Ἡ αἰσθητικὴ εὐλάβεια, δηλαδὴ τὸ νὰ αἰσθάνεσαι ἐσωτερικὰ τὸν ἑαυτό σου, ἀδελφέ, ὅτι εἶναι πρόθυμος στὰ θεῖα, ὅτι ἔχει ἀγάπη, ὅτι ἔχει κατάνυξι καὶ εὐλάβεια, αὐτὸ προέρχεται ἄλλοτε ἀπὸ τὴν φύσι (1) καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὸν διάβολο (2) καὶ ἄλλοτε ἀπὸ τὴν χάρι. Ἀπὸ τοὺς καρπούς της μπορεῖς νὰ καταλάβῃς ἀπὸ ποὺ προέρχεται. Γιατὶ ἂν δὲν ἀκολουθήσῃ ἡ βελτίωσι τῆς ζωῆς σου, μπορεῖς νὰ ὑποψιάζεσαι μήπως προέρχεται ἀπὸ τὸν διάβολο ἢ ἀπὸ τὴν φύσι καὶ τόσο περισότερο, ὅσο ἡ εὐλάβεια αὐτὴ ἀκολουθεῖται ἀπὸ ὄρεξι, γλυκύτητα καὶ ἐξάρτησι (προσκόλλημα) καὶ ἀπὸ κάποια φαντασία (ἰδέα) γιὰ τὸν ἑαυτό σου. Ὅταν λοιπὸν ἀντιληφθῇς πὼς αἰσθάνεται ὁ νοῦς σου κάποια γλυκύτητα ἀπὸ πνευματικὲς γεύσεις, μὴ κάθεσαι νὰ σκέπτεσαι ἀπὸ ποιὸ μέρος σοῦ ἔρχονται, οὔτε νὰ στηρίζεσαι σ᾿ αὐτές, οὔτε ν᾿ ἀφήνῃς τὸν νοῦ σου νὰ βγαίνῃ ἀπὸ τὴν ταπεινὴ γνῶσι τοῦ ἑαυτοῦ σου, ἀλλὰ μὲ περισσότερη φροντίδα καὶ μὲ περισσότερο μῖσος τοῦ ἑαυτοῦ σου φρόντισε νὰ κρατᾷς ἐλεύθερη τὴν καρδιά σου ἀπὸ κάθε προσκόλλησι καὶ ἀπὸ πνευματικὴ ἀκόμη. Καὶ νὰ ἐπιθυμῇς μόνο τὸν Θεὸ καὶ ὅ,τι τοῦ ἀρέσει.
Παρόμοια καὶ ἡ ψυχρότητα καὶ ἡ ξηρασία τῆς εὐλάβειας προέρχεται ἀπὸ τὶς τρεῖς αἰτίες ποὺ εἴπαμε προηγουμένως: Ἀπὸ τὸν διάβολο, γιὰ νὰ ἐμποδίζῃ τὸν νοῦ καὶ νὰ τὸν κατευθύνῃ ἀπὸ τὰ πνευματικὰ ἔργα σὲ ἔργα ματαιότητος καὶ ἡδονὲς τοῦ κόσμου. Ἀπὸ ἐμᾶς, ἀπὸ τὶς ἐπιθυμίες μας καὶ τὶς ἐξαρτήσεις ποὺ ἔχουμε ἀπὸ τὰ γήινα πράγματα καὶ ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία μας, καὶ ἀπὸ τὴν χάρι γιὰ τὰ ἑξῆς αἴτια: δηλαδὴ ἢ γιὰ νὰ μᾶς κάνῃ αὐτὴ νὰ μάθουμε νὰ εἴμαστε πιὸ ἐπιμελεῖς καὶ νὰ ἐγκαταλείψουμε κάθε προσκόλλημα καὶ ἀσχολία ποὺ δὲν εἶναι τοῦ Θεοῦ, οὔτε τελειώνει στὸν Θεὸ ἢ γιὰ νὰ γνωρίσουμε στὴν πρᾶξι ὅτι κάθε μας καλὸ προέρχεται ἀπὸ αὐτὸν μόνον ἢ γιὰ νὰ τιμῶμεν στὸ ἑξῆς περισσότερο τὰ χαρίσματά του καὶ νὰ εἴμαστε περισσότερο ταπεινοὶ καὶ νὰ προσέχουμε νὰ τὰ φυλάττουμε, ἢ γιὰ νὰ ἐνωνώμαστε ἀκόμη πιὸ δυνατὰ μὲ τὴν θεϊκή του μεγαλειότητα μὲ τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἀπάρνησι τοῦ ἑαυτοῦ μας, ἀκόμη καὶ σὲ αὐτὲς τὶς πνευματικὲς τρυφές, ὥστε νὰ μὴ χωρίσουμε στὰ δυὸ τὴν καρδιά μας ἔχοντας τὴν προσκολημμένη σὲ αὐτές, διότι τὴν θέλει ὁ Θεὸς ὅλη δική του ἢ καὶ διότι καὶ ὁ ἴδιος χαίρεται νὰ μᾶς βλέπῃ νὰ πολεμοῦμε μὲ ὅλες μας τὶς δυνάμεις χρησιμοποιώντας καὶ αὐτὴν τὴν ἴδια τὴν χάρι του.
Λοιπόν, ἂν καταλάβης ὅτι εἶσαι ψυχρὸς καὶ ξηρὸς καὶ δὲν ἔχεις τὴν εὐλάβεια καὶ τὴν ἀγάπη καὶ τὴν κατάνυξι ποὺ πρέπει στὰ θεῖα, ἐξέτασε τὸν ἑαυτό σου καὶ δὲς γιὰ ποιό σου ἐλάττωμα σοῦ ἀφαιρέθηκε ἡ παρόμοια εὐλάβεια, καὶ πολέμησε ἐναντίον ἐκείνου ὄχι γιὰ νὰ δεχθῇς πάλι τὴν αἴσθησι τῆς χάριτος, ἀλλὰ γιὰ νὰ ἀφαιρέσῃς ἀπὸ τὸν ἑαυτό σου ἐκεῖνο ποὺ δὲν ἀρέσει στὸν Θεό. Ἂν ὅμως δὲν βρῇς τὴν αἰτία καὶ τὸ ἐλάττωμα, ἡ αἰσθητή σου εὐλάβεια, ἂς εἶναι ἡ ἀληθινὴ εὐλάβεια, δηλαδὴ ἡ πρόθυμη ὑποταγὴ στὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ φρόντισε νὰ μὴν ἐγκαταλείψης γιὰ κανένα λόγο τὰ πνευματικά σου γυμνάσματα, ἀλλὰ νὰ τὰ ἀκολουθῇς μὲ ὅλη σου τὴν δύναμι, κι ἂν σοῦ φαίνωνται χωρὶς καρπὸ καὶ χωρὶς ὄφελος πίνοντας μὲ τὴν θέλησί σου τὸ ποτήριο τῆς πικρίας, τὸ ὁποῖο σοῦ δίνει μὲ τὴν ψυχρότητα τῆς εὐλάβειας καὶ τὴν στέρησι τῆς πνευματικῆς γλυκύτητας τὸ ἀγαπητὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Καὶ μὴ θέλῃς νὰ ἀκολουθῇς τὸν Ἰησοῦ μόνον ὅταν πηγαίνῃ στὸ ὄρος τὸ Θαβώριο, ἀλλὰ νὰ τὸν ἀκολουθῇς καὶ ὅταν πηγαίνῃ στὸ ὄρος τοῦ Γολγοθᾶ. Δηλαδὴ μὴ θέλῃς μόνο νὰ αἰσθάνεσαι μέσα σου τὸ θεϊκὸ φῶς καὶ τὶς πνευματικὲς χαρὲς καὶ γλυκύτητες, ἀλλὰ νὰ θέλῃς καὶ τοὺς σκοτισμοὺς καὶ τὶς λῦπες καὶ τὶς στενοχώριες καὶ τὰ πικρὰ φάρμακα ποὺ γεύεται ἡ ψυχὴ ἀπὸ τοὺς πειρασμοὺς τῶν δαιμόνων, ἐσωτερικοὺς καὶ ἐξωτερικούς. Καὶ ἂν καμμιὰ φορὰ ἡ παρόμοια ψυχρότητα καὶ ξηρασία συνοδεύεται ἀπὸ τόσες πολλὲς σκοτώσεις τοῦ νοῦ, ὥστε νὰ μὴ γνωρίζῃς οὔτε τί νὰ κάνῃς, οὔτε ποὺ νὰ ρίξης τὸ βλέμμα σου (3)· παρ᾿ ὅλα αὐτὰ μὴ φοβηθῇς, ἀλλὰ νὰ παραμείνης σταθερὸς στὸν σταυρό, μακρυὰ ἀπὸ κάθε κοσμικὴ ἡδονή, τὴν ὁποία μπορεῖ νὰ σοῦ προσφέρῃ ὁ κόσμος ἢ τὰ κτίσματα. Νὰ κρύβῃς ἀκόμη καὶ τὸ πάθος σου αὐτὸ ἀπὸ κάθε πρόσωπο καὶ φανέρωσε τὸ μόνο στὸν πνευματικό σου πατέρα: ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὸν νὰ τὸ φανερώσῃς ὄχι γιὰ νὰ ἐλευθερωθῇς ἀπὸ τὴν δοκιμασία, ἀλλὰ γιὰ νὰ σοῦ ἑρμηνεύσῃ τὸν τρόπο γιὰ νὰ μπορέσῃς νὰ τὴν ὑποφέρῃς ὅπως ἀρέσει στὸν Θεό (4).
Ἀκόμη τὶς προσευχές, τὶς θεῖες μεταλήψεις καὶ τὰ ἄλλα σου γυμνάσματα καὶ τοὺς ἀγῶνες νὰ μὴν τὰ μεταχειρίζεσαι γιὰ τὶς θεϊκὲς γλυκύτητες καὶ γιὰ νὰ κατεβαίνῃς ἀπὸ τὸ σταυρὸ καὶ γιὰ τὴν ἐκκοπὴ τοῦ θελήματός σου: ἀλλὰ γιὰ νὰ παίρνῃς δύναμι καὶ νὰ μπορῇς νὰ ἀνυψώνῃς τὸ σταυρὸ γιὰ μεγαλύτερη δόξα τοῦ Ἐσταυρωμένου, ὄντας εὐχαριστημένος σὲ ὅ,τι θέλει αὐτός. Καὶ ὅταν καμιὰ φορὰ ἀπὸ τὴν σύγχυσι τοῦ νοῦ σου δὲν μπορῇς νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ μελετᾶς ὅπως συνηθίζεις, μελέτα μὲ τὸν καλύτερο τρόπο ποὺ μπορεῖς, καὶ ἐκεῖνο ποὺ δὲν μπορεῖς νὰ τὸ κάνῃς μὲ τὸ νοῦ, προσπάθησε νὰ τὸ κάνῃς μὲ τὴν θέλησί σου καὶ μὲ τὰ λόγια, μιλώντας μὲ τὸν ἑαυτό σου καὶ μὲ τὸν Θεό, καὶ θὰ ἰδῆς θαυμάσια ἀποτελέσματα καὶ θὰ πάρη ἡ καρδιά σου κουράγιο καὶ δύναμι.
