Τέκνον Τιμόθεε, «νῆφε ἐν πᾶσι» (Β΄ Τιμ. 4,5)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, ἀκούγονται δύο σάλπιγγες, μία τοῦ ἀποστόλου καὶ ἡ ἄλλη τοῦ εὐαγγελίου· ἡ μία εἶνε ἡ φωνὴ τοῦ Παύλου καὶ ἡ ἄλλη ἡ φωνὴ τοῦ Προδρόμου τὴν ὁποία διέσωσε ὁ εὐαγγελιστὴς Μᾶρκος. Ἐδῶ θὰ σαλπίσουμε μὲ τὴ σάλπιγγα τοῦ ἀποστόλου Παύλου· πού, ὅπως ἀκούσατε, ἀπευθύνει ὡρισμένες συμβουλὲς καὶ προτροπὲς στὸ πνευματικό του τέκνο τὸν Τιμόθεο ἀλλὰ καὶ σὲ κάθε Χριστιανό.
Ποῦ ἦταν τότε ὁ Παῦλος ὅταν ἔγραφε αὐτά; Στὴ φυλακή. Γιατί; τί ἔκανε; ἔκανε κανένα ἔγκλημα; Ναί. Καὶ ποιό τὸ ἔγκλημά του; Κήρυττε τὸ εὐαγγέλιο, τὴν Ἀλήθεια (μὲ ἄλφα κεφαλαῖο). Γιατὶ ἀδέρφια μου, σὲ ἐποχὴ ποὺ οἱ ἄνθρωποι ἔχουν φύγει ἀπ᾽ τὸ δρόμο τοῦ Θεοῦ, ὅπως τότε ἐπὶ Νέρωνος, τὸ νὰ διαδίδῃς τὸν Χριστιανισμὸ εἶνε ἔγκλημα. Γι᾽ αὐτὸ τὸν συνέλαβαν, τὸν ἔρριξαν στὶς φυλακὲς τῆς Ῥώμης, κ᾽ ἐκεῖ ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα περίμενε νὰ τὸν ἐκτελέσουν.Τὶς παραμονὲς λοιπὸν τῆς ἐκτελέσεως ἔγραψε τὴν ἐπιστολὴ αὐτὴ στὸν Τιμόθεο, ποὺ βρισκόταν μακριά του. Ὁ Τιμόθεος εἶνε ὁ πρῶτος ἐπίσκοπος Ἐφέσου, ποὺ δυστυχῶς, ὅπωςκαὶ τόσες ἄλλες πόλεις τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, χάθηκαν. Γιὰ τὶς ἁμαρτίες μας αὐτὲς οἱ «λυχνίες» τῆς Ἀποκαλύψεως(βλ. Ἀπ. 1,12-13,20· 2,1) ἔσβησαν. Τοῦ γράφει λοιπὸν καὶ μεταξὺ ἄλλων συμβουλῶν, τὸν προτρέπει· Τέκνον Τιμόθεε, παιδί μου Τιμόθεε, «νῆφε ἐν πᾶσι» (Β΄ Τιμ. 4,5) .Τί θὰ πῇ «Νῆφε ἐν πᾶσι» ;
Ἔχε τὰ μάτια σου ἀνοιχτά, δεκατέσσερα, τετρακόσα. Ζῇς σὲ κοινωνία διεφθαρμένη, ποὺ χρησιμοποιεῖ καὶ μαχαίρι καὶ δημίους καὶ κάθε ἄλλο μέσο γιὰ νὰ σφραγίσῃ τὸ στόμα ἐργατῶν τοῦ εὐαγγελίου.Σὲ μιὰ τέτοια ἐποχή, «νῆφε ἐν πᾶσι».
Δὲν ἦταν ὁ Τιμόθεος ἁπλὸς Χριστιανός· ἦταν κληρικός, ἐπίσκοπος, ποιμένας. Κι ἂν κάθε Χριστιανὸς πρέπει νὰ προσέχῃ, πολὺ περισσότερο ἕνας πατέρας, μιὰ μάνα, ἕνας προϊστάμενος, ἕνας στρατηγός, ἕνας βασιλιᾶς, πρὸ παντὸς ἕνας ἐπίσκοπος, πρέπει νὰ ἀγρυπνῇ. Κοιμᾶται παρακαλῶ ὁ τσοπᾶνος ὅταν τὴ νύχτα γύρω ἀπ᾽ τὸ μαντρὶ οὐρλιάζουν λύκοι; κοιμᾶται ὁ καπετάνιος ὅταν τὰ κύματα ἀπειλοῦν νὰ πνίξουν τὸ πλοῖο; κοιμᾶται ἡ μάνα ὅταν τὸ παιδί της χαροπαλεύῃ; κοιμᾶται ὁ γιατρὸς ὅταν ὁ ἀσθενὴς κινδυνεύῃ; κοιμᾶται ὁ ἀξιωματικὸς ὅταν ἀπὸ ὥρα σὲ ὥρα ἐπίκειται αἰφνιδιασμὸς τοῦ ἐχθροῦ; Μένουν ἄγρυπνοι ὅπως ὁ πολυόμματος Ἄργος ὁ Πανόπτης τῆς μυθολογίας. Ἔτσι ἔπρεπε νὰ εἶνε καὶ ὁ ἐπίσκοπος Τιμόθεος·αὐτὸ τοῦ λέει σὲ γλῶσσα ἑλληνικὴ ὁ ἀπόστολος Παῦλος· Τέκνον Τιμόθεε, «νῆφε ἐν πᾶσι»· νὰ εἶσαι ξυπνητός, ἄγρυπνος μέρα – νύχτα στὴν ἔπαλξι τοῦ καθήκοντος τῆς ἀποστολῆς.
Ἀλλ᾽, ἀγαπητοί μου, οἱ δύο αὐτὲς λέξεις, «Νῆφε ἐν πᾶσι», δὲν ἀπευθύνονται μόνο στὸν Τιμόθεο, δὲν γράφτηκε ἡ ἐπιστολὴ αὐτὴ μόνο γι᾽ αὐτόν· γράφτηκε γιὰ κάθε ἱερέα, κήρυκα, ἐπίσκοπο, κάθε ἄνθρωπο μὲ εὐθύνη, γιὰ κάθε Χριστιανὸ καὶ Χριστιανή.
Ἡ φωνὴ αὐτὴ διαβαίνει τοὺς αἰῶνες καὶ φτάνει σ᾽ ἐμᾶς. Σ᾿ ἐμένα καὶ σ᾿ ἐσένα, ἀδελφέ μου, ἀπευθύνεται ἡ προτροπὴ αὐτή, τώρα μάλιστα στὸ μεταίχμιο τοῦ χρόνου, καὶ λέει· Τέκνον, «νῆφε ἐν πᾶσι».
Πρέπει λοιπὸν κ᾽ ἐμεῖς νὰ εἴμαστε ξύπνιοι, ἄγρυπνοι. Ζοῦμε σὲ ἐποχή, ποὺ ἐγὼ τοὐλάχιστον τὴν χαρακτηρίζω ὡς τὴν χειρότερη τῆς ἱστορίας, ἐποχὴ Ἁρμαγεδῶνος (Ἀπ. 16,16) . Δὲν μιλῶ σὲ ἀθέους, ἀνθρώπους ἔξω ἀπὸ τὴ μάνδρα τοῦ Χριστοῦ·μιλῶ σὲ πιστὰ τέκνα τῆς Ἐκκλησίας, ποὺ ἀποτελοῦν τὸ «μικρὸν ποίμνιον» (Λουκ. 12,32). Πρὸς ὅλους ἐμᾶς ἀπευθύνεται ἡ προτροπή, αὐτὸ τὸ σῆμα ποὺ στέλνει ὁ ἀπόστολος Παῦλος σὰν στρατηγὸς τοῦ πνευματικοῦ ἀγῶνος. «Νῆφε ἐν πᾶσι», λέει στὸν καθένα μας, διότι κινδυνεύουμε.
