Ἐκεῖνα ποὺ εἶπα προηγουμένως γιὰ τὰ πάθη τοῦ Κυρίου, εἶναι γιὰ νὰ νὰ προσευχώμαστε καὶ νὰ τὰ μελετοῦμε καὶ γιὰ νὰ ζητήσουμε κατόπιν ἐκείνη τὴν χάρι ποὺ θέλουμε.
Τώρα ἐδῶ προσθέτω πὼς μποροῦμε ἀπὸ τὴν μελέτη αὐτῶν τῶν ἰδίων παθῶν νὰ προξενήσουμε στὴν καρδιά μας διάφορες διαθέσεις καὶ ἅγια πάθη. Θέλοντας λοιπὸν νὰ μελετήσῃς τὴ σταύρωσι τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, μπορεῖς νὰ σκεφθῇς τὰ νοήματα ποὺ ἀκολουθοῦν:
Α´) Ὅτι τὴν ὥρα ποὺ βρισκόταν ὁ Κύριός μας πάνω στὸ ὄρος τοῦ Γολγοθᾶ, μὲ μανία τὸν ξεγύμνωσε ἐκεῖνος ὁ λυσσασμένος λαὸς καὶ κατάσχισε τὶς σάρκες του, ποὺ προηγουμένως ἦταν κολλημένες στὰ ροῦχα του ἀπὸ τοὺς δαρμούς.
Β´) Ὅτι πρὶν ἀπὸ τὸν σταυρὸ ἀφαίρεσαν ἀπὸ τὴν κεφαλὴ του τὸ ἀκάνθινο στεφάνι, τὸ ὁποῖο, μετὰ τὴν σταύρωσι τοποθετώντας το πάνω του, ἔγινε αἰτία νέων πληγῶν.
Γ´) Ὅτι μὲ τὰ κτυπήματα τῶν σφυριῶν καὶ τῶν καρφιῶν προσηλώθηκε πολὺ σκληρὰ πάνω στὸ γυμνὸ καὶ κατάξηρο ξύλο τοῦ σταυροῦ.
Δ´) Ὅτι ἐπειδὴ δὲν ἔφθαναν τὰ θεῖα του μέλη γιὰ νὰ τὸν σταυρώσουν, τὰ ἅπλωσαν μὲ τόση βία ἐκεῖνοι οἱ αἱμοβόροι στρατιῶτες, ὥστε βγῆκαν ἀπὸ τὴν θέσι τοὺς ὅλα τὰ κόκκαλα, καὶ μποροῦσαν ἕνα ἕνα νὰ μετρηθοῦν, ὅπως ἀναφέρει καὶ ὁ ψαλμῳδὸς ἐκεῖνο τὸ χωρίο: «Ἀπαρίθμησαν ὅλα τὰ ὁστᾶ μου» (Ψαλμ. 21,18).
Ε´) Ὅτι τὴν ὥρα ποὺ τὸν κρεμοῦσαν στὸ ξερὸ ξύλο, ἐπειδὴ δὲν μποροῦσε νὰ στηριχθῆ ἀπὸ πουθενὰ ἀλλοῦ παρὰ μόνον ἀπὸ τὰ καρφιά, ἀναγκαστικὰ μὲ τὸ βάρος τοῦ σώματος ἄνοιγαν περισσότερο οἱ πανάγιες πληγὲς καὶ ἀπὸ αὐτὸ αἰσθανόταν ὁ γλυκύτατος Ἰησοῦς μας πόνους δριμύτατους στὴν καρδιά του.
Ἔτσι ἀπὸ αὐτὲς ἢ ἀπὸ ἄλλες παρόμοιες μελέτες, ἂν θέλῃς, μπορῇς νὰ προξενήσῃς στὸν ἑαυτό σου διάθεσι καὶ πάθος ἀγάπης γιὰ τὸν Θεό σου, φρόντισε, τότε, ἀπὸ τὴν γνῶσι τῶν παρόμοιων παθῶν νὰ περάσης στὴν μεγαλύτερη γνῶσι τῆς ἄπειρης ἀγαθότητος τοῦ Κυρίου σου καὶ τῆς ἀγάπης του πρὸς ἐσένα· καὶ ὅταν αὐξηθῆ αὐτὴ ἡ γνῶσις μέσα σου, θὰ αὐξηθῆ καὶ ἡ ἀγάπη πρὸς τὸν Κύριό σου.
