...Ὁ Βόρις κατὰ τὴν βάπτισί του ἐπῆρε τὸ ὄνομα Μιχαὴλ καὶ ὁ Φώτιος τοῦ ἔστειλε ὑπὸ τύπον ἐπιστολῆς αὐτὸ τὸ Παραινετικὸ δοκίμιο. Τὸν προσφωνεῖ μὲ λόγια ποὺ δείχνουν ὅλη τὴν πατρικὴ φροντίδα, «περιφανέστατε καὶ ἠγαπημένε υἱὲ ἡμῶν». Καὶ ποὺ ἐπιβεβαιώνουν τὸ γεγονὸς ὅτι ἡ πνευματικὴ γέννησις εἶναι καρπὸς τῶν ἐνεργειῶν τοῦ πατριάρχη, «τῶν ἐμῶν πνευματικῶν ὠδίνων εὐγενὲς καὶ γνήσιον γέννημα».
Ὅπως συμβαίνει μὲ ὅλα τὰ παραινετικὰ δοκίμια, καὶ ἰδιαίτερα τὰ κατηχητικά, ἔτσι κι' αὐτὸ τὸ δοκίμιο, ἐκτὸς τοῦ προλόγου καὶ τοῦ ἐπιλόγου (παραγρ. 1-3 καὶ 132-134 κατὰ τὴν ἀρίθμησί μας) ἁπλώνεται σὲ δυὸ τμήματα, τὸ θεωρητικὸ καὶ τὸ πρακτικό, ἢ ἀλλοιῶς τὸ θεολογικὸ (4-36) καὶ τὸ ἠθικὸ (37-131).
Τὸ θεολογικὸ μέρος καλύπτεται ἀπὸ τὴν παράθεσι τοῦ συμβόλου τῆς πίστεως, τὴν ἔκθεσι περὶ τῶν ἑπτὰ οἰκουμενικῶν συνόδων καὶ τὴν προτροπὴ γιὰ τὴν τήρησι τοῦ κανόνος τῆς εὐσέβειας καὶ ὀρθοδοξίας. Μέσα ἀπὸ τὶς λιτὲς καὶ ἁδρὲς γραμμὲς αὐτῆς τῆς διαπραγματεύσεως ἐξαίρεται πρῶτα τὸ τριαδολογικὸ δόγμα καὶ διαφαίνεται ἡ πεποίθησις ὅτι ὁ Θεὸς εἶναι συγχρόνως κάτι σταθερὸ καὶ δυναμικό.
...
Ἔρχεται ἔπειτα τὸ δόγμα περὶ τῶν δύο φύσεων τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ, τοῦ ἐνανθρωπήσαντος Λόγου τοῦ Θεοῦ.
...
Τέλος ἔρχεται τὸ δόγμα περὶ τῆς εἰκόνος, στὸ ὁποῖο ὁ Φώτιος δίνει μεγαλύτερη ἔκτασι, ἀφοῦ μάλιστα εἶχε καὶ ὁ ἴδιος ἐμπλακῆ στὶς σχετικὲς συγκρούσεις κατὰ τὴν νεότητά του.
...
Τὸ ἠθικὸ τμῆμα τοῦ δοκιμίου εἶναι συντεταγμένο κατὰ τὸ γνωμολογικὸ εἶδος σὲ σύντομες ἀποφθεγματικὲς κι' ἐντυπωσιακὲς προτάσεις. Ἐπωφελούμενος ἀπὸ τὴν σχετικὴ γραμματεία τῆς κλασικῆς καὶ χριστιανικῆς ἀρχαιότητος, ἰδίως ἀπὸ τὸν Ἰσοκράτη, ὁ Φώτιος δίνει μιὰ εἰκόνα τοῦ ἡγεμόνος, πλημμυρισμένη ἀπὸ ἀγάπη καὶ ὑπευθυνότητα:
- «Κυβέρνα τοὺς ὑπηκόους, στηριζόμενος ὄχι στὴ βία ἀλλὰ στὴν ἀγάπη τῶν ἀρχομένων διότι ἡ ἀγάπη εἶναι μεγαλύτερο καὶ ἀσφαλέστερο βάθρο γιὰ τὴν ἐξουσία παρὰ ὁ φόβος».
- «Μόνο ἂν κυβερνᾶ κανεὶς τὸν ἑαυτὸ του μπορεῖ νὰ πιστεύη ὅτι κυβερνᾶ ἀληθινὰ καὶ τοὺς ὑπηκόους».
- «Τὶς εὐεργεσίες ποὺ δέχεσαι, νὰ τὶς θυμᾶσαι παντοτινά• τὶς εὐεργεσίες ποὺ κάμεις, νὰ τὶς ξεχνᾶς γρήγορα».
Τὸ δοκίμιο αὐτὸ τοῦ Φωτίου, προβάλλοντας ἀπὸ τὸ ἕνα μέρος τὴν Χριστιανικὴ πίστι καὶ ἀπὸ τὸ ἄλλο τὸν ἑλληνικὸ λόγο, τὰ δύο στοιχεῖα ποὺ ἀπετέλεσαν τὰ θεμέλια τῆς ἀγωγῆς αὐτοῦ τοῦ ἰδίου, προσφέρει τὸ πενταστάλαγμα αὐτοῦ ποὺ μπορεῖ νὰ ὀνομασθῆ ἑλληνοχριστιανικὸς πολιτισμός, ὅπως τὸν διεμόρφωσαν καὶ τὸν ἀντιλήφθηκαν οἱ Ἕλληνες στὶς μεγάλες ὧρες τοῦ βυζαντινοῦ μεγαλείου καὶ στοὺς πονεμένους αἰῶνες τῆς αἰχμαλωσίας ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς.
Τὸ δοκίμιο μεταφράσθηκε ἀπὸ τὴν ἀρχὴ στὴν παλαιοσλαβικὴ γλώσσα κι ἀργότερα στὴ βουλγαρική, τὴν ρωσσικὴ καὶ ἄλλες νεώτερες γλῶσσες.
Μπορεῖ αὐτὲς οἱ παραινέσεις, νὰ μὴ ἐφαρμόσθηκαν σὲ ὅλη τους τὴν ἔκτασι ἀπὸ ὁποιονδήποτε ἡγεμόνα, ἀλλὰ σὲ γενικὲς γραμμὲς συνετέλεσαν στὴν ἡμέρωσι καὶ τὴν ἠθικὴ ἀφύπνιση τῶν λαῶν γιὰ τοὺς ὁποίους προορίζονταν.
(Αποσπάσματα από την Εισαγωγή, Παν. Χ. Χρήστου, Περιοδικό "Εποπτεία", Φεβ. 1992)
Φώτιος ὁ Μέγας: Ἐπιστολὴ πρὸς Βούλγαρον Ἡγεμόνα
Προσευχὴ καὶ λατρεία
38. Ἐσὺ πάντως πρόσεξε ἐπιμελῶς, γιὰ νὰ μὴ εἶσαι μόνο ἀκροατής, ἀλλὰ καὶ ἐκτελεστὴς τῶν καλῶν καὶ ἀξιέπαινων πράξεων. Καὶ σ' αὐτὸ τὸ μέρος θὰ ἀρχίσωμε ἀπὸ τὰ θεῖα. Ἡ προσευχὴ λοιπὸν συνάπτει καὶ ἐξοικειώνει μὲ τὸν Θεό, διότι εἶναι ἔνθεος συνομιλία καὶ συνάφεια νοερὰ μὲ τὸ κάλλιστο καὶ πολυτιμότατο ὅλων τῶν ἀγαθῶν, ἀπὸ τὸ ὁποῖο προέρχεται κάθε οὐσίωσις καὶ συντήρησις, κάθε πρόνοια καὶ χορηγία ἀγαθῶν, κάθε τελειότης καὶ κάθαρσις παθῶν. Ὥστε καὶ κανένα ἄλλο κέρδος νὰ μὴ ἀπέρρεε ἀπὸ τὴν προσευχή, θὰ ἀρκοῦσε καὶ αὐτὸ μόνο του γιὰ τοὺς φιλόθεους καὶ τοὺς φιλοθεάμονες τοῦ ἀγαθοῦ ἀντὶ κάθε ἄλλης εὐφροσύνης, καὶ κάθε μακαριότητας καὶ εὐτυχίας στὸν βίο. Ὅταν πάλι λαμβάνωμε δι' αὐτῆς καὶ ἄφεσι ἁμαρτιῶν καὶ ἐξασφαλίζωμε τὶς ἀγαθοειδεῖς καὶ τελειοποιοὺς δωρεὲς μὲ τὰ ἄλλα αἰτήματα, ὅσα συμφέρουν, καὶ γινώμαστε ἄξιοι ν' ἀνταμείβωμε τὸν εὐεργέτη μὲ τὴν εὐχαριστία μας γιὰ τὶς ἀνέκφραστες πράξεις καὶ δωρεές του πρὸς ἐμᾶς, καὶ μάλιστα νὰ τοῦ προσφέρωμε σὰν ἀπαρχὲς τῆς νοερᾶς μας δοξολογίας καὶ λογικῆς οὐσιώσεως τὶς κινήσεις τοῦ νοῦ καὶ τὶς δοξολογίες κατ' αὐτὴν τὴν προσευχή• ὅταν λοιπὸν στὴν προσευχὴ συμπεριλαμβάνωνται τόσο πολλὰ καὶ μεγάλα, πῶς δὲν χρειάζεται νὰ ἐπιδιδώμαστε σ' αὐτὴν πρόθυμα, νὰ τὴν ἀγαποῦμε καὶ ν' ἀσχολούμαστε μὲ αὐτήν;
39. Ἐσὺ λοιπὸν νὰ προσεύχεσαι διαπαντὸς μὲ εὐχὲς κατ' ἰδὶαν καὶ μόνος σου πρὸς τὸν Θεό, ἀλλὰ νὰ προσεύχεσαι καὶ μαζὶ μὲ τὸ πλῆθος καὶ φανερά. Καὶ μὲ τὰ δύο εἴδη, ὅταν τελοῦνται θεοφιλῶς εἶναι δυνατὸ ν' ἀποδίδεται ἡ εὐσέβεια• ὅσο δὲ τὸ πρῶτο ὑπερτερεῖ σὲ καθαρότητα διανοίας, τόσο τὸ δεύτερο προσκαλεῖ σὲ μίμησι ὅσους βλέπουν. Τὸ ἕνα συντελεῖ σὲ προσωπικὸ κέρδος, τὸ ἄλλο ὠφελεῖ καὶ τοὺς ἄλλους, τῶν ὁποίων ἡ σωτηρία καὶ προκοπὴ εἶναι πάλι μεγάλη μαρτυρία τῆς ἀρετῆς τοῦ ἄρχοντος.
40. Νὰ οἰκοδομῆς ναοὺς στὸ ὄνομα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων του σύμφωνα μὲ τὰ ἐκκλησιαστικὰ θέσμια, καὶ συνήθιζε τὸν λαὸ νὰ ἐκκλησιάζεται σ' αὐτούς, ὥστε ἐξιλεώνοντας ἀπὸ κοινοῦ τὸ θεῖο καὶ προσφέροντας κοινὴ δοξολογία, νὰ ὁδηγοῦνται σὲ κοινὴ ὁμόνοια καὶ νὰ κερδίζουν κοινὴ σωτηρία καὶ ὠφέλεια.
41. Οἱ θυσίες τῆς ἱερᾶς λατρείας μας εἶναι ἀνατεθειμένες στοὺς ἱερεῖς• ἂν ὑπηρετῆς σ' αὐτοὺς καὶ προσφέρης προθύμως, διὰ μέσου αὐτῶν θ' ἀπολαύσης πολλὴν εὐεργεσία καὶ χάρι. Θὰ μποροῦσες μάλιστα καὶ σύ, ἂν θέλης νὰ παρουσίασης μόνος σου ἕνα κάλλιστο καὶ ἀγαπητότατο θῦμα στὸ Θεό, προσφέροντάς του καθαρὸν βίον καὶ ὀρθότητα διανοίας.
