Τελικά ο αιρεσιάρχης της Ρώμης, με την σύμφωνη γνώμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και δυστυχώς και της Δ.Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος και την επίσημη πρόσκληση της Ελληνικής Πολιτείας, «πάτησε» για μια ακόμη φορά το πόδι του στην Ορθοδόξη Πατρίδα μας, την αιματοβαμμένη από τα τίμια αίματα των αγίων και οσιομαρτύρων της αμωμήτου ημών Πίστεως, που εμαρτύρησαν ανά τους αιώνας από τους προκατόχους του νυν «Πάπα».
ΙΕΡΑ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΣ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΓΡΑΦΕΙΟ ΕΠΙ ΤΩΝ ΑΙΡΕΣΕΩΝ ΚΑΙ ΤΩΝ ΠΑΡΑΘΡΗΣΚΕΙΩΝ
Εν Πειραιεί τη 21η Απριλίου 2016
ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΗΝ ΚΟΙΝΗ ΔΙΑΚΗΡΥΞΗ ΤΩΝ ΤΡΙΩΝ «ΘΡΗΣΚΕΥΤΙΚΩΝ ΗΓΕΤΩΝ» ΣΤΗ ΛΕΣΒΟ
Τελικά ο αιρεσιάρχης της Ρώμης, με την σύμφωνη γνώμη του Οικουμενικού Πατριαρχείου και δυστυχώς και της Δ.Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος και την επίσημη πρόσκληση της Ελληνικής Πολιτείας, «πάτησε» για μια ακόμη φορά το πόδι του στην Ορθοδόξη Πατρίδα μας, την αιματοβαμμένη από τα τίμια αίματα των αγίων και οσιομαρτύρων της αμωμήτου ημών Πίστεως, που εμαρτύρησαν ανά τους αιώνας από τους προκατόχους του νυν «Πάπα».
Όπως είχαμε προβλέψει σε παλαιότερη ανακοίνωσή μας, η «φιέστα» της Λέσβου ήταν ένα θέατρο εντυπώσεων, που αποσκοπούσε να παρουσιάσει τον πάπα παγκοσμίως ως τον προστάτη των φτωχών και των πονεμένων προσφύγων, με κομπάρσους τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο και τον Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο. Αποσκοπούσε ακόμη να παρουσιάσει τον πάπα ως γνήσιο και κανονικό επίσκοπο Ρώμης, αναγνωριζόμενο ως τέτοιο από δύο Ορθοδόξους Προκαθημένους και να δώσει έτσι μια ισχυρή ώθηση στην απόδοση εκκλησιαστικότητος στην αιρετική παρασυναγωγή του Παπισμού από την μέλλουσα να συνέλθη προσεχώς Αγία και Μεγάλη Σύνοδο.
Ισχυρίστηκαν οι Σεβασμιώτατοι Ιεράρχες της Δ.Ι.Σ. ότι ο Πάπας με την επίσκεψη αυτή θα συμβάλει «στην ευαισθητοποίηση της παγκόσμιας κοινότητας για την άμεση παύση των πολεμικών συγκρούσεων στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου και της Μέσης Ανατολής που πλήττουν σφόδρα τις χριστιανικές κοινότητες, αλλά και στην ανάδειξη του μείζονος ανθρωπιστικού προβλήματος που έχει προκληθεί από τους απεγνωσμένους πρόσφυγες, οι οποίοι αναζητούν ένα καλύτερο μέλλον στην ευρωπαϊκή ήπειρο». Τους ερωτώμεν: Είδατε, Σεβασμιώτατοι, να αλλάζει σε τίποτα η κατάσταση μετά την επίσκεψη του Πάπα; Διαπιστώσατε να ευαισθητοποιείται η παγκόσμια κοινότητα; Να συγκινούνται οι Ευρωπαίοι εταίροι μας από το δράμα των προσφύγων και να τους υποδέχονται στις χώρες τους; Τους είδατε να συγκλονίζονται για τον πόλεμο στη Συρία, που αυτοί προκάλεσαν, συνεργούντων και των αμερικανών, με εκατοντάδες χιλιάδες θύματα, με σφαγές και λεηλασίες που δεν έχουν περιγραφή και με αποκεφαλισμούς Ορθοδόξων Χριστιανών από τους φανατικούς μουσουλμάνους; Τους είδατε να παίρνουν την απόφαση να τερματίσουν τον πόλεμο στη Συρία που συνεχίζεται εδώ και έξι χρόνια, έτσι ώστε στη συνέχεια να επιλυθεί και το προσφυγικό πρόβλημα; Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έγινε. Η κατάσταση παραμένει η ίδια και χειρότερη. Οι ευρωαμερικανοί παραμένουν ανάλγητοι και αναίσθητοι στον ανθρώπινο πόνο, γιατί το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι, πως να επιτύχουν τα γεωπολιτικά τους συμφέροντα.