Γιὰ νὰ δεχθῇς λοιπὸν στὴν καρδιά σου πόνο, λύπη καὶ συντριβή, διότι μὲ τὶς ἁμαρτίες σου λύπησες τόσες φορὲς τὸν Θεό σου καὶ μὲ τόση μεγάλη ἀχαριστία, σκέψου αὐτὴν τὴν ἄπειρη ἀγαθότητα καὶ ἀγάπη ποὺ σοῦ ἔδειξε ὁ Κύριος τῶν πάντων, ὁ ὁποῖος ἔπαθε καὶ ὑπέφερε τόσο πολὺ γιὰ τὶς παρανομίες σου.
Γιὰ νὰ παρακινηθῇς στὴν ἐλπίδα, σκέψου ὅτι ἕνας Κύριος μεγάλος καὶ ὑψηλὸς ἔφθασε στὸ σημεῖο νὰ ταλαιπωρηθῆ τόσο πολύ, γιὰ νὰ ἐξαλείψη τὴν ἁμαρτία σου, γιὰ νὰ σὲ ἐλευθερώσῃ ἀπὸ τὰ δεσμὰ τοῦ δαίμονα καὶ ἀπὸ τὰ μερικά σου σφάλματα καὶ γιὰ νὰ ἐξιλεώσῃ τὸν αἰώνιο Πατέρα σου καὶ γιὰ νὰ σοῦ δώσῃ θάρρος ὥστε σὲ κάθε σου ἀνάγκη σ᾿ αὐτὸν νὰ προστρέχῃς.
Γιὰ νὰ παρακινηθῇς στὴ χαρά, ἀπὸ τὰ βάσανά του πέρασε στὰ ἀποτελέσματα τῶν βασάνων του. Μὲ ἄλλα λόγια σκέψου ὅτι μὲ ἐκεῖνα τὰ βάσανα καθαρίζει τὶς ἁμαρτίες ὅλου τοῦ κόσμου. Ἐξευμενίζει τὴν ὀργὴ τοῦ Πατέρα του. Συγχύζει τὸν ἄρχοντα τοῦ σκότους. Θανατώνει τὸν θάνατο. Μὲ τὶς ψυχὲς τῶν ἁγίων ἀναπληρώνει τὸν τόπο τῶν ἐκπεσόντων Ἀγγέλων καὶ προξενεῖ χαρὰ στὸν Ἄναρχο Πατέρα του καὶ στὸ Ὁμοούσιο Πνεῦμα του, κερδίζοντας τὴν Παρθένο Μαρία καὶ ὅλη τὴν θριαμβεύουσα Ἐκκλησία στοὺς οὐρανοὺς καὶ τὴν στρατευόμενη Ἐκκλησία στὴ γῆ.
Γιὰ νὰ μισήσῃς τὶς ἁμαρτίες σου, νὰ χρησιμοποιήσῃς ὅλους τοὺς λογισμοὺς ποὺ θὰ μελετήσῃς γιὰ τὸ σκοπὸ μόνον αὐτό· δηλαδή, σκέψου ὅτι ὁ Κύριός μας δὲν ἔπαθε γιὰ ἄλλο σκοπό, παρὰ μόνο γιὰ νὰ σὲ κάνῃ νὰ μισήσῃς τὶς ἁμαρτίες καὶ τὶς κακές σου ἐπιθυμίες· καὶ μάλιστα τὴν ἐπιθυμία ἐκείνη ποὺ σὲ κυριεύει περισσότερο καὶ εἶναι ἀντίθετη στὴν μεγαλειότητα τοῦ Θεοῦ.
