Ἡ ἔννοια τοῦ χρόνου:
Χρόνος εἶναι τό διάστημα πού ἐκτείνεται μαζί μέ τόν κόσμο ἀπό τή στιγμή τῆς δημιουργίας, μέ αὐτό τό χρονικό διάστημα μετριέται (συγκρίνεται) κάθε κίνηση εἴτε τῶν ἄστρων εἴτε τῶν ζώων εἴτε ὁποιουδήποτε ἄλλου ἀπό τά κινούμενα κτίσματα, καί μέ βάση αὐτή τή μέτρηση λέμε ὅτι τό ἕνα κινεῖται πιό γρήγορα ἤ πιό ἀργά ἀπό τό ἄλλο.
Πιό γρήγορα αὐτό πού σέ μικρότερο χρόνο διανύει περισσότερο διάστημα, πιό ἀργά δέ αὐτό πού σέ περισσότερο χρόνο διανύει μικρότερο διάστημα. Ἤ μήπως ὁ χρόνος δέν εἶναι κάτι, τοῦ ὁποίου τό παρελθόν ἐξαφανίστηκε, τό μέλλον ἀκόμη δέν ἐμφανίστηκε, τό δέ παρόν πρίν τό γνωρίσουμε διαφεύγει τήν ἀντίληψή μας;
Κάπως τέτοια εἶναι καί ἡ φύση τῶν αἰσθητῶν πραγμάτων (ζώων, φυτῶν κλπ.) ἤ αὐξάνονται ἤ φθείρονται διαρκῶς καί δέν τά χαρακτηρίζει ἡ σταθερότητα καί ἡ μονιμότητα.
Ἔπρεπε λοιπόν τά σώματα τῶν ζώων καί τῶν φυτῶν, πού εἶναι κατά κάποιο τρόπο δεμένα ἀναγκαστικά σέ κάποιο ρεῦμα καί τά ἔχει συλλάβει ἡ κίνηση πού τά ὁδηγεῖ πρός τή γένεση καί τή φθορά, ἔπρεπε νά περιβάλλονται ἀπό τή φύση τοῦ χρόνου, ὁ ὁποῖος ἔχει ἰδιότητα συγγενῆ πρός τά μεταβλητά ὄντα, (ἀφοῦ καί αὐτός διαρκῶς τρέχει).
Ἡ ἀρχή τοῦ χρόνου
Ὅταν πλέον ἦρθε ἡ ὥρα νά προστεθεῖ στά ἀόρατα ὄντα καί ὁ ὑλικός αὐτός κόσμος, (δημιουργήθηκε καί αὐτός) πρῶτα ὡς σχολεῖο καί γυμναστήριο τῶν ἀνθρώπινων ψυχῶν καί ἔπειτα ὡς κατάλληλος τόπος διαβιώσεως ὅλων γενικά τῶν δημιουργημάτων, πού γεννιοῦνται καί πεθαίνουν.
Σύμφυτη λοιπόν πρός τόν κόσμο καί τά ζῶα καί τά φυτά τοῦ κόσμου εἴναι ἡ ροή τοῦ χρόνου πού συνεχῶς ἐπείγεται καί τρέχει παράπλευρα πρός αὐτά, καί πουθενά δέν σταματάει σέ κανένα σημεῖο τοῦ δρόμου της.
Τρέχει σάν τό ποτάμι καί δέν γυρίζει πίσω
Ὁ χρόνος τρέχει καί δέν περιμένει αὐτόν πού ἀργοπορεῖ. Οἱ ἡμέρες φεύγουν βιαστικά καί προσπερνοῦν τόν ὀκνηρό. Καί όπως δέν εἴναι δυνατόν νά σταματήσει κανείς τό ρεῦμα τοῦ ποταμοῦ, ἐκτός ἄν κάποιος χρησιμοποιήσει ὅπως πρέπει τό νερό, ἀφοῦ τό ἀνακόψει, κατά τήν πρώτη συνάντηση καί ὁρμή, ἔτσι οὔτε τό χρόνο πού τρέχει σύμφωνα μέ τήν ἀναγκαστική πορεία, μπορεῖ νά συγκρατήσει, οὔτε ἀφοῦ περάσει νά τόν ἀνακαλέσει πρός τά πίσω, ἐκτός ἄν κάποιος τόν προλάβει, ὅταν ἔρχεται.
Καί γι’αὐτό κράτησε τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ (πού ἄκουσες σήμερα), γιατί φεύγει καί ἐφάρμοσέ την, καί ἀφοῦ τήν συλλάβεις ἀπό παντοῦ, ἅρπαξέ την στήν ἀγκαλιά σου.
Πηγή: Αναβἀσεις, Άγιος Δημήτριος Κουβαρά