Σήμερα, όμως, όσο ποτέ άλλοτε, χρειαζόμαστε την Αγία Σκέπη της Κυρίας Θεοτόκου. Οπωσδήποτε κατά κοινή ομολογία δεν είναι εύκολα τα πράγματα. «Μαύρα κοράκια με νύχια γαμψά», ορατοί και αόρατοι εχθροί μας προσπαθούν να αρπάξουν την ψυχή μας, να μας ξεσκίσουν ό,τι φορούμε πάνω μας ως ένδυμα του Χριστού και της Ελληνοορθοδοξίας. «Λύκοι βαρείς μη φειδόμενοι του ποιμνίου» και «τα πετεινά του [σκοτεινού] ουρανού» επέπεσαν πάνω στην ιερή Μάνδρα και στην «Άμπελον» της Εκκλησίας μας και της Ελληνικής Πατρίδας. Κατατρώγουν τις σάρκες της και απομυζούν τους εύχυμους καρπούς της.
Χρειαζόμαστε βοήθεια. Όπως τότε το 1940. Και πιο παλιά. Όπως πάντοτε, από τότε δηλαδή που σα λαός ασπαστήκαμε την Νέα Πίστη του Χριστού και γίναμε ορθόδοξοι βαπτισμένοι Χριστιανοί Έλληνες. Σε όλες τις δύσκολες στιγμές, εκεί που τα ανθρώπινα πρόσωπα και τα γήϊνα μέσα αδυνατούσαν, είχαμε στο πλευρό μας την Υπέρμαχο Στρατηγό, τη Μεγάλη Βοήθεια, την Φοβερά Προστασία και την Γοργοεπήκοο Παναγία μας. Ήταν, είναι και θα είναι η μεγάλη Μητέρα μας, το Απόρθητον Τείχος και η «πάντα τύραννον απάνθρωπον εκβαλούσα της αρχής» από το πολυπαθές Γένος των Ελλήνων.
Σήμερα λοιπόν καλούμε την Παναγία μας με την Αγία Σκέπη της:
Να σκεπάσει τα παιδιά μας, τις ψυχές και τα σώματα, από του πολέμου της πορνείας και την μάστιγα των εμπόρων του λευκού θανάτου.
Να σκεπάσει τους μαθητές μας, το μυαλό και τη διάνοια, από «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα», μέσα κι έξω από την τάξη. Τα λόγια της αθεϊας, της αναρχίας, του υλισμού, του εθνικού αποπροσανατολισμού και του ηθικής αδιαφορίας και αναισθησίας.
Να σκεπάσει τη νεολαία μας από τα κηρύγματα του αντιεκκλησιαστικού μένους και της ανατροπής της παραδόσεώς μας, από ιδεολογίες που είναι ξένες προς την εμπειρία και τη μαρτυρία της Εκκλησίας μας και οι οποίες όπου εφαρμόστηκαν κατέστρεψαν το ανθρώπινο πρόσωπο και τις διαπροσωπικές σχέσεις.
Να σκεπάσει την οικογένεια, η οποία κυριολεκτικά βομβαρδίζεται από ένα πλήθος τηλεοπτικών σκουπιδιών, τα οποία εκπέμπονται μέσα στον ιερό χώρο κάθε σπιτιού και διδάσκουν: πώς να διαλύεται η ελληνική οικογένεια, πως οι σύζυγοι ακίνδυνα μπορούν να προδίδουν ο ένας τον άλλον, πως να συζούν πρόσωπα του ιδίου φύλου, πως η οικογένεια βλάπτει, πως τα παιδιά να μπαίνουν στην αμαρτία εξ απαλών ονύχων κι από την κούνια τους, πως όλοι να συμβιώνουν με συντρόφους χωρίς γάμο ορθόδοξο και πόσο καλοί είναι οι τούρκοι, οι γείτονες....