Μελέτη
42. Κι' ἐπειδὴ γνωρίζεις πόσο πολὺ συμβάλλει στὴν διακυβέρνησι τῶν κοινῶν ἡ δύναμις καὶ ταχύτης τῆς διανοίας, νὰ μὴ παραλείπης καὶ αὐτὴν τὴ φροντίδα. Βέβαια εἶναι ἀδύνατο νὰ γίνη ἀγχίνους αὐτὸς ποὺ δὲν ἔχει ἐκ φύσεως αὐτὸ τὸ προσὸν• ἡ μελέτη ὅμως καὶ ἡ πεῖρα τῶν πραγμάτων, ποὺ καθιστοῦν τὴ γνῶσι εὔκολη, πολλὲς φορὲς στὴν πρᾶξι ἀποδεικνύουν τὸν γυμνασμένο ὀξύτερο ἀπὸ ἐκείνους ποὺ ἔχουν αὐτὴν τὴν ἱκανότητα ἐκ φύσεως. Γι' αὐτὸ πρέπει ν' ἀσκοῦμε τὴ φρόνησι σὲ ὅλο μας τὸν βίο• κι' αὐτὴ ἔρχεται μὲ τὴν μελέτη καὶ τὴν ἀνάμνησι πράξεων τῶν πρεσβυτέρων, μὲ τὴν συνομιλία καὶ συναναστροφὴ τῶν φρονίμων ἀνδρῶν ποὺ ὑπάρχουν(34) καὶ μὲ τὴν ἐμπειρία τῶν πρακτέων του βίου. Διότι ἡ πρᾶξίς, ποὺ ἀντλεῖ τὴν δύναμι ἀπὸ τὴν μίμησι καὶ τὴ βουλὴ καὶ τὸν χειρισμό, ἂν δὲν ἀντιπράττη ἡ ἀπὸ ἄνω πνοή, καταλήγει σὲ τέλος συμφέρον.
Ἐμφάνισις τοῦ ἄρχοντος
43. Νὰ μὴ περιφρονῆς οὔτε ἀκόμη τὶς σχετικὲς μὲ τὸ σῶμα συνήθειες καὶ ἐμφανίσεις καὶ κινήσεις μὲ τὴν ἰδέα ὅτι εἶναι τάχα εὐτελῆ πράγματα• διότι ἡ καλὴ εὐταξία καὶ κατάστασις καὶ σ' αὐτὰ δὲν θεωρεῖται νὰ εἶναι μικρὸ δεῖγμα φρονήσεως καὶ ὅσοι ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους δὲν εἶναι ἱκανοὶ νὰ ἀντιληφθοῦν εὔκολα τὴν δύναμι καὶ τὸ κάλλος ποὺ εἶναι μέσα στὴν ψυχή, αὐτοὶ γίνονται ἐρασταὶ καὶ ἐπαινετὲς καὶ τῶν ἀδήλων προσόντων καθοδηγούμενοι ἀπὸ τὰ ἐξωτερικὰ θεάματα. Γι' αὐτὸ ὁ ἄρχων πρέπει νὰ φαίνεται κόσμιος καὶ σεμνὸς καὶ μὲ τὴν ἐμφάνισι τοῦ προσώπου, τὴν περιποίησι τῆς κόμης, καὶ τὴν ἐνδυμασία ποὺ φορεῖ, χωρὶς νὰ προχωρῆ πρὸς τὸ μαλθακὸ καὶ ἒξαλλο ὕφος οὔτε πάλι νὰ κατεβαίνη πρὸς τὸ ἀτημέλητο καὶ ράθυμο• διότι καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο εἶναι ξένο πρὸς τὴ διαγωγὴ τοῦ ἄρχοντος. Χρειάζεται ἐπίσης ὁ ἄρχων καὶ βάδισμα εὔτακτο ποὺ οὔτε ἀσχημίζει τὴν κίνησι πρὸς τὸ θηλυπρεπὲς καὶ τὸ ἔκλυτο οὔτε τὴν στρέφει πρὸς τὸ ἀπότομο καὶ ταραγμένο καὶ ἀνώμαλο. Καὶ γενικὰ κάθε κίνησις ἂς στολίζεται μὲ τὴν τάξι.
44. Πρέπει ἐπίσης νὰ προσέχη κανεὶς καὶ τὴν ταχύτητα στὰ λόγια• διότι, ἂν ἡ ταχυλογία δὲν εἶναι ἴσως κάτι τὸ εὐκαταφρόνητο καὶ ἀσήμαντο στὰ ρητορικὰ διαγωνίσματα, ἀλλὰ στὶς δημηγορίες εἶναι κάτι τὸ ἀνόητο καὶ ἐπιζήμιο• στὰ προστάγματα δέ, καὶ μάλιστα τὰ πολιτικὰ καὶ δημόσια, εἶναι κάτι εὐτελὲς καὶ ταπεινό. Γιὰ νὰ ἐκφρασθῶ δὲ ἀκριβέστερα, ἡ ταχύτης στὴν πράξι καὶ τὰ λόγια καὶ τὶς κινήσεις, συνοδευόμενη ἀπὸ εὐταξία, ἀναδεικνύει τὸν κάτοχο σὲ θεῖο καὶ ὑπερφυὲς πρόσωπο, ἀλλὰ εἶναι κάτι σπάνιο καὶ εἶναι πολὺ δύσκολο νὰ συμπέσουν ὅλα μαζί• ἡ συμμετρία ὅμως σ' αὐτὰ μαζὶ μὲ τὴν εὐταξία εἶναι κάτι σεμνὸ καὶ ἀξιοθαύμαστο καὶ ἀξιοπρεπές, καὶ μαζὶ μὲ τὴν εὐλάβεια καθιστᾶ τὸν ἄνθρωπο ἐπιθυμητὸ νὰ βλέπεται καὶ καταλληλότερο νὰ ἐξουσιάζη. Ἡ δὲ ταχύτης μαζὶ μὲ τὴν ἀταξία εἶναι κάτι παραπληγικὸ καὶ μανιακό• μερικὲς φορὲς κατορθώνει μεγάλα, συχνότερα ὅμως ἀποτυγχάνει φοβερά. Ἡ δὲ βραδύτης συνοδευόμενη ἀπὸ ἀταξία εἶναι κάτι νωθρὸ καὶ ἠλίθιο, χάνει μερικὲς φορὲς σὲ μεγάλα θέματα, κατορθώνει δὲ ἐλάχιστα, καὶ μάλιστα πολὺ ταπεινὰ κατορθώματα, ἀνάλογα μόνο πρὸς τὶς ἄλλες πράξεις ἐκείνου.
45. Τὸ ξέσπασμα σὲ γέλοια ἐκτὸς ἀπὸ τὴν ἀσχήμια ποὺ ἐπιφέρει στὸ πρόσωπο ἀποτελεῖ καὶ προσβολὴ τῆς ἀξιοπρέπειας τοῦ ἤθους.(35)
46. Καὶ ἡ ἀκοὴ καὶ ἡ γλώσσα πρέπει νὰ ἀπέχουν ἀπὸ κάθε αἰσχρολογία. Διότι ὅσα εὐχαριστεῖται κανεὶς ν' ἀκούη, αὐτὰ δὲν ἐντρέπεται καὶ νὰ τὰ λέγη• ὅσα πάλι δὲν ἐντρέπεται κανεὶς νὰ λέγη, ὅτι δὲν θὰ ἐντραπῆ καὶ νὰ τὰ πράξη, τὸ ἀποδεικνύει ὁ ἴδιος ἐντυπωσιακά. Γενικὰ μάλιστα πρέπει νὰ φυλάγεσαι μὴ ξεφύγη ἡ γλώσσα σου• διότι πολλὲς φορὲς λαθεύοντας κανεὶς σὲ μία μικρὴ λέξι προκάλεσε μεγάλη ζημιά, πετώντας ἀκόμη καὶ τοὺς τελευταίους κύβους γιὰ τὴ ζωή.
47. Ἔχε τ' αὐτιά σου στοὺς μὲν ἀδικουμένους ἀνοικτά, πρὸς δὲ τὶς δικαιολογίες καὶ πιθανολογίες τῶν ἀδικούντων κλειστά.
48. Ν' ἀποστρέφεσαι τὰ φιλοκατήγορα καὶ συκοφαντικὰ χείλη• διότι αὐτὰ πολλὲς φορὲς ἐξερέθισαν καὶ παιδιὰ ἐναντίον πατέρων καὶ πατέρες ἐναντίον παιδιῶν, διέσπασαν ἀνδρόγυνα κι ἐξεσήκωσαν συγγενεῖς ἐναντίον ἀλλήλων• καὶ τί λέγω μόνο αὐτά; ἀκόμα καὶ ὁλόκληρες πόλεις καὶ οἰκισμοὺς ἀπέτρεψε μιὰ φωνὴ συκοφάντη.
Ἡ φιλία
49. Νὰ μὴ εἶσαι γρήγορος στὴ σύναψι φιλίας• ὅταν ὅμως συνάψης δεσμό, νὰ τὸν διατηρῆς ἄλυτο μὲ κάθε τρόπο,(36) σηκώνοντας ὅλο τὸ βάρος τοῦ συνανθρώπου, μὲ τὴν προϋπόθεσι ὅτι δὲν ἐπιφέρει κίνδυνο στὴν ψυχή. Διότι οἱ διαστάσεις πρὸς τοὺς φίλους ἐκφαυλίζουν ὅλη τὴν προαίρεσι τῶν ἀνθρώπων καὶ ὑποβάλλουν ὄχι μόνο τὸν ὑπαίτιο ἀλλὰ καὶ τὸν ἀναίτιο στὴν ἴδια ὑπόνοια. Φίλους νὰ κάμης ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι διατηροῦν παντοτινὰ ἄδολη τὴν φιλία πρὸς τοὺς ἄλλους καὶ μήτε ὅταν εὐημεροῦσαν τοὺς ἐφθόνησαν μήτε ὅταν δυστυχοῦσαν τοὺς παραμέλησαν. Πράγματι πολλοὶ ἐβοήθησαν κι ἐπόνεσαν τοὺς φίλους ὅταν εὑρίσκονταν σὲ δυστυχία, ἀλλὰ ὅταν ἦσαν εὐτυχεῖς δὲν ἐβάσταξαν τὴν εὐημερία τους• ἔτσι αὐτοὺς ποὺ δὲν τοὺς ἤλεγξε ὁ καιρὸς τῆς συμπαθείας, τοὺς ἐξεσκέπασε τὸ πάθος τοῦ φθόνου. Ν' ἀποκτᾶς λοιπὸν φίλους ὄχι τοὺς φαύλους ἀλλὰ τοὺς ἀρίστους• διότι τὰ ἤθη τῶν φίλων κρίνονται συνήθως ἀπὸ τὴν ποιότητα τῶν φιλουμένων(37) διὰ τῶν ἐντίμων φίλων εὔκολα ἐπαναφέρεται κανεὶς καὶ ὅταν παραπέση, οἱ φαῦλοι ὅμως φθείρουν καὶ τὴν ὑπάρχουσα καλοκαγαθία• οἱ πρῶτοι καλύπτοντας οἱ ἴδιοι τὴν ἔλλειψι τῶν φίλων στὴν ἀρετὴ τὴν κάμουν νὰ φαίνεται ἀνελλιπής, ἐνῶ ἡ συναναστροφὴ μὲ τοὺς φαύλους καθιστὰ νόθο καὶ ὅ,τι ὑπόλοιπο ἀρετῆς ὑπάρχει.
