Ερώτησι: Ένας περίφημος ύμνος της Εκκλησίας μας ονομάζει την Παναγία ουρανό: «Αὕτη γὰρ ἀνεδείχθη οὐρανὸς καὶ ναὸς τῆς θεότητος». Θα θέλατε, π. Βασίλειε, να συζητήσουμε λίγο τη θέσι της Πλατυτέρας των Ουρανών μέσα στην Ορθόδοξή μας Εκκλησία;
Απάντησι: «Αὕτη γὰρ ἀνεδείχθη οὐρανὸς καὶ ναὸς τῆς θεότητος»… Θυμάμαι ένα άλλο θεοτοκίο, που λέει ότι η Παναγία είναι η «οὐρανώσασα τὸ γεῶδες ἡμῶν φύραμα», είναι αυτή που έκανε τη γη ουρανό.
Και ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας λέει ότι, όταν ο Θεός δημιούργησε τα πάντα και, βλέποντάς τα, είδε και είπε ότι ήταν «καλὰ λίαν», αυτό το «καλὰ λίαν» αυτό το κάλλος και αυτή η καλοσύνη, αφορούσαν την Παναγία. Δηλαδή, ήταν όλα «καλὰ λίαν», επειδή οδηγούσαν στην Παναγία, επειδή εν τέλει θα εγεννάτο η Παναγία. Έτσι, η Παναγία είναι ο σκοπός όλης της δημιουργίας και το τέλος όλης της αναμονής της Παλαιάς Διαθήκης.
Ο Θεός δημιούργησε όλο τον κόσμο «καλὸν λίαν» και δημιούργησε στο τέλος τον άνθρωπο, για το πλάσιμο του οποίου καταβάλλει μια ιδιαίτερη προσπάθεια, κάνει μια ιδιαίτερη ενέργεια. Δεν λέγει και γεννάται, αλλά πλάθει τον άνθρωπο «ἐκ τῆς γῆς», και εμφυσά «πνοὴν ζωῆς» σ᾿ αυτόν. Ο Μέγας Βασίλειος λέει ότι ο Θεός έδωσε στον άνθρωπο «μοῖραν τῆς αὐτοῦ θεότητος». Κι έτσι, εμείς θα μπορούσαμε να γινώμαστε θεοί κατά χάριν, αν υπακούαμε στο θέλημα του Θεού. Εν τέλει, αφού μας έκανε αυτή τη μεγάλη δωρεά της ελευθερίας, και η ελευθερία είναι δίκοπο μαχαίρι ‒είτε πηγαίνεις επάνω δια της υπακοής, είτε καταστρέφεσαι δια της ανταρσίας και της αυτονομίας‒ εμείς ακολουθήσαμε τη φιλαυτία, και χάσαμε τον Παράδεισο, βγήκαμε έξω από τον Παράδεισο, και ζήσαμε μια ζωή βασανισμένη, χιλιετίες και αιώνες πολλούς. Και αυτό το βάσανο το ξέρουμε όλοι μας.
Γεννιέται τότε το ερώτημα πολλές φορές: Γιατί ο Θεός δεν μας έσωσε, εφ᾿ όσον μας αγαπούσε; Εμείς παρηκούσαμε του πλάσαντος, κάναμε, όπως λέμε, του κεφαλιού μας. Αλλά Αυτός, ως Θεός εύσπλαγχνος και Πατέρας, γιατί δεν μας έβαζε πάλι στον Παράδεισο; Όμως δεν υπάρχει Παράδεισος, χωρίς την ελευθερία. Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος: «Δεν θα μπορούσε ο Χριστός να σώση τον Ιούδα;». Και απαντά ο ίδιος, και λέει ότι ο Χριστός έκανε τα πάντα, αλλά δεν ήθελε δια της βίας να σώση τον Ιούδα, γιατί δια της βίας δεν υπάρχει σωτηρία, παρά μόνο η καταστροφή του ανθρώπου.
