Η προαναγγελθείσα από ομάδα Αγιορειτών πατέρων διακοπή της μνημόνευσης του Πατριάρχου Βαρθολομαίου μετά την Σύνοδο της Κρήτης αλλά και το γενικότερο κλίμα που επικρατεί εντός και εκτός του Αγίου Όρους θέτει εκ νέου μπροστά μας ζητήματα που αφορούν στον τρόπο αντίδρασης απέναντι στους Οικουμενιστές.
Πρώτη και βασική αρχή που θα πρέπει να διακατέχει όσους αγωνίζονται υπέρ της ορθοδόξου πίστεως είναι η αποφυγή των δύο άκρων. Πολεμώντας τον επάρατο οικουμενισμό δεν πρέπει να οδηγούμαστε στον άκρατο ζηλωτισμό.
Η διακοπή της μνημόνευσης του Πατριάρχη είναι πράξη ουσιαστική, μέσο αντίδρασης στην οικουμενιστική του πορεία, για τη λήψη του οποίου απαιτείται, πέραν της μελέτης των πατερικών κειμένων, η προσωπική αλλά και συλλογική προσευχή για την απόκτηση της εκ Θεού πληροφορίας που θα οδηγήσει στην απόφαση αυτή. Σε κάθε περίπτωση όποιος διακόπτει τη μνημόνευση του Πατριάρχη δεν θα πρέπει αυτομάτως να κρίνει ως αιρετικούς, οικουμενιστές ή φιλοοικουμενιστές όσους δεν προχωρούν στην διακοπή του μνημοσύνου σύμφωνα με τη δική του επιλογή.
Ασφαλώς η διακοπή του μνημοσύνου είναι πράξη που θα δρούσε αποτελεσματικά ως μέσο ανάσχεσης της πορείας των οικουμενιστών εάν αποφασιζόταν από επισκόπους ή τους Αγιορείτες ηγουμένους. Αλλά και στην περίπτωση αυτή, όσοι πιστοί, κληρικοί και λαϊκοί, δεν θα ανήκαν στις μητροπόλεις των επισκόπων που θα προχωρούσαν σε διακοπή του μνημοσύνου του Πατριάρχη Βαρθολομαίου, δεν υποχρεούνταν σε «μετακίνηση» προς μία μητρόπολη στην οποία δεν θα μνημονευόταν ο Πατριάρχης. Ομοίως ιερομόναχοι του Αγίου Όρους ή και κληρικοί εκτός αυτού που διακόπτουν το μνημόσυνο του Πατριάρχη Βαρθολομαίου δεν θα πρέπει αυτομάτως να διακόπτουν την κοινωνία με όσους συνεχίζουν, για τους δικούς τους λόγους, να μνημονεύουν τον Πατριάρχη. Εάν τούτο επικρατήσει, οι Οικουμενιστές θα έχουν πετύχει ένα ακόμη στόχο, αυτόν της διάσπασης των πιστών που αγωνίζονται κατά του Οικουμενισμού και θα οδηγηθούμε και πάλι σε σχίσματα εντός της Εκκλησίας.
Η διακοπή της μνημόνευσης είναι ένα μέσο προειδοποίησης του Πατριάρχη ότι η πορεία του έχει εκτραπεί εκτός των ορίων που θέτουν οι άγιοι Πατέρες. Δεν είναι λόγος διάσπασης των πιστών. Διακόπτοντας τη μνημόνευση του Πατριάρχη δεν «τιμωρούμε» όσους συνεχίζουν να τον μνημονεύουν αλλά κρούουμε τον κώδωνα προς τον αποκλίνοντα από την αγιοπατερική μας παράδοση. Δεν πρέπει να δώσουμε χαρά στους οικουμενιστές ότι απαλλάχτηκαν από την ενοχλητική μας παρουσία και τον έλεγχο των απόψεων και των κινήσεών τους προσχωρώντας σε ζηλωτικού τύπου φατρίες υποκλεπτόμενοι από τον εκ δεξιών πειρασμό. Εξάλλου όσοι συνεχίζουν να μνημονεύουν τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο, και αυτοί αποτελούν στην παρούσα φάση τη συντριπτική πλειοψηφία, δεν σημαίνει ότι όλοι συμφωνούν με όσα οικουμενιστικά εκείνος πράττει. Μια τέτοια γενίκευση είναι πέρα για πέρα αναληθής.
Η διακοπή της μνημόνευσης του Πατριάρχη ως εκκλησιαστική πράξη δεν αποτελεί από μόνη της την οριστική και τελική μάχη εναντίον της αίρεσης του Οικουμενισμού. Για την οριστική καταδίκη της αιρέσεως απαιτείται πνευματική εγρήγορση, αληθινή μετάνοια, εκ Θεού επίσκεψη, ανάληψη επισκοπικής ευθύνης, αφύπνιση των συνειδήσεων του κλήρου και του λαού, συνοδική αντιμετώπιση του ζητήματος και τελικά συνοδική καταδίκη της αιρέσεως και ομολογία της αληθούς ορθοδόξου πίστεως.
Επειδή οι οικουμενιστές γνωρίζουν να κινούνται μεθοδικά και με σχέδιο, όσοι αγωνιούν για τα ζητήματα της πίστης δεν θα πρέπει αντιθέτως να κινούνται βιαστικά, χωρίς περισυλλογή και προσευχή, χωρίς συνεννόηση μεταξύ τους, σπασμωδικά και ακραία αλλά με φρόνηση και ταπείνωση ζητώντας προ πάντων τη γνώμη ανθρώπων της προσευχής και όχι μόνο μελετώντας πατερικά συγγράμματα. Φορείς της χάριτος του Θεού δεν είναι οι μελετητές των αγιοπατερικών συγγραμμάτων αλλά όσοι απέκτησαν την πείρα και το φρόνημα των αγίων Πατέρων. Αυτών τη γνώμη θα πρέπει να επιζητούμε και για τα κρίσιμα ζητήματα της πίστεως. Διαφορετικά υπάρχει ο κίνδυνος στην προσπάθειά μας να πολεμήσουμε τον επάρατο οικουμενισμό να οδηγηθούμε στο άλλο άκρο του ζηλωτισμού, λόγω εγωισμού. Τότε θα έχουμε αστοχήσει ως ανεκπαίδευτοι νεοσύλλεκτοι της πνευματικής ζωής.
Πηγή: (Ορθόδοξος Τύπος, 29/7/2016), Θρησκευτικά