50. Νὰ μὴ ζητῆς ν' ἀκούης τὰ εὐχάριστα ἀπὸ τοὺς φίλους, ἀλλὰ μᾶλλον τὰ ἀληθινά. Διότι, ἂν δὲν πρέπει νὰ πιστεύσωμε στοὺς ἐχθροὺς ἀκόμη καὶ ὅταν λέγουν τὴν ἀλήθεια, ἀπὸ τοὺς φίλους δὲ ἔχει φθαρεῖ ἡ ἀλήθεια καὶ ζητοῦν κι ἐκεῖνοι νὰ λέγωνται τὰ εὐχάριστα, ἀπὸ ποῦ ἀλλοῦ θὰ προέλθη γιὰ μᾶς ἡ γνῶσις τῆς ἀληθείας καὶ ἡ διόρθωσις τῶν τυχὸν ἀνοσίων λόγων καὶ πράξεών μας; Γι' αὐτὸ νὰ θεωρῆς σπουδαῖο πράγμα τὸ νὰ διαφέρουν οἱ φίλοι τῶν κολάκων. Οἱ μὲν κόλακες, ἐπαινώντας σε κατὰ πρόσωπο, καὶ σένα τὸν ἴδιο δὲν ἀφήνουν νὰ λάβης συναίσθησι τῶν σφαλμάτων ποὺ φυσικὰ διαπράττεις καὶ μεγαλύτερα τὰ καθιστοῦν μὲ τὶς διαβολὲς πρὸς τοὺς ἄλλους• οἱ φίλοι ὅμως μὲ τὸν φιλικὸ ἔλεγχο καὶ σένα τὸν ἴδιο ἐνισχύουν περισσότερο, ὥστε ν' ἀντιληφθῆς τὴν παρανομία, καί, ἂν χρειασθῆ νὰ λεχθῆ κάτι καὶ πρὸς τοὺς ἔξω, τότε ἀντὶ κατηγορίας εὑρίσκουν ἀπολογία γιὰ τὴν πράξι. Ὅσο λοιπὸν διαφέρει ἡ ἄσκησις τῆς ἀρετῆς ἀπὸ τὴν προκοπὴ στὴν κακία καὶ τὸ νὰ διαλύη κανεὶς τὶς διαβολὲς ἀπὸ τὸ νὰ διαβάλλη στοὺς ὑπηκόους, τόσο πρέπει καὶ σὺ νὰ προτιμᾶς τοὺς φίλους ἀπὸ τοὺς κόλακες.(38)
51. Ὅσα ἀπὸ τὰ μυστικὰ αὐξάνουν τὴν ἀρετή σου, νὰ τὰ γνωστοποιῆς στοὺς φίλους• ὅσα ὅμως ἐκφαυλίζουν τὴ γνώμη, αὐτὰ οὔτε ὁ ἴδιος νὰ τὰ ἐκτελῆς οὔτε στοὺς φίλους νὰ τὰ διαβιβάζης.(39) Αὐτὸ εἶναι ἄριστο καὶ χωρὶς ἄλλη αἰτιολογία• πλὴν ὅμως, ὅταν ἡ φιλία, ὅπως συχνὰ συμβαίνει στὰ ἀνθρώπινα, μεταστραφῆ σὲ κορεσμό, τότε γίνεται περισσότερο ἀντιληπτὴ ἡ χρησιμότης τῆς παραινέσεως. Πράγματι, τὸ φαῦλο μυστικό, καὶ μάλιστα αὐτὸ ποὺ ὑπεισέρχεται στοὺς λογισμοὺς τοῦ συμμεριζομένου καὶ τοὺς διασείει, ἀπομακρύνει γρήγορα καὶ χωρὶς καθυστέρησι ἀπὸ τὴν ἀγάπη καὶ δὲν τοῦ ἐπιτρέπει νὰ ἀποβλέψη πρὸς τὴν ἐπιστροφή• καὶ ὅταν δημοσιοποιηθῆ θὰ σοῦ προκαλέση βαρειὰ βλάβη καὶ θὰ σὲ διαθέση δυσμενῶς πρὸς αὐτὸν ποὺ τὸ διέδωσε. Τὸ χρηστὸ ὅμως μυστικὸ καὶ τὸν συμμεριζόμενο θὰ συγκρατήση ἀπὸ τὴν διάσπασι τῆς φιλίας, ἐκβιάζοντάς τον μ' ἕνα δυνατὸ δεσμό, τὴν ἀρετή, καὶ εἰσερχόμενο στὸ νοῦ του θὰ τὸν καλέση σ' ἔπαινο τῆς σπουδαίας σου γνώμης, ἀλλὰ ὁπωσδήποτε καὶ σένα, ἂν παραφέρθηκες σὲ κάτι, θὰ σὲ πείση, βλέποντας αὐτά, νὰ ἀναλάβης χωρὶς δυσαρέσκεια πάλι τὴν πρὸς αὐτὸν συναναστροφὴ καὶ φιλικὴ σχέσι. Πάντοτε λοιπὸν νὰ καλολογῆς τοὺς φίλους, καὶ μάλιστα τοὺς ἀπόντας ἐνώπιον τῶν παρόντων ἔτσι μπορεῖ καὶ τὸ κακὸ τῆς κολακείας ν' ἀποφύγης, μὴ ἐπιτρέποντας νὰ φανῆ στὴ συμπεριφορά σου οὔτε ἴχνος της, καὶ στοὺς φίλους θὰ παρουσιασθῆς εὐαρέστως ἀφοῦ διεβεβαίωσες τοὺς παρόντες ὅτι εἶσαι τέτοιας διαθέσεως, ὅπως ἐφάνηκες σ' αὐτοὺς μὲ τὰ λόγια σου περὶ τῶν ἀπόντων.
Οἱ λεπτομέρειες τῆς εὐνομίας
52. Κι' ἔτσι περιτειχίζοντας τὸν ἑαυτό σου μὲ φιλία, νὰ εἶσαι σ' ἐκείνους μὲν ποὺ ἀδικοῦν ἄλλους ἀμείλικτος, σ' ἐκείνους δὲ ποὺ ἀδικοῦν ἐσένα, ἐπιεικέστατος. Μὲ τὸ πρῶτο θὰ ὑπάρξη εὐνομία στὴν πολιτεία καὶ θὰ εἶναι ὁλοφάνερη ἡ φροντίδα καὶ ἡ κηδεμονία σου πρὸς τοὺς ὑπηκόους• μὲ τὸ δεύτερο διακηρύσσεται ἡ φιλανθρωπία τῆς γνώμης καὶ ὁ ἀληθινὰ βασιλικὸς τρόπος. Οἱ τύραννοι μὲν πολλὲς φορὲς παραβλέπουν τὰ κοινὰ ἀδικήματα καὶ τὰ πρὸς ἀλλήλους, ἀλλὰ κρίνουν σκληρὰ τὰ πρὸς αὐτοὺς τοὺς ἴδιους• ἐνῶ τοῦ βασιλέως καὶ τῆς ἔννομης τάξεως ἔργο εἶναι νὰ φέρη μὲ φιλανθρωπία τὰ πρὸς αὐτὸν ἀδικήματα, καὶ ἀντιθέτως νὰ διευθετῆ καὶ νὰ ρυθμίζη μὲ δικαιοσύνη ὅσα ἀναφέρονται στὰ κοινὰ καὶ πρὸς ἀλλήλους.
53. Ὅπως ἐκεῖνος πού, ἐνῶ ἔχει μεγάλη ἐλευθερία νὰ ἀδικῆ, ἐνεργεῖ δίκαια, εἶναι ἄξιος πολλῶν ἐπαίνων, ἔτσι εἶναι ἀξιοκατάκριτος ἐκεῖνος πού, ἐνῶ δὲν στερεῖται τίποτε ἀπὸ τὰ ἀναγκαῖα, ἁπλώνει τὰ χέρια του σὲ ξένα πράγματα. Στὸν πτωχὸ ἄνθρωπο ἡ πτώχεια εἶναι πρόφασις ἀδικίας, ἂν καὶ παράλογη• ἐκεῖνος ὅμως ποὺ κατέχει ἐξουσία καὶ δὲν στερεῖται ἔχει ἀναπολόγητη τὴν ἁμαρτία ἀπὸ τὶς ἀδικίες του.
54. Ὅσο ὑπερέχει κανεὶς στὴν ἐξουσία, τόσο ὀφείλει νὰ πρωτεύη καὶ στὴν ἀρετή.(40) Ἐκεῖνος δὲ ποὺ πράττει τὸ ἀντίθετο, ἐπιτελεῖ τρία κάκιστα πράγματα• καταστρέφει τὸν ἑαυτό του, παρακινεῖ τοὺς βλέποντας στὴν κακία, προετοιμάζει τὸ ἔδαφος νὰ βλασφημῆται ὁ Θεός, διότι μία τόσο μεγάλη ἀρχὴ ἀνέθεσε σὲ τέτοιον ἄνθρωπο. Γι' αὐτὸ ἡ κακία πρέπει ν' ἀποφεύγεται ἀπὸ κάθε ἄνθρωπο, κυρίως ὅμως ἀπὸ τοὺς ἄρχοντες.
55. Κυβέρνα λοιπὸν τοὺς ὑπηκόους σου, ἔχοντας πεποίθησι ὄχι στὴν τυραννίδα, ἀλλὰ στὴν ἀγάπη τῶν ἀρχομένων•(41) διότι ἡ εὔνοια εἶναι σταθερώτερο καὶ ἀσφαλέστερο βάθρο τῆς ἀρχῆς παρὰ ὁ φόβος. Τοῦτο δὲ τὸ ἐπιτυγχάνουν ἡ ἀπόκτησις τῶν ἀρετῶν, καθὼς καὶ οἱ κόποι καὶ οἱ φροντίδες πρὸς τοὺς ὑπηκόους. Ἔτσι καὶ σὺ ὁ ἴδιος θὰ ζήσης βασιλικὰ καὶ εὐχάριστα καὶ σ' ἐκείνους θὰ διατηρήσης τὸν βίο ἐλεύθερο ἀπὸ ἐπιβουλὴ καὶ ἀλόγιστες συμφορὲς καὶ θὰ ἀφήσης ἀείμνηστη τὴ φήμη σου διαπαντός.
56. Νὰ ἐπαινῆς καὶ νὰ δέχεσαι τοὺς ἀκριβεστάτους νόμους καὶ νὰ ρυθμίζης τὸν βίο σου κυττάζοντας πάντοτε πρὸς αὐτούς• νὰ μὴ ἐπιβάλλης ὅμως σκληρὲς τιμωρίες πρὸς τοὺς ὑπηκόους κατὰ τὶς διατάξεις ἐκείνων, ἀλλὰ νὰ τοὺς παιδαγωγῆς μᾶλλον διὰ τῶν φιλανθρωποτέρων μέτρων. Ἔτσι μὲ τὴν αὐστηρότητά σου ἀπέναντι στὸν ἑαυτό σου θὰ φανῆς φοβερὸς στοὺς ἀδικοῦντας καὶ ἐπιεικὴς στοὺς ὑπηκόους.
57. Πρέπει νὰ ἐπιβάλλης τὴν ἐξουσία σου ὄχι τιμωρώντας, ἀλλὰ φαινόμενος ὡς τιμωρός.(42) Τοῦτο ἐπιτυγχάνεται ἀπὸ τὴν σοβαρότητα τοῦ ἤθους, καθὼς καὶ τὴν σεμνότητα καὶ ἐπιμέλεια τῶν τρόπων ἐνῶ οἱ τιμωρίες εἶναι γνώρισμα ὀργίλων μᾶλλον ἀνθρώπων παρὰ φρονίμων, οἱ ὁποῖοι στρέφονται εὔκολα πρὸς τὴν τιμωρία ἀπὸ ἀδυναμία νὰ καθοδηγήσουν τὸν λαὸ φρονίμως. Τὸ ἕνα μπορεῖ νὰ τὸ πράξη καὶ ὁ τυραννικώτατος ἡγεμών, τὸ ἄλλο ὅμως μόνο ὁ ἱκανὸς ἄρχων, ἂν ἀρετὴ τοῦ ἄρχοντος δὲν εἶναι νὰ καταστρέφη τοὺς ὑπηκόους, ἀλλὰ νὰ τοὺς αὐξάνη καὶ νὰ τους βελτιώνη.
58. Μερικοὶ εἶπαν ὅτι ἀρετὴ τοῦ ἄρχοντος εἶναι τὸ νὰ κάμη μεγάλη μία μικρὴ πολιτεία•(43) ἐγὼ θὰ ἔλεγα ὅτι μᾶλλον εἶναι τὸ νὰ τὴν καταστήση σπουδαία ἀπὸ φαύλη. Τὸ πρῶτο μπορεῖ νὰ συμβῆ πολλὲς φορὲς καὶ ἀπὸ τὴ φορὰ τῶν πραγμάτων, τὸ δεύτερο δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιτευχθῆ παρὰ μόνο ἀπὸ τὸν ἄριστο κυβερνήτη. Μιμούμενος αὐτὸν κι ἐσὺ μὲ τὰ κατορθώματά σου, θὰ αὐξήσης τὴν πολιτεία τῶν ὑπηκόων μὲ τὴν ἀρετή.
