Βίος του αγίου μεγαλομάρτυρος Νικήτα
(Βασισμένος στο σχετικό Συναξάριο του Νέου Συναξαριστή της Ορθοδόξου Εκκλησίας, εκδ. Ίνδικτος, τόμ. Α´[Σεπτέμβριος], Αθήναι, 2011, σσ.193-194)
Ο ένδοξος μάρτυς του Χριστού Νικήτας έζησε την εποχή του Μεγάλου Κωνσταντίνου και ήταν Γότθος στην καταγωγή. Οι Γότθοι ήταν ένα γερμανικό έθνος, που κατέβηκε από την περιοχή της Βαλτικής και εγκαταστάθηκε τον 3ο αιώνα μ.Χ. σ᾽ ένα τμήμα της Κριμαίας, που από τότε μετονομάστηκε Γοτθία. Στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ. διείσδυσαν στη Ρωμαϊκή αυτοκρατορία και εγκαταστάθηκαν στη Θράκη και στον χώρο της σημερινής Βουλγαρίας και Ρουμανίας, δεξιά από το Δέλτα του Δούναβη ποταμού. Από τότε άρχισαν σταδιακά να εκχριστιανίζονται.
Ένας από τους πρώτους εκχριστιανισθέντες αυτούς Γότθους υπήρξε και ο σήμερα τιμώμενος άγιος Νικήτας. Γιατί, ως βλαστός περιφανούς οικογένειας, διετήρησε την έμφυτη ευγένειά του ανόθευτη από τη φυσική βαρβαρότητα του έθνους του. Και, η επιθυμία του να ζήσει ενάρετα, έχοντας ήδη ακούσει για την πνευματική ωραιότητα της Χριστιανικής πίστης, τον οδήγησε κοντά στον αγιώτατο Θεόφιλο, αρχιεπίσκοπο Γοτθίας, ένα από τους πατέρες της Α´ Οικουμενικής Συνόδου, από τον οποίο διδάχθηκε τις αλήθειες του Χριστιανισμού. Η μαθητεία του στην αληθινή πίστη συνέχισε και επαυξήθηκε στον διάδοχο του Θεόφιλου, Ουλφίλα, τόσο, ώστε ο Νικήτας, παρόλο που εν τω μεταξύ έγινε ανώτερος αξιωματούχος του στρατού της χώρας του, απέβη και φλογερός ιεροκήρυκας της Πίστης του Χριστού, και δεν έπαυε να εμπνέει στον βάρβαρο λαό του τον πόθο για τον λόγο του Θεού, για τη μόνη αληθινή Πίστη.
Αλλά ο διάβολος, φθονώντας την προσέλευση των Γότθων στον Χριστιανισμό, ενέσπειρε διχόνοια μεταξύ τους και τους χώρισε σε δύο έντονα εχθρικές παρατάξεις. Η μία, με αρχηγό τον σκληρό και ασεβέστατο Αθανάριχο, ήσαν οπαδοί της πατρογονικής ειδωλολατρίας, ενώ η άλλη, με αρχηγό τον Φριτιγέρνη, είχαν ασπασθεί τον Χριστιανισμό. Ο τελευταίος, ένεκα της στρατιωτικής υπεροχής του Αθανάριχου, ζήτησε βοήθεια από το Βυζάντιο, και ο αυτοκράτορας Ουάλης (364-378) του παραχώρησε το στράτευμα της Θράκης. Ο Φριτιγέρνης, όπως παλαιότερα ο Μέγας Κωνσταντίνος, έχοντας προπορευόμενο των στρατευμάτων του το λάβαρο του Τίμιου Σταυρού, κατατρόπωσε τον Αθανάριχο, που μόλις διέφυγε τη σφαγή. Αυτή η νίκη έγινε αιτία να πιστέψουν στον Χριστό και πολλοί άλλοι Γότθοι.