Γιὰ νὰ ἔλθης σὲ ἔκπληξι καὶ θαυμασμό, σκέψου ποιό πρᾶγμα μπορεῖ νὰ εἶναι μεγαλύτερο ἀπὸ αὐτό, δηλαδὴ νὰ βλέπῃς τὸν Ποιητὴ τοῦ παντός, ποὺ χορηγεῖ τὴν ζωὴ σὲ ὅλα, νὰ καταδικάζεται σὲ θάνατο ἀπὸ τὰ κτίσματά του· νὰ βλέπῃς καταπατημένη καὶ ξευτελισμένη τὴν ὑπέρτατη μεγαλειότητα· καταδικασμένη τὴν δικαιοσύνη· φτυμένη τὴν ὡραιότητα· νὰ μισῆται ἡ ἀγάπη τοῦ Οὐράνιου Πατέρα· νὰ βλέπῃς ἐκεῖνο τὸ ἄκτιστο καὶ ἀπρόσιτο φῶς, νὰ καταντήσῃ στὴν ἐξουσία τοῦ σκότους· ἡ αὐτοδόξα καὶ εὐδαιμονία νὰ θεωρῆται ἀτιμία καὶ καταφρόνησις τοῦ ἀνθρωπίνου γένους καὶ νὰ φθάση στὴν μεγαλύτερη ταλαιπωρία.
Γιὰ νὰ λυπᾶσαι μαζὶ μὲ τὸν λυπημένο Κύριό σου, ἀφήνοντας τὰ ἐξωτερικά του βάσανα, σκέψου ἄλλα ἀσυγκρίτως μεγαλύτερα ποὺ τὸν βασάνιζαν ἐσωτερικῶς. Γιατὶ, ἂν λυπᾶσαι γιὰ τὰ ἐξωτερικά, πολὺ περισσότερο, θὰ εἶναι θαῦμα βέβαια, πῶς δὲν σχίζεται ἡ καρδιά σου ἀπὸ τὴν λύπη γιὰ τὰ ἐσωτερικά του πάθη! Δηλαδή, ὅταν σκεφθῇς ὅτι ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ, βλέποντας καθαρὰ τὸν Θεὸ πάνω στὴ γῆ μὲ ἐκείνη τὴν λεγόμενη μακάρια ὅρασι, ὅπως τώρα τὸν βλέπει στὸν οὐρανό (1), καὶ τότε τὸν γνώριζε ὡς ἀξιώτατο καὶ ἀνώτερο κάθε τιμῆς καὶ ὑπηρεσίας, γι᾿ αὐτὸ καὶ ἐπιθυμοῦσε ὅλα τὰ κτίσματα μὲ ὅλες τους τὶς δυνάμεις νὰ τοῦ ἀποδίδουν τὴν τιμὴ αὐτή. Ἔτσι βλέποντας τὸν Θεὸ ἀντίθετα τώρα νὰ ἔχῃ προσβληθῆ τόσο ἄσχημα καὶ νὰ εἶναι βρισμένος ἀπὸ τὰ ἀμέτρητα σφάλματα καὶ τὶς βδελυρὲς παρανομίες τοῦ κόσμου, ἀμέσως πληγωνόταν ἀπὸ ἀναρίθμητους πόνους καὶ βάσανα· αὐτὰ τὰ βάσανα τόσο περισσότερο τὸν βασάνιζαν, ὅσο μεγαλύτερη ἦταν ἡ ἀγάπη καὶ ἡ ἐπιθυμία του γιὰ νὰ τιμᾶται καὶ νὰ ὑπηρετῆται ἀπὸ ὅλους ἡ τόσο Ὕψιστη μεγαλειότητα. Καὶ λοιπόν, ὅπως δὲν μπορεῖ κανεὶς νὰ καταλάβη τὸ μέγεθος αὐτῆς τῆς ἀγάπης καὶ τῆς ἐπιθυμίας, ἔτσι κανεὶς δὲν μπορεῖ νὰ καταλάβη πόσο σκληρὴ καὶ πόσο βαρειὰ ἦταν γι᾿ αὐτὸ αὐτὴ ἡ ἐσωτερικὴ λύπη τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ.