59. Ὅπως ἕνα σαθρὸ τεῖχος ἀκόμη κι ἂν μέσα του ἔχη λαμπρὰ σπίτια, εὐκρασία ἀέρων καὶ ἀφθονία ἀγαθῶν, ἐξευτελίζει τὴν πόλι, ἔτσι καὶ οἱ φαῦλοι ἄνθρωποι ποὺ εἶναι στὸ περιβάλλον τοῦ ἄρχοντος διαβάλλουν καὶ τὸν δικό του τρόπο• διότι ὅσοι λαμβάνουν πεῖρα τῆς πονηρίας ἐκείνων, ὑποθέτουν ὅτι καὶ ὁ ἀπ' αὐτοὺς δορυφορούμενος εἶναι παρόμοιος.(44)
60. Νὰ μὴ ἐπαινέσης κανενὸς τὴν παρανομία, ἔστω κι ἂν φαίνεται νὰ εὐημερῆ δι' αὐτῆς• διότι κι' ἐκεῖνον θὰ παρακινήσης περισσότερο στὴν κακία καὶ ἐσὺ ὁ ἴδιος θ' ἀποδειχθῆς ὅτι ζητεῖς εὐκαιρία γιὰ παρόμοια πρᾶξι. Ἐκεῖνος πράγματι ποὺ ἐγκρίνει καὶ τιμᾶ αὐτὰ ποὺ ἐπαινεῖ ἀκαίρως, τί δὲν θὰ κάμη, ἂν τοῦ δοθῆ τέτοια εὐκαιρία;(45)
61. Ὁ τρόπος τῶν ἀρχόντων γίνεται νόμος στοὺς ὑπηκόους. Ἂν λοιπὸν τὸ πλῆθος γιὰ ὅλα τὰ σφάλματά του ἀποδίδη τὰ αἴτια στὸν ἄρχοντα, πόσο νομίζεις ἐσὺ ὅτι πρέπει νὰ ἐπιμελῆσαι τῆς ἀρετῆς καὶ νὰ ἀγρυπνῆς γιὰ τὰ καλὰ ἔργα;
62. Κάθε πράξεως πρέπει νὰ προηγῆται σκέψις, διότι οἱ ἀπερίσκεπτες πράξεις εἶναι συνήθως σφαλερὲς καὶ τὸ ἐπίτευγμά τους δικαίως θὰ μποροῦσε νὰ θεωρηθῆ ἔργο ἄλλης μᾶλλον αἰτίας παρὰ τῆς ὁρμῆς καὶ περιπετείας ἐκείνου ποὺ πολλὲς φορὲς παρατράπηκε.(46)
63. Πράγματα ποὺ δὲν κατάφεραν χέρια πολλῶν καὶ πολλὲς φορές, τὰ κατορθώνει μιὰ βουλὴ καὶ διαμιᾶς• γι' αὐτὸ νὰ προτιμᾶς τὴν εὐβουλία ἀπὸ τὴν πολυχειρία.(47)
64. Βοηθὸς τῆς προνοίας εἶναι ἡ μετάνοια. Ὅσα λοιπὸν διέφυγαν ἀπὸ ἐκείνη καὶ ἐκπίπτουν, ἂς ἀναλάβη αὐτὴ νὰ τὰ διορθώση καὶ νὰ τὰ περισώση.
65. Ὁ φθόνος εἶναι μεγάλη ἀρρώστια γιὰ κάθε ψυχή, εἶναι ὅμως μεγίστη κυρίως γιὰ τοὺς ἄρχοντες• διότι αὐτοὶ κατ' ἀνάγκην, ὅσους πρόκειται νὰ χρησιμοποιήσουν ὡς συνεργάτες γιὰ τὴν εὐημερία καὶ τοῦ βίου καὶ τῆς πόλεως, τοὺς βλέπουν ἀπὸ φθόνο ὡς ἐχθροὺς λόγω τῆς ἀρετῆς των καὶ τοὺς ἐπιβουλεύονται ὡς ἀντιπάλους• τί θὰ ἦταν ὀλεθριώτερο καὶ ἀφρονέστερο ἀπὸ αὐτό;
66. Ὅσο πρέπει ν' ἀποφεύγωμε τὸ φθονεῖν, τόσο πρέπει νὰ ἐπιδιώκωμε τὸ φθονεῖσθαι• αὐτὸ ἁρμόζει ἰδιαιτέρως στὸν ἄρχοντα ὅπου δὲν εἶναι εὔκολο νὰ φθάση ἡ βλάβη ἀπὸ τοὺς φθονερούς. Ἂν ὅμως χρειασθῆ νὰ περιστείλη τὸν φθόνο (διότι αὐτὸ τὸ θηρίο εἶναι πολυμήχανο καὶ παράτολμο) δὲν θὰ ἀποκρουσθοῦν οἱ βολίδες του μὲ τὴν ἐλάττωσι τῆς ἀρετῆς, ἀλλὰ μὲ τὴν μετριοφροσύνη, καθὼς καὶ μὲ τὴν μείωσι καὶ περικοπὴ τῆς ἐπιδείξεως καὶ πλεονεξίας στὰ μὴ ἀναγκαῖα.
67. Ὅταν κανεὶς κυβερνᾶ τὸν ἑαυτό του, τότε ἂς νομίζη ὅτι κυβερνᾶ ἀληθινὰ καὶ τοὺς ὑπηκόους του.(48) Διότι αὐτοί, ὅταν ἰδοῦν τὸν ἡγέτη νὰ εἶναι ἄρχων τῶν παθῶν καὶ κυρίαρχος τῶν ἡδονῶν, τότε ἀπὸ πόθο θὰ ὑποταγοῦν καὶ αὐτοὶ ἑκουσίως• ἂν ὅμως τὸν ἰδοῦν νὰ εἶναι ὑπόδουλος τῆς ἡδονῆς καὶ τῶν παθῶν, θὰ θεωρήσουν ἀνυπόφορο τὸ νὰ δουλεύουν σ' ἕναν ὑπόδουλο.
68. Νὰ θεωρῆς ἄριστον τὸν δικαστή, ὁ ὁποῖος καταδιώκει τὴν φύσι τοῦ δικαίου μὲ ταχύτητα λογισμῶν καὶ ὅταν τὴν πιάση, τὴν προωθεῖ μὲ ὀρθότητα• ὁ ὁποῖος εἶναι γρήγορος στὸ νὰ ἐξασφαλίζη ἄνεσι στοὺς ἀδικουμένους ἀλλὰ βραδὺς στὴν τιμωρία τῶν ἀδικούντων, ἀνώτερος χρημάτων ἀλλ' ὄχι κατώτερος ἐξουσίας, νικητὴς τῆς ὀργῆς ἀλλ' ὄχι αἰχμάλωτος τῆς συμπαθείας• ὁ ὁποῖος κατὰ τὴν κρίσι ὡς μόνη συγγένεια καὶ φιλία καὶ δόξα γνωρίζει τὴν δικαιοσύνη, ὡς μόνη δὲ ἀλλοτρίωσι καὶ ἔχθρα καὶ ἀδοξία τὴν ἀδικία.
69. Νὰ μὴ ἀλλάζης καθόλου διάθεσι πρὸς τοὺς ὁμοφύλους εὔκολα καὶ χωρὶς ἐμφανῆ αἰτία. Διότι ἀκόμα καὶ ἂν ὑπολανθάνουσες ἀπ' αὐτοὺς αἰτίες καθιστοῦν δικαία τὴν ἀλλαγὴ στάσεως πρὸς αὐτούς, ὅμως ὅσοι δὲν τὶς ἀντιλαμβάνονται, δὲν θὰ κατηγορήσουν ἐκείνους γιὰ τὴν ἀλλαγὴ τῆς στάσεώς σου πρὸς αὐτούς, ἀλλὰ θὰ κατηγορήσουν ἐσένα γιὰ ἀσθενῆ καὶ ἐπιπόλαια γνώμη.
70. Δὲν στολίζει καὶ δὲν σώζει τόσο καλὰ τὸν ἄρχοντα, ἡ ἀνδρεία στὸν πόλεμο, ὅσο ἡ εὔνοια καὶ ἡ φιλανθρωπία πρὸς τοὺς ὁμοφύλους. Πράγματι πολλοί, ποὺ ἐνίκησαν τοὺς ἐχθρούς, καταστράφηκαν ἀπὸ τοὺς δικούς τους λόγω τῆς σκληρότητός των καὶ πολλοί, ποὺ μόλις ἀπέφυγαν τὴ σύλληψι ἀπὸ τοὺς ἐχθρούς, διασώθηκαν ἀπὸ τοὺς ὁμοφύλους, ποὺ δὲν προτίμησαν οὔτε τὴν ἴδια τὴ ζωή τους ἀπὸ τὴ σωτηρία τοῦ ἄρχοντος.
71. Πρέπει νὰ τοποθετῆς ὡς ἀξιωματούχους ἀνθρώπους ποὺ διαθέτουν ὅλες τὶς ἀρετές, κι ἂν αὐτὸ εἶναι ἀδύνατο, πάντως τοὺς δικαιοτάτους• διότι ὅσες παρανομίες διαπράττονται ἀπὸ τοὺς ἀξιωματούχους, αὐτὲς μεταφέρουν πρός αὐτὸν ποὺ τοὺς δώρισε τὸ μῖσος καὶ τὴν ὀργὴ τοῦ πλήθους.(49)
72. Ὁ ἄρχων πρέπει νὰ ἐπιζητῆ μὲ κάθε ἐνέργεια τὶς γνῶμες τῶν ὑπηκόων κι ἔτσι νὰ τοὺς ἔχη κοινωνοὺς τῆς φιλίας καὶ τῆς ἐξουσίας καὶ τῶν ἀποφάσεων πρῶτα, μὲ τὸν τρόπο ποὺ ρυθμίζει ὁ ἴδιος τὴν οἰκία του• δεύτερον, μὲ τὸν τρόπο ποὺ φέρεται πρὸς τὴ γυναίκα, τὰ παιδιὰ καὶ τοὺς δούλους• τρίτο, μὲ τὸν τρόπο ποὺ χρησιμοποιεῖ τοὺς φίλους• τέταρτο, μὲ τὸν τρόπο ποὺ φέρεται πρὸς τοὺς γείτονές του• καὶ πέμπτο, μὲ τὸν τρόπο ποὺ δέχεται τὴν ἔχθρα καὶ ἀμύνεται, καὶ πάλι μὲ τὸν τρόπο ποὺ καταθέτει τὰ ὅπλα καὶ συνδιαλλάσσεται. Αὐτὰ εἶναι ἱκανὰ νὰ τεκμηριώσουν τὴν φύσι τοῦ ἀνδρὸς καὶ νὰ τὸν δείξουν γυμνὸ ἀπὸ προσωπεῖο καὶ σ' αὐτοὺς ποὺ βλέπουν τὸν ἄνθρωπο σὰν ἐπάνω στὴ θεατρικὴ σκηνή.
73. Τότε θὰ εἶσαι ἄριστος κριτὴς τῶν ἄλλων, ὅταν ἐξετάζοντας τὸν ἑαυτό σου δίνης λόγο γιὰ κάθε πράξι μὲ κριτὴ τὴ συνείδησι καὶ ἐπινοῆς διόρθωσι τῶν σφαλμάτων.(50) Διότι, πῶς δὲν θὰ ἐντρέπεσαι νὰ ἐπιτιμᾶς τοὺς ἄλλους γιὰ πράγματα ποὺ ἐσὺ ἁμαρτάνεις παρομοίως; Καὶ πῶς νομίζεις ὅτι θὰ σοῦ φερθοῦν ἐκεῖνοι, ὅταν αὐτοὶ ὑποχρεώνονται νὰ καταδικασθοῦν γιὰ πράξεις γιὰ τὶς ὁποῖες ἐσένα σὲ βλέπουν ἀτιμώρητο;
74. Νὰ ἐπαινῆς τὶς ἄριστες πράξεις• νὰ τὶς ἐπαινῆς δὲ ὄχι μόνο μὲ λόγια, ἀλλὰ καὶ μὲ τὶς ἀντίστοιχες πράξεις σου, διὰ τῶν ὁποίων ἀποδεικνύεις τοὺς μιμητὰς ἐντίμους, προτιμώντας τους ἀπὸ τοὺς ἄλλους• ὁ ἔπαινος μὲ τὰ λόγια εἶναι ἰδιότης τῶν ὁποιωνδήποτε, μὲ τὶς πράξεις εἶναι ἰδιότης τῶν ἀξίων νὰ κυβερνοῦν.
