* Συμπληρώνονται φέτος τριακόσια χρόνια από τη γέννηση του αγίου Κοσμά του Αιτωλού, που υπήρξε το μεγαλύτερο κεφάλαιο της φυλής μας στα χρόνια της Τουρκοκρατίας, η επιφανέστερη λαοπαιδευτική και νεοπατερική μορφή της νεοελληνικής εθνότητας, ο επιβλητικότερος λαϊκός αναγεννητής των τελευταίων χρόνων της σκλαβιάς και ένας από τους λίγους που έκαναν θετική προεργασία και εξασφάλισαν στον αγώνα του ’21 εγγυήσεις επιτυχίας. Από το πολύπλευρο και πολυδιάστατο έργο του θα σταθούμε στο εθνικό, που εστιάζεται σε τρία σημεία: στην ίδρυση σχολείων, στην καλλιέργεια της ελληνικής γλώσσας και στην αναστολή του εξισλαμισμού.
Στα χρόνια του Κοσμά του Αιτωλού η παιδεία δεν βρισκόταν στην άθλια κατάσταση των δύο πρώτων μετά την άλωση αιώνων, αφού στις πόλεις λειτουργούσαν αρκετά Ελληνοσχολεία. Όμως στην ύπαιθρο η κατάσταση ήταν διαφορετική. Εκεί το Γένος «ήτο βυθισμένον εις απόλυτον αγραμματείαν», όπως έγραφε ο Κων/νος Κούμας. Ο άγιος Κοσμάς σε μία φράση της Γ’ Διδαχής του περιγράφει παραστατικά την τραγικότητα της καταστάσεως: «Δεν βλέπετε, έλεγε, πώς αγρίεψε το γένος μας από την αμάθειαν και εγινήκαμεν ωσάν τα θηρία;». Γι’ αυτό ο άγιός μας, βλέποντας ότι η έλλειψη οργανωμένης παιδείας είχε συντελέσει στη γενικότερη κατάπτωση του πολιτικού και ηθικού επιπέδου, δίνει προτεραιότητα σε αυτήν.
Στη μάθηση και στην πρόοδο στήριζε το λυτρωμό του Γένους. Πριν από τον Ρήγα, τον Κοραή και τον Καποδίστρια πρώτος ο Κοσμάς είδε αυτή την ανάγκη. Από το σύνολο των επιστολών του μονάχα τρείς δεν είναι αφιερωμένες στην παιδεία. Όλες οι άλλες ασχολούνται κατά κύριο λόγο με την ίδρυση και λειτουργία των σχολείων και την εδραίωση της ελληνικής γλώσσας. Η προσφορά του Κοσμά, στον τομέα αυτό υπήρξε ηρωική και γιγάντια. Κανένας ποτέ δεν μπόρεσε, έστω και κατέχοντας εξουσία, να ιδρύσει τόσα σχολεία, όσα αυτός, με τόσο ανύπαρκτα μάλιστα μέσα. Με το τείχος των σχολείων αυτών σταμάτησε σε μια πολύ κρίσιμη εποχή τον εξισλαμισμό του Γένους και το κύμα του αφελληνισμού του.
Ο άγιος Κοσμάς θεωρούσε την μόρφωση θεμέλιο της εθνικής αναγεννήσεως. Η πνευματική ανόρθωση της εθνότητας ήταν γι’ αυτόν συνάρτηση της εκπαιδεύσεως της νέας γενιάς. «Τα σχολεία, έλεγε, φωτίζουν τους ανθρώπους. Ανοίγουν τα ομμάτια των ευσεβών και ορθοδόξων χριστιανών να μαθαίνουν τα μυστήρια».
Ο μεγάλος αυτός παιδαγωγός του δούλου Γένους πίστευε ότι χωρίς παιδεία ο άνθρωπος εξαγριώνεται. Μονάχα η παιδεία αμβλύνει την τραχύτητα των ανθρωπίνων ενστίκτων, ανεβάζει τον άνθρωπο πάνω από το υλικό και το ζωώδες και καλλιεργεί τον ενδιάθετο κόσμο του ανθρώπου. «Διά τούτο, έλεγε, σας συμβουλεύω να κάμετε κάθε τρόπον να έχετε σχολεία εις τες χώρες σας διά να καταλαμβάνετε το άγιον Ευαγγέλιον και να μη περιπατήτε εις το σκότος».