Κινδυνεύουμε σωματικῶς· καὶ τὸ σῶμα εἶνε καλλιτέχνημα, δῶρο Θεοῦ. Ἀφ᾽ ὅτου λ.χ. ἐφευρέθηκε τὸ αὐτοκίνητο –εὐλογημένη ἡ ἐποχὴ ποὺ οἱ ἄνθρωποι πήγαιναν μὲ τὰ πόδια καὶ τὰ γαϊδουράκια–, ἀπὸ τότε μέχρι σήμερα πόσα ἑκατομμύρια ἔχουν φονευθῆ σὲ τροχαῖα δυστυχήματα! Στάζουν οἱ δρόμοι ἀπὸ τὰ αἵματα. Βγαίνεις τὸ πρωὶ ἀπ᾽ τὸ σπίτι καὶ δὲν ξέρεις ἂντὸ βράδυ σὲ φέρουν νεκρὸ ἢ τραυματισμένο. Κινδυνεύουμε ἀπὸτὰ μέσα συγκοινωνίας. Κινδυνεύουμε ἀκόμη ἀπὸ ἀσθένειες ποὺ σαρώνουν· καὶ θὰ γίνῃ ἡ προφητεία τοῦ Κοσμᾶ τοῦΑἰτωλοῦ, ὅτι θὰ βαδίζῃς χιλιόμετρα γιὰ νὰ συναντήσῃς ἄνθρωπο νὰ τοῦ πῇς καλημέρα. Κινδυνεύουμε σωματικῶς, ἀλλὰ πρὸ παντὸς κινδυνεύουμε ψυχικῶς καὶ πνευματικῶς.
Στοὺς πνευματικοὺς καὶ ψυχικοὺς κυρίως κινδύνους ἀναφέρεται ἡ προτροπὴ «Νῆφε ἐν πᾶσι». Εἴμαστε σὲ ἐποχὴ σὰν ἐκείνη γιὰ τὴν ὁποία ὁ ἀπόστολος Παῦλος –λίγο παραπάνω– λέει, ὅτι «ἐνστήσονται καιροὶ χαλεποί» (Β΄ Τιμ. 3,1), θά ᾽ρθουν χρόνια δύσκολα, ποὺ οἱ ἄνθρωποι θὰ βουλώσουν τ᾿ αὐτιά τους νὰ μὴν ἀκοῦνε τὸ Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ. Ἂν σήμερα μιλήσῃς γιὰ ἔρωτες, χρηματιστήριο, πολιτικὴ κι ἄλλα τέτοια, σ᾿ ἀκοῦνε μὲ αὐτιὰ ὀρθάνοιχτα· ἂν ὅμως ἀνοίξῃς τὸ Εὐαγγέλιο, ἂν τοὺς διαβάσῃς συναξάρια καὶ βίους ἁγίων, θὰ τοὺς δῇς νὰ χασμουριοῦνται.
