«Ἔχομεν δὲ τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν» (Β΄ Κορ. 4,7)
O ἀπόστολος καὶ τὸ εὐαγγέλιο, ἀγαπητοί μου, εἶνε τὰ ἱερὰ ἀναγνώσματα ποὺ διαβάζει ἡ Ἐκκλησία μας σὲ κάθε θεία λειτουργία. Τὰ παλιὰ εὐλογημένα χρόνια, ποὺ οἱ ἄνθρωποι πίστευαν στὸ Θεό, τὴν ὥρα ποὺ λεγόταν τὸ εὐαγγέλιο γονάτιζαν. Ἄκουγαν μὲ μεγάλη προσοχὴ τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου καὶ τὰ λόγια τοῦ εὐαγγελίου. Τώρα δυστυχῶς δὲν ὑπάρχει αὐτὴ ἡ φλογερὴ πίστι ποὺ ἔκανε τοὺς ἀνθρώπους νὰ προσέχουν τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ. Ἐὰν προσέχαμε τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ φυτεύαμε μέσα στὴν καρδιά μας, διαφορετικὸς θὰ ἦταν ὁ κόσμος.
Ὁ ἀπόστολος καὶ τὸ εὐαγγέλιο, ὅπως γνωρίζετε, ἀλλάζουν κάθε Κυριακή. Τὸ μὲν εὐαγγέλιο μᾶς μεταφέρει τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ, ὁ δὲ ἀπόστολος μᾶς διδάσκει τὸ κήρυγμα τῶν ἀποστόλων.
Θὰ ἔπρεπε νὰ ἔχουμε ὥρα πολλή, καὶ νά ᾿χετε κ᾿ ἐσεῖς ὄρεξι πνευματική, νά᾿χετε πνευματικὰ ἐν διαφέροντα, σὰν αὐτὰ ποὺ ἔχετε γιὰ ἄλλες ἀκροάσεις, γιὰ νὰ μπορέσουμε νὰ ἑρμηνεύσουμε τὸ εὐαγγέλιο καὶ τὸν ἀπόστολο.
Σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος μᾶς φωνάζει· Στὸν κόσμο αὐτὸν ποὺ ζῆτε, σταθῆτε στερεοὶ καὶ ἀκλόνητοι ἐπάνω στὶς ἐπάλξεις τοῦ ἱεροῦ καθήκοντος, ἐπάνω στὸ καθῆκον τῆς πίστεως καὶ τῆς ἀρετῆς. Φανῆτε ἥρωες. Στὰ λίγα λεπτὰ ποὺ ἔχουμε στὴ διάθεσί μας, θὰ προσπαθήσουμε νὰ ῥίξουμε μιὰ ματιὰ στὸν ἀπόστολο, καὶ ἰδίως στὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου Παύλου ποὺ ἀκούσαμε σήμερα· «Ἀδελφοί, …ἔχομεν τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν» (Β΄ Κορ. 4,7). Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἀποστόλου; Διότι δὲν πρέπει ἁπλῶς νὰ ἐρχώμαστε στὴν ἐκκλησία χωρὶς νὰ παρακολουθοῦμε αὐτὰ ποὺ τελοῦνται. Τὰ λόγια αὐτὰ τοῦ ἀποστόλου πρέπει νὰ τὰ καταλάβουμε καλά.
«Ἔχομεν τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν» (Β΄ Κορ. 4,7). Μ᾿ ἄλλα λόγια λέει· Ἐμεῖς οἱ ἀπόστολοι δὲν διαφέρουμε ἀπὸ τοὺς ἄλλους ἀνθρώπους κατὰ τὸ σῶμα. Οἱ ἀπόστολοι, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶχαν μπόι διπλάσιο, δὲν ἦταν τέσσερα - πέντε μέτρα, ὥστε νὰ εἶνε ψηλότεροι ἀπὸ τοὺς ἄλλους. Δὲν ἦταν φτειαγμένοι ἀπὸ ἄλλη πάστα. Σάρκες κόκκαλα καὶ φλέβες εἶχαν, ὅπως ὅλοι οἱ ἄνθρωποι. Καὶ τὰ σώματα ὅλων τῶν ἀνθρώπων, εἴτε τῶν βασιλιάδων, εἴτε τῶν στρατιωτῶν, εἴτε τῶν φτωχῶν, εἴτε τῶν πλουσίων, ὅλη αὐτὴ ἡ σάρκινη ὑπόστασι, ὅλα ἀνεξαιρέτως τὰ σώματα, ὅσο ῥωμαλέα ἀκμαῖα καὶ ἰσχυρὰ καὶ ἂν εἶνε, ἔχουν ἐκ φύσεως ἀδυναμία. Ἔτσι ἦταν καὶ τὰ σώματα τῶν ἀποστόλων. Προσέξατε; Ὁ ἀπόστολος τὰ ὀνομάζει «ὀστράκινα».
