Απόψε ἡ ὁμιλία θὰ εἶνε δογματική· θὰ μιλήσουμε πάνω σὲ ἕνα δόγμα τῆς πίστεως. Τί θὰ πῇ δόγμα; Δόγμα εἶνε αὐτὸ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας καὶ πρέπει νὰ τὸ πιστεύουμε καὶ νὰ τὸ παραδεχώμεθα ὡς ἀπόλυτη ἀλήθεια. Τί διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας; Πολλὰ πράγματα. Διδάσκει ―καὶ ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ ξέρῃ― τί εἶνε ὁ κόσμος, τί εἶνε ὁ ἄνθρωπος, τί εἶνε τὸ σῶμα καὶ τί ἡ ψυχή, τί εἶνε ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι, τί εἶνε ἁγία Τριάς, τί εἶνε Θεὸς Πατήρ, τί εἶνε Υἱός, τί εἶνε Πνεῦμα ἅγιο, τί εἶνε παράδεισος καὶ τί κόλασις, τί εἶνε Ἐκκλησία, τί εἶνε τὰ μυστήρια, τί εἶνε ἡ βάπτισις, ὁ γάμος, ἡ θεία εὐχαριστία κ.τ.λ.. Ὅλα αὐτὰ εἶνε μαθήματα, ποὺ πρέπει νὰ τὰ ξέρῃ.
Δυστυχῶς ὑπάρχει μεγάλη ἄγνοια. Οἱ Χριστιανοὶ οὔτε τὸ ἀλφαβητάριο τῆς πίστεως δὲν ξέρουνε. Καὶ ὄχι μόνο οἱ ἀγράμματοι ἀλλὰ καὶ αὐτοὶ οἱ τάχα ἐπιστήμονες. Ξέρουν πολλὰ ἄλλα πράγματα, ἀλλὰ ἀπὸ τὴ θρησκεία μας ἔχουν μεσάνυχτα. Καὶ πῶς νὰ ξέρουν, ὅταν στὴν ἐκκλησία δὲν πατᾶνε παρὰ μόνο Χριστούγεννα καὶ Πάσχα;
Ἂς δοῦμε λοιπὸν τώρα, τί διδάσκει ἡ Ὀρθοδοξία μας γιὰ τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας. Ἔχει δὲ μεγάλη σημασία τὸδόγμα περὶ τῆς Θεοτόκου, διότι συνδέεται ἀμέσως μὲ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
* * *
Ἑκατομμύρια γυναῖκες γεννηθήκανε, ἑκατομμύρια ζοῦνε σήμερα, καὶ ἑκατομμύρια θὰ γεννηθοῦν μέχρι συντελείας τῶν αἰώνων. Ἄλλες ἀπὸ αὐτὲς διακρίθηκαν γιὰ τὸ κάλλος τους, ἄλλες γιὰ τὴν εὐφυΐα τους, ἄλλες γιὰ τὴν καταγωγή τους. Ὅλες ὅμως λησμονοῦνται. Μία γυναίκα μόνο δὲν λησμονεῖται· ἡ ὑπεραγία Θεοτόκος, ἡ Παναγία μας. Γιατί; Διότι μέσα στὰ ἑκατομμύρια τῶν γυναικῶν μόνο αὐτὴ βρέθηκε ἄξια νὰ γεννήσῃ τὸ Θεό, νὰ γίνῃ Μήτηρ τοῦ Θεοῦ. Τί μυστήριο αὐτό! Πόσο καθαρὰ ἔπρεπε νὰ εἶνε αὐτὴ ποὺ θὰ ἀξιώνετο νὰ γεννήσῃ τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν! Ἔπρεπε νὰ εἶνε ἁγνὴ καὶ παρθένος. Καὶ ἔγινε τὸ μέγα μυστήριο· ὁ Θεός, ποὺ δὲν τὸν χωροῦν οἱ οὐρανοί, ἐχώρεσε μέσα στὴν κοιλία τῆς παρθένου, καὶ ἔγινε ἡ κοιλία της θρόνος του. Ἡ παρθένος Μαρία γέννησε τὸν Θεό, γι᾿ αὐτὸ λέγεται Θεοτόκος. Τὸ δὲ ἐπίσης θαυμαστὸ ποιό εἶνε· ὅτι ἔμεινε παρθένος ὄχι μόνο πρὸ τοῦ τόκου ἀλλὰ καὶ κατὰ τὸν τόκο καὶ μετὰ τὸν τόκο, δηλαδὴ ἀειπάρθενος. Ἂν δὲν τὸ πιστεύῃς αὐτὸ τὸ μυστήριο, δὲν εἶσαι ὀρθόδοξος Χριστιανός. Ἡ Παρθένος γέννησε τὸν Σωτῆρα τοῦ κόσμου. Αὐτὸ εἶνε ἡ πίστις μας. Ἔξω ἀπὸ τὴν Ὀρθοδοξία οἱ αἱρετικοὶ διχάζονται ὡς πρὸς τὸ πρόσωπο τῆς Παναγίας· ἄλλοι τὴν ὑπερτιμοῦν, καὶ ἄλλοι τὴν ὑποτιμοῦν.
