«…Καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω» (Ἰω. 1,10)
Ἀκούσατε, ἀγαπητοί μου, τὸ εὐαγγέλιο. Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο εἶνε τὸ προοίμιο, ἡ ἀρχή, τοῦ τετάρτου εὐαγγελίου, ποὺ ἔγραψε ὁ ἀγαπημένος μαθητὴς τοῦ Ἰησοῦ, ὁ Ἰωάννης.
Ἂν κοιτάξετε ἐπάνω στὸν θόλο ἑνὸς βυζαντινοῦ ναοῦ, θὰ δῆτε ὅτι σὲ ἕνα ἀπὸ τὰ τέσσερα σφαιρικὰ τρίγωνα, τὰ λεγόμενα κοῖλα τρίγωνα, εἶνε ζωγραφισμένος ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης καὶ δίπλα του ἕνας ἀετός. Ὁ ἀετὸς συμβολίζει τὸ ὕψος τῆς θεολογίας· ὅπως ὁ ἀετὸς πετάει ὑψηλότερα ἀπ᾽ ὅλα τὰ πουλιά, ἔτσι καὶ ὁ Ἰωάννης, ἐμπνευσμένος ἀπὸ τὸ Πνεῦμα τὸ ἅγιο, μὲ τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο πετάει πολὺ ψηλά· περνάει τὸν ἥλιο τ᾽ ἀστέρια καὶ τοὺς γαλαξίες, ἀγγίζει τὰ κράσπεδα τῆς θεότητος καὶ γίνεται θεατὴς τοῦ ἀοράτου κόσμου.
Καὶ στὸ μυστικὸ ἐρώτημα ποὺ ὑπάρχει σὲ κάθε ἄνθρωπο, στὸ ἐρώτημα «ποιός τὰ ἔκανε ὅλα αὐτά;», στὸ ὁποῖο ἡ ἐπιστήμη δὲν μπορεῖ οὔτε θὰ μπορέσῃ ποτὲ νὰ δώσῃ ἀπάντησι, ἀπαντᾷ ὁ εὐαγγελιστὴς σήμερα καὶ λέει· «Ἐν ἀρχῇ ἦν ὁ Λόγος, καὶ ὁ Λόγος ἦν πρὸς τὸν Θε όν, καὶ Θε ὸς ἦν ὁ Λόγος» (Ἰω. 1,1)· ὅτι τὰ πάντα, ὁρατὰ καὶ ἀόρατα, ἔγιναν διὰ τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου, διὰ τοῦ Χριστοῦ· «πάντα δι᾽ αὐ τοῦ ἐγένετο, καὶ χωρὶς αὐτοῦ ἐγένετο οὐδὲ ἓν ὃ γέγονεν» (ἔ.ἀ. 1,3).
Τὰ πάντα, τὰ μέγιστα καὶ τὰ ἐλάχιστα. Ποιά εἶνε τὰ μέγιστα; Οἱ οὐράνιες σφαῖρες, τὰ σμήνη τῶν ἄστρων. Ποιά εἶ νε τὰ ἐλάχιστα; Στὴ γενεά μας ἐπεφύλασσε ὁ Θεὸς νὰ δῇ τὸ θάμβος τῆς δημιουργίας. Ποιός τὸ περίμενε; τὸ μικρότερο δημιούργημα, τὸ ἐλάχιστο δημιούργημα, εἶνε τὸ ἄτομο. Τί εἶνε τὸ ἄτομο; Ἕνα ἐλάχιστο μέρισμα τῆς ὕλης. Καὶ ἀποτελεῖ μιὰ μικρογραφία τοῦ πλανητικοῦ συστήματος· στὴ μέση ἔ χει πυρῆνα, ἕνα μικρὸ «ἥλιο», καὶ γύρω του στρέφονται ἄλλα σωματίδια. Ὁ Χριστὸς λοιπὸν εἶνε ὁ δημιουργὸς τῶν μικρῶν καὶ τῶν μεγάλων πλανητῶν, ὅλων τῶν μικρῶν καὶ τῶν μεγάλων πραγμάτων.
Ἀλλ᾽ ἀπόψε δὲν εἶνε ἡ ὥρα οὔτε ἔχουμε δυνάμεις νὰ φιλοσοφήσουμε καὶ νὰ θεολογήσουμε ἐπάνω στὸ εὐαγγέλιο. Εἶνε ὕψος «δυσανάβατον ἀνθρωπίνοις λογισμοῖς» (Ἀκάθ. ὕμν. Α΄,3α΄)· καὶ γλῶσσα ἀγγέλου ἀκόμα δὲν μπορεῖ νὰ περιγράψῃ τὸ μεγαλεῖο του, ποὺ τὸ θαύμασαν θεολόγοι καὶ φιλόσοφοι. Θὰ ἐπιστήσω τὴν προσοχή σας μόνο σὲ μία μικρὴ φράσι τοῦ εὐαγγελίου, ἡ ὁποία λέει· «…καὶ ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω» (Ἰω. 1,10), ὅτι δηλαδὴ ὁ κόσμος δὲν τὸν γνώρισε.