Έτσι, λοιπόν, περιμέναμε χιλιετίες ολόκληρες, για να έρθη κάποιος άνθρωπος, ο οποίος θα καταλάβαινε τι σημαίνει αγάπη του Θεού. Αλλά, για να το καταλάβαινε αυτό, έπρεπε να ήταν καθαρός και πολύ ταπεινός. Και γεννήθηκε η Παναγία. Και νομίζω ότι αυτό το καταλαβαίνουμε μ᾿ εκείνα που λέει ο Απόστολος Παύλος στην προς Γαλάτας επιστολή του: «Πρὸ δὲ τοῦ ἐλθεῖν τὴν πίστιν ὑπὸ νόμον ἐφρουρούμεθα συγκεκλεισμένοι εἰς τὴν μέλλουσαν πίστιν ἀποκαλυφθῆναι». Πριν να έρθη η πίστι, ήμαστε κλεισμένοι μέσα στον Νόμο. Ο Νόμος έγινε παιδαγωγός εις Χριστόν, αλλά ο Νόμος, οποιοσδήποτε νόμος, ήταν ανίκανος, και είναι ανίκανος να σώση και να ικανοποιήση τον άνθρωπο αληθινά.
Γι’ αυτό, όταν ήρθε το «πλήρωμα τοῦ χρόνου, ἐξαπέστειλεν ὁ Θεὸς τὸν υἱὸν αὐτοῦ, γενόμενον ὑπὸ… νόμον, ἵνα τοὺς ὑπὸ νόμον ἐξαγοράσῃ, ἵνα τὴν υἱοθεσίαν ἀπολάβωμεν». Και το πλήρωμα του χρόνου είναι η γέννησι της Παρθένου, της γυναικός δια της οποίας έγινε άνθρωπος ο Θεός. Αυτή είναι η «κλῖμαξ δι᾿ ἧς κατέβη ὁ Θεὸς» και η «γέφυρα ἡ μετάγουσα τοὺς ἐκ γῆς πρὸς οὐρανόν».
Αυτή, λοιπόν, η «ἐκ κοιλίας μητρός» της ηγιασμένη, ακριβώς γιατί ήταν καρπός πολλής προσευχής των γονέων της, του Ιωακείμ και της Άννης, που ζήτησαν να τους χαρίση ο Θεός ένα παιδί, και να το αφιερώσουν εξ ολοκλήρου στον Θεό, αφιερώθηκε στον Θεό από βρεφικής ηλικίας. Και ακούμε στην ακολουθία των Εισοδίων να ψάλλη η Εκκλησία ότι «τῶν ἁγίων εἰς ἅγια ἡ ἁγία καὶ ἄμωμος ἐν ἁγίῳ Πνεύματι εἰσοικίζεται». Εκεί μένει η Παρθένος επί χρόνια, εκεί τρέφεται με τροφή Αγγέλου, και, όταν φθάση σε μια ώριμη ηλικία και έχη ως μνηστήρα τον Ιωσήφ, δέχεται τον αρχαγγελικό ασπασμό, και είναι πια ικανή να πη «ναι» στο μήνυμα του Αγγέλου, να πη «γένοιτό μοι κατὰ τὸ ρῆμά σου», να δεχθή να γίνη το θέλημα του Θεού σ᾿ αὐτή. Κι από τότε και στο εξής, να γίνη εκείνη η οποία, δια της όλης υπάρξεώς της, σαρκοποιεί τον Υιό και Λόγο του Θεού. Και έτσι, γίνεται η «εὐρυχωροτέρα τῶν οὐρανῶν», η βασίλισσα των Αγγέλων, και αυτή που πράγματι αξιώνεται να κάνη τη γη ουρανό.
Ερώτησι: Οι Πατέρες, μιλώντας με τη γλώσσα της θεολογίας και της θεοπνευστίας, καθόρισαν για την Πλατυτέρα των Ουρανών ότι βρίσκεται μεταξύ κτιστού και ακτίστου. Τι σημαίνει αυτό;
Απάντησι: Μ᾿ αυτό που μου λέτε θυμάμαι τον ύμνο που ψάλλουμε στην εκκλησία, ότι η Παναγία είναι η «τιμιωτέρα τῶν Χερουβὶμ καὶ ἐνδοξωτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ». Αυτή είναι «καθαρωτέρα λαμπηδόνων ἡλιακῶν».
Θα ήθελα τώρα να έλεγα κάτι γενικά για τις γυναίκες. Όπως είπατε, η Παναγία ‒το λέει ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς‒ είναι «μεθόριον κτιστῆς καὶ ἀκτίστου φύσεως», και κανείς δεν μπορή να έρθη προς τον Θεο, παρά μόνο δι᾿ αυτής. Και είναι η δόξα της ανθρωπότητος, είναι το «μητροπάρθενον κλέος». Είναι αυτή στην οποία «πᾶσα ἡ κτίσις ἀγάλλεται». Και είναι η Μητέρα μας, εκείνη η οποία μας έθρεψε και μας θήλασε με τη Χαρι και με τον Παράδεισο, ενώ η πρώτη, η Εύα, μας θήλασε με την ανταρσία, με τα πάθη και τον θάνατο.