75. Νὰ προνοῆς γιὰ ὅλους, γιὰ τοὺς ἀγαθοὺς μὲν ὥστε νὰ γίνουν ἄριστοι καὶ ν' ἀπολαύσουν τῆς ὀφειλομένης σ' αὐτοὺς τιμῆς καὶ δικαιοδοσίας, γιὰ τοὺς ἄλλους δὲ ὥστε νὰ βελτιωθοῦν στὶς γνῶμες καὶ ν' ἀπαλλαγοῦν τῆς ἀπὸ τοὺς νόμους ἀτιμίας• κι' αὐτὸ εἶναι πράγματι γνώρισμα τῆς εὐνομουμένης ἐξουσίας καὶ κυβερνήσεως.
76. Νὰ μετάθεσης τὶς μεταξὺ τοὺς ἔριδες τῶν ὑπηκόων μεταφέροντάς τες στοὺς ἀγῶνες κατὰ τῶν ἐχθρῶν ὑπὲρ τῆς πατρίδος. Τῶν τυράννων ἔργο εἶναι νὰ προκαλοῦν στάσεις ἀνάμεσα στὰ πλήθη, διότι ἡ τυραννία διασφαλίζεται μὲ τὴν κοινὴ φθορὰ καὶ διχοστασία• τοῦ ἄρχοντος δὲ καὶ τοῦ βασιλέως ἔργο εἶναι νὰ διατηρῆ ἀστασίαστη τὴν ὁμόνοια τῶν ὑπηκόων, διότι τὸ βάθρο τῆς ἐξουσίας των εἶναι ἐμπηγμένο στὴ σωτηρία τῶν ὑπηκόων.
77. Ὅπως ὁ ἄρχων πρέπει νὰ εἶναι φοβερὸς στοὺς ἀδικοῦντας, ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι φύλακας καὶ προασπιστὴς τῶν μὴ ἀδικούντων, ἀλλὰ τηρούντων τοὺς νόμους.(51)
78. Τρεῖς ἀποδόσεις γιὰ τοὺς ἀνθρώπους ὑπάρχουν τιμωρία, ψόγος, ἔπαινος, καὶ ἂν θέλης, κι εὐεργεσία. Τῆς τιμωρίας ἄξιος εἶναι ὁ ἐχθρός, τοῦ ψόγου εἶναι οἱ πολίτες ποὺ ἀδικοῦν μέτρια, τοῦ δὲ ἐπαίνου καὶ τῆς εὐεργεσίας ἐκεῖνοι ποὺ διακρίνονται σὲ κατορθώματα. Ἂν κανεὶς ἀπὸ τοὺς τελευταίους μεταταχθῆ στὴν ἀγριότητα καὶ μίμησι τῶν ἐχθρῶν, αὐτὸς ἐπιφέρει στὸν ἑαυτό του καὶ τὴν ποινὴ ἐκείνου. Ὅποιος ἀλλάζει κάτι ἀπ' αὐτὰ καὶ μεταβάλλει τὴ διάταξι, αὐτὸς εἶναι ἐχθρός της πολιτείας μεγαλύτερος ἀπὸ τοὺς πολεμίους. Πράγματι, ὅποιος εὐεργετεῖ τοὺς πολεμίους εἶναι προδότης, ὅποιος ἐπαινεῖ τοὺς φαύλους ἀνατρέπει τὴν πόλι (διότι παρακινεῖ τοὺς πολίτες πρὸς τὴν κακία) καὶ ὅποιος δὲν τιμᾶ τοὺς διακρινόμενους σὲ κατορθώματα ὁδηγεῖ τὴν πολιτεία στὴν ἴδια ἀκαταστασία.
79. Εἶναι βαρὺ νὰ ἀνακατεύωμε τὸν φόβο μὲ τὴν ἀγάπη• διότι ὅσοι ἀγαποῦν δὲν ἔχουν καθόλου δέος καὶ ὅσοι φοβοῦνται δὲν θέλουν ν' ἀγαποῦν. Ἐσὺ νὰ τὰ ξεχωρίσης• νὰ εἶσαι ἕτοιμος ν' ἀγαπᾶς τοὺς ἀρίστους (διότι σὲ τέτοιους ἀνθρώπους δὲν χρειάζεται φόβος)• τοὺς ἄλλους πρέπει νὰ ἐκφοβίζης, γιὰ ν’ ἀπέχουν ἀπὸ τὰ φαῦλα. θὰ φοβηθοῦν δὲ χωρὶς μίσος, ἂν σὲ βλέπουν νὰ τιμωρῆς χωρὶς ὀργή, ἀλλὰ σὰν πατέρας ποὺ παιδαγωγεῖ• στὰ ἀδικήματα νὰ τιμωρῆς χωρὶς εὐχαρίστησι καὶ στὶς συμφορὲς καὶ στὰ δυστυχήματα νὰ βοηθῆς ἀπροφάσιστα καὶ πρόθυμα.
80. Ὅσοι χρησιμοποιοῦν τὰ φιλικά τους πλεονεκτήματα γιὰ ὑπηρεσία τῆς πονηρίας καὶ ὄχι γιὰ τὴν εὐεργεσία τῶν συνανθρώπων, αὐτοὶ καὶ τὴ φύσι ἐκφαυλίζουν καὶ τὴν πρὸς αὐτοὺς ἐκτίμησι τοῦ δημιουργοῦ μετατρέπουν σὲ ὕβρι καὶ ἀχαριστία.
81. Ὅπως εἶναι αἰσχρὸ καὶ ταπεινὸ νὰ ὁμιλῆ κανεὶς πρὸς τὰ πλήθη γιὰ νὰ τὰ εὐχαριστῆ, ἔτσι εἶναι ἐπικίνδυνο καὶ σφαλερὸ νὰ σοβαρεύεται πάντοτε καὶ νὰ εἶναι βαρύς. Πρέπει λοιπόν, ἀποφεύγοντας τὰ δύο ἄκρα, νὰ ἐπιδιώκη τὴν μεσότητα σὰν ἀρετὴ καὶ νὰ ἀπονέμη τὸ κατάλληλο στὸν καιρό του.
82. Ὁ αὐθάδης ὅρκος φέρει πρόχειρη τὴν ἐπιορκία• ἄλλωστε γενικὰ ἡ ὁρκωμοσία δὲν δείχνει ἦθος κόσμιο οὔτε φρόνημα εὐγενές• ὁ ἀξιοπρεπὴς καὶ μεγαλόψυχος ἄνδρας θὰ ἐντραπῆ νὰ ἐπιβεβαιώνη μὲ ὅρκο τὴν πιστότητα τῶν λόγων του καὶ νὰ ἀτιμάζη τὴν πίστι μὲ τοὺς τρόπους του.(52) Εἶναι λοιπὸν πρὸς τὸ συμφέρον μας τὸ ὅτι ὁ νόμος τοῦ Κυρίου ἀπαγορεύει κηδεμονικῶς τὸν ὅρκο.(53)
83. Ὅσα εὐεργετήματα δεχθῆς, νὰ τὰ θυμᾶσαι πάντοτε• ὅσα ὅμως εὐεργήματα κάμης νὰ τὰ λησμονῆς γρήγορα• τὸ πρῶτο εἶναι δεῖγμα χρηστότητας καὶ εὐγνωμοσύνης, τὸ δεύτερο εἶναι δεῖγμα καθαρῆς μεγαλοψυχίας καὶ φυλάττει καθαρὴ τὴν εὐεργεσία.
84. Τὸ νὰ ὀνειδίζη κανεὶς συγχρόνως εὐεργεσίες καὶ συμφορές, νὰ θεωρῆς ὅτι δείχνει παρόμοια ἐλαφρότητα καὶ ἀπανθρωπιά.
85. Ἡ ἀπάτη σημαίνει παντοῦ ὁμολογία ἀσθενείας. Ἂν γίνεται πρὸς φίλους, εἶναι χείριστο κακὸ ποὺ δείχνει ὑπερβολικὴ μοχθηρία. Ἂν πάλι γίνεται πρὸς ἐχθροὺς καὶ πολεμίους, σὲ περίπτωσι ποὺ δὲν τὸ γνωρίζουν ἀπὸ πρίν, δὲν ἀπέχει ἀπὸ στρατήγημα, ὅταν ὅμως τοὺς γνωστοποιηθῆ ἡ ἀπαίτησις καὶ αὐτοὶ δὲν τὴν ἀπορρίψουν, τότε ἀπέχει πολὺ ἀπὸ τὴν παλληκαριὰ καὶ τὴν ἀνδραγαθία. Γι' αὐτὸ νὰ μὴ μεταχειρίζεσαι ἀπάτη οὔτε πρὸς τοὺς πολεμίους ποὺ σὲ ἐμπιστεύονταν διότι, ἀκόμη καὶ ἂν εἶναι πολέμιοι, ἀλλ' ὅμως δὲν εἶναι λιγώτερο ἀπατεώνας καὶ πλανευτὴς αὐτὸς ποὺ ἐξαπατᾶ ὅσους τὸν ἐμπιστεύθηκαν.
86. Συνήθως τὸν προδότη οἱ ἄνθρωποι τὸν ἀγαποῦν ὅταν προδίδη, ἀλλὰ τὸν μισοῦν ὅταν ἔχη προδώσει. Ἐσὺ ὅμως νὰ ἐξετάζης• ἂν κάποιος πρόδωσε ἀφοῦ ἐπιβουλεύθηκε κι ἔπαθε φοβερὰ ἀπὸ τοὺς δικούς του, δὲν εἶναι ἀπίθανο νὰ γίνη καλὸς φίλος• ἂν ὅμως πρόδωσε χωρὶς νὰ πάθη τίποτε, νὰ τὸν θεωρῆς ἐξ ἴσου καὶ δικό σου προδότη. Διότι τὸ ν' ἀνταποδώση κακὰ σ' αὐτοὺς ποὺ τὸν ἐλύπησαν, εἶναι ἀνθρώπινο πάθος• τὸ νὰ ἀρχίση ὅμως ὁ ἴδιος κακούργημα, εἶναι ἀνίατη μοχθηρία.
87. Ὁ χρυσὸς ἀναποδογυρίζει ὅλα τὰ ἀνθρώπινα. Φύλαγε λοιπὸν τὸ ἔντιμο ἔθος τῆς πατρίδος, θεωρώντας κι ἐπιδεικνύοντας σὲ ὅλους ἄχρηστον τὸν χρυσό, ποὺ εἶναι ἰσχυρὸς ἐπίβουλος γιὰ τοὺς φίλους του.
88. Πρέπει ὅσα ἐνοχλήματά σου ἐπέρχονται προσωπικῶς, νὰ τὰ ὑποφέρης εὐχαρίστως καὶ γενναίως, ὅσα πάλι ἐπέρχονται στοὺς ὑπηκόους, νὰ τὰ ἀντιμετωπίζης μὲ συμπάθεια καὶ ὄχι μὲ ἀναλγησία. Τὸ πρῶτο εἶναι δεῖγμα καρτερίας καὶ ἀνδρείου φρονήματος, τὸ δεύτερο εἶναι δεῖγμα ἀδιαφορίας καὶ ἀνάξιο γιὰ τὴν πρόνοια καὶ φροντίδα τοῦ ἄρχοντος.
89. Νὰ μὴ ἐκδικῆσαι ὁμοφύλους ἐχθρούς• αὐτὸ προβλέπει ὁ θεῖος(54) καὶ φιλάνθρωπος νόμος, ποὺ εἶναι καὶ πολὺ χρήσιμος στὰ ἴδια τὰ πράγματα. Ἔκεῖνος ποὺ ἐκδικεῖται, ἔχει πάλι σκληρότερο ἐχθρό, ἐκεῖνος ὅμως ποὺ εὐεργετεῖ, ἢ κατασκευάζει ἕνα φίλο ἀπὸ ἐχθρὸ ἢ πάντως ἕνα πραότερο ἐχθρό.