Τί σημαίνει, ἀδελφοί μου, «ὀστράκινα»; Σημαίνει, ὅτι εἶνε χωματένια· ὅπως εἶνε οἱ στάμνες, οἱ γλάστρες, τὰ κανάτια, ποὺ εἶνε φτειαγμένα ἀπὸ χῶμα ζυμωμένο στὸ ἐργαστήρι. Ἐκεῖνα λέγονται «ὀστράκινα σκεύη», δηλαδὴ σκεύη χωματένια. Ἀλλὰ ἔτσι ὀνομάζονται ἐδῶ καὶ τὰ σώματά μας. Παρ᾿ ὅλη τὴν ὡραιότητα ποὺ ἔχουν, παρ᾿ ὅλη τὴν ἀκμὴ καὶ τὸ ἄνθος τους, ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει τὰ σώματα «ὀστράκινα», δηλα δὴ πήλινα, χωματένια. Καὶ τὰ ὀνομάζει ἔτσι, διότι ἀπὸ κατασκευῆς του ὁ ἄνθρωπος εἶνε γῆ, χῶμα, καὶ στὸ χῶμα θὰ καταλήξῃ.«Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ» εἶπε ὁ Θεός (Γέν. 3,19).
Ὀνομάζει ἀκόμη τὰ σώματά μας «ὀστράκινα», γιατὶ εἶνε εὔθραυστα. Πάρτε ἕνα σιδερένιο ῥαβδὶ καὶ μπῆτε μέσα σ᾿ ἕνατσουκαλάδικο, σ᾿ ἕνα ἐργαστήριο ποὺ εἶνε γεμᾶτο ἀπὸ διάφορα κανάτια· μπορεῖτε μ᾽ αὐτὸ μέσα σὲ λίγη ὥρα νὰ τὰ σπάσετε ὅλα αὐτά, γιατὶ τὸ σιδερένιο ῥαβδὶ εἶνε ἰσχυρό. Ἔτσι συμβαίνει καὶ μὲ τὴ ζωή μας. Εἴμαστε ὅλοι, κἂν βασιλιᾶδες, κἂν πλούσιοι, κἂν ὅποιοι εἴμαστε, εἴμαστε ὅλοι «ὀ στράκινα σκεύη», εἴμαστε σὰν γλάστρες. Τὸ δὲ ῥαβδί, τὸ σιδερένιο μπαστούνι, εἶνε ὁ χάρος. Μόλις μᾶς ἀγγίξῃ, σπᾶμε· δὲ γλυτώνουμε, σπάει τὸ «ὀστράκινο σκεῦος».
Εἶνε εὔθραυστο πρᾶγμα ἡ ἀνθρώπινη ζωή. Μιὰ ἀνωμαλία τοῦ καιροῦ, ἕνα ῥεῦμα, μία θερμοκρασία ὑψηλὴ ἢ ἕνα ψῦχος ὑπερβολικό, μποροῦν νὰ τὴ σβήσουν. Ἕνα μικρόβιο ἀόρατο, ποὺ δὲν μπορεῖ ἀκόμη ἡ ἐπιστήμη νὰ τὸ ἐξουδετερώσῃ, κατορθώνει νὰ εἰσχωρήσῃ στὰ πνευμόνια, μέσα στὸν ὀργανισμὸ τοῦ ἀνθρώπου, καὶ νὰ τὸν κάνῃ νὰ καταρρεύσῃ. Ἢ μία σταγόνα αἵματος βλέπετε νὰ πέφτῃ μέσα στὸν ἐγκέφαλο ἢ στὴν καρδιὰ ἢ στὶς φλέβες, καὶ ὁ ἄνθρωπος παθαίνει θρόμβωσι καὶ πεθαίνει. Εὔθραυστος εἶνε. Πιὸ εὔκολα θραύεται ἡ ἀνθρώπινη ζωὴ ἀπ᾿ ὅ,τι ἕνα σκεῦος ὀστράκινο. Γι᾿ αὐτὸ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὀνομάζει τὰ σώματά μας «ὀστράκινα σκεύη».