Υπέγραψαν ακόμη κατά την διάρκεια της παρουσίας τους στο νησί της Λέσβου, οι τρεις θρησκευτικοί ηγέτες μια κοινή διακήρυξη, την οποία, αν αξιολογήσουμε από καθαρά εκκλησιολογική σκοπιά, την θεωρούμε στο σύνολό της επιεικώς απαράδεκτη. Το κείμενο αναφέρει μεταξύ άλλων: «Ως ηγέτες των αντίστοιχων Εκκλησιών μας, εκφράζουμε από κοινού την επιθυμία μας για ειρήνη και την ετοιμότητά μας να προωθήσουμε την επίλυση των συγκρούσεων μέσω του διαλόγου και της συμφιλίωσης…. Απευθύνουμε κοινή έκκληση για τον τερματισμό του πολέμου και της βίας στη Μέση Ανατολή, μια δίκαιη και διαρκή ειρήνη, και την έντιμη επιστροφή όσων αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Ζητούμε από τις θρησκευτικές κοινότητες να εντείνουν τις προσπάθειες τους στην υποδοχή, παροχή βοήθειας και προστασίας στους πρόσφυγες όλων των θρησκειών, και τις θρησκευτικές και πολιτικές υπηρεσίες ανακούφισης, (των προσφύγων), να εργάζονται για να συντονίζουν τις πρωτοβουλίες τους. Για όσο διάστημα υπάρχει η ανάγκη, επιμόνως ζητούμε από όλες τις χώρες να παράσχουν προσωρινό άσυλο, να προσφέρουν την ιδιότητα του πρόσφυγα σε όσους έχουν δικαίωμα, να επεκτείνουν τις προσπάθειες αρωγής τους και να συνεργαστούν με όλους τους ανθρώπους καλής θέλησης για τον άμεσο τερματισμό των συνεχιζομένων συγκρούσεων».
Κατ’ αρχήν η φράση «ως ηγέτες των αντίστοιχων Εκκλησιών μας»είναι τελείως άστοχη και απαράδεκτη, διότι αναγνωρίζεται από τους δύο Ορθοδόξους Προκαθημένους, σαφέστατα και δημοσίως, ότι ο Παπισμός είναι αδελφή Εκκλησία και ότι ο προκαθήμενος αυτής είναι ο Πάπας Φραγκίσκος, πράγμα που αποτελεί βαρύτατο εκκλησιολογικό σφάλμα. Ουδεμία διάκριση γίνεται μεταξύ της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας και της αιρέσεως του Παπισμού. Στη συνέχεια απευθύνουν οι τρεις ηγέτες «κοινή έκκληση για τον τερματισμό του πολέμου και της βίας στη Μέση Ανατολή». Και παρά κάτω ζητούν από όλους τους αρμόδιους θρησκευτικούς και πολιτικούς φορείς να προχωρήσουν σ’ όλες τις αναγκαίες ενέργειες για την οριστική επίλυση του προσφυγικού ζητήματος.
Στις παρά πάνω φράσεις του κειμένου παρουσιάζονται οι δύο τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, (στα πρόσωπα των δύο Ορθοδόξων προκαθημένων), να συμπορεύονται και να συνεργάζονται με μια αιρετική κοινότητα, τον Παπισμό, για να επιτύχουν δύο βασικούς κοινούς στόχους, «τον τερματισμό του πολέμου και της βίας στη Μέση Ανατολή» και την επίλυση του προσφυγικού ζητήματος. Είναι όμως επιτρεπτή εκκλησιολογικώς και από πλευράς Ιερών Κανόνων η συνεργασία της Εκκλησίας με την αίρεση για την επίτευξη κοινών στόχων, εγκοσμιοκρατικού χαρακτήρος; Όχι βέβαια. Ουδέποτε στο παρελθόν η Εκκλησία είχε την παραμικρή συνεργασία με αιρετικές κοινότητες για την επίτευξη παρομοίων στόχων. Αντίθετα μάλιστα οι άγιοι Πατέρες συγκροτούσαν Συνόδους για την αντιμετώπιση των αιρέσεων, στις οποίες καταδίκαζαν και αφόριζαν τους αιρεσιάρχες και όσους τους ακολουθούν. Τους απέκοπταν από το σώμα της Εκκλησίας και δεν είχαν στο εξής καμία σχέση, ή οποιασδήποτε μορφής συνεργασία μαζί τους. Οι άγιοι απόστολοι και οι άγιοι Πατέρες ουδέποτε κατενόησαν την αποστολή τους, όπως την κατανοούν σήμερα οι εκκλησιαστικοί μας ηγέτες. Ουδέποτε διανοήθηκαν να συμμαχήσουν και να συνεργαστούν με άλλες θρησκείες και αιρέσεις για να υπηρετήσουν μία κοσμικού τύπου ειρήνη.