90. Νὰ μὴ παραβαίνης τίποτε ἀπὸ ὅσα ἀποφάσισες νὰ ὑποσχεθῆς σὲ ἄλλους. Διότι ἡ ψευδολογία σὲ μερικὰ θέματα ἀποδεικνύει ἄπιστο ὅλο τὸν τρόπο καὶ οἱ διαψευσθέντες δὲν αἰσθάνονται ἐντροπὴ νὰ ἀνταποδώσουν τὰ ἴδια. Γι' αὐτὸ λοιπὸν κάθε ἄνθρωπος πρέπει ν' ἀποφεύγη τὸ ψεῦδος, κυρίως ὅμως οἱ κυβερνῆτες• διότι οἱ ἄλλοι ἔχουν μερικὲς φορὲς σὰν ἀπολογία τὴν ἀδυναμία, οἱ ἄρχοντες ὅμως δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ ἀποφύγουν νὰ ἀποδειχθοῦν μὲ κάθε τρόπο ὅταν εἶναι μοχθηροὶ στὶς γνῶμες.
91. Πρέπει νὰ ἀποφεύγης τὶς ἔντονες ὑποσχέσεις. Διότι, ἂν τὶς ἐκπληρώσης, προαφαίρεσες τὴν μεγαλύτερη χάρι, ἀφοῦ μὲ τὴν ἔντασι τῆς ὑποσχέσεως τὴν ἐτεμάχισες ἀπὸ πρὶν κι' ἐμίκρυνες σὲ δυὸ τὴν μία δωρεά• ἂν πάλι δὲν τὶς ἐκπλήρωσης, ἐπῆρες διπλὴ ἐντροπή, ὅτι δηλαδὴ ὑποσχέθηκες καὶ ὅτι δὲν ἔδωσες τίποτε ἀπὸ ὅσα ὑποσχέθηκες, καὶ ἀντὶ φίλου παρουσιάσθηκες ἐχθρικός• διότι ἀφαίρεσες αὐτὰ ποὺ πρόσφεραν οἱ ἐλπίδες. Ἄλλωστε οἱ ἔντονες ὑποσχέσεις ἁρμόζουν σ' ἐκείνους ποὺ δὲν εἶναι πολὺ πιστευτοί• ἀποδεικνύουν δὲ καὶ ὅτι προσφέρουν χάρι ὄχι γιὰ κηδεμονία ἀλλὰ μᾶλλον γιὰ ἀνάγκη.
92. Ἄξιος χαρίτων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ σέβεται καὶ τὴ φύσι καὶ τὴν ὀνομασία τῆς χάριτος καὶ δὲν παύει νὰ τὴν μελετᾶ, ἕως ὅτου τὴν ἀνταποδώση. Ὅπως δὲ ἀνάξιος τῶν χαρίτων εἶναι ἐκεῖνος ποὺ ἀνταμείβει τὸν εὐεργέτη μὲ ἀχαριστία, ἔτσι εἶναι ἄξιος του τίτλου τῆς εὐεργεσίας, ἐκεῖνος ποὺ χαρίζει μὲ τὸν ὄρο νὰ μὴ ἀνταπολάβη τὴν χάρι.
93. Νὰ μὴ χαρίζης τίποτε παράνομο οὔτε στοὺς φίλους, διότι ἂν μὲν αὐτοὶ εἶναι ἔντιμοι, θὰ σὲ μισήσουν περισσότερο γιὰ τὴν παρανομία ἀπὸ ὅσο θὰ σὲ ἀγαπήσουν γιὰ τὴν εὐεργεσία• ἂν πάλι εἶναι φαῦλοι, παθαίνεις διπλῆ ζημιά, εὐεργετώντας κακοὺς καὶ ἀπεχθανόμενος ἀγαθούς. Ἐκτος ἀπὸ αὐτά, τὸ νὰ ἀνταλλάξη κανεὶς μιὰ πρόσκαιρη καὶ ἰδιωτικὴ εὐχαρίστησι μὲ αἰώνιο καὶ κοινὸ ὄνειδος, εἶναι γνώρισμα μεγάλης παρανοίας.
94. Οἱ χάριτες, ποὺ μὲ τὶς ἀναβολὲς καὶ τὶς παρατάσεις τοῦ χρόνου εἶναι σὰν νὰ ἔφθασαν σὲ γεράματα, μαραίνουν τὸ κάλλος τους• διότι, ἀποβάλλοντας τὸ ἄνθος τῆς προθυμίας, μὲ τὴν ὁποία καθιστοῦσαν ὑπέροχη καὶ λαμπρὴ τὴν εὐχαρίστησι, δὲν φέρουν τὴν εὐφροσύνη στὴν ὥρα της.(55)
95. Οἱ χάριτες, ποὺ εἶναι ἡμιτελεῖς, δὲν μποροῦν νὰ εἶναι χάριτες, θὰ γίνουν ὅμως, ὅταν τελειωθοῦν ἐκεῖνος πάντως ποὺ τὶς διαθέτει κατὰ τὸ ἥμισυ καὶ τὸν ἑαυτό του ζημιώνει καὶ τὸν λαμβάνοντα δὲν εὐφραίνει. Διότι ἐκεῖνος ποὺ ἐπῆρε μισοκομμένη τὴν χάρι, δὲν θὰ χαρῆ τόσο πολὺ γιὰ τὴν μισή, ὅσο θὰ στενοχωρηθῆ γιὰ τὴν ὑπολειπόμενη μισή.
96. Ἐκεῖνος ποὺ ὀνειδίζει τὶς χάριτες, εἶναι ὅμοιος μὲ γεωργὸ ποὺ σπείρει προθύμως, ἀλλ' ἀφήνει χοίρους καὶ θηρία στὴ σπορά. Ὅπως δηλαδὴ ὁ χοῖρος καταστρέφει καὶ τὸ σπόρο καὶ τὸν ἀπ' αὐτὸν καρπό, ἒτσὶ κι' αὐτὸς συγκαταστρέφει καὶ τὰ καταβληθέντα ἀγαθὰ καὶ τὴν εὐχαριστία ποὺ βλαστάνει ἀπ' αὐτὰ γι' αὐτόν.
97. Νὰ μὴ νομίζης βέβαια ὅτι, ἂν εὐεργετῆς πρῶτα καὶ ἔπειτα ἀμελῆς, οἱ εὐεργετηθέντες θὰ διαφυλάξουν τὴν ἀρχικὴ εὐγνωμοσύνη. Πράγματι ἐγὼ ὁ ἴδιος ἐγνώρισα πολλοὺς προσωπικῶς, ποὺ στηριζόμενοι στὸ πλῆθος καὶ μέγεθος τῆς ἀρχικῆς εὐεργεσίας, δὲν ἐφρόντισαν στὴ συνέχεια νὰ δείξουν κάτι παρόμοιο• διότι ἤλπισαν ὅτι ἡ ἀρχικὴ γενναιοδωρία ἀρκοῦσε στοὺς εὐεργετηθέντες γιὰ ἰσόβια εὐχαριστία καὶ ὅτι δὲν θὰ ἔλθη ποτὲ καιρὸς ποὺ οἱ εὐεργετηθέντες θὰ λησμονήσουν τὴν εὐεργεσία• τὸ πρᾶγμα ὅμως ὄχι μόνο δὲν κατέληξε σύμφωνα μὲ τὶς ἐλπίδες των, ἀλλὰ καὶ μεταστράφηκε πρὸς τὸ ἀντίθετο. Ἀλλά, ὡς πρὸς τὴν προαίρεσι τῶν φαύλων δὲν ὑπάρχει καμμιὰ ἀπορία• διότι τέτοιοι ἄνθρωποι, ἀκόμη καὶ ἂν ἲσως ἔρρεε στὰ χέρια τους ἡ εὐεργεσία, καὶ τότε δὲν θὰ ἀνταπέδιδαν τὶς εὐεργεσίες μὲ καθαρὰ λόγια. Ἀλλὰ καὶ στὴν περίπτωση τῶν ἄλλων, θὰ μποροῦσες νὰ ἰδῆς ἐκείνους μὲν ποὺ καλλιεργοῦσαν τὴν καλοκαγαθία ὅτι ἐμνημόνευαν ὅσα εἶχαν δεχθῆ καὶ δὲν ἔπαυαν νὰ ἐγκωμιάζουν τὸν εὐεργέτη, ὅμως, ὅταν ἐσταματοῦσαν οἱ ἀπολαυές, δὲν διατηροῦσαν καθαρὴ καὶ ἀκέραιη τὴν ἀρχαία εὐγνωμοσύνη, ἀλλὰ μὲ τὸν καιρό, ὑποβαθμίζοντας τὸ αἴσθημα εὐχαριστίας (ἀφοῦ δὲν εἶχαν νέες εἰσφορές), ἔχαναν τὴν ἔντασι καὶ δροσιὰ τῆς συμπάθειας. Ἐκεῖνοι πάλι ποὺ θεωροῦνταν ὅτι ἀνήκουν στὴ μέση διάθεσι, ὅταν εὐεργετοῦνταν, εἶχαν τὸ αἴσθημα τῆς εὐχαριστίας, ὅταν ὅμως παραμελοῦνταν, κι αὐτοὶ δὲν ἐντράπηκαν νὰ μεταφέρουν τὴν προηγούμενη διάθεσί τους στὸ ἀντίθετο, καθὼς μάλιστα ἔβλεπαν ἄλλους νὰ ἀπολαύουν εὐεργεσιῶν. Διότι δὲν ἐσκέπτονταν, ὅπως ἔπρεπε, ὅσα εἶχαν δεχθῆ αὐτοὶ προηγουμένως, ἀλλὰ ἐκύτταζαν τὰ εὐεργετήματα ποὺ ἐλάμβαναν οἱ διπλανοί τους, καὶ ἐρεθιζόμενοι ἀπ' αὐτὰ μετέτρεπαν τὴν εὐχαριστία σὲ ἀχαριστία. Εἶναι λοιπὸν πολὺ ὠφέλιμο γιὰ τὸν ἄρχοντα, ἀκόμη καὶ κατὰ τὴν ἄσκησι τῆς κυβερνητικῆς του ἐξουσίας, νὰ κερδίζη τὴν ἀγάπη τῶν ὑπηκόων μὲ δωρεὲς ποὺ παρέχονται κατὰ δόσεις καὶ ἰσοβίως, ὄχι ἀπότομα καὶ διαμιᾶς• τὸ δὲ πλῆθος καὶ τὸ βάρος τῶν δοσμάτων ἁρμόζει περισσότερο σ' ἐκείνους ποὺ ἔχουν ἐπιτύχει κάποιο μεγάλο καὶ παράδοξο κατόρθωμα γιὰ τὴν κοινὴ σωτηρία τῆς πατρίδος παρὰ σ' ἐκείνους ποὺ χρειάζονται λιγοστὴ ἀπὸ ἐμᾶς βοήθεια.
98. Ὁ θυμὸς εἶναι ἐκουσία ἔκστασις καὶ ἀλλοτρίωσις τῶν φρενῶν• διότι ἐκεῖνα ποὺ πράττουν οἱ πάσχοντες ἀπὸ χρονὶα μελαγχολία, παρόμοια μὲ αὐτὰ διαπράττουν καὶ οἱ βαρεμένοι ἀπὸ τὸν θυμὸ τὴν ὥρα ἐκείνη.
99. Ὅπως ἡ φωτιὰ ἀφανίζει τὰ ξύλα ποὺ τὴν τρέφουν, ἔτσι καὶ ὁ θυμὸς κατατρώγει τὴν ψυχὴ ποὺ τὸν ἔχει• πολλὲς φορὲς μάλιστα φθείρει καὶ ὁλόκληρο τὸν ζωντανὸ ὀργανισμό.