Ἀλλὰ ἐδῶ, ἀδελφοί μου, εἶνε τὸ σπουδαῖο, ἐδῶ εἶνε τὸ μεγαλεῖο τοῦ Θεοῦ. Ἐνῷ τὸ σῶμα μας εἶνε ἔτσι πλασμένο, κατὰ τὸ«Γῆ εἶ καὶ εἰς γῆν ἀπελεύσῃ», ἐν τούτοις μέσα σ᾿ αὐτὸ τὸ ὀστράκινο σκεῦος ὑπάρχει «θησαυρός». Ὅπως μέσα στὴν κοπριὰ τῆς γλάστρας ποὺ ἔχεις στὴν αὐλή σου ὑπάρχει ἄνθος, ὑπάρχει κρίνος, ἔτσι καὶ μέσα στὴν κοπριὰ τῆς ἀνθρωπίνης σαρκὸς ―γιατὶ δὲν εἶνε τίποτε ἄλλο τὸ σῶμα τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ μιὰ φθαρτὴ ὕλη―, μέσα στὸ κάθε ἀνθρώπινο σῶμα, μέσα στὴν εὐτελῆ αὐτὴ γλάστρα, ὑπάρχει τὸ ἄνθος, ὑπάρχει ὁ κρίνος. Καὶ τὸ ἄνθος αὐτὸ τὸ ἀμάραντο εἶνε ἡ ψυχή, εἶνε τὸ πνεῦμα, εἶνε ὁ νοῦς τοῦ ἀνθρώπου.
Ναί, ἀδελφοί μου· μέσα στὸν κάθε ἄνθρωπο ὑπάρχει αὐτὸς ὁ θησαυρός. Εἶνε ἡ ψυχὴ τοῦ ἀνθρώπου, ἡ ἀθάνατη ψυχή, ποὺ δὲν ὑπάρχει ἄλλος θησαυρὸς ἀνώτερος καὶ μὲ μεγαλύτερη ἀξία. Διότι τὸ εἶπε ὁ Κύριος καὶ ὁ λόγος του εἶνε αἰώνιος· «Τίὠφελεῖται ἄνθρωπος ἐὰν τὸν κόσμον ὅλον κερδήσῃ, τὴν δὲ ψυχὴν αὐτοῦ ζημιωθῇ;» (Ματθ. 16,26).
Ὥστε ἡ ψυχὴ εἶνε ὁ θησαυρός. Καὶ μάλιστα ποιά ψυχή; Ἡ ψυχὴ ἐκείνη ποὺ ἔχει πίστι στὸν Κύριο. Μιὰ ψυχὴ ποὺ πιστεύει στὸ Χριστὸ παίρνει τέτοια δύναμι –ἐδῶ εἶνε τὸ μεγαλεῖο–, ὥστε αὐτὸ τὸ ὀστράκινο σκεῦος, λέει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, γίνεται διαμάντι. Ναί, τὸ ὀστράκινο σκεῦος γίνεται ἀδαμάντινο.
Αὐτά, θὰ πῆτε, εἶνε λόγια· ἐμεῖς θέλουμε ἀποδείξεις.