Ἐμεῖς τί λέμε;
Ἡ Ὀρθοδοξία παραδέχεται, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς πατριάρχας καὶ τοὺς προφήτας τῆς παλαιᾶς διαθήκης, ἀνώτερη ἀπὸ τὸν Ἰωάννη τὸν Πρόδρομο, ἀνώτερη ἀπὸ τοὺς ἀποστόλους, ἀνώτερη ἀκόμα κι ἀπὸ τοὺς ἀγγέλους καὶ ἀρχαγγέλους. Ἡ Παναγία εἶνε παραπάνω ἀπ᾿ ὅλους. Ἀλλὰ δὲν εἶνε Θεός· ἐδῶ σταματοῦμε. Διότι ἡ θεοποίησις τῆς Παναγίας εἶνε αἵρεσις. Αἱρετικοὶ εἶχαν θεοποιήσει τὴν Παναγία. Ἐμεῖς δὲν τὴ θεοποιοῦμε· δὲν λέμε, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε Θεός.
Ἡ Παναγία, ἐν σχέσει μὲ τὸ Θεό, μὲ τὸ Χριστό, εἶνε καὶ αὐτὴ μία «δούλη»· ἔτσι ὀνομάζει τὸν ἑαυτό της ἡ ἰδία (βλ. Λουκ. 1,38,48). Ἦταν ταπεινὴ ἡ Παναγία, δὲν ὑπερηφανεύετο. Ὅταν «ἄγγελος πρωτοστάτης οὐρανόθεν ἐπέμφθη εἰπεῖν τῇ Θεοτόκῳ τὸ Χαῖρε» (Ἀκάθ. ὕμν.), δὲν ὑπερηφανεύτηκε ὅτι θὰ γεννήσῃ τὸ Χριστό. Οὔτε πῆγε νὰ τὸ διαλαλήσῃ στοὺς δρόμους καὶ τὶς πλατεῖες. Μόνο ἐρώτησε· Πῶς ἐγὼ χωρὶς ἄντρα θὰ γεννήσω παιδί; Καὶ ὁ ἄγγελος ἀπήντησε· «Οὐκ ἀδυνατήσει παρὰ τῷ Θεῷ πᾶν ῥῆμα». Καὶ τότε ἐκείνη δέχθηκε μὲ ταπείνωσι τὸ θεῖο θέλημα· «Ἰδοὺ ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατὰ τὸ ῥῆμά σου» (Λουκ. 1,35-38). Ἔτσι εἶπε ἡ Παναγία· ὅτι εἶνε μιὰ «δούλη» τοῦ Θεοῦ. Γι᾿ αὐτὸ καὶ εἶνε ἁμαρτία αὐτὸ ποὺ παρατηρεῖται καμμιὰ φορὰ ἀπὸ ἄγνοια, νὰ τιμοῦν τὴν Παναγία παραπάνω ἀπὸ τὸ Χριστό (κάπου εἶδα λ.χ. μπροστὰ στὸ Χριστὸ νὰ ἔχουν μιὰ μικρὰ καντήλα, καὶ μπροστὰ στὴν Παναγιὰ μιὰ μεγάλη καντήλα).