Μαζὶ μὲ αὐτὰ σκέψου ὅτι ἀγαπώντας ὁ Κύριος ὑπερβολικὰ ὅλα του τὰ κτίσματα, ἀναλογικὰ μὲ τὴν ἀγάπη του αὐτήν, λυπήθηκε ὑπερβολικὰ γιὰ ὅλες τὶς ἁμαρτίες τους, γιὰ τὶς ὁποῖες ἐπρόκειτο νὰ χωρισθοῦν ἀπὸ αὐτόν. Διότι γιὰ κάθε τους θανάσιμο ἁμάρτημα ποὺ ἔκαναν καὶ πρόκειται νὰ κάνουν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι, ὅσοι γεννήθηκαν καὶ ὅσοι πρόκειται νὰ γεννηθοῦν, καὶ νὰ τὸ πῶ πιὸ ἁπλά, ὅσες φορὲς πρόκειται κάποιος νὰ ἁμαρτάνῃ, τόσες φορὲς καὶ χωρίζεται ἀπὸ τὸν Κύριο, μὲ τὸν ὁποῖο μποροῦσε νὰ εἶναι ἑνωμένος μὲ τὴν ἀγάπη. Ὁ χωρισμὸς αὐτὸς τόσο σκληρότερος στάθηκε γιὰ τὸν Ἰησοῦ, ἀπὸ τὸν χωρισμὸ τῶν σωματικῶν μελῶν, ὅταν χωρισθοῦν καὶ βγοῦν ἀπὸ τὸν φυσικό τους τόπο, ὅσο ἡ ψυχή, ὄντας πνεῦμα καθαρό, εἶναι εὐγενέστερη καὶ τελειότερη ἀπὸ τὸ σῶμα καὶ στὴ συνέχεια εἶναι πιὸ χωρητικὴ τοῦ πόνου. Ἀνάμεσα στὰ πάθη αὐτὰ τοῦ Κυρίου ποὺ δοκίμασε γιὰ τὰ κτίσματα, αὐστηρότερο εἶναι ἐκεῖνο ποὺ δοκίμασε γιὰ ὅλες τὶς ἁμαρτίες τῶν κολασμένων, πού, μὴ μπορώντας νὰ ἑνωθοῦν μαζί του, πρόκειται νὰ ὑποφέρουν ἀνεκδιήγητα αἰώνια βάσανα.
Ἂν ἡ ψυχή σου, ἀδελφέ, δὲν πόνεσε ἀπὸ τὰ λεχθέντα βάσανα τοῦ ἀγαπητοῦ της Ἰησοῦ, ἂς προχωρήσῃ λίγο περισσότερο μὲ τὸν λογισμό της καὶ θὰ βρῇ σ᾿ αὐτὸν περισσότερα βάσανα καὶ πολὺ πιὸ βαριὰ γιὰ νὰ τὸν συμπονέσῃ. Διότι ὁ Κύριος βασανίσθηκε καὶ μὲ τοὺς ἀμέτρητους πόνους του ξεχρέωσε ὄχι μόνο τὶς ἁμαρτίες ποὺ ἔχουν γίνει, ἀλλὰ καὶ ἐκεῖνες ποὺ θὰ γίνουν ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους (2)· καὶ ἐκεῖνες βέβαια τὶς συγχώρεσε, τὶς ἄλλες ὅμως μᾶς ἔδωσε τὴν δύναμι νὰ τὶς ἀποφεύγουμε.