Αργότερα όμως, κατά παραχώρηση Θεού, ο Αθανάριχος ανέκτησε την πρώτη δύναμη του και, πνέοντας άσπονδο μίσος και μένεα κατά των Χριστιανών, τους συνελάμβανε και τους υπέβαλλε σε φρικτά βασανιστήρια. Τότε και ο Νικήτας, γνωστός για την ευσέβεια και τα δημόσια κηρύγματα του, συνελήφθη ξαφνικά, την ώρα που κήρυττε στον λαό για τον Χριστό. Σύρθηκε βίαια ενώπιον του Αθανάριχου και, μολονότι εξαναγκάσθηκε ν’ αρνηθεί την πίστη του Χριστού, αυτός παρέμεινε ακλόνητος στην ομολογία του. Τότε οι ασεβείς, κτυπώντας τον, συνέτριψαν όλα τα μέλη του σώματός του και τον έριξαν στη φωτιά. Μα, ώ της ανδρείας του, και μέσα στις φλόγες ο άγιος δεν έπαυε να υμνεί τον Θεό, μέχρις ότου παρέδωσε την αγία ψυχή του εις χείρας Θεού. Το μαρτύριο του έλαβε χώρα το έτος 372 μ.Χ.
Κάποιος φίλος του αγίου, ονόματι Μαριανός, αναχωρώντας τότε για την πατρίδα του Μοψουεστία, σημαίνουσα πόλη κοντά στα Άδανα και την Ταρσό της Κιλικίας της Μικράς Ασίας, θέλησε να μεταφέρει μαζί του ό,τι λείψανο είχε απομείνει από το σώμα του Αγίου. Κι εκεί που συλλογιζόταν, πώς θα το ξεχώριζε από τα λείψανα των άλλων μαρτύρων, που είχαν πεταχθεί στον ίδιο εκείνο τόπο, ουράνια δύναμη, με τη μορφή φωτεινού αστεριού, στάθηκε πάνω στο σώμα του αγίου Νικήτα. Και ο Μαριανός το αναγνώρισε αμέσως, γιατί, χάριτι Θεού, είχε διαφυλαχθεί ολόκληρο και αβλαβές. Το ασπάσθηκε τότε με πόθο ο Μαριανός, το έβαλε σε θήκη, που είχε ετοιμάσει, και το μετέφερε στη Μοψουεστία, όπου επιτελούσε πολλά θαύματα. Με τον καιρό, ο άγιος Νικήτας κατέστη ο κατεξοχήν πολιούχος της φιλόχριστης πόλης Μοψουεστίας, και ο μητροπολιτικός ναός της ήταν αφιερωμένος στο όνομα του.
Η μνήμη του τιμάται στις 15 Σεπτεμβρίου.
Η τιμή του Αγίου Νικήτα στην Κύπρο,
Του Πανιερωτάτου Μητροπολίτου Μόρφου κ. Νεοφύτου
Φαίνεται ότι η μεταφορά των λειψάνων του αγίου Νικήτα στη Μοψουεστία της Κιλικίας και η ανέγερσις εκεί του ως άνω μεγάλου καθεδρικού ναού προς τιμή του, επηρέασαν και τη νήσο των Αγίων, την Κύπρο. Οι επαφές της Κύπρου με τα μικρασιατικά παράλια, και ειδικώτερα με την Παμφυλία και την Κιλικία, υπήρξαν πυκνές από την αρχαιότητα και συνεχίζονται διαχρονικά μέχρι τη μικρασιατική καταστροφή του 1922 (λ.χ. έχομε Σόλους στην Κιλικία – Σόλους στην Κύπρο: δύο αρχαίες πόλεις – βασίλεια με το ίδιο όνομα). Περαιτέρω, δεν είναι τυχαίο το γεγονός, ότι μεγάλα προσκυνήματα της νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας τα συναντάμε και στην Κύπρο. Για παράδειγμα, η αγία Θέκλα της Σελεύκειας της Κιλικίας τιμάται ιδιαίτερα και στην Κύπρο.