Η Παναγία, όπως λέει η λέξι, είναι πάνω απ᾿ όλους τους Αγίους. Και είναι πάνω απ᾿ όλους τους Αγίους, γιατί ξεπέρασε όλους σε καθαρότητα, σε ταπείνωσι και σε υπακοή. Μπορεί να είναι μεγάλοι ο Τιμιος Πρόδρομος, ο Απόστολος Παύλος, οι άλλοι Απόστολοι, οι μεγάλοι Πατέρες, Ομολογητές και Μαρτυρες. Όμως κανείς δεν μπορεί να συγκριθή με την Παναγία. Γι᾿ αὐτό, βλέπουμε ότι το κάλλος της Παναγίας και το φως το οποίο έρχεται από την Παναγία είναι «ἔσωθεν», είναι «ὁ τῆς κοιλίας αὐτῆς καρπός». Αυτό το κάλλος που γέννησε και το φως το ανέσπερο, που είναι ο ίδιος ο Υιός και Θεός της, είναι αυτό που φωτίζει όλη τη ζωη μας, τα προβλήματά μας και τις δυσκολίες μας.
Και γυρίζω πάλι σ᾿ αὐτὸ που είπα πριν από λίγο, ότι θα ήθελα να μιλήσω για τις γυναίκες. Το πώς θα τιμήσουμε τη γυναίκα, το πώς θα γίνη αυτό και πώς θα συμβή, θα το βρούμε μέσα στην Ορθόδοξη Εκκλησία, φωτισμένοι από το φως που γεννήθηκε από τη Θεοτόκο, δηλαδή από τον Θεάνθρωπο. Και βλέπουμε ότι οι γυναίκες τώρα θέλουν να πάρουν μια θέσι ένδοξη. Αλλά το πού μπορεί να φθάση η γυναίκα, το έδειξε η Παναγία με το να γίνη «τιμιωτέρα τῶν Χερουβὶμ καὶ ἐνδοξωτέρα ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφίμ». Και αν είναι μεγάλοι οι Απόστολοι και οι αρχιερείς, κανείς δεν είναι μεγαλύτερος από την Παναγία· και αν η Παναγία είναι μεγαλύτερη απ᾿ όλους τους αρχιερείς, δεν έγινε, ωστόσο, ούτε διάκος ούτε ιερέας ούτε δεσπότης. Βλέπουμε, λοιπόν, ότι οι γυναίκες δεν γίνονται διάκοι ή ιερείς, όχι γιατί υποτιμώνται μέσα στην Εκκλησία, αλλά γιατί τιμώνται υπερτέρως.
Έτσι, αναδεικνύεται η αλήθεια που λέει ο Απόστολος Παύλος ότι όταν ασθενώ, τότε είμαι δυνατός, και όταν ταπεινώνωμαι, τότε δοξάζομαι. Και το ασθενές φύλο, μέσα στην Εκκλησία, δια της υπακοής και δια της ταπεινώσεως, την οποία εφαρμόζουν και ζουν οι Άγιοι και την οποία εφήρμοσε και ενσάρκωσε ιδιαιτέρως η Παναγία, αποδεικνύεται ισχυρό και ισχυρότερο.
Ερώτησι: π. Βασίλειε, λέμε στον ύμνο «τὸ μεσότοιχον τῆς ἔχθρας καθελοῦσα». Ποιό είναι αυτό «τὸ μεσότοιχον τῆς ἔχθρας» ;
Απάντησι: Νομίζω ότι είναι η έχθρα μεταξύ του διαβόλου και του Θεού, της ανταρσίας και της υπακοής. Κι εμείς, με την παράβασι, ακολουθήσαμε τον διάβολο, και όχι τον Θεο. Και μας πέρασε ο λογισμός ότι θα μπορούσαμε να φθάσουμε στην αγιότητα δια της αμαρτίας, και να φθάσουμε στη θέωσι με το να υπακούσουμε στον διάβολο. Και έτσι δημιουργήθηκε όλο αυτό το χάσμα, όλος ο μεσότοιχος που μας χωρίζει από τον Θεο.