Δὲν θὰ λείψουν καὶ ἄλλες σκέψεις γιὰ νὰ συμπονέσῃς τὸν Ἐσταυρωμένο. Γιατὶ ὁ Κύριος πάνω στὸ σταυρὸ ἔνιωσε ὅλα τὰ εἴδη τῶν πόνων, χωρὶς καμία ἐξαίρεσι, ποὺ μποροῦσε νὰ περάση κάθε ἄνθρωπος ἀπὸ τὸν Ἀδὰμ μέχρι τὴ συντέλεια τοῦ κόσμου. Ἔτσι οἱ ὕβρεις, οἱ πειρασμοί, οἱ συκοφαντίες, οἱ σκληραγωγίες καὶ κάθε στενοχώρια καὶ δοκιμασία ὅλων τῶν ἀνθρώπων τοῦ κόσμου, βασάνισαν τὴν ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ πολὺ πιὸ δυνατά, ἀπὸ ὅσο βασανίσθηκαν ἐκεῖνοι ποὺ τὰ ἔπαθαν. Γιατὶ ὅλες τὶς θλίψεις μεγάλες καὶ μικρές, τόσο τῆς ψυχῆς ὅσο καὶ τοῦ σώματος, ποὺ δοκίμασαν οἱ ἄνθρωποι σὲ ὅλο τὸ διάστημα τῆς ζωῆς τους, μέχρι τὸν πιὸ μικρὸ κεφαλόπονο καὶ μέχρι τὸ κέντημα τῆς βελόνας, τὰ δοκίμασε ὅλα μέχρι τὸ τέλος, καὶ γιὰ τὴν ἄπειρη ἀγάπη του θέλησε νὰ συμπονέσῃ καὶ νὰ χαράξη στὴν καρδιά του ὁ σπλαγχνικώτατος Κύριός μας, διότι ἦταν νέος Ἀδὰμ καὶ Πατέρας πνευματικὸς ὅλων τῶν ἀνθρώπων.
Δὲν εἶναι δυνατὸν ὅμως νὰ διηγηθῆ κανεὶς πόσο τὸν ἔθλιψαν οἱ πόνοι τῆς Παναγίας Του Μητέρας, ἐπειδὴ καὶ αὐτὴ μὲ κάθε τρόπο καὶ γιὰ ὅλα τὰ αἴτια ποὺ βασάνισαν τὸν Υἱό της, συμπόνεσε καὶ συνέπαθε μαζὶ σὲ πάρα πολὺ μεγάλο βαθμό. Ἔτσι αὐτοὶ οἱ πόνοι τῆς Παναγίας Του Μητέρας ἀνανέωσαν στὸ εὐλογημένο της Τέκνο τὶς ἐσωτερικές του πληγὲς καὶ ἡ γλυκυτάτη του καρδιὰ ἔμεινε σὰν νὰ εἶχε πληγωθῆ ἀπὸ ἀμέτρητα πυρακτωμένα βέλη· ἡ καρδιά του αὐτή, γιὰ τὰ τόσα βάσανα ποὺ εἶπα καὶ γιὰ ἄλλα σχεδὸν ἀμέτρητα καὶ ἄγνωστα σὲ μᾶς, μποροῦσε νὰ πῇ κανεὶς εὔκολα, ὅτι ἦταν ἕνας ᾅδης ἀγαπητικὸς ἑκουσίων βασάνων, ὅπως λέγεται ὅτι συνήθιζε νὰ ὀνομάζῃ μία εὐλαβὴς ψυχὴ μὲ ἁγία ἁπλότητα τὸν Ἐσταυρωμένο.
Τέλος πάντων, ἂν ἀγαπητέ, σκεφθῇς καλὰ τὴν αἰτία ὅλων τῶν βασάνων ποὺ ἀναφέρθηκαν, ποὺ ὑπέφερε ὁ Λυτρωτής μας καὶ Κύριος, δὲν θὰ ἔβρισκες ἄλλη ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἁμαρτία. «Αὐτὸς φορτώθηκε τὶς θλίψεις μας καὶ ὑπέφερε τοὺς πόνους τοὺς δικούς μας» (Ἡσ. 53,5). Ἔτσι βγαίνει καθαρὰ τὸ συμπέρασμα ὅτι τὸ νὰ συμπάσχῃς καὶ σὺ πραγματικὰ μὲ τὸν Ἐσταυρωμένο σου Θεὸ καὶ νὰ ἀνταποδώσῃς τὶς εὐεργεσίες ποὺ αὐτὸς σοῦ ζητάει καὶ ἐσὺ εἶσαι ὑποχρεωμένος νὰ τὸ κάνῃς χωρὶς καμμία πρόφασι καὶ δικαιολογία, εἶναι τὸ νὰ πονᾷς πράγματι γιὰ τὴν ἀγάπη του, τὸ ὅτι τὸν λύπησες, τὸ νὰ μισῇς περισσότερο ἀπὸ κάθε ἄλλο τὴν ἁμαρτία καὶ νὰ πολεμᾷς γενναῖα ἐναντίον ὅλων του τῶν ἐχθρῶν καὶ ἐναντίον ὅλων σου τῶν κακῶν κλίσεων καὶ θελημάτων, γιὰ νὰ βγάλης ἀπὸ πάνω σου, μὲ τὸν τρόπο αὐτόν, τὸν παλιὸ ἄνθρωπο μαζὶ μὲ τὶς πράξεις του καὶ νὰ ντυθῇς τὸν νέο, στολίζοντας τὴν ψυχή σου μὲ τὶς εὐαγγελικὲς ἀρετές.