Και για να πάμε πιο πίσω, οι Απόστολοι Βαρνάβας και Μάρκος έρχονται από τη Σελεύκεια της Κιλικίας στον Κορμακίτη και από εκεί αρχίζουν τη Β’ Αποστολική Περιοδεία στην Κύπρο. Ο άγιος Αρτέμων, τον 3ο αιώνα, από το Ανεμούρι έρχεται στον Κορμακίτη και με προσευχή του αναβλύζει αργότερα πηγή αγιάσματος-βαπτιστήριο στην Αυλώνα της Θεομόρφου.
Στην Αττάλεια της Παμφυλίας εδρεύει ο ναύσταθμος του βυζαντινού ναυτικού στόλου και προστατεύει την Κύπρο στα δύσκολα χρόνια των αραβικών επιδρομών. Από τα μέρη της Αλεξανδρέττας, από το όρος Αμανός, έρχονται κατά τη βυζαντινή περίοδο άγιοι ασκητές (που εντάσσονται στην ομάδα των λεγομένων Αλαμανών οσίων), και τελειώνονται ασκητικά στο νησί μας, τυγχάνοντας ιδιαίτερης ευλάβειας από τους πιστούς Κυπρίους μέχρι σήμερα. Τον 14ο αιώνα, συγκεκριμένα στις 6 Μαΐου 1370, ο επίσκοπος Πομπηϊουπόλεως (Σόλων) της Κιλικίας μαζί με Κύπριους επισκόπους χειροτονεί στην Πεντάγεια της Μόρφου τον επίσκοπο Αρσινόης και Πάφου Γρηγόριο. Όλα τα προαναφερθέντα μαρτυρούν τις διαχρονικές στενές σχέσεις Κύπρου και νοτιοανατολικής Μικράς Ασίας. Αυτοί ήταν για αιώνες οι Ρωμηοί γείτονές μας.
Για την πλούσια χάρη των θαυμάτων, που έλαβε παρά Θεού ο άγιος Νικήτας, η τιμή του εξαπλώθηκε με τα χρόνια σε πολλά μέρη της Βυζαντινής αυτοκρατορίας. Μεταξύ άλλων, η τιμή του Αγίου, ακολουθώντας τις πιο πάνω έντονες σχέσεις Κύπρου-Μικρασίας, έφθασε και στο νησί μας. Αλλά, στο νησί μας έρχονται και λείψανα του αγίου, ασφαλώς προερχόμενα από τον περικλεή ναό του στη Μοψουεστία. Γιά το πότε ακριβώς έρχονται, δεν υπάρχουν σαφείς μαρτυρίες. Όπως όμως μαρτυρημένα συνέβηκε και σε άλλες περιπτώσεις μαζικής μετακίνησης πληθυσμών από τη Μικρά Ασία και Συρία στην Κύπρο, λόγω των εκεί κατακτήσεων από τους Άραβες και Οθωμανούς (Σελτζούκους), οπόταν οι πρόσφυγες μετέφεραν μαζί τους την τιμή, αλλά και τα λείψανα των αγίων της ιδιαίτερης πατρίδας τους (λ.χ. οι Αντιοχείς μετέφεραν τα λείψανα των αγίων Κυπριανού και Ιουστίνης στο Μένικο, κ.λπ.), είναι πολύ πιθανόν ότι πρόσφυγες από την Μοψουεστία (ίσως στα τέλη του 11ου αι.) μεταφέρουν τα λείψανα και την τιμή του αγίου Νικήτα στην Κύπρο, στον τόπο, που οι ευλογημένοι και ευσεβείς αυτοί χριστιανοί έκτισαν το ομώνυμο χωριό της Μόρφου και οικοδόμησαν τον ναό στο όνομα του. Η τιμία κάρα του αγίου Νικήτα, καθώς και τεμάχια λειψάνων του, σήμερα είναι αποθησαυρισμένα στην περικλεή Μονή της Παναγίας του Κύκκου. Στον Κύκκο μεταφέρονται από το χωριό του Νικήτα, με προφανώς ενδιάμεσο σταθμό το μεγάλο Μετόχι της Μονής Κύκκου στη γειτονική στο χωριό Νικήτας Πεντάγεια.