Αλλά έπρεπε να υπάρξη κάποιος άνθρωπος φωτισμένος, καθαρός, ταπεινός, πανάγιος, ο οποίος θα καταλάβαινε ότι δια της υπακοής φθάνουμε στην ελευθερία, δια της ταπεινώσεως φθάνουμε στη δόξα και, θα έλεγα, δια της παρθενίας και της ολοκληρωτικής αφοσιώσεως στον Θεό φθάνουμε στον όντως γάμο και στην ενότητα την αληθινή και ολοκληρωτική με τον Θεό.
Ερώτησι: Ερχόμενος, π. Βασίλειε, από το Περιβόλι της Παναγίας, το Άγιον Όρος, στην Κύπρο, που έχει αφιερώσει στην Παναγία πολλούς ναούς και πολλά μοναστήρια, πως νοιώθετε;
Απάντησι: Είναι αλήθεια ότι ήρθα στην Κύπρο, προσκεκλημένος, με μια διάθεσι να μιλήσω για την Παναγία. Και, έκπληκτος, βρέθηκα στο νησί της Παναγίας, γιατί σχεδόν όλα τα μοναστήρια σας είναι αφιερωμένα στην Παναγία, τόσες θαυματουργές εικόνες έχετε σε πολλές εκκλησίες και στα σπίτια σας εσείς, οι Κύπριοι.
Αλλά κάτι που μου έκανε πολλή εντύπωσι και ήταν μια δωρεά της Παναγίας ήταν όταν επισκέφθηκα ένα χωριό, την Ορά. Είδαμε μια πολύ μεγάλη, πετρόκτιστη και ωραία εκκλησία, και πήγαμε να προσκυνήσουμε. Ζητήσαμε, λοιπόν, να έρθη ο νεωκόρος. Προσκυνήσαμε τις εικόνες του τέμπλου και μπήκαμε μέσα στο ιερό. Βγαίνοντας έξω, είδαμε μια εικόνα της Παναγίας στον αριστερό τοίχο. Ήταν αρχαία και πάρα πολύ ωραία εικόνα. Την ώρα που προσκυνούσαμε, ο νεωκόρος, ένας ηλικιωμένος άρχοντας του χωριού, μου είπε μια φράσι, που σ᾿ αυτή ήταν όλο το νόημα και το περιεχόμενο του μυστηρίου της Παναγίας. Αυθόρμητα μου είπε: «Είναι ωραία η Βασίλισσά μας. Γεια στα χέρια εκείνου που την έκανε».
Η Βασίλισσα της Κύπρου είναι η Παναγία. Και η Παναγία είναι ωραία· και ωραία τη λένε οι Προφήτες, τη λένε οι Πατέρες, τη λένε οι ύμνοι. Και το κάλλος της Παναγίας ηράσθη, αγάπησε ο Θεός και έγινε άνθρωπος. Το κάλλος της Παναγίας είναι το κάλλος της ταπεινώσεως και της καθαρότητος. Το κάλλος αυτό είναι που σώζει τον άνθρωπο και τον κόσμο όλο. Και το κάλλος αυτό είναι «τὸ ἀληθινὸν καὶ ἐράσμιον», όπως λέει ο Μεγας Βασίλειος, είναι η ίδια η άκτιστη χάρι του Θεού, είναι η ίδια η Θεότης.
Έτσι, συγκινήθηκα ιδιαίτερα, όταν ένοιωσα αυτό το κάλλος, αυτή τη χάρι, να υπάρχη σ᾿ όλο το νησί της Παναγίας, που είναι η Κύπρος. Και συγκινείται κανείς ιδιαίτερα, όταν βλέπη πόσο ζη η Παναγία μεταξύ μας, και πόσο πράγματι η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι σώμα Χριστού. Όχι από ένα Προφήτη, όχι από ένα Πατέρα της Εκκλησίας, αλλά από ένα απλό άνθρωπο, χωριάτη και άρχοντα, άκουσα αυτή τη μεγάλη φράσι: «Η Βασίλισσά μας είναι ωραία». Και το κάλλος αυτό είναι που θα σώση την Κύπρο, και θα σώση τον κόσμο όλο.
* Συνέντευξη σε ραδιοφωνικό σταθμό της Κύπρου τον Μάιο του 1989.