέ όσο θα είμαι στη ζωή. Είναι θέμα πίστεως, θέμα αγάπης, θέμα ιστορικό, θέμα άγιο. Ο Θεός να βοηθήσει, ο Άγιος να δυναμώνει για το μεγαλείο της πίστεως. Είθε μια μέρα η εκκλησία του Αγίου Αριστείδη να λάμψει για το καλό και την ευλογία των ανθρώπων.»
Η αγάπη του αειμνήστου Αθηναίου ζωγράφου Αριστείδου Περιστέρη στον προστάτη του Άγιο Αριστείδη και στο ομώνυμο σπήλαιο του λόφου του Λυκαβηττού αποδεικνύεται και μέσα από την αποσταλείσα τον Φεβρουάριο του 2008 χειρόγραφη επιστολή του στον γράφοντα τις γραμμές αυτές, εκπαιδευτικό – συγγραφέα Αριστείδη Θεοδωρόπουλο, για το συγγραφέν υπό αυτού πόνημα με τίτλο: «Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ, ο φιλόσοφος –ο απολογητής –ο μάρτυς» (Εκδόσεις Νεκτάριος Παναγόπουλος, Αθήνα 2008).
Σ’ αυτή τη χειρόγραφη επιστολή ο αείμνηστος Αριστείδης Περιστέρης γράφει τα ακόλουθα:
«Όταν άνοιξα τον φάκελο και είδα το βιβλίο «Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ» χωρίς να δω τίποτε άλλο, είπα: Αριστείδης Θεοδωρόπουλος. Ποιος άλλος; Αυτός και μόνο θα μπορούσε να καταπιαστεί με αυτό. Αυτό το βιβλίο δεν είναι μόνο ο βίος του Αγίου. Δεν είναι η ιστορία ενός φιλοσόφου. Δεν είναι μόνο η αλήθεια, το ξέθαμα από τα βάθη των αιώνων. Είναι το φως της χριστιανικής διδασκαλίας. Εδώ με την παρουσία του Αγίου Αριστείδη του φιλοσόφου γίνεται η επανάσταση με την απολογία του υπέρ των διωκομένων χριστιανών. Ιστορικός φωτογράφος είναι ο παλμός του Αγίου στο βιβλίο, αφού σταματά όπου βρίσκεται εκκλησία στο όνομά του στον ελλαδικό χώρο. Εκεί σταματώ και εγώ και κάνω τον σταυρό μου. Πρώτα στο σπήλαιο και μετά σ’ όλες τις άλλες εκκλησίες. Και λέω στον Άγιο Αριστείδη ευχαριστώ.»
ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ ΠΕΡΙΣΤΕΡΗ ΤΟΥ ΕΞ ΑΘΗΝΩΝ ΕΠΙΦΑΝΟΥΣ ΖΩΓΡΑΦΟΥ ΚΑΙ ΠΡΩΤΟΥ ΑΝΑΜΟΡΦΩΤΟΥ ΤΟΥ ΣΠΗΛΑΙΟΥ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΑΡΙΣΤΕΙΔΟΥ
ΑΙΩΝΙΑ Η ΜΝΗΜΗ!
(Πηγή: «Του Αριστείδου Σ. Περιστέρη, Ζωγράφου: Ο ΑΓΙΟΣ ΑΡΙΣΤΕΙΔΗΣ ΚΙ ΕΓΩ», Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλἀδος)
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. Α΄. Τὸν συνάναρχον Λόγον.
Τῷ Χριστῷ προσηνέχθης θυσία ἄμωμος, καὶ ὁλοκάρπωμα θεῖον αἰωρηθεὶς ἀπηνῶς, ἐν ἀγχόνῃ Ἀριστείδη γενναιότατε, γόνε κλεινὲ τῶν Ἀθηνῶν καὶ φιλόσοφε σεπτέ, διό σε νῦν εὐφημοῦντες, φωναῖς εὐήχοις βοῶμεν· Χριστὸν δυσώπει ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος δ΄. Ὁ ὑψωθεὶς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Ἀκαταπλήκτῳ ἐναθλήσας καρδίᾳ, ἐν ταῖς Ἀθήναις Ἀριστείδη στεῤῥόφρον, κατέβαλες τὸν δόλιον Βελίαρ σαφῶς, καὶ Μαρτύρων τάγμασι χαίρων συνηριθμήθης, μαθητὰ περίδοξε, τοῦ Ἀρεοπαγίτου Διονυσίου, ἅμα τοῦ κλεινοῦ Ἱεροθέου, φιλόσοφε ἔνθεε.
Μεγαλυνάριο
Ὤφθης ἐν τῷ σκάμματι ἀριστεὺς ὄμβροις πορφυρώσας τοῖς σοῖς χθόνα τῶν Ἀθηνῶν, μάρτυς Ἀριστείδη, καὶ πίστιν τὴν ἁγίαν ἐκράτυνας· διόπερ ὕμνοις σὲ μέλπομεν.
Πηγή: Χώρα του Αχωρήτου, Ιερός Σύνδεσμος Κληρικών Ελλἀδος, Αθήνα Αγιασμένη Πόλη