Ἀρέσκονται σὲ λόγια ποὺ διεγείρουντὶς αἰσθήσεις γιὰ ἀπολαύσεις σαρκικές. Θὰ «ἐπισωρεύσουν», λέει, «διδασκάλους» πλάνης (ἔ.ἀ. 4,3), θὰ παρουσιαστοῦν ψευδοπροφῆτες. Καὶ ὄντως παρουσιάστηκαν. Τοὺς βλέπεις κα ὶἐξωτερικῶς εἶνε ἄψογοι, εὐγενέστατοι, μέλι στάζει ἡ γλῶσσα τους, ἀλλὰ κάτω ἀπ᾽ τὸ μέλι κρύβεται τὸ φαρμάκι τῆς αἱρέσεως. Ἐννοῶ τοὺς «μάρτυρες τοῦ Ἰεχωβᾶ», τοὺς χιλιαστάς. Προτιμότερο νὰ σὲ δαγκώσῃ ὀχιὰ παρὰ νὰ σὲ πλησιάσῃ ἕνας τέτοιος ψευδοπροφήτης, ποὺ θὰ προσπαθήσῃ νὰ σὲ ἀποπλανήσῃ. Γι᾽ αὐτὸ «νῆφε ἐν πᾶσι», πρόσεχε νὰ μὴ χάσῃς τὴν πίστι σου,πρόσεχε τὴν Ὀρθόδοξο πίστι ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, πρόσεχέ την σὰν τὰ μάτια σου. «Νῆφε ἐν πᾶσι» ἀκόμα, διότι κινδυνεύειςκαὶ ἀπὸ τὸ οἰκιακό σου περιβάλλον· ἀπὸ τὸν ἄντρα ἢ τὴ γυναῖκα σου ἂν εἶνε ἄπιστοι, ἀπὸ τὰ παιδιά σου ἂν πῆραν δρόμο κακό, ἀπὸ τοὺς δικούς σου. Πολλὲς φορὲς τὸ κακὸ ποὺ γίνεται δὲν τὸ κάνουν ἐχθροὶ ἀλλὰ συγγενεῖς καὶ φίλοι. Γι᾿ αὐτὸ ὁ Χριστὸς εἶπε –καὶ ὁ λόγος του εἶνε αἰώνιος– ὅτι «ἐχθροὶ τοῦ ἀνθρώπου οἱ οἰκιακοὶ αὐτοῦ» (Ματθ. 10,36).
«Νῆφε ἐν πᾶσι», πρόσεχε ἀπὸ τοὺς ψευδοπροφῆτες, ἀπὸ ἀνθρώπους τοῦ σπιτιοῦ σου· «νῆφε ἐν πᾶσι» ἀκόμα, γιὰ νὰ μὴ σὲ παρασύρῃ τὸ ῥεῦμα τῆς μόδας. Ὅπως τὸ χειμῶνα τὰ ποτάμια πλημμυρίζουν καὶ παρασύρουν κορμοὺς καὶ βράχους, ἔτσι εἶνε ῥεῦμα καὶ οἱ νέες ἰδέ ες ποὺ παρασύρουν τὸν κόσμο. Δὲν ἐννοῶ τὶς καλὲς ἰδέες, ἐννοῶ τὶς μοντέρνες ἰδέες καὶ τὴ μοντέρνα ζωή. Σιγὰ - σιγὰ ἡ ἁγνὴζωὴ μὲ τὶς παραδόσεις τῶν πατέρων καὶ τῶν προγόνων μας, ἡ ὀρθόδοξος χριστιανικὴ ζωή, πάει πλέον· ἔρχεται μιὰ μοντέρνα ζωή, ποὺ δὲν θέλει ν᾽ ἀκούῃ οὔτε γιὰ νηστεῖες οὔτε γιὰ ἑορτὲς καὶ πανηγύρεις χριστιανικές· περιφρονεῖ τὰ ὅσια καὶ ἱερὰ τοῦ γένους μας.
