Στήν ἀναφορά τῆς θείας Λειτουργίας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου γίνεται λόγος γιά τά «σχίσματα τῶν Ἐκκλησιῶν». Ὁ Μέγας Βασίλειος μεταξύ τῶν ἄλλων προσεύχεται στόν Θεό: «Παῦσον τά σχίσματα τῶν Ἐκκλησιῶν».
Μερικοί σύγχρονοι θεολόγοι, γιά νά δικαιολογήσουν τόν ὅρο Ἐκκλησία καί γιά τούς ἑτεροδόξους, ἐπικαλοῦνται καί τήν φράση αὐτή καί ἰσχυρίζονται ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος ὀνομάζει Ἐκκλησίες καί τίς κοινότητες τῶν αἱρετικῶν, ὁπότε αὐτό, ὅπως ἰσχυρίζονται, δίδει τό δικαίωμα νά ὀνομάζουν ὅλους τούς Χριστιανούς ἐκτός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία εἶναι ἡ Μία, Ἁγία, Καθολική καί Ἀποστολική Ἐκκλησία, ὅτι ἀνήκουν σέ Ἐκκλησίες.
Αὐτό ἐκ πρώτης ὄψεως εἶναι λογικοφανές, ἀλλά ἐάν ἀναλύση κανείς τό θέμα θά διαπιστώση ὅτι τέτοιες ἑρμηνευετικές ἀποδόσεις στόν Μέγα Βασίλειο εἶναι ἐσφαλμένες.
Κατ’ ἀρχάς ἀμέσως μετά τήν προσευχή «παῦσον τά σχίσματα τῶν Ἐκκλησιῶν» ἀκολουθεῖ ἡ προσευχή: «τάς τῶν αἱρέσεων ἐπαναστάσεις ταχέως κατάλυσον τῇ δυνάμει τοῦ ἁγίου σου Πνεύματος». Αὐτό σημαίνει ὅτι ἐδῶ γίνεται διάκριση μεταξύ τῶν σχισμάτων, πού πρέπει νά παύσουν νά ὑπάρχουν, καί τῶν ἐπαναστάσεων τῶν αἱρέσεων πού πρέπει νά καταλυθοῦν μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Καί αὐτό γιατί οἱ αἱρέσεις εἶναι προϊόντα τοῦ πονηροῦ πνεύματος, τῶν δαιμονικῶν δυνάμεων.
Ἔπειτα, στήν ἴδια εὐχή τῆς ἀναφορᾶς προσεύχεται: «τούς ἐσκορπισμένους ἐπισυνάγαγε∙ τούς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικῇ καί ἀποστολικῇ Ἐκκλησία». Ἔτσι, ὑπάρχει ἡ Μία, Ἁγία, Ἀποστολική καί Καθολική Ἐκκλησία καί «οἱ πεπλανημένοι» πού ἔχουν ἀπομακρυνθῆ ἀπό αὐτή καί πρέπει νά ἐπιστρέψουν σέ αὐτήν.
Ὅποιος δέν μπορεῖ νά κάνη τήν διάκριση μεταξύ σχισμάτων καί αἱρέσεων, δέν μπορεῖ νά καταλάβη τόν λόγο τοῦ Μεγάλου Βασιλείου καί κατά τόν τρόπο αὐτό τόν παρερμηνεύει καί τόν ἀδικεῖ.
Τό ὅτι ὁ Μέγας Βασίλειος κάνει διάκριση μεταξύ τῶν σχισμάτων καί τῶν αἱρέσεων φαίνεται στόν 1ο Κανόνα του, ὁ ὁποῖος ἔγινε ἀποδεκτός ἀπό τήν Πενθέκτη Οἰκουμενική Σύνοδο καί ἑπομένως ἔχει καθολική ἰσχύ.