100. Νὰ μὴ τιμωρήσης θυμωμένος ἀπολύτως κανένα, οὔτε δικαίως• διότι μόλις τιμωρηθῆ ὁ πολίτης, ἐσὺ χωρὶς ἀμφιβολία θὰ ἀποδειχθῆς ὅτι προέβηκες ἐσφαλμένως στὴν ἐνέργεια. Γι' αὐτὸ ἄριστα κάποιος ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους ἐδήλωσε πρὸς τὸν ἀδικήσαντα• «θὰ σ' ἐτιμωροῦσα, ἂν δὲν ἤμουν θυμωμένος».(56)
101. Ὁ θυμὸς εἶναι τυφλὸ πάθος, ποὺ δὲ μπορεῖ νὰ κρίνη ἀπὸ τὸ χειρότερο τὸ καλύτερο. Γι' αὐτὸ καμμιὰ ὠφέλεια δὲν φέρει ἡ παραίνεσις τοῦ ὀργιζομένου• ὅταν ὅμως παύση, πρέπει νὰ προσφέρη τὴν θεραπεία διὰ τῶν ἐλέγχων ἀνάμικτη μὲ τὴν ἐπιείκεια.(57) Διότι οὔτε οἱ ἰατροὶ προσφέρουν τὰ πικρότερα φάρμακα χωρὶς μέλι στοὺς ἀσθενεῖς οὔτε ἡ ψυχὴ τῶν ἀπαιδεύτων δέχεται ἀκράτους τοὺς ἐλέγχους.
102. Ὁ ἄρχων, ὅπως ἁρμόζει νὰ εἶναι γρήγορος στὴν εὐεργέτησι τῶν ἀξίων, ἔτσι πρέπει νὰ εἶναι βραδὺς στὴν τιμωρία τῶν ἐνόχων• καὶ νὰ χαίρεται, ὅταν τιμᾶ τοὺς σπουδαίους, νὰ στενοχωρῆται δὲ ὅταν τιμωρῆ τοὺς ἐνόχους.
103. Νὰ μὴ φανῆς ποτὲ σὲ κανένα ἄνθρωπο, ποὺ σοῦ ἔδειξε ἐμπιστοσύνη, ἄπιστος• διότι ἂν φανοῦμε ἄπιστοι σ' αὐτοὺς ποὺ μᾶς ἐμπιστεύθηκαν, τί θὰ φανοῦμε στοὺς ἄλλους; Μὲ ποιοὺς λοιπὸν θὰ ζήσωμε ἀφόβως καὶ εὐχαρίστως;
104. Τὸ εἶναι δὲν θέλει νὰ συνυπάρχη μὲ τὸ οἴεσθαι. Γι' αὐτὸ ὅπου βλέπεις οἴησι, νὰ νομίζης ὅτι ἡ πράξις εἶναι ἀποῦσα καὶ τὸ εἶναι ἔχει φύγει.
105. Εἶναι ἐντροπὴ σ' ἐκεῖνον ποὺ εἶναι ἀρχηγὸς καὶ δεσπότης ἀνδρῶν νὰ φανῆ ἡττημένος ἀπὸ γυναῖκες καὶ δοῦλος ἡδονῶν. Ἂν ὅμως συζῆ μὲ τὴν γυναίκα ποὺ νομίμως ἀπέκτησε βοηθὸ τοῦ βίου, δὲν ἁμαρτάνει.
106. Ἡ ἀγαμία εἶναι θεῖο πράγμα καὶ ὑπερφυές, ἀνώτερο ἀπὸ τὴν πολιτικὴ ἀρετὴ καὶ εὐνομία• ἡ δὲ μονογαμία εἶναι ἔργο τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως γιὰ τὴν διαδοχὴ τοῦ γένους, γιὰ μιά ἤρεμη καὶ φιλάνθρωπη συμβίωσι καὶ γιὰ μιὰ εὐνομούμενη πολιτεία• ἡ δὲ πολυγαμία εἶναι κάτι τὸ αἰσχρότατο καὶ μιαρό, ποὺ ταιριάζει στὴν ἀκολασία καὶ ἀκαθαρσία τῶν ἀλόγων.
107. Ὁ Ἀλέξανδρος ὁ Μακεδών, ποὺ ἔγινε κυρίαρχος τῆς Ἀσίας μὲ τὰ ὅπλα, ἔλεγε ὅτι οἱ Περσίδες εἶναι βολίδες τῶν ματιών•(58) ὁ πραγματικὰ σώφρων ὅμως καὶ φύλακας τῶν δεσποτικῶν ἐντολῶν θ' ἀποφύγη καὶ θ' ἀποστραφῆ, ὄχι μόνο τὶς Περσίδες, ἀλλὰ καὶ κάθε γυναίκας πρόσωπο ὡς ὀξὺ καὶ θανατηφόρο βέλος τῆς ψυχῆς.
108. Ὁ ἦχος τῆς φωνῆς πλήττει τὴν ἀκοὴ καὶ δι' αὐτῆς ἐντυπώνεται στὴν ψυχὴ τὸ πάθος• τὸ κάλλος δὲ τῶν σωμάτων ἑλκύει τὸν ὀφθαλμὸ καὶ δεσμεύοντάς τον μὲ αὐτὸ ὑποδουλώνει τὸν αὺτοδέσποτο λογισμό.
109. Ὅπως εἶναι ἀδύνατο νὰ μείνη ἀπείρακτος ἀπὸ τὴν ταραχὴ καὶ ζαλάδα ὅποιος πλέει στὴ θάλασσα, ἔτσι εἶναι ἀδιανόητο γιὰ ὅποιον παρατηρεῖ καὶ ἐξετάζει τὰ κάλλη τῶν σωμάτων νὰ παραμείνη ἔξω ἀπὸ τὰ κύματα καὶ τοὺς κινδύνους ποὺ προέρχονται ἀπὸ ἐκεῖ. Γι' αὐτὸ πρέπει ν' ἀποφεύγης τὶς ἀρχὲς καὶ τὶς αἰτίες τῶν παθημάτων διότι αὐτὸ εἶναι καὶ συμφέρον καὶ ἐλαφρό. Ὅταν ὅμως τὸ κακὸ ἐνσκήψη στοὺς λογισμοὺς κι ἐντυπώσης σ' αὐτοὺς τὸ εἴδωλο τῆς ἐπιθυμίας, τὸ πάθος γίνεται δυσαπόβλητο καὶ εἶναι δύσκολο ν' ἀπαλλαγῆ κανεὶς ἀπ' αὐτό.
110. Μερικοὶ λέγουν ὅτι οἱ ἐρωτευμένοι ἔχουν τὴν ψυχὴ σὲ ξένα σώματα• νομίζω ὅμως ὅτι εἶναι εὐλογώτερο νὰ λέγουν ὅτι αὐτοὶ ἔχουν χάσει σὲ ξένα σώματα τὸν νοῦ μαζὶ μὲ τὴν ψυχή.
111. Τὴν μέθη καὶ μαλθακότητα τῶν ἀρχόντων νὰ τὴ θεωρῆς ναυάγιο τῶν ἀρχομένων διότι, ὅταν ὁ κυβερνήτης καταποντίζεται μὲ τὸν κορεσμὸ καὶ τὸ κρασί, πῶς ἡ κυβερνώμενη πολιτεία δὲν θὰ πέση σὲ ἀτελείωτα κύματα καὶ φοβερὲς τρικυμίες καὶ δὲν θὰ καταποντισθῆ μαζὶ μὲ τὴν ἀπώλεια τοῦ κυβερνήτη;(59)
112. Ποτὲ νὰ μὴ φέρης σὲ σημεῖο ἀπογνώσεως κανένα ἄνθρωπο, οὔτε τὸν τυχόντα• διότι ἡ ἀπόγνωσις εἶναι ἰσχυρὸ καὶ ἀκαταμάχητο ὅπλο καὶ πολλὲς φορὲς ἡ ἀνάγκη, χρησιμοποιώντας παράτολμες πράξεις, ἐπιφέρει ἀνέλπιστες μεταβολές, ποὺ πρὶν συμβοῦν ἐθεωροῦνταν μύθοι.
113. Τὸ ἄριστο γιὰ τὸν ἄνθρωπο εἶναι νὰ μὴ ἀστοχήση καὶ νὰ μὴ ξεπέση ἀπὸ τὴν ὀρθὴ κρίσι• τοῦ δὲ συνετοῦ γνώρισμα εἶναι, ὅταν πέση, νὰ σηκωθῆ γρήγορα καὶ νὰ χρησιμοποιήση τὸ πταῖσμα, γιὰ νὰ μὴ πέση πάλι σὲ παράπτωμα.
114. Ἡ ἑκουσία ἐπίδοσις στοὺς κόπους ἀφαιρεῖ τὸ ἀφόρητο καὶ βαρὺ τῶν ἀκουσίων• γι' αὐτὸ εἶναι χρήσιμη ἡ ἐπίδοσις καὶ μελέτη στοὺς ἑκουσίους.(60)
115. Γνώρισμα τῆς τελείας ἀρετῆς τοῦ ἄρχοντος εἶναι νὰ μὴ ἐντρέπεται μόνο τὸ πλῆθος ὥστε νὰ μὴ ἁμαρτάνη, ἀλλὰ καὶ τὸν ἑαυτὸ του πρὶν ἀπὸ τὸ πλῆθος.
116. Στοὺς ἐλεύθερους ἀνθρώπους ἡ ὕβρις μὲ λόγια δὲν παραλλάσσει πολὺ ἀπὸ τὶς πληγὲς καὶ τὶς μάστιγες. Πρέπει λοιπὸν νὰ συγκρατοῦμε τὴν αὐθάδεια ποὺ ὑπάρχει σ' αὐτά• διότι, ἐνῶ φαίνεται ὅτι δὲν εἶναι μεγάλο πρᾶγμα, φέρει μεγάλες ζημίες.
117. Πολλοὺς ἔβλαψε ἡ εὐφυολογία• διότι, ὅταν ἐκπέση ἀπὸ τὴν παιγνιώδη γνώμη, γίνεται καίρια πληγὴ τῶν ἐμπαιζομένων καὶ μὲ τὴ σύντομη τέρψι τῶν τυχαίων γεννᾶ μεγάλες ἔχθρες τῶν σπουδαίων. Κάθε φρόνιμος ἄνθρωπος πρέπει νὰ τὴν ἀποφεύγη, περισσότερο δὲ ἀπὸ τοὺς ἄλλους ὁ ἄρχων, διότι καὶ χυδαῖο εἶναι καὶ τὸν καταντᾶ νὰ καταφρονῆται μᾶλλον παρὰ νὰ χαριεντίζεται.
118. Ὅταν εὐεργετῆς, νὰ περιφρουρῆς τοὺς ὑπηκόους σὰν νεῦρο τῆς ἀρχῆς καὶ σὰν μέλη σου• ἂν διασπασθοῦν ἐκεῖνοι, ὑπάρχει κίνδυνος νὰ καταλυθῆ μαζί τους καὶ ἡ δική σου ἐξουσία.
119. Τὶς σχεδιαζόμενες στάσεις, ὅσες δὲν εἶναι εὔκολο νὰ τὶς σβήσης, καλύτερα νὰ ὑποκριθῆς ὅτι τὶς ἀγνοεῖς καὶ νὰ τὶς καλύψης μὲ τὴν λήθη, παρὰ νὰ τὶς καταστείλης θριαμβευτικῶς• διότι ἡ ἐκδικητικὴ ἀντιμετώπισις μερικὲς φορὲς ἀνάβει τὴ φλόγα περισσότερο καὶ φέρει φοβεροὺς κινδύνους, καὶ προκαλεῖ πολλὴ ζημιὰ καὶ στὸν διασωθέντα, ἐνῶ ἡ λήθη κοιμίζει ἤρεμα καὶ μαζὶ μὲ τὸ ἀκίνδυνο περιέχει καὶ τὸ φιλάνθρωπο καὶ συνετὸ καὶ ἀζήμιο.
120. Ὁ ἄρχων πρέπει νὰ ἀσφαλίζη καὶ ρυθμίζη τὰ πράγματα σὰν νὰ σαλεύωνται, ἀκόμη καὶ ὅταν τοῦ ἔρχωνται εὐνοϊκά• ὅταν πάλι ἀνατρέπωνται καὶ διαταράσσωνται, νὰ σκέπτεται καὶ νὰ φροντίζη πῶς θὰ ἐπανέλθουν σὲ ὁμαλότητα καὶ θὰ ἑδραιωθοῦν. Ἡ πεῖρα δὲν δείχνει ἀνέλπιστο κανένα ἀπὸ τὰ δύο ἀντίθετα ἐνδεχόμενα, ἀλλὰ πολλὲς φορὲς μικρὴ ραθυμία καταρρίπτει μεγάλες καὶ ὑπέρογκες δυναστεῖες, καὶ ἀντιθέτως ὁ ζῆλος μαζὶ μὲ τὴν σύνεσι ἐπαναφέρουν τοὺς ἐκπτώτους σὲ μέγα ὕψος δυνάμεως.