Δὲν εἶνε περίεργο, ἀγαπητοί μου, ὅτι ὁ κόσμος, ἐνῷ ὁ Χριστὸς εἶνε ὁ δημιουργός του, δὲν τὸν γνώρισε. Διότι ποιόν κόσμο ἐννοεῖ ἐδῶ; Ἐννοεῖ τὸν κόσμο ποὺ εἶνε μακριὰ ἀπὸ τὸ Θεό, τὸν κόσμο ἐκεῖνον ποὺ ὡς πρόγραμμα ἔχει τὸ «Φάγωμεν καὶ πίωμεν, αὔριον γὰρ ἀποθνῄσκομεν» (Ἠσ. 22,13 = Α´ Κορ. 15,32). Ὁ κόσμος αὐτὸς «οὐκ ἔγνω» τὸν Χριστόν, δὲν μπόρεσε νὰ τὸν νιώσῃ, δὲν τὸν γνώρισε. Γι᾽ αὐτοὺς ὁ Χριστὸς παρέμεινε ἄγνωστος.
Στὴν Ἰθάκη τὴν ἀρχαία ἐποχὴ ὑπῆρχε ἕνας βασιλιᾶς, ὁ περίφημος Ὀδυσσεύς. Ἔφυγε ἀπὸ τὴν πατρίδα του, περιπλανήθηκε εἴκοσι ὁλόκληρα χρόνια, καὶ τέλος ἐπέστρεψε στὸ νησί. Ἐπέστρεψε ὅμως ἀγνώριστος ἀπὸ τὶς κακουχίες. Κανείς δὲν τὸν γνώρισε. Ἕνας μόνο τὸν γνώρισε. Ποιός· ἕνα γέρικο σκυλί. Τό ᾽χε ἀφήσει μικρὸ κουτάβι, μεγάλωσε καὶ γέρασε. Μόνο αὐτὸ τὸ σκυλὶ τὸν ἀναγνώρισε, κούνησε τὴν οὐρά του καὶ ψόφησε. Αὐτὰ λέει ὁ Ὅμηρος. Καὶ ἕνας νεώτερος συγγραφεύς, ὁ Τζοβάννι Παπίνι, στὸ περίφημο ἔργο του Ἱστορία τοῦ Χριστοῦ συνεχίζει. Ὅ,τι συνέβη, λέει, στὸ βασιλιᾶ τῆς Ἰθάκης, συνέβη στὸν μεγάλο Βασιλέα ἐμπρὸς στὸν ὁποῖο ὅλοι οἱ βασιλεῖς τῆς γῆς ὠχριοῦν. Ἦρθε στὸν κόσμο, ποὺ αὐτὸς ἔπλασε, καὶ «ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω», δὲν τὸν γνώρισε· καὶ ὄχι μόνο δὲν τὸν γνώρισε, ἀλλὰ καὶ τὸν ὕβρισε, τὸν συκοφάντησε, τὸν διέβαλε καὶ τέλος τὸν σταύρωσε στὸν Κρανίου τόπον.
«Ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω». Ἀλλ᾽ ὄχι μόνο τότε· καὶ ἐν συνεχείᾳ, καὶ μέχρι σήμερα παραμένει ἄγνωστος. Ναί, παρὰ τὰ χρόνια ποὺ πέρασαν, καὶ στὸν αἰῶνα μας γιὰ τοὺς πολλοὺς παραμένει ἄγνωστος. Μποροῦμε νὰ ποῦμε, ὅτι ὁ σημερινὸς κόσμος, τῆς προηγμένης τεχνολογίας, τῶν πυραύλων καὶ τῶν φώτων, ὁ κόσμος τῆς Δύσεως καὶ τῆς Ἀνατολῆς «οὐκ ἔγνω» τὸν Χριστόν. Θέλετε παραδείγματα;
Δὲν εἶνε πολλὰ χρόνια, ποὺ μία ἐκλεκτὴ γυναίκα τῆς Εὐρώπης, διανοουμένη, ἡ τέως βασί λισσα τῆς Ὁλλανδίας Βιλελμίνη (1890-1948) ἐξέδωσε ἕνα μικρὸ βιβλίο μὲ τίτλο «Ὁ Χριστὸς ὁ ἄγνωστος». Σ᾽ αὐτό, παίρνοντας ἀφορμὴ ἀπὸ τὴ σημερινὴ φράσι τοῦ εὐαγγελίου «ὁ κόσμος αὐτὸν οὐκ ἔγνω», ἀπέδειξε μὲ γεγονότα, ὅτι ἡ γηραιὰ ἤπειρος τῆς Εὐρώπης, ποὺ ἄλλοτε ὡς ἄξονα τοῦ πολιτισμοῦ της εἶχε τὸ Εὐαγγέλιο καὶ ὕψωσε χριστιανικοὺς ναοὺς γοτθικούς καὶ ἄλλους, αὐτὴ ἡ Εὐρώπη ἀπελάκτισε πλέον τὸν Χριστὸ καὶ τὸν ἀγνοεῖ.
