Ο σταυρὸς τοῦ Χριστοῦ, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὸ σύμβολο τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο. Συνάπτει τὰ διεστῶτα, ἑνώνει Θεὸ καὶ ἄνθρωπο. Ἀλλ᾽ ἐνῷ ἑνώνει, συγχρόνως καὶ χωρίζει. Χωρίζει; Μάλιστα, χωρίζει. Τί χωρίζει; Προσέξτε, ἀγαπητοί μου, τὴ συνέχεια.
Ἡ ἐσταυρωμένη ἀγάπη, ὁ Χριστός, ἐπιβάλλει ὑποχρεώσεις· θέλει ν᾿ ἀνταποκριθοῦμε στὴν ἀγάπη του, νὰ τὸν ἀγαπήσουμε φλογερά. «Ἡμεῖς», λέει ὁ εὐαγγελιστὴς Ἰωάννης, «ἀγαπῶμεν αὐτόν, ὅτι αὐτὸς πρῶτος ἠγάπησεν ἡμᾶς» (Α΄ Ἰω. 4,19) . Καὶ πρώτη ἐκδήλωσις ἀγάπης πρὸς αὐτὸν εἶνε, νὰ μισήσουμε ἐκεῖνο ποὺ ὠδήγησε τὸν Κύριο στὸ σταυρό, δηλαδὴ τὴν ἁμαρτία. Ἡ ἁμαρτία μὲ τὶς ποικίλες μορφὲς καὶ διακλαδώσεις της, μὲ ἀγκυροβόλιο καὶ ὁρμητήριο τὴν καρδιὰ κάθε ἁμαρτωλοῦ, ξεκινᾷ κ᾽ ἐξαπλώνεται στὸ περιβάλλον, ἀποκτᾷ κι ἄλλους ὀπαδοὺς καὶ συνεργάτες, καὶ δημιουργεῖ αἰσχρὴ παράταξι, δικό της κόσμο ἄκοσμο, μέσα στὸν ὁποῖο κυρίαρχο στοιχεῖο εἶνε ἡ ἴδια. Αὐτὴ ἡ ἁμαρτία, ποὺ εἰσώρμησε ἀπὸ τὸν Ἀδὰμστὴν ἀνθρωπότητα, ἀφοῦ ὠργανώθηκε ἐπιτελικά, ἐσταύρωσε «τὸν Κύριον τῆς δόξης» (Α΄ Κορ.2,8).
Ἡ ἁμαρτία, νά ὁ σταυρωτὴς τοῦ Κυρίου. Συνεπῶς, τὴν ἁμαρτία πρέπει νὰ μισήσουμε, γιατὶ εἶνε ὑπαίτιος γιὰ ὅλα τὰ κακά, καὶ νὰ ποῦμε· Θάνατος στὴν ἁμαρτία, θάνατος στὶς κα-κίες καὶ τὰ πάθη, ποὺ ἀποτελοῦν τὸν «παλα ὸν ἄνθρωπον»! (῾Ρωμ. 6,6. Ἐφ. 4,22. Κολ. 3,9) . Αὐτὸν πρέπει νὰ πολεμήσουμε, νὰ βιάσουμε, νὰ νεκρώσουμε, νὰ σταυρώσουμε , καὶ νὰ κάνουμε τὸν ἑαυτόμας ἀκίνητο καὶ ἀνενέργητο γιὰ τὸ κακό.
Ἡ νέκρωσις τῆς κακίας μέσα μας εἶνε ὁ πρῶτος σταυρὸς ποὺ πρέπει νὰ σηκώσουμε καὶνὰ σηκώνουμε μέχρι τὴν τελευταία μας πνοή(βλ. Λουκ. 9,23) . Καὶ ἂν τὸ κακὸ ἀπ᾽ ἔξω ὀργανωθῇ καὶ ἐπιτεθῇ μὲ ὁρμὴ θηρίου, ὁ πιστὸς δὲν πρέπεινὰ ὑποχωρήσῃ οὔτε σπιθαμή, ἀλλὰ ν᾽ ἀντιτάξῃ γενναία ἀντίστασι, καὶ νά ᾽νε πρόθυμος γιὰ τὴν τήρησι τοῦ θείου θελήματος νὰ ὑποστῇ καὶ αὐτὸς σὲ μικρογραφία ὅσα ὑπέστη ὁ Κύριος γιὰ τὴ δική μας σωτηρία· νὰ ἐμπαιχθῇ, νὰἐμπτυσθῇ, νὰ μαστιγωθῇ, νὰ φορέσῃ ἀκάνθινο στεφάνι καὶ κόκκινη χλαμύδα, δηλαδὴ νὰ συνεχίσῃ στὴ σύγχρονη γενεὰ τὰ πάθη τοῦΚυρίου, γιὰ νὰ ἔχῃ καὶ σ᾽ αὐτὸν ἐφαρμογὴ τὸ ῥητὸ τοῦ ἀποστόλου Παύλου· «περισσεύει τὰ παθήματα τοῦ Χριστοῦ εἰς ἡμᾶς» (Β΄ Κορ. 1,5).