Κινδυνεύουμε λοιπὸν ἀπὸ ὅλα αὐτά. Ἀλλὰ ὁ μεγαλύτερος κίνδυνος, ἀδελφοί μου, εἶνε ἀπὸ τὸν ἀόρατο ἐχθρό, ἀπὸ τὶς σκοτεινὲς δυνάμεις «τοῦ ἀέρος» (Ἐφ. 2,2)· κινδυνεύουμε ἀπὸ τὸνδιάβολο, ὁ ὁποῖος ἰδίως στὴν ἐποχή μας ἔχεικηρύξει πανστρατιά. Πολλὰ μηχανήματα ἔχει, ἀλλὰ τὸ κυριώτερο εἶνε ἡ ἀναβολή. Ὅταν πρό κειται νὰ κάνῃς τὸ καλό, σοῦ λέει «Αὔριο, αὔριο»· ὅταν πρόκειται νὰ κάνῃς τὸ κακό, σοῦ λέει «Τώρα ἀμέσως!». Τὸ αὔριο ὅμως δὲν εἶνε δικό μας, εἶνε τοῦ Θεοῦ· δικό μας εἶνε τὸ σήμε-ρα. Ὁ διάβολος στρώνει τὸ δρόμο γιὰ τὴν κόλασι μὲ «θά…»· ὁ ἕνας λέει «Θὰ ἐξομολογηθῶ» καὶ οὐδέποτε ἐξομολογεῖται, ὁ ἄλλος «Θὰ κοινωνήσω» καὶ οὐδέποτε κοινωνεῖ, ὁ ἄλλος «Θὰ συγχωρήσω» καὶ οὐδέποτε συγχωρεῖ. Ὁ σατανᾶς μᾶς παρασύρει νὰ σπαταλοῦμε τὸ χρόνο ὁ ἕνας στὸ καφφενεῖο, ἄλλος σὲ φλυαρίες καὶ κατακρίσεις, ἄλλος σὲ θεάματα, ἄλλος σὲ ταξίδια καὶ τουρισμό, ἄλλος σὲ χαρτοπαίγνια καὶ καζῖνο. Πῶς νὰ μείνῃ χρόνος μετὰγιὰ μελέτη, ἐνδοσκόπησι, ἀνάτασι; Ἕνας ἠθοποιός, γιὰ νὰ εἰσπράξῃ χρήματα, κάλεσε ὅλους στὸ γήπεδο. Ἔμπηξε στὴ γῆ ἕνα κοντάρι, κάρφωσε στὴν κορυφή του μιὰ βελόνα, καὶ μετά, καλπάζοντας ἔφιππος, πλησίασε τὸ κοντάρι καὶ –φανταστῆτε τὴ δυσκολία –πέρασε μιὰ κλωστὴ στὴν τρύπα τῆς βελόνας!
Ὅλοι χειροκρότησαν, ὁ βασιλιᾶς ὅμως τὸν κάλεσε καὶ τοῦ λέει· –Πόσο καιρὸ κοπίασες γιὰ νὰ τὸ πετύχῃς αὐτό; –Δώδεκα χρόνια. Διατάζει λοιπόν· –Σ᾽ αὐτὰ τὰ χρόνια μποροῦσε νὰ κάνῃ πολλὰ σπουδαιότερα πράγματα, κι αὐτὸς τὰ σπατάλησε· γι᾽ αὐτὸ κλεῖστε τον στὴ φυλακή. Ἀδελφοί μου, μὴν πάθουμε κ᾽ ἐμεῖς τὸ πάθημα αὐτό. Ἂς ἀκούσουμε τὴ φωνὴ τοῦ Παύλου «Νῆφε ἐν πᾶσι», τὴ φωνὴ τοῦ Προδρόμου «Μετανοεῖτε» (Ματθ. 3,2) διότι «κάθε δέντρο ἄκαρποκόβεται καὶ ῥίχνεται στὴ φωτιά» (ἔ.ἀ. 7,19), καὶ τὴ φωνὴ τῆς Ἐκκλησίας μας «Τὸν ὑπόλοιπον χρόνον τῆς ζωῆς ἡμῶν ἐν εἰρήνῃ καὶ μετανοίᾳ ἐκτελέσαι παρὰ τοῦ Κυρίου αἰτησώμεθα»· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε στὸν ἱ. ναὸ Ἁγ. Τριάδος Ν. Φιλαδελφείας - Ἀθηνῶν τὴν Κυριακὴ 30-12-1962.), Ζωηφόρος