Ὁ κόσμος αὐτός, ἀδελφοί μου Χριστιανοί, εἶναι ἕνα πανηγύρι καί ὁ καιρός τῆς ζωῆς τοῦ κάθε ἄνθρωπου εἶναι ὁ κατάλληλος καιρός, γιά νά ἄγοραση ἀπό αὐτό τό πανηγύρι διάφορα ἐμπορεύματα καί μέ αὐτά νά κερδίση καί νά γίνη μεγάλος ἔμπορος. Ἔτσι o Κύριος, ὅταν ἔδωσε τίς δέκα μνᾶς στούς δέκα δούλους του, τούς παρήγγειλε νά ἐμπορευθοῦν, μέχρι νά ἔρθη στήν δευτέρα του παρουσία· «Πρίν φύγη κάλεσε δέκα δούλους του, τούς ἔδωσε ἀπό ἕνα χρυσό νόμισμα καί τούς εἶπε: "Ἐμπορευθῆτε μέ αὐτά, ὥσπου νa ἔλθω"» (Λουκ. 19,13).
Ἔτσι καί ὁ Γρηγόριος ὁ θεολόγος, συμφωνά μέ τά λόγια τοῦ Κυρίου, ὀνομάζει πανηγύρι αὕτη τήν ζωή καί πραγματεία τό κέρδος, ποῦ κάνει κάποιος στόν καιρό τῆς ζωῆς του.
«Νά θεωρῆς πανηγύρι τήν ζωή αὐτή,
στήν ὅποια θά διαπραγματευθῆς τό κέρδος· διότι ἀνταλλάσσεις
τά μικρά μέ τά μεγάλα καί τά προσωρινά μέ τά αἰώνια».
Ὅπως λοιπόν ἐκεῖνος ποῦ πηγαίνει στό πανηγύρι, ἐάν, περπατώντας ἐδῶ καί ἐκεῖ χάνη τόν χρόνο, στόν ὁποῖο ἔπρεπε νά ἐμπορευθῆ καί νά κερδίση στά μάταια πράγματα, ὅταν τελείωση τό πανηγύρι, γυρίζει στό σπίτι τοῦ κενός καί ἄδειος ἀπό κάθε κέρδος καί ἐμπόρευμα, ἔτσι καί ὅποιος ξοδεύει τόν καιρό τῆς ζωῆς του στά παιχνίδια καί στά θέατρα καί σέ ἄλλα τέτοια ἀνωφελῆ καί μάταια, ὅταν ἔλθη ὁ θάνατος, βρίσκεται ὁ ἄθλιος γυμνός καί πάμφτωχος ἄπο κάθε πνευματικό πλοῦτο καί ἀπό κάθε κέρδος τῶν ἀρετῶν· γι' αὐτό εἶπε πάλι ὁ προαναφερθεῖς θεολόγος
«Ἄν ὅμως περάση ὁ χρόνος, ἄλλον καιρό δέν ἔχεις».
Καί ὁ μέγας Βασίλειος· «Κανένας δέν μπορεῖ νά διαπραγματευθῆ μετά τήν διάλυσι τῆς πανηγύρεως, οὔτε νά στεφανωθῆ φεύγοντας μετά τούς ἀγῶνες, οὔτε νά δείξη κάποια ἀνδραγαθία μετά τήν λῆξι τοῦ πολέμου» (Λόγος πρός τούς πλουτοῦντας). Τότε καί αὐτός ὄχι μόνο δέν θά μετανοήση, ποῦ πέρασε στά μάταια τόν καιρό τῆς ζωῆς του, ἀλλά καί μεγάλη καταδίκη θά λάβη ἄπο τόν Θεό, διότι δέν ἐμπορεύθηκε σωστά τόν καιρό ποῦ τοῦ χάρισε, γιά νά ἀπόκτηση τό αἰώνιο κέρδος τῆς σωτηρίας του.
Πηγή: Ἅγιος Δημήτριος Κουβαρὰ