1. Ὅλοι οἱ ἅγιοι ὅταν βρίσκονταν στὴ γῆ ἀξιώθηκαν νὰ βλέπουν ἀμυδρὰ τὸν Θεὸ καὶ σὰν σὲ καθρέφτη καὶ αἰνιγματικά, ὅπως λέγει καὶ ὁ Παῦλος (Α´ Κορ. 13), ἀνερχόμενοι ὅμως στοὺς οὐρανοὺς καὶ γινόμενοι μακάριοι, βλέπουν τὸν Θεὸ πρόσωπο πρὸς πρόσωπο, δηλαδὴ ἀμέσως καὶ καθαρά, ὅπως τὸ λέγει καὶ αὐτὸ ὁ Παῦλος. Ἡ ψυχὴ ὅμως τοῦ Χριστοῦ, ὄντας ἑνωμένη καθ᾿ ὑπόστασι μὲ τὸν Θεὸ Λόγο καὶ ἔχοντας τὴν Θεότητα ἀπὸ αὐτὴν τὴν ἄκρα σύλληψί του, ὅπως διδάσκουν οἱ ἱεροὶ θεολόγοι, εἶχε στὴ συνέχεια καὶ αὐτὴ τὴν ἀπόλυτη θέα ἀπὸ αὐτὴν τὴν πρώτη ἕνωσι. Καὶ ἐνῷ ἀκόμη ὁ Χριστὸς ἦταν πάνω στὴ, γῆ ἔβλεπε μὲ τὸν νοῦ του καθαρὰ καὶ ἄμεσα τὸν Θεό, στὴν μακάρια θέα τοῦ ὁποίου πάντοτε ἐντρυφοῦσε καὶ αἰσθανόταν ἀγαλλίαση, ἀκόμη κι ὅταν βρισκόταν σ᾿ αὐτὰ τὰ πολυώδυνα πάθη τοῦ σταυροῦ, τὰ ὁποῖα αἰσθανόταν μόνον κατὰ τὴν ἀνθρώπινη αἴσθησί του. Αὐτὴ ἡ μακαρία θέα τοῦ Χριστοῦ συμπεραίνεται καὶ ἀπὸ πολλὰ ἄλλα, ἰδιαιτέρως ὅμως ἀπὸ τὸ ρητό· « Κανένας δὲν ἀνέβηκε στὸν οὐρανό, παρὰ μόνον ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ποὺ βρίσκεται στὸν οὐρανό» (Ἰω. 3,12), τὸ ὁποῖο σημαίνει ὅτι ὁ Χριστὸς ἦταν στὸν οὐρανὸ μὲ αὐτὴ τὴν μακάρια ὅρασι, ποὺ δίνεται στὸν οὐρανό. Γιατὶ οἱ θεολόγοι λέγουν ὅτι ἡ ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ εἶχε τρεῖς γνώσεις· αὐτὴν τὴν μακάρια, ὅπως εἴπαμε, τὴν Θεόπνευστη, ποὺ εἶχαν καὶ οἱ Προφῆτες, μὲ τὴν ὁποία ὁ Χριστὸς γνώριζε καὶ τὶς κρυφὲς σκέψεις τῶν ἀνθρώπων, ὅπως ἀναφέρεται· «Καὶ δὲ χρειαζόταν νὰ τὸν πληροφορήσῃ κανεὶς γιὰ ἕναν ἄνθρωπο, διότι αὐτὸς ἤξερε καλὰ τί εἶχε ὁ καθένας μέσα του» (Ἰω. 2,25)· καὶ τὴν ἐπίκτητη, δηλαδή, τὴν φυσικὴ φιλοσοφία τῶν ὄντων, ἡ ὁποία ἦταν βέβαια στὴν ψυχὴ τοῦ Χριστοῦ ἐγκεχυμένη, ὅπως ἦταν καὶ στὸν Σολομώντα, ὡς πρὸς τὴν φύσι της ὅμως καὶ τὴν ὑπόστασί της εἶναι καὶ λέγεται ἐπίκτητη, γιατὶ ἀποκτᾶται μὲ πόνο καὶ μάθησι.
