ΟΙ ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΙ πρέπει νά ἀποδεχτοῦν ἀνεπιφύλακτα τή διαπίστωση τοῦ ἁγίου Πορφυρίου τοῦ Καυσοκαλυβίτη ὅτι «ὁ Χριστός εἶναι νέα ζωή. Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν. Εἶναι ἡ χαρά, εἶναι ἡ ζωή, εἶναι τό φῶς, τό φῶς τό ἀληθινόν, πού κάνει τόν ἄνθρωπο νά χαίρεται, νά πετάει, νά τά βλέπει ὅλα, νά τούς βλέπει ὅλους, νά πονάει γιά ὅλους, νά τούς θέλει ὅλους μαζί του, ὅλους κοντά στό Χριστό». Τότε θά εἶναι μακάριοι, γιατί θά ἔχουν βρεῖ τό μεγαλύτερο θησαυρό πού ὑπάρχει πάνω στή γῆ, ὁ ὁποῖος, χωρίς νά μειωθεῖ ἡ ἀξία του, μπορεῖ νά γίνει κτῆμα τοῦ καθενός.
Γιά νά φτάσει ὅμως κάποιος σέ αὐτή τήν κατάσταση χρειάζεται σταθερή ἀφοσίωση στό θέλημα τοῦ Χριστοῦ. Δέν εἶναι δυνατόν νά μιλάει κανείς γιά τήν ἀγάπη καί νά εἶναι ἐμπαθής. Ὁ Χριστός κατακτᾶται μέ τήν ἀγάπη, ἀλλά ἡ ἀγάπη προϋποθέτει ἄσκηση, ταπείνωση καί ἀδιάκοπη πνευματική προσπάθεια. Ἡ ἐμπειρία τῆς πρός τόν Χριστόν ἀγάπης, ἡ ἐμπειρία τῆς ταπείνωσης καί ἡ ἐμπειρία τῆς ἄσκησης εἶναι αὐτές πού κάνουν τόν ἄνθρωπο ἱκανό νά ἐπαναλάβει τό λόγο τοῦ ἁγίου Πρφυρίου.
Αὐτό τό μυστικό βίωμα ὁ συνειδητός χριστιανός θέλει νά τό ἀνακοινώσει καί στούς ἀδελφούς του, γιά νά γευθοῦν κι ἐκεῖνοι τή γλυκύτητα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ἤ μέ ἄλλα λόγια νά ἀποκτήσουν τήν ἀγάπη πρός τό Χριστό. Νά πεισθοῦν ὅτι τά ὅσα διδάσκει ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἁπλές θεωρίες, ἀλλά συγκεκριμένες πράξεις, οἱ ὁποῖες ὁδηγοῦν στήν πρόγευση τῆς μακαριότητας τοῦ παραδείσου. Ὁ ἅγιος Πορφύριος τόνιζε ὅτι «ὁ χριστιανός, ὅταν βρεῖ τό Χριστό, ὅταν γνωρίσει τό Χριστό, ὅταν ὁ Χριστός ἐγκύψει μέσα στήν ψυχούλα του καί τόν αἰσθανθεῖ, θέλει νά φωνάζει καί νά τό λέει παντοῦ, θέλει νά λέει γιά τό Χριστό, τί εἶναι ὁ Χριστός. Ἀγαπήσατε τό Χριστό καί μηδέν προτιμήσατε τῆς ἀγάπης Αὐτοῦ. Ὁ Χριστός εἶναι τό πᾶν, εἶναι ἡ πηγή τῆς ζωῆς, εἶναι τό ἄκρον τῶν ἐφετῶν, εἶναι τό πᾶν. Ὅλα στό Χριστό ὑπάρχουν τά ὡραῖα».
Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά συναντήσει τό Χριστό παντοῦ. Δέν ὑπάρχει συγκεκριμένος καί μοναδικός τόπος. Ἁπλῶς σέ μερικά μέρη, πού ἔχουν ἐκκλησιαστική παράδοση καί ἔχουν ζήσει ἐκεῖ ἐνάρετοι ἄνθρωποι, ἡ πίστη μεγαλώνει καί οἱ ἀποφάσεις γιά πνευματική ζωή παίρνονται εὐκολότερα. Ἐκεῖ συνήθως ὑπάρχουν καί φωτισμένοι κληρικοί, πού βοηθοῦν καί στηρίζουν πνευματικά τούς ἀνθρώπους. Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι ὁ χριστιανός πρέπει νά βρίσκεται σέ διαρκῆ κίνηση, γιά νά ἐπισκέπτεται τά μέρη αὐτά. Ὅταν συναντήσει κάποιος τό Χριστό, δέν θέλει νά ἐνταχθεῖ στή διαδικασία τοῦ θρησκευτικοῦ τουρισμοῦ μέ τήν περιπλάνηση ἀπό περιοχή σέ περιοχή, ἀπό μοναστήρι σέ μοναστήρι καί ἀπό προσκύνημα σέ προσκύνημα. Μένει στόν τόπο του καί ἀγωνίζεται πνευματικά, ἀποφεύγοντας καθετί πού τόν ἀπομακρύνει ἀπό τή μυστική ἐπικοινωνία μέ τό Γλυκύτατο Ἰησοῦ Χριστό.
Ὁ ἀνικανοποίητος χριστιανός, πού δέν ἀναπαύεται σέ κάποια περιοχή, δέν ἔχει συναντηθεῖ μέ τό Χριστό. Δέν ἔνιωσε μέσα στήν ψυχή του τήν παρουσία του καί ψάχνει νά βρεῖ στήριγμα. Τοῦ λείπει προφανῶς ἡ πίστη καί ἡ ἀποφασιστικότητα. Ἐπίσης καταδυναστεύεται καί ἀπό τό κοσμικό φρόνημα, τό ὁποῖο τοῦ μειώνει τόν ὅποιο ζῆλο καί δέν μπορεῖ νά προοδεύσει πνευματικά.
Πηγή: Ορθόδοξος Τύπος, 3/10/2014, dtatsis.blogspot.gr