Στόν σημαντικό αὐτόν κανόνα ὁ Μέγας Βασίλειος κάνει τήν διάκριση μεταξύ αἱρέσεων, σχισμάτων καί παρασυγαγωγῶν. Ἀναλύοντας αὐτό τό θέμα γράφει, κατά τήν μετάφραση τοῦ χωρίου: «αἱρέσεις (οἱ παλαιοί Πατέρες) ὀνόμασαν αὐτούς πού εἶχαν ἀποσχιστεῖ τελείως καί εἶχαν ἀποξενωθεῖ ἀπό τήν ἴδια τήν πίστη, ἐνῶ σχίσματα αὐτούς πού φιλονίκησαν μεταξύ τους γιά κάποιες αἰτίες ἐκκλησιαστικές καί γιά ζητήματα πού μποροῦν νά διευθετηθοῦν∙ καί παρασυγαγωγές τίς συγκεντρώσεις πού ἔκαναν ἀνυπότακτοι πρεσβύτεροι ἤ ἐπίσκοποι καί ἀγράμματοι ἄνθρωποι». Δίνει δέ μερικά παραδείγματα ἀπό τήν τότε πραγματικότητα γιά νά γίνη κατανοητό.
Ὅταν ὁ Μέγας Βασίλειος προσευχόταν «παῦσον τά σχίσματα τῶν Ἐκκλησιῶν» ἐννοοῦσε τήν προσωρινή διακοπή ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν γιά ζητήματα ἰάσιμα, ἐνῶ γιά τίς αἱρέσεις προσεύχεται διαφορετικά.
Κάνοντας αὐτήν τήν διάκριση σαφῶς γράφει ὅτι οἱ Πατέρες οἱ παλαιοί καθόρισαν «τό μέν τῶν αἱρετικῶν (βάπτισμα), παντελῶς ἀθετῆσαι», τό δέ βάπτισμα τῶν σχισματικῶν νά τό δεχθοῦν, ἐπειδή «ὡς ἔτι ἐκ τῆς ἐκκλησίας αὐτῶν», ἀφοῦ ἀποσχίσθηκαν ἀπό τήν Ἐκκλησία γιά «ζητήματα ἰάσιμα», ὄχι τῆς πίστεως, καί τό βάπτισμα αὐτῶν πού ἀνήκουν στίς παρασυναγωγές «ἄν βελτιωθοῦν μέ ἀξιόλογη μετάνοια καί ἐπιστροφή, νά ἑνώνονται ξανά μέ τήν Ἐκκλησία, ὥστε πολλές φορές νά γίνονται δεκτοί στήν ἴδια τήν τάξη, ὅταν μετανοήσουν, καί αὐτοί πού ἔφυγαν μαζί μέ τούς ἀπειθάρχητους καί πού εἶχαν κάποιον ἱερατικό βαθμό».
Ὁ Μέγας Βασίλειος αἰτιολογεῖ θεολογικῶς γιατί οἱ αἱρετικοί δέν ἀνήκουν στήν Ἐκκλησία, καί γιατί δέν μπορεῖ νά γίνη ἀποδεκτό τό βάπτισμά τους. Γράφει: «οἱ δέ τῆς ἐκκλησίας ἀποστάντες, οὔκ ἔτι ἔσχον τήν χάριν τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐφ’ ἑαυτούς∙ ἐπέλιπε γάρ ἡ μετάδοσις τῷ διακοπεῖναι τήν ἀκολουθίαν», δηλαδή «αὐτοί ὅμως πού ἀποστάτησαν ἀπό τήν ἐκκλησία δέν ἔχουν πιά τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐπάνω τους∙ γιατί σταμάτησε ἡ μετάδοση, ἐπειδή διακόπηκε ἡ συνέχεια».