2. Τόσο ἄφθονη καὶ τόσο πλούσια ἔγινε ἡ πληρωμὴ τῶν ἁμαρτιῶν μας ἀπὸ τὸν Κύριο, ὥστε αὐτὴ νὰ μοιάζη μὲ ἕνα ἀτέλειωτο πέλαγος καὶ ὅλες οἱ ἁμαρτίες τῶν ἀνθρώπων, περασμένες, παροῦσες καὶ μελλοντικές, νὰ μοιάζουν μὲ μία σταγόνα νεροῦ. Ἔτσι θεολογεῖ γι᾿ αὐτὸ ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος: «Πλήρωσε ὁ Χριστὸς περισσότερα ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ χρωστούσαμε. Καὶ τόσο περισσότερα, ὅσο συγκρίνεται τὸ ἀμέτρητο πέλαγος μὲ μία μικρὴ σταγόνα νεροῦ». Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Παῦλος ἔλεγε: « Ἡ χάρις ποὺ ἔφερε ὁ Χριστός, δὲ συγκρίνεται μὲ τὸ παράπτωμα» (Ρωμ. 5,15)· καὶ πάλι· Ὅπου ἡ ἁμαρτία φάνηκε στὸ ἀληθινὸ τρομακτικό της μέγεθος, ἐκεῖ ἡ χάρις τοῦ Θεοῦ τὴν ὑπερκάλυψε μὲ τὸ παραπάνω» (Ρωμ. 5,20). Καὶ ὁ θεολόγος Γρηγόριος: «Καὶ ἂν κατέκρινε τοὺς ἀνθρώπους ἡ γεῦσις τοῦ καρποῦ, πόσο μᾶλλον τοὺς δικαίωσε τὸ πάθος τοῦ Χριστοῦ» (Λόγ. Εἰς τὰ Γενέθλ.). Καὶ μερικοὶ θεολόγοι λέγουν ὅτι ἦταν ἀρκετὸ ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, γιὰ νὰ πληρώσῃ τὶς ἁμαρτίες ὅλων τῶν ἀνθρώπων, καὶ ἂν ἀκόμη αἰσθανόταν τόσο μικρὸ πόνο, ὅσο αἰσθάνεται κανείς, ὅταν τοῦ ἀφαιρέσουν μία τρίχα ἀπὸ τὸ κεφάλι του. Ἐπειδὴ ὅμως δέχθηκε τόσους πολλοὺς πόνους καὶ ἔχυσε ὅλο του τὸ αἷμα, μέχρι τὴν τελευταία του σταγόνα καὶ πέθανε μὲ τέτοιον ἀτιμωτικὸ θάνατο, σκέψου καὶ σὺ πόσο πλούσια καὶ ἄπειρη εἶναι ἡ πληρωμὴ καὶ ἱκανοποίησις ποὺ ἔγινε γιὰ χάρι μας.
Πηγή: (Ἀόρατος Πόλεμος - Μέρος 1ον - Ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης), Ορθόδοξοι Πατέρες