Ἀποδείξεις; Ναί. Πρῶτα - πρῶτα ἔχουμε τοὺς ἀποστόλους. Ἦταν κι αὐτοὶ ὀστράκινα σκεύη. Καὶ ὅμως ἐπάνω σ᾿ αὐτὰ τὰ ὀστράκινα σκεύη ἔπεσαν βασιλιᾶδες, Νέρωνες καὶ Καλιγοῦλες, ἔπεσαν ὅλα τὰ θηρία τοῦ κόσμου. Κι αὐτοὶ δὲν εἶχαν οὔτε μιὰ δραχμὴ στὴν τσέπη, οὔτε σπαθιὰ καὶ ὅπλα, οὔτε τίποτε. Καμμία δύναμι δὲν εἶχαν. Γιά φαντάσου, νὰ χτυπᾷς ἕνα ὀστράκινο σκεῦος, νὰ χτυπᾷς μιὰ γλάστρα μὲ ὅλα τὰ σιδερένια μπαστούνια τοῦ κόσμου, κι αὐτὴ νὰ μὴ σπάῃ; Ἀκριβῶς αὐτὸ συνέβη καὶ μὲ τοὺς ἀποστόλους. Δὲ μπόρεσαν οἱ διωγμοὶ νὰ θραύσουν τὸ ἡρωικό τους φρόνημα· διότι μὲ τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἀκατάβλητοι, ἀδαμάντινοι.
Ὅπως τὸ πιὸ εὔθραυστο πρᾶγμα εἶνε τὸ ὀστράκινο, ἔτσι καὶ τὸ πιὸ ἰσχυρὸ ποὺ δὲν θραύεται εἶνε ὁ ἀδάμας, τὸ διαμάντι. Πάρτε ἕνα διαμάντι, χτυπῆστε το μὲ ὅλα τὰ σφυριά· δὲν σπάει, εἶνε ἄθραυστο. Ἔτσι λοιπὸν μὲ τὴν πίστι στὸ Χριστὸ καὶ μὲ τὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ οἱ ἀπόστολοι, οἱ φτωχοὶ ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας, ἔγιναν διαμάντια, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ τὰ σπάσουν ὅλα τὰ σφυριὰ τοῦ κόσμου.
Καὶ δὲν ἦταν μόνο οἱ ἀπόστολοι· εἶνε καὶ ὅλοι οἱ ἅγιοι καὶ οἱ μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας, ποὺ ὑπέστησαν ἀνατριχιαστι κὰ μαρτύρια, καὶ αὐτὰ τὰ «ὀστράκινα σκεύη» ἀποδείχθηκαν ἀδάμαντες, διαμάντια τοῦ Χριστοῦ.
Νά λοιπόν, ἀγαπητοί μου, τὰ «ὀστράκινα σκεύη».
Ὅταν διαβάσουμε τοὺς βίους τῶν ἁγίων, τότε καταλαβαίνουμε αὐτὸ ποὺ λέει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «Ἔχομεν τὸν θησαυρὸν τοῦτον ἐν ὀστρακίνοις σκεύεσιν».
Ἂν καὶ εἴμαστε ἀπὸ χῶμα, ἂν καὶ εἴμαστε σκουλήκια ἐπάνω στὴ γῆ, ὅταν πιστέψουμε στὸ Χριστὸ τὸ σκουλήκι γίνεται ἀετὸς καὶ ὁ πηλὸς διαμάντι. Ἀρκεῖ νὰ βάλουμε τὸ Χριστὸ στὴν καρδιά μας. Τότε καὶ ὁ πιὸ εὐτελὴς ἄνθρωπος γίνεται ἥρωας καὶ μάρτυρας καὶ μεγαλομάρτυρας στὸν κόσμο αὐτόν.
Διαμάντια τοῦ Χριστοῦ νὰ γίνουμε κ᾿ ἐμεῖς, ἀδελφοί μου. Τὸ φρόνημα τῶν ἁγίων καὶ τῶν μαρτύρων νὰ ἔχουμε. Τὸν πόθο καὶ τὴ διάθεσι τοῦ μαρτυρίου νὰ καλλιεργοῦμε. Ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πηγή: (Ἀπομαγνητοφωνημένη ὁμιλία, ἡ ὁποία ἔγινε σὲ ἱ. ναὸ τῶν Ἀθηνῶν ἢ τὴν 30-9-1962 ἢ τὴν 4-10-1964.), Ζωηφόρος