Χρονολογική ένδειξη για την πρωιμότητα τιμής του αγίου Νικήτα στο ομώνυμο χωριό αποτελούν μαρτυρίες παπικών εγγράφων των ετών 1321 και 1322, που αναφέρονται σε εκεί «αγροτικό ναό» του αγίου Νικήτα, που τότε ήταν υπό κατάρρευση, άρα ήταν ήδη αρκετά παλαιός! Συγκεκριμένα, της εκκλησίας αυτής, που υπαγόταν τότε στην περίφημη Μονή του Αγίου Γεωργίου Μαγγάνων στη Λευκωσία, ζήτησε από τον πάπα Ιωάννη ΧΧΙΙ, να του παραχωρηθούν τα έσοδα ο διάκονος της επισκοπής Σολέας Βρυώνης Λεμπίτης, κατά παρακίνηση του θείου του, επισκόπου Σολέας Λέοντος. Ακόμη, στη μητροπολιτική μας περιφέρεια, και συγκεκριμένα στο χωριό του Μουτουλλά, σώζεται η αρχαιότερη φορητή του εικόνα στην Κύπρο, έργο του 13ου αιώνα. Από τα στοιχεία αυτά, μπορούμε να υπολογίσουμε, ότι ο εν λόγω ναός του Αγίου Νικήτα θα ήταν κτίσμα της υστεροβυζαντινής τουλάχιστον για την Κύπρο περιόδου (11ου/12ου αι.).
Πράγματι, στο κατεχόμενο χωριό Νικήτας Μόρφου υπήρχε παλαιός ναός μικρού μεγέθους, άγνωστο εάν ο πιο πάνω ή άλλος, που οικοδομήθηκε μεταγενέστερα στη θέση του, που κατεδαφίστηκε στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα, για να κτιστεί περί το 1908 ο σημερινός ναός με πωρόλιθο, βόρεια του παλαιού ναού. Το 1932 χτίστηκε το καμπαναριό του νέου ναού, όπως το βλέπει κανείς σήμερα, το οποίο μαζί με το σκαλιστό εικονοστάσι έγιναν με δωρεά του Ιερωνύμου Αγιοταφίτη. Ο ναός εγκαινιάστηκε από τον Μητροπολίτη Κηρυνείας Κυπριανό, περί το 1950. Όταν χτίστηκε ο καινούργιος ναός, έφτιαξαν και καινούργια εικόνα. Στον ναό υπήρχε όμως ήδη παλαιά εικόνα του αγίου, ασημοστόλιστη. Ο άγιος στην παλαιά του αυτή εικόνα απεικονιζόταν έφιππος σε μαύρο άλογο. Οι κάτοικοι του Νικήτα θυμούνται «τον μαύρο του αγίου», εννοώντας τον μαύρο ίππο του αγίου. Έλεγαν, «να σου δειχτεί ο Μαυρομούτσουνος», και εννοούσαν τον άγιο. Μαύρος είναι και ο ίππος του Διγενή Ακρίτα στα ακριτικά άσματα, με υπερφυσικές ικανότητες.
Στο σημείο αυτό, αξίζει να αναφερθεί ένα γεγονός, το οποίο μαρτυρεί την έντονη παρουσία του αγίου στο χωριό. Κάποια χρονιά, στην πανήγυρη του αγίου στον Νικήτα Μόρφου, τοποθέτησαν την καινούργια εικόνα του αγίου για να προσκυνά ο κόσμος. Σύμφωνα με τη μαρτυρία του επιτρόπου της εκκλησίας Χατζηγιάννη, ο ίδιος οραματίστηκε τον άγιο, που του είπε τα εξής:
«Θέλω την εικόνα την παλιά, εκείνη με το μαύρο άλογο, όχι την καινούργια!»