Ὡρισμένοι αἱρετικοὶ ὅμως, ὄχι ἀπὸ ἄγνοια ἀλλ᾿ ἀπὸ σατανικὴ ἐπιμονή, θεωροῦν τὴν Παναγία σὰν Θεό· ὅπως οἱ ἀρχαῖοι εἰδωλολάτραι πρόγονοί μας εχανε τὴν Ἄρτεμι, τὴν Ἀθηνᾶ κ.τ.λ.. Ὄχι τέτοια πράγματα. Αὐτὸ εἶνε τὸ ἕνα ἄκρο, τὸ ὁποῖο κρατοῦν οἱ παπικοί. Αὐτοί, οἱ φράγκοι, τὴν Παναγία τὴν ἔχουν πολὺ ψηλά, τὴν τιμοῦν σχεδὸν σὰν Θεό, τῆς φτειάχνουν καὶ ἀγάλματα. Αὐτοὶ ἔχουν τὴν λεγομένη Μαριολατρία.
Οἱ ἄλλοι ἀντιθέτως πηγαίνουν στὸ ἄλλο ἄκρο. Εἶνε οἱ προτεστάνται. Αὐτοὶ τί λένε; Ὑποτιμοῦν τὴν Παναγία. Τὴν θεωροῦν μιὰ ἁπλῆ γυναῖκα. Τί εἶνε, σοῦ λένε, ἡ Μαρία; εἶνε ὅπως ὅλες οἱ γυναῖκες. Καὶ ἐνῷ οἱ παπικοὶ τῆς ἔχουν καὶ ἀγάλματα, οἱ προτεστάνται δὲν τῆς ἔχουν οὔτε εἰκόνα. Οἱ δὲ χιλιασταὶ οὔτε ν᾿ ἀκούσουν θέλουν γιὰ τὴν Παναγία.
Ἐμεῖς λοιπόν, ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, είμεθα στὸ μέσον. Ἡ Ὀρθοδοξία οὔτε μὲ τοὺς προτεστάντες πάει, οὔτε μὲ τοὺς παπικοὺς πάει. Καὶ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, ὅτι ἡ Παναγία εἶνε ὑπεράνω ὅλων τῶν ἁγίων, ἀλλὰ ὄχι Θεός· καὶ ὅτι ἀξιώθηκε νὰ γεννήσῃ ὑπὲρ φύσιν τὸν Υἱὸν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Χριστὸς γεννήθηκε κατὰ τρόπο ὑπερφυσικό, θαυμαστό, μυστηριώδη, τρόπον ἄγνωστον τοῖς ἀνθρώποις. Αὐτὰ πιστεύει ἡ Ἐκκλησία μας γιὰ τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο καὶ ἔτσι τιμοῦμε ἐμεῖς τὴν Παναγία.
* * *
Αὐτὰ βέβαια στὴ διδασκαλία. Τί γίνεται ὅμως στὴν πρᾶξι; Λέμε, ὅτι τιμοῦμε ὀρθοδόξως τὴν Παναγία. Τὴν τιμοῦμε ὄντως; Ὑπάρχουν ἀσφαλῶς καὶ ψυχὲς ποὺ ἀγαποῦν καὶ τιμοῦν τὴν Παναγία. Οἱ ἄλλοι; Τὴν ἡμέρα τῆς Κοιμήσεως ὅλοι θὰ ἑορτάσουν. Τότε καὶ οἱ ἐπίσημοι θὰ ἐκκλησιαστοῦν. Ἀλλὰ τί ὥρα φθάνουν; Πρὸς τὸ τέλος. Ἔρχονται ἁπλῶς γιὰ τὸν τύπο.
Ὅσο γιὰ τοὺς στρατιωτικούς; Μὲ τὰ λόγια τιμοῦν κι αὐτοὶ τὴν Παναγία. Ἀλλ᾿ ἐὰν ὑπάρχῃ ἕνας χῶρος ὅπου ὑβρίζεται ἡ Παναγία μέρα – νύχτα, εἶνε ὁ στρατός. Ποῦ εἶνε ἡ τιμή; Πήγαινε μέσα στὸ στρατῶνα ν᾿ ἀκούσῃς τί γίνεται.Ὑπάρχουν βέβαια κ᾿ ἐδῶ καὶ ἀξιωματικοὶ καὶ στρατιῶτες ποὺ τιμοῦν τὴν Παναγία, δὲν τὸ ἀρνοῦμαι. Ἀλλὰ οἱ πολλοί; Δὲν περνάει μέρα στοὺς λόχους καὶ στὰ τάγματα, ποὺ νὰ μὴ ὑβρίζεται φοβερὰ καὶ ἀπαίσια ἡ Παναγία.