Χριστὸς καὶ κόσμος εἶνε δύο κύριοι ἀσυμβίβαστοι· καὶ «οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν» (Ματθ. 6,24) . Ὁ κόσμος π.χ., ποὺ θεὸ ἔχει τὸ μαμωνᾶ, λέει· Καλὸ εἶνε τὸ λαμβάνειν, μὲ ὁποιοδήποτε μέσο καὶ τρόπο. Δόγμα του «Ἅρπαξε νὰ φᾶς καὶ κλέψε νά ᾿χῃς». Ἀντιθέτως ὁ Χριστὸς λέει· Μακάριον τὸ διδόναι , τὸ νὰ ἐλεῇς, νὰ συμμετέχῃς στὶς θλίψεις τῶν ἄλλων, νὰτοὺς ἀνακουφίζῃς καὶ νὰ τοὺς βοηθᾷς(βλ. Πράξ. 20,35).Μεταξὺ Χριστοῦ καὶ κόσμου, ἀγάπης καὶ μί-σους, μεταδοτικότητος καὶ πλεονεξίας, ἐλεημοσύνης καὶ ἁρπαγῆς, τί σχέσι ὑπάρχει; Ὁ Χριστιανὸς πρέπει νὰ βαδίζῃ δρόμο ὄχι παράλληλο ἀλλὰ κάθετο πρὸς ἐκεῖνον ποὺ χαράζει γιὰ τοὺς ὀπαδούς του ὁ κόσμος· καὶ ἡ τομή, τὸ σημεῖο δηλαδὴ ἐκεῖνο τῆς ζωῆς στὸ ὁποῖο γί-νεται ἡ σύγκρουσις τοῦ θεϊκοῦ μὲ τὸ ἀντίθεοφρόνημα, σχηματίζει ἀκριβῶς σταυρό.
Ὅπου τομή, ἐκεῖ σταυρός. Ὅσες συγκρούσεις, τόσοι καὶ σταυροί. Οἱ Χριστιανοὶ ἀνακρίνουν, τέμνουν ψυχικὰ τὸν κόσμο, ἀλλὰ καὶ τέ- μνονται ἀπ᾿ αὐτὸν σωματικά. Ὁ πιστὸς δὲν πορεύεται σύμφωνα μὲ τὸ ῥεῦμα τοῦ κόσμου,ἀλλ᾿ ἐναντίον του, καὶ λέει στὸν ἀντίθεο κόσμο·Δὲν θὰ περάσῃς, δὲν θὰ μολύνῃς τὰ ὅσια καὶ τὰ ἱερὰ τῆς ψυχῆς μου! Πέφτω νεκρὸς ἀλλ᾿οὔτε σπιθαμὴ χριστιανικοῦ ἐδάφους δὲν σοῦπαραδίδω. Ἐδῶ εἶνε ἡ τομή, ἐδῶ εἶνε ὁ σταυρός μου, καὶ θὰ σταυρωθῶ γιὰ τὴν ἀλήθεια καὶτὴ δικαιοσύνη.
Κόσμε, μὲ ὅλα τὰ θέλγητρα καὶ τὰ φόβητρα ποὺ διαθέτεις, ὡς πρὸς ἐμένα εἶσαι νεκρός . Καμμία ἐπίδρασι δὲν ἔχεις πάνω μου. Τί μπορεῖ νὰ μοῦ κάνῃ ἕνας νεκρός;
Ἀλλὰ καὶ ἐγώ –τὸ ἁμαρτωλὸ ἐγώ, ὁ «παλαιὸς ἄνθρωπος» ποὺ φέρουμε μέσα μας (ἔ.ἀ.) –, ὡς πρὸς τὸν κόσμο εἶμαι νεκρός . Νεκρὰ εἶνε τὰμέλη μου· ἡ γλῶσσα μου δὲν λέει τὶς ματαιό-τητες τῶν ἀνθρώπων, τὰ μάτια μου δὲν βλέ-πουν τὰ πονηρά, τὰ αὐτιά μου δὲν ἀκοῦνε τὶςσειρῆνες τῆς ἁμαρτίας, τὰ χέρια μου δὲνἁρπάζουν τὰ ξένα ἀγαθά, τὰ πόδια μου δὲν τρέχουν στοὺς διεστραμμένους δρόμους, ἡ καρδιά μου πρὸ παντὸς δὲν πάλλει γιὰ τὶςἡδονὲς τοῦ κόσμου. Κόσμε, εἶμαι νεκρός. Βάλε ἕνα νεκρὸ μέσα σὲ χρυσάφι, ἐμπρὸς σὲγαργαλιστικὰ φαγητὰ καὶ ποτά, σὲ θεάματα ἁμαρτωλῶν γυναικῶν· θὰ μείνῃ ἀκίνητος,ἀναίσθητος σὰν τὸ μάρμαρο. Κόσμε, τί ζητᾷςἀπὸ μένα; Ἐγὼ εἶμαι νεκρὸς ὡς πρὸς ἐσένα.