Για τον Κοσμά ο Χριστός και η Εκκλησία πρέπει να κατέχουν κεντρική θέση στο ελληνικό σχολείο. Το παιδευτικό του αίτημα είναι σαφές: η μόρφωση πρέπει να οδηγεί στην Εκκλησία, στο Θεό, στη θέωση, που αποτελεί το δεοντολογικό στόχο της ανθρώπινης υπάρξεως: «Διατί από το σχολείον μανθάνομεν το κατά δύναμιν τι είναι Θεός, τι είναι αγία Τριάς, τι είναι άγγελοι, αρχάγγελοι, τι είναι δαίμονες, τι είναι παράδεισος, τι είναι κόλασις, τι είναι αμαρτία, αρετή. Από το σχολείον μανθάνομεν τι είναι αγία Κοινωνία, τι είναι Βάπτισμα, τι είναι το άγιον Ευχέλαιον, ο τίμιος Γάμος, τι είναι ψυχή, τι είναι κορμί, τα πάντα από το σχολείον τα μανθάνομεν, διατί χωρίς το σχολείον περιπατούμεν εις το σκότος».
Η άθρησκη και αντιχριστιανική παιδεία, που πολλοί με επίφαση ψευδοπροοδευτισμού επιβάλλουν σήμερα στην πατρίδα μας, εύρισκε τον Κοσμά δυναμικά αντίθετο. Σε μια προφητεία του είχε πει πως «το κακό θα σας έρθη από τους διαβασμένους», εννοώντας το πνεύμα του ευρωπαϊκού διαφωτισμού, παραποιημένο, όπως έφθασε στην Ελλάδα μετά την απελευθέρωση.
Όπως παρατηρεί ο βιογράφος του αγίου Σάπφειρος Χριστοδουλίδης: «Εκατάστησε Σχολεία πανταχού δια μέσου της διδασκαλίας του, τόσον ελληνικά, όσον και εις τα χωρία, δια να πηγαίνουν τα παιδιά εις αυτά, και να μανθάνουν δωρεάν τα ιερά γράμματα, και εκ τούτου να στερεώνονται μεν εις την πίστιν και την ευσέβειαν, να οδηγώνται δε εις την ενάρετον ζωήν και πολιτείαν».
Ο αριθμός των σχολείων που ίδρυσε ο άγιος Κοσμάς, είναι πράγματι εκπληκτικός. Τον απολογισμό του έργου του στον τομέα της ιδρύσεως σχολείων μας τον δίνει ο ίδιος σε γράμμα του προς τον αδελφό του Χρύσανθο, γραμμένο λίγο πριν από το μαρτυρικό του τέλος: «έως τριάκοντα επαρχίας περιήλθον, δέκα σχολεία ελληνικά εποίησα, διακόσια δια κοινά γράμματα, του Κυρίου συνεργούντος και τον λόγον μου βεβαιούντος δια των επακολουθησάντων σημείων». Πρόκειται για έναν πραγματικό άθλο για την εποχή εκείνη. Φρόντιζε επίσης για δασκάλους, για ανεύεση χρημάτων, για διδακτήρια. Ήθελε μορφωμένο λαό ο άγιος Κοσμάς, γιατί πίστευε απόλυτα ότι πριν από την εθνική αποκατάσταση πρέπει να προηγηθεί η πνευματική του αναγέννηση.
Ένας άλλος στόχος του αγίου Κοσμά ήταν η σπουδή της ελληνικής γλώσσας και η ισχυροποίηση των ασθενών εθνολογικά και γλωσσικά διαμερισμάτων της εθνότητας, ιδίως των βορειοτέρων. Και τούτο, γιατί όπως ο ίδιος έλεγε: «Η Εκκλησία μας είναι εις την Ελληνικήν και αν δε σπουδάξης εις το Ελληνικόν, αδελφέ μου, δεν ημπορείς να καταλάβης εκείνα οπού ομολογά η Εκκλησία μας».
Αναγνωρίζοντας τον πολιτισμικό χαρακτήρα της ελληνικής γλώσσας επέκρινε επιμελώς όσους μιλούσαν βλάχικα ή αρβανίτικα και σύσταινε παντού τη χρήση της ελληνικής, ως γλώσσας επίσημης της Εκκλησίας και των ιδιωτικών σχέσεων. «Όποιος Χριστιανοί, άνδρας και γυναίκα, υπόσχεται μέσα στο σπίτι του να μη κουβεντιάζη αρβανίτικα, ας σηκωθή απάνω να μου το πη και εγώ να πάρω όλα του τα αμαρτήματα εις τον λαιμόν από τον καιρόν που εγεννήθη, έως τώρα και να βάλω όλους τους Χριστιανούς να τον συγχωρήσουνε, και να λάβη μίαν συγχώρησιν, οπού αν έδινε χιλιάδας πουγγιά δεν την εματάβρισκε».