Τέλος ὁ λαός. Παντοῦ δυστυχῶς, σὲ σπίτια καὶ δημοσίους χώρους, οἱ λεγόμενοι ὀρθόδοξοι Χριστιανοὶ προσβάλλουν χυδαιότατα τὸ τίμιον ὄνομα τῆς Παναγίας. Καὶ ποιός διαμαρτύρεται παρακαλῶ; Ἀκούει ὁ Χριστιανὸς νὰ βλαστημοῦν, καὶ χαχανίζει. Ἀκούει ἡ γυναίκα τὸν ἄντρα της νὰ ὑβρίζῃ, καὶ ὅταν τῆς πῇς ὅτι ἁμαρτάνει ποὺ τὸ ἀνέχεται, σοῦ λέει· Τί, νὰ χάσω ἐγὼ τὸν ἄντρα μου;… Δὲ᾿ λέω νὰ πάρῃ διαζύγιο. Ἀλλὰ ἔχει πολλὰ μέσα ἡ γυναίκα γιὰ νὰ πείσῃ τὸν ἄντρα. Δυστυχῶς δὲν κάνει τίποτα. Ἀκοῦνε οἱ γονεῖς τὰ παιδιά· τίποτα ἀπολύτως! Αὐτὸ εἶνε ἁμαρτία. Διότι ἁμαρτάνει αὐτὸς ποὺ βλαστημάει, ἀλλ᾿ ἂν ἀκοῦς κ᾿ ἐσὺ καὶ δὲν διαμαρτύρεσαι, ἔχεις κ᾿ ἐσὺ ἁμαρτία. Δὲν εἶσαι Χριστιανός· ψευτοχριστιανὸς εἶσαι. Δὲν ἀγαπᾷς καὶ δὲν τιμᾷς τὴν ὑπεραγία Θεοτόκο.
Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος φθάνει νὰ πῇ· Συμβούλεψε τὸ βλάστημο. Δὲν σὲ ἀκούει; Ἔχεις χέρι; Χτύπησέ τον. Χέρι ποὺ χτυπάει βλάστημο θὰ ἁγιάσῃ. Στὸν Πόντο καὶ στὴ Μικρὰ Ἀσία δὲ᾿ βλαστημούσανε. Ὅποιος θὰ τολμοῦσε νὰ βλαστημήσῃ, ἔπρεπε νὰ φύγῃ ἀπὸ τὸ χωριό. Καὶ ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς λέει· Ἂν πάρῃς ἕνα μαχαίρι καὶ μοῦ βγάλῃς τὰ μάτια, μοῦ κόψῃς τ᾿ αὐτιὰ τὶς μύτες καὶ τὰ χέρια, ἔχω χρέος νὰ σὲ συγχωρήσω. Ἂν ὑβρίσῃς τὴ μάνα καὶ τὸν πατέρα ποὺ μὲ γέννησε, ἔχω χρέος νὰ σὲ συγχωρήσω. Ἂν ὅμως βλαστημήσῃς τὸ Χριστὸ καὶ τὴν Παναγιά μου, δὲν ἔχω μάτια νὰ σὲ δῶ!
Είμεθα λοιπὸν ὅλοι συνένοχοι. Καὶ μιὰ βλαστήμια ἀκόμα νὰ ἀκουγότανε στὴν Ἑλλάδα, ἔπρεπε νὰ χτυποῦν νεκρικὰ οἱ καμπάνες σὰν τὴ Μεγάλη Παρασκευή. Τώρα χιλιάδες βλαστημοῦν, καὶ κανείς δὲν ἐνοχλεῖται!
Προσπαθῆστε λοιπόν. Βρῆτε τρόπο, ὥστε νὰ σβήσῃ ἡ βλαστήμια ἀπὸ τὸν τόπο μας, καὶ ἡ κοινωνία μας νὰ γίνῃ μιὰ κιθάρα ποὺ θὰ ὑμνῇ μέρα καὶ νύχτα τὴν Παναγία καὶ τὸν Υἱόν της, τὸν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν· ὅν, παῖδες Ἑλλήνων, ὑμνεῖτε καὶ ὑπερυψοῦτε εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας. Ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία του Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αυγουστίνου Καντιώτου ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱερό ναὸ του Ἁγίου Παντελεήμονος Φλωρίνης 10-8-1989.), Παράκληση