Όπως και άλλες φορές επισημάναμε οι πόλεμοι, οι συγκρούσεις, και οι αιματοχυσίες δεν είναι σύμφωνες με το θέλημα του Θεού. Όλα αυτά όμως είναι επακόλουθα της αμαρτίας, και της αποστασίας του ανθρώπου από τον Θεόν και τότε μόνον θα εκλείψουν, όταν ο άνθρωπος επιστρέψει εν μετανοία μέσα στους κόλπους της Εκκλησίας και φυλάξει το θέλημα του Θεού. Η Εκκλησία υποδεικνύει μεν τον τρόπον της θεραπείας του κακού, δεν μπορεί όμως να μεταβληθεί σε έναν εγκόσμιο ειρηνευτικό οργανισμό, ούτε είναι δυνατόν να εγκλωβιστεί σε εγκόσμιους ρόλους, διότι τότε μοιραία εκκοσμικεύεται και εκφυλίζεται, χάνει την σωτηριολογική της αποστολή. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι Θεανθρώπινος Οργανισμός, που σκοπό έχει να προσλάβει και να θεώσει τον κόσμο, και όχι να γίνεται η ίδια κόσμος. Αποστολή της Εκκλησίας είναι να ειρηνεύσει τον άνθρωπο με τον Θεό, που είναι απαραίτητη προϋπόθεση, για να ειρηνεύσουν και οι άνθρωποι στη συνέχεια μεταξύ τους. Να προσφέρει τον Χριστό, τον μόνον ειρηνοποιόν, ο οποίος είναι «η ειρήνη ημών» (Εφ.2,14) κατά τον απόστολο. Για την Ορθόδοξη Εκκλησία ειρήνη δεν σημαίνει την απουσία πολέμου, αλλά είναι καρπός του αγίου Πνεύματος: «ο δε καρπός του Πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη…» (Γαλ.5,22). Εξ άλλου και ο ίδιος ο Χριστός την αντιδιαστέλλει από την κοσμική ειρήνη: «ειρήνην την εμήν δίδωμι υμίν, ου καθώς ο κόσμος δίδωσιν, εγώ δίδωμι υμίν» (Ιω.14,27). Πέραν αυτών πως είναι δυνατόν να συνεργαστούμε με μια αιρετική παρασυναγωγή, η και με άλλες θρησκείες, που βρίσκονται στο σκότος της πλάνης, χωρίς να προσκρούσωμε τον θεόπνευστο λόγο του αποστόλου: «Μη γίνεσθε ετεροζυγούντες απίστοις. Τις γαρ μετοχή δικαιοσύνη και ανομία; Τις δε κοινωνία φωτί προς σκότος;» (Β Κορ. 6,14). Ποιά επικοινωνία, και κατά συνέπεια, ποιάς μορφής συνεργασία, μπορεί να υπάρχει μεταξύ του φωτός της Ορθοδοξίας και του σκότους των διαφόρων αιρέσεων και θρησκειών; Ασφαλώς καμία.
Το κείμενο καταλήγει με την εξής δήλωση: «Από την πλευρά μας, υπακούοντας στο θέλημα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, πιστεύουμε ακράδαντα, ολόψυχα και με αποφασιστικότητα, ότι πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες μας για την προώθηση της πλήρους ενότητας όλων των Χριστιανών. Επιβεβαιώνουμε την πεποίθηση μας ότι η "συμφιλίωση (μεταξύ των Χριστιανών) περιλαμβάνει την προώθηση της κοινωνικής δικαιοσύνης εντός και μεταξύ όλων των λαών… Μαζί, θα κάνουμε το χρέος μας, ώστε να προσφέρουμε στους μετανάστες, τους πρόσφυγες, και τους αιτούντες άσυλο, μία ανθρώπινη υποδοχή στην Ευρώπη" (Οικουμενική Χάρτα, 2001). Με την υπεράσπιση των θεμελιωδών ανθρωπίνων δικαιωμάτων των προσφύγων, των αιτούντων άσυλο και των μεταναστών, καθώς και των πολλών περιθωριοποιημένων ανθρώπων στις κοινωνίες μας, έχουμε ως στόχο να εκπληρώσουμε την αποστολή των Εκκλησιών, που είναι η διακονία του κόσμου».
Η αποστολή της Εκκλησίας του Χριστού και όχι των «Εκκλησιών», (συμπεριλαμβανομένου του Παπισμού), δεν είναι η διακονία του κόσμου με τα κοσμικά κριτήρια, που αυτοί θέτουν, αλλά η σωτηρία του κόσμου από τη δουλεία του διαβόλου, από την κυριαρχία των αντιχρίστων δυνάμεων του κόσμου και των δαιμονοθρησκειών, οι οποίες δημιουργούν πολέμους με όλα τα συνεπακόλουθά του, όπως το προσφυγικό, προκειμένου να προωθήσουν τους στόχους της Νέας Εποχής, δηλαδή την ενοποίηση της ανθρωπότητος, πολιτική, οικονομική, πολιτισμική και θρησκευτική και την επίτευξη μιας παγκόσμιας κυβερνήσεως υπό την ηγεσία ενός νέου Μεσσία.
Τέλος στο κείμενο παρεμβάλλεται εν είδει «σφήνας» το θέμα της «συμφιλίωσης μεταξύ των Χριστιανών». Εκφράζουν την ανάγκη να «εντείνουμε τις προσπάθειες μας για την προώθηση της πλήρους ενότητας όλων των Χριστιανών». Δεν μας λένε όμως σε ποιά βάση. Στη βάση της επιστροφής του Παπισμού στην αλήθεια της Ορθοδοξίας, η στη βάση μιας συγκρητιστικού τύπου ενότητος, την οποία προωθεί η παναίρεση του Οικουμενισμού; Πάντως πλανώνται πλάνην οικτράν, αν νομίζουν ότι σε περίπτωση που ενωθούν οι Χριστιανοί, (έτσι όπως οραματίζονται την ένωση οι οικουμενιστές), οι μουσουλμάνοι θα σταματήσουν να σφάζουν αθώους Χριστιανούς. Ή ότι οι ισχυροί του κόσμου θα σταματήσουν να δημιουργούν πολέμους και να προωθούν τα γεωπολιτικά του σχέδια.
Περαίνοντας, εκφράζουμε τη λύπη μας για το θλιβερό γεγονός της συναντήσεως του Οικουμενικού Πατριάρχου και του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών με τον αμετανόητο αιρεσιάρχη της Ρώμης. Δέχτηκαν εκόντες, άκοντες να υπηρετήσουν τα πολιτικά σχέδια του Βατικανού. Δέχτηκαν να προωθήσουν το δήθεν φιλειρηνικό και φιλάνθρωπο προσωπείο του ιησουίτη πάπα, του οποίου το σκοτεινό παρελθόν βοά για το αντιχριστιανικό του έργο. Την ώρα που βρισκόταν στη Λέσβο και έχυνε τα «κροκοδείλια δάκρυά του» για τους πρόσφυγες, δημοσιοποιήθηκε κείμενο καταδίκης του από χιλιάδες μητέρες της Αργεντινής, οι οποίες έχασαν τα παιδιά τους από το δικτατορικό καθεστώς του Βιντέλα, με την αμέριστη ανοχή και συνεργασία του! Διαπιστώνουμε τέλος, πως μέσα από τέτοιες κακοστημένες φιέστες προωθείται αλματωδώς ο θρησκευτικός συγκρητισμός και καλλιεργείται πυρετωδώς ο λαϊκός Οικουμενισμός, εν όψει μάλιστα και της συγκλήσεως της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, η οποία, όπως δείχνουν τα πράγματα, δεν θα είναι ούτε Μεγάλη, ούτε Αγία. Και τούτο διότι προβλέπεται, εκτός απροόπτου, να αποδοθεί εκκλησιαστική υπόσταση στον αιρετικό Παπισμό και στις προτεσταντικές παρασυναγωγές. Λογαριάζουν όμως χωρίς τον ξενοδόχο, τον πιστό λαό του Θεού, ο οποίος δεν πρόκειται να αποδεχθεί μια τέτοια Σύνοδο.
Εκ του Γραφείου επί των Αιρέσεων και των Παραθρησκειών
Πηγή: Ακτίνες