Ἔτσι μιλάει ὁ Παῦλος· «Ζῶ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. 2,20) . Ἔτσι μιλοῦν οἱ πιστοὶποὺ ζοῦν τὴν ἐσταυρωμένη ζωή. «Οἱ τοῦ Χριστοῦ τὴν σάρκα ἐσταύρωσαν σὺν τοῖς παθήμασι καὶ ταῖς ἐπιθυμίαις» (ἔ.ἀ. 5,24) . Ἀλλ᾿ ἐμεῖς;
Πόσο μακριὰ εἴμαστε ἀπὸ τὴν ἐν Χριστῷ ζωή! Ὁ Κύριος εἶπε ἕνα τρομερὸ λόγο· «Ὃς οὐ λαμβάνει τὸν σταυρὸν αὐτοῦ καὶ ἀκολουθεῖ ὀ πίσω μου, οὐκ ἔστι μου ἄξιος» (Ματθ. 10,38) . Ἑρμηνεύοντας τὸν λόγο αὐτὸν ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς , ἐπίσκοπος Θεσσαλονίκης τὸν 14ο αἰῶνα, λέει σ᾽ ἕνα κήρυγμά του πρὸς τὸν λαό· «Ὅταν μὲν εἶνε καιρὸς εἰρήνης τῆς κατ᾿ εὐσέβειαν, νεκρώνοντας διὰ τῆς ἀρετῆς ὁ ἄνθρωπος τὰ πονηρὰ πάθη καὶ τὶς ἐπιθυμίες σηκώνει ἔτσι τὸ σταυρό του καὶ ἀκολουθεῖ τὸν Κύριο. Ὅταν πάλι εἶνε καιρὸς διωγμοῦ, περιφρονώντας καὶ τὴ ζωή του καὶ θυσιάζοντάς την ὑπὲρ τῆςεὐσεβείας, σηκώνει ἔτσι τὸ σταυρό του καὶ ἀκολουθεῖ πίσω ἀπὸ τὸν Κύριο. Νὰ εἶσαι ἕτοιμος, χάριν τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἀληθείας τῶν δογμάτων νὰ δεχθῇς τὸν ἀτιμωτικὸ θάνατο».Σταυρός! Ἕνωσις μὲ τὸ Χριστό, χωρισμὸς ἀπὸ τὸν κόσμο ὄχι τοπικῶς ἀλλὰ τροπικῶς.Διότι μπορεῖ νὰ μένῃς στὴν ἔρημο, καὶ νὰ ἔ-χῃς στὴν καρδιά σου τὸν κόσμο· καὶ ἀντιθέ-τως, νὰ μένῃς στὴν πιὸ πολυθόρυβη πόλι, καὶ νὰ ἔχῃς στὴν καρδιά σου τὸν Χριστό.
Σύμβολο νεκρώσεως τῶν παθῶν ὁ σταυρός. Ἀλλὰ καὶ ζυγαριὰ ὁ σταυρὸς ποὺ μᾶς ζυγίζει. Ὅταν σταθοῦμε κάτω ἀπὸ τὸ σταυρὸ τοῦΚυρίου καὶ σκεφθοῦμε σοβαρὰ τί ὑπέφερε ἐκεῖνος γιὰ τὴν σωτηρία μας, τί σταυρὸ σήκωσε, ὅταν ῥίξουμε ἕνα βλέμμα στὴν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας καὶ δοῦμε τί ὑπέφεραν οἱ πιστοὶ δοῦλοι τοῦ Χριστοῦ, τί σταυροὺς σήκωσαν,τότε αἰσθανόμαστε τὸν ἑαυτό μας πολὺ μακριὰ ἀπὸ τὸ ἰδανικὸ τοῦ σταυροῦ.Τί ζῇ μέσα μας, ὁ Χριστός; Ἀλλὰ να «ἡ ἐπιθυμία τῆς σαρκὸς καὶ ἡ ἐπιθυμία τῶν ὀφθαλμῶν καὶ ἡ ἀλαζονεία τοῦ βίου» (Α΄ Ἰω. 2,16) κυριαρχοῦν στὰ πρόσωπα, τὶς οἰκογένειες καὶ τὴν κοινωνία μας. Ἡ ἀγάπη τοῦ κόσμου κυριαρχεῖ στὶς διάνοιες καὶ τὶς καρδιές. Ἡ ἡδονὴ ἔγινε θεότης. Μιὰ ἐπιπόλαιη ζωή. Σωστὰ ἔγραψε ἕνα περιοδικό· «Τὸ χριστιανικὸ κήρυγμα τεί-νει νὰ συμβιβάσῃ τὸ φιλόκοσμο πνεῦμα τῶν χριστιανῶν μὲ τὶς ἀξιώσεις καὶ ἐπιταγὲς τῆς ἁγίας μας θρησκείας. Ὁ σταυρός, ποὺ ἀποτελεῖ σύμβολο διαρκοῦς θυσίας, παραμένει ὑψωμένος καὶ καθορᾶται σὰν ἁπλὸ σημεῖο Χριστιανισμοῦ ποὺ ἔχασε τὸ θεῖο περιεχόμενό του»(βλ. «Ἁγιορειτικὴ Βιβλιοθήκη», Βόλος 1952, σελ. 195-196 μτγλτ.).