Το 1997 ο κύριος Γεώργιος Καϊσής, σε χωράφι που εξασφάλισε από την Κυπριακή Δημοκρατία στα όρια του συνοικισμού Λατσιών-Γερίου, οικοδόμησε παρεκκλήσιο του Μεγαλομάρτυρος Νικήτα εις ανάμνηση της κατεχόμενης κοινότητας Νικήτα Μόρφου. Ο ναός εγκαινιάστηκε στις 15 Σεπτέμβριου του 2001 από τον Μητροπολίτη Μόρφου κ. Νεόφυτο, μετά από ευλογία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου του Α΄.
Η 15η Σεπτεμβρίου, ημέρα μνήμης και πανηγύρεως του αγίου Νικήτα, συνάζει κάθε χρόνο στο παρεκκκλήσιο αυτό, όπου η ταπεινότης μας χοροστατεί και ιερουργεί, τους πρόσφυγες του Νικήτα και πολλούς από άλλες κατεχόμενες κοινότητες της Κύπρου, ανανεώνοντας την ελπίδα της επιστροφής και ελευθερίας της νήσου μας.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος γ’. Θείας πίστεως.
Νίκην ἔστησας, κατὰ τῆς πλάνης, νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον γέρας, ἐπαξίως Νικήτα φερώνυμε· σὺ γὰρ νικήσας ἐχθρῶν τὴν παράταξιν, διὰ πυρὸς τὸν ἀγώνα ἐτέλεσας. Μάρτυς ἔνδοξε, Χριστὸν τὸν Θεὸν ἱκέτευε, δωρήσασθαι ἡμῖν τὸ μέγα ἔλεος.
Κοντάκιον. Ἦχος δ’. Ἐπεφάνης σήμερον.
Νικητὴς γενόμενος ἐν τοῖς ἀγῶσι, νικητὰς ἀνάδειξον, κατὰ παθῶν φθοροποιῶν, τοὺς εὐλαβῶς ἐκβοῶντάς σοι· χαίροις Νικήτα, Μαρτύρων ὡράϊσμα.
Ἕτερον Κοντάκιον. Ἦχος β’. Τὰ ἄνω ζητῶν.
Τῆς πλάνης τεμών, τὸ κράτος τῇ ἐνστάσει σου, καὶ νίκης λαβών, τὸ στέφος τῇ ἀθλήσει σου, τοῖς Ἀγγέλοις ἔνδοξε, συναγάλλῃ Νικήτα φερώνυμε, σὺν αὐτοῖς Χριστῷ τῷ Θεῷ, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Μεγαλυνάριον
Πῦρ τὸ ζωηφόρον ἔνδον λαβών, ἔφλεξας ὡς ἄνθραξ, ἀγνωσίας ὕλην σαθράν, καὶ ὡλοκαυτώθης, οἷα τερπνὴ θυσία, Νικήτα Ἀθλοφόρε, τῷ σὲ δοξάσαντι.
Ὁ Οἶκος
Γνῶσιν ἐνθεὶς τὴ ψυχή μου, κάθαρόν μου τὴν φρένα καὶ τῶν σῶν ἐντολῶν ἐργάτην Σῶτερ ἀνάδειξον, ἵνα ἰσχύσω καταπαλαῖσαι τὰς ποικίλας τῶν παθῶν μου ἐπαναστάσεις, νικητικὸν ἀφθαρσίας βραβεῖόν τε δέξασθαι, πρεσβείαις τοῦ σοῦ γενναίου ἀθλοφόρου Νικήτα, φιλάνθρωπε∙ καὶ γὰρ αὐτὸς ἡμᾶς ἐν τῇ μνήμῃ αὐτοῦ συνεκαλέσατο, πρεσβεύων ἀπαύστως ὑπὲρ πάντων ἡμῶν.
Πηγή: Ἱερά Μητρόπολις Μόρφου , Μέγας Συναξαριστής, Ορθόδοξος Συναξαριστής