Καὶ στὴν Ἀμερική, τὴν ἄλλη σημαντικὴ χώρα, δὲν εἶνε πολλὰ χρόνια ποὺ ἔγινε μιὰ μεγάλη δημοσιογραφικὴ ἔρευνα. Ρώτησαν τοὺς Ἀμερικανούς· Ποιό πρόσωπο ἢ πρᾶγμα κατέχει τὴν πρώτη θέσι στὴ ζωή σας καὶ κυριαρχεῖ στὴν ψυχή σας; Καὶ τ᾽ ἀποτελέσματα τί ἔδειξαν; ὅτι καὶ αὐτὴ ἡ μεγάλη χώρα ἀλλοιώθηκε τὰ χρόνια αὐτά. Τὶς πρῶτες θέσεις κατέλαβαν μικρὰ καὶ ἀσήμαντα πράγματα· πρώτη –καὶ μὲ μεγάλη διαφορά– ἦλθε ἡ μόδα, μετὰ ἦλθε τὸ σέξ, μετὰ τὸ ποδόσφαιρο, ἡ πολιτική, τὸ ἐμπόριο κ.ἄ.. Καὶ ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος; κατέλαβε μία κατωτάτη θέσι στὴν κλίμακα τοῦ ἐνδιαφέροντος τῶν Ἀμερικανῶν. Μάλιστα.
Ὁ Χριστὸς στὴν Εὐρώπη εἶνε ἄγνωστος, ἡ Ἀμερικὴ τὸν κατατάσσει στὸ τέλος τῶν ἐνδιαφερόντων της. Καὶ ἐμεῖς; Ὤ ἐμεῖς!… Θέλετε τεκμήριο; Τί εἶνε σήμερα; Πάσχα, ἡμέρα ποὺ κατ᾽ ἐξοχὴν ἀνήκει στὸν Κύριο. Ἐρωτῶ ὅλους, κ᾽ ἐσᾶς καὶ τὸν ἑαυτό μου· εἶνε γιὰ μᾶς ὁ Ἰησοῦς ὁ Ναζωραῖος τὸ πρῶτο πρόσωπο; κατέχει τὴν πρώτη θέσι στὴν καρδιά μας; ποιό εἶνε ἐκεῖνο ποὺ κυριαρχεῖ σήμερα στὴ ζωή μας;… Δὲν εἶμαι καρδιογνώστης, δὲν γνωρίζω τὰ βάθη σας· ἀπαντῆστε λοιπὸν ἐσεῖς. Πῆτε μου τί συζητᾶτε, νὰ σᾶς πῶ τί εἶστε· ὅ,τι ἀγαπάει ὁ ἄνθρωπος, αὐτὸ καὶ συζητάει. Ἂν μποροῦσα σήμερα τὸ μεσημέρι, νὰ εἶχα τρόπο νὰ ἄκουγα, τί συζητήσεις θὰ γίνουν μέσ᾽ στὰ σπίτια! Νὰ εἶστε βέβαιοι, ὅτι γιὰ ὅλα θὰ συζητήσουν· γιὰ τὰ παιδιά τους, γιὰ τὶς γυναῖκες τους, γιὰ τὰ ἐμπόριά τους, γιὰ τὶς ἐπιστῆμες κ.τ.λ.· γιὰ ἕνα μόνο δὲν θὰ συζητοῦν, γιὰ τὸ Χριστό – περὶ αὐτοῦ εἶμαι βέβαιος. Ἄγνωστος λοιπὸν ὁ Χριστὸς καὶ σ᾽ ἐμᾶς; Δυστυχῶς δὲν μᾶς συγκινεῖ πλέον, ὅπως συγκινοῦσε τοὺς πατέρες καὶ τοὺς προγόνους μας. Μόνο μὲ τὰ χείλη ὑμνοῦμε τὸ Χριστό. Ἀλλὰ στενὴ προσωπικὴ σχέσι ἔχουμε μαζί του; Προχθές ψάλαμε «Αἱ γενεαὶ πᾶσαι ὕμνον τῇ ταφῇ σου προσφέρουσι, Χριστέ μου» (ἐγκώμ. Γ΄ στάσ.)· «Χριστέ μου» λέμε, ἀλλὰ τὸ «μου» ἐκεῖνο λείπει ἀπὸ τὴ ζωή μας.