Να σκεπάσει τη θεολογία μας, από τους λαοπλάνους, όπως έλεγε και ο μακαριστός Φώτιος Κόντογλου, «ποὺ ἔρχουνται ἀπὸ τὰ Πανεπιστήμια τῆς ἀπιστίας, βαστώντας στὰ χέρια τους διπλώματα καὶ πιστοποιητικὰ τῆς θεολογίας, σὰν νὰ εἶναι ἡ θεολογία γιατρικὴ ἢ χημεία, καὶ χαλᾶνε μὲ τὴν πονηρὴ διδασκαλία τους τὰ ἁπλοϊκὰ πρόβατα τοῦ Χριστοῦ, λέγοντάς τους πὼς ἡ πίστη τους εἶναι δεισιδαιμονία καὶ τυπολατρεία, καὶ πὼς ἡ ἱερὴ παράδοση τῆς Ἐκκλησίας μας τὴ μποδίζει νὰ συγχρονισθῆ, δηλαδὴ νὰ γίνει σὰν τὴ Χριστιανικὴ ἀθεΐα ποὺ λέγεται Προτεσταντισμός».
Να σκεπάσει την κοινωνία μας, η οποία συχνά ερωτοτροπεί με ακραίες συμπεριφορές και κινείται παρορμητικά σε μαζικές επιλογές που δεν διασώζουν τη διάρκεια της αληθινής σχέσεως με το Θεό.
Να σκεπάσει τους νέους γονείς, από τον κίνδυνο της απιστίας. «Η απιστία είναι «η πλατεία πύλη και ευρύχωρος οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την απώλειαν», όπως είπε ο Χριστός, αλλά «εις την επί γης ευδαιμονίαν». Ενώ η πίστη είναι «η στενή πύλη και τεθλιμμένη οδός», που δεν πιστεύουνε πως είναι «η απάγουσα εις την ζωήν», αλλά «εις την επί γης δυστυχίαν και περιφρόνησιν». «Πολλοί εισίν οι εισερχόμενοι διά της πλατείας πύλης» κατά τον λόγο του Κυρίου, « και ολίγοι εισιν οι ευρίσκοντες την στενήν πύλην» ( ΦΚ).
Να σκεπάσει τον στρατό μας, από τη δειλία, την ανανδρία, την υποχωρητικότητα, τη βλασφημία των θείων και τα διάφορα ψεκτά πάθη της νεότητας και της αγνοίας.
Να σκεπάσει τις απελπισμένες ψυχές, τους ανέργους, τους φτωχούς, τους μοναχικούς, τους ατέκνους, τους αστέγους, τους απολυμένους, τους αφίλους, τους προδομένους και εγκαταλελειμμένους, τους καρκινοπαθείς και ανιάτως και διαρκώς νοσούντες, τους αξαπατημένους και παντοιοτρόπως αδικημένους, από την αυτοκτονία, την εκδίκηση, την κατάρα και την απιστία.
Να σκεπάσει την πολιτική ζωή και το κοινοβουλευτικό μας πολίτευμα, από την περιφρόνηση, από την απειλή των ασπόνδων φίλων μας, από τον υπολογισμό, από την υποκρισία, από τον φόβο, και τη σατανοπληξία, τον χρηματισμό, την ξενοδουλεία και τη φαλκίδευση της αξιοπρεπείας μας.
Να σκεπάσει την πατρίδα και το Έθνος μας, από ανθρώπους μέσα και έξω από τα σύνορα, οι οποίοι «Θεόν δεν φοβούνται και ανθρώπους δεν εντρέπονται» και στηρίζουν την εξουσία τους στο ψέμα, στη βία και την καταστολή και στη συνδρομή ξένων κέντρων και προσώπων.
Να σκεπάσει την Εκκλησία μας, κλήρο και λαό, μοναχούς και λαϊκούς, από την εκκοσμίκευση, από την αίρεση από τον μοντερνισμό, τον επάρατο οικουμενισμό και τον άθεο συγκρητισμό, τον συμβιβασμό και την αλλοίωση του ορθοδόξου ευαγγελικού μηνύματος.
Να σκεπάσει τα αγέννητα παιδιά, από το φονικό νυστέρι του γιατρού, από την ολιγοπιστία της δύστυχης μάνας και από τον εγκληματικό λογισμό και την ολέθρια απόφαση του πατέρα.