Αὐτό σημαίνει ὅτι ὅσες κοινότητες χριστιανικές δέχονταν τήν αἵρεση, δέν εἶχαν ἀποστολική διαδοχή, καί δέν ἔχουν ἔγκυρα μυστήρια, ἀφοῦ τούς ἐγκατέλειψε ἡ Χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Ἡ ἐποχή στήν ὁποία ἔζησε ὁ Μέγας Βασίλειος ἦταν μιά ταραχώδης ἐποχή. Εἶχε προηγηθῆ ἡ Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδος, ἀλλά σχεδόν ἀμέσως μετά τήν Σύνοδο αὐτή δημιουργήθηκαν ἔριδες. Γίνονταν μεγάλες συζητήσεις γιά τόν ὅρο τοῦ ὁμοουσίου καί ἄλλους ὅρους σχετικά μέ τήν θεότητα τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί τήν θεότητα τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ἔτσι, ἄλλες χριστιανικές κοινότητες εἶχαν ἀπομακρυνθῆ ἀπό τήν Ἐκκλησία ὡς αἱρετικές, λόγῳ τοῦ ὅτι ὁ Ἐπίσκοπος εἶχε προσχωρήσει στήν αἵρεση, ἄλλες ἦταν σχισματικές γιά λόγους προσωπικούς καί διοικητικούς, ἀφοῦ δέν εἶχε ἐπικρατήσει ἀκόμη τό διοικητικό σύστημα, πού ὑπάρχει σήμερα, καί ἄλλες ἦταν παρασυναγωγές. Ὅλα αὐτά ρυθμίστηκαν μέ τήν Β΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, ἡ ὁποία συνῆλθε τό 381 μ.Χ. δύο χρόνια μετά τήν κοίμηση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ἡ δέ Σύνοδος αὐτή δέν ἀνήρεσε αὐτήν τήν διάκριση τοῦ Μεγάλου Βασιλείου, ἀλλά τήν διατήρησε, γιατί θέτει οὐσιαστικούς καί κανονικούς ὅρους γιά νά δεχθῆ τό βάπτισμα αὐτῶν πού ἔφυγαν ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ἔτσι ἡ διάκριση μεταξύ αἱρέσεως, σχίσματος καί παρασυναγωγῆς ὑφίσταται σήμερα. Αἱρετικοί εἶναι ὅσοι ἔχουν εἰσάγει αἱρετικές ἀποκλίσεις ἀπό τήν πίστη τῶν Πατέρων. Τό filioque, τό actus purus, τό analogia entis, τό analogia fidei εἶναι αἱρέσεις καί αὐτές ἔχουν ἐγκολπωθῆ οἱ δυτικοί Χριστιανοί. Ὁ μονοφυσιτισμός καί ὁ μονοθελητισμός εἶναι αἱρέσεις καί αὐτές ἔχουν ἐγκολπωθῆ οἱ ἀνατολικοί Χριστιανοί. Ἐκτός αὐτῶν, ὑπάρχουν καί Ἐκκλησίες γιά διοικητικούς λόγους, πού δέν ἔχουν ἐκκλησιαστική κοινωνία, ὅπως τό Πατριαρχεῖο Ἀντιοχείας διέκοψε τήν ἐκκλησιαστική κοινωνία μέ τό Πατριαρχεῖο Ἱεροσολύμων.
Ἑπομένως, ὅταν ὁ Μέγας Βασίλειος προσευχόταν «παῦσον τά σχίσματα τῶν Ἐκκλησιῶν» ἐννοοῦσε τήν προσωρινή διακοπή ἐκκλησιαστικῆς κοινωνίας μεταξύ τῶν Ἐκκλησιῶν γιά ζητήματα ἰάσιμα, ἐνῶ γιά τίς αἱρέσεις προσεύχεται διαφορετικά, ἤτοι «τάς τῶν αἱρέσεων ἐπαναστάσεις ταχέως κατάλυσον τῇ δυνάμει τοῦ Ἁγίου σου Πνεύματος» καί «τούς πεπλανημένους ἐπανάγαγε καί σύναψον τῇ ἁγίᾳ σου καθολικῇ καί ἀποστολικῇ ἐκκλησίᾳ».
Μέσα στήν προοπτική αὐτή πρέπει νά ἑρμηνεύση κανείς τίς ἐπιστολές πού ἀπέστειλε ὁ Μέγας Βασίλειος γιά τήν εἰρήνη στήν Ἐκκλησία.
Πρέπει νά σταματήση αὐτή ἡ παρερμηνεία τῆς διδασκαλίας τοῦ Μεγάλου Βασιλείου. Ὅσοι ἔχουν διαφορετικές ἀπόψεις, ἔχουν τό δικαίωμα νά τίς ἐκφράζουν, ἀλλά ὁπωσδήποτε ἄς σταματήσουν νά παρερμηνεύουν τόν μεγάλο μας Πατέρα, τόν Ἀρχιεπίσκοπο Καισαρείας τῆς Καππαδοκίας καί οὐρανοφάντορα Βασίλειο.–
Πηγή: Εκκλησιαστική Παρέμβασις, Ιερά Μονή Παντοκράτορος Μελισσοχωρίου