Ἂς μὴν εἴμαστε ὅμως ἀπαισιόδοξοι. Ὄχι. Μολονότι ζοῦμε σὲ ἐποχὴ σκότους καὶ τὰ μαῦρα νέφη πυκνώνονται σὲ ὅλο τὸν κόσμο καὶ ἰδιαιτέρως στὴ γωνία αὐτὴ τῶν Βαλκανίων ποὺ ζοῦμε, δὲν εἴμαστε ἀπαισιόδοξοι. Ἀφοῦ ἀναστήθηκε ὁ Κύριος, ἡ λέξι «ἀπελπισία» σβήστηκε ἀπὸ τὸ λεξιλόγιο τῶν Χριστιανῶν. Οἱ πιστοὶ ὀρθόδοξοι, ὅπου κι ἂν ζοῦν τὸν κόσμο, ἀγωνίζονται μὲ καρτερία καὶ ἐλπίδα, ἀκόμα καὶ στὶς χῶρες ποὺ ἡ πίστις τοῦ Χριστοῦ διώκεται. Διότι καὶ σήμερα ὑπάρχει διωγμός. Μπορεῖ ἐμεῖς νὰ ἔχουμε εἰρήνη – ἂς δοξάζουμε τὸ Θεὸ γι᾽ αὐτό· κάπου ἀλλοῦ ὅμως οἱ Χριστιανοὶ δοκιμάζονται σκληρά.
Δὲν εἶνε ντροπή, παιδιὰ τῆς Ἑλλάδος νὰ κάνουν διαδηλώσεις καὶ νὰ σπᾶνε τζάμια γιὰ τὰ δικαιώματα λαῶν ποὺ βρίσκονται μακριά (λ.χ. γιὰ τὴ Χιλή), καὶ νὰ μὴ συγκινοῦνται γιὰ τὰ δεινὰ ποὺ ὑφίστανται Χριστιανοὶ ἀδελφοί τους ποὺ εἶνε πολὺ πιὸ κοντά (ὅπως ἦταν λ.χ. πρὶν λίγα χρόνια ἡ Ἀλβανία); Αὐτὴ τὴν ὥρα ὀρθόδοξοι ἀδελφοί μας μαρτυροῦν· δὲν εἶνε μῦθος αὐτό. Μιλῶ ἔξω ἀπὸ τὴν πολιτική. Δὲν εἶμαι ὑπουργὸς νὰ μιλῶ μὲ γλῶσσα διπλωματίας· εἶμαι ἱεράρχης, συνεχίζω μιὰ παράδοσι μεγάλη καὶ ὀφείλω νὰ βροντοφωνήσω, ὅτι ἀπόψε κάπου οἱ ὀρθόδοξοι δὲν κάνουν Πάσχα, ἀπαγορεύεται νὰ χτυπήσουν οἱ καμπάνες….
Ἀλλὰ ζῇ Κύριος! Μὲ τὴν ἐλπίδα ὅτι ὁ ἀναστὰς Χριστὸς δὲν θὰ πάψῃ ποτὲ νὰ λατρεύεται καὶ νὰ ἀγαπᾶται στὸν κόσμο ἀπὸ μιὰ χούφτα ἀνθρώπων –διότι πάντοτε τὸ ποίμνιο εἶνε μικρό (βλ. Λουκ. 12,32)–, μὲ τὴν ἐλπίδα αὐτή, σὲ κλίμα γαλήνης καὶ εἰρήνης, ἑορτάζουμε τὴ μεγάλη αὐτὴ ἡμέρα καὶ λέμε κ᾽ ἐμεῖς ἐκ βάθους καρδίας· «Τὴν ἀνάστασίν σου, Χριστὲ Σωτήρ, ἄγγελοι ὑμνοῦσιν ἐν οὐρανοῖς· καὶ ἡμᾶς τοὺς ἐπὶ γῆς καταξίωσον ἐν καθαρᾷ καρδίᾳ σε δοξάζειν» (Ἀκολ. Ἀναστ.· βλ. Παρακλ. ἦχος πλ. β΄, ἀπόστ. Σαββ.).
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ποὺ ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Παντελεήμονος Φλωρίνης τὴν 25-4-1976 στὴν θ. λειτουργία.), Ζωηφόρος