Λόγος ΜΗ΄: Περί του διά ποίας αιτίας αφίησιν ο Θεός τους πειρασμούς επί τους αγαπώντας αυτόν.
Εκ της αγάπης, ην έδειξαν οι άγιοι προς τον Θεόν, υπέρ ων υπέρ του ονόματος αυτού πάσχουσιν, ότε στενοχωρεί αυτούς και ουκ αφίσταται των υπ’ αυτόν αγαπωμένων, κτάται η καρδία αυτών παρρησίαν, του ιδείν προς αυτόν απερικαλύπτως και εν πεποιθήσει αιτήσασθαι αυτόν. Μεγάλη εστίν η δύναμις της ευχής της μετά παρρησίας.
Διά τούτο αφίησιν ο Θεός τους αγίους αυτού πειρασθήναι εν πάση λύπη και λαβείν πάλιν την πείραν και την δοκιμήν της αντιλήψεως αυτού, και όσην πρόνοιαν έχει περί αυτών, Οτι κτώνται εκ των πειρασμών σοφίαν, ίνα μη, γενόμενοι ιδιώται, στερηθώσι της των δύο γυμνασίας μερών, ίνα κτήσωνται εκ της δοκιμής την γνώσιν των απάντων, μήπως καταγελασθώσιν υπό των δαιμόνων. Ότι, ει εν τοις αγαθοίς εγύμναζεν αυτούς, ήσαν της γυμνασίας της ετέρας λειπόμενοι και εγένοντο αν εν τοις πολέμοις τυφλοί. Και εάν είπωμεν, ότι αυτός γυμνάζει αυτούς χωρίς της αυτών επιγνώσεως, λοιπόν λέγομεν, ότι θέλει αυτούς γενέσθαι κατά τους βόας και τάς όνους και τους μη έχοντας ελευθερίαν εν τινι. Και ότι ου γίνεται γεύσις εν τω αγαθώ τω ανθρώπω, είπερ μη πειρασθείη πρώτον εν τη των κακών δοκιμή, ίνα, όταν απαντήση εν αυτοίς τα αγαθά, εν γνώσει και ελευθερία χρήσηται αυτοίς ως ιδίοις. Πόσον η γνώσις η εκ της των έργων πείρας και εκ της γυμνασίας προληφθείσα ηδεία πέφυκε και πόσην δύναμιν παρέχει τω εκ πολλης πείρας αυτού εν εαυτώ ευρόντι αυτήν, τούτοις γινώσκεται τοις πεπεισμένοις και ειδόσι την συνεργίαν αυτής, ως δε και την ασθένειαν της φύσεως και την αντίληψιν της θεϊκής δυνάμεως.
Τότε γαρ γινώσκουσιν, ότε πρώτον κωλύσας την εαυτού δύναμιν εξ αυτών αισθηθήναι ποιήσει τάς ασθενείας της φύσεως και της δυσχερείας των πειρασμών και της πονηρίας του εχθρού και προς ποιον παλαιστήν έχουσι και ποίαν ενδεδυμένοι φύσιν είσι και πώς εισί πεφυλαγμένοι εν τη δυνάμει τη θεϊκή και πόσον έδραμον και πόσον υψώθησαν εν αυτή και ότι ότε μακρυνθείη η θεϊκή δύναμις εξ αυτών, πώς ασθενούσι κατέναντι πάθους παντός, ίνα και εκ τούτων πάντων ταπείνωσιν κτήσωνται και τω Θεώ προσπελάσωσι και την αντίληψιν αυτού προσδοκήσωσι και εις την προσευχήν υπομένωσι. Και ταύτα πάντα πόθεν έλαβον, ει μη ότε πείραν εκτήσαντο των πολλών κακών, εν οίς παραχωρήσει Θεού ενέπεσον, καθώς φησίν ο Απόστολος, «ίνα μη τη υπερβολή των αποκαλύψεων υπεραίρωμαι, εδόθη μοι σκόλοψ τη σαρκί, άγγελος Σατάν»; Άλλα και πίστιν βεβαίαν κτάται τις εκ των πειρασμών εν τη πείρα της αντιλήψεως της θεϊκής, ην έσχε πολλάκις. Εντεύθεν άφοβος γίνεται και θάρσος κτάται εν τοις πειρασμοίς και εκ της γυμνασίας ην εκτήσατο.
Παντί ανθρώπω ωφελεί ο πειρασμός. Εάν γαρ τον Παύλον ωφελεί ο πειρασμός, πάν στόμα φραγήσεται και υπόδικος γενήσεται ο κόσμος τω Θεώ. Οι αγωνισταί πειράζονται ίνα προσθήσωσι τω πλούτω αυτών οι χαύνοι, ίνα εκ των βλαπτόντων φυλάξονται εαυτούς και οι υπνώττοντες, ίνα εις εξυπνισμόν ευτρεπισθώσι και οι μακράν όντες, ίνα προσεγγίσωσι τω Θεώ · οι δε οικείοι, ίνα εν παρρησία είσοικισθώσι.
Πας υιός άγύμναστος ου δέχεται τον πλοΰτον του οίκου του πατρός αυτού, εις το βοηθείσθαι υπ’ αυτού. Δια τούτο λοιπόν, πρώτον πειράζει ο Θεός και βασανίζει, είτα δεικνύει το χάρισμα. Δόξα τω Δεσπότη, τω εν φαρμάκοις στρυφνοίς την τρυφήν της υγείας ημίν προσάγοντι.
Ουκ εστίν ός τις εν καιρώ της γυμνασίας μη άχθεται, και ουκ εστί τις, ώ ου πικρός ο καιρός, εν ω τον ιόν ποτίζεται των πειρασμών, καταφαίνεται. Χωρίς τούτων ου δυνατόν κράσιν προσκτήσασθαι ισχυράν. Και το υπομείναι δε, ουχ ημών εστί. Πόθεν γαρ έχει το κεράμιον το από πηλού υπομείναι την ρύσιν του ύδατος, ει μη το πυρ το θεϊκόν αυτό στερεώσειεν; Εάν υποταγώμεν αιτούμενοι εν ταπεινώσει μετά εφέσεως αδιαλείπτου εν καρτερία, πάντα λαμβάνομεν.
Εν Χριστώ Ιησού τω Κυρίω ημών. Αμήν.
Πηγή: (Το βιβλίο: Όσιος Ισαάκ ο Σύρος - Ασκητικά), Άγιος Ισαάκ ο Σύρος, Ελληνική Πατρολογία