Η αγάπη του πατρό-Κοσμά για την ελληνική γλώσσα ήταν άμεσα συνδεδεμένη με το Ευαγγέλιο και την Εκκλησία, που «είναι εις την ελληνικήν». Η ελληνική γλώσσα ήταν για τον Κοσμά: Ευαγγέλιο, υμνολογία, λατρεία, θεολογικοί όροι που δεν αντικαθίστανται και δεν αποδίδονται, όταν μεταφραστούν. Αυτός ήταν ο βασικός λόγος που ο άγιος Κοσμάς χτυπούσε τη διγλωσσία. Ήθελε εθνική ομοιογένεια και ομοψυχία χωρίς γλωσσικές ρωγμές στο εθνικό σκάφος. Γιατί πίστευε πως μονάχα έτσι θα μπορέσει να έρθει γρηγορότερα «το ποθούμενον», η ημέρα της εθνικής του Γένους αναστάσεως.
Το εθνικό έργο του αγίου Κοσμά ολοκληρώνεται με την αναχαίτιση του κύματος του εξισλαμισμού που ήταν ταυτόχρονα και αναχαίτιση του εκτουρκισμού, αφού σ’ αυτή την τραγική για το Γένος μας περίοδο θρησκευτικότητα και εθνικισμός είχαν ταυτισθεί.
Οι εξισλαμισμοί σ’ αυτήν την περίοδο απέβησαν θρησκευτική και εθνική αιμορραγία. Το μεγαλύτερο μέρος του μικρασιατικού πληθυσμού εξισλαμίστηκε και εκτουρκίστηκε. Το ίδιο συνέβη στη Μακεδονία, Ήπειρο, Βοσνία, Ερζεγοβίνη, Θράκη και κυρίως στην Αλβανία, όπου ο αριθμός των Χριστιανών από 550 χιλ. κατέβηκε στις 50 χιλ. Ολόκληρες περιοχές, επειδή δεν μπορούσαν να υποφέρουν τις καταθλιπτικές φορολογίες, εξισλαμίζονταν ομαδικά μαζί με τους ιερείς τους και έχαναν μαζί με τη θρησκεία την εθνική τους συνείδηση και γλώσσα.
Οι εξισλαμισμοί κυρίως στην Αλβανία θα ήταν μεγαλύτεροι, αν κατά την τραγική για το Γένος μας περίοδο δεν εμφανίζονταν ο Κοσμάς ο Αιτωλός, ο οποίος με τις διδαχές και τον μαρτυρικό του θάνατο έγινε σύμβολο αντιστάσεως του λαού, στέργιωσε την πίστη των ραγιάδων και έδωσε ελπίδες καινούργιας ζωής. Το αξιοθαύμαστο παράδειγμά του απέβη καινούργια πηγή ενδυναμώσεως των χριστιανών στον αγώνα τους για τη διατήρηση της θρησκευτικής και εθνικής ελευθερίας.
Για μας τους Νεοέλληνες δεν υπάρχει άλλος δρόμος από κείνον που μας δείχνει η φωτεινή μορφή του μεγάλου Ιεραποστόλου και Εθναποστόλου Κοσμά του Αιτωλού. Είναι ο δρόμος της δοκιμασμένης ελληνορθοδόξου παραδόσεως, η οποία δεν είναι μια στείρα παρελθοντολογία, ούτε μια άγονη επιστροφή σε παρωχημένες μορφές ζωής, αλλά ένας συσσωρευτής πείρας ζωής, ένα δυναμικό γίγνεσθαι και μια ζωντανή παρουσία, που γονιμοποιεί και τρέφει τη νεοελληνική μας διάρκεια.
Η ελληνορθόδοξη παράδοση αποτελεί γεγονός και απόλυτη πραγματικότητα, απέναντι στην οποία πρέπει να σταθούμε γονυκλινείς. Κάθε προσπάθεια απεμπολίσεώς της από τη ζωή του Έθνους είναι εθνική αυτοκτονία και έγκλημα εσχάτης προδοσίας.
Αυτήν την παράδοση έχουμε χρέος να τη διαφυλάξουμε ως κόρη οφθαλμού, αν θέλουμε να διατηρήσουμε την εθνική μας αυτοσυνειδησία και ταυτότητα και να μη γίνουμε ένας λαός άχρωμος, κοσμοπολίτικος, χωρίς ιδανικά, που δεν θα έχει τίποτε το διαφορετικό από τους άλλους.
Μιχαήλ Γ. Τρίτος
Πηγή: Πρωινός Λόγος