Λοιπὸν στὸν καιρὸ τοῦ σκοτασμοῦ τοῦ νοῦ σου μπορεῖς νὰ λές: «Ψυχή μου, γιατὶ λυπᾶσαι καὶ μὲ ἀναστατώνεις; Ἔλπισε στὸν Θεό: πάλι θὰ ὑμνήσω τὸν Σωτῆρα τῆς ὑπάρξεώς μου καὶ Θεό μου» (Ψαλμ. 42,6). Καὶ πάλι: «Γιατὶ Κύριε στέκεσαι ἀπὸ μακρυά; Ἀπουσιάζεις στοὺς δύσκολους καιροὺς καὶ στὶς θλίψεις;» (Ψαλμ. 9,2). «Μὴ μὲ ἐγκαταλίπης ὁ Κύριος καὶ ὁ Θεός μου, μὴν ἀπομακρύνεσαι ἀπὸ ἐμένα» (Ψαλμ. 37,22). Καὶ θυμούμενος τὴν ἱερὴ διδασκαλία ποὺ ἐνέπνευσε ὁ Θεὸς τῶν θλίψεων στὴ Σάρρα, τὴν ἀγαπημένη γυναῖκα τοῦ Τωβίτ, νὰ τὴν μεταχειρισθῇς καὶ σὺ καὶ νὰ λὲς μὲ δυνατὴ φωνή: «Αὐτὸ θὰ συμβῇ σὲ ὅποιον σὲ λατρεύει: ἡ ζωὴ αὐτή, ἂν εἶναι γιὰ δοκιμασία, θὰ στεφανωθῆ αὐτὸς ποὺ ὑπομένει: ἐὰν βρίσκεται σὲ θλῖψι, θὰ ἐλευθερωθῆ ἀπὸ τὴν θλῖψι. Κι ἂν πρόκειται νὰ καταστραφῆ (ἐν διαφθορᾷ ἔσται), δὲν μπορεῖ αὐτὸ νὰ γίνῃ χωρὶς τὸ ἔλεός σου, διότι δὲν χαίρεσαι γιὰ τὴν καταστροφή μας, διότι μετὰ τὴν θαλασσοταραχὴ προκαλεῖς γαλήνη, καὶ μετὰ ἀπὸ τοὺς θρήνους καὶ τοὺς κλαυθμούς, σκορπίζεις τὴν χαρά. Ὁ Θεὸς τοῦ Ἰσραήλ, ἂς εἶναι τὸ ὄνομά σου εὐλογημένο στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων» (Τωβίτ).
Ἀκόμη νὰ θυμηθῇς τὸ Χριστὸ ποὺ ὅταν βρισκόταν στὸν κῆπο καὶ στὸ σταυρὸ γιὰ μεγαλύτερη δοκιμασία, κατὰ τὸ αἰσθητὸ μέρος ἦταν ἐγκαταλειμμένος ἀπὸ τὸν Οὐράνιο Πατέρα του. Ἔτσι καὶ σὺ μὲ τὴν ἐνθύμησι αὐτὴ ὑποφέροντας τὸ σταυρό, θὰ πῇς μὲ ὅλη σου τὴν καρδιά: «Κύριε, ἂς μὴ γίνῃ τὸ δικό μου θέλημα, ἀλλὰ τὸ δικό σου» (Ματθ. 26,39). Καὶ ἐνεργώντας ἔτσι ἡ ὑπομονή σου καὶ ἡ προσευχή σου θὰ ἀνυψώσουν τὶς φλόγες τῆς θυσίας τῆς καρδιᾶς σου καὶ θὰ φθάσουν μέχρι τὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ, καὶ θὰ παραμείνης πραγματικὰ εὐλαβής, διότι ἡ ἀληθινὴ εὐλάβεια εἶναι μία ζωντανὴ προθυμία τῆς θελήσεως καὶ μία σταθερὴ ἀγάπη νὰ ἀκολουθῇ κανεὶς τὸ Χριστὸ μὲ τὸ σταυρὸ στοὺς ὥμους σὲ κάθε δρόμο ποὺ ὁ ἴδιος μᾶς προσκαλεῖ πρὸς τὸν ἑαυτό του, καὶ τὸ νὰ θέλουμε τὸν Θεὸ γιὰ τὸν ἴδιο τὸν Θεό, δηλαδή, γιατὶ ἔτσι θέλει ὁ Θεός. Γι᾿ αὐτὸ ἂν ἤθελαν οἱ ἄνθρωποι νὰ μετροῦν τὴν προκοπή τους ἀπὸ τὴν ἀληθινὴ αὐτὴν εὐλάβεια καὶ ὄχι ἀπὸ αὐτὴν ποὺ φαίνεται μὲ τὶς αἰσθήσεις, δηλαδὴ ἀπὸ τὸ νὰ αἰσθάνωνται μόνο στὴν καρδιά τους τὴν πνευματικὴ γλυκύτητα τῆς χάριτος, δὲν θὰ ἔπεφταν στὴν πλάνη οὔτε ἀπὸ τὸν ἑαυτό τους οὔτε ἀπὸ τὸν διάβολο οὔτε θὰ θλίβονταν χωρὶς ὠφέλεια. Μάλιστα θὰ εὐχαριστοῦσαν τὸν Θεὸ γιὰ ἕνα τέτοιο καλὸ ποὺ τοὺς κάνει καὶ θὰ πρόσεχαν στὸ ἑξῆς νὰ ἐργάζωνται μὲ μεγαλύτερο ζῆλο στὴν θεϊκὴ μεγαλειότητα ποὺ κυβερνᾷ τὸ σύμπαν καὶ ἐπιτρέπει τὰ παρόμοια πολλὲς φορές, γιὰ δική του δόξα καὶ δική μας ὠφέλεια.
Γι᾿ αὐτὸ πλανῶνται μερικοὶ ποὺ μὲ φόβο καὶ φρόνησι ἀποφεύγουν βέβαια τὶς ἀφορμὲς τῶν ἁμαρτιῶν, ὅταν ὅμως ἐνοχλοῦνται πότε ἀπὸ φρικτοὺς καὶ ἄσχημους λογισμούς, πότε πάλι ἀπὸ ὄνειρα φοβερὰ καὶ αἰσχρά, συγχύζονται καὶ δειλιάζουν καὶ νομίζουν ὅτι ἐγκαταλείφθηκαν ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ ἔτσι ἀπομακρύνθηκαν ἐντελῶς ἀπὸ τὸν Θεό. Καὶ ἔτσι μένουν πολὺ μαραμένοι καὶ σχεδὸν κοντεύουν νὰ ἀπελπισθοῦν, καὶ ἐγκαταλείποντας κάθε καλὴ ἄσκησι τῶν ἀρετῶν ἐπιστρέφουν στὴν Αἴγυπτο τῶν παθῶν καὶ δὲν ἀντιλαμβάνονται καλὰ τὴν χάρι ποὺ τοὺς κάνει ὁ Θεός, ἀφήνοντάς τους νὰ ἐνοχλοῦνται ἀπὸ τὰ πνεύματα αὐτὰ τοῦ πειρασμοῦ, γιὰ νὰ καταλάβουν τὴν ταπείνωσί τους καὶ νὰ τὸν πλησιάσουν ὡς ἀσθενεῖς καὶ ὡς ἄνθρωποι ποὺ ἔχουν ἀνάγκη ἀπὸ βοήθεια. Γι᾿ αὐτὸ ἀχάριστα παραπονοῦνται γιὰ ἐκεῖνο γιὰ τὸ ὁποῖο θὰ ἔπρεπε νὰ εὐχαριστοῦν τὴν ἀμέτρητη ἀγαθότητά Του.