121. Οἱ σώφρονες καὶ σοβαροὶ ἄνθρωποι, ὅταν ἐπιτυγχάνουν, δὲν γίνονται ὑπερόπτες, ἀλλὰ τὸν ὄγκο τῆς ἐπιτυχίας στολίζουν μὲ μετριοφροσύνη καὶ ἔτσι καταπραΰνουν τὸ πάθος τῶν φθονερῶν• ὅταν ἀποτυγχάνουν, ὑποφέρουν γενναίως καὶ καθιστώντας τὴν συμφορὰ ἀφετηρία ἀρετῆς, μὲ τὴν ἰσχύ της δυναμώνουν τὴν γνώμη κι ἐξορίζουν τὴν ἀθυμία ἀπὸ τὴν διάνοια• διότι γνωρίζουν ὅτι τὰ ἀνθρώπινα τρέπονται καὶ πρὸς τὶς δύο ἀντίθετες κατευθύνσεις, εἶναι ἄστατα καὶ ἀβέβαια.(61) Εἶναι δὲ δεῖγμα ἀφροσύνης, ἐπιπολαιότητος καὶ ἀμορφωσιᾶς καὶ τὰ δύο, δηλαδὴ καὶ τὸ νὰ ἐπαίρεται καὶ ἐξογκώνεται κανεὶς στὶς ἐπιτυχίες καὶ τὸ νὰ ἀπογοητεύεται τελείως καὶ νὰ καταλαμβάνεται ἀπὸ ἀθυμία στὶς ἀτυχίες.
122. Τῶν συνετῶν ἀνδρῶν ἔργο εἶναι νὰ προβλέπουν τὶς δυσχέρειες καὶ μὲ φρονιμάδα νὰ τὶς ἀπομακρύνουν• δὲν εἶναι ὅμως κατωτέρων ἀνδρῶν ἔργο καὶ τὸ νὰ ρυθμίζουν καὶ ἐξοικονομοῦν καλὰ τὰ συμβάντα.
123. Γνωρίζω περιπτώσεις κατὰ τὶς ὁποῖες ἐπῆλθαν ἐνέργειες ἀπότομα καὶ οἱ θεαταὶ ἐξεπλάγησαν ἀπὸ τὸ ἀπροσδόκητο τοῦ συμβάντος καὶ ἐβάστασαν ἥσυχα τὶς συμφορὲς καὶ δὲν ἐξεσηκώθηκαν οὔτε ἀργότερα γιὰ νὰ ἀποσείσουν τὸ βάρος, χωρὶς μάλιστα νὰ συναυξάνεται ἡ ἀπὸ αὐτὲς προερχομένη βλάβη, ἀλλὰ καὶ μὲ ἄλλους πραότερους τρόπους νὰ χαλαρώνεται. Πράγματι εἶδα μερικὲς ἀπὸ αὐτὲς τὶς πράξεις νὰ ἔχουν ρυθμισθῆ μὲ αὐτὸν τὸν τρόπο καὶ μὲ τὴν συνήθεια βαθμιαίως νὰ ἐλαφρύνωνται περισσότερο καὶ νὰ καταντοῦν νὰ εἶναι ἄλυπες• ἀντιθέτως, ἄλλες νὰ ἔχουν σηκώσει σὰν ἀπὸ ὕπνο κι ἐκείνους ποὺ ζοῦν μὲ ἀμέλεια καὶ ἀτολμία. Διότι ὁ καθένας, ἐρεθισμένος ἀπὸ τὸ παράλογο καὶ αἰφνίδιο τῶν συμβάντων, ἔρχεται μέσα στὰ πράγματα, καὶ ἡ καινοτομία δὲν ἀντέχει νὰ κρατήση οὔτε μία ἡμέρα.
124. Ἄλλες πάλι ἐνέργειες, καὶ μάλιστα ὄχι ἀπὸ τὶς συνηθισμένες, ἐπερχόμενες βαθμιαίως καὶ ὑποκλέπτοντας τὴν συναίσθησι τῆς καινοτομίας μὲ τὸν ἤρεμο καὶ ἀτάραχο τρόπο τους, παρεισδύουν χωρὶς κόπο καὶ χωρὶς νὰ γίνουν ἀντιληπτὲς οὔτε ἀπὸ τοὺς πεπειραμένους ἀκόμη. Μερικὲς ἐπίσης, ποὺ ἐπιχείρησαν νὰ παρεισδύσουν μὲ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ κατηγορήθηκαν γιὰ δειλία, ἐπειδὴ δὲν ἐνέσκηψαν μὲ βία οὔτε μὲ αὐτόνομη δύναμι φανερά, γρήγορα ἀνατράπηκαν ἀπὸ τοὺς ἐπιτυχόντας• διότι ἐξοπλίζοντας καὶ ἐκείνους ποὺ ἐφάνηκαν προηγουμένως ἐπιεικέστατοι μὲ τὴν δική τους μεγαλύτερη ἐπιφύλαξι στὸ ἀσυγκράτητο θράσος καὶ τὴν παράλογη τόλμη, καταστράφηκαν μὲ τὴν ἴδια τὴν ἐπιχείρισι.
125. Πῶς λοιπὸν εἶναι δυνατὸ νὰ ἐπιτύχη κανεὶς τὸν σκοπό; Διότι φαίνονται τὰ ἀντίθετα νὰ συντελοῦνται διὰ τῶν ἰδίων μέσων. Προτιμότερο εἶναι νὰ μὴ ἀρχίζη τέτοιες ἐνέργειες• διότι οἱ καινοτομίες εἶναι, καὶ χωρὶς ἄλλη λυπηρὴ ἐπίπτωσι, ἱκανὲς νὰ θορυβήσουν καὶ νὰ πλήξουν διάνοιες καὶ νὰ προσκαλοῦν τὸ πλῆθος σὲ διαβολὲς καὶ ὕβρεις. Ἐπειδὴ ὅμως μερικὲς φορὲς ὑπάρχει ἐπείγουσα ἀνάγκη καὶ ὁ ἡγέτης χρειάζεται μία καινοτόμο πρᾶξι, ἂν ἀπ' αὐτὴ τὴν πρᾶξι τὸ κοινὸ εὑρίσκει μεγάλο ὄφελος καὶ εὐφροσύνη, δὲν χρειάζεται σκέψι καὶ μελέτη• ἀλλοιῶς, ἂν εἶναι λυπηρή, δὲν νομίζω ὅτι μπορεῖ νὰ ἀναπτυχθῆ ἄριστα μὲ τὰ λόγια (διότι δὲν εἶναι δυνατὸ νὰ συλλάβωμε ἀκριβῶς μὲ τὸν ἁπλὸ λόγο καὶ μακριὰ ἀπὸ τὰ ἔργα τὰ ἐπακόλουθα κάποιων ἰδιωτικῶν περιστάσεων), ἀλλὰ πάντως ἐκεῖνος ποὺ εἶναι καλὰ γυμνασμένος στὰ προειρημένα κι ἔχει πρὸς αὐτὰ τὴν ἀπὸ ἄνω βοήθεια θὰ μάθη ὅτι ἔχει συγκεντρώσει μεγάλη δύναμι.
126. Νὰ νομίσης ὅτι ὅπλο ἰσχυρότερο καὶ ἀσφαλέστερο ἀπὸ τὴν ἀνδρεία καὶ τὴν στρατηγία εἶναι ἡ ἀγάπη τῶν ὑπηκόων.(62) Διότι ὅταν εἶναι αὐτὴ παροῦσα καὶ στρατηγῆ, καθιστᾶ κι ἐκεῖνα χρήσιμα καὶ προσφέρει μεγάλη δύναμι πρὸς ὅλα• ὅταν ὅμως ἀναιρεθῆ ἡ ἀγάπη, καλύτερα ν' ἀναιρεθοῦν μαζὶ κι ἐκεῖνα, διότι γρήγορα θὰ θελήσουν νὰ κινηθοῦν πρὸς τὴν μισούμενη ἐξουσία παρὰ κατὰ τῶν ἐχθρῶν.
127. Τοὺς λόγους ἐλέγχουν πολλὲς φορὲς τὰ δόρατα, σὲ πολλὰ μέρη ὅμως καὶ ἡ ἰσχὺς τῶν λόγων ἀμβλύνει τὴν ὀξύτητα τοῦ πολέμου καὶ διαλύει τὴν ὁρμὴ μεγάλων στρατευμάτων. Ἑπομένως τὰ χέρια μαζὶ μὲ τὸν λόγο εἶναι διπλὸ τρόπαιο.
128. Οἱ ἐλπίδες νεκρώνουν τοὺς πόνους καὶ οἱ πόνοι γεννοῦν ἐλπίδες. Ἐσὺ δέ, ἐξιλεώνοντας τὸ θεῖο, νὰ μὴ ἀμελήσης τίποτε ἀπὸ τὰ πρακτέα, καὶ θὰ θερίσης καλὲς καὶ μεγάλες ἐλπίδες.
129. Τὸ νὰ βοηθῆ κανεὶς τὸν καθένα σὲ ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη, εἶναι γνώρισμα ἀρχηγικῆς καὶ σώφρονος διανοίας, καὶ μάλιστα ἐκείνου ποὺ ἔχουν περιπέσει σὲ συμφορές• διότι πλὴν τῶν ἄλλων ἔχουν τὴν ἰδιότητα νὰ διατηροῦν ἀλησμόνητη τὴν εὐεργεσία.
130. Ἢ εὐδαιμονία τῶν ὑπηκόων μαρτυρεῖ τὴν ἄκρα σύνεσι καὶ δικαιοσύνη τῆς ἐξουσίας.(63)
131. Γιὰ ὅσες ἐπιτυχίες ἔχεις, εἴτε στὸν ἰδιωτικὸ βίο εἴτε στὸ δημόσιο βίο τῆς πολιτείας, πρέπει ν' ἀποδίδης τὴν αἰτία στὸν Θεό• διότι ἔτσι θὰ τὸν ἔχης σὲ μεγαλύτερο βαθμὸ βοηθὸ καὶ θὰ φανῆς θεοφιλής, δὲν θὰ παρουσίασης τὸν ἑαυτό σου ἐλαφρὸ καὶ ἀλαζονικὸ καὶ θὰ δείξης σπασμένες τὶς ἀκίδες τοῦ φθόνου.
Σημειώσεις
34. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 13.
35. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 15
36. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Προς Δημόνικον 24.
37. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 27.
38. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 28.
39. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 22.
40. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 11.
41. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 21.
42. Αὐτόθι 24• 23.
43. Αὐτόθι 9.
44. Αὐτόθι 27.
45. Αὐτόθι 37.
46. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 34.
47. Εὐριπίδης, ἀπόσπασμα 200.
48. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 29.
49. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 27 Πρὸς Δημόνικον 37.
50. Πρὸς Νικοκλέα 33.
51. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 23.
52. Ψευδό-Ἰσοκράτης, Προς Δημόνικον22.
53. Ματθ. 5, 34.
54. Ματθ. 5, 38 ἑ
55. Ψευδο-Ἰσοκράτης. Πρὸς Δημόνικον 31.
56. Διογένης Λαέρτιος, Βίος Φιλοσόφων, 3, 39, περὶ τοῦ Πλάτωνος.
57. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 31.
58. Πλούταρχος, Ἀλέξανδρος 21, 11.
59. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Πρὸς Δημόνικον 32.
60. Αὐτόθι, 21.
61. Ψευδο-Ἰσοκράτης, Προς Δημόνικον 42.
62. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 21.
63. Ἰσοκράτης, Πρὸς Νικοκλέα 31.
(Εισαγωγή, κείμενο, μετάφραση καὶ σημειώσεις: Παν. Κ. Χρήστου. Περιοδικό Ἐποπτεία, Φεβρουάριος 1992, Ἀθήνα.)
ΠΗΓΗ: http://www.alopsis.gr/modules.php?name=News&file=article&sid=3024