Να σκεπάσει την απανταχού της Γης Ορθοδοξία μας και ιδιαίτερα τη χειμαζόμενη και διωκόμενη Μ. Ανατολή από την ισλαμική βία, αλλά και τη χώρα και τα νησιά μας, τα σύνορά μας και τις πόλεις μας, την Κύπρο, τη Θράκη και τη Μακεδονία μας, από τον φανατισμό και την εισαγόμενη πληθυσμιακή εισβολή, η οποία διαλύει τη συνεκτικότητα του κοινωνικού ιστού και δημιουργεί προϋποθέσεις κοινωνικής έκρηξης και σύγκρουσης.
Τέλος, να μας σκεπάζει η Παναγία μας από τις εισηγήσεις, πλεκτάνες, σκάνδαλα και παγίδες του διαβόλου, αλλά και «της φοβεράς του σεισμού απειλής, από αιφνιδίου θανάτου και εμφυλίου πολέμου, από λιμού, λοιμού καταποντισμού και την ώραν της εξόδου μας, την ψυχήν μας, από τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών δαιμόνων».
Μέσα σ΄ αυτά τα δύσκολα χρόνια που όρισε ο Άγιος Θεός να ζήσουμε και στα οποία κινδυνεύουμε από «τα βέλη του πονηρού τα πεπυρωμένα», και «από πάσαν σατανικήν ενέργειαν των στυγερών δαιμόνων και των φθοροποιών ανθρώπων» δεν μας άφησε μόνους και ορφανούς, απροστάτευτους και ακάλυπτους, αλλά μαζί με τα άγια Μυστήρια, τα άγια τάγματα των αγγέλων και των αγίων, μας χάρισε και την Παναγία Μητέρα του.
Η κυρία λοιπόν Θεοτόκος, Της οποίας ως «Μητρός η δέησις πολλά ισχύει προς ευμένειαν Δεσπότου», μπορεί όχι μόνο να εισηγηθεί να κάνει ο Κύριος και Θεός μας το νερό κρασί, αλλά και από το πικρό της παρούσης καταστάσεως να βγάλει το γλυκύ της πνευματικής ωφελείας. Οπωσδήποτε δε να μας γλυτώσει από το μεγάλο πέρασμα της ζωής μας στην ατέρμονη αιωνιότητα. Για αυτό κι εμείς την παρακαλούμε προσκυνώντας την τιμητικά και λέγοντας από τα βάθη της ψυχής μας την ευχήν του Αποδείπνου:
«Αλλ' ως του Φιλανθρώπου Θεού Μήτηρ, φιλανθρώπως σπλαγχνίσθητι επ' εμοί τω αμαρτωλώ και ασώτω, και δέξαι μου την εκ ρυπαρών χειλέων προσφερομένην Σοι δέησιν, και τον Σον Υιόν, και ημών Δεσπότην και Κύριον, τη μητρική Σου παρρησία χρωμένη δυσώπησον, ίνα ανοίξη καμοί τα φιλάνθρωπα σπλάγχνα της Αυτού αγαθότητος, και, παριδών μου τα αναρίθμητα πταίσματα, επιστρέψη με προς μετάνοιαν, και των Αυτού εντολών εργάτην δόκιμον αναδείξη με. Και πάρεσό μοι αεί ως ελεήμων, και συμπαθής, και φιλάγαθος, εν μεν τω παρόντι βίω, θερμή προστάτις και βοηθός, τας των εναντίων εφόδους αποτειχίζουσα, και προς σωτηρίαν καθοδηγούσα με. Και εν τω καιρώ της εξόδου μου, την αθλίαν μου ψυχήν περιέπουσα, και τας σκοτεινάς όψεις των πονηρών δαιμόνων πόρρω αυτής απελαύνουσα. Εν δε τη φοβερά ημέρα της Κρίσεως, της αιωνίου με ρυομένη κολάσεως, και της απορρήτου δόξης του Σου Υιού και Θεού ημών κληρονόμον με αποδεικνύουσα. Ης και τύχοιμι, Δέσποινά μου, Υπεραγία Θεοτόκε, δια της Σης μεσιτείας και αντιλήψεως, χάριτι και φιλανθρωπία του Μονογενούς Σου Υιού, του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού. Ω πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις, συν τω ανάρχω Αυτού Πατρί, και τω Παναγίω, και αγαθώ, και ζωοποιώ Αυτού Πνεύματι, νυν και αεί, και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.