Ὅταν λοιπὸν συμβαίνουν παρόμοια, ἐσὺ ἐκεῖνο ποὺ ἔχεις νὰ κάνῃς εἶναι τὸ ἑξῆς: νὰ σκεφθῇς καλὰ καὶ νὰ συλλογισθῇς τὴν διεστραμμένη σου κλίσι, τὴν ὁποία ὁ Θεὸς θέλει νὰ γνωρίσῃς ποιὰ εἶναι γιὰ τὸ δικό σου καλό: νὰ γνωρίσῃς ὅτι εἶσαι ἕτοιμος νὰ πέφτῃς σὲ ὁποιοδήποτε μεγάλο κακὸ καὶ ὅτι χωρὶς τὴν βοήθεια τοῦ Θεοῦ, θὰ εἶχες πάθει τὴν μεγαλύτερη καταστροφή. Ἔπειτα νὰ ἐλπίσῃς καὶ νὰ εἶσαι σίγουρος ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι ἕτοιμος νὰ σὲ βοηθήσῃ, ἐπειδὴ σὲ κάνει νὰ βλέπῃς τὸν κίνδυνο καὶ θέλει νὰ σὲ ἑλκύσῃ πιὸ κοντά του παρακινώντας σε νὰ προσεύχεσαι καὶ νὰ τρέχῃς κοντά του. Καὶ γι᾿ αὐτὸ τοῦ ὀφείλεις νὰ τοῦ ἀποδίδῃς ταπεινὲς εὐχαριστίες. Καὶ ἂς εἶσαι σίγουρος ὅτι οἱ παρόμοιοι πειρασμοὶ ἢ βλάσφημοι εἶναι ἢ πονηροὶ ἢ αἰσχροὶ λογισμοὶ ποὺ σὲ πειράζουν, καλύτερα ἐκδιώκονται μὲ μία καρτερία ὑπομονετικὴ καὶ μὲ μία ἐπιδέξια ἀποστροφὴ καὶ τέλεια καταφρόνησι, καὶ ὄχι μὲ μία ἀντίστασι ἐπιδέξια καὶ μὲ ἀντιρρητικὸ πόλεμο. Καὶ πρόσεξε τὴν πρώτη ὑποσημείωσι τοῦ ιγ´ κεφαλαίου τοῦ Α´ μέρους.
1. Γιὰ παράδειγμα: ὅπως εἶναι μερικοὶ εὐλαβεῖς καὶ ποὺ κατανύσσονται εὔκολα, ὅπως οἱ γυναῖκες, καὶ ὅσοι ἔτυχε ἀπὸ τὴν φύσι της νὰ ἔχουν ἰδιοσυγκρασία ἁπαλή.
2. Λέγεται ὅτι κατανύγονται ἀπὸ τὸν διάβολο ὅσοι κάνουν αὐτὰ ἀπὸ κενοδοξία καὶ ἀνθρωπαρέσκεια ἢ ἀπὸ μέθη ἢ ἀπὸ διάφορα ἄλλα παρόμοια πάθη.
3. Μελέτησε τὸν λόγο τοῦ Ἀββᾶ Ἰσαὰκ καὶ ἰδῆς τὴν ἀλλοίωσι ποὺ δέχεται ἡ ψυχὴ καὶ τὸν σκοτισμὸ καὶ τὴν ἀπόγνωσι καὶ τὸν δισταγμὸ γιὰ τὴν πίστι καὶ τὶς βλασφημίες καὶ πῶς καὶ γιατί καὶ ποιοὶ τὰ παθαίνουν αὐτὰ καὶ πῶς θεραπεύονται.
4. Καὶ ὁ ἅγιος Ἰσαὰκ λέγει στὸν ἴδιο λόγο ὅτι ὁ ἄνθρωπος ποὺ πάσχει αὐτὰ χρειάζεται φωτισμένον ἄνθρωπο καὶ ποὺ νὰ ἔχῃ πεῖρα στὰ παρόμοια θέματα γιὰ νὰ φωτισθῆ ἀπὸ αὐτὸν καὶ δυναμωθῆ.
Πηγή: (Ἀόρατος Πόλεμος - Μέρος 2ον - Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης), Ορθόδοξοι Πατέρες