Στὴν ἐποχή μας ἡ διαχωριστικὴ γραμμὴ μεταξὺ Χριστοῦ καὶ κόσμου τείνει νὰ ἐξαλειφθῇ. Ὅλα τὰ συγχωροῦμε, ὅλα τὰ ἀμνηστεύουμε,ὅλα ζητοῦμε νὰ τὰ συμβιβάσουμε μὲ τὴ συνείδησί μας. Τὴ θρησκεία τοῦ σταυροῦ ἔρχεται ν᾿ ἀντικαταστήσῃ ἡ «ἐθελοθρησκεία» (Κολ. 2,23), ἡ θρησκεία χωρὶς σταυρό, ἡ νέα κοσμικὴ θρη-σκεία, ἡ ὁποία διὰ ἱερέων καὶ πνευματικῶν της ἐκπροσώπων θὰ χαλαρώνῃ διαρκῶς τὰ ἡνία, καὶ τὸ ἀνθρώπινο κτῆνος ὑπὸ τὶς εὐλογίες τυφλῶν ὁδηγῶν θὰ γιγαντώνεται καθημερινῶς.
Δυστυχῶς, ἄξιαθρήνων πολλῶν τὰ καθ᾿ ἡμᾶς! Τὸν χριστιανισμὸ ἄλλοι μὲν ἀπὸ τοὺς βαπτισμένους Χριστιανοὺς τὸν ἀσκοῦν σὰν μία συνήθεια, σὰν ἕνα τύπο χωρὶς καμμία γνῶσι καὶἐπίγνωσι τοῦ μεγαλείου του, ἄλλοι τὸν ἔχουν κάνει ὑπόθεσι ἐμπορίου (βλ. Β΄ Πέτρ. 2,3) , ὑπάρχουν δὲ καὶ πολλοὶ ποὺ ὑβρίζουν τὸν σταυρὸ τοῦ Κυρίου.
Ἐχθροὶ τοῦ σταυροῦ, τοὺς ὁποίους ἔκλαιγε ὁ Παῦλος γράφοντας· «Πολλοὶ γὰρ περιπατοῦσιν, οὓς πολλάκις ἔλεγον ὑμῖν, νῦν δὲ καὶ κλαίων λέγω, τοὺς ἐχθροὺς τοῦ σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ, ὧν τὸ τέλος ἀπώλεια, ὧν ὁ Θεὸς ἡ κοιλία καὶ ἡ δόξα ἐν τῇ αἰσχύνῃ αὐτῶν, οἱ τὰ ἐπίγεια φρονοῦντες!» (Φιλιπ. 3,18-19).
Σταυρός, ἀγαπητοί μου, σημαίνει· ἕνωσις μὲ τὸ Χριστό, χωρισμὸς ἀπὸ τὸν κόσμο, νέκρωσις μελῶν, σταύρωσις παθῶν, ἄθλησις ὑπὲρ ἀληθείας καὶ δικαιοσύνης, ζωὴ θυσίας καὶ αὐταπαρνήσεως.
Χριστιανὸς χωρὶς σταυρὸ δὲν νοεῖται.Κύριε, στὸ ἔλεός σου ἐλπίζουμε, μὴ μᾶς καταισχύνῃς! Διὰ τοῦ σταυροῦ καὶ τῆς ἀναστάσεώς σου «ἐγνώρισάς μοι ὁδοὺς ζωῆς· πληρώσεις με εὐφροσύνης μετὰ τοῦ προσώπου σου, τερπνότητες ἐν τῇ δεξιᾷ σου εἰς τέλος» (Ψαλμ. 15,11)
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Β΄ μέρος ἄρθρου ποὺ δημοσιεύθηκε στὸ περιοδικὸ «Σταυρός» (φ. 1/Ἰαν. 1953)), Ακτίνες